Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Μυθοποίηση

Μυθοποίηση
του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη
      Συμπληρώνονται φέτος σαράντα δύο χρόνια από την Τουρκική στρατιωτική εισβολή στην Κυπριακή Δημοκρατία, και την κατάληψη και κατοχή μεγάλου τμήματος του εδάφους της. Το άγος παραμένει επίκαιρο σαράντα δύο χρόνια μετά. Πριν λίγες μέρες έφυγε από κοντά μας πλήρης ημερών, ο καθηγητής της Κλασικής Φιλολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, δοκιμιογράφος, μεταφραστής, επιφυλλιδογράφος, και δάσκαλος του γένους των ελλήνων, ο εκ Θεσσαλονίκης Δημήτριος Ν. Μαρωνίτης. Ένας ενεργός δημοκρατικός πολίτης που σε όλο του το βίο αγωνίστηκε για την ελευθερία και την δημοκρατία στην πατρίδα μας. Με τα κείμενά του και τις μελέτες του, τις διαλέξεις του και τις δημοσιογραφικές καταθέσεις του, τις εύστοχες κριτικές επισημάνσεις και τεκμηριωμένες παρατηρήσεις του, στάθηκε πνευματικός αρωγός σε πολλούς νεότερους έλληνες πεζογράφους και ποιητές, παράλληλα με τις μελέτες του για προηγούμενες γενιές δημιουργών. Και καθώς διάβαζα Κύπριους ποιητές,-με την ευκαιρία των σαράντα δύο χρόνων από την συνεχιζόμενη Τουρκική εισβολή-και ιδιαίτερα, την ποίηση του κύπριου Κυριάκου Χαραλαμπίδη και το βιβλίο του «Μεθιστορία», σκέφτηκα να  μεταφέρω στο μπλοκ το κείμενο του κυρού πλέον Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη, που δημοσιεύτηκε στην Κυριακάτικη έκδοση της εφημερίδας Το Βήμα της 21 Μαΐου 1995 που ο καθηγητής ήταν μόνιμος συνεργάτης της κρατώντας την στήλη «Πολιτιστικά Μονότονα». Την συγκεκριμένη ημερομηνία έγραψε το «Νύφες και γαμπροί».
Ας ξαναδιαβάσουμε για άλλη μία φορά το κείμενό του, είναι μια καλοκαιρινή δροσιά. Και ας το γνωρίσουν όσοι δεν το έχουν διαβάσει, μελετώντας παράλληλα και την ποίηση του Κυριάκου Χαραλαμπίδη.
    ΔΥΟ  ΛΟΓΙΑ για τον ασυνήθιστο όρο «μυθοποίηση», που μου έγινε τον τελευταίο καιρό έμμονη ιδέα. Στην προκειμένη πάντως περίπτωση η μία λέξη συνθέτει δύο  λέξεις, «μύθος» και «ποίηση» για να δηλώσει: πως ένας ήδη διαμορφωμένος (στα κύρια πρόσωπα και την πλοκή) μύθος επανασημασιολογείται και ανασυντάσσεται σε καινούργιο ποίημα. Απλούστερα: πως ο μύθος γίνεται και ξαναγίνεται ποίηση.
    Θυμίζω ότι η αρχαία ελληνική λογοτεχνία, σχεδόν στο σύνολό της, υπήρξε μυθολογική. Τούτο ισχύει ασφαλώς για το αρχαίο έπος (ομηρικό και ησιόδειο) και βεβαίως για την αττική τραγωδία. Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις ο μύθος προκαθόριζε δρώντες και δρώμενα του ποιητικού έργου, ενώ ο μυθοποιητικός χειρισμός έδειχνε τη διακριτική του αξία. Μια τέτοια θεωρία υπερασπίστηκε στην Ποιητική του ο Αριστοτέλης.
    Και τώρα στο προκείμενο, όπου το ζητούμενο της μυθοποίησης μεταφέρεται στα καθ’ ημάς. Μιλώ για την τελευταία συλλογή του προικισμένου κύπριου ποιητή Κυριάκου  Χαραλαμπίδη (Μεθιστορία είναι ο τίτλος της και  κυκλοφόρησε πρόσφατα από τις εκδόσεις ΆΓΡΑ). Η Μεθιστορία λοιπόν, εκτός των άλλων σπάνιων ποιητικών αρετών της, προσφέρει και δύο αξιολογότατα μυθολογικά ποιήματα. Για λόγους οικονομίας επέλεξα το πρώτο και συνοπτικότερο, που τιτλοφορείται Παρθένος Ελένη.
    Πριν από κάθε άλλο σχόλιο, υπογραμμίζω ότι τα δύο  αυτά μυθολογικά ποιήματα (το δεύτερο και, εκτενέστερο, επιγράφεται Πάρεργον), που σφραγίζουν τη συλλογή του Χαραλαμπίδη, προορίζονται από τρίστιχη προμετωπίδα, η οποία χρησιμεύει και ως αναγνωστικός οδηγός.  Λέει: Λένε πως όταν άγγιξα την Αφροδίτη/εκείνη έγινε χίλια κομμάτια/και μου ‘μεινε στο χέρι το χερούλι της.
    Το ευτράπελο τούτο τρίστιχο περιέχει και  σοβαρότερες υποδείξεις. Προλέγει πρώτα το θέμα των δύο μυθολογικών ποιημάτων, που είναι εμφανώς ερωτικό, σχετίζεται επομένως, άμεσα ή έμμεσα, με την κυπρογένεια Αφροδίτη. Ακριβέστερα πρόκειται για το θέμα της ερωτικής απιστίας, που αλλού και  άλλοτε το ονόμασα «παρασυζυγία». Έτσι κι αλλιώς η Αφροδίτη είναι το θεολογικό σύμβολο και αυτής της ερωτικής επιλογής-θυμίζω ότι η παρασυζυγία στο πλαίσιο του αρχαϊκού έπους συνεπάγεται πόλεμο ή αποτελεί βέβαιο παρεπόμενό του. Η θεά πάντως του έρωτα εξαπατά στην Οδύσσεια τον χωλό καλλιτέχνη και νόμιμο σύζυγό της Ήφαιστο, για να πλαγιάσει με τον αρτιμελή και ωραίο θεό του πολέμου Άρη.
    Η τρίστιχη εξάλλου προμετωπίδα που συζητώ προοικονομεί και τη μυθοποιητική μέθοδο του κύπριου ποιητή: ο πασίγνωστος μυθολογικός θησαυρός θεωρείται εδώ εύθραυστος, διαλύεται εδώ σε χίλια κομμάτια, ακόμη και στο ελαφρότερο άγγιγμα. Ό,τι απομένει από την παράτολμη αυτή επαφή είναι η μικροσκοπική λαβή το χερούλι της Αφροδίτης. Μ’ αυτό το υποκοριστικό σπάραγμα υποχρεώνεται ο νέος ποιητής να συντάξει το δικό του μυθολογικό ποίημα, να ασκήσει επομένως τη δική του μυθοποιητική φαντασία. Στην περίπτωση πάντως του Χαραλαμπίδη το ριψοκίνδυνο εγχείρημα πέτυχε: από το χερούλι της Αφροδίτης βγήκαν δύο πολυσήμαντα μυθολογικά ποιήματα.
     Και τώρα λίγα σχόλια ειδικά για την Παρθένο Ελένη. Στον βαθμό που το ποίημα συνεπαίρνει με το κεντρικό του πρόσωπο το σύνολο σχεδόν του τρωικού μύθου θα πρέπει, σύμφωνα και με την ορολογία που έχω προτείνει, να ονομαστεί «αρχαιόμυθο». Με κριτήριο εξάλλου τις τρεις μυθοποιητικές τροπές, τούτο το ποίημα κινείται, σε σχέση προς το μυθολογικό του πρότυπο(την Ιλιάδα δηλαδή και την Οδύσσεια), συνεχώς μεταξύ «ετεροσημίας» και «παρασημίας». Το σημαντικό όμως εδώ είναι ότι η μεικτή αυτή μυθοποιητική μέθοδος βρίσκει ερείσματα στο ίδιο το μυθολογικό πρότυπο, εισχωρεί στις ρωγμές του, επίτηδες με παραμορφωτικό φακό.
    Για να μείνω στο εμφανέστερο παράδειγμα. Ο διάλογος Ελένης και Πριάμου, που εξελίσσεται σε τούτο το ποίημα τελικώς σε ερωτική συνεύρεση, αφορμάται από την περίφημη σκηνή της «Τειχοσκοπίας» στην τρίτη ραψωδία της Ιλιάδας, και καθ’ οδόν την παραμορφώνει. Ή, για να σταματήσω σε λεπτομερέστερα μοτίβα του ποιήματος: οι τριάντα  δυο δραχμές της Ελένης, που προβάλλονται στην αρχή και το τέλος του ποιήματος, και το κυκλώνουν, ευτελίζουν επίτηδες τα ομηρικά κτήματα της ηρωίδας, τον θησαυρό δηλαδή που άρπαξε ο Πάρης από το παλάτι του Μενέλαου, μαζί με τη γυναίκα του. Τέλος, η μυστική οπή στην οποία μπαίνουν, με τον καταληκτικό στίχο του ποιήματος, Τρώες και Αχαιοί, υπονοεί ασφαλώς το αιδοίο της Ελένης, λοξοκοιτάζει όμως συγχρόνως και προς την κρύπτη του δουρείου ίππου, από όπου εξόρμησαν οι άριστοι των Αχαιών και κατόρθωσαν την, άλλως πως ακατόρθωτη, άλωση της Τροίας.
     Ο χώρος δεν με παίρνει για περισσότερα παραδείγματα της μυθοποιητικής μηχανής του Χαραλαμπίδη σε τούτο το ποίημα, στο οποίο προοδευτικώς αίρονται όλες οι παραδοσιακές αντιφάσεις της ομηρικής Ελένης: η πίστη και η απιστία της η αθωότητα και η ενοχή της, το αμετανόητο και η μετάνοιά της. Θα κλείσω λοιπόν την επιφυλλίδα σχολιάζοντας το σημαντικότερο, κατά τη γνώμη μου, μυθοποιητικό εύρημα του Χαραλαμπίδη, το οποίο προεξαγγέλλεται ήδη στον τίτλο του ποιήματος.
    Καθώς η δική του Ελένη ενδίδει λίγο πριν από το πέρας του ποιήματος στην ηδονοθηρική όρεξη του γέρου και μέθυσου Πριάμου, θα μπορούσε να χαρακτηριστεί πόρνη, γνήσιο τέκνο της πάνδημης Αφροδίτης, δεύτερης όψης της θεάς, που την θυμάται στην εξέλιξη του ποιήματός του και ο Χαραλαμπίδης. Παρά τούτα η ίδια η Ελένη αισθάνεται ότι με την ερωτική της αυτή παραχώρηση ξαναγίνεται παιδούλα κερδίζει δηλαδή για δεύτερη φορά τη χαμένη στο μεταξύ παρθενική της αθωότητα. Αυτή η αποκαλυπτική παραίσθηση της ηρωίδας ευνοείται και από το γεγονός ότι η  Ελένη του Χαραλαμπίδη παραδίδεται στον Πρίαμο ενύπνια-θα σου δοθώ στον ύπνο μου, λέει ο οικείος στίχος. Έτσι η μεταμόρφωση της πόρνης σε παρθένο συντελείται μεταξύ ονείρου και εγρήγορσης.
    Όπως κι αν έχει το πράγμα, το ποίημα του Χαραλαμπίδη κλείνει εντελώς απροσδόκητα: οι ουρανοί συγκατανεύουν στην ερωτική επιλογή της ηρωίδας, οι αιθέρες ανοίγουνε καθώς η Ελένη ανοίγει τα πόδια της, κατεβαίνουν άγγελοι, που πολεμούν συγχρόνως με Τρώες και Αχαιούς, τους αναγκάζουν μάλιστα να μπουν εξαγορασμένοι όλοι τους στη μυστική οπή της Ελένης, υποχρεωτικώς τώρα συμφιλιωμένοι.
    Μυθοποιητικό συμπέρασμα: το ερωτικό κάλλος με δαιμονικό χιούμορ απορροφά και εξευτελίζει τον παράλογο πόλεμο, η πορνεία γίνεται καλός αγωγός της παρθενίας.
     Αυτό είναι το κείμενο με τίτλο Μυθοποίηση του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη, που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Το Βήμα της 21/5/1995, με την ευκαιρία της έκδοσης της ποιητικής συλλογής Μεθιστορία του κύπριου ποιητή Κυριάκου Χαραλαμπίδη, του πιο πολιτικοποιημένου θα σημειώναμε ποιητή της μεγαλονήσου, ενός ποιητή εθνικού, και πατριωτικά στρατευμένου, δίνω στην έννοια στράτευση, τον όρο που κράτησε για τον εαυτό του σε όλη του την ποιητική σταδιοδρομία ο ποιητής της ρωμιοσύνης Γιάννης Ρίτσος, για την κομμουνιστική του ιδεολογία, και, την σημασία που δίνουμε στον όρο πατριωτικός προσανατολισμός, με όση βαρύτητα εθνικής πολιτικής κουβαλά μέσα της αυτή η λέξη, όταν αναφερόμαστε στο ποιητικό έργο του Κωστή Παλαμά αλλά, και του Αριστοτέλη Βαλαωρίτη, για να θυμηθούμε, δύο μεγάλους μας ποιητές των προηγούμενων γενεών. Που, άμεσα διακρίνεται μέσα στο έργο τους η εθνική του γένους μας φωνή, ο ιστορικός συλλογικός χτύπος των σφυγμών των αγώνων της πατρίδας. Ένας ελληνικός και κυπριακός ποιητικός λόγος, που απεικονίζει διαχρονικά σε επαναλαμβανόμενα ποιητικά δίπτυχα τον ελκόμενο από την τραγική του μοίρα ελληνισμό, αλλά και, την προεικονίζουσα ανάστασή του μέσα στις σήραγγες της ιστορίας.  Όπως μεταγενέστερα των δύο προηγουμένων, ο δοκιμιακός και ημερολογιακός λόγος του ποιητή Γιώργου Σεφέρη πρωτίστως, αλλά και ο ποιητικός εμμέσως, μας μεταφέρει τις χαμένες προσδοκίες και τα διαψεύσιμα οράματα, τα εθνικά επικά χαλάσματα του γενέθλιου χώρου στο διάβα των ιστορικών αιώνων. «Ποιητής-θυρεός», εύστοχα και με εύλογη υπερηφάνεια δηλώνει σε στίχο του ο Κυριάκος  Χαραλαμπίδης, που θα έκανε τον Λορέντζο Μαβίλη να συμφωνήσει αναφανδόν. Ο ποιητικός λόγος του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, απαθανατίζει σε κάθε του κατάθεση την ιστορική μνήμη της Κύπρου, την προφανή τραγικότητα των ιστορικών της συμβάντων, και ιδιαίτερα των συγχρόνων του, τα διαχρονικά ίχνη της ελληνικότητάς της, την αρχαιοελληνική μυθολογική της παράδοση που ταξιδεύει στο χρόνο, την σηματοδότηση της μοίρας της προς τα πού οφείλει να στραφεί. Μια ποίηση ερεθιστική των πατριωτικών συναισθημάτων μας, χωρίς να ψευτίζει τον εθνικό της στόχο, χωρίς να υπερβαίνει το όριο της αξιοπρέπειας της εθνικής της προοπτικής, χωρίς να ειρωνεύεται την ίδια της την επιθυμία, καθώς το ύφος της αντλείται από τα ορυχεία της ελληνικής ιστορίας και γραμματείας, όπως ο σοφός και διδακτικός λόγος της ποίησης του Κωνσταντίνου Καβάφη, που σε ποιητικές του καταθέσεις ο κύπριος ποιητής, ανοίγει ουσιαστική και καίρια συνομιλία μαζί του. Απτή πολιτική πραγματικότητα μιας αιμάσουσας πατρίδας που έμαθε να πορεύεται μέσα στο χρόνο με τις δεκάδες χαίνουσες πληγές της, αυτό το νησί των κρεμασμένων και αγνοουμένων ηρώων, και αναπόληση ενός γενέθλιου τόπου που μύριζε λεμονάνθια και λιόδεντρα, ενός τόπου ηλιοφώτιστου σαν να προβάλει με εθνική μεγαλοπρέπεια από τους πίνακες των κυπριακών τοπίων του ζωγράφου Αδαμάντιου Διαμαντή. Μια ψηλαφητή τοιχογραφία της κυπριακής τραγικής ιστορίας είναι η ποίηση του Κυριάκου Χαραλαμπίδη, ένα Σολωμικό εθνικό χρέος τιμής σε αυτήν την γενέθλια νήσο, την πατρίδα του, που η Λευκή Ζώνη την χωρίζει στα δύο, όχι για να μας υπενθυμίζει τον πανάρχαιο Αριστοφανικό λόγο της Πλατωνικής φιλοσοφίας, αλλά, για να μας υποδηλώσει με ξεκάθαρο και πικραμένο λόγο και  στοχαστική διάθεση, τι κούφια λόγια είναι οι επαναλαμβανόμενες εξαγγελίες των σύγχρονων πολιτικών.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Κείμενο και αντιγραφή της Μυθοποίησης, σήμερα, Παρασκευή 22 Ιουλίου 2016

Πειραιάς 22/7/2016, σαράντα δύο χρόνια μετά. ΔΕΝ ΞΕΧΝΩ          

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου