I R V I N G L A Y T O N
WHERE BURNING
SAPPHO LOVED
ΕΔΩ ΑΓΑΠΗΣΕ ΦΛΕΓΟΜΕΝΗ Η ΣΑΠΦΩ
ΠΕΝΗΝΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Μετάφραση: ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΑΓΓΕΛΑΚΗ-ΡΟΥΚ
Επιμέλεια έκδοσης Διογένης Πυλαρινός
Δίγλωσση έκδοση
LIBRO-ΑΘΗΝΑ, Απρίλιος 1985, σελίδες 148, δρχ. 400
“The isles of Greece, the isles of Greece,
Where burning Sappho loved and sung”
LORD GORDON BYRON
«Τα νησιά της
Ελλάδας, τα νησιά της Ελλάδας
Όπου φλεγόμενη η Σαπφώ τραγούδησε κι αγάπησε»
Λόρδος
Γκόρντον Μπάυρον
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
1.ΟΡΦΕΑΣ-2.ΣΑΤΥΡΟΣ-3. ΔΙΟΝΥΣΟΣ-4.ΤΊ ΕΙΠΕ Ο ΔΥΣΣΕΑΣ ΣΤΗΝ ΚΙΡΚΗ…-5. ΝΑΥΣΙΚΑ-6.ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΡΩΤΑΣ-7.ΙΚΑΡΟΣ-8. ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ-9.ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ-10. ΚΑΤΑΙΓΙΔΑ ΣΤΗΝ ΥΔΡΑ-11.ΛΟΦΟΙ ΚΑΙ ΛΟΦΟΙ-12.ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ-13. ΑΝΤΙΚΡΥΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ-14. ΤΟ ΚΡΑΝΙΟ-15.ΨΑΡΑΔΕΣ-16. ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ.-17. ΝΩΡΙΣ ΚΑΠΟΙΟ ΠΡΩΪ ΣΤΗΝ ΜΗΘΥΜΝΑ-18. ΠΑΡΤΥ ΣΤΗΝ ΥΔΡΑ-19. ΙΔΟΥ ΤΟ ΕΡΩΤΗΜΑ-20. Η ΣΤΕΛΛΑ -21. RUPERT BROOKE (1887-1915)-22. ΠΡΩΤΕΥΣ ΚΑΙ ΝΥΦΗ-23. ΣΤΟ ΜΟΛΥΒΟ ΜΙΑ ΓΑΤΑ- 24. ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΜΥΓΑ- 25. ΓΑΝΥΜΗΔΗΣ-26.ΝΕΚΡΟΤΑΦΕΙΟ ΣΤΗ ΜΗΘΥΜΝΑ-27. ΕΜΠΝΕΥΣΗ- 28. ΟΝΕΙΡΟ ΣΤΟ ΠΑΓΚΡΑΤΙ- 29. ΡΟΥΦΕΙΧΤΕ ΤΑ ΟΛΑ-30. ΙΘΑΚΗ-31.ΣΥΣΚΟΤΙΣΗ-32.ΕΛΛΗΝΕΣ-33. ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΟΜΗΡΟΥ-34.ΤΟ ΚΑΣΤΡΟ-35. Ο ΘΕΟΣ ΗΛΙΟΣ-36.ΜΥΓΟΠΑΓΙΔΑ-37. Ο ΚΑΡΧΑΡΙΑΣ-38. ΤΟ ΑΚΛΟΝΗΤΟ ΜΑΤΙ-39. ΤΑ ΣΥΚΑ-40. ΤΟ ΚΟΛΙΜΠΡΙ-41. ΝΥΧΤΕΕΡΙΝΗ ΜΟΥΣΙΚΗ-42. ΘΕΑΤΡΟ-43.ΠΟΙΗΣΗ-44. ΜΕΤΑ ΑΠΟ ΜΙΑ ΑΥΠΝΗ ΝΥΧΤΑ-45. ΤΟ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΩΣ-46. ΕΛΛΗΝΑΣ ΧΟΡΕΥΤΗΣ-47.ΟΤΑΝ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΡΘΕΙ ΓΙΑ ΣΕΝΑ-48. ΔΥΟ ΓΥΝΑΙΚΕΣ- 49. ΚΑΘΥΣΤΕΡΗΜΕΝΗ ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ ΣΤΟ ΧΟΡΟ-50. ΤΟ ΤΕΡΑΣ.
ΑΝΤΙΚΡΥΖΟΝΤΑΣ ΤΟ ΑΓΑΛΜΑ ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ
ΣΤΗ ΠΡΟΚΥΜΑΙΑ ΤΗΣ ΜΙΘΥΜΝΑΣ
Μοιάζεις Σαπφώ
σαν μιά από τις δικές
σου τις παρθένες
πού μόλις της έχουν
πεί
άσεμνο ανέκδοτο
-σεμνότυφη
Καθόλου
όπως σε φαντάζομαι
κορίτσι της αγάπης, με
το σκούρο δέρμα
τα κίτρινα μαλλιά
κι ένα χέρι να ορμά
σε αντρικό χιτώνα
και δεν είναι πιό
έξυπνοι
οι Μυτιληνιοί σήμερα
απ’ όταν αποκάλυπτες
τα κάλλη σου στο
λιμάνι
σε ναύτες και εμπόρους
Ή στο στρατιώτη
πούχε χιτώνιο βαμμένο
πορφυρό
κι ήταν, είπες, ο
Έρωτας
όπως κατέβαινε
από τον ουρανό
Αθάνατη ποιήτρια
έγραφες για τον έρωτα
όπως δεν είναι πιά,
πόθος χωρίς αιδώ
Εγώ πού ίδια έγραψα
σε χαιρετώ με τα
σιβυλλικά λόγια
πού κάποτε τραγούδησες
εσύ.
«Νεκρή. Δε θα ξεχαστώ»
Παράπονο δε μπορείς
νάχεις.
Αλλά πρέπει να
πηγαίνω.
Η Αφροδίτη
φρόντισε να μούχει
ένα κορίτσι να με
περιμένει
στη Μήθυμνα
με χέρια απαλά
κι ακόμη πιό απαλό το
στόμα
Είναι κορίτσι λογικό
και δε θα τη πειράξει
αν της πω η πρώτη η
σπονδή
θάναι για σένα
Ανάμεσα στα παθιασμένα
μας φιλιά
θα σε μνημονέψουμε
απόψε. Σελ. 37,39
ON SEEING THE STATUE OF SAPPHO ON THE QUAY OF MITYHYMNA
You look
Sappho,
like one of
your own virgins
who has
just been told
an
off-colour joke
-such a
simper
Not at all
as I
imagine you
my loving,
dark-skinned girl
with yellow
hair
and a hand
darting
into a
man’s tunic
No smarter
are the citizens
of Mitylene
today
than when
you showed
yourself in
the harbor
to sailors
and merchants
Or to the
soldier
whose cloak
was dyed purple
and was
Eros, you said,
on his way
down
from heaven
Immortal poetess
you wrote
of love
as it no
longer is,
of desire
without shame
I who have
done the same
greet you
with the sibylline words
you once
sang.
“Dead, I
won’t be forgotten”
You can
have no complaint
But I must
go
Aphrodite
has taken
case to have
a girl waiting
for me
in Mithymna
with
soft hands
and softer
mouth
She’s a
sensible girl
and will
not mind
if I say
the first libation
is to you
Between our
raptures
we shall
think of you
this night. Page 36,38.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΜΙΑΣ ΕΡΩΤΙΚΗΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ
Σοφία είναι η παρακμή της νιότης
αλλά η νεότητα δεν χρειάζεται σοφία
μιά κι είναι με το δικό της τρόπο σοφή’
μέρα τη μέρα ζει τη ζωή
του ένστιχτου, του κυρίαρχου πάθους
ενώ οι αδύναμοι με νηφάλια λογική
λογαριάζουν κόστος και συνέπειες.
Αν κάποιος δίπλα σου πλαγιάσει
θα του χαϊδέψεις τους ώμους του, τα μπράτσα,
εκείνος τα δικά σου όσο κι οι δυό σας
να χωθείτε σ’ ένα δωμάτιο ξενοδοχείου
για να κάνετε έρωτα. Γιατί αυτό είναι τ’ ορμέμφυτο,
της φύσης η σοφία, η ακατέργαστη σοφία
των νέων που ξέρουν όσα χρειάζονται
για να στείλουνε τους γέρους
στις κουνιστές τους πολυθρόνες και κουβέρτες
στις ηρεμιστικές παρτίδες σκακιού και
Μονόπολης ή στον Πλωτίνο
ενώ εκείνοι με πεινασμένα στόματα φιλούν
το ό,τιδήποτε ο τόπος κι η στιγμή προσφέρουν.
Αλλά εσύ κι εγώ εραστές με βαθειές ουλές
στην παραλία αυτή ξαπλώσαμε ψόφιοι κι αλαφιασμένοι
ντροπιάζοντας τον λαμπρό Ελληνικό ήλιο
ενώ το νερό αποδοκιμάζει κι όλο
μουρμουρίζει τη θλιβερή συνηθισμένη του ιστορία
για σένα που εγέρασες, φρονίμεψες, κουφάθηκες
για μένανε που σε κοιτώ και κρυφαναστενάζω., σ..47
END OF
THE AFFAIR
Wisdom is the decay of youth/ but youth has no
need of wisdom/ being wise in its own fashion;/ from day to day it lives the
life/ of instinct, sovereign passion/ while the feeble with sober sense/tally
both cost and consequence./ if another lay beside you/ you would stroke his shoulders and arms/and he yours
and the two of you/ would be off to the hotel room/ to make love. For that is
impulse./ nature’s wisdom, the rough wisdom/ of the young who know enough/ to
tell their elders to be off/ to their rocking chairs and blankets/ or
tranquillizing games of chess,/ Monopoly or Plotinus/ while they with hungry
mouths embrace/ whatever the moment and place./ But you and I like two scarred
lovers/ lie scared and inert on this beach,/ an insult to the bright Greek sun/
and the reproving water that/ repeats its sad customary tale/ for you grown old
and wise and deaf/ and me who look at you and sigh.
ΓΑΝΥΜΗΔΗΣ
Κάθομαι σε μιά ταβέρνα
γύρω μου Έλληνες πολύλογοι όλο ζωή
κι όπως ο πρωινός ήλιος
πέφτει σε τραπέζια και ποτήρια
με τρυπά ξαφνικά,
απ’ την αγάπη σταλμένο, ένα βέλος
ανεξήγητης χαράς.
Ήταν ο Γανυμήδης
πού με τσίμπησε έτσι
ένας χαμογελαστός μορτάκος έξη χρονών
πού μάζευε καπάκι’ από μπουκάλες
κορώνες σε μινιατούρα
πεσμένος στο χώμα
κι άδειαζε τις μικρές κουπίτσες φώς
στις τσέπες του
Τον χαιρετώ
μ’ ένα νεύμα μυστικό
και τα γερασμένα μου μάτια
σαν τα δικά του είναι χαρούμενα, σ. 79
GANYMEDE
Sitting in a tavern/ among garrulous
life-loving Greeks,/ the morning sunshine/ falling on tables and glasses,/ I am
suddenly pierced/ by a love-sent arrow/ of unreasonable joy/
It was Ganymede/ who nipped me with it/a
smiling rogue of six/ gathering the bottletops/ lying on the floor/ like fallen
miniature crowns/ and emptying/ their small bowls of sunlight/ into his
pockets/
I greet him/ with a secret sign/ and my old
eyes/ are as gay as his
ΑΡΧΙΛΟΧΟΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ
ΟΜΗΡΟΥ
Για χάρη της ποίησης έκανα πολλές ασχημίες’
Κοιμήθηκα μ’ απαίσιες γριές, είπα αξιολύπητα ψέματα
/σε νέες.
Και ο χαρακτήρας μου και η φήμη μου γίναν ερείπια
Αλλά ώ, βαρύγδουπε Όμηρε, τι ποιήματα ήσαν εκείνα τί
/ποιήματα!, σ. 101
ARCHILOCOS VS HOMER
For the sake of poetry L’ve done many vile
things;/ Slept with old hags, told pitiful lies to young ones./ Character and
reputation lie both in ruins/ But O my ponderous Homer, what poems, what
/poems!
ΠΟΙΗΣΗ
Φρέσκια καβαλίνα
στο σκονισμένο δρόμο για την Εφταλού:
καφέ σκούρο πάνω σε μπεζ ανοιχτό’
και μιά μόνη πεταλούδα στη κοπριά
δίνει φτερά., σ. 121
POETRY
Fresh
horse-droppings/ on the dusty road to Eftalou:/ brown on light beige;/ and a
single butterfly/ giving wings to a smashed bun.
ΤΟ
ΚΡΑΝΙΟ
Μεσ’ απ’ τα ναυάγια των γάμων μου,
απογοητεύσεις από φίλους,
τη παγωμένη καταχνιά π’ αφήνει ο χρόνος
στη καρδιά, τη φαντασία
και της γής τη μαγνητική έλξη
πού κάτω μας τραβάει, πρός τον τάφο
Θέλω να γράψω ποιήματα
Καθαρά, ξερά
γιομάτα αυθάδεια
σαν τούτο το λευκό κρανίο
Πού συναπάντησα
έξω απ’ το μικρό οστεοφυλάκιο
στη Μίθυμνα
Σκαλωμένο στην άκρη του βράχου
μ’ ένα γέλιο-μορφασμό
ν’ ατενίζει τη θάλασσα., σ. 41
THE SKULL
Out of my
wrecked marriages/ disappointments with friends/ the rime time deposits/ on
heart, imagination./ And earth’s magnetic pull/ downwards to the grave/ I want
to write poems/ as clean and dry/and as impertinent/ as this white skull/ Found
by me/ outside thw small boneyard/ at Mithymna/ That perched on a cliffedge/
stares/ and grins ata the sea.
ΟΤΑΝ
Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΡΘΕΙ
ΓΙΑ ΣΕΝΑ
Όταν ο θάνατος
έρθει για σένα, αγαπημένη,
άφησέ τον να σε πάρει
σαν φλόγα κεριού
πού απ’ το φυτίλι του τη παίρνει
ένα απαλό σάλεμα
του αέρα
που πασχαλιά μοσχοβολάει.
Πόρος 12 Αυγούστου 1977 σ. 129
WHEN
DEATH COMES FOR YOU
When death/ comes for you, my dear,/ let him
take you/ like a candleflame/ that is taken/ from a gentle stir/ of wind/
smelling of lilac.
ΣΥΚΑ
Τούτη την ώρα
τα σύκα
μοιάζουν με τους σκληρούς, άγουρους όρχεις
του νέου
Τον άλλο μήνα
θα κρέμονται χαλαρά και ζαρωμένα
σαν του γέρου, σ. 113
FIGS
At this hour/ the figs/look like the tight
green testicles/ of a youth/ Next month/ they ‘ll hang loose and furrowed/ like
an old man’s
«ΤΟ ΑΚΛΟΝΗΤΟ ΜΑΤΙ»
Μπροστά στα μάτια μου
πράσινα κεφάλια απ’ τους πνιγμένους ναύτες
ανεβαίνουν και χάνονται στην άκρη του νερού’
οι μυτερές ακανόνιστες πέτρες της ακτής
στέκονται γκρίζες κι απειλητικές’
κάπου μακρυά
οι λόφοι διπλώνουν σιωπηλά
ο ένας μες τον άλλο
για να κυκλώσουν τη θάλασσα
σαν του Κύκλωπα το τριχωτό μπράτσο.
Από πάνω τους, πάνω απ’ το αδιάκοπο νερό
το γλαυκωματικό μάτι του ήλιου
ταξιδεύει προς την αποσύνθεση.
Κάποτε σε όμοια παραλία
ο Νίτσε, ήρωας και μάρτυρας
ατένισε τ’ αστραφτερά δόρατα
και κραύγασε «Υπεράνθρωπος!»
Πέθανε αθώος, ένας πράος τρελλός.
Η άβυσσος ορθάνοιχτη
τόν τράβηξε κάτω
απ’ τις δυό άκρες του κρεμαστού του μουστακιού
Τώρα δεν μπορώ να κοιτάξω
μιά μοναχική ηλιόλουστη πέτρα
και να μη σκεφτώ του Νίτσε το ακλόνητο μάτι., σ. 111
“THE UNWAVERING EYE”
Before my eyes/ the green heads of drowned
sailors/ rise up and disappear at the water’s edge;/ the jagged stones on the
beach/ lie grey and menacing;/ in the distance/ the hills fold silently/ into
each other/to encircle the sea/ like a Cyclops’ hairy arm/ Above them, above
ceaseless war,/ the sun’s glaucomie eye/journeys towards dissolution./ Once in
a similar bay./ Nietzsche, hero and martyr,/beheld the gleaming spears/ and
shrieked “Superman!”/ He died innocent, a gentle lunatic/ The abyss gaped/ and
pulled him downward/ by thw two ends of his drooping moustache/ Now I cannot
look/at a solitary sunlit stone/ and not think of Nietzsche’s unwavering eye.
ΗΡΑΚΛΕΙΤΟΣ
Χρόνια ολόκληρα
δίδαξα τον εαυτό μου
Μια τέχνη τέλεια άχρηστη
να ταχτοποιώ λέξεις
στο χαρτί.
Κι άκουγα
με σεβασμό
τους αισθηματίες ουτοπιστές
ανάμεσά τους ποιητές
και μαζί ηθικολόγους και μεταφυσικούς
να εκφαίνονται για την ανθρώπινη
κατάσταση
Ξεχνώντας
πώς η φύση
είναι ζαβολιάρα
και δίνει μόνο
σ’ αυτούς που έχουν:
τους αδύνατους
τους συνθλίβει
ως μέσα στη γη
για να μάθουν εκεί
το μάθημά της
από σκουλήκια και τυφλοπόντικες
Ξεχνώντας πώς η φύση είναι κωφάλαλη
και δεν άκουσε
δεν μίλησε ποτέ
για συνείδηση και δικαιοσύνη
Αν και
φορώντας ένα αινιγματικό
χαμόγελο
θα επιστρέψει
στους υπερευαίσθητους
για μιά σύντομη εποχή
τέτοια ν’ αναφέρουν
παρεμπιπτόντως, σ. 25,27
HERACLITOS
For years/ I
taught myself/the wholly impractical art/ of arranging words/on paper/ And
gave/ a respectful utopians/ poets among
them/as well as metaphysicians & moralists/ discoursing on the human/
condition/ Forgetting/ nature/ plays favourites/ and gives only/ to those who
have:/ the weak/ she pounds/ into the earth/ to learn there/her lesson/ from
worms & moles/ Forgetting she’s a deaf- mute/ who’s never heard/ and who
never speaks/ of conscience & justice/ Though/ wearing an enigmatic/
smile/she will allow/ for a season/ the over-sensitive/ to mention them/ in
passing.
ΘΑΝΑΤΟΣ ΚΑΙ ΕΡΩΣ
Μιά νύχτα δίπλα στο σύζυγό της ξαφνικά
Έπεσε σ’ ενέδρα η καρδιά της και τα γυμνά της
Πισινά ανατρίχιασαν απ’ του θανάτου την αγωνία’
Τρεμόπαιξαν οι ώμοι της κι έβγαλε μιά χαμηλή κραυγή.
Νάζια της αγάπης σκέφτηκε ο φουκαράς χωριάτης κι έχυσε
Σπόρο ζεστό στο μπούτι της το αδιάφορο. σ. 21
THANATOS
AND EROS
One night
beside her spouse’ suddenly/ Her heart was ambushed and her naked/ Buttocks
quivered with death’s agony;/ Her shoulders twitched she gave a low cry./
Love’s frolic the weak churl thought and shed/ Hot seed against her indifferent
thigh.
ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ
Αντίο
κάμποι, κύματα, λόφοι, δέντρα
και πουλιά του λαμπερού καιρού πού εκκωφαντικά
με ξυπνούσανε κάθε πρωί την αυγή
Για να προλάβω να δω
τον πρώτο ήλιο
Αντίο, Ήλιε
Όσο πάω και γερνάω
και πρέπει να διδαχθώ όλους να σας αγαπάω
με μέτρο
Είθε νάστε τόσο καλοί
Στον επόμενο ποιητή
πού θάρθει κατά δω
όσο είσαστε σε μένα
Όταν τον δείτε
τα συγχαρητήριά μου δώστε του
και την αγάπη μου.
Μόλυβος Αύγουστος 1977, σ.29
LEAVETAKING
Good-bye/ fields, waves, hills, trees/ and fair-weather birds whose blasts/ woke me each morning at dawn/ So that I might see/ the early sun/ Good-bye, Sun/ I am growing older/ I must instruct myself to love you all/ with moderation/ May you be as kind/ to the next poet/ who comes this way/ as you have been to me/ When you see him,/ give him my felicitations/ and love.
ΙΘΑΚΗ
Για τη Marsha Kinder
Η τρεμουλιαστή στιγμή που τη δουλεύει και τη περιμένει
όταν το δύσκολο ποίημα είναι σχεδόν έτοιμο
και μόνο χρειάζεται τη λεπτή μεταφορά
ενός μόνο στίχου, μιά ελάχιστη αλλαγή στον τόνο.
Είναι η αυτοκρατορική στιγμή λίγο πριν
τη διφορούμενη αγαλλίαση της εκσπερμάτωσης
όταν μπορεί ακόμη να βιάζει την έκστασή του
όταν έκσταση και μοίρα είναι μία
Είναι ο θεός Ήλιος που περιμένει στο γαλανό ουρανό
για του ζενίθ τη μοιραία σφυριά
ρυθμισμένη να πέσει στο μπρούτζινό του γκόνγκ
την ακριβή στιγμή πληρότητας και πτώσης
Η τέλεια άσπρη ομορφιά πρίν απ’ τη φθορά
όταν των κυμάτων οι φαρδιές, περήφανες κορφές
ετοιμάζονται να σπάσουν με θόρυβο να συντριβούν
στο καταθλιπτικό τίποτα, στης Ιθάκης την ακτή.
ITHACA
For Marsha Kinder
The
tremulous moment he works and waits for/ when the difficult poem is almost
done/ and only demands the fine transposition/ of a single line, the smallest
change in tone/ Is the imperial moment just before/ the relieving ambiguities
of ejaculation,/ when he can still urge on his ecstasy/ and ecstasy and fate
are one/ Is Helios waiting in the blue sky for/ the zenith’s inevitable
hammerstroke/ timed to fall on his brass gong/ at the exact instant of
plenitude and decline/ The total white exquisiteness before corruption/ when
the wave’s wide flaunting crest/ with smash and tumult prepares to break/ into
bleak nothingness on Ithaca’s shore.
ΤΟ
ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΦΩΣ
Υπάρχει ένα είδος φωτός
πού δείχνει το ανθρώπινο πρόσωπο τρομαχτικό
με γραμμένο πάνω του τον εγωισμό,
την απληστία, την υπεροψία, τη βλακεία
τα ποταπά ένστικτα όλα να επιπλέουν
σαν ακαθαρσίες
γύρω απ’ τα μάτια και το στόμα.
Καμιά φορά ονειρεύομαι
πώς περπατώ σε ορεινό χωριό
και βλέπω γύρω μου
μόνο ακέφαλα σώματα.
Τους βάζω ό,τι πρόσωπο
μ’ αρέσει εμένα
κι όλα σηκώνονται απ’ τη θέση τους
να με στεφανώσουν με δάφνη.
Όποιος θρήσκος ηλίθιος πίστεψε
πώς ο σοσιαλισμός, ο Χριστιανισμός, ο Μαοϊσμός
μπορούν ν’ ανοικοδομήσουν το ανθρώπινο πρόσωπο
να το κάνουν αξιαγάπητο κι ελκυστικό
δεν αναμετρήθηκε ποτέ μ’ αυτό το φώς.
Ίος 28 Ιουνίου 1977
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, για το
έκτο σημείωμα για την ΣΑΠΦΩ
Η τεραστίων μεγέθους οικολογική, οικονομική και κοινωνική καταστροφή που έπληξε αυτό το Καλοκαίρι την πατρίδα μας, την κοινή μας Εστία, και μάλιστα μεσούσης-των προβλημάτων-της Πανδημίας, ήταν πιστεύω για όλους μας ένα μεγάλο ΣΟΚ. Η Ελλάδα, δεν είναι πια η ίδια. Σε σημείο που σε κάνει να αναρωτιέσαι αν η καταστροφή, τουλάχιστον στην περιοχή της Πελοποννήσου, ήταν μικρότερη ή μεγαλύτερη επί Ιμπραήμ. Πολυπαραγοντικό και πολύπλευρο το πρόβλημα και οι αιτίες, οι παράγοντες της καταστροφής. Το ουσιαστικό πάντως είναι, ότι έστω και με την σχετική ελληνική ανοργανωσιά που μας δέρνει, την εθνική μας ασυνεννοησία και ωχαδερφισμό, την παραδοσιακή μας υπευθυνο-ανευθυνότητα, το ρωμέϊκο δούλεψε, αγωνίστηκε, προσπάθησε, κινήθηκε, οι φορείς συντονίστηκαν, υπερέβαλαν των δυνάμεών τους των δυνατοτήτων τους, δεν είχαμε τα θύματα που είχαμε στο Μάτι ή στην Μάντρα. Γιατί, παραγνωρίζουμε, ότι οι εντεταλμένοι φορείς της πολιτείας είναι το έμψυχο υλικό που το αποτελούν. Και οι ανθρώπινες αντοχές είναι περιορισμένες και όχι ανεξάντλητες. Όπως και νάχει, οι Έλληνες μαζί με την βοήθεια των ξένων Εθελοντών και Πυροσβεστών έκαναν και κάνουν ότι μπορούν ώστε το Κακό να περιοριστεί και να σταματήσει. Στο πότε και σε ποιό βαθμό θα επιλυθούν τα χρόνια προβλήματα, οι αγκυλώσεις της γραφειοκρατίας, οι αβελτηρίες και οπισθοδρομήσεις των υπεύθυνων παραγόντων, είναι ένα πολιτικό ζήτημα που δεν αφορά μόνο την παρούσα κυβέρνηση αλλά και τα κοινοβουλευτικά κόμματα συνόλου της αντιπολίτευσης. Το πρόβλημα είναι εδώ, παρόν, μέσα στα σπλάχνα της Ελλάδας. Οι λανθασμένες επιλογές και οι καιροσκοπικές ανάλογες πρακτικές, θα έχουν και πάλι, για μία ακόμα φορά επιπτώσεις σε όλους τους Έλληνες, κυβερνώμενους και στελέχη της πολιτείας. Γιατί η πανίδα και η χλωρίδα, η φροντίδα και η προστασία του φυσικού περιβάλλοντος αφορά όλους μας. Ακόμα και αυτούς που το καταστρέφουν λησμονώντας ότι οι γεννήτορες τους και οι ίδιοι, από αυτό θρέφονται, μέσα σε αυτό αναπνέουν. Πέρα από κομματικά παιχνίδια και μεγάλα λόγια εναντίον του σκοτεινού καπιταλισμού, οφείλουμε ένα ευχαριστώ σε όλους αυτούς και αυτές που έτρεξαν και βοήθησαν όχι να πάρουν συνέντευξη σε απευθείας μετάδοση αλλά, να διασώσουν τα δάση, τα σπίτια, τα οικόπεδα, τα μαντριά, τα κάθε είδους ζώα, που ζούσαν και περπατούσαν, πετούσαν μέσα στα δάση. Σε Έλληνες και Ξένους από 22 αν δεν κάνω λάθος χώρες που συνέδραμαν να βοηθήσουν την χώρα μας, παρά ίσως τα προβλήματα των δικών τους χωρών. Η κλιματική αλλαγή είναι παρούσα, από όλους εμάς εξαρτάται πως θα την διαχειριστούμε. Όχι με ξεπερασμένες ιδεολογίες και κομματικά τσιτάτα αλλά με σωφροσύνη, σχεδιασμό, κοινή λογική, μεθοδικότητα, επαναπροσδιορισμό της ζωής προτεραιοτήτων, τολμηρές πρωτοβουλίες, οικονομικούς πόρους προς όφελος της κοινής μας Εστίας, και όλα αυτά, που εδώ και δεκαετίες φώναζαν, έγραφαν για την καταστροφή που έρχεται, ακόμα και οι δικοί μας στοχαστές, όπως ο Κορνήλιος Καστοριάδης. Βλέπε το «από την οικολογία στην αυτονομία» των Κορνήλιου Καστοριάδη και Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ, εκδόσεις Ράππα-Αθήνα 1981, σελ. 110, δρχ. 250.
Μεταφέροντας, ή για την ακρίβεια, αντιγράφοντας κείμενα και πληροφορίες για την ποιήτρια Σαπφώ, σχολιάζοντας νεοελληνικές μεταφράσεις ποιημάτων της, ανατρέχω στο δικό μου άτακτο και ανοργάνωτο αρχείο για να αντλήσω στοιχεία και να τα παραθέσω. Το έκανα αυτό, και στα πέντε σημειώματα. Δηλαδή της 26/7/2021, στο Λεύκωμα της εικαστικού Φωτεινής Στεφανίδη, της 1/8/2021, στον σχολιασμό της μετάφρασης της ποιήτριας Τασούλας Καραγεωργίου, στο σημείωμα της 3/8/2021, όταν μετέφερα μεταφράσεις του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου, στο σημείωμα για την Σαπφώ στον χορό, την μουσική, τον κινηματογράφο κλπ, της 5/8/2021, τέλος στο σημείωμα της 7/8/2021, όπου έγραψα για το ανθολόγιο Σαπφούς Σάπφειροι του Γιώργου Καραβασίλη. Ταυτόχρονα μελετώντας τα ελληνικά και ξένα βιβλία που κυκλοφορούν για την ΣΑΠΦΩ και την Αρχαία Ελληνική Λυρική Ποίηση, αποδελτιώνω κριτικές για τα οσάνω βιβλία και, ποιήματα ή ποιητικές συλλογές, που έχουν γράψει άλλοι για την Ψάπφα, ή τις έχουν αφιερώσει, όπως παραδείγματος χάριν όπως ο Μεξικανός ποιητής Εφρέν Ρεμπολιέδο (1877-1929) και το ποίημά του «ΤΟ ΦΙΛΙ ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ» (Efren Rebolledo, EL BESO DE SAFO), ή της Κουβανής ποιήτριας και συγγραφέα θεατρικών έργων Χερτρούδις Γκομές ντε Αβελιανέδα (Κούβα 1814-ισπανία 1873), και την ωδή της «ΜΙΜΗΣΗ ΜΙΑΣ ΩΔΗΣ ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ», (Certrudis Gomez de Avellaneda, IMITANDO UNA ODA DE SAFO). Βλέπε «ΤΑ ΕΚΑΤΟ ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ» Δίγλωσση έκδοση. Πρόλογος-Εκλογή-Σχόλια Ρήγας Καππάτος- Pedro Lastra, ΜΤΦ. από το Ισπανικό Ρήγας Καππάτος, εκδόσεις Εκάτη 2000. Που έρχονται να προστεθούν στα ποιήματα του αμερικανού Έζρα Πάουντ, του Ράινερ Μαρία Ρίλκε και άλλων που όσοι ασχολούνται με τις Σαπφικές σπουδές γνωρίζουν, Καθώς επίσης και σε ποιήματα που ανθολογώ ελλήνων δημιουργών, όπως του έλληνα ποιητή Γιάννη Υφαντή και το ποίημά του «Η ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ» δες περιοδικό Πλανόδιον τχ. 5/1987-1988, σ. 217 (τόμος πρώτος 1-8) και στο ίδιο περιοδικό το ποίημα του ποιητή Νίκου Δεληγιάννη, που συνέθεσε στην Πέτρα Λέσβου, Οκτώβρης 1983, «Οδός Σαπφώς», τεύχος 7/1988, σ. 415. Ανοιχτώ το πεδίο έρευνας, ίσως σαν μια εκ των υστέρων απάντηση στο ακριβές σχόλιο του Gilbert Highet, «Η ΚΛΑΣΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ» Ελληνικές και Ρωμαϊκές επιδράσεις στη λογοτεχνία της δύσης, μετάφραση της ποιήτριας Τζένης Μαστοράκη, εκδόσεις ΜΙΕΤ-Αθήνα 1988, ο οποίος αναφερόμενος στον Πάουντ σημειώνει: «Το μόνο που έχει απομείνει είναι τα λόγια τους: και μάλιστα πολύ λίγα κι από αυτά. Σχεδόν όλη η ελληνική και ρωμαϊκή λυρική ποίηση καταστράφηκε ή αφέθηκε να χαθεί στο διάστημα των Σκοτεινών Αιώνων. Η Σαπφώ δεν υπάρχει πιά, εκτός από λίγα, σκόρπια, πολύτιμα πετράδια. Σχεδόν ολόκληρος ο Αλκαίος εξαφανίστηκε, καθώς και τα περισσότερα λυρικά του Πινδάρου’ από πολλούς άλλους έλληνες ποιητές δε σώζονται παρά λίγες λέξεις και τα ονόματά τους τα γνωρίζουμε μόνο από εγκυκλοπαίδειες και παραθέματα», σελ. 315 στο κεφάλαιο «Από την Αναγέννηση και μετά». Η Σαπφώ εν τάχει αναφέρεται και στις σελίδες 321-322, 559, 580,611, 683-684. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο των ανθολογούμενων ποιημάτων και κειμένων, σχολίων αντιγράφω σήμερα ένα μέρος από τα ποιήματα του Καναδού ποιητή Irving Layton, “Where Burning Sappho Loved”, «ΕΔΩ ΑΓΑΠΗΣΕ ΦΛΕΓΟΜΕΝΗ Η ΣΑΠΦΩ», εκδόσεις Libro-Αθήνα 1985. Που, τόσο έξοχα και με ακρίβεια μετέφρασε τα πενήντα ποιήματα για την Ελλάδα η ποιήτρια και μεταφράστρια Κατερίνα Αγγελάκη-Ρούκ.
Από το περιεχόμενο των ποιημάτων που αντιγράφω, βλέπουμε ότι ο Έρβινγκ Λέιτον συνέθεσε μόνο ένα ποίημα για την Σαπφώ, το «Αντικρίζοντας τα άγαλμα της Σαπφούς στη προκυμαία της Μίθυμνας», και το όνομά της μαζί με του ποιητή συντοπίτη Αλκαίου, αναφέρεται και στο ποίημα, «Νεκροταφείο στη Μίθυμνα», σ. 81, όμως όλα τα ποιήματα της συλλογής του Καναδού ποιητή βρίσκονται κάτω από την ερωτική σκέπη και πλούτο ομορφιάς που αποπνέει η γυναικεία ερωτική ποίηση και ματιά της Σαπφώς. Οι πενήντα αυτές ποιητικές μονάδες, είναι ένας ύμνος στην ηλιόλουστη Ελλάδα, τα νησιά της, τις ακρογιαλιές της, τους νησιώτες κατοίκους της-τους ψαράδες και όχι μόνο, στις ελληνίδες γυναίκες, σε ήρωες της ελληνικής μυθολογίας και των ελληνικών αρχαίων επών.Ποιήματα γραμμένα σε διάφορες ελληνικές περιοχές. Είναι ποιήματα άκρως προκλητικά, οργιαστικά θα σημειώναμε, επικρατεί ένας αντρικός διονυσιασμός , ενός ποιητή «σατύρου» που, οργιάζει με τις θηλυκές νύμφες δίχως συστολή και αιδώ. Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, μετέφρασε με όλον τον οργιαστικό θηλυκό ερωτισμό ο οποίος διακρίνει την δική της ποίηση τα ποιήματα του Έρβινγκ Λέιτον. Με λέξεις και εικόνες που δεν ντρέπονται να δηλώσουν την σεξουαλική τους καύλα. Ο ποιητικός λόγος του καναδού ποιητή είναι πρωτίστως σεξουαλικός και δευτερευόντως ερωτικός, ή συγχωνευμένος μέσα σε εικόνες του παρελθόντος και αναφορές στο παρόν. Πρόσωπα της φιλοσοφίας όπως ο αρχαίος Ηράκλειτος συνυπάρχουν με τον ηγέτη της κινέζικης επανάστασης. Ο αρχαίος Ίκαρος με το επιτραπέζιο παιχνίδι Μονόπολη. Ο ποιητής Robert Brooke (1887-1915)και το ποίημα που συνθέτει για τον νεαρό ολιγόζωο άγγλο ποιητή όταν επισκέπτεται την Σκύρο ο Λέιτον, 14 Ιουνίου 1972, δες ποίημα σ. 67,69, έρχεται και δένει αρμονικά με την ερωτική-σεξουαλική ατμόσφαιρα άλλων σύγχρονων γεγονότων ποιημάτων του, όπως το ποίημα «Ρουφείχτε τα όλα» που γράφτηκε στην πόλη του Πειραιά 3 Ιουλίου 1974. Βλέπε ιδιαίτερα το τελευταίο τετράστιχο. Ή πάλι το ποίημα «Όνειρο στο Παγκράτι» Αθήνα 21 Ιουνίου 1974, όπως και ορισμένα άλλα, στα οποία ο Καναδός κάνει νύξεις για τα θλιβερά πολεμικά γεγονότα μεταξύ Ελλάδος και Τουρκίας το Καλοκαίρι εκείνο του 1974. Ανοίγοντας μια παρένθεση να προσθέσουμε ότι το 1998 το Πνευματικό Κέντρο Δήμου Σκύρου, Σκύρος 1998, κυκλοφόρησε τον τόμο Rupert Brooke, “An English Poet in Skyros island” –Ένας Άγγλος Ποιητής στην Σκύρο, πρόλογος-μετάφραση-σημειώσεις Κώστας Ιωάννου, σελ.224, δρχ. 4680. Στον κολοφώνα σαν Editions αναφέρονται οι εκδόσεις Γαβριηλίδης. (Φαίνεται ανέλαβαν την τύπωση και έκδοση). Ερωτικά και αρχαιόθεμα τα ποιήματα που μας άφησε ο Μπρούκ, που υμνούν τον έρωτα προς την γυναίκα, μόνο που, δεν καταφεύγουν σε αυτόν τον ακραίο διονυσιασμό του Λέιτον. Ο Έρβινγκ Λέιτον εκστασιασμένος από το ελληνικό τοπίο και ιδιαίτερα το ελληνικό φώς, ένα φως που οι σκιές που αφήνει είναι και αυτές δημιουργικές, προκαλούν ερεθισμούς ζωής και έρωτα και όχι πεισιθανάτιες καταστάσεις, βρίσκεται διαρκώς σε μια διαρκή ερωτική έξαρση σε μια οργιώδη έξαψη, προς το γυναικείο σώμα. Συνδέει εικόνες ερωτικές του παρελθόντος με το παρόν που ζει και τα γυναικεία πρόσωπα που έρχεται σε επαφή. Εξ ού και ο τίτλος της συλλογής. Πίσω όμως από αυτό το οργιώδες ποιητικό συμπόσιο, καιροφυλαχτεί το άδειο κρανίο του θανάτου που παρατηρεί ή «συμμετέχει» σε αυτό το ερωτικό των σωματικών αισθήσεων παιχνίδι. Ένα παιχνίδι ζωής και θανάτου, αναγέννησης και επιβίωσης, εκσπερμάτωσης και ξαφνικής απώλειας, που όλα αυτά, δεν θα μπορούσαν να συμβούν παρά μονάχα σε αυτόν εδώ τον ηλιοφώτιστο και ερωτομανή τόπο που λέγεται Ελλάδα. Και μάλιστα, σε χρονιές, που ακόμα οι Θεοί κυκλοφορούσαν μαζί μας. Οι Νύμφες ερωτεύονταν θνητούς. Και οι θνητοί κόρταραν Θεές και Ημίθεες. Η ποίηση του φιλέλληνα Καναδού ποιητή, προέρχεται από την βρυσομάνα του καθαρού ρομαντισμού, όπου το φως προσδιορίζει ακόμα την ματιά των ανθρώπων. Όπου «Οι βιβλιοθήκες είναι για τους ψυχικά άρρωστους, για όποιον/ εξαπάτησε τον εαυτό του κρατώντας μακρυά κίνδυνο, συντρόφους/ την κοινωνία ήλιου και θάλασσας. Στις τεράστιες πόλεις/ είναι καταδικασμένοι. Αλλοίμονο οίκτο δεν έχω,/ καμιά λύπηση για δαύτους’ την κόλασή τους τη διάλεξαν/ Βαθειά και παράλογη σαν την ίδια τη θάλασσα/ η χαρά μου επιστρέφει με τις ψαρόβαρκες την αυγή» βλέπε το ποίημα «ΨΑΡΑΔΕΣ», σελ. 43. Γιατί όπως λέει πάλι στο ποίημά του «Συσκότιση» αναφερόμενος στα πολεμικά γεγονότα του Ιουλίου του 1974 και του πολέμου με την γείτονα: «Η σκηνή είναι τόσο παλιά όσο και του ανθρώπου η θηριωδία», σ. 93.
Η πολιτική συνυπάρχει με τον έρωτα, ο σεξουαλικός οργασμός με την θυμοσοφία, η αρχαιότητα με τα σύγχρονα ιστορικά γεγονότα, οι αρχαίοι Θεοί περπατούν μαζί με τους έλληνες ψαράδες ή τα αθώα ημίγυμνα ελληνικά μορτάκια. Η ψευδαίσθηση των ανθρώπων με την ανεμελιά και την αθωότητα, μέσα στην ποίησή του, όλα υπό την άγρυπνη ευλογία και εποπτεία ενός πανάρχαιου Θεού-Ήλιου που «Σαν ανατολίτης άρχοντας/ που βυθίζεται στο λουτρό του/ ο ήλιος αργά πέφτει/στη θάλασσα», βλέπε το ποίημα «Θέατρο» σελ. 119. Ένας Θεός Ήλιος, πετροπαιχνιδιάτορας που ανακαλεί στην σκέψη μας τον ποιητικό λόγο του Οδυσσέα Ελύτη και το ξύπνημα των σωματικών και πνευματικών αισθήσεων των ανθρώπων. Που είναι μια ατέλειωτη σχάση έρωτος και θάμβους φυσικής ομορφιάς, «ένα κρυφό σκουφί του νου».
Και:
EZRA
POUND
ΠΑΠΥΡΟΣ
Άνοιξη…
Πολύν καιρό….
Γογγύλα… σ. 64
--
«Η ΙΟΝΗ, ΠΕΘΑΜΕΝΗ ΤΗΝ ΠΟΛΥΗΜΕΡΗ ΧΡΟΝΙΑ»
Άδειοι είναι οι δρόμοι,
άδειοι είναι οι δρόμοι αυτής της γης
και τα λουλούδια
γέρνουν με βαρειά κεφάλια.
Γέρνουν μάταια.
Άδειοι είναι οι δρόμοι αυτής της γης
όπου η Ιόνη
βάδισε κάποτε, και τώρα δε βαδίζει
μα φαίνεται σαν πρόσωπο που μόλις έφυγε.
--
Ι μ έ ρ ρ ω
Η ψυχή σου
λέπτυνε απ’ τον κόρο,
Ατθίς.
Ώ Ατθίς,
ποθώ τα χείλη σου.
Λαχταρώ τα στενά σου στήθια,
ώ εσύ ανήσυχη, άδρεπτη., σ. 65
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑ
ΠΑΠΥΡΟΣ
Το ποίημα αυτό βασίζεται στο απόσπασμα (V, 2) της Σαπφώς:
ήρ’ α[
δήρατ[
Γογγύλα[
Δές Παναγή Λεκατσά «Σαπφώ», σελ. 92, εκδ. Πάπυρου, 1938
3. Γογγύλα’ μιά απ’ τις μαθήτριες της Σαπφώς.
ΙΜΕΡΡΩ
ιμέρρω’ [ελλην] ποθώ.
Ο Πάουντ υπαινίσσεται ένα ποίημα της Σαπφώς (LXXXVI)., σελ. 316
Στο Έζρα Πάουντ, Personae. Τα Κάντο της Πίζας. Εκλογή απ’ τα Κάντο, μτφ. Ηλίας Κυζηράκος, εκδ. Δωδώνη 1984. Στα LUSTRA.
--
ΡΑΙΝΕΡ ΜΑΡΙΑ ΡΙΛΚΕ
Η ΗΡΙΝΝΑ ΣΤΗΝ ΣΑΠΦΩ
Ώ ανήμερη, μακρυά που σημαδεύεις:
σαν ένα ακόντιο πλάι σε πράγματα άλλα
πλαγιάζω δίπλα στους δικούς μου.
Μακρυά με πέταξε ο ήχος σου. Δεν ξέρω που ‘μαι.
Κανείς δε μπορεί πίσω να με φέρει.
Οι αδελφές μου με σκέφτονται κ’ υφαίνουν
κ’ είναι γιομάτο γνώριμα βήματα το σπίτι.
Μόνο εγώ ‘μια μακρυά, στην απουσία δοσμένη,
και τρέμω, σαν παρακάλεση τρέμω,
γιατί η όμορφη Θεά μές στην καρδιά
των μύθων της φλογίζεται και ζει τη ζωή μου.
--
Η
ΣΑΠΦΩ ΣΤΗΝ ΗΡΙΝΝΑ
Ανησυχία πάνω από σε θέλω να φέρω,
να σε λιχνίσω θέλω, ώ περίπλεγη τέφρα.
Σαν τον θάνατο θέλω να σε διαπεράσω
και να σε δώσω πιό πέρα, σαν τον τάφο,
στο πάν: σ’ όλα τα πράματα τούτα.
Ράινερ Μαρία Ρίλκε. ΠΟΙΗΜΑΤΑ,-ΕΚΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΤΟΥ ΕΡΓΟ, μτφ. Άρης Δικταίος, εκδ. Κάδμος, 1957/ Ηριδανός, Αθήνα χ.χ., σ. 86
--
EFREN
REBOLLEDO- ΕΦΡΕΝ ΡΕΜΠΟΛΙΕΔΟ
(Μεξικό, 1877-1929)
ΤΟ ΦΙΛΙ
ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ
Πιο ωχρά κι από το διάφανο το μάρμαρο,
λευκότερα κι απ’ το κοντό, ολόασπρο χνούδι,
συμπλέκονται τα δυο γυναικεία σώματα
σε μια σμιλευτή σύνδεση πάθους.
Σμικρύνσεις ερπετού, τορνευτοί γλουτοί ζέμπρας,
στρογγυλές κοιλότητες, στήθη περιστερένια,
λαμπάδα πυρκαγιάς τα πορφυρά τους χείλη,
και τα μαλλιά των δυο μαζί ένας λάβρος χείμαρρος.
Στη ζωντανή αυτή μάχη, οι ρώγες των μαστών τους
που επιτίθενται, μοιάζουν με συσφιγκτήρες πίθωνες,
σ’ ερωτικές φιλονικίες πλεγμένους,
και μες στα αγκαλιασμένα σκέλη τους
δυο ρόδα με δυο κάλυκες ανέπαφους,
διυλίζουν και συγχέουν τους αιθέρες τους., σ. 101
Efren
Rebolledo, EL BESO DE SAFO. (De “Caro Victrix”), p. 100
--
CERTRUDIS GOMEZ DE AVELLANEDA- ΧΕΡΤΡΟΥΔΙΣ ΓΚΟΜΕΣ ΝΤΕ ΑΒΕΛΙΑΝΕΔΑ
( Κούβα, 1814- Ισπανία, 1873)
ΜΙΜΗΣΗ ΜΙΑΣ ΩΔΗΣ
ΤΗΣ ΣΑΠΦΩΣ
Ευτυχισμένος όποιος για σένα από σε πλάι σου στενάζει,
όποιος ακούει την ηχώ της μουσικής φωνής σου,
όποιος του γέλιου σου την κολακεία λατρεύει
και της ανάσας σου αναπνέει το απαλό άρωμα!
Τύχη τόσο καλή που τη φθονεί και την ποθεί
το χερουβείμ που κατοικεί στα ουράνια,
ταράζει την ψυχή και την καρδιά βουλιάζει,
κι ο αδέξιος τόνος λέγοντάς την ξεψυχάει.
Μπροστά απ’ τα μάτια μου χάνεται ο κόσμος όλος,
και μες στις φλέβες μου ανάλαφρη να ρέει
την πυρκαγιά αισθάνομαι βαθιά που καίει.
Τρέμοντας, μάταια να σου αντισταθώ γυρεύω…
Δάκρυα καυτά βροχή λούζουν τα μάγουλά μου…
Παραλήρημα, ηδονή, σε ευλογάω και πεθαίνω!, σελ. 69
Gertrudis Gomez De Avellaneda, Imitando Una Oda
De Safo, p. 68.
Εφρέν Ρεμπολιέδο: Ανέλαβε διάφορες διπλωματικές αποστολές αντιπροσωπεύοντας το Μεξικό. Ένα πολύ σημαντικό χαρακτηριστικό της ποίησής του είναι η ερωτική ανησυχία που εκφράζεται με τολμηρότητα στα σονέτα που δημοσίευσε το 1916. Έχει κάνει αξιόλογες μεταφράσεις από τα αγγλικά, όπως του Όσκαρ Ουάιλντ και του Ρ. Κίπλιγκ., σ. 276
Γκόμες ντε Αβελιανέδα, Χερτρούδις: Έζησε τα τελευταία χρόνια της ζωής της στην Ισπανία, συμμετέχοντας ενεργά στη λογοτεχνική ζωή της χώρας. Εκτός από ποίηση έγραφε ιστορικά μυθιστορήματα και θεατρικά έργα., σ. 267
Τα δύο ισπανόφωνα ποιήματα (σονέτα) για την Σαπφώ, προέρχονται από τον τόμο ΤΑ ΕΚΑΤΟ ΩΡΑΙΟΤΕΡΑ ΕΡΩΤΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΗΣ ΙΣΠΑΝΙΚΗΣ ΓΛΩΣΣΑΣ. Έκδοση δίγλωσση. Πρόλογος- Εκλογή-Σχόλια: ΡΗΓΑΣ ΚΑΠΠΑΤΟΣ-PEDRO LASTRA. Μετάφραση από το Ισπανικό: Ρήγας Καππάτος, εκδ. Εκάτη-Αθήνα 2000, σελ. 286, τιμή δρχ. 4160.
--
ΓΙΑΝΝΗΣ ΥΦΑΝΤΗΣ
Η ΣΥΜΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ
ΣΑΠΦΩΣ
Με πήρε στο τηλέφωνο η Ψάπφα και μου είπε:
Οίον το γλυκύμαλον ερεύθεται άκρω επ’ ύσδω’
μή στεναχωριέσαι μωρό μου.
Γιάννης Υφαντής, 1986
Περιοδικό Πλανόδιον (τόμος πρώτος 1-8), τεύχος 5/Χειμώνας 87-88, σελ. 217
ΝΙΚΟΣ ΔΕΛΗΓΙΑΝΝΗΣ
Οδός
Σαπφούς
Ένα σπίτι βαθιά μέσα στο δάσος
Κι εσύ στην άκρη της πόλης κοιμάσαι.
Όλα, κάτω απ’ την ανάσα ενός αλόγου
Φαντάροι που ‘χουνε κάποιο κρεβάτι να κοιμηθούν
Δεθήκαμε με τα καφενεία αυτού του χωριού
πού στους τοίχους τους ζωγραφίζουν οι καπνοί των τσιγάρων
Θολώνουν τα τζάμια στη βροχή του φθινοπώρου…
Φαντάροι που δεν βγαίνουν να μαζέψουν τα κίτρινα φύλλα
αλλά κάθονται στα κρεβάτια τους ξαπλωμένοι και ποθούν
ν’ αστράψει μέσα στη νύκτα.
Νίκος Δεληγιάννης, Πέτρα Λέσβου, Οκτώβρης ’83.
Περιοδικό Πλανόδιον τεύχος 7/Καλοκαίρι 1988, σελ. 415
Πλησιάζοντας το μικρό ερωτικό Πάσχα του Καλοκαιριού
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 11 Αυγούστου 2021.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου