Ένας λησμονημένος στοχαστής
ΤΑ «ΕΙΣ ΕΑΥΤΟΝ» ΤΟΥ ΜΑΡΚΟΥ ΑΥΡΗΛΙΟΥ
Του Ε. Π. ΠΑΠΑΝΟΥΤΣΟΥ
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ 8/6/1980
Τον έχουμε σχεδόν ξεχάσει και λείπει από την παιδεία μας, αν και υπήρξε ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος. Ιδιότητες που συζητούνται επειδή αμφιβάλλονται: πρώτα ότι Ρωμαίος αυτός έγραψε ελληνικά, και έπειτα ότι ανέβηκε στο θρόνο μιας μεγάλης αυτοκρατορίας που την κυβέρνησε είκοσι ολόκληρα χρόνια. Ο λόγος για τον Μάρκο Αυρήλιο (121-180 μ. Χ.). Τελευταία, διάφορες μελέτες στην Γαλλία και την Αγγλία μας τον περιγράφουν και πρέπει να τον θυμηθούμε. Έγραψε ελληνικά τα «Εις Εαυτόν» βιβλία 12, στη σκηνή του, τις σπάνιες ώρες της αργίας (όπως πολύ αργότερα ο Καρτέσιος, ο πατέρας της νεότερης φιλοσοφίας), γιατί στρατιώτης πολεμούσε τους εχθρούς της Ρώμης σε ανατολή και δύση, χρόνια μακρά. Έγινε και αυτοκράτορας της μεγάλης επικράτειας, από τα 161 έως τότε που ο θάνατος επήρε κι αυτόν από τον κόσμο, στο μέτωπο, ώρες εκστρατείας ΄ ήταν μόλις 59 ετών. Και για τα δύο γεγονότα (που άλλοτε ευνοούν και άλλοτε δυσχεραίνουν την εκτίμησή του) πολύ λίγο έπραξε ο ίδιος. Τα ελληνικά τα σπούδασε από μικρός ΄ στη Ρώμη τότε θριάμβευαν οι Έλληνες (ή οι ελληνόφωνοι) δασκάλοι και έφερναν, στις αρχοντικές ιδίως οικογένειες, τα φώτα ενός μεγάλου πολιτισμού. Σ’ αυτή τη γλώσσα, που τη χειριζόταν λαμπρά, προτίμησε να γράψει τους στοχασμούς του. Για να μείνουν στους υστερότερους χρόνους και να διαβαστούν; Ή για να υποστούν τη σύγκριση με ομόλογα κείμενα και να βρουν τη θέση που τους αξίζει; Ίσως και για τα δύο. Οπωσδήποτε έγραφε ελληνικά ΄ και αυτό στο τέλος δεν τον ωφέλησε. Προϋπήρχαν θαυμάσια κείμενα της φιλοσοφίας που είχε ενστερνιστεί τα δόγματά της, της Στωικής , ιδίως από τον αρχαίο Κλεάνθη και από τον πιο πρόσφατο (απελεύθερο) δούλο, τον Επίκτητο. Και κοντά σ’ αυτά το δικό του, αν εξαιρέσει κανείς τα ολιγόστιχα αποφθέγματα δεν ξεχωρίζει. Αν έγραφε λατινικά, όπως λχ. ο εξίσου ελληνολάτρης φιλόσοφος (στωικός ή εκλεκτικός;) Κικέρων, θα βρισκόταν ίσως στη σειρά των μεγάλων λατίνων συγγραφέων. Αλλά ελληνικά;….
Έπειτα είναι το θέμα του θρόνου. Στωικός φιλόσοφος, δηλαδή ταπεινός και αδιάφορος προς τα αγαθά της καθημερινής ζωής, προσηλωμένος στην αιωνιότητα και στον κοσμοπολιτισμό, τον αντίπαλο της εθνικοφροσύνης, από το ένα μέρος. Και από το άλλο ηγεμόνας που με το κοντάρι στο χέρι αποκρούει από τη μεγάλη και ισχυρή επικράτεια (τη νέα Βαβυλώνα) τους επιδρομείς βαρβάρους –πώς να συμβιβαστούν; Αλλά ο Μάρκος Αυρήλιος δεν θέλησε καθόλου τα μεγαλεία, ούτε φυσικά τους αγώνες και τους κινδύνους που αυτά απαιτούσαν. Είχε ανατραφεί σε αρχοντική οικογένεια της Ρώμης, παραδομένος στις μελέτες και τις σκέψεις του, χωρίς καμιά παραπέρα φιλοδοξία. Οι αρετές του γρήγορα μαθεύτηκαν, σοβαρός, σεμνός, και προπάντων (χάρη στη μητέρα του) λάτρης της αλήθειας, γυμνής αυστηρής, αδιάφθορης. Τη βασιλεία ποτέ δεν τη σκέφτηκε. Άλλοι όμως την ετοίμασαν γι’ αυτόν για το «καλό» της Ρώμης. Ο αυτοκράτορας Αδριανός, όταν έκανε τυχαία τη γνωριμία του και θαύμασε το εξαίρετο ήθος του, υιοθέτησε τον θείο του Αντωνίνο με τον όρο να υιοθετήσει κι αυτός και να παραδώσει το θρόνο του, άμα πεθάνει, στον Μάρκο Αυρήλιο, το «παιδί-θαύμα». Και έτσι, όταν το 161 πέθανε ο Αντωνίνος, αυτοκράτορας έγινε ο επίσημος ωστότε διάδοχός του Μάρκος Αυρήλιος. Υπήρξε από τους καλούς ηγεμόνες της Ρώμης, αυθέντης προνοητικός, καλός σύζυγος (η γυναίκα του Φαουστίνα του γέννησε δεκατρία παιδιά) και προπάντων γενναίος, ανυποχώρητος στρατιώτης. Πολέμησε τους Πάρθους στην Ανατολή και τους Γερμανούς βαρβάρους στη Δύση, όπου τον βρήκε ο θάνατος από την επιδημία της πανούκλας, που είχε δεκατίσει τότε τους Ρωμαίους. «Βρέθηκε» λοιπόν αυτοκράτορας και στο τέλος-τέλος έκανε το «καθήκον» του ΄ διαφορετικά θα έπρεπε να μη δεχτεί το θρόνο και να αποσυρθεί, στάση καθόλου ηγεμονική, ούτε προπάντων «ρωμαϊκή…».
Ας μην σπεύσουμε όμως να επιδοκιμάσουμε ή να καταδικάσουμε τον Μάρκο Αυρήλιο. Άς κοιτάξουμε το κείμενό του που έχει να πει πολλά, ιδίως στο σημερινό άνθρωπο της ανυπομονησίας και της πλεονεξίας, σ’ αυτόν πού (καθώς λέει στη γλώσσα του ο Καβάφης) δεν έχει πεισθεί για «την ματαιότητα των ανθρωπίνων».
Το έμβλημά του είναι η αυτογνωσία. «Έσω βλέπε ΄ μηδενός πράγματος μήτε η ιδία ποιότης μήτε η αξία παρατρεχέτω σε» (Στ. 3). «Ένδον σκάπτε ΄ ένδον η πηγή του αγαθού και αεί αναβλύειν δυναμένη. Εάν αεί σκάπτης» (Ζ, 5 φ.). Κοίτα μέσα σου , σκάβε την ψυχή σου-δύσκολο βέβαια πράγμα, γιατί ανέκαθεν μαθαίνουμε να τοποθετούμε έξω από μας τα αντικείμενα της λαχτάρας μας, τους επαίνους και τις επιδιώξεις μας. Μέσα μας όμως έχουμε να ανακαλύψουμε πόσο γρήγορα αλλά σταθερά μεταβάλλονται τα νομιζόμενα αγαθά και ποια είναι η πηγή του αληθινού αγαθού που πρέπει να αναζητεί ο σοφός άνθρωπος. Η μέθοδος είναι απλή: να αλλάξουμε, να αναθεωρήσουμε εγκαίρως τη στάση μας. «Οι άνθρωποι ζητούν κάποιο μέρος για ν’ αποσυρθούν: εξοχές, παραλίες, όρη, και συ συνήθισες αυτά πιο πολύ να ποθείς. Όλα αυτά είναι πολύ ανόητα πράγματα, αφού μπορείς ν’ αποσυρθείς στον εαυτό σου ό,τι ώρα θελήσεις. Γιατί πουθενά δεν μπορεί ο άνθρωπος που αναχωρεί να βρει περισσότερη ησυχία και απραγμοσύνη παρά στην ψυχή του, και μάλιστα όταν έχει μέσα του τέτοια στοιχεία, πού όταν σκύψει απάνω τους αμέσως θα βρει όλη τη γαλήνη (εν πάση ευμαρεία) ΄ και γαλήνη δεν λέω τίποτ’ άλλο παρά την ευκοσμία (την εναρμόνιση με τον κόσμο). Δίνε λοιπόν συνεχώς στον εαυτό σου αυτή την αναχώρηση και ανανέωνε τον εαυτό σου σύντομα και στοιχειώδη ας είναι όσα θα συναντήσεις εκεί, αλλά θα σου αρκέσουν να αποκλείσεις και να απομακρύνεις εκείνα τα δυσάρεστα (της ζωής) στα οποία επανέρχεσαι» (Δ. 3 νεοελληνική μετάφραση του κειμένου έχουμε τις εκδόσεις Ι. και Π. Ζαχαρόπουλου, 1939 εδώ μεταφράζω στη δημοτική).
Αν δίνουμε στα εξωτερικά πράγματα αξία και τα επιδιώκουμε, για να απογοητευθούμε κατόπιν όταν αποκαλυφθεί η μηδαμινότητά τους, αιτία, κατά τον Μάρκο Αυρήλιο, είναι η συνήθειά μας να τα βλέπουμε σύνθετα, όπως παρουσιάζονται στις αισθήσεις μας. Εάν αποφασίσουμε να τα αναλύσουμε στα στοιχεία που τα αποτελούν, σύμφωνα με την ρητή επιταγή της νόησής μας, θα ανακαλύψουμε πόσο ασήμαντη είναι και θα πάψουμε να βασανίζουμε τον εαυτό μας με την επιδίωξή τους. «Θα περιφρονήσεις τη μελωδία και το χορό και το παγκράτιο, εάν καταμερίσεις τη μελωδική φωνή στον κάθε φθόγγο της και κάθε φορά ρωτάς τον εαυτό σου να σε πληροφορήσει εάν υπάρχει κάποιος μικρότερος από τούτο το φθόγγο ΄ τότε θ’ αλλάξεις γνώμη. Το ίδιο μπορείς να κάνεις και στο χορό, για κάθε κίνηση η σχέση ΄ το ίδιο και στο παγκράτιο. Γενικά λοιπόν-αν εξαιρέσεις την αρετή και τα παρεπόμενά της-θυμού να επιδιώκεις (όχι το όλον αλλά) τα κατά μέρος στοιχεία και με την ανάλυσή τους να φτάνεις στην καταφρόνησή τους ΄ τούτο το ίδιο να μεταφέρεις και σ’ ολόκληρο το βίο σου» (ΙΑ, 2). Η μέθοδος λοιπόν που συμβουλεύει ο Μάρκος Αυρήλιος (αν δεν την είπαν ρητά, εκεί κατατείνουν και οι παλαιότεροι Στωικοί) είναι πραγματικά σαφής. Τι μπορεί να αντισταθεί σ’ αυτή την ανένδοτη ανατομία; Την αίγλη τους, όσα τραβούν οι άνθρωποι στη ζωή, την οφείλουν στην αρμονική συναρμολόγηση των στοιχείων τους (ψυχαγωγία, έρωτας, πολιτική). Άμα τα «αναλύσεις», σε ποιό από τα «μέρη» τους θα βρεις τη γοητεία που σε ελκύει; Θα τα αποστραφείς, για να ικανοποιήσεις όχι πια τις αισθήσεις, αλλά τον «διαλυτικό» νου σου. «Ακρόπολις εστίν η ελευθέρα παθών διάνοια ΄ ουδέν γαρ οχυρώτερον έχει άνθρωπος, εφ’ ο καταφυγών ανάλωτος λοιπόν αν είη» (Η, 48).
Για την τέχνη της ζωής πολύ λίγα πράγματα έχουν αφήσει πίσω τους οι μεγάλοι φιλόσοφοι. Ό,τι μας διδάσκει περισσότερο σ’ αυτή την περίπτωση ο Μάρκος Αυρήλιος είναι πιο πολύ το παράδειγμα και λιγότερο η θεωρία τους. Πιστός στους σοφούς πού ακολουθεί είναι στο σημείο τούτο σαφής και απερίστρεφος. «Η βιωτική» λέγει «μοιάζει περισσότερο προς την παλαιστική παρά προς την ορχηστρική». Στην τέχνη του χορού, την ορχηστρική, βαδίζεις με ρυθμό σύμφωνα με γνωστά πρότυπα που επαναλαμβάνονται. Αντίθετα στη βιωτική έχεις να πολεμήσεις με απροσδόκητα «και πρέπει να είσαι έτοιμος και να στέκεσαι γερά απέναντι σε όσα γίνονται κατά σύμπτωση και χωρίς να το περιμένεις» (Ζ, 61). Αυτό βέβαια προϋποθέτει τον φυσικό οπλισμό του ανθρώπου, ότι το είδος έχει προικιστεί από τη Φύση να αντιμετωπίζει με τον κατάλληλο τρόπο όσα του συμβαίνουν, έστω και αν αυτό δεν τα γνωρίζει από πρίν. Τούτο το ξέρει καλά ο Ρωμαίος φιλόσοφος και συμβουλεύει πώς να «παίζουμε» το φυσικό παιχνίδι εκεί πού μόνο με αυτή την επίνοια μπορούμε να παρακάμψουμε τα εμπόδια. «Όπως η των άλλων φύσις» γράφει «έδωκε σε καθένα από τα λογικά όντα τις άλλες δυνάμεις, έτσι και μεις έχουμε πάρει απ’ αυτήν και τούτην εδώ: η φύση εκείνη κάθε τι πού αντιτίθεται και αντιβαίνει στο σκοπό της το μεταστρέφει, το κατατάσσει μέσα στο πεπρωμένο (εις την ειμαρμένην) και το κάνει μέρος της. Έτσι και το λογικό ζώο, ο άνθρωπος, μπορεί το κάθε κώλυμα να το κάνει δική του ύλη και να το μεταχειρίζεται για να επιτύχει το σκοπό του» (Η, 35). Το απόφθεγμα του Βάκωνα (17ος αί): η Φύση υποτάσσεται μόνο όταν της υποταχθούμε, δεν βρίσκεται πολύ μακριά.
Εκείνο που έχει σημασία για τον Μάρκο Αυρήλιο είναι να πεθάνει κανείς «ευπρεπώς», όχι πικραμένος και περιφρονημένος. Τι αξία μπορεί να έχει ο άνθρωπος όταν ζει κόσμια και σοβαρά και την ώρα της απόδοσης φύγει ελεεινός και καταγέλαστος; Ο φιλόσοφος το συλλογίζεται αυτό και διαπαιδαγωγεί συστηματικά τους αναγνώστες του να φανούν την ώρα εκείνη άξιοι του φωτισμού πού έχουν πάρει. Κοίταξε, λέγει στον οπαδό του ο Μάρκος Αυρήλιος «πόσους Χρυσίππους, πόσους Σωκράτεις, πόσους Επίκτητους έχει ήδη καταπιεί ο Αιών. Το ίδιο ας συμβεί και σε οποιοδήποτε άνθρωπο ή πράγμα σου… Είναι κοντά η στιγμή που θα έχεις λησμονήσει τα πάντα, κοντά και η στιγμή που οι πάντες θα σ’ έχουν λησμονήσει» (Ζ 19, 21). Να πεθάνεις ο ίδιος, ίσως δεν είναι τόσο σκληρό, όσο το να δεις ένα αγαπημένο σου πρόσωπο να πηγαίνει προς το τέλος, και να μη μπορείς να το βοηθήσεις. Έχει και για τούτο το δεινό γεγονός τη συμβουλή του ο φιλόσοφός μας: «Ο Επίκτητος έλεγε ότι την ώρα κατασπάζεσαι το παιδί σου, πρέπει να λες μέσα σου: Αύριο ίσως θα πεθάνει». Και στην τυχόν αντίρρηση: «Δύσφημα τούτα», απάντησε, «Ουδέν δύσφημον, αλλά φυσικού τινός έργου σημαντικόν-μήπως είναι δύσφημο να λέει κανείς ότι αύριο θα θεριστούν τα στάχυα» (ΙΑ, 34)…
Αυτά ενδεικτικά περιέχουν τα «Εις Εαυτόν» του Ρωμαίου αυτοκράτορα ΄και μαζί τους πολλά άλλα, σχετικά και άσχετα. Γιατί πραγματικά το κείμενο παρουσιάζει την εικόνα καθημερινού ημερολογίου, χωρίς τάξη και συστηματική διάρθρωση. Αλλ’ αυτό είναι θέμα των φιλολόγων εκείνο που έχουμε να πούμε μεις είναι ότι το έργο (με όλο που επαναλαμβάνει τα κύρια θέματα των Στωικών) δεν αξίζει να καλυφθεί από τη λήθη. Σήμερα οι ιστορικοί μας δεν αγαπούν να μιλούν για «περιόδους ακμής» και «περιόδους παρακμής», αλλά για διαφορετικές φάσεις της ιστορικής πορείας, με άλλους κάθε φορά άξονες και στόχους. Η εποχή του Μάρκου Αυρηλίου, πρώτοι μεταχριστιανικοί αιώνες της αυτοκρατορίας, είναι δύσκολη για την κεντρική κυβέρνηση, αλλά και πολύ γραφική με το μωσαϊκό των φυλών, των θρησκευτικών δογμάτων, των ιδεολογικών αντιλήψεων, που συναποτελούσε τότε τη «Ρώμη». Η νέα Γαλλίδα ακαδημαϊκός κυρία Μαργαρίτα Γιουρσενάρ προτίμησε άλλο ρωμαίο αυτοκράτορα, προγενέστερο, για να δείξει το πλούσιο τάλαντό της ΄ο Μάρκος Αυρήλιος προσφέρεται δύσκολα στην τέχνη της φαντασίας, γιατί «έγραφε» και άφησε πίσω του πολύ συγκεκριμένα τεκμήρια. Δεν είναι όμως γι’ αυτό ευκαταφρόνητος. Βέβαια τα βέλη της συκοφαντίας, που κάλυψαν μεταγενέστερα πολλούς Ρωμαίους αυτοκράτορες, δεν υστέρησαν και σ’ εκείνον, καθώς και στη γυναίκα του. Η σημερινή όμως επιστήμη δεν τα υιοθετεί. Και ως βασιλέα τιμά τον Μάρκο Αυρήλιο, αφού με δύσκολους πολέμους προστάτεψε την ενιαία ακόμη αυτοκρατορία σ’ Ανατολή και Δύση, και ως συγγραφέα. Πώς τώρα αυτός ο απαθής Στωικός δρα με πάθος κατά των επιδρομέων της πατρίδας του, είναι άλλο ζήτημα. Από την Ιστορία έχουμε διδαχθεί ότι σπάνια, πολύ σπάνια συμφωνούν τα λόγια, με τα έργα των ανθρώπων. Γιατί ν’ αποτελούν εξαίρεση στον κανόνα οι φιλόσοφοι του θρόνου;
Ευάγγελος Παπανούτσος, εφ. Το Βήμα 8/6/1980
Ελάχιστα:
Πάνε αρκετές δεκαετίες τώρα, που κυκλοφορούσαν στα περίπτερα και στις προσθήκες των βιβλιοπωλείων οι μικροί τόμοι της σειράς «ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ» των εκδόσεων Ι. Ζαχαρόπουλος. Μια πρωτότυπη και χρηστική για την εποχή τους σειρά, σε χαμηλή τιμή 150 ή 200 παλαιές δραχμές, η οποία μας μύησε στο πνεύμα και τα διδάγματα των αρχαίων ελλήνων συγγραφέων. Μια σειρά με επιστημονικές προδιαγραφές και εγκυρότητα, που επιμελητές ήσαν όπως οι διάφοροι τόμοι αναφέρουν, ο Πειραιώτης παιδαγωγός και φιλόσοφος Ευάγγελος Παπανούτσος, ο ιστορικός Γιάννης Κορδάτος και άλλα σημαίνοντες επιστήμονες και ερευνητές της περιόδου, μετά την επτάχρονη δικτατορία. Οι μεταφράσεις γίνονταν από έλληνες φιλόλογους και συγγραφείς στην μεικτή γλώσσα της εποχής, λίγο πριν την επίσημη καθιέρωση της Δημοτικής από την ελληνική πολιτεία. Ορισμένοι τίτλοι της σειράς είχαν δύο μεταφράσεις. Αυτή δηλαδή του επιμελητή και μια δεύτερη, συνοδευτική, που γίνονταν πχ. από τον Βας. Βας. Βάσο Βασιλείου, καταξιωμένο δημοσιογράφο της εφημερίδας «Η Βραδυνή» σε πλέρια δημοτική. Με τον τρόπο αυτό ο έλληνας αναγνώστης είχε την δυνατότητα να επιλέξει να διαβάσει το αρχαίο κείμενο στο πρωτότυπο, την μετάφρασή του από τον επιμελητή και μεταφραστή με τά σχετικά σχόλια και τις σημειώσεις του, και μια δεύτερη γλωσσική εκδοχή του αρχαίου κειμένου. Το μικρό σχήμα της σειράς 12Χ18, η αρίθμησή της, ο διαφορετικός χρωματισμός του εξωφύλλου ανάλογα στο που κατέτασσε ο επιμελητής τον αρχαίο συγγραφέα, πχ. φιλοσοφία Αριστοτέλης, Πλάτων κλπ., (κίτρινο χρώμα) αρχαίοι τραγικοί ποιητές Αισχύλος, Ευριπίδης, Σοφοκλής, (μπλε χρώμα) οι αρχαίοι ιστορικοί όπως ο Ηρόδοτος, ο Πλούταρχος, ο Θουκυδίδης, (άσπρο χρώμα) αλλά και οι άλλοι που εκδόθηκαν, «σκόρπιοι τίτλοι έργων», η χαμηλή σχετικά τιμή και το μέγεθος τσέπης με τις προσεγμένες πάντα ιστορικές και πραγματολογικές παρατηρήσεις πάνω στους αρχαίους συγγραφείς και τα διευκρινιστικά σχόλια πάνω στο κείμενο, καθιστούσαν την σειρά ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΑΡΧΑΙΩΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΩΝ των εκδόσεων Ε. & Μ. Ζαχαρόπουλου Ε.Π.Ε., κεντρική διάθεση Αρσάκη 6 Αθήνα, εξώφυλλο: γ. βαλαβανίδης, τα βιβλία αυτά πολύτιμα, χρηστικά, βοηθητικά για τους τότε εκκολαπτόμενους αναγνώστες της αρχαίας ελληνικής γραμματείας.
Δεν μπορώ να μιλήσω εξ ονόματος άλλων, παρά μόνο για τα άτομα της δικής μου γενιάς. Θέλω να πω δηλαδή ότι, γνωρίζαμε τα έργα των αρχαίων συγγραφέων την περίοδο εκείνη από τις γνωστές μεταφράσεις ενός άλλου εκδοτικού οίκου με παράδοση, του Πάπυρου. Κυκλοφορούσαν δεμένοι τόμοι ή απλοί λευκοί μικροί αριθμημένοι στα περίπτερα (σε συνέχειες) που μας μυούσαν και αυτές οι εκδόσεις, στον κόσμο των αρχαίων. Η φιλοσοφία της έκδοσης των εκδόσεων Πάπυρος ήταν διαφορετική από αυτή των εκδόσεων Ζαχαρόπουλος, το αποτέλεσμα όμως ήταν το ίδιο. Η επαφή μας με την αρχαία γραμματεία. Οι νέοι και οι νέες μαθητές του γυμνασίου και του λυκείου, γνώριζαν τους αρχαίους συγγραφείς έξω και πέρα από την υποχρεωτική δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση και διδασκαλία (αποσπάσματα διδασκόμασταν πχ. του Ομήρου) ή ακόμα, από τα γνωστά και περιζήτητα σε εμάς τους εφήβους, τα περιβόητα «λυσάρια» που χρησιμοποιούσαν οι μαθητές και οι μαθήτριες (στα μετά της Αλίκης Βουγιουκλάκη μαθητικά χρόνια).
Δεν μπορώ να μιλήσω εξ ονόματος άλλων, παρά μόνο για τα άτομα της δικής μου γενιάς. Θέλω να πω δηλαδή ότι, γνωρίζαμε τα έργα των αρχαίων συγγραφέων την περίοδο εκείνη από τις γνωστές μεταφράσεις ενός άλλου εκδοτικού οίκου με παράδοση, του Πάπυρου. Κυκλοφορούσαν δεμένοι τόμοι ή απλοί λευκοί μικροί αριθμημένοι στα περίπτερα (σε συνέχειες) που μας μυούσαν και αυτές οι εκδόσεις, στον κόσμο των αρχαίων. Η φιλοσοφία της έκδοσης των εκδόσεων Πάπυρος ήταν διαφορετική από αυτή των εκδόσεων Ζαχαρόπουλος, το αποτέλεσμα όμως ήταν το ίδιο. Η επαφή μας με την αρχαία γραμματεία. Οι νέοι και οι νέες μαθητές του γυμνασίου και του λυκείου, γνώριζαν τους αρχαίους συγγραφείς έξω και πέρα από την υποχρεωτική δημόσια ή ιδιωτική εκπαίδευση και διδασκαλία (αποσπάσματα διδασκόμασταν πχ. του Ομήρου) ή ακόμα, από τα γνωστά και περιζήτητα σε εμάς τους εφήβους, τα περιβόητα «λυσάρια» που χρησιμοποιούσαν οι μαθητές και οι μαθήτριες (στα μετά της Αλίκης Βουγιουκλάκη μαθητικά χρόνια).
Θυμάμαι ελάχιστους εκδοτικούς οίκους που εξέδιδαν τα σχολικά βοηθήματα, όπως είναι ο Νικόδημος, ο Ρώσσης, ο Πατάκης, και άλλοι, μάλλον «λαθρόβιοι». Βοηθήματα που πωλούνταν στα βιβλιοπωλεία ή τα παλαιοπωλεία και ανταλλάσσαμε μεταξύ μας βοηθώντας μας στις εξετάσεις. Ιδιαίτερα αυτά των λατινικών ήταν καταπληκτικά. Θα άξιζε νομίζω μια εργασία και καταγραφή όλων αυτών των σχολικών βοηθημάτων που κυκλοφόρησαν στα μετά την μεταπολίτευση χρόνια, που τόσο, μα τόσο τα απαξιούσαν οι μεγαλύτεροι και πεφωτισμένοι δάσκαλοί μας. Βοηθήματα τα οποία μας στάθηκαν παράλληλοι αρωγοί των εκπαιδευτικών μας γνώσεών. Τροφοδοτήματα πληροφοριών και στοιχείων, που δεν αφορούσαν μόνο τις σχολικές μας εξετάσεις. Ευτυχώς, η κατά κάποιον τρόπο περιφρόνησή τους από τους διδάσκοντες, δεν στάθηκε εμπόδιο στην δική μας νεανική και εφηβική αγάπη προς αυτά. Οι εκδόσεις αυτές λειτούργησαν συμπληρωματικά και εποικοδομητικά με τα σχολικά συγγράμματα και βιβλία της δημόσιας εκπαίδευσης. Θα άξιζε μια μνεία των συγγραφέων τους, των εκδοτικών οίκων που τα εξέδωσαν, των επιτελείων τους, και στο ποιους τίτλους έργων αρχαίων συγγραφέων κυκλοφόρησαν μέσα στην διαχρονική ιστορία της ελληνικής εκπαίδευσης. Κάτι όπως έγινε με τα Αναγνωστικά του Δημοτικού Σχολείου παραδείγματος χάριν.
Πέρα από τις εκδόσεις Πάπυρος και τις εκδόσεις Ζαχαρόπουλος, και φυσικά τους τόμους των τριών αρχαίων τραγωδών και του Αριστοφάνη, που βρίσκαμε στις γνωστές μεταφράσεις των εκδόσεων και του βιβλιοπωλείου της Εστίας, οι περισσότερο υποψιασμένοι και ψαγμένοι νεανίες και νεάνιδες των δεκαετιών αυτών, γνώριζαν και δύο αγαπητούς τίτλους των εκδόσεων της ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ- ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ. Το Πλατωνικό Συμπόσιο (1) και την Περί Ποιητικής του Αριστοτέλους (2) που και αυτές κυκλοφορούσαν από τις εκδόσεις Εστία. Μάλιστα, παρότι η γλώσσα του παλαιού κλασικού φιλόλογου Ιωάννη Συκουτρή μας ξένιζε περισσότερο ίσως από την μετάφραση του Σίμου Μενάρδου, συζητούνταν κατά κόρον η εισαγωγή και το φιλολογικό και κοινωνικό πλαίσιο μέσα στο οποίο εξέταζε και ερμήνευε τα δύο αυτά σημαντικά έργα της παγκόσμιας και όχι μόνο της ελληνικής γραμματείας, ο Ιωάννης Συκουτρής. Αυτός ο τόσο παρεξηγημένος παλαιός δάσκαλος και κλασικός φιλόλογος.
(Μικρή προσωπική παρένθεση. Χρόνια τώρα, σε εκδρομή με αγαπημένο φίλο σε νησί των Κυκλάδων, καθόμασταν σούρουπο και τρώγαμε σε μικρή ταβέρνα γεμάτη ξένους τουρίστες. Ακριβώς δίπλα μας, καθόταν μία άγνωστη οικογένεια με τα παιδιά της, και όπως συνηθίζουμε εμείς οι τόσο εξωστρεφείς έλληνες πιάσαμε κουβέντα. Για την ακρίβεια ο ποιο φλύαρος, δηλαδή εγώ. Και ω! του θαύματος, η μία κυρία της οικογένειας αυτής ήταν η ανιψιά του Ιωάννη Συκουτρή. Άλλο που δεν ήθελα. Τους βομβάρδισα με ερωτήσεις και αν όχι ξενυχτήσαμε συζητώντας περί Συκουτρή, τουλάχιστον, ξανά παραγγείλαμε φαγητό και κρασί, κερνώντας το ένα τραπέζι το άλλο. Δεν μπορεί να φανταστεί κανείς το πόσο μαγεμένος ένιωθα να ακούω να μιλάν γι αυτόν τον δάσκαλο του γένους όχι οι πανεπιστημιακοί, όχι οι ειδικοί επιστήμονες και ερευνητές, όχι οι διάφοροι που υμνούν ή καταδικάζουν τις εισαγωγές του, τις ερμηνείες του που τόσο ακόμα και σήμερα συκοφαντούνται, αλλά, ένα οικείο συγγενικό του πρόσωπο, νομίζω ήταν από την πλευρά της συζύγου του Συκουτρή, να μας εξιστορεί, αφού είδε τα ενδιαφέρον μας για εκείνον, τα της ζωής και των βασάνων του κλασικού έλληνα φιλόλογου. Και στο πως τον εξανάγκασε η ελληνική κοινωνία και το πάντοτε φθονερό και δολοφονικό κατεστημένο, οι μετριότητες παντός καιρού και καταστάσεως, να αυτοκτονήσει. Και την σχετική ταλαιπωρία και της συζύγου του. Αυτά για την ιστορία, για να μην βαυκαλιζόμαστε για έλληνες της φάρας μου που οι μεταγενέστεροι ελληναράδες πίνουν νερό στο όνομά τους και μιλούν κολακευτικά για το έργο τους, αφού πρώτα εν ζωή τους οδήγησαν στο βιολογικό τους αδιέξοδο και τους σπίλωσαν με όποιον τρόπο μπορούσαν πανηγυρικά και εκδικητικά. Να θυμηθούμε τις ανάλογες περιπτώσεις του επιστήμονα Γεώργιου Παπανικολάου, την περίπτωση του Κωνσταντίνου Καραθεοδωρή, την σύληση του μουσείου της βίλας Ιόλα, την απόρριψη ως πανεπιστημιακού καθηγητή-όπως ο ίδιος έλεγε- του Νανόπουλου. Φοβερόν και φθονερόν το της ελληνίδος φυλής κουσούρι ζηλοφθονίας και εχθρότητος).
Ένας από τους τόμους των εκδόσεων Ζαχαρόπουλος, ο νούμερο 68 που κυκλοφόρησε τότε, ήταν «Τα εις εαυτόν» του Μάρκου Αυρηλίου. Σε εισαγωγή, μετάφραση, σχόλια FELIX DE GIORGIO. Στους μικρούς αυτούς τόμους ενώ αναγράφονταν η επιμέλεια της έκδοσης, στον παρόντα αναφέρεται το όνομα Γιάννης Κορδάτος, δεν αναγράφονταν δυστυχώς, η ημερομηνία που κυκλοφόρησε. Και όπως είναι εύλογο, κανείς από τους αγοραστές των τόμων δεν είχε σκεφτεί να γράψει την ημερομηνία που το αγόρασε στα περίπτερα ή στα βιβλιοπωλεία. Στοιχεία χρονολογίας έκδοσης αντλούμε από τις εφημερίδες, τα λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής και τις όποιες αναγγελίες της έκδοσης ή κριτικογραφία. Ή εμμέσως από την χρήση τους σε άλλες εργασίες. Ο τόμος 68 έχει 308 σελίδες. Στην αριστερή δημοσιεύεται το αρχαίο κείμενο και στην δεξιά η μετάφραση. Στο κάτω μέρος υπάρχουν ενδεικτικά κατατοπιστικά σχόλια του μεταφραστή. Στο οπισθόφυλλο, ελάχιστα ιστορικά απαραίτητα για τον συγγραφέα.
Έχουμε την ΕΙΣΑΓΩΓΗ, σελίδες 3-37 του μεταφραστή Felix de Giorgio, και ακολουθούν τα 12 βιβλία του έργου του στωικού αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου. Η Εισαγωγή διαμερισματοποιείται σε ενότητες:
Α. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ( σ. 3-15).
Β. Η ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ (σ. 16-31).
Γ. ΤΟ ΒΙΒΛΙΟΝ (σ. 31-36) και
Δ. Ο ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ ΚΑΙ ΗΜΕΙΣ (σ. 36-37). Εξυπακούεται ότι η εισαγωγή γράφεται στα ελληνικά από τον ξένο μεταφραστή του έργου ειδάλλως θα αναφέρονταν έλληνας μεταφραστής της.
Να υπενθυμίσουμε για άλλη μία φορά κάτι σίγουρα γνωστό στους αναγνώστες των εκδόσεων ΑΝΑΓΝΩΣΤΙΔΗ, ότι κυκλοφορούσε ήδη ο τόμος «Ο ΜΑΡΚΟΣ ΑΥΡΗΛΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΙΟΥ ΚΟΣΜΟΥ» του γάλλου συγγραφέα της ιστορικότητας του Ιησού, Ernest Renan, σε μετάφραση Πολ. Στεφάνου και επιμέλεια Κ. Μετρινού. Όπου όχι μόνο η εργασία αυτή του Ερνέστου Ρενάν θεωρώ ότι είναι ακόμα χρήσιμη-παρά την παρέλευση τόσων δεκαετιών από την κυκλοφορία της-για την κατανόηση της περιόδου αυτής και των εκατοντάδων πολιτικών, πνευματικών, φιλοσοφικών και θρησκευτικών ζυμώσεων, ανακατατάξεων, συγχωνεύσεων, δεισυδαιμονικών αντιλήψεων, ταγμάτων φανατισμένων μοναχών, εκκλησιαστικών αιρέσεων και δοξασιών, πολιτικών και κοινωνικών κινημάτων, αυτοκρατορικών διαταγμάτων και διοικητικών σκληρών επιλογών των ρωμαίων επάρχων και διοικητών. Και όπως ορθά επεσήμανε ο γάλλος ιστορικός στο ΚΖ΄ κεφάλαιό του, με τον θάνατο του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου έχουμε και «Το τέλος του αρχαίου κόσμου». Μέσα σε αυτήν την ιστορική ατμόσφαιρα και το πολιτικό κλίμα, κοινωνική και φιλοσοφική-θρησκευτική ρευστότητα οφείλουμε να εξετάσουμε το έργο «τα εις εαυτόν», του στωικού ρωμαίου αυτοκράτορα.
Ο Μάρκος Αυρήλιος γεννήθηκε το 121 μ. Χ. από οικογένεια πατρικίων, και πέθανε πολεμώντας εναντίων των εχθρών της αυτοκρατορίας το 180 μ. Χ. από επιδημία πανώλης μέσα στην στρατιωτική του σκηνή. Σε όχι και τόσο μεγάλη ηλικία.
Ο Μάρκος Αυρήλιος γεννήθηκε το 121 μ. Χ. από οικογένεια πατρικίων, και πέθανε πολεμώντας εναντίων των εχθρών της αυτοκρατορίας το 180 μ. Χ. από επιδημία πανώλης μέσα στην στρατιωτική του σκηνή. Σε όχι και τόσο μεγάλη ηλικία.
Μέσα στο διάβα της παγκόσμιας ιστορίας, σε ανατολή και δύση, βορά και νότο, ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις που βλέπουμε να ηγεμονεύουν βασιλείς φιλόσοφοι. Να γίνονται δηλαδή άρχοντες, βασιλείς οι φιλόσοφοι όπως πρέσβευε και ονειρεύονταν ο θείος Πλάτων. Από διαβάσματα μνήμης θυμάμαι ορισμένες κινέζικες δυναστείες που κυβέρνησαν με πυγμή αλλά και σοφία. Ελάχιστοι μαχαραγιάδες των βασιλείων της Ινδίας. Σε πολύ περιορισμένη κλίμακα στρατιωτικοί ηγέτες του ιαπωνικού νησιωτικού συμπλέγματος. Κάποιοι πέρσες φωτισμένοι μονάρχες. Στην οθωμανική αυτοκρατορία επίσης, διακρίθηκαν ορισμένοι σουλτάνοι. Στον ευρωπαϊκό χώρο έχουμε τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ της Αυστρίας, λάτρη των τεχνών. Τον Λουδοβίκο τον ΙΔ της Γαλλίας. Ορισμένους τοπικούς ηγεμόνες της Φλωρεντίας, της Βενετίας, της παλαιάς Ιταλίας. Στους όχι φιλόσοφους αλλά φωτισμένους ηγεμόνες θα πρέπει μάλλον να συμπεριλάβουμε και τον Μεγάλο Πέτρο της Ρωσίας. Στους νεώτερους ιστορικούς χρόνους εξέχοντες προσωπικότητες ανέλαβαν την κυβερνητική εξουσία στο παγκόσμιο στερέωμα που η σοφία και η παιδεία τους έμειναν στην μνήμη των μεταγενέστερων. Στον ελλαδικό χώρο, έχουμε δύο αν δεν κάνω λάθος περιπτώσεις φιλοσόφων και όχι φιλοσοφούντων που ανέλαβαν τα κυβερνητικά ηνία της εξουσίας και προσομοιάζουν προς το Πλατωνικό πρότυπο. Ο παλαιός πρωθυπουργός Παναγιώτης Κανελλόπουλος και ο πρόεδρος της ελληνικής δημοκρατίας Κωνσταντίνος Τσάτσος. Έλληνες Πολιτικοί φωτισμένοι και με ευρεία παιδεία υπήρξαν κατά καιρούς, αλλά τα ύπατα αξιώματα τα έλαβαν αυτοί οι δύο μόνο έλληνες πολιτικοί και φιλόσοφοι. Ιδιαίτερα ο δεύτερος, ο Κωνσταντίνος Τσάτσος, υπήρξε ένας στοχαστής και διανοούμενος ο οποίος θα γράφαμε ότι προέρχονταν από το πλαίσιο βασιλείας που ονειρεύτηκε ο αρχαίος έλληνας φιλόσοφος και πολιτειολόγος, ο Αριστοκλής, ή όπως έμεινε στην ιστορία ΠΛΑΤΩΝ. Σε αυτήν την μικρή μάλλον αλυσίδα των φιλοσόφων-ηγεμόνων, εντάσσεται και ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος. Αυτός ο ακούσιος θα γράφαμε αυτοκράτορας. Ο δοσμένος στην φιλοσοφία έφηβος, που δεν είχε ονειρευτεί όταν τον συνάντησε για πρώτη φορά μικρό παιδί ακόμα και εκτίμησε το ήθος και την σοβαρότητά του, την καλλιέργειά του και την παιδεία του, τα ενδιαφέροντά του, ότι θα τον επιλέξει ο ελληνολάτρης και διορατικός αυτοκράτορας Αδριανός για διάδοχό του. Υποχρεώνοντας τον θείο του Μάρκου μετέπειτα αυτοκράτορα Αντωνίνο, να υιοθετήσει τον ανιψιό του Μάρκο, και να τον διαδεχθεί στο θρόνο, μετά τον θάνατο εκείνου. Υιοθετώντας τον Μάρκο Αυρήλιο οι δύο προηγούμενοι ρωμαίοι αυτοκράτορες έχρισαν σαν αυτοκράτορα της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας έναν φιλόσοφο. Πραγματοποιώντας μέσα στον ιστορικό και πολιτικό χρόνο την ρήση του Πλάτωνα. Θα διακινδυνεύαμε να γράψουμε,- μια και δεν είμαστε ούτε ειδικοί ή γνώστες της τέχνης της πολιτειολογίας και της φιλοσοφίας, ότι με την αναρρίχηση στον θρόνο του Μάρκου Αυρηλίου και ορισμένων άλλων σοφών ανδρών, στα κατοπινά της ιστορίας χρόνια, οι ηγεμόνες αυτοί, οι αυτοκράτορες ή βασιλιάδες ή εκλεγμένοι δημοκρατικά πρόεδροι, έβγαλαν από την πολιτική ναφθαλίνη της πνευματικής εξουσίας την «αχρηστευμένη φιλοσοφία», για να θυμηθούμε μια παλαιότερη ορολογία των Ρώσων θρησκευτικών φιλοσόφων. Πρόσφεραν δηλαδή, στην καθ’ αυτό φιλοσοφία, ένα πεδίο πολιτικής δράσης και ίσως εφαρμογής των θέσεών της. Ή τουλάχιστον, όπως γνωρίζουμε ιστορικά, προσπάθησαν να μεταμορφώσουν τον Κόσμο και την Κοινωνία της εποχής τους επί τα βελτίω, ακολουθώντας φιλοσοφικές αρχές και κανόνες. Γνωρίζοντας και ακόμα και σήμερα κατανοώντας ότι ο Κόσμος κυβερνάται σχεδόν πάντα από απολυταρχικούς ηγεμόνες, δικτάτορες ή αυταρχικούς βασιλιάδες. Αιμοσταγείς αυτοκράτορες ή πολέμαρχους, πραξικοπηματίες ή κληρονομικά τζάκια, ελεώ θεού μονάρχες, αλλά σπάνια, σπανιότατα, από ειρηνικούς μονάρχες, φιλόσοφους βασιλείς. Οι κοινωνίες, συνηθίζουν να λατρεύουν την ισχύ, την βία, την απολυτότητα, την επιθετικότητα του ανώτατου άρχοντα, αυτόν να εμπιστεύονται για ηγέτη τους καθοδηγητή τους, παρά έναν ειρηνικό ή φιλόσοφο ηγεμόνα. Ο χριστιανισμός είναι ο πλατωνισμός για τις μάζες γράφει κάπου ο Φρειδερίκος Νίτσε, θα μπορούσαμε να υποστηρίξουμε ότι η φιλοσοφία δεν είναι για τις μάζες των ανθρώπων και κατ’ επέκταση, δεν εμπιστεύονται ούτε φιλοδοξούν να κυβερνηθούν από έναν φιλόσοφο ηγεμόνα ή στοχαστή. Ίσως γιατί ασυναίσθητα νιώθουν ότι η φιλοσοφία είναι παντελώς αναποτελεσματική μπροστά στην βία και την ισχύ της πολιτικής διακυβέρνησης και τους μηχανισμούς εξουσίας. Ο καλά δομημένος διοικητικός και πολιτειακός ιστός της αρχής ενός κράτους ή έθνους, δεν θα επέτρεπε ποτέ σε έναν φιλόσοφο να καταστρέψει την «πλεκτάνη» της δικής τους κατεστημένης παράδοσης και εξουσίας. Και αυτό γίνεται πάντοτε, με νομιμοφανή πολιτικό ή εκλογικό τρόπο. Η Ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα, σε όλες τις δομές και τους θεσμούς της πολιτικής ή πνευματικής διοίκησης. Όλα αυτά όμως γίνονται, διατηρούνται και συνεχίζονται ελεώ λαού.
Παράξενα παιχνίδια έπαιξε η τύχη στον νεαρό Μάρκο Αυρήλιο, από το «πουθενά» αυτοκράτορας των Ρωμαίων, και μάλιστα, και πολεμιστής, εφόσον επί της αυτοκρατορικής του θητείας χρειάστηκε να ηγηθεί του ρωμαϊκού στρατού και να πολεμήσει εναντίων βαρβάρων φυλών που επιβουλεύονταν τα σύνορα και την ασφάλεια της αυτοκρατορίας.
Τα «εις εαυτόν», δεν γράφτηκαν μέσα στα ζεστά και καλά φυλαγμένα δωμάτια ενός ρωμαϊκού ανακτόρου. Δεν γράφτηκαν κατά τις στιγμές της σχόλης ενός Ρωμαίου σοφού αυτοκράτορα που ήθελε να αφήσει την μνήμη του στους επιγόνους του. Ούτε πάλι συν τέθηκαν και σχεδιάστηκαν μέσα σε ένα κελί ή σπήλαιο πολιτικής ή θρησκευτικής αποκάλυψης. Γράφτηκαν τις νύχτες, στα διαλείμματα μαχών, στρατιωτικής ανάπαυλας, μέσα σε μια στρατιωτική σκηνή, που στέγαζε τον αυτοκράτορα τις ώρες που έβρισκε ανάπαυση. Κάτω από τον ισχνό λίχνο των φαναριών-πυρσών και των αστεριών. Γιαυτό τα μικρά αυτά κεφάλαια διαθέτουν τον σπασμό της συνείδησης ενός ατόμου που αγάπησε την μόνωση και όχι την ισχύ και την πολιτική διακυβέρνηση. Το έργο θα μπορούσαμε να το ονομάζαμε χαώδες όσον αφορά την δομή του, και σίγουρα είναι, φτάνει όμως να λάβουμε υπόψιν μας ότι ο αυτοκράτορας Μάρκος Αυρήλιος, δεν σκόπευε να δημοσιεύσει τις σκόρπιες και άτακτες αυτές σκέψεις του και στοχασμούς του ριγμένους πάνω στην λευκότητα των παπύρων. Τα «εις εαυτόν» θα τα παρομοιάζαμε-δηλαδή τις σκέψεις του-σαν λουλούδια που άλλα είναι μισό ανοιγμένα, άλλα είναι κλειστά μπουμπούκια, άλλα είναι ακόμα σε μια σπαργανική μορφή άνθησης. Το έργο αυτό εκφράζει αποκλειστικά και μόνο τον ψυχικό κόσμο του στωικού αυτοκράτορα, ο οποίος σίγουρα θα ονειρευόταν και θα προτιμούσε να περιδιαβαίνει σε κήπους φιλοσοφικούς διεξάγοντας συζητήσεις με δασκάλους του φιλοσόφους, να θέτει ερωτήματα για φιλοσοφικά ζητήματα, παρά να βρίσκεται στα σύνορα της αυτοκρατορίας πολεμώντας. Διαβάζοντας το έργο νιώθεις να σε κυριεύει μια πολιτική παγωνιά, η οποία διαπερνά την ψυχή του συγγραφέα, μια κοσμική αγεωμέτρητη αποσύνθεση του κόσμου. Παρά του ότι ο αυτοκρατορικός λόγος είναι φανερά ανυπόκριτος και σαφέστατα ειλικρινής, απλός και λαγαρός, δεν μας αποκαλύπτει με μια δήθεν αυτοκρατορική αθωότητα και παραδείσια στοχαστική ματιά, έναν κόσμο που θα ήθελε ο Μάρκος Αυρήλιος να κυβερνήσει για να νιώσει άνετα. Ο κόσμος του Μάρκου Αυρηλίου είναι από πολλές πλευρές σκοτεινός, επικίνδυνος, αντιφατικός, σχιζοφρενικός, χωρίς έρμα και κανόνες. Είναι ένας κόσμος που στροβιλίζεται συνεχώς είτε μέσα στην φωτιά του πολέμου, είτε μέσα στις φλόγες των θρησκευτικών αιρέσεων, είτε μέσα στο φως της φωτιάς που προέρχεται από τις κάθε είδους και μορφής φιλοσοφικές ή πνευματικές διαμάχες και αψιμαχίες. Δεν υπάρχει σταθερότητα σε κανένα επίπεδο. Ένας άξονας πολιτισικής αναφοράς που θα συγκεντρώσει γύρω του όλες τις διασπασμένες πνευματικές ή θρησκευτικές δυνάμεις ούτως ώστε, ο άνθρωπος της εποχής να βρει την ισορροπία του, την παρηγοριά του. Να ακουμπήσει τα βάσανα του κατακερματισμένου βίου του. Ο Μάρκος Αυρήλιος συνήθως αναλύει αποσπασματικά τον κόσμο παρά τον συνθέτει. Ή αν το πράττει το κάνει μεταφέροντας λόγια, ρήσεις, αποσπάσματα από προσωπικά του διαβάσματα που τον επηρέασαν, του διέπλασαν τον χαρακτήρα, τον διαμόρφωσαν σαν φυσιογνωμία και του ολοκλήρωσαν την προσωπικότητα. Ο συγγραφέας γράφει τις σκέψεις του, τις ρίχνει στο χαρτί άτακτα χωρίς να ενδιαφέρεται να τις οργανώσει ή να σχεδιάσει έναν εσωτερικό της γραφής μηχανισμό- μια οργάνωση, που θα του δώσει την δυνατότητα να οικοδομήσει μια θεωρία, ένα σύστημα αναφοράς που μέσα του θα κινούνται οι θέσεις του. Ο Μάρκος Αυρήλιος σαν στοχαστής και φιλόσοφος, όπως εγώ τον κατανοώ, περισσότερο και κύρια λειτουργεί σαν ένας ηθικολόγος παρά σαν ένας κατανοητής των κοινωνικών πεπραγμένων. Στο επίπεδο της ηθικής όχι μόνο επανέρχεται συχνότατα μέσα στο γραπτό του, αλλά και ίσως, διαιωνίζει τα αδιέξοδα της σχολής των στωικών όσον αφορά την σχέση της με την ατομική και κοινωνική αισθητική των ανθρώπων. Το βλέμμα του δεν είναι θαυμαστικό του κόσμου και της κοινωνίας, αλλά απογοητευτικό των κακώς κειμένων της. Παρά τις σταθερές της ηθικής που πάνω της πατά η σκέψη του και αρθρώνονται οι κρίσεις του, η ματιά του δεν κολυμπά ή δεν βουτά-ας μου επιτραπεί- στα σκάνδαλα του καιρού του. Ανομίες αυτοκρατορικές και άλλες των ρωμαίων προυχόντων, που σίγουρα θα γνώριζε από τα μέσα σαν κληρονόμος ευγενικής γενιάς. Ο λόγος του μάλλον μας φανερώνει ένα άτομο που βρίσκεται σε λάθος θέση και ασκεί εξουσία που δεν του πάει. Πολλές φορές τα λόγια του διαθέτουν μια σπασμωδικότητα κρίσεων, επαναλαμβάνεται συχνά χωρίς να εξελίσσει τις σκέψεις ή κρίσεις του. Ενώ αναγνωρίζουμε έναν συγγραφέα που φαίνεται να έχει μια συγκροτημένη άποψη περί του βίου των ανθρώπων και της ζωής, το κείμενό του λάμπει από μια απέραντη ηθικολογία, μια αισθηματική ίσως, παραδοξότητα. Η γραφή, η εξομολογητική γραφή του δεν τον «γιατρεύει» θα σημειώναμε, αντίθετα του εντείνει το ηθικό ατομικό του αδιέξοδο και του ποδηγετεί την φαντασία, προσανατολίζοντάς την μόνο στις διδαχές των στωικών και των απόψεών τους. Τα «εις εαυτόν» δεν διαθέτουν μεγάλες ή ισχυρές φιλοσοφικές δυνατότητες, περισσότερο μάλλον θυμίζουν μεταγενέστερους κανόνες χριστιανικών μοναχικών ταγμάτων. Αν ξεχάσουμε προς στιγμή το ποιος έγραψε τα «εις εαυτόν» και τι γνωρίζουμε για τον συγγραφέα, αν διαβάσουμε το άτακτο αυτό κείμενο θα αναγνωρίσουμε πάμπολλα στοιχεία και αρχές που διέπουν στα μεταγενέστερα χριστιανικά χρόνια την εκκλησία και την θρησκεία και τους κανόνες της περί ζωής και πολιτείας. Θα λέγαμε ότι είναι ένας σπερματικός λόγος που προσομοιάζει στην χριστιανική ηθική και καθηκοντολογία. Γιαυτό το κείμενο παρ όλη την απλότητά του, το καθαρό του ύφος δεν έχει αυτό που λέμε αυθορμησία. Πρυτανεύει μάλλον το της αρχαίας εποχής θρησκευτικό ηθικό αίσθημα, παρά μια αίσθηση καλλιτεχνικής δημιουργίας που θα μας έκανε να ευφρανθούμε αισθητικά. Οι διαστάσεις του δεν είναι συγκλονιστικές αλλά μόνο ηθικές. Ίσως γιαυτό να απουσιάζει από μέσα του αυτή η αίσθηση του ιερού παρά του ότι την διαισθανόμαστε στην συνείδηση του ίδιου του Μάρκου Αυρηλίου. Οι εικόνες του είναι κάπως ευθύγραμμες. Δεν έχουμε συναισθηματικές εξάρσεις, ούτε εξομολογήσεις τύψεων, όπως στον ιερό Αυγουστίνο. Συναντάμε μάλλον ελάχιστους συμβολισμούς. Η γλώσσα καθρεφτίζει την αυτοκρατορική ηθική περισσότερο παρά τον αυτοκρατορικό λόγο. Ή αν θέλετε, εξίσου και τα δύο. Η ψυχική του διάθεση είναι κάπως ευθύγραμμη, με τόνους σποραδικής διδασκαλίας, όχι όμως ηθικής ή φιλοσοφικής παρανόησης. Άλλες φορές ο λόγος του είναι συγκαταβατικά κυνικός ή ίσως και καχύποπτος.
Εντέλει, εκείνο που μας διδάσκει το κείμενο αυτό, ο καθαρά προσωπικός και ιδιαίτερος αυτός εξομολογητικός λόγος που ο συγγραφέας του, δεν σκόπευε να τον κοινοποιήσει ή να τον κυκλοφορήσει παρά έξω από την στρατιωτική σκηνή που γράφτηκε, είναι η αποτελεσματική και καθοριστική συμβολή της Σχολής των Στωικών ή όπως εξελίχθηκε και μεταφέρθηκε στο αξιακό και κανονιστικό σύστημα του χριστιανισμού, στις διάφορες δογματικές εκδοχές του. Είναι μια «πηδαλιούχα» σκέψη που ερμηνεύτηκε μέσα στην ιστορική πορεία της χριστιανικής θρησκευτικής περιπλάνησης των ανθρώπων. Μια προ χριστιανική ηθική αυστηρότητας της ανθρώπινης ύπαρξης. Μια όχι επεξεργασία κατανόησης του οντολογικού κακού αλλά, της κοινωνικής ηθικής που παράπαιε στην εποχή του μονήρη και στοχαστή αυτοκράτορα. Και ίσως το πρόβλημα και τα αδιέξοδά του να προέρχονται από παλαιότερες ιστορικές και φιλοσοφικές εποχές. Από την εποχή που ο ανθρώπινος αρχαίος νους σαν διαμεσολαβητής φερόμενος, χώρισε την ανθρώπινη φύση σε Σώμα και Ψυχή, σε Πνεύμα και Ύλη. Διέσπασε την καθολικότητα της ανθρώπινης φύσης, την συμπαντική της ολότητα, πράγμα του επέφερε και την αποκοπή του ανθρώπου από το φυσικό του περιβάλλον που τον γέννησε, τον διατηρεί ζωντανό και τον αναμένει ως λίπασμα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 8 Φεβρουαρίου 2020
Καρκινοβατώντας με την χρονιά 2020 λίγο πριν αρχίσει το Τριώδιο.
ΥΓ. Αι Τελώναι και οι Φαρισαίοι εν δράση εντός των εργασιακών τειχών. Διότι εκτός, ούτε χειραψία. Και σχίζουμε και την ομιλία. Πόσο ύπουλα και σαρδόνια δουλεύουν αυτές οι ποντικίνες του παπά που κατέχουν εξουσία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου