Σάββατο 14 Αυγούστου 2021

ΣΑΠΦΩ, ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΤΙΘΩΝΟΥ, μετάφραση Τασούλα Καραγεωργίου

 


ΣΑΠΦΩ, ΤΟ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΤΙΘΩΝΟΥ


Ἐσεῖς πρέπει, κορίτσια, νὰ χαίρεστε

τῶν ἐξαίσιων Μουσῶν τ᾿ ἀνθοστόλιστα δῶρα

κι ἀκόμα, τοὺς καθάριους ἤχους 

τῆς ἡδύφωνης  λύρας

γιατὶ ἐμένα τὸ  γῆρας ἀφάνισε πιὰ  τ’ ἁπαλό μου τὸ  δέρμα

 καὶ τὰ μαῦρα μαλλιά μου  κατάλευκα γίναν˙

ἡ ψυχή μου βαραίνει ὁλοένα,

 καὶ τὰ πόδια μου δὲν μὲ βαστοῦνε,

τὰ ἀνάλαφρα κάποτε

 ποὺ χορεῦαν ἀνέμελα σὰν μικρὰ ἐλαφάκια.

Κι ἂν συνέχεια θρηνῶ καὶ στενάζω γι’αὐτά, 

τί μπορῶ εἶν’ ἀλήθεια νὰ κἀνω;

ἀφοῦ ἀδύνατον εἶναι, 

ἀνθρώπινο πλάσμα νὰ ζήσει χωρὶς νὰ γερνάει.

Κι ἡ ροδόχερη Αὐγὴ —καθὼς λένε οἱ μύθοι— 

τὸν θνητὸ Τιθωνὸ ἐρωτεύτηκε,  

καὶ τὸν πῆρε μαζί της στὰ πέρατα, ὥς τὶς ἀκρες τῆς  γῆς 

νά ’ναι  νέος  γιὰ πάντα  καὶ ὄμορφος 

μὰ κι αὐτόν, μὲ τὰ χρόνια, 

τὰ  λευκὰ γηρατιὰ τὸν ἐπῆραν   

κι ἂς κοιμόταν στὴν κλίνη 

μὲ μιὰ  ἀθάνατη πλάι του.


(μετάφραση: Τασούλα Καραγεωργίου)


Lobel-Page 58 / West (2004) / Bergk 79?

Υμμες πεδὰ Μοίσαν ἰοκόλπων κάλα δῶρα, παῖδες,

σπουδάσδετε  καὶ τὰν φιλάοιδαν λιγύρανχελύνναν·

ἔμοι δ’ ἄπαλον πρίν ποτ’ ἔοντα χρόα γῆρας ἤδη

ἐπέλλαβε, λεῦκαι δ’ ἐγένοντο τρίχες ἐκ μελαίναν·

βάρυς δέ μ’ ὀ θῦμος πεπόηται, γόνα δ’ οὐ φέροισι,

τὰ δή πότα λαίψηρ’ἔον ὄρχησθ’ ἴσα νεβρίοισι.

τὰ μὲν στεναχίσδω θαμέως· ἀλλὰ τί κεν ποείην;

ἀγήραον ἄνθρωπον ἔοντ’ οὐ δύνατον γένεσθαι.

καὶ γάρ ποτα Τίτωνον ἔφαντο βροδόπαχυν Αὔων

ἔρωι φυράθεισαν βάμεν’ εἰς ἔσχατα γᾶς φέροισαν,

ἔοντα κάλον καὶ νέον, ἀλλ’ αὖτον ὔμως ἔμαρψε

χρόνωι πόλιον γῆρας, ἔχοντ’ ἀθανάταν ἄκοιτιν.



Ευχαριστώ την φιλόλογο και ποιήτρια κυρία Τασούλα Καραγεωργίου για την παραχώρηση της μετάφρασης του ποιήματος της Σαπφούς "Το Τραγούδι του Τιθωνού" και το αντίστοιχο σύγχρονο ποίημά της "ΣΑΝ ΜΙΚΡΑ ΕΛΑΦΑΚΙΑ" της ποιητικής της συλλογής "Η πήλινη χορεύτρια"το οποίο είναι εμπνευσμένο από το αρχαίο ομόλογό του. Μια ποιητική παραλληλία που μας φανερώνει τις γέφυρες επικοινωνίας με την αρχαία λυρική ποίηση και την σύγχρονη συνέχειά της.
      Βιογραφικό
Γεννήθηκα στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου
κι είχα πατέρα πρόσφυγα απ' την Μικρά Ασία.

Οι άλλοι πάνε στα χωριά τους για γιορτές,
μά ο νόστος ο δικός μου εκπληρώνεται
με μυρωδιές από βαριά μπαχαρικά
     κι από φτηνά αρώματα,
όταν με βγάζει ο δρόμος μου
στο μαγαζί "Ο Νείλος"
γιά ν' αγοράσω λίγη επιστροφή
     σε αραβικό ψωμί.

Ένα ποτάμι από φυλές αρδεύει την οδό Αθηνάς.
Σύροι κι Αιγύπτιοι και Ιρακινοί
Κούρδοι, Κινέζοι και Νιγηριανοί
δέν είναι πιά οι αιθέριες καβαφικές μορφές,
είναι τα ποικιλόδειρα πουλιά της ξενιτιάς και της αποδημίας'
με χίλιες γλώσσες κελαηδούν, με χίλιες γλώσσες λένε:
το αίτημα είναι κοινό' για το ψωμί, για το νερό
και για τον νόστο της ψυχής στη γη της μέσα μνήμης.
Από την συλλογή της "ΤΟ ΜΕΤΡΟ" εκδόσεις Κέδρος 2004, σ.37

Πειραιάς, παραμονή του μικρού Πάσχα του Καλοκαιριού 2021




ΣΑΝ  ΜΙΚΡΑ ΕΛΑΦΑΚΙΑ


Μὴ βιαστεῖτε νὰ πεῖτε  πὼς θρηνεῖ γιὰ τὸ γῆρας 

ἀκόμα κι ἐκείνη

ποὺ τ᾿ ἀθάνατα ρόδα τῶν Μουσῶν ἔχει ἀγγίξει.

Κι ἂν οἱ λέξεις, ποὺ οἱ πάπυροι φέραν στὸ φῶς, 

γιὰ τὴ νιότη μιλοῦν ποὺ ὅλο φεύγει καὶ χάνεται,  

 («ἡ καρδιά μου βαραίνει ὁλοένα,

 καὶ τὰ πόδια μου δὲν μὲ βαστοῦνε,

τὰ ἀνάλαφρα κάποτε

 ποὺ χορεῦαν ἀνέμελα σὰν μικρὰ ἐλαφάκια»), 

ξέρει ἐκείνη καλὰ τὴ φθορὰ νὰ ξορκίζει.


Καὶ στὸ ποίημα τώρα ἠχοῦν 

ρυθμικὰ τοῦ χοροῦ  τὰ πατήματα˙

σὰν νεβροὶ τώρα ὀρχοῦνται  ἱμερόφωνοι στίχοι˙

σὰν ζαρκάδια ποὺ  ἀγέραστα 

ἀπ᾿ τὰ βρόχια γλιτῶσαν. 


(Μένουν πάντα τὰ ποιήματα:

τὸ  ἀκοίμητο βλέμμα  τῆς ὡραίας  ἐλάφου ).


(Τασούλα Καραγεωργίου, Ἡ πήλινη χορεύτρια, Γαβριηλίδης 2009)


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου