Κυριακή 1 Σεπτεμβρίου 2024

Ο πολιτικός Νίκος Καζαντζάκης

ΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ

       Μας μιλεί ο Ν. Καζαντζάκης

ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ  ΜΕΤΑΞΑΣ

    Δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Φιλολογικά Χρονικά», τόμ. Γ΄, χρόνος Β΄, τεύχος 26 της 1ης Μαϊου 1945, σελ. 65-70

      Φλογερή, γιομάτη οράματα, μνήμη, πάθος και πειθαρχία η μορφή του Νίκου Καζαντζάκη. Όταν πλησιάσεις, όταν «συζήσεις» δημιουργικά με το έργο του, έχεις την εντύπωση ότι σου γλύφει όλη σου την ύπαρξη η καυτερή γλώσσα μιας φλόγας. Πηδάς απότομα από την πεδιάδα του πνεύματος, στην κορφή, αγκομαχάς από αγωνία, ανατριχιάζεις από συγκίνηση μπροστά σ’ ένα έργο που ξεπερνάει τα συνηθισμένα, τα καθημερινά, τα «τετριμμένα» και υψώνεται αυτοδύναμο, πλάθει ψυχές, θεμελιώνει πολιτείες και πορεύεται μοναχικό στην Ελλάδα, ξεπερνώντας τα σύνορα της και οδοιπορώντας αντάμα με τα λίγα άξια έργα του κόσμου.

     Από τον «Πρωτομάστορα» ως τον «Ιουλιανό», από τον «Οδυσσέα», το «Χριστό» ή το «Νικηφόρο Φωκά» ως τον «Προμηθέα Πυρφόρο», από τη μετάφραση της «Θείας Κωμωδίας» ως τη μετάφραση της «Ιλιάδας», από την «Ασκητική», τα «Ταξίδια» του, ως την «Οδύσσεια» του κι από την απόλυτη μοναξιά της Αίγινας ως την έντονη σημερινή του κοινωνικότητα, που πραγματώνει το πολιτικό του χρέος της τωρινής ώρας, ο δημιουργός Καζαντζάκης, με σπάνιο ήθος και εργατικότητα, μένει πιστός στα υψηλότερα πεπρωμένα του πνεύματος, στην καλύτερη μοίρα του ανθρώπου, μένει ο αιώνιος εραστής της τέχνης, ο γνήσια υπεύθυνος άντρας μπροστά στην εποχή του.

     Ανήσυχη ψυχή, ταξιδεύει γύρω-γύρω στον κόσμο, με τις αισθήσεις διψασμένες για το καινούργιο, με το μυαλό ανοιχτό σ’ όλα τα μηνύματα, προφήτης τρομερός, χωρίς φόβο, χωρίς ελπίδα, μ’ ένα μόνο Θεό, τον Αγώνα, μ’ ένα μόνο σκοπό, τη Λύτρωση.  Ρωσία, Αίγυπτος, Ιταλία, Ισπανία, Ιαπωνία, Κίνα, Αγγλία, χώρες ειρηνικές ή χώρες σπαραγμένες απ’ τον άγριο πόλεμο, λογιών-λογιών άνθρωποι, καθένας και μια πίστη, καθένας κι ένα πάθος, καθένας και μια μοίρα. Κάτοχος απέραντης παιδείας, με διαρκείς του πνευματικούς «συντρόφους» το Νίτσε, το Μπαρρές και το Μπέρξον, ζει με έντονο παλμό τα προβλήματα της κοσμογονικής εποχής μας, είναι ερωτευμένος μ’ όλο τον ανεχτίμητο πλούτο της γλώσσας του λαού μας, δημιουργεί στις τραγωδίες του μορφές τιτανικές και σήμερα τριγυρνάει ανήσυχος απάνω στα πατρικά μας χώματα και οσμίζεται τον αέρα.

     Έπειτα από τόσα πνευματικά και γεωγραφικά ταξίδια, από τόσες αγωνίες, μεσ’ απ’ το αίμα της ψυχής μας και του κορμιού μας, μεσ’ απ’ τη γη μας, ξεπετάχτηκε κι ο ήρωας της «Οδύσσειας». Ο Οδυσσέας που εκφράζει όλη τη διαλεχτική πορεία του νου απ’ τη θέση στην αντίθεση και έπειτα στη σύνθεση, που παλεύει για λύτρωση, πικραίνεται και χαίρεται, γκρεμίζεται και υψώνεται, πεθαίνει και ζει. Μέσα του παλεύουν οι σκοτεινές δυνάμεις του Διόνυσου και οι φωτεινές δυνάμεις του Απόλλωνα. Στέκεται ο Οδυσσέας, μπρος στο γκρεμό και τον κοιτάζει με θερμό αθόλωτο μάτι, χωρίς πανικό, γιομάτος αντρεία και χαρούμενη απελπισία. Το μεγάλο αυτό επικοδραματικό ποίημα είναι ό,τι καλύτερο μας έχει χαρίσει μέχρι σήμερα ο Έλληνας αυτός δημιουργός, που με το σφυρί και το κοπίδι ολάκερης της ύπαρξής του πελεκάει απάνω στο πολύχρωμο μάρμαρο της εποχής μας, το γερό, ρωμαλέο, λυτρωτικό του έργο.

        Και ο Νίκος Καζαντζάκης μας μίλησε.

-Ποιά είναι η αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου;

-Η αγωνία του σύγχρονου ανθρώπου είναι η ίδια, η παλιά, εκάστοτε ανανεούμενη, αγωνία που πλακώνει τους ανθρώπους στις μεταβατικές εποχές της ιστορίας. Όταν ένας κόσμος που ξετέλεψε το χρέος του γκρεμίζεται κι ο κόσμος ο νέος, διασκορπίζοντας τα παλιά, οργανώνοντας τα καινούργια, μάχεται ακόμα να δημιουργηθεί, οι άνθρωποι κυριέβονται από ένα είδος ομαδικής παραφροσύνης με διπλά διαφορετικά φανερώματα: άλλοι, οι βολεμένοι, οι προνομιούχοι, οι άρχοντες της εποχής, κυριέβονται από φόβο μη χάσουν τ’ αγαθά τους, υλικά και πνευματικά’ άλλοι, οι δημιουργοί, (που φαντάζουν, φυσικά, για τους βολεμένους σαν αντάρτες) κυριέβονται από ανυπομονησία και λύσσα να καταστρέψουν τον παλιό κόσμο και να δημιουργήσουν ένα καινούργιο, καλύτερο. Πόλεμοι, αναγκαστικά ξεσπούν, το αίμα των ανθρώπων ποτίζει τις σκοτεινές, χωμένες μέσα στη λάσπη, ακατάπαφτα διψασμένες ρίζες της αρετής.

     Φριχτή, όλο αίματα είνε η μέθοδος που ανανεώνεται ο κόσμος, μας έως τώρα άλλη, ειρηνικότερη, «ανθρωπινότερη» δεν υπάρχει. Σωστός άντρας είνε αφτός που τολμάει να δει κατάματα το τρομαχτικό αφτό θέαμα και να μην τρομάξει. Όχι μονάχα να μην τρομάξει παρά, αν μπορεί και να το αγαπήσει. Έτσι μονάχα θα μπορέσει, ίσως, να μετατρέψει την αγωνία σε γόνιμη συνεργασία και την αβεβαιότητα σ’ εμπιστοσύνη.

     Μεταβατική είναι η εποχή που ζούμε και πρέπει με γενναιότητα να δεχόμαστε όλες τις συνέπειες. Δυστυχισμένοι κι ανόητοι όσοι ελπίζουν σε πρόχειρους συμβιβασμούς, σε συμφιλίωση των δύο αντίμαχων, σε ειρήνη και σ’ εφτυχία’ όσοι κοιτάζουν πίσω τις αγαπημένες τους νομοθετικές αδικίες, τις παλιές ατιμίες, κ’ ελπίζουν ακόμα πως θα τις σώσουν. Θα σωθούν; Είναι χαμένοι, και το ξέρουν, γι’ αφτό φοβούνται. Η ανθρωποφάγα ιστορική στιγμή που περνούμε θα τους φάει. Η γενεά τούτη κ’ η ερχόμενη, κ’ άλλες ακόμα, είναι γεννημένες για τον πόλεμο. Χαρά σ’ αφτόν που το ξέρει και το δέχεται και παίρνει γενναία την απόφαση να εχτελέση πιστά και τίμια το πολεμικό του χρέος.

       -Ειδικά, ποια είναι η αγωνία του Έλληνα, ποιο είναι το σημερινό μας χρέος;

-Η αγωνία του Έλληνα είναι- πρέπει να είναι-ακόμα μεγαλύτερη. Πιστέβω πως ο βράχος τούτος με τη γαλάζια θάλασσα, που λέγεται Ελλάδα, είναι κατά τέτοιο τρόπο τοποθετημένος ανάμεσα σε Ανατολή και Δύση, που, μοιραία, θα γίνεται πάντα παλέστρα όπου θα συγκρούονται μεγάλες αντίδρομες δυνάμεις. Και, μοιραία, στο βράχο τούτον πάλι, έτσι πιστέβω, οι αντίδρομες δυνάμεις, αφού παλέψουν κ’ έτσι γνωριστούν, θα προσπαθήσουν να φιλιώσουν και να βρουν τη σύνθεση.

     Μικρός ο άγιος τούτος τόπος, η Ελλάδα, λιγοστοί, ανήσυχοι, πεινασμένοι πάντα, οι άνθρωποι που την κατοικούν, ζυμωμένα τα χώματα με πολύ αίμα, με πολύν ιδρώτα, πηχτός ο αγέρας του από αόρατες μεγάλες παρουσίες’ φτενός, φτωχός, καταστρεμμένος πάντα, αλληλοσπαραγμένος ο τόπος μας, όμως του δόθηκε κάποτε μια μεγάλη εντολή και την εξετέλεσε κατά τρόπο άρτιο, που από τότε πια έγινεν ο ιερότερος βράχος της γης. Ποιάν εντολή; Να μετουσιώσει την ανατολίτικη σκλαβιά σε ελεφτερία.

      Από τότε η εφθύνη του Έλληνα πλήθυνε, πλούτισε’ κ’ ένας Έλληνας σήμερα που ξέρει συνειδητά, βαθειά, τι θα πει Ελλάδα, νιώθει πως έχει εφθύνη όχι μονάχα απέναντι στη μικρή πατρίδα παρά κι απέναντι στην ανθρωπότητα’ και μάχεται να διατυπώσει κατά τέτοιο τρόπο τη σύγχρονη ανάγκη, που ο συντελεστής «Ελλάδα» όχι μονάχα να μη χαθεί παρά και να προσδώσει Ελληνικήν ουσία στο σύνολο.

     Ακόμα μια φορά στην ιστορία βλέπομε με υπερηφάνεια και τρόμο να ετοιμάζεται πάλι από τη μοίρα της η Ελλάδα να ξαναγίνει παλέστρα. Ποιο είναι πάλι το χρέος μας;

    Ο Έλληνας δεν μπορεί να βαρύνει στην τύχη του κόσμου μήτε με το περίσσιο του πλήθος, μήτε με το στρατό, μήτε με τον πλούτο του’ ένα μονάχα όπλο είχε πάντα, ένα μα παντοδύναμο: το Πνέμα. Ακλόνητα πιστέβω πως αφτη η μυστική, σκληρή, ανήσυχη δύναμη που τη λέμε Πνέμα, είναι η μοίρα της Ελλάδας. Και γι’ αφτό όσοι νιόσουν μέσα τους τη μεγάλη εφθύνη νάναι Έλληνες πρέπει στην κρίσιμη τούτη ώρα, ακολουθώντας την παράδοση του Γένους, να επιστρατέψουν τις μέσα τους δυνάμες και να δουλέψουν. Να εντείνουν το νου, ν’ αγνίσουν την ψυχή, να νικήσουν τη μεγάλη σκλαβιά, την αναντρία. Όλες οι σύγχρονες αγωνίες- ψυχικές, πνεματικές, κοινωνικές, οικονομικές-είναι και δικές μας αγωνίες’ δεν μπορούν αναγκαστικά πια, στο σύγχρονο αδιαίρετο κόσμο, παρά να λυθούν ομαδικά’ αφτο που λέμε «Ελληνική πραγματικότητα» θ’ ακολουθήσει την παγκόσμια πραγματικότητα’ όμως εμείς οι Έλληνες έχουμε χρέος, θαρω, να προσπαθήσουμε στην παγκόσμια λύση που θα δοθεί στην κάθε γωνία, στη νέα μορφή που μάχεται να πάρει η πραγματικότητα, να δόσουμε τα αιώνια γνωρίσματα της Ελλάδας: το μέτρο, την ευγένεια, την ανθρωπιά.

       -Πώς βλέπετε την τωρινή Ελληνική πραγματικότητα;

    Όποιος βλέπει το τι γίνεται σήμερα στην Ελλάδα, την ασυναρτησία της, τα τυφλά πάθη, την εγκληματική ανοχή της ατιμίας, τους ανάξιους ηγέτες, νοιώθει αβάσταχτη πίκρα και αγανάχτηση και μια στιγμή τον κυριέβει απόγνωση’ όποιος γνωρίσει από κοντά τους σημερινούς ανθρώπους και τα πράγματα στην Ελλάδα, τρομάζει’ φοβερά ερωτήματα σπαθίζουν το νούτου: Γιατί τον σπρώχνουν έναν τέτοιον τόπον κ’ έναν τέτοιο λαό στο βάραθρο; Ποιος δαίμονας πάλι, από τους παλιούς συνηθισμένους της δαίμονες, σπρώχνει τόσο ακαταμάχητα την Ελλάδα στο γκρεμνό; Θα κατορθώσει και πάλι ο Έλληνας να γλυτώσει τον Έλληνα και να σωθεί;

     Μια γενναία σύγχρονη ψυχή έδοκε τούτον τον ορισμό του Έλληνα: Έλληνας είναι ο άνθρωπος που άξαφνα, απροσδόκητα, στα χείλια του γκρεμού δημιουργεί το αδύνατο. Είμαι βέβαιος πως, στη στιγμή τούτη που περνούμε, στην άκρα απελπισία, δημιουργιέται κιόλας μέσα μας το αδύνατο. Αφτό είναι-κι όχι το άλλο, η ομορφιά- το Ελληνικό θάμα. Θάμα μεγάλο είναι, αλήθεια, πως σώθηκε ωστόρα, ύστερα από τόσες αδελφικές και ξένες παραφροσύνες, και δεν εξαφανίστηκε από το πρόσωπο της γης η Ελλάδα. Και τώρα, σίγουρα, θα σωθεί, γιατί, σίγουρα υπάρχουν κιόλας ψυχές μέσα στην τόση ατιμία και τύφλα, που κατεργάζονται το αδύνατο: τη σωτηρία.

        -Η στάση του λαού μας, στον καιρό της πείνας της κατοχής δε μας δίνει κι αυτή ελπίδες μεγάλες;

    -Η πείνα κ’ η κατοχή στάθηκαν οι δυο  μεγάλες φωτιές, οι δυο μεγάλες «πείρες αγνότητας» απόπου βγήκε καταπληγομένος και θριαμβεφτής ο λαός μας. Θάρθει μέρα που θα γαληνέψουν μέσα μας τα φοβερά θεάματα: τα παιδιά που ξεψυχούσαν στους δρόμους από την πείνα κ’ οι μεγαλομάρτυρες που βασανίζουνταν και τουφεκίζουνταν από τους βαρβάρους. Θάρθει μέρα που όλο αφτό το έπος θα κατασταλάξει στη μνήμη μας και στη μνήμη των απόγονων σαν ένας θρύλος’ ή και θα ξεχαστεί σιγά, σιγά με τους αιώνες. Όμως εμείς που τα ζήσαμε πρέπει να ξέρουμε τούτο: από την τρομερή δοκιμασία της πείνας και της κατοχής ο λαός μας βγήκε μετουσιωμένος. Μεταμορφώθηκε, φωτίστηκε, είδε’ δεν είναι πια σαν πρώτα αφελής, σκοτεινός, ανοργάνωτος. Τον οργάνωσαν η τυραννία-οι τυραννίες-κ’ η πείνα’ του φώτισε το μυαλό η πυρκαγιά του σπιτιού του και του χωριού του. Αλλοίμονο σ’ εκείνους που δεν το ένοιωσαν κ’ έχουν ακόμα την αναίδεια να του φέρνουνται και να τον ξεγελούν όπως του φέρνουνταν και τον ξεγελούσαν πριν από την πείνα και την κατοχή. Τέτοια παλληκάρια και τόση αντοχή, τέτοια περιφρόνηση του θανάτου, τόση ένθεη μανία σε τόσους νέους και νέες δε μπορούν να πάνε χαμένες.

     Κάτι άλλαξε στην Ελλάδα’ κάτι βαθύ, αποφασιστικό, ανεπανόρθωτο’ ένας καινούργιος λαός βγήκε από την πείνα και τη σκλαβιά’ αλλοίμονο σε όσους δεν τον ένιωσαν ακόμα.

--

       Στη συνέχεια της συνομιλίας μας, μου μίλησε για τη μελλοντική οργάνωση του κόσμου, ιδιαίτερα της Ευρώπης, για τα πεπρωμένα της Ρωσίας, της Αγγλίας και των Ενωμένων Πολιτειών, για τα ειδικότερα σημερινά προβλήματα της Ελλάδας, για τους προσανατολισμούς της πολιτικής της και γι’ άλλα πολλά! Μια αξέχαστη συνομιλία, που για διάφορους λόγους και υπακούοντας σε παράκληση του, δεν είναι δυνατό, σήμερα τουλάχιστο, να γραφτεί.

     Όλη την ώρα που μου μιλούσε στο πρόσωπο του ήτανε διαχυμένη μια απέραντη γαλήνη. Είναι πια ο άνθρωπος που ξέρει την αλήθεια, ξέρει καλά που πάμε, όλα τα περιμένει, για όλα είναι έτοιμος.

     Και θυμήθηκα την ινδιάνικη ιστορία, που μου είχε διηγηθεί σε μια παλιότερη μας συζήτηση, τόσο χαρακτηριστική της βαθύτερης ουσίας της ύπαρξής του, την ιστορία που του συνειδητοποίησε πλέρια τη στάση του στη ζωή.

     «Ένας Ινδός ξεκίνησε με τη βάρκα του, κωπηλατώντας σ’ ένα ποτάμι. Αγωνιζότανε γιομάτος ελπίδες και πόθους και απογοητεύσεις, ίδρωνε κωπηλατώντας για να προχωρήσει και να φτάσει στον προορισμό του. Και ξαφνικά μπροστά του είδε έναν απότομο, τρομερό καταρράχτη. Τότε, λυτρώθηκε από κάθε αγωνία κι ελπίδα, κι άρχισε χαρούμενα να τραγουδάει.».

     Το καλύτερο έργο του Νίκου Καζαντζάκη, οι σημερινές του ακόμα τόσο αποκαλυπτικές, σκέψεις, εκείνο που μελλοντικά θα μας χαρίσει, δεν είναι παρά αυτό το τραγούδι μιας λυτρωμένης ψυχής μπρος στο γκρεμό.

             ΕΠΑΜΕΙΝΩΝΔΑΣ  ΜΕΤΑΞΑΣ        

     Ο μόνος δρόμος σωτηρίας για την Ελλάδα είναι η ένωση όλων των σοσιαλιστών

           Η μοίρα της Ελλάδας-όπως κάθε έθνους που έχει μεγάλη ιστορική αποστολή- είνε τραγική’ κάθε τόσο οι πλούσιες μέσα της αντινομίες τη σπρώχνουν στα χείλια του γκρεμού. Η Ελλάδα, στη μακραίωνη ιστορία της, έφτασε πολλές φορές στο γκρεμό’ και τότε γίνονταν το απροσδόκητο, δηλ. αυτό που υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική και πρόβλεψη και που ονομάζεται- το ελληνικό θαύμα- κι η Ελλάδα σώζονταν. Κι όχι μονάχα σώζονταν παρά κι έπαιρνε καινούργιες εντολές να συνεχίσει τη μοιραία τραγικήν αποστολή της: να φωτίσει τον κόσμο.

       Έγινε το θαύμα αυτό πολλές φορές- τρεις εντονότερα: Στην αρχαιότατη Ελλάδα, όταν κατέβηκαν οι βάρβαροι Δωριείς, και δημιουργήθηκε ο ελληνικός πολιτισμός’ στη χριστιανική εποχή, όταν κατέβηκαν οι άλλοι βάρβαροι, οι Ρωμαίοι και την υπόταξαν, κι από τα βάθη της συμφοράς ανέλαβεν η Ελλάδα καινούργια εντολή να διαδόσει στον κόσμο μια νέα θρησκεία’ τέλος, στο πάρσιμο της Πόλης, όταν θρυμματισμένο το ελληνικό πνεύμα στη δύση, γονιμοποίησε τις ψυχές και γέννησε την Αναγέννηση.

     Και τώρα βρισκόμαστε πάλι στα χείλια του γκρεμού, μετά την κάθοδο της τελευταίας βαρβαρότητας, της επιστημονικής των Γερμανών. Είμαστε και πάλι συντριμμένοι, θρυμματισμένοι, στον γκρεμό της αποσύνθεσης, μα πολλοί Έλληνες νιώθουν μέσα τους, ίσια-ίσια από την οργανωμένη ατιμία κι αθλιότητα που μας εξουθενώνουν, μια νέα ανάταση, ορμή αναγέννησης, βαθιά πίστη στην υψηλή, ακατάλυτη αποστολή του ελληνικού Γένους.

     Η Μοίρα της νεότερης ιστορίας-καλά το μάντεψε ο Μ. Ναπολέοντας- λέγεται «Πολιτική». Τίποτα σήμερα δεν μπορεί να γίνει, καμιά βελτίωση οικονομική, μήτε κοινωνική δικαιοσύνη, μήτε πνευματική, έξω από τους πολιτικούς αγώνες. Η αληθινή γλώσσα μας καταδιώκεται, οι επιτήδειοι εκμεταλλευτές της επιστήμης και της τέχνης συσσωματώνουνται και θριαμβεύουν, ανώτατα πνευματικά ιδρύματα καταντροπιάζουνται, το κακό οργανώνεται και πειθαρχεί στη χιλιόφθαλμη χιλιοβράχιονη ατιμία και το καλό μένει άνεργο, απροσανατόλιστο και δεν τολμά να επιστρατέψει καμιάν ηλικία.

      Γι αυτό κι ο πνευματικός άνθρωπος σήμερα νιώθει επιταχτική την ανάγκη, παραιτώντας τις αφηρημένες έννοιες ή τις ποιητικές του δημιουργίες, να κατέβει κι αυτός στην πολιτική παλαίστρα να παλέψει. Να βοηθήσει κι αυτός μέσα στο πολιτικό μας χάος να βρεθεί ένας δρόμος σωτηρίας.

     Βαθύτατα πιστεύουμε, πώς ένας σήμερα δρόμος σωτηρίας υπάρχει: Η ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ. Γι αυτό κάνουμε έκκληση σε όλους τους φωτισμένους και τίμιους Έλληνες, σε όλους που δεν ανήκουν σε καμιάν πολιτικήν ακρότητα, μήτε καταδέχουνται πια ν’ ακολουθήσουν παλιές χρεωκοπημένες ιδεολογίες, κάνουμε έκκληση στους δημοκράτες σοσιαλιστές της Ελλάδας και τους εξορκίζουμε να ενωθούν. Ο σοσιαλισμός ο σκοπός, η Δημοκρατία το μέσο να πραγματοποιήσουμε το σκοπό. Όχι βία που φέρνει τη βία και το ένα κεφάλι της αντίδρασης δεκαπλασιάζεται’ παρά ελεύθερος αγώνας, όπου το κακό μοιραία μαραίνεται, εξαντλείται και πέφτει.

      Ο συλλογισμός που μας έφερε στην προσπάθεια της πανσοσιαλιστικής ένωσης είνε απλούστατος και, νομίζουμε, ακλόνητα λογικός:

     1), Η ιστορική ανάγκη σπρώχνει σήμερα την ανθρωπότητα στη σοσιαλιστική δημοκρατία.

     2), Η σοσιαλιστική δημοκρατία είνε ακριβώς η πιο πολιτικά θρυμματισμένη στην Ελλάδα.

     3), Ανάγκη κατεπείγουσα- γιατί σ’ αυτή θα πέσει γρήγορα η ευθύνη της εξουσίας-να ενωθεί.

     4), Μόνος τρόπος της ένωσης είναι ένα πανσοσιαλιστικό Συνέδριο, όπου, ύστερα από προσυνεδριακές εξονυχιστικές συμφωνίες, θ’ αναχωνευτούν όλα τα σοσιαλιστικά δημοκρατικά κόμματα σ’ ένα ενιαίο, θα συνταχθεί το πολιτικό πρόγραμμα και θα εκλεγεί η διοικητική Επιτροπή.

      Βρισκόμαστε στα χείλια πάλι του γκρεμού’ κάνουμε έκκληση σε όλους τους τίμιους και φωτισμένους Έλληνες’ σε όσους κλείνουν ακόμα μέσα τους την Ελλάδα και νιώθουν να λαχταρίζει ακόμα εντός τους κάθε είδος μεγαλείου. Βρισκόμαστε και πάλι στα χείλια του γκρεμού’ ας ανοίξουμε τα μάτια, ας πάρουμε το δρόμο της σωτηρίας , να σωθούμε.

Πρώτη δημοσίευση εφημερίδα «Ελεύθερος» 25/6/1945

              ΝΙΚΟΣ  ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

     Ο εκλεχτός  της ιστορίας

     Μια από τις ευεργετικότερες συνέπειες των δυο αποτρόπαιων παγκόσμιων πολέμων αρχίζει και διαγράφεται φανερά στον ορίζοντα: ΜΠΗΚΕ Ο ΠΛΑΝΗΤΗΣ ΜΑΣ ΟΛΑΚΑΙΡΟΣ ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ

      Έφτασε η ιστορική στιγμή που όλα τα πολύπλοκα, παλαιά και νέα προβλήματα, συγκλίνουν στη σοσιαλιστική λύση. Αν ζωή είναι η έφοδος προς τ’ απάνω κι η εκάστοτε ισορρόπηση ανάμεσα σε δυο γκρεμούς, -στο βάραθρο του περασμένου και στο βάραθρο του μελλούμενου- η σημερινή μορφή της ανερχόμενης ζωής είναι τούτη: η σοσιαλιστική. Ο άνθρωπος σήμερα ένιωσε πώς η ελευθερία χωρίς την κοινωνική δικαιοσύνη και την οικονομική χειραφέτηση είναι το όπιο του λαού.

     Η σοσιαλιστική ιδέα έχει πια διαγράψει τη μοιραία τροχιά που διατρέχει ο λόγος πριν να γίνει σάρκα: από χίμαιρα κι ονειροπόληση έγινε πίστη, ελπίδα χιλιάδων ανθρώπων, πρόγραμμα ιδεολογικό, πρόγραμμα κοινωνικό, πυκνώθηκε, στερεώθηκε και πιάνει τη γη.

     Και για αυτό σήμερα όλοι, κι οι πιο αντιδραστικοί, αναπνέουν μέσα στο σοσιαλιστικόν αγέρα και καμώνουνται, για να σωθούν, τους σοσιαλιστές. Σε άλλες εποχές η θεοκρατική λύση, η φεουδαρχική, η αστική, ανταποκρίνουνταν προσωρινά στις προσδοκίες των ανθρώπων’ σήμερα όλες αυτές οι παλιές αλήθειες, διατρέχοντας κι αυτές τη μοιραία τους τροχιά, έγιναν ψευτιές και θανάσιμα εμπόδια στο πνεύμα που ανηφορίζει’ οι άνθρωποι σήμερα ζητούν μια λύση πιο πανανθρώπινη.

      Δεν είναι τυχαίος, ύστερα από τους φοβερούς σπασμούς, του θεριού που πεθαίνει, του φασισμού,  ο ξαφνικός θρίαμβος της σοσιαλιστικής ιδέας. Κι επειδή επαρχία πια δεν μπορεί να υπάρχει και δεν μπορούν πια να ζουν οι λαοί απομονωμένοι, λησμονημένοι σε μια γωνιά, η σοσιαλιστική ιδέα πήδηξε αναγκαστικά και στην Ελλάδα. Δεν πήδηξε, ανάβρυσε πηγαία από το χώμα της. Η προσφυγιά, η πείνα, η αδικία, οι πόλεμοι, οι τυραννίες ήταν οι φορείς της. Εργάτες, χωριάτες, διανοούμενοι, φωτίστηκαν. Προσπάθησαν να οργανωθούν, δημιούργησαν μικρές ομάδες, σκόρπιες κι ανήμπορες’ ανάμεσα στις καλά οργανωμένες άκρα δεξιά κι άκρα αριστερά συντρίβουνταν.

     Μα καμιά δύναμη δεν μπορεί ν’ αντισταθεί στην ιστορική ανάγκη: τις μέρες τούτες τις κρίσιμες, που από αυτές κρέμεται η τύχη της Ελλάδας, το Θαύμα έγινε: όλες οι παράταιρες τούτες σοσιαλιστικές δυνάμεις ενώθηκαν. Πήραν την απόφαση να προκηρύξουν πανσοσιαλιστικό Συνέδριο κι εκείθε να βγει το ένα Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ελλάδας.

     Δίπλα στις τρείς οργανωμένες σοσιαλιστικές παρατάξεις- στην άκρα δεξιά, την αστική Δημοκρατία και το Κομμουνιστικό Κόμμα- μια τέταρτη παράταξη γεννιέται.

      Μεγάλη στιγμή. Όλοι οι φωτισμένοι, συγχρονισμένοι, που αγαπούν τη δικαιοσύνη και την τάξη και πονούν τον άνθρωπο, ας χαιρετήσουν μ’ εμπιστοσύνη το μεγάλο τούτο γεγονός. Είμαι βέβαιος, καινούργια εποχή ανοίγεται στην πολιτική ζωή της Ελλάδας.

     Έχω εμπιστοσύνη στους σοσιαλιστές νέους που γνώρισα να πλαισιώνουν τη νέα παράταξη. Υψηλή διάθεση, βαθιά αγάπη και γνώση της Ελλάδας, ισορρόπηση ορμής και σωφροσύνης, ανθρωπιά, πίστη ακλόνητη πως ο δρόμος αυτός που ανοίγουν είναι ο δρόμος της σωτηρίας.

     Με εμπιστοσύνη και συγκίνηση χαιρετίζω το νέον αγωνιστή που μπαίνει στο στίβο της Ελλάδας έτοιμος και σίγουρος για τη νίκη’ γιατί ξέρει, πώς στη δύσκολη τούτη στιγμή που περνούμε, αυτός είναι ο εκλεχτός της ιστορίας.

   Δημοσιεύθηκε στο «Σοσιαλιστικό αγώνα» της 19ης Σεπτεμβρίου 1945.

                ΝΙΚΟΣ  ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ

Σημειώσεις:

       Διαβάζω αυτήν την περίοδο τα βιβλία του ποιητή και πεζογράφου, μεταφραστή και πολιτικού υποκειμένου, φιλόσοφου Νίκου Καζαντζάκη, μελετήματα και άρθρα για το έργο του ελλήνων και ξένων ερευνητών. Αναζητώ τα ίχνη των δικών του διαβασμάτων, των επιρροών του, των ελληνικών και ξένων πηγών του, των δραστικών σταθμών της ατίθασης και ανυπότακτης συνείδησής του. Προσπαθώ να αισθανθώ τα φτερουγίσματα της ψυχής του, τον πολύχρωμο και πολύστικτο κόσμο των ιδεών του, των αγωνιωδών αμφισβητήσεών του, των αρνήσεων κάθε ανθρώπινης ή μεταφυσικής βεβαιότητας, πίστης ή ελπίδας σε ένα σταθερό σημείο αναφοράς της ανθρώπινης ύπαρξης. Το Καζαντζακικό σύμπαν είναι για τους αναγνώστες των έργων του τους ερευνητές και σχολιαστές του ακατανόητο, σκοτεινό, γεμάτο απαισιοδοξία, αινιγματικό, αντιφατικό, κρεμάμενο σε ένα τεντωμένο σχοινί επικίνδυνης ισορροπίας για τον ανθρώπινο νου. Ένα διαρκές ιλιγγιώδες τραμπάλισμα μεταξύ ζωής και θανάτου, αποδοχή της φυσικής φθοράς και ελπιδοφόρα ενατένιση του χάους. Ένα σύμπαν αχαρτογράφητο για τα ανθρώπινα μέτρα, καθημερινές ανάγκες του μέσου ανθρώπου και των προτεραιοτήτων ζωής του. Το Καζαντζακικό σύμπαν δεν απευθύνεται στις μεγάλες αναγνωστικές μάζες, δεν αντέχουν οι ώμοι της συνείδησης των τέτοια βάθη απελπισίας, τέτοιων διαστάσεων φορτία αναζήτησης δεν είναι για το πλήθος των αναγνωστών, αμφιβολιών, αρνήσεων, διχαστικών υπαρξιακών διλημμάτων, πτώσεων και ανατάσεων της σκέψης, σκαψίματα των εγκάτων της ψυχής, άπλωμα των συνόρων της καρδιάς. Φυσικά από τον διαρκή αυτόν αγώνα δεν εξαιρούνται μάλλον ούτε οι επαρκείς αναγνώστες της συγγραφικής τέχνης. Ο Νίκος Καζαντζάκης είναι μία ειδική περίπτωση μέσα στην ελληνική γραμματεία, και αυτό, το γνώριζαν και οι λόγιοι και διανοούμενοι της εποχής του, όσοι τον γνώρισαν και συναναστράφηκαν από κοντά συνομίλησαν μαζί του. Μπορεί ο κινηματογραφικός φακός να μας κατέστησε το έργο του ποιο οικείο, ποιο εύπεπτο, ανετότερα κατανοήσιμο στα νοήματά του, βατό στις αισθήσεις και τα μέτρα μας όσον αφορά τα διαχρονικά οικουμενικά μηνύματά του. Οι φιλότεχνοι φιλαναγνώστες του 20ου αιώνα της σύγχρονης Ιστορίας είναι επηρεασμένοι και «καθοδηγούμενοι» από την Εικόνα (και μάλιστα σήμερα την διασπασμένη Εικόνα) παρά από την γραφή περισσότερο, αυτό είναι κάτι το αναμφισβήτητο. Οι άνθρωποι προτιμούν την λεζάντα από τον λόγο, την διασκέδαση από την σοβαρή ψυχαγωγία, το ξόδεμα της απόλαυσης από την κριτική σκέψη, το ραχάτ της σκέψης από τον προβληματισμό, ζούμε για την «πλάκα μας» δίχως σκοπό, ανερμάτιστα όντα της τύχης. Η συγγραφική παρουσία του Κρητικού δημιουργού διασώθηκε μέσα από διάφορους διαύλους επικοινωνίας και ενδέχεται, αναγνωστικές επιθυμίες τρίτων. Μπορεί όπως μας λένε οι μελετητές του Καζαντζακικού έργου τα μυθιστορήματά του να είναι τα επαγγελματικά της ζωής του «πάρεργα» των κύριων φιλοσοφικών και υπαρξιακών του ενασχολήσεων και συνειδησιακών του οντολογικών αναζητήσεων, κάτι που δέχεται μάλλον συζήτηση αν απεγκλωβίσουμε το έργο του από τις ιστορικές και κοινωνικές του συνθήκες που το γέννησαν, σήμερα, στις σύγχρονες δεκαετίες μας όπου τα πάντα έχουν αλλάξει ραγδαία και δραματικά. (Ποια κομβικά σημεία άραγε των υπαρξιακών μας αγωνιών και μεταφυσικών προβολών καθρεπτίζει το Καζαντζακικό έργο;). Μπορεί το αγγλοσαξονικό αναγνωστικό κοινό (ιδιαίτερα το εμπορικά πολυπληθές Αμερικάνικο) μετά τις μεταφράσεις του Κίμωνα Φράιερ και άλλων φυσικά μεταφραστών του σε ευρωπαϊκές και των άλλων ηπείρων γλώσσες να αντιμετωπίζουν τα πεζά του σαν ένα είδος «αστυνομικού μυθιστορήματος» διαδραματιζόμενα, εμφορούμενα από το σχετικό ελληνικών αποχρώσεων σασπένς, σε ένα σκηνικό ενός ειδυλλιακού ελληνικού φολκλορικού περιβάλλοντος μιάς χαμένης εικόνας της Ελλάδας του περασμένου αιώνα, περισσότερο θελκτικής και ίσως και χρηστικής στις τουριστικές αντιλήψεις του δυτικού επισκέπτη. Ενδέχεται ακόμα, να μην έχουν προσεχθεί όσο τους άξιζε τα όχι και τόσο «δημοσιογραφικά» Ταξιδιωτικά του και οι ανταποκρίσεις του από τα επαναλαμβανόμενα στο εξωτερικό και εσωτερικό της χώρας ταξίδια του. Ο Νίκος Καζαντζάκης θα τολμούσαμε να γράφαμε ότι έζησε στον βίο του σαν νομάς, ένας μέτοικος της περιπέτειας της παγκόσμιας ανθρωπότητας, και όπως φαίνεται, του «ταίριαζε» αυτός ο ρόλος, δίχως να απεμπολεί φυσικά την Κρητική του ταυτότητα και χαρακτήρα, τα ξεχωριστά της παράδοσής της χαρακτηριστικά τα οποία διακρίνουν την ελληνική φυλή και ελληνικό έθνος. Εδώ να σημειώσουμε ότι δεχόμαστε την άποψη του Όσβαλντ Σπένγκλερ- όπως την διαβάζουμε στα βιβλία του- ότι όταν μιλάμε για την λέξη Φυλή, δεν αναφερόμαστε σε αιματολογικές συγγένειες ή άλλες ανθρωπολογικές διακρίσεις αλλά, σε καθαρά πολιτιστικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά της ελληνικής παράδοσης και ημετέρας παιδείας όπως αυτά διασώθηκαν και κληροδοτήθηκαν στο χρόνο και το ιστορικό διάβα. Από την άλλη η προσοχή μας, η αναγνωστική μας «πάλη» επικεντρώνεται στο βιβλικών διαστάσεων ποιητικό του έπος «Οδύσσεια» και την σκοτεινή «Ασκητική» του κυρίως. Ιδιαίτερα η δεύτερη, η οποία συγκεφαλαιώνει το καθόλου του φιλοσοφικού του στοχασμού και του κόσμου των μεταφυσικών αναζητήσεών του, αμφιβολίες και καίρια διλήμματα, προσωπικές του αγωνίες οι οποίες είναι διάσπαρτες και επαναλαμβανόμενες στο σύνολο των γραπτών του και των εξομολογήσεών του. Ποιητικό,  πεζογραφικό, θεατρικό, ταξιδιωτικό, δημοσιογραφικό, αλληλογραφία. Ασταμάτητη σβούρα η σκέψη του Νίκου Καζαντζάκη δεν επαναπαυόταν πουθενά, ακούραστη ψυχή, με τίποτα δεν ικανοποιούνταν η «άπληστη» περιέργειά του για όσα συνέβησαν, συνέβαιναν στην εποχή του και θα συμβούν στο μέλλον της ανθρωπότητας. Ο νους του έτρεχε να το επαναλάβουμε με ιλιγγιώδεις ταχύτητες, ασύλληπτες για τον κοινό καθημερινό άνθρωπο με τις περιορισμένες βιοτικές και πνευματικές-μεταφυσικές ανάγκες. Παράλληλα με την αργή ανάγνωση των Καζαντζακικών βιβλίων, διαβάζω την ύλη και αποδελτιώνω τα 44 τεύχη του παλαιού λογοτεχνικού περιοδικού Φιλολογικά Χρονικά του Ν. Σ, Μοναχού, αντιγράφω μέρος της ύλης του επιδιώκοντας να δώσω μία σύγχρονη των σημερινών καιρών μας εικόνα. Δηλαδή στέκομαι σε σημερινά συμβάντα και καταστάσεις, όπως είναι η απώλεια της ποιήτριας και μεταφράστριας της Γενιάς του 1970, της αξιόλογης Τζένης Μαστοράκη, την κοίμηση του φιλόσοφου και θεολόγου, στοχαστή Χρήστου Γιανναρά και άλλα συμβαίνοντα που κεντρίζουν θέλω να πιστεύω το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού των Λογοτεχνικών Πάρεργων. Διαβάζω, γράφω, αναρτώ και πειραματίζομαι ελπίζοντας να κάνω ελκυστικότερα τα μακροσκελή κείμενα μια και δεν συνοδεύονται από φωτογραφικό ή εικαστικών παραστάσεων υλικό. Ένας τέτοιος «πειραματισμός» είναι η συνύπαρξη ή συγχώνευση δημοσιεύσεων του Νίκου Καζαντζάκη στο λογοτεχνικό περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ του 1945 με το βιβλίο: ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΤΟΥ 1945 Προλεγόμενα Μεσεβρινού Και τρία κείμενα του Ν. Καζαντζάκη Λευκωσία / Lund 1974. Το βιβλίο το έχω σιμά μου σε φωτοτυπία, και στις σελίδες του οποίου από την πλευρά του ο Μεσεβρινός μεταφέρει τις Καζαντζακικές ιδέες (στα τετράδια του Ρήγα) δηλαδή τα λεγόμενα της συνέντευξης του Νίκου Καζαντζάκη στον συνεργάτη του περιοδικού Φ.Χ. Επαμεινώνδα Μεταξά. Εδώ να μνημονεύσουμε ότι συνεντεύξεις του Επαμεινώνδα Μεταξά με τους Κωνσταντίνο Τσάτσο, Παναγιώτη Κανελλόπουλο, Ν. Καζαντζάκη τις έχω αναρτήσει στην ιστοσελίδα μου παλαιότερα. Επίσης να επαναλάβουμε, ότι το Κατοχικό λογοτεχνικό περιοδικό «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ» Δεκαπενθήμερη Λογοτεχνική Έκδοση με διευθυντή τον Ν. Σ. Μοναχό κυκλοφόρησε από την 1 Μαρτίου 1944 πρώτο τεύχος, έως τα Χριστούγεννα του 1946 τεύχος 44 τελευταίο. Σύνολο μονών, διπλών και πολλαπλών τευχών 44, κυκλοφόρησε σε τρείς χρονιές και εκδόθηκε σε τέσσερεις τόμους.

Η αναγνωστική μας εποπτεία σήμερα, μας κάνει να θεωρούμε ότι το περιοδικό είναι πλουραλιστικό, ανοίγει ελεύθερα τις σελίδες του σε όποιον λογοτέχνη ή όποια συγγραφέα έχει κάτι να πει να δηλώσει με τα γραπτά του, να απαντήσει σε ερωτήματα της εποχής του. Δέχεται διαφορετικές γνώμες, δημοσιεύει αρνητικές κριτικές ακόμα και για τους συνεργάτες του, και κάτι που μάλλον παραγνωρίζουν οι σύγχρονοι ερευνητές και σχολιαστές του, ότι παρά την κεντρογενή ή αν θέλετε δεξιά πολιτική οπτική του διευθυντή του περιοδικού ή συνεργατών του, η αριστερή- κομμουνιστική διανόηση και λογιοσύνη της χώρας βρίσκει στις σελίδες του έναν χώρο να εκφράσει τις ιδέες και απόψεις της, αντιλήψεις της για την τέχνη, την λογοτεχνία, την ποίηση, την κριτική, την πολιτική, τον χώρο των ιδεών, τους προβληματισμούς της και των σπουδών της πάνω σε θέματα του Θεάτρου, της σκηνοθεσίας, του Κινηματογράφου, της Μουσικής κλπ. Μπορεί δίχως προσκόμματα να δημοσιεύσει αλογόκριτα τις θέσεις της, ελεύθερα τις θεωρητικές ή άλλες απόψεις της. Ενδέχεται τα «Φιλολογικά Χρονικά» να μην έχουν την ποιότητα της ταυτότητας ή του «ύψος» των κειμένων της «Επιθεώρησης Τέχνης», σίγουρα δεν είναι κομματικά ενταγμένο και προσανατολισμένο ιδεολογικά όπως το περιοδικό οι «Πρωτοπόροι» ή τα «Ελεύθερα Γράμματα», να μην συγκεντρώνει στις σελίδες του το ξεχωριστό κομμάτι της αστικής διανόησης όπως η «Νέα Εστία» το σύνολο συγγραφικό και των λογίων της Γενιάς του 1930, όπως «Τα Νέα Γράμματα», όμως η μαχητικότητά του, το εύρος και το άνοιγμα της ποικιλίας της ύλης του, η αρμονική συνύπαρξη των διαφορετικών πολιτικών αποχρώσεων συνεργατών του, ακόμα και ηλικιακά που αναγνωρίζουμε στα Φιλολογικά Χρονικά, οι εσωτερικές της ύλης του περιδιαβάσεις σε καινούργια πεδία πολιτισμού ακόμα και οι ανοιχτές αντιρρήσεις, μας κάνουν να πιστεύουμε ότι τα Φιλολογικά Χρονικά είναι κάπως αδικημένα από τους νεότερους σύγχρονούς μας μελετητές της ελληνικής γραμματείας και φιλολογίας. Η ποιητική παρουσία του Γιάννη Ρίτσου και του Νίκου Παππά (ποιητών αμιγώς προσκείμενων στην κομμουνιστική ιδεολογία) να υπήρχε μόνο, φανερώνει πολλά, προς τα πού στρέφεται η πυξίδα του κοινού του περιοδικού. Κάτι που μας επιβάλλει να μην παραγνωρίζουμε την προοδευτικότητά του και να αποφεύγουμε τους διχαστικούς και απόλυτους χαρακτηρισμούς των όποιων συνεργατών του. Σίγουρα δεν ανήκαν όλοι οι συνεργάτες των Φ.Χ. στα έντυπα που κυκλοφόρησαν την περίοδο της Ιταλικής και Γερμανικής κατοχής. Ούτε από την άλλη δηλώνει κάτι ξεχωριστό το ότι οι Γερμανοί στρατιώτες και τα ναζιστικά τάγματα λάτρευαν την αρχαία ελληνική τραγωδία και μυθολογία. Ή ότι έλληνες λόγιοι αποτελούσαν το επιτελείο της λογοκρισίας της δικτατορίας του Ιωάννη Μεταξά, ή ότι ο πρωθυπουργός-δικτάτορας ήταν υπέρ της δημοτικής γλώσσας, ή ποιους ακριβώς υποστήριζε ο Νίκος Καζαντζάκης στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο. Και σχετικά με την ύλη των Φιλολογικών Χρονικών μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι η αρθρογραφία και τα κείμενά που αφορούν την Ρώσικη, σοβιετική λογοτεχνία δεν είναι λίγα αν τα δούμε μέσα στο ιδεολογικό κλίμα της εποχής και τις πνευματικές και πολιτικές ζυμώσεις και πολιτικές έχθρες. Ούτε επίσης μπορούμε να μην σταθούμε στα αμιγώς θεωρητικά για την λογοτεχνία κείμενά του, την πλούσια ποιητική και πεζή ύλη του, τις εξαιρετικές συνεχείς μεταφράσεις ξένων ποιητών από σημαντικούς έλληνες ποιητές και συγγραφείς. Δίχως να αγνοούμε τις σοβαρές μελέτες για την τέχνη του Θεάτρου και του Κινηματογράφου (Σοβιετικού), τα Μουσικά δρώμενα των χρόνων εκείνων. Εκφράζω την δική μου καθαρά προσωπική αναγνωστική άποψη, δίχως υποψία αντιπαράθεσης με τις θέσεις των επίσημων κριτικών μας που ανήρτησα στα δύο προηγούμενα σημειώματα για το περιοδικό.

    Το περιοδικό «ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ» στο σημείωμα αυτό, μας ενδιαφέρει σχετικά με ότι έχει να κάνει με την περίπτωση του ποιητή και φιλόσοφου, πολιτικού και λογοτέχνη Νίκου Καζαντζάκη, την συνέντευξή του στο περιοδικό σελίδες 65-70 που αντιγράφω, δίχως να παραβλέπουμε και τις άλλες συμμετοχές του. Είτε την δημοσίευση της Τερτσίνας «Λεονάρντο» είτε του τελευταίου κεφαλαίου του Ταξιδιωτικού του στον Μοριά, είτε την κριτική του Άρη Δικταίου για το ταξιδιωτικό του «Αγγλία» κλπ. Παρενθετικά να γράψουμε ότι από τις σελίδες του λογοτεχνικού περιοδικού περνά και ο ποιητικός και μεταφραστικός λόγος της δεύτερης συζύγου του Νίκου Καζαντζάκη της συγγραφέως Ελένης Σαμίου, ενώ δεν απουσιάζει και η άποψη σε έρευνα του περιοδικού, της νεανικής του συντρόφου πρώτης ελληνίδας φιλοσόφου Έλλης Λαμπρίδη, η οποία βίωνε εκείνη την περίοδο ένα προσωπικό της δράμα, σκοτώθηκε η μοναχοκόρη της την χρονική στιγμή που έρχονταν η Έλλη Λαμπρίδη να την συναντήσει.

     Παλαιοί σύντροφοι και συναγωνιστές, ομοϊδεάτες φίλοι και πνευματικοί συνοδοιπόροι, λόγιοι της ίδιας αγωνιστικής εποχής, ποιητές και στοχαστές, πεζογράφοι και κριτικοί, τεχνοκριτικοί παρελαύνουν μπροστά στα μάτια μας από τις σελίδες του περιοδικού σε μία πανοραμική πνευματική επισκόπηση της κρίσιμης αυτής δεκαετίας. Τριάντα χρόνια αργότερα, το 1974, στο βιβλίο «ΤΟ ΣΟΣΙΑΛΙΣΤΙΚΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΤΟΥ 1945» με προλεγόμενα Μεσεβρινού και τρία κείμενα του Ν. Καζαντζάκη, έκδοση Λευκωσία/ Lund 1974, σελ.63, αναδημοσιεύεται η συνέντευξη του Νίκου Καζαντζάκη όχι  όμως ασυνόδευτη. Ο συγγραφέας ΜΕΣΕΒΡΙΝΟΣ, υπογράφει τα δέκα έξι σελίδων ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ και παράλληλα δημοσιεύει Το Σοσιαλιστικό Μανιφέστο του 1945 το οποίο όπως γνωρίζουμε έγραψε ο Νίκος Καζαντζάκης. Μια καθαρά πολιτική και ιδεολογική διακήρυξη των πολιτικών στόχων και μηνυμάτων, κυβερνητικών επιδιώξεων της συντροφικής ομάδας που αποτελούσαν το ΣΕΕ. Την ίδρυση στην χώρα μας ενός Σοσιαλιστικού Κόμματος με ηγετικό, ενεργό ρόλο να διαδραματίζει ο Νίκος Καζαντζάκης. Στο παρόν Καζαντζακικό σημείωμα είχα υπόψη μου κυρίως αυτές τις δύο βιβλιογραφικές πηγές και συμπληρωματικά το δίτομο έργο του Νίκου Δ. Πουλιόπουλου, «Ο Καζαντζάκης και τα παγκόσμια ιδεολογικά ρεύματα», Αθήνα 1972, φιλικού συντρόφου και συναγωνιστή, ομοϊδεάτη του Κρητικού συγγραφέα. Βλέπε επίσης και άρθρο του συγγραφέα Ν. Δ. Πουλιόπουλου το οποίο δημοσίευσε στο περιοδικό «Καινούργια Εποχή» 1958 ένα χρόνο μετά τον θάνατο του Κρητικού λογοτέχνη. Να υπενθυμίσουμε ότι ο εκδότης του περιοδικού «Καινούργια Εποχή» Γιάννης Γουδέλης υπήρξε και εκδότης των βιβλίων του Νίκου Καζαντζάκη. Πριν εξιστορήσουμε περί του Σοσιαλιστικού Μανιφέστου και της ιστορικής διαδρομής του όπως την διαβάζουμε στα Προλεγόμενα, να διευκρινίσουμε ότι αντέγραψα τα Καζαντζακικά λόγια από το περιοδικό Φιλολογικά Χρονικά, διατηρώντας την γλωσσική εκφορά της εποχής καθώς και την ορθογραφία. Το περιοδικό και η συντακτική του επιτροπή όπως φαίνεται, από τις Καζαντζακικές συμμετοχές, έτρεφε μεγάλη εκτίμηση για τα λεγόμενα και τα έργα του Νίκου Καζαντζάκη. Πρόβαλε το έργο, την φωνή και τις ιδέες του αν δούμε συνολικά τις συμμετοχές του σε σχέση με άλλων πεζογράφων ή ποιητών την παρουσία. Τα τεύχη των συμμετοχών του είναι τα εξής:

1), 5/1-Μαίου 1944. Στα Σημειώματα των σελίδων τα Φιλολογικά Χρονικά, έχουμε την εξαγγελία ενός ολόκληρου τεύχους προς τιμή του. «Τα «Φιλολογικά Χρονικά» τιμώντας την πνευματική προσφορά και το ήθος του Νίκου Καζαντζάκη, θ’ αφιερώσουν προσεχώς ένα πολυσέλιδο τεύχος τους, όπου θα αναλυθεί το πολύμορφο έργο του Καζαντζάκη και η δραματική του φυσιογνωμία.» σελ. 311. Όταν εξαγγέλλει η διεύθυνση του περιοδικού το αφιερωματικό τεύχος ο Καζαντζάκης είναι ακόμα άγνωστος στο ευρύ κοινό και η φωνή του δεν έχει ακόμα την σημασία και ούτε προκαλεί το ενδιαφέρον των αναγνωστών που απόκτησε την δεκαετία του 1960. Το έργο του Καζαντζάκη άργησε να αναγνωριστεί, και ο ίδιος να κατακτήσει την ξεχωριστή θέση ανάμεσα στους άλλους έλληνες και ξένους συγγραφείς της γενιάς του. Το αφιερωματικό τεύχος δεν κυκλοφόρησε, δίχως στην μεταγενέστερη ύλη των Φιλολογικών Χρονικών να δίνεται καμία πληροφοριακή δικαιολογία.

2)., 8-12/ 30 Ιουνίου 1944. Εδώ, δεν έχουμε την πρωτογενή συγγραφική παρουσία του Καζαντζάκη αλλά, διαβάζουμε την μελέτη του Σπύρου Γ. Λουλακάκη: «ΣΤΟΧΑΣΜΟΙ ΓΙΑ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗ», σελ. 405-412.

3)., 15-16/ 31 Αυγούστου 1944. Έχουμε την δημοσίευση της μελέτης «Ο ΔΑΝΤΗΣ» του σελ. 81-83, που όπως όλοι μας γνωρίζουμε, έχει μεταφράσει το ποιητικό του έργο «Η Θεία Κωμωδία». Ενώ στις σελίδες της «ΜΟΥΣΙΚΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ», ο μουσικολόγος Φοίβος Ανωγειανάκης γράφει για το έργο του Μανώλη Καλομοίρη. «Μ. ΚΑΛΟΜΟΙΡΗ: «Ο Πρωτομάστορας» Μουσική τραγωδία σε δύο μέρη κι’ ένα ιντερμέτζο» σελ. 163-168. Τα έργο «Ο Πρωτομάστορας» είναι μουσική διασκευή της ομώνυμης τραγωδίας του Νίκου Καζαντζάκη. Η διασκευή, το λιμπρέτο, έγιναν από την ποιήτρια Μυρτιώτισσα (Θεώνη Δρακοπούλου) σε συνεργασία με τον Νίκο Ποριώτη και τον Γ. Στεφόπουλο.

4)., 26/ 1 Μαϊου 1945, Δημοσιεύεται η συνέντευξη του Επαμεινώνδα Μεταξά με τον Νίκο Καζαντζάκη, στην σειρά «Με τους κορυφαίους της πνευματικής μας ζωής», σελ. 65-70

5)., 32/1 Σεπτεμβρίου 1945. Η αυλαία του περιοδικού ανοίγει με το ποίημα “LEONARDO”, σελ. 313-318 είναι η γνωστή 178 στίχων Τερτσίνα του Καζαντζάκη που περιλαμβάνεται στο ομώνυμο βιβλίο του.

6)., 33/ 15 Σεπτεμβρίου 1945. Εδώ έχουμε την έμμεση αναφορά στον Νίκο Καζαντζάκη. Ο τεχνοκριτικός και ιδεολογικός του ομοϊδεάτης και συναγωνιστής καθηγητής Άγγελος Γ. Προκοπίου, δημοσιεύει σε δύο συνέχεις την μελέτη του «ΓΚΡΕΚΟ», το μελέτημα το αφιερώνει «Του Νίκου Καζαντζάκη που δείχνει στις καρδιές μας το δρόμο». Σελ. 373-380.

7)., 34/ 15 Οκτωβρίου 1945. Ο Καζαντζάκης δημοσιεύει τον Πρόλογο από το μυθιστόρημά του «ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΤΟΥ ΑΛΕΞΗ ΖΟΡΜΠΑ», σελ. 409-413.

8)., 37/ Ιανουάριος 1946. Δημοσιεύεται το κεφάλαιο «Ο ΔΙΓΕΝΗΣ ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ», σελ. 1-5. Διαβάζουμε στην σημείωση του περιοδικού. «Η μελέτη αυτή είναι το τελευταίο συμπερασματικό κεφάλαιο απ’ το ανέκδοτο ταξιδιωτικό βιβλίο του Ν. Καζαντζάκη «Πελοπόννησος» (έκτο στη σειρά «Ταξιδεύοντας»).

9)., 38-40/ Φεβρουάριος- Μάρτιος 1946. Στο τεύχος αυτό, του τέταρτου τόμου της τρίτης χρονιάς του περιοδικού, ο ποιητής και μεταφραστής, βιβλιοκριτικός Άρης Δικταίος στις σελίδες ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ, δημοσιεύει την βιβλιοκριτική του Ν. ΚΑΖΑΝΤΖΑΚΗΣ: «Ταξιδεύοντας Γ΄, ΑΓΓΛΙΑ» (β΄ έκδοση, Αθήνα 1945. Σελ. 105-108.

        Ας περιδιαβούμε τώρα τα κυριότερα, κεντρικά σημεία των ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΩΝ όπως τα γράφει η πένα του Μεσεβρινού:

1., Το «Σοσιαλιστικό μανιφέστο» είναι η διακήρυξη, με την οποία η Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση το 1945 παρουσίασε στον Ελληνικό λαό το ιδεολογικό και πολιτικό της πιστεύω. Το κείμενο είναι σχεδόν ολότελα άγνωστο στους σημερινούς, όπως άγνωστη είναι και η οργάνωση που το έκδωσε. Ωστόσο αποτελεί σπουδαίο και πολύ ενδιαφέρον ιστορικό τεκμήριο της πρώτης μεταπολεμικής περιόδου στον τόπο μας, (α) γιατί φωτίζει μια άδικα λησμονημένη προσπάθεια αλλαγής, που αναμφισβήτητα στάθηκε από τις πιο γνήσιες ολάκερης της νεότερης πολιτικής ιστορίας μας, (β) γιατί μας βοηθάει ν’ αποχτήσουμε κάποια ολοκληρωμένη εικόνα της περιόδου αυτής, ώστε δικαιότερα να κρίνουμε πρόσωπα και πράγματα, και (γ) γιατί στις σημερινές συνθήκες της πολιτικής μας ιστορίας, όπου νέα σοσιαλιστική συνείδηση πλάθεται, το Μανιφέστο του 1945 μπαίνει στην πρώτη γραμμή της επικαιρότητας. Στους λόγους αυτούς θα μπορούσε να προστεθεί και τέταρτος: το «Σοσιαλιστικό μανιφέστο» δίνει την πρώτη, έστω συνοπτική, εικόνα της σοσιαλιστικής ιδεολογίας, όπως την συνέλαβαν υπεύθυνες προσωπικότητες και ανώτερες πνευματικές συνειδήσεις του τόπου μας, προβάλλοντας την αυτονομία της στην πολιτική μας κονίστρα.

2., Πρόθεσή μας δεν είναι να περιγράψουμε τα ιστορικά πλαίσια μέσα στα οποία αναπτύχθηκε η σοσιαλιστική ιδεολογία και οργανώθηκε η σοσιαλιστική πάλη στον τόπο μας. Περιοριζόμαστε σε λίγα στοιχεία, που σύμφωνα με τη γνώμη μας πληροφορούν εισαγωγικά τον αναγνώστη.

     Στην Ελλάδα η σοσιαλιστική κίνηση διαμορφώθηκε κάτω από συνθήκες, που φανερά καθυστέρησαν την οργάνωση της στο πολιτικό πεδίο. Για ολόκληρο το ΙΘ΄ αιώνα η ελληνική αστική κοινωνία στάθηκε ανίκανη, να αναλύσει κριτικά τους όρους και τα προβλήματα, που έθετε ο μεταπρατικός χαρακτήρας της, όπως και την πολιτική έκφραση του χαρακτήρα αυτού. Στα χρόνια του Χαρίλαου Τρικούπη η προσπάθεια της οικονομικής και βιομηχανικής ανάπτυξης ετοίμασε το έδαφος για τη συγκρότηση των πρώτων σοσιαλιστικών ή μετάσοσιαλιστικών ομάδων με πρωταγωνιστές το Ρ. Χοϊδα, τον Πλ. Δρακούλη, το Στ. Καλλέργη. Είναι η εποχή, που στην περιοχή της παιδείας οι προοδευτικές δυνάμεις αναλαμβάνουν την αποφασιστική επίθεση ενάντια στο καθεστώς της αρχαιοπληξίας και της καθαρεύουσας.

     Η προσπάθεια όμως για κάποια ουσιαστική ανασύνθεση της εθνικής μας ζωής εμποδίστηκε από την ταπεινωτική περιπέτεια του 1897. Πολλοί δημοτικιστές, όπως δα και ο ίδιος ο Ψυχάρης και ο Παλαμάς, μένουν έξω από τη σοσιαλιστική ιδεολογία, ενώ άλλοι, όπως ο Κ. Χατζόπουλος και ο Κώστας Θεοτόκης, αποχτούν σοσιαλιστική συνείδηση και την εκφράζουν στο λογοτεχνικό τους έργο. Ωστόσο το αδιέξοδο συνεχίστηκε μέσα στις αντιφάσεις, που δημιουργούσε και συντηρούσε, η ασύνετη πολιτική του παλαιοκομματισμού με επικεφαλής το Θ. Δεληγιάννη, το Θεοτόκη, το Ζαϊμη. Ο πρώτος που παρουσιάστηκε ιδεολογικά συγκροτημένος και που ασχολήθηκε ειδικά με το κοινωνικό μας πρόβλημα, είναι ο γιατρός Γ. Σκληρός (1878-1920), μαρξιστής, σπουδαγμένος στη Μόσχα κι εγκατεστημένος στην Αίγυπτο. Ο Σκληρός ήταν μαθητής του Πλεχάνωφ και-όπως σωστά παρατηρούν οι σημερινοί μελετητές του έργου του-δημιούργησε νέα σκοπιά, κάποιο νέο ιδεολογικό «άνοιγμα», που έμελλε να δώσει «καινούργια ορμή στη διανόηση στην προσπάθειά της να εκλογικέψει τις σχέσεις και τα φαινόμενα της κοινωνικής ζωής με την κοινωνική πάλη» (Θαν. Παπαδόπουλος, στο περ. «Ένα», Μάης 1973, σ.144-45).

     Ένα χρόνο πριν από την Επανάσταση στο Γουδί, ο Πλ. Δρακούλης επιχειρεί να ιδρύσει κόμμα, ενώ ο Κ. Χατζόπουλος και άλλοι ιδρύουν τη «Σοσιαλιστική Δημοκρατική Ένωση». Η κίνηση απλώνεται και σε άλλα αστικά κέντρα, στο Βόλο, στη Λάρισα, στην Κέρκυρα, αλλά και στη Θεσσαλονίκη, όπου η γνωστή Φεντερασιόν συγκεντρώνει στους κόλπους της ομάδες από Έλληνες, Τούρκους και Εβραίους σοσιαλιστές. Μόνο που και εδώ παρατηρούμε, ότι η σοσιαλιστική ιδεολογία απλώνεται πιότερο σαν απόηχός της Δυτικής σοσιαλδημοκρατίας, παρά ως κίνημα βαθύτερης ανάπλασης. Και ακριβώς η αντίληψη αυτή οδηγεί σε συμβιβασμούς, που καθυστερούν την οργάνωση και την αποφασιστική πάλη. Η ομάδα (η εταιρία) των λεγόμενων «Κοινωνιολόγων» αποτελεί την κύρια έκφραση της θέσης αυτής.

          Γύρω στα 1910 η ομάδα των Κοινωνιολόγων δοκιμάζει να μεταφέρει τον «ερασιτεχνισμό» των πρώτων οπαδών της ιδέας στην πολιτική πράξη. Είναι στην πραγματικότητα κι αυτοί θεωρητικοί. Αλλά δρώντας στα πλαίσια του κόμματος των Φιλελευθέρων, γίνουνται οι πολυτιμότεροι συνεργάτες του Ελευθερίου Βενιζέλου στο αναμορφωτικό του πρόγραμμα. Οι πιο ριζοσπαστικοί απ’ αυτούς, με επικεφαλής τον Αλέξανδρο Παπαναστασίου (1879-1936), συγκρότησαν ξεχωριστή πολιτική ομάδα, των «Δημοκρατικών Φιλελευθέρων». Αξίζει να μνημονευτεί, ότι το Φλεβάρη του 1922, πέντε μήνες πρίν εκδηλωθεί η μεγάλη επίθεση του κεμαλικού στρατού στο μικρασιατικό μέτωπο, οι Δημοκρατικοί Φιλελεύθεροι δημοσίεψαν το «Δημοκρατικό μανιφέστο», όπου με παρρησία εξηγούσαν στο Λαό τις αιτίες της ερχόμενης καταστροφής. Κατηγόρησαν τους υπεύθυνους κυβερνήτες, ότι είχαν κρύψει από το λαό την αλήθεια, τάζοντας «υπεράνω της εθνικής σωτηρίας προσωπικά συμφέροντα της Βασιλείας, όπισθεν των οποίων καλύπτεται ευτελής κομματική ιδιοτέλεια. Ας σημειωθεί η οξύτητα της επίθεσης ενάντια στο Θρόνο: «Η Ελλάς είναι δημιούργημα του πνεύματος, των μόχθων και των αγώνων των τέκνων της. Δεν είναι βασιλικόν τιμάριον και δεν ειμπορεί ποτέ να γίνει ανεκτόν να θυσιασθή και το ελάχιστον τμήμα της χάριν προσωπικών συμφερόντων». (βλ. Αλ. Παπαναστασίου, Πολιτικά κείμενα, Αθήνα 1972, σ.10). Το αποτέλεσμα της δημοσίεψης του μανιφέστου ήταν η σύλληψη αμέσως όσοι το υπόγραψαν (Αλ. Παπαναστασίου, Γ. Βηλαράς, Σπ. Θεοδωρόπουλος, Περ. Καραπάνος, Κ. Μ. Μελάς, Δ. Πάζης, Θρ. Πετιμεζάς). Η κατηγορία: εξύβριση του Βασιλιά και έσχατη προδοσία!

     Ύστερ’ από το αποτυχημένο βασιλικό κίνημα του Ι. Μεταξά και Γαργαλίδη τον Οχτώβρη του 1923, οι προοδευτικοί του Παπαναστασίου εγκαινιάζουν έντονη κίνηση για την κατάλυση της βασιλείας. Η ανακήρυξη της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας το Μάρτη του 1924 είναι έργο του Αλ. Παπαναστασίου και των ριζοσπαστικών δυνάμεων του τόπου, που τώρα για πρώτη φορά οργανώνουνται στα πλαίσια της Δημοκρατικής Ένωσης. Όμως οι σοσιαλιστές έκαμαν το σφάλμα να συνεργαστούν στενά με τους στρατιωτικούς. Κι αυτοί ορέχτηκαν την εξουσία. Ο Πάγκαλος πρώτος την αρπάζει τον Ιούνιο του επόμενου χρόνου.

          Η περίοδος της αστάθειας που ακολουθεί εμποδίζει, βέβαια, την ανάπτυξη των προοδευτικών δυνάμεων. Ωστόσο φανερή είναι η ανικανότητα (ή η έλλειψη διορατικότητας) των σοσιαλιστών να οργανωθούν πάνω σε νέα σχήματα και ν’ αγκαλιάσουν τις λαϊκές μάζες, τη στιγμή που η κομμουνιστική ιδεολογία απλωνότανε χάρη στην πειθαρχημένη δραστηριότητα των πιστών της. Τους πρώτους μήνες της μεταξικής δικτατορίας ο Παπαναστασίου, ο πατέρας της Β΄ Ελληνικής Δημοκρατίας, όπως ονομάστηκε, πέθανε δίχως οπαδούς, θύμα κι αυτός της εκδικητικής αντίδρασης. Ωστόσο οι σοσιαλιστικές δυνάμεις δεν αφανίστηκαν. Στα χρόνια της Κατοχής κινητοποιούνται και πάλι. Αλλά είναι περιορισμένες, αδύνατες, δίχως αυτοτέλεια, δίχως πρωτοβουλία. Στα πλαίσια του ΕΑΜ με κόπο αντιστέκουνται στη θέληση επιβολής και υποταγής τους από το ΚΚΕ.

3., Αμέσως μετά την Απελευθέρωση, το Νοέμβρη του 1944 νέα κίνηση σοσιαλιστικών στοιχείων σημειώνεται στην Αθήνα. Κύριος μοχλός, μια από τις κορυφαίες μορφές των γραμμάτων μας, ο Νίκος Καζαντζάκης, συγγραφέας επιβλητικού, άλλα άγνωστου ακόμα στο πλατύ κοινό λογοτεχνικού έργου. Στην κρίσιμη τούτη στιγμή ο Καζαντζάκης άφησε την Αίγινα, όπου είχε ζήσει στο διάστημα της Κατοχής, και ήρθε στην ελευθερωμένη πρωτεύουσα φλογισμένος από τον πόθο να βοηθήσει την Πατρίδα του στο δύσκολο αγώνα όχι απλώς της ανασυγκρότησης, παρά της ανάπλασης. Μαζί με τον καθηγητή του Πολυτεχνείου Α. Ρουσόπουλο και το στρατηγό Οθωναίο συγκροτεί πολιτική σοσιαλιστική ομάδα, στην οποία προσχώρησαν ο δικηγόρος και πολιτευτής Ν. Πουλιόπουλος, ο θεωρητικός του σοσιαλισμού Κ. Σκλάβος, ο καθηγητής Άγγελος Προκοπίου, ο λογοτέχνης Άγγελος Τερζάκης και ο δικηγόρος Δ. Παπαμήτρου, όλοι αυτοί εκπρόσωποι της ανεξάρτητης αντιστασιακής ομάδας «Ελεύθερη ζωή». Άμεσος στόχος: κοινή δράση για την ένωση όλων των σοσιαλιστικών ομάδων σε ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα της Ελλάδας, που θα γινόταν από ιδρυτικό πανσοσιαλιστικό συνέδριο.

          Η σύγκρουση του Δεκέμβρη καθήλωσε για λίγο το ξεκίνημα. Αλλά και δυνάμωσε τη θέληση των πρωτεργατών, να συνεχίσουν την προσπάθεια τους. Ο Καζαντζάκης έβλεπε καθαρά τις βαθύτερες αιτίες του νέου σπαραγμού, τη συνωμοσία της τρομοκρατημένης ντόπιας αντίδρασης με τα ξένα συμφέροντα, και θεώρησε επιταχτικό χρέος του ν’ αγωνιστεί για τη σωτηρία του τόπου. Ακέραιος πνευματικός άνθρωπος, από τις πιο φωτισμένες συνειδήσεις του καιρού μας, είχε ανώτερη αντίληψη του προορισμού του και βαθύτατη αγάπη για τον άνθρωπο. Πίστευε, ότι στην κοσμογονική περίοδο που ζούμε ο αληθινός πνευματικός δημιουργός δε δουλεύει μόνο για να κατασιγάσει την αισθητική μας δίψα. Χρέος έχει να καταξιώσει στην πράξη τις ιδέες και την πίστη του. Γνώριζε τη σημασία της πράξης στον ταραγμένο αιώνα μας και φλεγότανε, άνθρωπος αυτός του στοχασμού, να τη ζήσει με όλη του τη δύναμη. Γι αυτό και ολάκερο το συγγραφικό του έργο, ολάκερη η ζωή του πηγάζει από την ασίγαστη αυτή ανάγκη, να βοηθήσει το συνάνθρωπο του, ώστε να δει καθαρότερα το νόημα της ζωής και να γίνει κύριος της μοίρας του. Είχε φτάσει στην πεποίθηση, ότι «η στερνή, η πιο ιερή μορφή της θεωρίας είναι η πράξη». Γιατί «η πράξη είναι η πλατύτερη θύρα της λύτρωσης. Αφτή μονάχα μπορεί να δόσει απόκριση στα ρωτήματα της καρδιάς». (Ασκητική, 1945, σ.51). Έτσι ο Καζαντζάκης πορεύτηκε ανάμεσα στη θέληση να δώσει έργο άξιο της σημερινής αγωνίας του ανθρώπου και τη λαχτάρα να κατεβεί στην αγορά, να καθοδηγήσει το πλήθος με το ζωντανό λόγο και να το γκαρδιώσει με το προσωπικό παράδειγμα. Βάδιζε στ’ αχνάρια εξαίσιων πρόδρομων, του Ιωαννίκιου Καρτάνου (1500-1560) και του μαρτυρικού Κοσμά του Αιτωλού (1714;-1779), που γύριζαν τη σκλαβωμένη Ελλάδα κηρύχνοντας το «λόγο του Θεού» και στήνοντας σχολειά, μα και συνοδοιπόρος ήτανε των σύγχρονων συνειδήσεων, με μπροστάρη τον Albert Schweitzer, το φίλο και θαυμαστή του.

          Με τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ και την ταπείνωση της εθνικής Αντίστασης, η συνθήκη της Βάρκιζας (12 του Φλεβάρη 1945) άνοιγε το δρόμο νέας πολιτικής αστάθειας. Οι χτεσινοί συνεργάτες του εχθρού, όσοι στο διάστημα της ξένης κυριαρχίας είχαν περιχαρακωθεί στην ασφάλεια της σιωπής, πρόβαλαν εθνικούς τίτλους και βάλθηκαν να οργανώσουν τον κατατρεγμό των δημοκρατικών. Τη στιγμή εκείνη οι αδιάβρωτες σοσιαλιστικές δυνάμεις ρίχτηκαν στον άνισο αγώνα, με μοναδικό στόχο να αποτρέψουν το νέο διχασμό, να σώσουν τη Δημοκρατία και να εργαστούν για τη λύση των διακαίων αιτημάτων του Λαού. Σύμφωνα με τα στοιχεία που δίνει ο Ν. Πουλιόπουλος, στενός συνεργάτης του Καζαντζάκη, το Μάη του 1945 συναντήθηκαν κάμποσες φορές στο σπίτι της κυρίας Τέας Ανεμογιάννη, όπου φιλοξενιόταν ο Συγγραφέας, εξόν από τους πρώτους της ομάδας, ο καθηγητής Δ. Πόρτολος, οι οικονομολόγοι Π. Βαρελάς, Γ. Ρώτας, ο ειδικός στην κοινωνική ασφάλιση Κ. Καλλαντζόπουλος, ο συγγραφέας Κωστής Μεραναίος, ο δικηγόρος Α. Παπαροδόπουλος, ο αγροτικός Α. Βογιατζής, ο διευθυντής του Υπουργείου Δικαιοσύνης Παναγής Σκουριώτης, ο εργάτης Χ. Σάρδης, οι επαγγελματίες Θ. Νικολαϊδης, Φ. Βατικιώτης, ο δημοσιογράφος Τέρπος Πηλείδης, ο παλαίμαχος σοσιαλιστής Αβραάμ Μπεναρόγιας και άλλοι. Στις συσκέψεις τους αποφάσισαν να ενεργήσουν για την ενοποίηση όλων των σκορπισμένων σοσιαλιστικών ομάδων και προσωπικοτήτων στα πλαίσια ενιαίου Δημοκρατικού Σοσιαλιστικού Κόμματος της Ελλάδας.

          Είναι χαρακτηριστική η ταχύτητα με την οποία βάζουν σε πράξη την απόφαση. Μέσα σε λίγες μέρες, στις 20 του Μάη, συνέρχεται στο ατελιέ του Άγγελου Προκοπίου η πρώτη συνέλευση στελεχών του δημοκρατικού σοσιαλισμού. Πάνω από εκατό άτομα απ’ όλες τις περιοχές και τις τάξεις του τόπου. Η συνέλευση έκλεξε τη λεγόμενη Επιτροπή Προπαρασκευής Πανσοσιαλιστικού Συνεδρίου Ελλάδας, με επικεφαλής τον Καζαντζάκη και συνεργάτες του τον Αγγ, Προκοπίου, Ν. Πουλιόπουλο, Π. Σκουριώτη, Άγγελο Τερζάκη, Δ. Παπαδημητρίου, Χ. Σάρδη, Γ. Ρώτα, Θ. Νικολαϊδη. Εικοσιέξι μέρες αργότερα στις 15 του Ιούνη η Επιτροπή κυκλοφόρησε το πρώτο δελτίο της με εισηγήσεις και άρθρα του προέδρου της και των περισσότερων μελών. Στο δελτίο αυτό τυπώθηκε και το Πρακτικό, που ψηφίστηκε από τη Συνέλευση και υπογράφτηκε από 852 στελέχη, εργάτες, επαγγελματίες, υπαλλήλους, και διανοούμενους απ’ όλη την Ελλάδα. Το Πρακτικό αυτό γράφτηκε από τον ίδιο τον Καζαντζάκη και σώζεται (βλ. σελ.52). Παραθέτουμε το κύριο μέρος του, το ίδιο που δημοσίεψε ο Ν. Πουλιόπουλος στο άρθρο του «Η πολιτική φυσιογνωμία του Νίκου Καζαντζάκη»

…………………………………………

………………………………………………

          Στο πρώτο αυτό ξεκίνημα προσκλήθηκαν κι έλαβαν μέρος και άλλες δημοκρατικές, σοσιαλιστικές και αντιστασιακές ομάδες, το ΣΚΕ, το Ανεξάρτητο Αγροτικό Κόμμα, η Σοσιαλιστική Ομάδα του Γρηγορογιάννη, η αριστερή πτέρυγα του Ενωτικού Κόμματος του Π. Κανελλόπουλου, το «Παρόν» του Γρ.. Κασιμάτη, η ομάδα Τσάτσου (οι γριές αλεπούδες είχαν φροντίσει να σχηματίσουν τις «ομάδες» τους) και άλλες. Επόμενο ήταν, οι περισσότεροι από τους όψιμους αυτούς «σοσιαλιστές» να διαπιστώσουν, πως η μάντρα δεν τους χωρούσε και τραβήχτηκαν.

          Αρχές του Ιούλη προσχώρησαν στην κίνηση δυο κόμματα, που πρόσφατα είχαν χωριστεί από την εαμική παράταξη: το Ενιαίο Σοσιαλιστικό Κόμμα Ελλάδας (ΕΣΚΕ) και το Ανεξάρτητο Αγροτικό Κόμμα Ελλάδας (ΑΑΚΕ). Ακολούθησε μέσα Αυγούστου, ο σχηματισμός ΕΛΛ-ΣΚΕ,  που ήταν από τα κύρια μέλη του ΕΑΜ.

          Τον ίδιο καιρό (14 Αυγούστου) η Επιτροπή Πανσοσιαλιστικού Συνεδρίου ίδρυσε την πολιτική ομάδα «Σοσιαλιστική Εργατική Ένωση» (ΣΕΕ), «καινούργιο ιδιότυπο πολιτικό πιστεύω, ελληνικό σοσιαλιστικό, ανεξάρτητο και ενωτικό, όπως τη χαρακτηρίζει ο Πουλιόπουλος. Πρώτος ηγέτης της, ο Καζαντζάκης, αναμφίβολα και ο εμπνευστής της. Η ΣΕΕ εκδίδει το Σοσιαλιστικό μανιφέστο, το ιδεολογικό και πολιτικό καταστατικό της,  Μέσα στο κείμενο αυτό διατυπώθηκαν σε γενικές γραμμές, αλλά με μοναδική καθαρότητα και ακρίβεια τα προβλήματα και οι πόθοι του καταματωμένου Λαού μας και διακηρύχτηκε η ασάλευτη πίστη στη Δημοκρατία και στην ανεξαρτησία της ελληνικής πολιτικής, που η αμαρτωλή Δεξιά πολεμούσε τότε να την υποδουλώσει στους ξένους………..

          Με τη ΣΕΕ η ομάδα του Καζαντζάκη αναλαβαίνει πολιτική πρωτοβουλία……………

……………………………….

     Ποια ήταν η συνέχεια της σοσιαλιστικής κίνησης του Καζαντζάκη; Δεν είναι δύσκολο να την φανταστούμε……

Και συνεχίζει στα ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ του ο ΜΕΣΕΒΡΙΝΟΣ:

      Στα 1957 ο Ν. Πουλιόπουλος, από τους πιο πιστούς σύντροφους του Καζαντζάκη, ιδρύει τον «Ελληνικό Αντιαποικιακό Σύνδεσμο» και το Νοέμβρη του ίδιου χρόνου οργανώνει στην Αθήνα το Α΄ Διεθνικό Αντιαποικιακό Συνέδριο. Η κίνηση αυτή οδήγησε αργότερα στην ίδρυση (καλοκαίρι του 1960) του Σοσιαλιστικού Κόμματος ενωμένο με το Ελληνικό Λαϊκό Κίνημα Ανεξαρτησίας (ΣΚ-ΕΛΚΑ). Το κόμμα αυτό αποτελεί συνέχεια της κίνησης του Καζαντζάκη. Είναι «πολιτικό κίνημα εργαζομένων»………………….

       Ολοκληρώνοντας τα ΠΡΟΛΕΓΟΜΕΝΑ του ο ΜΕΣΕΒΡΙΝΟΣ επισημαίνει το πρόβλημα της ορθογραφίας και γλωσσικής εκφοράς, γράφει μεταξύ άλλων, σελ. 15: «Λίγα λόγια ακόμα για τη γλώσσα και την ορθογραφία των κειμένων. Τόσο το Μανιφέστο, όσο και τα άρθρα και η συνέντευξη του Ν. Καζαντζάκη παρουσιάζουν κάποια ανομοιότητα, αφού καθρεφτίζουν τις γλωσσικές και ορθογραφικές αντιλήψεις των συντακτών τους. Η γλωσσική (φωνητική και μορφολογική) ασυνέπεια ιδιαίτερα φαίνεται στο Μανιφέστο και εκεί έβαλε το χέρι της η δημοσιογραφική προχειρότητα, η ανεπάρκεια. Τα Τετράδια του Ρήγα δεν ανέχουνται τη γλωσσική και ορθογραφική αναρχία. Γι αυτό και, έξω από την εφαρμογή του μονοτονικού συστήματος (που ο Καζαντζάκης ήταν οπαδός του), διορθώσαμε τα πιο βασικά φωνητικά και ορθογραφικά αμαρτήματα, έχοντας οδηγό τους κανόνες της νεοελληνικής γραμματικής…….. Και περατώνονται τα Προλεγόμενα:

Από την «επέμβαση» απείραχτο έμεινε το κείμενο της συνέντευξης του Καζαντζάκη. Τούτο όχι μόνο από σεβασμό στον κορυφαίο στοχαστή, παρά και γιατί η γραφή του Καζαντζάκη δείχνει θαρρούμε, το δρόμο της ορθογραφικής μας μεταρρύθμισης.

    Συνοψίζοντας, διατήρησα την ορθογραφία από την μεριά μου του περιοδικού Φιλολογικά Χρονικά, επεμβαίνοντας ελάχιστες φορές μια και δεν ήταν ευδιάκριτα τα γράμματα από την άλλη της φωτοτυπίας που είχα βγάλει από την Βιβλιοθήκη της Ελλάδος εδώ και χρόνια. «Το σοσιαλιστικό μανιφέστο του 1945» δεν νομίζω ότι έχει μόνο ιστορική σημασία αλλά μας φανερώνει και τις διεργασίες και την κίνηση των πολιτικών και κοινωνικών ιδεών στην πατρίδα μας την ταραγμένη και προδομένη εκείνη περίοδο και αξίζει και σήμερα να διαβαστεί ξανά ή να αναρτηθεί στο διαδίκτυο. Δεν μπορούμε επίσης, να κατηγορούμε τον Νίκο Καζαντζάκη ως μη μετέχοντα στα πολιτικά πράγματα της χώρας του, ως ένας ασκητικός διανοούμενος που κινούνταν μόνο στον χώρο του πνεύματος και των φιλοσοφικών του προβληματισμών και οντολογικών διλημμάτων. Η συμμετοχή του μεταξύ άλλων ως υπουργός άνευ χαρτοφυλακίου στην κυβέρνηση Σοφούλη αλλά και ο πρωταγωνιστικός του  ρόλος στην ίδρυση Σοσιαλιστικής Ομάδας και η συγγραφή του Μανιφέστου, της πολιτικής διακήρυξης άλλα μας δηλώνουν. Έπειτα, βλέπουμε την απήχηση που είχε στους κύκλους των ελλήνων διανοουμένων πχ. Άγγελος Τερζάκης, Παναγιώτης Κανελλόπουλος, Άγγελος Προκοπίου, Κωνσταντίνος Τσάτσος κλπ. Ετερόκλητες πολιτικές ομάδες, κινήσεις ατομικές που εξέφραζαν τους δικούς τους οραματισμούς και στόχους. Σίγουρα, δεν μπορούμε να χαρακτηρίζουμε τον Νίκο Καζαντζάκη αντικομουνιστή, ο Καζαντζάκης τόσο από τις επισκέψεις του στην τότε Σοβιετική Ένωση όσο και από τα διαβάσματά του, την ευρύτερη φιλοσοφική και γενική παιδεία, και σαν διορατικό άτομο, ουσιαστικά σκεπτόμενο, συνειδητοποίησε γρήγορα πού στράβωσε το πράγμα και επιβλήθηκε μία κομματική δικτατορία και χάθηκαν οι ουσιαστικοί στόχοι της επανάστασης του 1917. Εξάλλου, δεν ήταν ο μόνος έλληνας λόγιος και συγγραφέας ο οποίος διείδε τα καταστροφικά κυβερνητικά αποτελέσματα της τότε σοβιετικής ηγεσίας. Χαρακτηριστικό το παράδειγμα του Άρη Αλεξάνδρου, της Έλλης Παππά και πολλών άλλων. Μέτρο σύγκρισης «υποταγής» στην μαρξιστική ιδεολογία δεν μπορεί να είναι μόνο η αγωνιστική και μαρτυρική φωνή του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου ή του ποιητή Κώστα Βάρναλη, του Νίκου και της Ρίτας Μπούμη-Παππά, ή του θεοσοφιστή Νίκου Καρβούνη κ.ά.. Οι ιστορικές συνθήκες αλλάζουν μαζί και οι άνθρωποι οι αντιλήψεις και οι συνήθεις τους, οι απαιτήσεις τους. Η Ιστορία είναι κινούμενη άμμος και όποιος αντέξει στο χρόνο.

          Αξίζει πάντως να επανακυκλοφορήσει «το σοσιαλιστικό μανιφέστο του 1945» αν δεν έχει γίνει ήδη, οι καταστάσεις και οι συνθήκες σήμερα στην πατρίδα μας και παγκοσμίως, δεν διαφέρουν και τόσο. Ανακύκλωση έχουμε της πολιτικής και κοινωνικής παρακμής, χωρίς να μηδενίζω την όποια πρόοδο. Μέχρι τότε, ας διαβάσουμε ξανά τα έργα του Νίκου Καζαντζάκη και ας αγωνιστούμε να κατανοήσουμε τις ιδέες και την φιλοσοφία του, αλλάζοντας ή «τροποποιώντας» όσο γίνεται τις αντιλήψεις μας και όχι προσπαθώντας να αλλάξουμε τις δικές του, φέρνοντάς τον στα μέτρα μας.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς

25 Αυγούστου- 1 Σεπτεμβρίου 2024

Πως το έλεγε εκείνο το παλαιό τραγούδι: «Θα σε ξανάβρω στους μπαξέδες 3 του Σεπτέμβρη να περνάς…..»        
        

 

 

 

 

  


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου