Ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος μεταφράζει ΣΑΠΦΩ
ή η «ιδιωτική» υπόθεση του αρχαίου
λόγου
Δίοι, μη νεμεσάτε μεθερμηνεύσιν, αοιδοί,
παύροις γάρ συνετή μολπή απ’ Ηλυσίου
Ελάχιστα προλογικά
Μέσα στο κλίμα των πολύχρονων προσωπικών μου Σαπφικών αναγνώσεων και ενδεικτικών ερευνών-σπουδών- αν επιτρέπεται να χρησιμοποιήσει τον όρο αυτόν ένας ερασιτέχνης ερευνητής-και διαβάζοντας εξακολουθητικά τα «άνθη της ερωτικής ευλαβείας» του Αρχαίου Ποιητικού Λόγου, αναζητώ μεταφράσεις, αποδόσεις, μεταγραφές ή δεύτερες γραφές, για να θυμηθούμε και τα δύο ποιητικά μας νόμπελ (Γιώργο Σεφέρη, Οδυσσέα Ελύτη) οι οποίες απέδωσαν στα νέα ελληνικά το ποιητικό έργο της αρχαίας ποιήτριας Σαπφώς από την Λέσβο. Όπως όλοι μας γνωρίζουμε είναι ελάχιστες, μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού οι αυτόνομες εκδόσεις των ποιητικών σπαραγμάτων της Σαπφούς που κυκλοφόρησαν στο εμπόριο. Τις έχω αναφέρει στα προηγούμενα δύο σημειώματα για την ποιήτρια. Αντίθετα, υπερτερούν οι νεοελληνικές μεταφράσεις ελλήνων ποιητών, φιλολόγων, ερευνητών, επιστημόνων, μεταφραστών-τις τελευταίες δεκαετίες- που ασχολήθηκαν συστηματικά και με την ανάλογη μεταφραστική επιτυχία με την Αρχαία Λυρική Ποίηση ή των διασωθέντων βιβλίων της Παλατίνης Ανθολογίας, και των εκατοντάδων ποιητικών φωνών της αρχαιότητας που μας διασώθηκε με τον έναν ή τον άλλον τρόπο ο ποιητικός τους λόγος, η συγγραφική τους προσφορά. Να αναφέρουμε ενδεικτικά τον Θεσσαλονικιό συγγραφέα Γιώργο Ιωάννου, μετέφρασε το 10 βιβλίο της παλατινής ανθολογίας, την «Μούσα Παιδική», εκδ. Κέδρος 1979, τον αντιστασιακό ποιητή και πρώην δήμαρχο Υμηττού, επιστήμονα Ανδρέα Λεντάκη, μαθητή του Π. Γ. Λεκατσά, δες μεταξύ άλλων το βιβλίο του «Παλατινή Ανθολογία» α΄ έκδοση 1972. Τον άοκνο Κώστα Τοπούζη και τις μεταφραστικές του εργασίες πάνω στους αρχαίους ποιητές που εκδόθηκαν σε διάφορους τόμους από τις εκδόσεις Επικαιρότητα το 1997, νούμερο 1,2,3,6 κ. ά., και φυσικά το νούμερο 5/1997 της σειράς που μεταφράζει ΣΑΠΦΩ. Τους δύο τόμους Λυρικοί Ποιητές ν. 522 και 1206/2002 των εκδόσεων Κάκτος του εκδότη Οδυσσέα Χατζόπουλου. Οφείλουμε να μνημονεύσουμε τον πειραιώτη φιλόλογο και μεταφραστή του Πάουντ και της αγγλίδας ποιήτριας Ήντιθ Σίτγουελ, Ηλία Κυζηράκο και το βιβλίο του «ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΛΑΤΙΝΗ ΑΝΘΟΛΟΛΟΓΙΑ» εκδ. Το Ελληνικό Βιβλίο 1962. (μεταφράζονται 46 εν συνόλω ποιητές, η ποιήτρια Ήριννα, η Ανύτη η Τεγεάτισσα αλλά όχι η Σαπφώ), ακόμα τον τόμο «ΣΤΕΦΑΝΟΣ» του Σίμου Μενάρδου, εκδ. Δίφρος 1971, (περιλαμβάνει και την Ψάπφα). Το βιβλίο «Ερωτικά» από την Παλατινή του ποιητή Κώστα Θρακιώτη, εκδ. Ρώσση 1980. Την «Μούσα Παιδεραστική» του Στράτωνος Σαρδιανού, σε μετάφραση Δημήτρη Σταμούλη, εκδ. Δελφίνι 1993. Του εργασιομανή και γερμανομαθούς Κορίνθιου Βασίλη Λαζανά και των δέκα βιβλίων του με μεταφράσεις αρχαίων ελληνικών επιγραμμάτων, που κυκλοφόρησαν από τον εκδοτικό οίκο του Στρατή Φιλιππότη 1986, του Δημητρίου Παπαδήμα 1989-1993, τις εκδόσεις Καλέντη 1988 κλπ. Να αναφέρουμε το «ΕΡΩΤΙΚΟ ΑΙΓΑΙΟ» με ποιήματα του Αρχίλοχου, της ΣΑΠΦΩΣ, του Αλκαίου, του Ανακρέοντα» σε μετάφραση Νίκου Μουλακάκη εκδ. Gutenberg 1986. Οι σελίδες 36-65 αφιερώνονται στην Λεσβία ποιήτρια. Τον φιλόλογο Νίκο Χ. Χουρμουζιάδη και την εξαιρετική του εργασία, «Ερωτικά Επιγράμματα», δες εκδ. στιγμή 1999. Τον συγγραφέα μεταφραστή και ανθολόγο Σωκράτη Λ. Σκαρτσή, και το βιβλίο του «Αρχαία Ελληνική Ερωτική Ποίηση», εκδ. Καστανιώτη 1994. Οι σελίδες 72-87 είναι αφιερωμένες σε μεταφράσεις ποιημάτων της Σαπφούς. Τον κριτικό και συγγραφέα, μεταφραστή Παντελή Μπουκάλα που μας έχει προσφέρει εξαιρετικές μεταφραστικές εργασίες και σχόλια πάνω σε αρχαίους ποιητές, δες «Επιτάφιος Λόγος» και «Βίωνος Επιτάφιος Αδώνιδος», «Συμποτικά Επιγράμματα» εκδ. Άγρα 1999 και 1991, 2009 αντίστοιχα. Τον μυθιστοριογράφο, ερευνητή και μεταφραστή Σπύρο Καρυδάκη, του οποίου το επιστημονικό σύγγραμμα «καυτό μέλι» είναι ότι πληρέστερο έχει δημοσιευθεί μέχρι σήμερα στα ελληνικά δεδομένα πάνω στο είδος και το θέμα που διαπραγματεύεται με πολύ καλές μεταφράσεις αρχαίων κειμένων. Έχουμε ακόμα, τις μεταφραστικές πολύτομες εργασίες του παλαιότερου ποιητή και ανθολόγου Άρη Δικταίου, του πανεπιστημιακού Γιώργη Γιατρωμανωλάκη, έχει μεταφράσει την ΕΥΡΩΠΗ του Μόσχου, βλέπε εκδ. Καρδαμίτσα 1993, τις μεταφράσεις του Ιωάννη Καζάζη, του Γιάννη Τζανή, του Στέφανου Κουμανούδη, του Ιωάννη Αχ. Μπάρμπα, «ΛΥΡΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ», εκδ. Ζήτρος 2000 (μεταφράζει Αλκαίο και Αρχίλοχο αλλά όχι Σαπφώ) και ορισμένων άλλων για να μην επεκταθούμε περισσότερο. Και φυσικά, άφησα τελευταίες τις σημαντικές μεταφραστικές και σχολιαστικές και λεπτομερείς εργασίες του ποιητή, μεταφραστή, αναστηλωτή και δοκιμιογράφου Γιάννη Δάλλα, του οποίου οι μεταφραστικές προσεγγίσεις και ερμηνείες, είναι μάλλον-δίχως να έχω τις δάφνες του ειδικού-οι αρτιότερες και «πληρέστερες», οι πλέον εμπεριστατωμένες εργασίες πάνω στον αρχαίο ποιητικό λόγο, την Λυρική Έκφραση. Βλέπε τους τόμους: ΧΟΡΙΚΟΛΥΡΙΚΟΙ τ. Α΄/2003, ΜΕΛΙΚΟΙ-Η ΑΙΟΛΙΚΗ ΚΑΙ Η ΙΩΝΙΚΗ ΜΟΝΟΔΙΑ τ. Β΄,/2004. (περιλαμβάνεται η ΣΑΠΦΩ), ΕΛΕΓΕΙΑΚΟΙ τ. Γ΄,/2007, ΙΑΜΒΟΓΡΑΦΟΙ, τ. Δ΄/2007, μετάφραση με εισαγωγές και σχόλια Γιάννη Δάλλα. Και οι τέσσερεις τόμοι εκδόθηκαν από τις εκδόσεις Άγρα. Μέσα σε αυτό το γενικό και διαχρονικό πλαίσιο αναφορών και πληροφοριών, μεταφραστικών προσεγγίσεων, θεωρώ ότι οφείλουμε να εντάξουμε και τις μεταφράσεις του Θεσσαλονικιού ποιητή, δοκιμιογράφου, ερευνητή, αναστηλωτή παλαιών συγγραφικών και εκδοτικών κληροδοτημάτων της συμπρωτεύουσας, του Ντίνου Χριστιανόπουλου. Όπως πράξαμε και με τις μεταφράσεις νεότερων σε ηλικία ποιητών (βλέπε Χάρη Βλαβιανό) και ποιητριών που ασχολήθηκαν με μεράκι και αγάπη, άδολο ενδιαφέρον, φροντίδα με την ερωτική ποιήτρια ΣΑΠΦΩ. Να επισημάνουμε ότι, όπως η μετάφραση της ποιήτριας Τασούλας Καραγεωργίου είναι η καλύτερη κατά την γνώμη μας προσέγγιση της ποίησής της στον σύγχρονο ελληνικό λόγο, στην κοινωνία ημών των νεότερων αναγνωστών με το έργο της, το ξεκίνημα μιας συνομιλίας μας μαζί της, η μετάφραση του ποιητή και εκδότη του περιοδικού «Δοκιμασία» Γιάννη Δάλλα είναι η ακριβέστερη και γλωσσικά δουλεμένη πάνω στα σπαράγματα της ποίησης της ΨΑΠΦΑΣ από την πλευρά του αντρικού βλέμματος και γλωσσικής προσέγγισης. Δεν θέλω να θέσω διαχωριστικές γραμμές ούτε του φύλου ούτε των γλωσσικών φιλοδοξιών, απλά σχηματικά, διαχωρίζω το αντρικό από το γυναικείο βλέμμα και αισθαντικότητα που, ούτως ή άλλως, οι νόμοι της φύσης έχουν καθορίσει. Το σίγουρο είναι πάντως, ότι και οι δύο μεταφραστικές εκδοχές, της ποιήτριας Τασούλας Καραγεωργίου και του ποιητή Γιάννη Δάλλα πληρούν τις προϋποθέσεις εκείνες και με το παραπάνω, ώστε να μιλάμε για μία αυτόνομη έκδοση και μια συμμετοχή (της Σαπφούς), από τις καλύτερες και πλέον άρτιες στο πλησίασμα στο έργο της αρχαίας λυρικής φωνής, που ευτύχησε η γενιά μας να γνωρίσει, διαβάσει και να απολαύσει. Αν κάθε εποχή έχει τον δικό της μεταφραστικό εκπρόσωπο, (αν το δεχθούμε σαν υπόθεση εργασίας) τότε η εποχή μας ευτύχησε να έχει δύο μεταφραστικούς σύγχρονους αντιπροσώπους του αρχαίου ποιητικού λόγου, προερχόμενοι μάλιστα, και από τα δύο ποιητικά φύλα.
Αν προσπεράσουμε για λίγο τις δεκάδες μελέτες και άρθρα που έχουν γραφτεί για την Σαπφώ, τις αυτόνομες εκδόσεις μεταφράσεών της-που καταγράψαμε, στα προηγούμενα δύο σημειώματα-θα δούμε ότι υπάρχουν αρκετές ακόμα ποιητικές και συγγραφικές φωνές οι οποίες μετέφρασαν ή απέδωσαν ή έγραψαν ποιήματα για την Δέκατη Μούσα, ή συμπεριέλαβαν στις συλλογές του ποιήματα αφιερωμένα σε εκείνη. Την μία και μοναδική. Να μνημονεύσουμε το ποίημα αφιερωμένο στην Σαπφώ του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου. Βλέπε εφ. Ελευθεροτυπία 11/11/1993. Να μνημονεύσουμε τα Τρία ποιήματα της Σαπφούς που δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Αμφί τχ. 3-4/ Φθινόπωρο- Χειμώνας 1979, σε μτφ. Κ. Λ. σ. 42-43. Να μνημονεύσουμε τα «Εννέα μεταφράσματα» της ΣΑΠΦΩΣ του πανεπιστημιακού και δοκιμιογράφου Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη, βλέπε περιοδικό ΠΟΙΗΣΗ τχ. 9/1997, σ. 3-7. Τα «Εννέα μεταφράσματα» του κυρού καθηγητή Δημήτρη Μαρωνίτη, είναι προσωπικές του ρήσεις και κατασταλάγματα μεταφραστικών του εμπειριών. «Α Ποθώ και ορέγομαι». «Γ. Ο Έρωτας ξανά, που παραλύει το κορμί του ανθρώπου, σύγκορμη με δονεί- εκείνο το γλυκόπικρο, διαβολικό ερπετό». Στο ΙΔΙΩΤΙΚΑ νούμερο 7 γράφει: «Η μετάφραση-συνήθως πράξη ανακομιδής-χρειάζεται πολλά χέρια να τη σηκώσουν. Στα σπαράγματα της Σαπφώς, που μεταγράφονται εδώ, υπόκειται και ο μεταφραστικός μόχθος της Νατάσας Πεπονή. Εγώ ανέλαβα εξ υστέρου, για λόγους καθαρά προσωπικούς, να καθαρίσω τη βραχνή ακοή μου. Προσηλωμένος σ’ εκείνην την ανεπανάληπτη αρχαϊκή φωνή που τραγούδησε τον ιδιωτικό πόνο, για να μην μας τυφλώνει ανέκφραστος. Γιατί στη Λέσβο η Σαπφώ πρόλαβε κι έγινε ο αντίπους του Οιδίποδα». Στο τεύχος 16/Φθινόπωρο 2000, σελ. 164-171, του ίδιου περιοδικού, η ποιήτρια Τασούλα Καραγεωργίου πρωτοδημοσιεύει, την «Ωδή στην Αφροδίτη» της Σαπφούς. Να προσθέσουμε τα «Δέκα Ερωτικά Αποσπάσματα» της Σαπφούς σε απόδοση του ποιητή και εκδότη του περιοδικού «Επτανησιακά Φύλλα» Διονύση Σέρρα, στο περιοδικό Ελλέβορος τχ. 6-7/Καλοκαίρι 1990, σ. 118-119. Την Ωδή στην Σαπφώ του Μιχάλη Στεφανίδη, περ. Νέα Εστία τχ. 391/15-9-1943, σ.1138. Τις μεταφράσεις Σαπφικών ποιητικών μονάδων του Κ. Αθ. Κωνσταντινίδη-Ξενάκη, βλέπε περιοδικό «Πειραϊκά Γράμματα» τχ. 1/1,1943, σ. 35. Τις ανέκδοτες μεταφράσεις των «Σαπφικών Τραγουδιών» σ. 1697-1698, του Δημητρίου Γρ. Βερναρδάκη, στο περιοδικό Νέα Εστία τχ. 946/1-12-1966΄, καθώς και του ιδίου μτφ. «Κάτθανοίσα κείσεαι…» περιοδικό Ο Νουμάς τχ. 781/ 3,4,1924, σ. 108. Σαπφώ και Ανακρέοντα μεταξύ άλλων αρχαίων ποιητών μετέφρασε και ο θεατρικός συγγραφέας Αντώνιος Μάτεσης (1794-1875). (Η πληροφορία από Μιχάλης Νικολιδάκης, ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΑ, εκδ. Κ. Γ. Παπαγεωργίου-Ηράκλειο Κρήτης 1989). Την «Ωδή της Σαπφώς στην Ήρα» σ. 1263-1264 του Άγγελου Δόξα. Δες Νέα Εστία τχ. 393/15-10-1943 και τχ. 391/15-9-1943, σ. 1139. Το ποίημα ΣΑΠΦΩ του ποιητή Βασίλη Σκυλακάκη στην συλλογή του «Εφηβεία» εκδ. Μαυρίδης 1949. Της ποιήτριας Ελένης Πατρικίου στην συλλογή της «Μυθολογικές διαδρομές» Καστανιώτη 1981, σ.69. Την συλλογή «Ο ανθισμένος δρόμος» του Στέφανου Δάφνη, Αθήνα 1911, σ. 11. Το γνωστό ποίημα του Ιωάννη Ν. Γρυπάρη, από την συλλογή του «Σκαραβαίοι και Τερρακόττες» σ. 80, εκδ. Ίνδικτος 2002. Τα ποιήματα «Το τελευταίο τραγούδι της Σαπφώς» σ. 121 και «Ψάπφα» σ. 180. Της ποιήτριας Ζωής Καρέλλη, βλέπε τον τόμο Β΄, «Ποιήματα», εκδ. Οι Εκδόσεις Των Φίλων 1994. Ωραία και καλογραμμένα είναι και τα ποιήματα «Σαπφικόν Επιτύμβιον» του Τάκη Μπαρλά, δες «Τα Ποιήματα» Αθήνα 1967, το ποίημα ΣΑΠΦΩ της Λιλής Ιακωβίδη-Πατρικίου, στα «Σαράντα Τραγούδια» της, σ. 63-64, εκδ. Κύκλος 1934. Την «Ωδή στην Σαπφώ», σ. 163-164 της ποιήτριας Ρίτας Μπούμη-Παππά, βλέπε «Άπαντα» τόμος 3ος, εκδ. Καρανάση 1981. Την ΣΑΠΦΩ του Κώστα Λάχα, σ. 248, στο Νίκος Γρηγοριάδης-Χρ. Τουμανίδης, Λύρα του Πόντου εκδ. Κώδικας 2003. Την ΣΑΠΦΩ του Στέφανου Μπαλή, σελ. 26-28, στην συλλογή «λυρικά Ουρανογραφήματα», εκδ. Νησίδες 2003. Την αναφορά στην Σαπφώ, στα Ποιήματα της Ιωάννας Τσάτσου, εκδ. Ίκαρος 1977/1988, σ. 179, 181. Της πεζογράφου Κατίνας Παππάς, «Από τη Σαπφώ» βλέπε «ΠΟΙΗΜΑΤΑ» εκδ. Δίφρος 1963, σ. 36. Την αναφορά και πάλι στην Σαπφώ, στο ποίημα «Στη Σίφνο του Γρυπάρη», σ. 416, περιοδικό Αιολικά Γράμματα τχ. 5/9,10,1971. Το ποίημα «Γυναίκα» σ. 309-310 της Άννας Παπασάββα-Ντούσια, βλέπε Γεωργίου Γιόση, «Νεοελληνική Λογοτεχνική Ανθολογία» τόμος Β΄, Αθήνα 1980. Τις Σαπφικές Στροφές III, IV, II, σ. 17-18, στον τόμο «Ερωτική Ποιητική Ανθολογία», σε επιμέλεια Πάνου Π. Παναγιωτούνη, εκδ. Δωδέκατη Ώρα 1969. Το «Άσμα Σαπφικόν», Είς την Μετάστσιν της Παρθενομήτορος Μαρίας, σ. 490-491, στα Άνθη Ευλαβείας. Βλέπε Νίκος Τυπάλδος, «Ανθολογία Νεοελληνικού Χριστιανικού Ποιητικού λόγου από το Σολωμό έως το 1973. Εκδ. Αποστολική Διακονία 1974. Το ποίημα «Η Σαπφώ στη Σπάρτη», σ. 351 του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, περιοδικό Η Λέξη τχ. 163/5,7,2001. Την «ΣΑΠΦΩ Α΄,» της ποιήτριας Καλλιόπης Πιερίου, στο περιοδικό Φιλολογική Πρωτοχρονιά τόμος 57/2000, σ. 328-329, Καθώς και μεταφρασμένα ποιήματα της Σαπφώς, στους τόμους 11/1954, από τον Λεωνίδα Πολυδεύκη σ. 281, και τόμο 30/1973, σ. 427-.
Όπως διαπιστώνουμε από την ενδεικτική αυτή αναφορά σε μεταφράσεις και αφιερώσεις για την Σαπφώ, από το 1824 που η γεννημένη στο Λιβόρνο της Ιταλίας Αγγελική Πάλλη συνέγραψε το λυρικό της δράμα «ΣΑΠΦΩ», και την τραγωδία «ΣΑΠΦΩ» του Δημητρίου Ο. Καλαποθάκη, βλέπε πηγή περ. Παναθήναια τόμος Α΄, /10,1900-3,1901, σ. 76 έως τον αμερικανό μοντερνιστή ποιητή Έζρα Πάουντ που ένταξε αρμονικά μέσα στα Κάντος του ποιήματά της και ως την ρωσίδα ποιήτρια Μαρίνα Τσβετάγιεβα, που συνέθεσε ποίημα για την λυρική ελληνίδα ποιήτρια, ο δρόμος υπήρξε γόνιμος στα της ποιητικής περιπέτειας της Σαπφούς. Είχε αρχή, είχε μέση και έχει συνέχεια……
«…ώ φιλάγρυπνος εμοί πόθος….»
Μελέαγρος
Διαβάσαμε για πρώτη φορά μεταφρασμένα ποιήματα της Σαπφούς από τον ποιητή Ντίνο Χριστιανόπουλο στο περιοδικό που εξέδιδε την «Διαγώνιος» του 1958, στις σελίδες 5-6. Δεκαετίες αργότερα σε ένα λιλιπούτειο με καρφίτσα μικρού μεγέθους βιβλιαράκι, που κυκλοφόρησε από «το ΟΚΤΑΣΕΛΙΔΟ του Μπιλιέτου» νούμερο 2, εκδ. Παιανία, Ιούλιος-Σεπτέμβριος 1994, βλέπουμε και πάλι τις μεταφράσεις του Ντίνου Χριστιανόπουλου για τα «ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΥΡΙΚΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ» να εκδίδονται και να δίνονται στο εμπόριο του ποιητή Κωνσταντίνου Δημητριάδη (20/3/1931-11/8/2020), όπως ήταν το πραγματικό όνομα του ποιητή. Το βιβλιαράκι κόστιζε 312 παλαιές δραχμές, την ευθύνη της έκδοσης είχε ο Βασίλης Δημητράκος ενώ την καλλιτεχνική επιμέλεια ο Γιάννης Δημητράκης και περιελάμβανε τους εξής Αρχαίους Λυρικούς Ποιητές με ποιήματά τους. 1. ΣΑΠΦΩ, ποιήματα 7. 2. ΜΙΜΝΕΡΜΟΣ, 1 ποίημα. 3. ΡΙΑΝΟΣ, 1 ποίημα. 4. Ζηνόδοτος, 1 ποίημα. 5. Καλλίμαχος 1 ποίημα. 6. ΘΕΟΚΡΙΤΟΣ, 1 ποίημα. 7. ΜΕΛΕΑΓΡΟΣ, 4 ποιήματα. 8. ΣΤΡΑΤΩΝ, 1 ποίημα. 9 ΑΝΑΚΡΕΟΝΤΕΙΑ 2 ποιητικές μονάδες, και, 10. ΚΙΛΛΑΚΤΩΡ, 1 ποίημα. Αυτά μέχρι την σελίδα 1-6, Ακολουθεί η σελίδα 7 με τέσσερα ασπρόμαυρα σχέδια του Γιάννη Δημητράκη και στην 8η σελίδα έχουμε δύο ακόμα ποιητές (χριστιανούς αυτήν την φορά, όχι εθνικούς) Τον Άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο και τον Πέτρο τον Δαμασκηνό. Συνολικά μεταφράζονται αποσπάσματα από 12 αρχαίους λυρικούς ποιητές εθνικούς και χριστιανούς.
Το Μάρτιο του 2005 επανακυκλοφορούν οι μεταφράσεις του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου σε νέα κομψότερη έκδοση, με άλλα στοιχεία και ένα πολύχρωμο εξώφυλλο, με περιεχόμενα. Σελίδες 32, η δεύτερη αυτή έκδοση, αρ. 45, κόστιζε 6 ευρώ.
Η αγάπη μας για την ποίηση και την προσφορά του πολυτάλαντου ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου είναι δεδομένη και μακροχρόνια, και έχει εκφρασθεί αρκετές φορές από τον γράφοντα, με κριτικά του σημειώματα και σχόλια. Ευτύχησε μάλιστα να τον γνωρίσει, και ο ποιητής να τον τιμήσει στέλνοντάς του συλλογές του με θερμές αφιερώσεις του, μία κασέτα με τραγούδια του, και δύο μικρές επιστολές στις οποίες ο Ντίνος Χριστιανόπουλος εξέφραζε την μερική αποδοχή του για ένα ποιητικό βιβλίο του γράφοντα που του είχε στείλει.
Θαύμαζα και εξακολουθώ να θαυμάζω την εργασιομανία αυτού του Θεσσαλονικιού δημιουργού. Ένα σπάνιο ταλέντο με πολλά χαρίσματα και πολλές χάρες και αρκετές κακιούλες προς αθηναίους συνήθως ομοτέχνους του που εξέφραζε ευθαρσώς. Ακούραστος πάντα, δούλευε ασταμάτητα για να οικοδομήσει από την πλευρά του, αυτό που ονομάζουμε Σχολή της Θεσσαλονίκης και την λογοτεχνική και καλλιτεχνική της παράδοση. Δούλευε ξανά και ξανά τα κείμενά του, τα επεξεργάζονταν και τα συμπλήρωνε. Τα εξέδιδε μόνος του από τον εκδοτικό οίκο που είχε δημιουργήσει. Σπουδαίες δουλειές ενός λαϊκού εργάτη του πνεύματος που άφησε ανεξίτηλα τα ίχνη στα ελληνικά γράμματα. Ευτύχησε να συνεργαστεί με σημαντικούς δημιουργούς της γενιάς και της εποχής του, όπως ο Μάνος Χατζιδάκις, να λατρέψει και να αφοσιωθεί στην μνήμη και τα τραγούδια του θρυλικού ρεμπέτη, του Βασίλη Τσιτσάνη. Να οργανώσει εκθέσεις ζωγραφικής, να εκδόσει βιβλία, να συντάξει βιβλιογραφίες για την λατρεμένη πόλη του, να μεταφράσει, να εκδώσει περιοδικό, με δυό λόγια, υπήρξε ένας αυθεντικός ποιητής της πιάτσας. Ένας άνθρωπος του μόχθου και της βιοπάλης. Ενώ ταυτόχρονα, ζούσε την ζωή του, βίωνε τις μοναχικές του ερωτικές περιπέτειες, έκανε τις τσάρκες του στα ερωτικά σοκάκια της Θεσσαλονίκης. Συνέτρωγε σε λαϊκά κουτούκια και ταβερνούλες με τους ένστολους φίλους και συντρόφους του. Έζησε μια ζωή πλήρης εμπειριών και ατομικών του βίου του εκπλήξεων. Φωτεινών και λιγότερο φωτεινών. Τολμηρός και ανδρείος της ηδονής, σεργιάνισε σε πολλά αντρικά ερωτικά ρουμάνια και κορμιά, κορφολογώντας την αντρική ηδονή με τόλμη, λαϊκό αντριλίκι, αθωότητα γραφιά μέχρι τα στερνά του. Θα τολμούσαμε να γράψουμε ότι τίποτα το μη ουσιώδες δεν κυριάρχησε στην ζωή και το έργο του. Τίποτα δεν πήγε χαμένο από ότι του επεφύλασσε η προσωπική του μοίρα. Τον διέκρινε μια ακαταμάχητη επιμονή να συναναστρέφεται το ανθρωπογενούς λαϊκό ερωτικό στοιχείο της πόλης του. Την αυθεντική, την μπρούτο ανόθευτη σεξουαλικότητά των κατοίκων της. Της πλέον λαϊκής εκφραστικής της ανθρώπινης προσωπογραφία και ερωτικής συμπεριφοράς. Αναζητούσε το γυμνό, λαϊκό, ίσως και σκληρό πρόσωπο αποδοχής των ατόμων που γνώριζε στους ημερήσιους ή νυχτερινούς του περιπάτους. Κάθε πτυχή του ερωτικού του βίου έγινε πρώτη ύλη για την ποίησή του. Υλικό για τον σχεδιασμό του φρέσκου της καλλιτεχνικής του παρουσίας. Οι ερωτικές του περιπλανήσεις ήταν το προσάναμμα της γραφής του. Οι στάχτες των ερώτων του ήσαν και στάχτες της γραφής του. Κοινές εικόνες ιδιωτικού βίου που γίνονταν δημόσιες πάνω στην λευκή σελίδα, μέσα στα κενά και άσπρα φύλλα των βιβλίων του. Ολόκληρο το έργο του είναι μια προσφορά στις σωματικές του εμπειρίες, στα συναισθήματα που τον κατέκλυζαν. Στις διαψεύσεις και εκπληρώσεις των συναντήσεών του. Των ιδιαίτερων μέσα στο σώμα της πόλης συνευρέσεών του. Οι ερωτικές του ομοφυλόφιλες περιπλανήσεις, τα σουλατσαρίσματά του ήσαν το αλφαβητάρι της ποιητικής του δημιουργίας και τέχνης, η ώθηση να σφραγίσει την ποιητική του τέχνη με εμπειρίες άμεσες, εικόνες πτώσης και ανάτασης, του δικού του βίου μέσα στα σπλάχνα της ανεκτικής πάντα πόλης του. Η ποίησή του δεν είναι παρά το ατομικό, προσωπικό του ημερολόγιο εμπειριών που ενέταξε αρμονικά και ισορροπημένα μέσα στο γενικό ιστορικό ημερολόγιο της αγαπημένης του πόλης, της Θεσσαλονίκης.
Ο ποιητής Ντίνος Χριστιανόπουλος υπήρξε η ψυχή της για τα χρόνια που έζησε, ή μάλλον υπήρξε η ψυχή του ερωτικού της σώματος. Ή όχι και τόσο απρόσμενη συνάντηση της μονάδας με το πλήθος. Το ανώνυμο ερωτικό σώμα που μετουσιώθηκε σε αναπνοή της πόλης του, που του εμφύσησε ζωή. Η ανάσα του έγινε ανάσα της, Η αποδοχή της έγινε αποδοχή του ερωτικού σώματος του άλλου, για δική του χαρά, του ξένου, για προσωπική του σωματική ευχαρίστηση. Του άλλου, που περιδιάβηκε έστω και για λίγες ώρες σιμά του ο ποιητής. Ταξίδεψε σε άλλες πόλεις μέσω των ξένων σωμάτων. Η ευαισθησία και η ατμόσφαιρα της πόλης του, της Θεσσαλονίκης, ήταν η δική του ανάσα. Συγκρούστηκε με το κάθε λογής κοινωνικό και πνευματικό κατεστημένο για να κερδίσει την σωματική του αυτοδιάθεση και διαχείριση αυτής που αναλογούσε στις σωματικές του ανάγκες. Απέτυχε το Πέτυχε, Έζησε, Ολοκλήρωσε τον κύκλο του στον χρόνο. Νόρμες και συμβάσεις παραμερίσθηκαν για να αναδειχθεί η σωματική αντρική ερωτική αγριάδα μέσα στην ποίησή του. Να ξεδιπλωθεί η ερημιά των προσώπων πίσω από το τυχαίο άγγιγμα ηδονής, την καύλα της στιγμής, το πάθος του ανεκπλήρωτου. Τα κίνητρά του ήταν πάντα ξεκάθαρα. Ένα αντρικό σώμα τελειούται με ένα άλλο αντρικό σώμα κατά τα ένστικτά του δίπλα του. Σε μια μορφή ερωτικής υποταγής. Μια αντρική μοναξιά ανακουφίζεται με την ερωτική εκμηδένιση του άλλου σώματος, του άγνωστου συντρόφου. Τις σκιάς που με συστολή και φόβο προσφέρει τον πόθο του προσώπου που την σχηματίζει στο φως των ενστίκτων και των μισοτσουρουφλισμένων ηδονικών απολαύσεων. Υπερτονίστηκε το σώμα και οι ανάγκες του, φλογοβολήθηκε η ψυχή και τα ερέβη της. Ιδιωτικά μικρά σύντομα σημειωματάρια τα ποιήματά του, καθρεφτίζουν την πάλι μεταξύ της ανάγκης και της στέρησης. Του κρυφού αχ και του ανεκπλήρωτου βαχ. Σχεδιασμοί ομοφυλόφιλων καταστάσεων και εικόνων οι στίχοι του, συναισθήματα πλεγμένα με όνειρα και μετάνοιες προσώπων που έρχονται σε συνάντηση πλάτη με πλάτη έστω και αν συνάπτουν κάθε είδους συναλλαγής, ακόμα και εμπορικής. Επιτρεπτέα από την κοινωνία ή καταδικαστέα η ομοφυλόφιλη ηδονή διαπερνά τους αρμούς της ποιητικής του γραφής οικοδομώντας μας έναν κόσμο που είναι δίπλα μας, περνάμε ανάμεσά τους, αναζητάμε την συντροφιά του. Πώς το έγραψε η Μαργαρίτα Γιουρσενάρ, «Ο έρωτας είναι μια τιμωρία. Τιμωρούμαστε γιατί δεν μάθαμε να μένουμε μόνοι». Τι απωθημένο στέρησης μπορεί να κρύβει μέσα της αυτή ή φράση ή μήπως πλήρωσης;
Υπάρχει μία πτυχή στην συγγραφική συμπεριφορά μάλλον του Ντίνου Χριστιανόπουλου, που αν δεν κάνω λάθος πρυτανεύει σε ορισμένες πρωτότυπες εργασίες του ή μεταφραστικές του δοκιμές. Τι θέλω να πω. Παρατηρούμε ότι οι μεταφράσεις του, ή τουλάχιστον ένα μέρος από αυτές, δεν επιλέγονται μόνο για την γλωσσική τους αρτιότητα την καλαισθησία αυτών που εκφράζουν, το άλλο του παρελθόντος που αποτυπώνουν αλλά το θέμα τους, το μοτίβο του έρωτα, και μάλιστα τον ομοφυλόφιλο αντρικό έρωτα, με ότι αυτός μεταφέρει σαν κατάσταση, σαν αίσθηση, σαν ψεγάδι ζωής ή ανοχής βίου. Ο Χριστιανόπουλος θέλγεται ερωτική αντρική ομοφυλόφιλη ατμόσφαιρα, ενός ερωτικού κλίματος, που τουλάχιστον στην εποχή του δεν δικαιωνόταν όπως θα ήθελε. Δημιουργεί συνήθως μια ποιητική επικράτεια μόνο για Καβαφιστές Και μάλιστα καβαφικά παλικαράκια που είναι ενδεδυμένα με στρατιωτική στολή. Μπορεί να κάνω λάθος, αλλά διαβάζοντας την ποίησή του βλέπουμε ένα είδος φετίχ στις ποιητικές του ερμηνείες, μια αίσθηση ενοχής που δεν λέει να καταλαγιάσει. Από την άλλη, ο Ντίνος Χριστιανόπουλος είναι ο ποιό αυθεντικός λαϊκός μας ποιητής. Υιοθετεί στην ποίησή του έναν καθαρό λαϊκό λόγο, μια προφορικότητα γραπτής απόδοσης και αποτελεσματικότητας. Δεν είναι ο περίτεχνος ποιητικός λόγος της ελληνικής διασποράς του Κωνσταντίνου Καβάφη, δεν είναι ο μεσοπολεμικός μελιστάλαχτος λόγος του Ναπολέοντος Λαπαθιώτη, δεν είναι η σκληρή και σκοτεινή «αμερικάνικων προδιαγραφών» ένταση του λόγου του Ανδρέα Αγγελάκη, που τόσα κοινά σημεία έχει με τους Μπιτ της υπερδύναμης. Ο λόγος του Ντίνου Χριστιανόπουλου είναι η απλή καθημερινή συζήτηση μεταξύ δυό προσώπων που εξομολογούνται τα βάσανά τους. Δεν έχει σημασία αν τα βάσανα και οι καημοί αυτοί είναι κοινοί, προέρχονται από ίδιες εμπειρίες βίου, σημασία έχει η κουβέντα. Η καταπράυνση του πόνου, η πρόσκαιρη έστω αναίρεση του θλιβερού συμβάντος. Πολύπειρος ο Χριστιανόπουλος δεν δουλεύει την γλώσσα που χρησιμοποιεί στα ποιήματά του και τις μεταφράσεις του, την ζει, την έχει βιώσει στο πετσί του. Είναι μια γλώσσα που δεν μεταφέρει όγκους της ποιητικής της αλλά είναι η ίδια η ποιητική αποτύπωση της αλήθειας του ανθρώπου και μάλιστα, ενός ανθρώπου που έλαχε να ζει στο περιθώριο του ταμπλό της κοινωνίας και όχι στο κέντρο. Η μετάφραση της Σαπφώς, άμα την αποψιλώσουμε από την δική της ρίζα προέλευσης του αρχαίου κόσμου, είναι σαν να έχουμε γραμμένα ποιήματα αυθεντικά δικά του, των χρόνων και των καταστάσεων που εικονογραφεί. Η Σαπφώ γίνεται αυτός, για να παραφράσω την ρήση του Φλομπέρ. Το σύγχρονο μήνυμα ταυτίζεται με την γυναικεία λυρική φωνή μέσω μιας γλώσσας που, μιλιέται εντός των τειχών της ποίησης και εκτός των τειχών της καθημερινής ζωής. Τι είναι η ομοφυλοφιλία παρά μια άλλης μορφής ερωτική συγκίνηση που αποδίδει την αυθεντικότητά της η γλώσσα που μιλά και γράφει ο σύγχρονος ποιητής και μεταφραστής. Η μεταφραστική γλώσσα του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου διαφέρει από αυτές των άλλων μεταφραστών που αποδίδουν τον Λυρικό λόγο στου ότι ο ποιητής της Θεσσαλονίκης γνωρίζει από πρώτο χέρι τι σημαίνει ερωτική μοναξιά και θλίψη. Τι στέρηση ψυχής και σώματος. Αν παρατηρήσει κανείς την ποιητική διαδρομή του Ντίνου Χριστιανόπουλου, θα δει ότι ακολουθεί μια ευθύγραμμη μάλλον πορεία. Στην γλωσσική αποτύπωση, στις λέξεις που χρησιμοποιεί, στο ποιητικό μοτίβο, παραδείγματος χάριν απουσιάζει από την ποίησή του ο έξω χώρος, το φυσικό τοπίο, αυτό δηλώνεται μόνο για να αναδειχθεί η σκοτεινή πλευρά του έρωτα, η θλίψη του ερωμένου, το αδιέξοδο της επικοινωνίας, η παραδοχή της ηδονής από τον εραστή. Η δραματικότητα δεν προέρχεται από την γλώσσα αλλά από την ίδια την εμπειρία. Το ιδιαίτερο ερωτικό ένστικτο που δεν ολοκληρώνεται και μετά το πέρας της πράξης. Η γλώσσα απλά παρακολουθεί και με την προφορικότητά της εξομολογεί το ποιητικό υποκείμενο και προετοιμάζει τον αναγνώστη για τα «χειρότερα». Η Σαπφώ, είναι η πρόφαση, οι λέξεις του ποιητή από την Θεσσαλονίκη είναι η εξιλαστήριος της ψυχής του ηρεμία. Βασανισμένη μορφή ο ποιητής όπως φαίνεται, τυραννισμένη φυσιογνωμία η αρχαία ποιήτρια, ήρθε και κούμπωσε στο βλέμμα του σύγχρονου αναγνώστη.
Μεταφέρω τις μεταφράσεις του ποιητή Ντίνου Χριστιανόπουλου, δίχως το αντίστοιχο πρωτότυπο όπως δεν συνοδεύεται και στο μικρό του βιβλίο. Οι αναγνώστες του 3ου αυτού σημειώματος, ας κρίνουν του λόγου το αληθές και ας πράξουν τα μεταφραστικά ανάλογα
Σ Α Π Φ Ω
Άλλοι τους καβαλάρηδες κι άλλοι τους στρατιώτες
κι άλλοι τους ναύτες θεωρούν το πιο ωραίο πράγμα
σ’ αυτή τη μαύρη γη μα εγώ θαρρώ εκείνο
που ο καθένας πιο πολύ λατρεύει…
--
Καλότυχος εκείνος πού κοντά σου
κάθεται, και γλυκά όταν μιλάς
σ’ ακούει, και τ’ απαλό χαμόγελό σου
χαίρεται, πού με κάνει να σπαράζει
βαθιά μέσα στα στήθια μου η καρδιά.
Γιατί και μιά στιγμή μονάχα όταν σε ιδώ,
φωνή πιά δε μου μένει, μήτε γλώσσα,
και μιά φωτιά ξεχύνεται στα μάγουλά μου.
Θολά τα μάτια, τίποτα δε βλέπουν,
μήτε τ’ αυτιά μου ακούν’ τρέχει ο ιδρώτας
απάνω μου και μιά τρεμούλα με κυριεύει.
Πιό πράσινος κι απ’ το χορτάρι γίνομαι
κι άλλο δε θέλω πάρεξ να πεθάνω.
--
Όπως τον υάκινθο οι τσομπάνοι στα βουνά
τσαλαπατούνε με τα πόδια τους, και τ’ άνθος
το πορφυρό, στο χώμα κάτω πέφτει…
--
Γλυκιά μου μάνα, δεν μπορώ στον αργαλειό να υφάνω πιά.
Ωραίο αγόρι αγάπησα και με παιδεύει ο πόθος.
--
Όσα η αυγούλα σκόρπισε, πίσω τα φέρνεις όλα,
Εσπερινέ: φέρνεις τ’ αρνί, φέρνεις και το κατσίκι,
φέρνεις και το μικρό παιδί στην αγκαλιά της μάνας.
--
Ωσάν το μήλο το γλυκό που κοκκινίζει
στο πιο ψηλό κλαδί, στην άκρη επάνω.
-Μην το ξεχάσαν αυτοί που ‘κόβαν τα μήλα;
-Δεν το ξεχάσαν, μα δε φτάναν να το κόψουν.
--
Κρύο νερό ψηλάθε κελαρύζει
ανάμεσα απ’ τα κλώνια της μηλιάς
κι ως σιγοψιθυρίζουνε τα φύλλα
πέφτει τ’ απομεσήμερο…
[Fragmenta]
Ντίνος Χριστιανόπουλος
Σημείωμα τρίτο μέσα στο καμίνι της πόλης
η πόλις μου ο Πειραιάς
ένα πυρακτωμένο βιβλίο
ποίησης
μια φλεγόμενη βάτος
που αναβλύζει τον
ερωτικό λόγο
της Σαπφούς
Οίστρος ποιητικής
ομορφιάς
στην νηστεία του
Δεκαπενταύγουστου
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, Τρίτη 3 Αυγούστου 2021
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου