Σάββατο 7 Αυγούστου 2021

ΣΑΠΦΟΥΣ ΣΑΠΦΕΙΡΟΙ- ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ

Σ Α Π Φ Ο Υ Σ   Σ Α Π Φ Ε Ι Ρ Ο Ι

ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ  ΓΥΝΑΙΚΕΙΑΣ  ΟΜΟΦΥΛΟΦΙΛΗΣ  ΠΟΙΗΣΗΣ  19ΟΥ -20ΟΥ  ΑΙΩΝΑ

ΕΙΣΑΓΩΓΗ- ΕΠΙΛΟΓΗ: ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΚΑΡΑΒΑΣΙΛΗΣ

Εκδόσεις ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ-Αθήνα, Μάρτιος 2001, σελίδες 94

Επιμέλεια έκδοσης: Άγγελος Αγγέλου

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

          ταίς κάλεσιν όμμι τώμον

          ού διάμεμπτον

                              ΣΑΠΦΩ

     Η ερωτική έλξη πού προκαλεί μια γυναίκα σε άλλη γυναίκα, η τρυφερότητα πού αναπτύσσεται ανάμεσά τους με υπαινικτικές κοινοποιήσεις σε κλειστές κοινωνίες, όπως η δική μας, η εξύμνηση της γοητείας των ομοφυλόφιλων πνευματικών, ψυχικών, αλλά και κάποτε σαρκικών χαρισμάτων του θηλυκού φύλου συγκεντρώνονται κι εκφράζονται, απ’ όσα γνωρίζουμε, για πρώτη φορά στην ιστορία της ποίησης, στο μικρό σε μέγεθος, αλλά τεράστιο, διαχρονικής ακτινοβολίας, έργο της Σαπφούς.

     Χάρη στη μεγάλη λέσβια ποιήτρια, θεματογραφικά, η κατηγορία της ποίησης αυτής πήρε τον τίτλο, πού αν θέλετε τον χρησιμοποιώ επηρεασμένος κι εγώ, λεσβιακή ποίηση.

      Δεν γνωρίζω αν έχουν συγκεντρωθεί κάπου άλλου τέτοια δείγματα γραφής με πρώτο γνώμονα την ποιότητα. Αν έχει λεξικογραφηθεί ο όρος λέσβιος ή λεσβιακός έρωτας με σκοπό τον εκχυδαϊσμό μιάς ανθρώπινης, αν είναι, αδυναμίας όπως τόσες άλλες, πού τα ανά τους αιώνες ήθη δέχονται, ανέχονται ή αποδοκιμάζουν (το σύστημα πάντως θέλει την ισοπέδωση των υπηκόων του και στο σεξουαλικό τομέα για να προχωρήσει), τότε η συγκεκριμένη ελάχιστη ανθολογία περιττεύει. Αλλά εφόσον παραδεχτούμε ότι τα κομμάτια που επελέγησαν εδώ διαθέτουν ως πρώτο κριτήριο παράθεσης τη φόρτιση του ποιητικού Λόγου, ας γευτούμε με το μέλι και αυτού του μελισσιού.

     Έτσι, πιστεύω πώς η έρευνα σταχυολόγησε τους ιδιαίτερους καρπούς της σε μιά ποικιλία της, ανάλογα με το κλίμα, τη δοκιμασία και τη δυναμικότητα των δημιουργών-καλλιεργητών της.

     Η σαπφική ποίηση, με την ευρύτατη έννοια του όρου, θρέφει τις ρίζες της από την ποιήτρια πού δικαιωματικά της χάρισε τις καλύτερες στιγμές της.

      Το πρόβλημα που συναντά κανείς συνοψίζεται στο ερώτημα: Γιατί μες στους αιώνες δεν υπήρξε ανάλογη συνέχεια, όπως στην ανδρική ομοφυλοφιλική ποίηση;      Το ερώτημα «γιατί» έχει μείνει αναπάντητο. Οι θρησκείες, ο πουριτανισμός, η δομή της τελευταίας χιλιετίας ίσως κατέστρεψαν ή ανέστειλαν κάθε δημοσιοποίηση αυτής της «παρέκκλισης». Ενδεχομένως ο φόβος της πυράς φυλάκισε τη λεσβιακή ποίηση σε κατακόμβες…

     Από την αρχαία Ελλάδα μας καταφθάνει μόνο η μαρτυρία του Χαιρήμωνα, αλλά με τις δαγκάνες του Αριστοφάνη και των λατίνων σατυρικών Ιουβενάλη και Μαρτιάλη η ιδιαιτερότητα κι ό,τι την ύμνησε λοιδορείται, ασφυκτικά, στραγγαλίζεται.

       Οι αιώνες κυλούν και πυκνό πέπλο σιωπής έχει κατασκεπάσει πολλά (θέματα) λόγου.

      Το εύφορο πεδίο της λέσβιας ερωτικής ποίησης περιμένει το κατάλληλο κλίμα για ν’ ανασηκωθεί, να ανακλαδιστεί και να ευδοκιμήσει’ αλλά φαίνεται πώς δουλεύει υπόγεια και ψάχνει το πρόσφορο, χλωρό έδαφος. Κάποιες σπάνιες παρουσίες εμφανίζονται από την Αναγέννηση που μόλις τώρα ανακαλύπτονται.

      Και να, που ξαφνικά κι επίσημα ορθώνεται διά μιάς αναστημένη, συγκροτεί, ανανεώνεται σ’ ένα σώμα, εμψυχώνει με καινούργιο ρίγος τον κορμό της, χάρη σε κάποιες μεγάλες φυσιογνωμίες που πέφτουν αξεδίψαστες στις πάμπολλες πηγές της έμπνευσης. Πρόκειται για τις βροντερές φωνές των «καταραμένων», των «αιρετικών», των «περιθωριακών», φωνές όπως των Σαρλ Μπωντλαίρ και Πωλ Βερλαίν. Ταυτόχρονα, και άλλοι γάλλοι πεζογράφοι, όπως οι Εμίλ Ζολά και Ονόρε ντέ Μπαλζάκ (άς θυμηθούμε τη «Σεραφίτα» του) ανασύρουν και το λέσβιο έρωτα από τη γραμματολογική του λήθη. Τον ξαναπλάθουν. Φυσικά, πρίν, ο Διαφωτισμός, η Γαλλική Επανάσταση, η ανατροπή παλιών αξιών στέκονται οι αόρατοι υποκινητές και παραστάτες στην κατάρριψη της γενικότερης υποκρισίας αιώνων.

       Και φυσικά υπάρχει και συνέχεια. Οι γυναίκες παίρνουν τα ηνία στα χέρια τους. Ας θυμηθούμε την Άμυ Λόουελ πού, όπως ο λίγο προγενέστερός της Όσκαρ Ουάιλντ, θα ταρακουνήσει τη Βικτωριανή εποχή. Οι ποιήτριες που εμπνέονται απ’ το συγκεκριμένο θέμα ξεχύνονται μεσ’ από ποικίλες εντάσεις, αποχρώσεις και αισθητικές επιρροές. Παραδείγματα: Η Εντνα Λίντσαιη από την Αμερική, η βασανισμένη και αμφισεξουαλική Ρωσίδα Μαρίνα Τσβετάγιεβα, αλλά και οι δικές μας,  η Μυρτιώτισσα, η εντελώς άγνωστη Σαπφώ Σπαθοπούλου που ξανασυναντά τον ερωμένο της μεσ’ απ’ το κορμί της αγαπημένης του (τι έκπληξη κι’ αυτή Θεέ μου!)

      Στο παράρτημα παραθέτουμε ενδεικτικά δείγματα δύο γάλλων επιφανών ποιητών, του Σαρλ Μπωντλαίρ και του Πωλ Βερλαίν, όπως και του Βαλερύ Λαρμπώ, πού πέρα από τη λειτουργία της γεφύρωσης του κενού ανάμεσα στη Σαπφώ και, με την ευρεία έννοια, στις συνεχίστριες της παράδοσής της, καταθέτουν μιάν άποψη του άλλου φύλου σχετικά με το ανεξάντλητο θέμα.

      Θα ‘θελα, τέλος, να σταθώ στη μεγάλη σύγχρονη ποιήτριά μας Ζωή Καρέλλη. Χάρη στη μεταφυσική της ιδιοσυγκρασία, αλλά και την διονυσιακή της φύση περικλείει πολλές από τις προηγούμενες φωνές με τά πιό άδολα αισθήματα διακριτικότητας εξύμνησης και λατρείας προς το φύλο της, που τα υποστηρίζει μόνο και μόνο η ποίηση.

      Γιατί, για να ξαναθυμηθούμε τη Σαπφώ, έρως ήδη και πάλι ο έρως-έρωτας της ποίησης. Πρίν απ’ όλα!

                               Γιώργος  Κ.  Καραβασίλης

Υ.Γ. Ευχαριστώ θερμά τους διευθυντές των περιοδικών οδός Πανός και Ποίηση, ποιητές Γιώργο Χρονά και Χάρη Βλαβιανό, που μ’ εξαιρετική ευγένεια παραχώρησαν μεταφράσεις.

Ευχαριστώ επίσης την ποιήτρια Αναστασία Αναστασιάδου πού, πέρα από την μεταφραστική της προσφορά, συνέτεινε στην έρευνα ανεύρεσης ποιητριών, εν πολλοίς αγνώστων στο ελληνικό κοινό.

                                                   Γ. Κ.

ΣΑΠΦΩ

[7ος αιώνας π. Χ. μέσα 6ου αιώνα ο. Χ.].

                Τρία  Ποιήματα

]ν[ [κ]έλομαι σ[ε  Γο]γγύλα [πέφα’] νθι λάβοισα μα

   [γλα]κτίναν’ σε δηύτε πόθος τ[έαυτος] αμφιπό-

   ταται

τάν κάλαν’ ά γάρ κατάγωγις αύτα[ επτόαισ’ ίδοι-

   σαν’ έγω δε χαίρω’ και γάρ αύτα δή τ[όδ]ε

   μέμφ[εταί σοι Κ] υπρογέν[ηα

τ]άς άραμα [ι τούτο τω] β]όλλομα[ι

 

Γογγυλα κατθάνην δ’ ίμερός τις [έχει με και λωτί-

   νοις δροσόεντας [όχ]θ]οις ίδην Αχέρ[οντα.

γύρνα πάλι κοντά μου σ’ εξορκίζω Γογγύλα’ το χι-

τώνα φορώντας το λευκό σα γάλα πάλι φανερώσου’

όμορφη’ να ‘ξερες τι λαχτάρες μου γεννάς έτσι ντυ-

μένη! και πώς νιώθω χαρούμενη που όχι εγώ μά η

θεά μας η ίδια σου το λέει’ σα να σε μαλώνει’ πού

τόσα χρόνια την παρακαλώ και την παρακαλώ

 

Γογγύλα’ λες κι ένας πόθος με πιάνει να πεθάνω και

τίς όχθες όπου ανθεί ο λωτός μέσα στη δρόσο ν’

αντικρίσω του Αχέροντα. σ. 13

--

χαίρε πόλλα [Γύρινν’] ισάριθμα [τε] τώι χρόνωι όν

   [σέθεν] απελειπόμαν

ούδ’ ίαν δοκίμωμι προσίδοισαν φάος αλίω έσσεσθαι

   σοφίαν πάρθενον είς ουδένα πω χρόνον τεαύταν.

καλώς μας ήρθες Γυριννώ’ κι άμποτε λέω να μείνεις

   χρόνους πολλούς εδώ κοντά μου όσους κι αυτούς

   πού μού ‘λειψες

ούτε ποτέ πιστεύω στους καιρούς που θα ‘ρθουν κά-

   τω απ’ το φώς του ήλιου θα βρεθεί ποτέ παρθένα

   με τη γνώση τη δική σου. σ. 15

--

ευμορφοτέρα Μνασιδίκα τάς απάλας Γυρίννως

σύ δε στεφάνοις ώ Δίκα πέρθεσθ’ εράτοις φόβαισιν

   όρπακας ανήτω συναέρραισ’ απάλαισι χέρσιν’

   ευάνθεα γάρ πέλεται και Χάριτες μάκαιραι

   μάλλον προτερην αστεφανώτοισι δ’ απυστρέφο-

   νται. 

ομορφότερη λέω πώς είναι η Μνασιδίκα κι από την

   τρυφερή τη Γυριννώ

έλα Δίκα λοιπόν από φρέσκο γλυκάνισο στεφάνια να

   ετοιμάσεις’ κι επάνω στα μαλλιά σου που ‘ναι

   χάρμα σωστό μ’ αέρινα δάχτυλα να τα φορέσεις’

   επειδή να το ξέρεις οι Θεές οι μακάριες θέλουν να

   τους πηγαίνεις ανθοστόλιστη’ αλλιώς μήτε πού

   καταδέχονται να σε κοιτάξουν. σ. 17

--

]μισσε Μίκα ]ελα []λά σ’ έγωύκ εάσω ]ν φιλότ[ατ΄]

   ήλεο Πενθιλήαν [  ]

δα κα[κό] τροπ’ άμμα [

]μέλ[ος] τι γλύκερον[ ]α μελλιχόφων[

]δει λίγυραι δ’ άη[

] δρος[ό] εσσα[

μα να σ’ αφήκω εγώ δε γίνεται Μίκα γλυκιά μου’ κι

   άς έλαχε να σ’ αγαπήσουν κόρες από το σόι των

   Πενθελιδών

εμάς όλο παραξενιές

κάποιο μαγευτικό τραγούδι απαλό στ’ άκουσμα

   ψάλλει

κι αηδόνια σταλάζοντας… σ. 19

--

Ασαροτέρας ουδαμά πώρα [ν] σέθεν τύχοισαν

σοί δ’ έγω λεύκας επιδωμον αίγος [πιόνα καύσω]

κάπιλείψω τοι

έμεθεν δ’ έχηισθα λάθαν ή τίν’ άλλον ανθρώπων έμε-

   θεν φίληισθα…  

ούτε που μού ‘τυχε ποτέ γυναίκα πιό αλαζονική

   ωραία μου από σένα

πού εγώ για χάρη σου πάνω στο βωμό γίδας

   ασπρουδερής (το λίπος για θυσία θ’ ανάψω)

και λέω ακόμη να σου αφήκω

μ’ όλο πού

μοιάζει να μ’ έχεις λησμονήσει’ ανίσως και δεν είναι

   κάποιος άλλος πού ν’ αγαπάς ακόμη πιό πολύ… σ. 21

                    Ανασύνθεση και απόδοση

                             ΟΔΥΣΣΕΑΣ   ΕΛΥΤΗΣ        

-WU TSAO, [Κίνα, 19ος αιώνας]. Της εταίρας Τσίνγκ Λίν, μτφ Αναστασία Αναστασιάδου, 22.

-CHARLOTTE MEW, {Αγγλία, 1869-1929]. Στο δρόμο για τη θάλασσα, μτφ. Όλβια Παπαηλιού ,23-25.

-AMY LOWELL, [ΗΠΑ, 1874-1925]. Η Παναγία των Εσπερινών λουλουδιών. Και IN EXCELSIS, μτφ. Τάσος Κόρφης, 26-28

-GERTRUDE  STEIN, [ΗΠΑ, 1874-1946].Πολλά γι’ αυτούς (Απόσπασμα), μτφ. Αναστασία Αναστασιάδου, 29

-“MARIE MADELAINE” [Baroness von Puttkamer].[Πρωσία, 1881-1944]. Το αμάραντο, μτφ. Όλβια Παπαηλιού, 30-31.

- ΜΥΡΤΙΩΤΙΣΣΑ [1885-1968], Γλυκιά Ερανώ…, 32-33

-HILDA  DOULITLE [ΗΠΑ, 1886-1961]. [17] «Όμως η φωνή της σταθερή, τα μάτια της στεγνά,…», μτφ. Θανάσης Ντόκος, 34

-EDNA SAINTVINCENT MILLAY [ΗΠΑ, 1892-1950]. Σύλβια, μτφ. Μελισσάνθη, 35

-MARINA  TSVETAJEVA [Ρωσία, 1897-1941], (άτιτλο) «Με δαχτυλίδια σκιάς/ τα μάτια μου κύκλωσες…», μτφ. Μίλια Ροζίδη, 36-37

-ELSA  GIDLOW [Αγγλία, 1898-1986]. Για τη γνώριμη θεά, μτφ. Όλβια Παπαηλιού, 38

-ΖΩΗ ΚΑΡΕΛΛΗ, [1901-1997] «Ηδυπάθεια». Και «Όνειρα βασταγμένα από καιρό… (απόσπασμα)» και «Ματινάδα», 39-41.

-ELIZABETH  BISHOP [ΗΠΑ, 1911-1979]. Πρόσκληση στην Δεσποινίδα Μαριάννε Μούρ, μτφ. Βικτωρία Καπλάνη, 42-44.

-ΣΑΠΦΩ ΣΠΑΘΟΠΟΥΛΟΥ [1922-;], Αυτόν πού πιότερο λαχτάρησε η ψυχή μου, 45-46

-JOYCE MANSOUR [Αγγλία, 1928-1986], (άτιτλο) «Μές στών νεκρών τα στόματα/ ζήτησα τ’ όνομά σου…», μτφ. Έκτωρ Κακναβάτος, 47

-ADRIENNE EICH [ΗΠΑ, 1929], Από τα είκοσι ένα Ποιήματα Αγάπης. ΧΙ., μτφ. Αναστασία Αναστασιάδου, 48

-MARIA GRAZIA LENISA [Ιταλία, 1930], Μέλισσα ήταν το στόμα σου, μτφ. Φοίβος Δέλφης, 49

-RITA MAE BROWN [ΗΠΑ, 1944]. Χορεύοντας γίνεται η κραυγή ψαλμωδία, μτφ. Όλβια Παπαηλιού, 51

-ALICE BLOCH [ΗΠΑ, 1947]. Έξι χρόνια (για τη Νάνσυ), μτφ. Όλβια Παπαηλιού, 51-52

-ΟΛΓΑ ΜΠΡΟΥΜΑΣ [1949]. Δίδυμες Αμαζόνες Ι, ΙΙ., μτφ. Αναστασία Αναστασιάδου, 53-54.

-CAROL  ANN  DUFFY [Σκωτία, 1955]. Θερμαίνοντας τις Πέρλες της, μτφ. Αναστασία Αναστασιάδου, 55-56

ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ

-ΧΑΙΡΗΜΩΝ  ΑΘΗΝΑΙΟΣ [περίπου 450-375 π. Χ.]. «Στο σεληνόφως το λευκό μιά πλάγιαζε…/, μτφ. Σίμος Μέναρδος, 59

-CHARLES  BAUDELAIRE [Γαλλία, 1821-1867]. Κολασμένες γυναίκες (Δελφίνη και Ιππολύτη), μτφ. Γιώργος Σημηριώτης, 60-64

-PAUL  VERLAINE [Γαλλία, 1844-1896]. Εσωτερικές του παρθεναγωγείου, μτφ. Γιώργος Κ. Καραβασίλης, 65

-VALERY LARBAUD [Γαλλία, 1881-1957]. Από τις εικόνες ΙΙ., μτφ. Γιώργος Κ. Καραβασίλης, 66

ΒΙΟΓΡΑΦΙΕΣ

 σελίδες 69-84

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Σελίδα 85

Τα ποιήματα Στο δρόμο για τη θάλασσα, Για τη γνώριμη θεά, Το αμάραντο, Χορεύοντας γίνεται η κραυγή ψαλμωδία, Έξι χρόνια για τη Νάνσυ πρωτοδημοσιεύτηκαν στο περιοδικό Οδός Πανός, τχ. 108.

Το ποίημα Πρόσκληση στη δεσποινίδα Μαριάννε Μούρ στο περιοδικό Ποίηση, τχ. 10.

Κριτική βιβλίου

     Κώστας Βούλγαρης, περιοδικό Ο ΠΟΛΙΤΗΣ τεύχος 89/6, 2001, σ. 48. Στις σελίδες «και γράμματα γνωρίζω». Γιώργος Καραβασίλης (εισαγωγή- επιμέλεια) Σαπφούς Σάπφειροι, εκδόσεις Γαβριηλίδης Αθήνα 2001, σ. 94.

       Πρόκειται για ένα ενδεικτικό ανθολόγιο, καμωμένο με γνώση, μεράκι και ευαισθησία, όπως και άλλα ανάλογα του Γιώργου Καραβασίλη. Με θεματικό του άξονα τη γυναικεία ομοφυλοφιλία, ξεκινά από την ιδρύτρια του «είδους», το οποίο φαίνεται πως χρειάστηκε περισσότερους από είκοσι αιώνες για να βρει τη συνέχειά του και κυρίως την εκ νέου νομιμοποίηση στους Γάλλους καταραμένους ποιητές και εν προκειμένω στον Μπωντλαίρ και τον Βερλαίν. Μάλλον φτωχή και η συγκομιδή των επομένων χρόνων, δυσανάλογη με τον αριθμό, τη βαρύτητα και τη  λειτουργικότητα των ομοφυλόφιλων ποιημάτων του άλλου φύλου, τα οποία έχουν δημιουργήσει μιά κραταιά παράδοση, με ποιήματα και ποιητές πρώτης γραμμής. Λίγα και τα ευρήματα από την ελληνική ποίηση, περιορίζονται στη συμμετοχή της Μυρτιώτισσας, της Ζωής Καρέλλης και της Όλγας Μπρούμας, αν και νομίζω πώς η έρευνα στα μετά το 1974 περιοδικά του «χώρου» θα μπορούσε να αποδώσει και άλλους καρπούς. Παρ’ όλα αυτά, η αποκάλυψη του ανθολογίου είναι το ποίημα της σχεδόν άγνωστης Σαπφούς Σπαθοπούλου, της οποίας τα βιογραφικά στοιχεία δεν είναι δεδομένα, αφού δεν γνωρίζουμε επακριβώς ούτε τη χρονολογία γέννησης (1922 ή 1923, κάπου στη Βόρεια Ελλάδα), το επάγγελμά της (μάλλον δασκάλα), ενώ συγκεχυμένες είναι και οι πληροφορίες πώς κακοποιήθηκε φριχτά από τους Γερμανούς κατά τη διάρκεια της Κατοχής και έζησε κάτω από άθλιες συνθήκες στη Θεσσαλονίκη μέχρι τη δεκαετία του ’70. Τα λίγα αλλά επαινετικά πού έχουν γράψει γι’  αυτήν ο Γιάννης Ρίτσος και ο Ανδρέας Καραντώνης δεν έχουν δημιουργήσει κάποιο σημείο αναφοράς για το έργο της. Το ανθολογούμενο ποίημά της επιγράφεται, παραδόξως, «Αυτόν πού πιότερο λαχτάρησε η ψυχή μου» και περιγράφει τη διαδικασία υποκατάστασης του απολεσθέντος εραστή μέσα από μιά φαντασιακή σχέση της πρώην με την νέα ερωμένη του, σ’ ένα ερωτικό σύμπλεγμα αξεδιάλυτο. Ένα ψυχολογικού τύπου και μεσοπολεμικών απηχήσεων εύρημα, με μπόλικη δόση από Πιτιγκρίλι και Νικολάϊ Σεγκύρ, που καθιστά το ποίημα πολλαπλώς απρόσμενο.

                 Κώστας Βούλγαρης, περ. Ο Πολίτης τχ. 89/6, 2001, σ. 48.

Λίγες ακόμα πληροφορίες για την ΣΑΠΦΩ,

ΣΗΜΕΙΩΜΑ  ΠΕΜΠΤΟ.

1., WERNER  JAEGER, (PAIDEIA. THE IDEALS OF GREEK CULTURE), ΠΑΙΔΕΙΑ. Η ΜΟΡΦΩΣΙΣ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥ, μτφ. Γεωργίου Π. Βέρροιου, πρόλογος Ι. Ν. Θεοδωρακόπουλου, Δ’ έκδοση, εκδ. Παιδεία, Αθήναι 1968, τόμος Α΄, σ. 166-171, κ. αλλού. Στο κεφάλαιο «Η Αυτομόρφωσις του ατόμου εις την ΙΩΝΙΚΗΝ-ΑΙΟΛΙΚΗΝ ΠΟΙΗΣΙΝ»

(εξετάζεται κυρίως το έργο του Αρχίλοχου, του Αλκαίου, της Σαπφώς. Τα δύο Σαπφικά αποσπάσματα που δημοσιεύονται είναι αμετάφραστα. Βλέπε και σημειώσεις σ. 507.

Αναγράφεται μεταξύ άλλων:

  …. «Η ομοιότης μεταξύ Πλατωνικού και Σαπφικού Έρωτος είναι εμφανής. Ο γυναικείος έρως, ο οποίος ακόμη μας συγκινεί δια των μελωδικών και τρυφερών του ασμάτων, ήτο ακόμη αρκούντος ισχυρός, ώστε να δημιουργήση μίαν αληθινή κοινότητα με τας ψυχάς των πιστών του. Ούτως αποτελεί κάτι περισσότερον της απλής συγκινήσεως: πρέπει να ήνωνετας εμπνεομένας εξ αυτού εις μίαν υψηλοτέραν ενότητα. Ήτο παρών με την αισθητήν  χάριν του χορού και της παιδίας’ ενεσαρκούτο εις την ένδοξην μορφήν, η οποία ήτο συγχρόνως φίλη και ιδανικόν των συντρόφων της. Αι μεγάλαι στιγμαί της λυρικής ποιήσεως της Σαπφώς παρουσιάζονται, όταν αγωνίζεται να κερδίση την ανώριμον καρδίαν μίας κόρης, όταν αποχαιρετά την αγαπημένην φίλην, η οποία εγκαταλείπει τας συντρόφους της δια να επιστρέψη εις τον οίκον της ή να ακολουθήση τον άνδρα, ο οποίος θα την νυμφευθή (και ο γάμος τότε δεν είχε καμμίαν σχέσιν με τον έρωτα), και τέλος όταν σκέπτεται μετά λύπης διά μίαν σύντροφον, η οποία περιπατεί το βράδυ εις ένα ήρεμον κήπον μακράν και ματαίως καλεί το όνομα της Σαπφούς, την οποίαν είχε χάσει.

     Θα ήτο και μάταιον και ανάρμοστον να επεξεργασθώμεν αναποδείκτους ψυχολογικάς ερμηνείας περί της φύσεως του Σαπφικού Έρωτος ή να αισθανώμεθα αγανάκτησιν διά την βλασφημίαν μιάς τοιαύτης ερμηνείας και να βεβαιώσωμεν, ότι αυτή και αι φίλαι της ησθάνοντο μόνον τας συγκινήσεις, τας οποίας η αστική Χριστιανωσύνη θα επεδοκίμαζε. Εκ των ποιημάτων της είναι σαφές, ότι ο έρως ήτο πάθος συγκλονίζον την όλην ύπαρξιν των θυμάτων του και εκυριάρχει των αισθήσεων εξ ίσου ισχυρώς, όσον και η ψυχή. Δεν υπάρχει λόγος να ταρασσώμεθα, προκειμένου να καθορίσωμεν την ύπαρξιν αισθησιακής πλευράς εις το πάθος της Σαπφούς’ ό,τι μας ενδιαφέρει είναι η εκπληκτική του δύναμις να κυριεύση και μεταμορφώνη την όλην προσωπικότητα και η ευρεία εξάπλωσις της συγκινήσεως, η οποία ελευθερούται. Ουδεμία αρρενωπή ερωτική ποίησις μεταξύ των Ελλήνων επλησίασε κάν το πνευματικόν βάθος της λυρικής ποιήσεως της Σαπφώς. Διότι οι Έλληνες διέκρινον πνεύμα και αισθήσεις ως δύο αντιθέτους πόλους της υπάρξεως, ώστε ήτο πλέον αργά, όταν έφθασαν να πιστεύουν, ότι το ερωτικόν πάθος θα ηδύνατο να αποκτήση τοσαύτην σημασίαν, ώστε να εισβάλη εις την πνευματικήν φύσιν και να διαβρώση την όλην ζωήν.

     Αυτή η μεταβολή εις την ανδρικήν στάσιν ωνομάσθη ελληνιστική θηλυπρέπεια. Και βεβαίως, κατ’ αυτήν την πρώϊμον περίοδον, μόνο μία γυναίκα ήτο, ικανή να αφιερώση τελείως τας αισθήσεις και την ψυχήν της κάπου, πράγμα το οποίον θα εθεωρούμεν αντάξιον της εννοίας της αγάπης. Η αγάπη συνιστά την όλην ύπαρξιν της γυναικός, και αυτή μόνη δύναται να την υποδέχεται με όλην την φύσιν της αδιαίρετον και άνευ δισταγμού. Αλλά τότε, όταν ολίγοι υπήρχον, εάν καθόλου ειπείν υπήρχον, γάμοι εξ έρωτος, ήτο δύσκολον διά μίαν γυναίκα να αισθανθή τοιούτον πάθος δι’ ένα άνδρα΄ εντελώς ομοίως η υψίστη ενσάρκωσις της αγάπης ενός ανδρός δεν ήτο έρως προς μίαν γυναίκα, αλλ’ ο πλατωνικός έρως. Θα ήτο όμως αναχρονιστικόν να ερμηνεύσωμεν την συγκίνησιν της Σαπφούς, η οποία ουδέποτε απομακρύνεται των αισθήσεων, συστοίχως προς την μεταφυσικήν ροπήν της πλατωνικής ψυχής προς την ιδέαν, τον μεταφυσικόν εκείνον πόθον, ο οποίος αποτελεί το μυστικόν του Έρωτος του Πλάτωνος. Έχει όμως τούτο το κοινόν προς τον Πλάτωνα: και αυτή αντελήφθη, ότι το αληθές πάθος συγκινεί εκ βαθέων την ψυχήν. Εξ αυτού του συναισθήματος δημιουργείται η βαθεία λύπη, η οποία δίδει εις την ποίησιν της όχι μόνον την τρυφεράν χάριν της μελαγχολίας, αλλά και την υψηλοτέραν έξαρσιν της αληθούς τραγωδίας……».).

2. Το Μάρτιο του 2004 από τις εκδόσεις Επτανησιακά Φύλλα, Ζάκυνθος, κυκλοφόρησε το βιβλίο «ΣΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΡΥΠΤΗ» ΛΥΡΙΚΑ ΤΕΤΡΑΣΤΙΧΑ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ, του εξαιρετικού ποιητή και εκδότη Διονύση Σέρρα.  Ο τόμος, όπως μας λέει και ο υπότιτλος, χωρίζεται σε δύο μέρη, Α΄ΛΥΡΙΚΑ ΤΕΤΡΑΣΤΙΧΑ και Β΄ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ. Μεταφράζονται ο Αρχίλοχος, ο Αλκαίος, ο Ίβυκος, ο Ανακρέων και Η Σαπφώ, σελίδες 61-77. Τα ποιήματα 15, 22,31, 47, 48, 49, 50,55, 102, 112, 114, 129,130,131,140, 168Β, Οι μεταφράσεις του Διονύση Σέρρα που συνοδεύονταν από το αρχαίο κείμενο είχαν δημοσιευθεί στο περιοδικό του Άργους Ελλέβορος τχ. 6-7/1990, σ. 118-119.

[Κύ]πρι, και[‘ι σ]ε πι[κροτέρ]αν έπευρ[εν

οι δε καυχάσαντο τόδ’ εννέ]ποντες,

Δω[ρίχα το δεύ]τα[ερον ως πόθε]ινον

εις έρον ήλθε

Και σύ, Αφροδίτη, πιότερο την βασάνισες

κι αυτοί την περιπαίζανε λέγοντας το εξής,

πώς νέο μεγάλο έρωτα συνάντησε

η Δωρίχα.

--

     Έρος δ’ ετίναξε μοι

φρένας, ως άνεμος κατ’ όρος δρύσιν εμπέτων.

Και την ψυχή μου ο Έρωτας συτάραξε

σαν άνεμος που στο βουνό τ’ άγρια δέντρα δέρνει.

--

ηράμαν μέν έγω σέθεν Ατθίδα μου, εγώ σε αγαπούσα…

σμίκρα μοι πάις έμμεν’ εφαίνεο κάχαρις.

Από παλιά, Ατθίδα μου, εγώ σε αγαπούσα…

μά μού φαινόσουνα μικρή, δίχως το πρώτο χνούδι.

--

παρθενία, παρθενία, ποί με λίποισ’ αποίχη;

ουκέτι ήξω προς σε, ουκέτι ήξω.

-Παρθενιά, παρθενιά, που φεεύγοντας μ’ αφήνεις;

-Δεν θα γυρίσω πιά σ’ εσέ, ποτέ δεν θα γυρίσω.

--

δέδυκε , μεν ά σελάννα

και Πληϊάδες’ μέσαι δε

νύκτες, παρά δ’ έρχετ’ ώρα,

εγώ δε μόνα κατεύδω.

Ά! το φεγγάρι χάθηκε, μαζί του

και η Πούλια μεσά-

νυχτα, η ώρα φεύγει,

κι όμως εγώ μονάχη μου κοιμάμαι.   

3. Για την Λέσβο, την ιστορία, αρχαιολογία και την πολιτιστική της παράδοση βλέπε το Αφιέρωμα  «ΛΕΣΒΟΣ. Πρόσωπα και πολιτισμός» της εφημερίδας Η Καθημερινή-Επτά Ημέρες Κυριακή 30/10/1994. Την επιμέλεια του αφιερώματος είχε η Ελευθερία Τραϊου. Σελ. 1-32. Αναφέρεται και η αρχαία ποιήτρια ΣΑΠΦΩ. Επίσης, για την ΛΕΣΒΟ βλέπε και Μιχαήλ Σταματελάτος- Φωτεινή Βάμβα-Σταματελάτου, «ΕΠΙΤΟΜΟ ΓΕΩΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ», εκδόσει Ερμής, Αθήνα 2001, σ. 422. Στην αναφορά στην περίοδο της γενικής ακμής της αναφέρονται τα ονόματα «(Σαπφώ, Αλκαίος κ. ά)».

4. C. M. BOWRA, ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ, μτφ. Ευαγγελία. Μωραϊτη-Βάσσου (γυμνασιάρχης), εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας, Αθήνα 1950, ο τόμος περιλαμβάνει και μικρό πρόλογο του Κ. Δ. Γεωργούλη, πριν την μετάφραση της Βάσσου. Στο κεφάλαιο «Η πρώτη ελεγειακή και λυρική ποίηση», σελ. 32-36…

5. C. M. BOWRA, ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ, μτφ. Ιωάννης Ν. Καζάζης, Α΄ τόμος ΑΛΚΜΑΝ, ΣΤΗΣΙΧΟΡΟΣ, ΑΛΚΑΙΟΣ, ΣΑΠΦΩ. Εκδόσεις Μορφωτικού Ιδρύματος Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1980, σελίδες 261-343. Ενώ στις σελίδες 387-402 έχουμε τις εμπεριστατωμένες σημειώσεις για την ποιήτρια.

     Το κείμενο και η εμπεριστατωμένη κριτική ματιά, οι αναλύσεις και οι παρατηρήσεις του πολύγλωσσου, πολυμαθούς και πολυγραφότατου παλαιού ελληνιστή της Οξφόρδης Cecil Maurice Bowra (1898-1971), είναι ότι πληρέστερο έχει γραφεί, ή έστω είχε δημοσιευθεί στην εποχή του, από τον πληθωρικό πανεπιστημιακό της Oxfords. Είναι μάλλον, η πρώτη βάση μετά την δημοσίευση των αρχαίων ελληνικών ποιητικών λυρικών Fragmenta από τον  Diehl και τον Lobel-Page, από την πλευρά των ξένων μελετητών και πανεπιστημιακών, για να τους αντιδιαστείλω από τους δικούς μας σημαντικούς Αριστόξενο Σκιαδά και Ιωάννη Φ. Κακριδή κ. ά. Η ΣΑΠΦΩ, η ιερή, όπως την απεκάλεσε ο συμπατριώτης της ποιητής Αλκαίος, έγινε σημείο αναφοράς και ορισμένες φορές «αμφιλεγόμενο», αναφέρομαι στα ποιητικά της σπαράγματα που μας διασώθηκαν και μας μιλούν για την ερωτική ατμόσφαιρα μεταξύ των γυναικών, το ενδεχόμενο κλίμα γυναικείας ομοφυλοφιλίας της εποχής της και της σχολής της, σαν μια μορφή κοινωνικής αγωγής και παιδείας, της προσωπικής διδασκαλίας των κοριτσιών της εποχής, της άνθησης της καλλιτεχνίας μέσω των ιδιαίτερων προσωπικών σχέσεων των μαθητριών  (των μαθητών επί Πλάτωνος), μια και αυτός που θεωρείται ποιητής στην αρχαιότητα ήταν ταυτόχρονα και διδάσκαλος. Είχαν όπως μας λέν οι αρχαίες πηγές και οι έρευνες μάλλον ιδιαίτερες προσωπικές σχέσεις. Η κατάσταση αυτή, η έλξη αν θέλετε αυτή, η ιδιαίτερη θερμή σχέση παιδαγωγίας που αναπτύσσονταν μεταξύ των μειρακίων μαθητών και των πρεσβυτέρων δασκάλων (των νεαρών αμούστακων ερωμένων, για να θυμηθούμε και τον Γιώργο Ιωάννου) είναι κάτι που δεν μπορούμε εμείς οι σημερινοί να κατανοήσουμε, πράγμα που σημαίνει ότι, ανάλογα με την εκπαιδευτική, κοινωνική, θρησκευτική αγωγή ημών των νεοτέρων ανθρώπων, καταδικάζουμε ή επικροτούμε τις ιδιαίτερες αυτές σχέσεις στο βαθμό που αυτές υφίστανται, στις σχολές που συνηθίζονταν, στους δασκάλους που τις υιοθετούσαν και φυσικά, από ποιο αριστοκρατικό γένος και οικονομικό επίπεδο προέρχονταν ο μαθητής ερωμένος και τι σχέση είχε μαζί του ο εραστής διδάσκαλος και παιδαγωγός. Ο πολιτισμός μας, και ο ελληνικός, στην εξέλιξη του χρόνου και της ιστορίας άλλαξε συνήθειες και εκπαιδευτικές πρακτικές. Οι κοινωνικές και θρησκευτικές συνήθειες είναι εντελώς διαφορετικές, το ίδιο και το αξιακό σύστημα κάθε εποχής και ηπείρου-κράτους. Ένα σχετικό παράδειγμα, θα μπορούσαμε να αντλήσουμε από το παλαιό φεμινιστικό σύγγραμμα των γυναικών, το «Δεύτερο φύλο» της Σιμόν ντε Μπωβουάρ, όποιος το έχει διαβάσει θα έχει ανακαλύψει ότι η Μποβουάρ, το βλέμμα της, είναι αρνητικό όσον αφορά τις γυναικείες ομοφυλόφιλες σχέσεις. Δεν τις επικροτεί παρά τους κοινωνικούς της αγώνες για την γυναικεία χειραφέτηση και απελευθέρωση. Φυσικά, υπάρχει το κίνημα των γυναικείων Μουσών του Υπερρεαλισμού. Των γυναικών μοντέλων ζωγράφων ή έμπνευσης ποιητών σουρεαλιστών, γυναικεία πρόσωπα που ήσαν αμφίφυλα. Είχαν δηλαδή σχέσεις και με άντρες και με γυναίκες ή συζούσαν και με τα δύο φύλα. Βλέπε πχ. τις περιπτώσεις της μεξικανής ζωγράφου Φρίντα Κάλο, την Αναϊς Νις, αλλά και το αυτοβιογραφικό έργο της Γερτρούδη Στάιν, «Η αυτοβιογραφία της Άλις Μπ. Τόκλας» εκδόσεις Οδυσσέας, Αθήνα Μάρτης 1980, μτφ. Μίνα Δαλαμάγκα. Ένα έργο γραμμένο το 1933, ευρωπαϊκός μεσοπόλεμος και έκανε διάσημη τόσο την συγγραφέα και καλλιτέχνιδα όσο και το κλίμα της εποχής της μπελ εποκ που κυριαρχούσε στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες μετά τον μεγάλο πόλεμο. Μόνο που φοβάμαι αν δεν κάνω λάθος στις δικές μου αναγνώσεις και διαβάσματα, οι γυναικείες ερωτικές σχέσεις, οι ιδιαίτερες σχέσεις μεταξύ των γυναικών, μεταξύ των «τριβαζουσών»  λειτουργούσαν κάτι σαν καλλιτεχνική «τσόντα» στα λάγνα μάτια των αντρών καλλιτεχνών υπερρεαλιστών ή μη. Που κατά το κοινώς λεγόμενο, την «έβρισκαν» και «φτιάχνονταν» και με διάφορες ουσίες. Χρόνια αργότερα η συγγραφική και η ίδια ατομική παρουσία της Γαλλίδας συγγραφέως Μαργαρίτας Γιουρσενάρ, με τα έργα της και την στάση της απέναντι στην κοινωνία της εποχής της ήρθε να ισορροπήσει το ζήτημα. Και ασφαλώς, η αγγλοσαξονική ομοφυλόφιλη παράδοση ξεχωριστά της μεγάλης και νέας, πλούσιας ηπείρου, της Αμερικής, είναι αυτή που καλλιέργησε από την δεκαετία του 1950 την έμφυλη έρευνα, τις γυναικείες σπουδές και τα προβλήματα των ιδιαιτεροτήτων των γυναικών εκείνων που προτιμούσαν να αγκαλιάζουν, να φιλούν, να πλαγιάζουν με μια άλλη γυναίκα παρά με ένα «φαλλοκρατικό γουρούνι» όπως θα έγραφαν οι πιο ακραίες φωνές τους. Το πρόβλημα λοιπόν δεν έγκειται στην ίδια την όποια ιδιαιτερότητα αλλά, στο πως την διαχειρίζεσαι, και από σαράκι την μετατρέπεις σε ανάσα ζωής και ίσως, και καλλιτεχνίας. Αλλά αυτό, ανοίγει ένα ευρύτερο πεδίο συζήτησης και εξέτασης.

Στο πλαίσιο αυτό η ποιητική σημαδούρα της αρχαίας λυρικής ποίησης που λέγεται ΣΑΠΦΩ, μπορούμε απεριφράστως να σημειώσουμε ότι η λέσβια ποιήτρια είναι πρωτίστως και πάνω από όλα ερωτική ποιήτρια. Το ίδιο θα υποστηρίζαμε και για τις άλλες γυναικείες φωνές που ανθολογεί ο ποιητής και ανθολόγος Γιώργος Κ. Καραβασίλης, στο ωραίο βιβλίο του που εκδόθηκε από τις εκδόσεις Γαβριηλίδης. Αν εξαιρέσουμε ορισμένα λαθάκια-δεν εννοώ ορθογραφικά-αλλά πχ. ημερομηνία γέννησης της Μυρτιώτισσας και άλλων ποιητριών, οι επιλογές των ποιημάτων είναι εξαιρετικές, συγκινητικές, αποτυπώνουν την γυναικεία ομορφιά, συναίσθημα, τρυφερότητα, ονειρισμό, ερωτικό οραματισμό, ποιητική θεματολογία, με δυό λόγια, τον πλούσιο και πολλές φορές αινιγματικό κόσμο της γυναικείας ψυχοσύνθεσης και κόσμου εμπειριών. Σίγουρα εδώ και δεκαετίες-ακόμα και στην πατρίδα μας, την κλειστή και συντηρητική Ελλάδα, τα θέματα αυτά, δεν ξενίζουν πλέον, ή δεν προκαλούν τις κοινωνικές αντιδράσεις και τις επακόλουθες ηθικές απαξιώσεις, που προκαλούσε η γυναικεία ομοφυλοφιλία τα παλαιότερα χρόνια. Σίγουρα επίσης, η ελληνίδα ποιητική γραφή αλλά και μυθιστορηματική περιπέτεια στα ελληνικά γράμματα, δεν έχει καλλιεργήσει αν δεν κάνω λάθος, μεγάλο πεδίο αναφορών και εμπειριών, δηλαδή ιστορίες, περιπέτειες, αυτοβιογραφικές ταξιδιωτικές αναμνήσεις που να αναφέρονται στην γυναικεία ομοφυλοφιλία. Υπάρχουν μελετήματα επιστημονικά και μη, αλλά αυτό είναι άλλο ζήτημα. Εννοώ μια συστηματική σπουδή της συγγραφικής διαδρομής της γυναικείας ελληνικής ομοφυλοφιλίας, των αντιξοοτήτων και των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η ελληνίδα ομοφυλόφιλη σαν πολίτης, σαν κάτοικος, σαν ερωμένη και μπορεί και σαν παντρεμένη, σύζυγος με παιδιά.  Έργα ποιητικά και πεζογραφικά που μας δηλώνουν την ατομικότητα των αισθημάτων την συλλογικότητα της κοινωνικής συνείδησης και ερωτικής επιλογής, το γυναικείο πάθος και ένταση της ερωτικής σχέσης και των προβλημάτων της.

Η Σαπφώ όπως μας λέει ο Μπόουρα, «Τα λόγια της διατηρούν και σήμερα τη δροσιά που είχαν και τότε πού πρωτογράφτηκαν, και, μολονότι δεν έχουμε στα χέρια μας παρά ένα αξιοθρήνητα μικρό τμήμα της όλης παραγωγής της (μεγάλο μέρος του οποίου επέζησε για λόγους ανεξάρτητους από τις ποιητικές του αρετές), της αξίζει και πάλι με το παραπάνω ο τίτλος της γυναίκας που έγραψε την καλύτερη ποίηση που γράφτηκε ποτέ.»….

Και σε μετάφραση Ιωάννη Ν. Καζάζη:

Σχόλιο του Οράτιου:

Aeolis fidibus querentem

Sappho puellis de popularibus.

(και τη Σαπφώ που με την αιολική λύρα της παραπονιέται

για τις συμπατριώτισσές της.) σ. 264.

Και, «Την καλύτερη σχετική μαρτυρία μας πρόσφερε ο Αλκαίος, που τα παρακολουθεί κατά την εξορία του στην Πύρρα:

όππαι Λ[εσβί]αδες, κριννόμεναι φύσιν

πώλεντ’ ελκεσίπεπλοι, περί δε βρέμει

άχω θεσπεσία γυναικών

ίρας[ς ό[λολύγας ενιαυσίας.

(όπου οι κοπέλες της Λέσβου με τα μακρόσυρτα πέπλα τους πηγαινοέρχονται πέρα δώθε και κρίνονται για την ομορφιά τους, ενώ γύρω τους αντηχεί η θαυμαστή ιερή κραυγή των γυναικών, χρόνο με το χρόνο.]. σ. 265

μάλα δή κεκορημένοις

Γόργως

(πού παραχόρτασαν τη Γοργώ], σ. 267

--

 τίς δ’ αγροϊωτις θέλγει νόον…

αγρόϊωτιν επεμμένα σπόλαν…

ούκ επισταμένα τα βράκε΄ έλκην επί των σφύρων.

[ποιό χωριατοκόριτσο σου πήρε το μυαλό… ντυμένη με χωριάτικο φουστάνι… που δεν ξέρει κάν να σηκώσει το φόρεμα πάνω από τους αστραγάλους της;)

--

Άτθι, σοί δ’ έμεθεν μέν απήχθετο

φροντίσδην, επί δ’ Ανδρομέδαν πόται.

(Ατθίδα μου, έχεις φτάσει στο σημείο να μισείς και μόνη την ιδέα μου, να κάνεις φτερά για την Ανδρομέδα). Σ.266

Και από την σελίδα 269: «Ένα παράλληλο βρίσκουμε σε κάποιο δίστιχο που αποδίδεται στον Θέογνη, και ήταν γνωστό και στον Αριστοτέλη ως «Δηλιακό επίγραμμα»:

     κάλλιστον το δικαιότατον, λώστον δ’ υγιαίνειν,

     πράγμα δε τερπνότατον του τις ερά το τυχείν.

(το ποιο όμορφο πράγμα είναι η δικαιοσύνη, το καλύτερο η υγεία,

αλλά το πιο γλυκό είναι να βρεί κανείς αυτό που αγαπά η ψυχή του.) 

 6. ΑΠΟ ΤΗ ΜΗΔΕΙΑ ΣΤΗ ΣΑΠΦΩ. Ανυπότακτες γυναίκες στην αρχαία Ελλάδα. Υπουργείο Πολιτισμού-ICOM-ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ, Αθήνα, εκδ. Καπόν 1995. ΕΘΝΙΚΟ ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΚΟ ΜΟΥΣΕΙΟ 20/3/-10/9/1995. Υπεύθυνος έκδοσης Γιάννης Τζεδάκις, Καλλιτεχνική επιμέλεια Ραχήλ Μισδραχή-Καπόν. Η Έκθεση, που είχα την χαρά να παρακολουθήσω ήταν αφιερωμένη στις «ιδέες και στους αγώνες της Μελίνας Μερκούρη».

Ανάμεσα στις αρχαίες γυναίκες του Μύθου και της Ιστορίας που εξετάζονται, (Μήδεια, Κίρκη, Κλυταιμνήστρα, Αμαζόνες, Ηλέκτρα, Ιφιγένεια, Άλκηστις, Αντιγόνη, Φαίδρα, Ελένη, Αριάδνη, Διοτίμα, περιλαμβάνεται και η «Σαπφώ-η φωνή της γυναίκας» μια παρουσίαση από την Αγγελική Κοτταρίδου. Σελίδες 144-146. Που περιέχεται στο κεφάλαιο «ΩΔΗ ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ». Τα αποσπάσματα είναι από τον C. M. Bowra, και τις αντίστοιχες μεταφράσεις του Ιωάννη Κ. Καζάζη.

7. ALBIN  LESKY, ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΑΡΧΑΙΑΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ, μτφ. Αγαπητού Γ. Τσοπανάκη, Ε΄, έκδοση αναθεωρημένη, εκδ. Αδερφών Κυριακίδη-Θεσσαλονίκη 1981. Βλέπε το κεφάλαιο «Παλαιότερη Λυρική Ποίηση-Λεσβιακό Μέλος», ΣΑΠΦΩ, σ. 213-227.

Διαβάζουμε μεταξύ άλλων σημαντικών:

«Νεότεροι φαντάσθηκαν τόσο παράξενα πράγματα για την ιδιωτική ζωή της Σαπφώς, ώστε δεν κατάφεραν να δημιουργήσουν κοντά της θέση για έναν σύζυγο….», σ,215. Και παρακάτω, «Σύμφωνα με αυτά πού σώζονται, η Σαπφώ μίλησε στα περισσότερα ποιήματά της για τον δικό της κόσμο, και νιώθουμε σ’ αυτά τη φωνή μιάς γυναίκας που αγαπά. Κοπέλλες του κύκλου της, που πολλές φορές μπορούμε να πούμε το όνομά τους, της ξυπνούν νοσταλγία μιάς καρδιάς που ψάχνει αιώνια, την γοητεύουν και την απογοητεύουν, την βασανίζουν και την κάμνουν ευτυχισμένη…..», σ. 220. Και μια ορθή παρατήρηση παρακάτω, για αυτούς που αποκαλούν την Σαπφώ πρόστυχη Pierre Bayle, «Εκείνος που δεν περιορίζεται στην αισθητική απόλαυση αυτών των ποιημάτων νιώθει να γίνεται πιο καυτό σε κάθε βήμα το πρόβλημα των μορφών της ζωής που τα γέννησαν. Οι απαντήσεις ταλαντεύονται  από εκατονταετίες ανάμεσα σε ακρότητες…» σ. 222.

     Παρατηρήσεις που μας δηλώνουν ότι ανάλογα το ποιό μονοπάτι προσωπικής ερμηνείας επιλέγεις να ερευνήσεις και να ακολουθήσεις, εξάγεις και τα ανάλογα συμπεράσματα και χαρακτηρίζεις την ποιήτρια. Το αυτό ισχύει και για τον ποιητή, μεταφραστή και ανθολόγο Γιώργο Κ. Καραβασίλη, και στις επιλογές του, με τον εξαιρετικό και μπρίλιαν τίτλο του ανθολόγιού του.

8.  Ο ποιητής και μεταφραστής Σωτήρης Κακίσης, πέρα από το βιβλίο του ΣΑΠΦΩ, Τα Ποιήματα, που μετέφρασε και εξέδωσε από τις εκδόσεις Κέδρος 1979, κυκλοφόρησε και το βιβλίο του «ΜΙΚΡΑ ΛΥΡΙΚΑ» απ’ την αρχαία ελληνική ποίηση, εκλογή και απόδοση Σωτήρης Κακίσης, επιμέλεια Θεόδωρος Ιωαννίδης, εισαγωγή Ευγένιος Αρανίτσης, εκδ. Μπάμπης Μπαρμπουνάκης, Θεσσαλονίκη 1979. Στις σελίδες 140-141, μεταφράζονται ποιήματα της ποίητριας:

     έρος δ’ ετίναξε μοι

     φρένας, ως άνεμος κατ’ όρος δρύσιν εμπέτων

Σαν άνεμος μου τίναξε ο έρωτας την σκέψη

πού στο βουνό με δύναμη βελανιδιές λυγάει.

--

κατθάνοισα δε κείσηι ουδέ ποτα μναμοσύνα σέθεν

έσσετ’ ουδέ ποκ’ ύστερον΄ού γαρ πεδέχηις βρόδων

των εκ Πιερίας΄αλλ’ αφάνης κάν Αίδα δόμωι

φοιτάσηις πεδ’ αμαύρων νεκύων εκπεποταμένα

και θα πεθάνεις’ κι ύστερα θα σε ξεχάσουν όλοι΄

κανένα τριαντάφυλλο από την Πιερία

ποτέ σου δε σε στόλισε’ χλωμή θα τριγυρίζεις

στον Άδη μέσα, άγνωστη, μες στων νεκρών το πλήθος.

--

Ό μέν κάλος όσσον ίδην πέλεται κάλος’

Ό δε κάγαθος αύτικα κύστερον έσσεται

Ο όμορφος είναι όμορφος όσο κοντά σου είναι

μα ο καλός είναι καλός και τότε και κατόπι.

--

ήλθες κάλ’ επόησας, έγω δε σ’ εμαιόμαν,

όν δ’ έψυξας έμαν φρένα καιομέναν πόθωι

ήρθες, καλά που έκανες, που τόσο σε ζητούσα,

δρόσισες την ψυχούλα μου που έκαιγε ο πόθος

--

      πόδας δε

ποίκιλος μάσλης εκάλυπτε, Λύδι-

    ον κάλον έργον

και φόρεμα πολύχρωμο της σκέπαζε τα πόδια,

υφασματάκι όμορφο, φερμένο απ’ τη Λυδία

9. ΑΡΙΣΤΟΞΕΝΟΣ Δ. ΣΚΙΑΔΑΣ, ΑΡΧΑΪΚΟΣ ΛΥΡΙΣΜΟΣ, τόμος 2ος, Αλκμάν, Σαπφώ, Αλκαίος, Στησίχορος, Ίβυκος, Ανακρέων, Σιμωνίδης, Κόριννα. Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1981,  ΣΑΠΦΩ, σελίδες 94-226.

     Οι εργασίες του παλαιού δασκάλου Αριστόξενου Δ. Σκιαδά, διακρίνονται για την επιστημονική τους επιστημοσύνη, για την τεκμηρίωση των επιχειρημάτων του, για την αυστηρότητα των επιλογών του, για την αναφορά και χρήση των πλέον σύγχρονων πηγών της εποχής του σε ελληνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο, στην σοβαρή ματιά του, την σφιχτή γραφή του, την εξειδίκευση των επιχειρηματικών του προσεγγίσεων, την δομή του λόγου του. Τα κείμενα του Αριστόξενου Δ. Σκιαδά διαθέτουν το ιδιαίτερο ύφος γραφής τους συγγραφέα τους, είναι ασφαλώς κείμενα επιστημονικού ενδιαφέροντος, για ειδικούς κλασικούς φιλολόγους και μάλλον, όχι για το μεγάλο ευρύ κοινό. Αυτό όμως, δεν εμποδίζει ένα απλό φιλότεχνο αναγνώστη με λίγη περισσότερη προσπάθεια και κόπο να τα πλησιάσει, να τα προσεγγίσει με σχετική άνεση, ή ελεγχόμενη δυσκολία, και να του γίνουν αφορμή ώστε, να αναζητήσει από την πλευρά του να αυγατίσει το σακίδιο των πληροφοριών του πάνω στο θέμα που εξετάζει. Η πυκνότητα του κειμένου, καμιά φορά σε κάνει να νιώσεις λιγάκι άβολα, (φανερώνει την δική σου αναγνωστική ενημερότητα ) αλλά με μια δεύτερη ανάγνωση και ίσως και τρίτη και με την συγκέντρωση των ανάλογων σημειώσεων και στοιχείων οι δυσκολίες ξεπερνιούνται και η ικανοποίηση είναι δεδομένη. Το ίδιο συμβαίνει και στο δίτομο έργο του «Αρχαϊκός Λυρισμός» ένα έργο που στάθηκε σταθμός όταν πρωτοεκδόθηκε, διαβάστηκε και χρησιμοποιήθηκε από φιλολόγους και μεταφραστές της αρχαίας ποίησης και έδωσε την ευκαιρία σε νεότερους επιστήμονες να δοκιμάσουν τις δικές τους σύγχρονες δυνάμεις σπουδής πάνω στο διαρκώς εμπλουτιζόμενο πρόβλημα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας , του Αρχαίου Λυρισμού ευρύτερα. Ασφαλώς υπήρχε η παλαιότερη εργασία-μεταξύ άλλων-του Ηλία Π. Βουτιερίδη, «Αρχαίοι Έλληνες Λυρικοί», εκδόσεις Δημ. Ν. Παπαδήμα, γ΄ έκδοση, που πληρεί με επάρκεια τις ανάγκες της εποχής της πρωτοδημοσίευσής του.  Η εργασία όμως του Σκιαδά, θέτει το διαρκώς ανανεούμενο ζήτημα σε νέα προσέγγιση. Το βλέμμα του Αριστόξενου Δ. Σκιαδά, όπως και το βιβλίο του Γιάννη Κορδάτου, καθώς και του πρώτου έλληνα εθνολόγου Παναγή Λεκατσά, είναι κοινωνιολογικό. Είναι «φορτωμένο» με τις επιστημονικές αρχές της κοινωνιολογίας, μιάς νέας επιστήμης που εισήχθη στην ελλάδα αν δεν λαθεύω από τον πανεπιστημιακό, φιλόσοφο και πολιτικό Παναγιώτη Κανελλόπουλο. Κάτω από αυτήν την επιστημονική ομπρέλα εξετάζεται ή ορθότερα, διερευνάται η όποιες ιδιαίτερες σχέσεις της λέσβιας λυρικής ποιήτριας Σαπφώς, με τις μαθήτριές της και φιλενάδες της. Τις προσωπικές σχέσεις που αναπτύσσει μαζί τους, τα αισθήματα και συναισθήματα που καλλιεργούνται ανάμεσα στις κοπέλες μαθήτριες και εκπαιδευόμενες για έναν καλό γάμο, την διατήρηση ενός καλού σπιτικού, την ισορροπημένη οικογενειακή ζωή και γαμήλια ζωή της.

Γράφει ο Σκιαδάς, σελ. 99:

«Ξέρομε, πώς δεν είχε μόνον η Σαπφώ ένα κύκλο κοριτσιών γύρω της, αλλά ότι υπήρχαν και άλλες καλλιεργημένες γυναίκες με την ίδια δραστηριότητα και που χαρακτηρίζονται ως «αντίτεχνοι» της Σαπφώς: Γοργώ, Ανδρομέδα. Πίσω από τις αντιθέσεις αυτές, κρύβεται, βέβαια, μια κοινωνική δομή και μια συγκεκριμένη κοινωνιολογική ερμηνεία, αφού όλες αυτές οι «δασκάλες» ανήκαν ουσιαστικά σε ανώτερες κοινωνικές τάξεις.

     Το πρόβλημα της σχέσεως Σαπφούς και κοριτσιών πρέπει να αντιμετωπίζεται και να κρίνεται ουσιαστικά όχι με βάση τις διάφορες (συχνά ανεύθυνες και αναξιόπιστες) πληροφορίες, αλλά με βάση το έργο της ποιήτριας. Βέβαια, πολλοί θεωρούν ευκολώτερο-και, ίσως, πιο εντυπωσιακό και «μοντέρνο»-το να αναζητούν και να προβάλλουν τις υπερβολές, παρά να ερμηνεύουν αντικειμενικά και με προσοχή τις διάφορες αναφορές, πού γίνονται στους στίχους της ποιήτριας. Ας μην ξεχνούμε, ότι όλα σχεδόν, όσα ξέρομε, εμπλέκονται συχνά με ύποπτες πληροφορίες και με τους υπαινιγμούς της κωμωδίας. Βιογραφικές πηγές βέβαια (βλ. το παπυρικό κείμενο) μνημονεύουν-και μερικοί σκανδαλοθήρες προβάλλουν έντονα-την μομφή, ότι η Σαπφώ ήταν «γυναικεράστρια». Λησμονείται όμως η βάση του προβλήματος: ότι δηλ. μια ποίηση-σαν την ποίηση της Σαπφούς, που αναφέρεται σε σχέση γυναικών, σε συμβίωση και συμμετοχή στα ωραία, και παρουσιάζει επιθαλάμια και άλλα ποιήματα για κορίτσια πού παντρεύονται –είναι φυσικό να παρερμηνευθεί κάποτε. Και είναι ευνόητο. Η ίδια, όμως, η ποίηση της Σαπφώς-όπως μας σώθηκε-μας δείχνει καθαρά την εσωτερική σχέση, που συνδέει την ποιήτρια με τις «μαθήτριες» και τις «φίλες» της, τη συγκίνηση για τη συμβίωση και την ομορφιά της, τον πόνο και τον χωρισμό και την έντονη μνήμη για τα ωραία, που ανήκουν σε ένα γοητευτικό παρελθόν. Στα ποιήματά της διαπιστώνουμε την αγωνία και τον αγώνα της για κάθε μια από αυτές τις κοπέλες και το δέσιμο μαζί τους……».

     Ο ανθολόγος Γιώργος Κ. Καραβασίλης, περιλαμβάνει πέντε γυναικείες λυρικές φωνές, Στο πέμπτο αυτό σημείωμα για την Σαπφώ, ο πειρασμός ήταν μεγάλος να ξεστρατίσω και να απλωθώ σε πληροφορίες που έχουν να κάνουν με την γυναικεία σεξουαλικότητα και ιδιαίτερα την ερωτική και σωματική αυτοδιάθεση του γυναικείου σώματος και της διαχείρισής του. Επέλεξα να το αποφύγω και να επικεντρωθώ στην ποιητική μαγεία της αρχαίας ποιήτριας και κατ’ επέκταση, και των άλλων γυναικείων ποιητικών φωνών που περιλαμβάνει ο ανθολόγος. Τα ποιήματα είναι εκείνα που με συγκινούν πρώτα, αυτή η αίσθηση της γυναικείας ματιάς πάνω στα πράγματά, η γυναικεία αφή του βλέμματος και του λόγου, και όχι η θεματική, το ποιητικό μοτίβο, που δεν το παραγνωρίζω, μια και εμφορούμαι από τα ίδια ερωτικά πάθη προς το αντρικό φύλο, για να μην σφυρίζω, τάχαμα μου, αδιάφορα. Το θέμα είναι ο ποιητικός λόγος και η ευχαρίστησή του, η επικοινωνία μας μαζί του, το άνοιγμα μιάς δημιουργικής και εποικοδομητικής συνομιλίας μετά από δύο και πάνω χιλιετίας ελληνικής ιστορία και παράδοσης, και κατόπιν το αν αληθεύει ο λόγος της Σαπφώς στα προσωπικά της βιώματα ή αν προσομοιάζουν με τα δικά μου, σαν αναγνώστης- ες. Εξάλλου, η εργασία μου για την ποιήτρια Μυρτιώτισσα και η εισαγωγή μου ξεκαθαρίζει την θέση που ακολουθώ. Γιαυτό και παρότι παλαιότερα είχα διαβάσει την συλλογή «Κρεμάλα» Αθήνα 1964 της ποιήτριας Σπαθοπούλου που χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο Σαπφώ, δεν επεκτάθηκα σε αναφορές στο έργο της ή των υπολοίπων. Ούτε αντέγραψα το ωραίο ποίημα του Ράινερ Μαρία Ρίλκε για την Σαπφώ. Προτιμώ να συνδυάσω το ποίημα «Η Παναγιά των Εσπερινών λουλουδιών» της αμερικανίδας ποιήτριας Amy Lowell, με συγκινητικές ποιητικές μονάδες της θρησκευτικής φωνής του Ράινερ Μαρία Ρίλκε. Όσο για τις «Δίδυμες Αμαζόνες» της νεαρής ποιήτριας Όλγας Μπρούμας, η άγνοιά μου είναι ανάλογη, με τις περιπτώσεις πολλών αντρικών ομοφυλόφιλων ποιητικών φωνών. Να θυμίσω μόνο ότι ποιητικές συλλογές της Αγγλίδας ποιήτριας Τζόϋς Μανσούρ, Αγγλία 25/7/1928-Γαλία 27/8/1986, έχει αποδώσεις στα ελληνικά ο σουρρεαλιστής πειραιώτης ποιητής Έκτωρ Κακναβάτος, βλέπε ποιήματα «ΕΡΩΤΙΚΑ» εκδόσεις Κείμενα Μάρτης 1978, και «ΟΡΝΙΑ» από τον ίδιο εκδοτικό οίκο 1987. Ποιήματά της έχουν κυκλοφορήσει οι εκδόσεις Άγρα και οι εκδόσεις Ύψιλον. Η δε ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγεβα είναι γνωστή και αγαπητή στην ελλάδα της οποίας έχουν μεταφραστεί βιβλία της. Όσον αφορά τις ποιητικές φωνές από την Κίνα, αξεπέραστη ακόμα και σήμερα οι μεταφράσεις Κινέζικης ποίησης της ποιήτριας Αμαλίας Τσακνιά.  

      Μεταξύ Αυγούστου 1922- και Αυγούστου 2021

Η φωτιά και η καπνιά, ο καύσων, η πυρακτωμένη στάχτη και η λαύρα, απλώνεται σαν εφιαλτική σκοτεινή ομίχλη πάνω από την σκλαβωμένη ακόμα χώρα. Παρά τις τσιρκοειδείς επετειακές εκδηλώσεις για την αποκατάσταση της δημοκρατίας, και τις μεγαλαυχίες του εορτασμού της εθνικής μας παλιγγενεσίας. Η Ελληνική Τραγωδία συνεχίζεται. Μία ελάχιστη πολιτική κίνηση με κοινωνικό και ανθρωπιστικό πρόσωπο εκ μέρους του συνόλου του πολιτικού συστήματος της χώρας μας, (κυβέρνησης και σύσσωμης της δημοκρατικής και προοδευτικής αντιπολίτευσης) θα ήταν, για τα λάθη και τις παραλήψεις τους των περασμένων δεκαετιών, την έλλειψη πρόσληψης και οργάνωσης του κρατικού μηχανισμού σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης (δυστυχώς επαναλαμβανόμενης ανάγκης της δασικής μας προστασίας) που διοικήσατε, την κυβερνητική ανοργανωσιά και την υποστελέχωση των δομών, και άλλες συναφή αβελτηρίες και αλαλούμ, η μέχρι του τέλους της εξάντλησης της κοινοβουλευτικής τετραετίας της παρούσας κυβέρνησης και την προκήρυξη των επόμενων εκλογών, η αναστολή της χρηματοδότησης όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων της Βουλής από τον κρατικό κορβανά. Και η προσφορά των χρημάτων (με διακομματικό έλεγχο)  στους χιλιάδες πυρόπληκτους και τις οικογένειές τους ανά την Ελλάδα. Αρκεί, ή μήπως όχι ο μισθός του έλληνα βουλευτή να ζήσει τον ίδιο και την οικογένειά του; ή μήπως είναι λανθασμένη η πολιτική αυτή σκέψη ενός μεροκαματιάρη έλληνος φορολογούμενου; Δεν θα ήταν η κίνηση αυτή μια πράξη αλληλεγγύης, συμπαράστασης, σύμπνοιας, ενότητας και εθνικής προσφοράς εκ μέρους των ελληνικών κομμάτων απέναντι στους Έλληνες και τις Ελληνίδες φορολογούμενους; Ή λαθεύω; Μια και μας λέτε συνέχεια ότι πρέπει να είμαστε ενεργοί πολιτικά πολίτες, και όχι λαπάδες τηλεορασάκηδες, επί του καναπέως . Θαυμάζουμε και σεβόμαστε τους αγώνες των πυροσβεστών και των άλλων παραγόντων, καθώς και το συνεχές προσωπικό τρέξιμο του υφυπουργού προστασίας του πολίτη. Τεράστιες σωματικές και ψυχικές αντοχές για έναν πολιτικό, σε όποια παράταξη και αν ανήκε. Υπεύθυνος και εργασιομανής, σπάνιο είδος για έλληνα πολιτικό. Και προπάντων ψύχραιμος.

Και κάτι με θλίψη και πίκρα. Ο νυν πρωθυπουργός από την Κρήτη, και το κυβερνητικό του επιτελείο, πέρα από τον πολιτικό και κομματικό χώρο στον οποίο ανήκει και εκπροσωπεί, προσπαθεί να εκσυγχρονίσει αυτήν την ρημαδιασμένη πατρίδα, με τα όποια κυβερνητικά του λάθη και τακτικές, μέσα στην τετραετία που κυβερνητικά του αναλογεί. Και τι βλέπουμε, η γκαντεμιά της προσωπικής του Μοίρας να βάζει τροχοπέδη στην καλυτέρευση των κοινωνικών συνθηκών συνόλου των Ελλήνων. Η σκληρή Μοίρα του Ανθρώπου, η παράδοξη Μοίρα της Ελλάδας που θα μας έλεγε από τα βάθη του χρόνου η φωνή του ΑΙΣΧΥΛΟΥ.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

  

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου