ΠΡΟΣΕΥΧΕΣ ΚΑΙ ΞΟΡΚΙΑ
ΤΩΝ ΕΡΥΘΡΟΔΕΡΜΩΝ ΤΗΣ Β. ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Τα τραγούδια αυτά μεταφράστηκαν από τα αγγλικά κείμενα που θεωρούνται
κλασσικά, γιατί οι Άγγλοι σοφοί που τα μάζεψαν έζησαν χρόνια ολόκληρα ανάμεσα
στις ινδιάνικες φυλές μελετώντας τα ήθη κι’ έθιμά τους. Η εργασία αυτή δεν
μπορεί να ξαναγίνει. Οι ινδιάνικες φυλές άλλαξαν πάρα πολύ από την εποχή
εκείνη.
ΕΝΑ
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΟΥ ΤΟΥ ΖΑΡΚΑΔΙΟΥ
SAN CARLOS
APACHE
Στην ανατολή,
όπου
βρίσκονται οι αχάτινες κορφές της γης,
Στο νότο
όπου
βρίσκονται οι κορφές από τ’ άσπρα κοχύλια της γης,
όπου όλων
των ειδών οι καρποί είναι ώριμοι
εμείς οι δυό
θα σμίξουμε.
Εκεί όπου
βρίσκονται οι κοράλλινες κορφές της γης
εμείς οι δυό
θα σμίξουμε
όπου οι
ώριμοι καρποί ευωδιάζουν
εμείς οι δυό
θα σμίξουμε.
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΟΥ
ΑΝΕΜΟΥ
Pima
Πέρα,
μακριά, στις κορφές της έρημος
στέκεται ο
κάκτος.
Κοίτα τ’
άνθη του που σαλεύουν
εδώ εκεί
σαλεύουν, σαλεύουν.
ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΗΣ ΗΒΗΣ
Pima
I
Έλα, πρόβαλε
γρήγορα, πρόβαλε γρήγορα
Κατέβηκε
κιόλας η νύχτα τούτη με τους λάλους κι αντίλαλούς της.
II
Η παρθένα, η
παρθένα νυστάζει,
Μένει
άγρυπνη μέσα στη νύχτα.
III
Γιγάντιος
κάκτος σπασμένος, γιγάντιος κάκτος σπασμένος κοίτεται κει
Και τα
περασμένα φτερά μου σηκώνουνται
πάνω από τις
κορφές του βουνού.
IV
Κουνήθηκαν
οι πέτρες και γόγγυξαν στο διάβα του αγοριού
Η γυναίκα
άκουσε δε δύνουνταν να κοιμηθεί
Και τα νύχια
των ποδιών μου συντρίφτηκαν.
V
Τα κλαριά
της νύχτας έπεσαν
Κόβοντας τα
φτερά μου ως διάβαινα.
ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΤΟΥ ΣΚΟΤΑΔΙΟΥ
Ο μέγας ξορκιστής καλεί όλα τα νυχτερινά
πλάσματα του δάσους
να
προστατέψουν το λαό του στο ταξίδι τους προς την αυγή.
Περιμένομε στο σκοτάδι!
Ελάτε εσείς όλοι όσοι ακούτε
Βοηθήστε μας στο ταξίδι μας της
νύχτας.
Τώρα δε λάμπει κανένας ήλιος
Τώρα δε λάμπει κανένα αστέρι.
Ελάτε, δείξτε μας το μονοπάτι.
Η νύχτα δεν είναι φιλική
Σφαλνάει τα ματόκλαδά της
Το φεγγάρι μας ξέχασε
Περιμένομε στο σκοτάδι.
ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΤΩΝ ΑΣΤΡΩΝ
Είμαστε τ’
αστέρια που τραγουδούν,
Τραγουδούμε
με το φώς
Είμαστε τα
πουλιά της φωτιάς
Πετούμε πάνω
από τον ουρανό
Το φώς μας
είναι μιά φωνή.
Ανοίγουμε
ένα δρόμο για τα πνέματα
Για να
περάσουν πέρα τα πνέματα.
Ανάμεσό μας
βρίσκονται τρείς κυνηγοί
πού κυνηγούν
μιάν αρκούδα.
Δε στάθηκε
ποτέ εποχή
Πού οι
άνθρωποι δεν κυνηγούσαν.
Καταφρονούμε
τα βουνά,
Αυτό είναι
το τραγούδι των άστρων.
ΤΟ ΒΟΥΝΟ
ΚΟΥΝΑΚ
ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ ΤΩΝ ΑΡΣΥΤ ΕΣΚΙΜΩ
Κοιτάζω κατά
το νότο, το μεγάλο βουνό Κουνάκ,
Κατά το
μεγάλο βουνό Κουνάκ, εκεί κατά το νότο
Κοιτάζω τα
σύννεφα που μαζεύονται τρογύρα του
Κοιτάζω τη
λαμπερή γυαλάδα τους.
Απλώνουνται
πάνω από το βουνό Κουνάκ
Σκαρφαλώνουν
τις θαλασσινές πλαγιές του
Κοίτα πώς
αλλάζουν και μεταμορφώνουνται
Τα
παρακολουθώ εκεί κατά το νότο
Πώς το ένα
ομορφαίνει το άλλο
Πώς
ανεβαίνουν τις νότιες πλαγιές του
Κρύβοντάς το
από την τρικυμισμένη θάλασσα
Το καθένα
χαρίζοντας ομορφιά στο άλλο.
ΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙ
ΤΗΣ ΑΝΟΙΞΗΣ
Chippewa
Καθώς τα
μάτια μου κοιτάζουν το λιβάδι
νιώθω το
θέρος μέσα στην άνοιξη.
Η ΦΩΝΗ
ΤΟΥ ΟΜΟΡΦΑΙΝΕΙ ΤΗ ΓΗ
Navaho
Η φωνή που
στολίζει τη γη
η φωνή από
ψηλά
η φωνή του
κεραυνού
ανάμεσα στα
μαύρα σύννεφα
απανωτά
αντηχάει
η φωνή που
ομορφαίνει τη γη.
Η φωνή που
ομορφαίνει τη γη,
η φωνή από
χαμηλά
η φωνή της
ακρίδας
ανάμεσα στα
λουλούδια και στο χορτάρι,
απανωτά
αντηχάει
η φωνή που
ομορφαίνει τη γη.
Ε Λ Ε Ν Η
Σ Α Μ Ι Ο Υ
Περιοδικό
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ
τεύχη 38-40/
Φεβρουάριος- Μάρτιος 1946, σ. 83-85. Χρόνος Γ΄, Τόμος Δ΄.
--
Τ Ε Σ Σ Ε Ρ Α Π Ο Ι Η Μ Α Τ Α
ΚΑΛΟΣ ο
λάβρος ήλιος το χειμώνα
καλη η
δροσάτη θάλασσα το καλοκαίρι,
καλη και
πέρκαλη η εβωδάτη
νυχτια του
Μάη με το περίσιο ρόδο
και το
γλυκο, κρουστο σταφύλι
στο
διχασμένο μας λαρύγγι.
Κι’ οι δυο
αδερφοπητοί παραμυθάδες
ο
πειραχτούλης ο Έρωτας κι’ ο Χάρος
καλοι κι’
αφτοι, στη συντροφιά τους
Θέ μου, και
πώς γοργοπερνάει
η άραχλη
νύχτα της ζωής μας.
Μα εμε
καρδια φωνάζει:
Πιότερο,
πιότερο,
πιότερο αψηλα
εσένα ώ
στερνογένητο αγαθό, απιθόνω,
μαύρο μαργαριτάρι,
αβεβαιότητα.
--
ΑΧ ΜΑΝΑ
Γαλία
καμοματου,
χαδούσα, παιχνιδιάρα
με το
λέφτερο, τον πρόσχαρο λόγο.
Κάτω από τα
βαρεια χρυσαφικά σου,
Αχ μάνα
Γαλία,
-συμπάθα
μας, μας τύφλωνεν η λάμψη-
δεν είχαμε
ξεκρίνει τις πληγές σου.
Τα ζαφείρια
τα μάτια σου τρεμόπαιζαν
Αχ, μάνα
Γαλία,
το βαμένο
χειλάκι κελαηδούσε
και μόνον
όταν σωριάστηκες στις πέτρες
και πέσαν τα
βαρεια χρυσαφικά σου,
Αχ, μάνα
Γαλία,
τότε μονάχα
αλί μας, νιώσαμε
πόσο
θανατερά ‘σουν λαβομένη.
10.8.40
--
Η ΜΙΚΡΗ
Παναγία
πρόσμενε να
γενήσει
γερτη στο
παραθύρι.
Χόρεβε απ’
έξω το λιοπύρι
μα στην
καρδιά της μάβρα φίδια.
Κι όπως σε
γαλινα βαθια νερα
αν
σφεντονίσεις πέτρα
απανωτα τα
δαχτυλίδια
όλο και
μεγαλόνουν, ίδια,
μεγάλυνε τα
μάτια της ο πόνος.
Αχ, πώς
πονούσε, πονούσε, πονούσε
η μικρη Παναγία.
Στα πόδια
της ο γέροντας παπούλης
να ξετελέψει
μάχουνταν το παραμύθι
«… κι’ ο
αρχάγγελος με το κρίνο στο χέρι
της είπε: μη
φοβάσαι Μαρία!...»
Μα η Παναγία
μ’ αγγουσεμένο αστήθι
φοβόταν και
τον ουρανο κρυφοτηρούσε.
«Πόσο
μικρός, μικρός, μικρούλης
ο ουρανός
μου ανελογήθη,
το μαντηλάκι
μου θα τον χορούσε!
Θέ μου, και
νάταν καλοκαίρι
να βγω να
σεργιανίσω στο φεγγάρι
με ξέπλεχα
μαλια στο αγέρι.
Πόσο πονω!
Αχ, παπούλη, μακάρι
και ναν’ το
παραμύθι αλήθεια!»
Και ξάφνου νά κατά τη δύση
στο
μαντηλάκι τ’ ουρανού της
ανάφαν δυο
συνεφάκια.
Τ’ απάρθενα
άπλοσε χεράκια
να τα καλοσορίσει
τα συνεφάκια
τ’ ουρανού της.
Κι’ ως τ’
όριμο το ρόδι απ’ τη ροδια
έπεσε στου
παπούλη την ποδια
το μωρουδάκι.
--
ΑΛΛΟΙ γελουν
και κλαιν κ’ άλοι με χάδι
γλυκο πολύ
τον έρωτα μαβλίζουν.
Μα εγω βαθυ
και σκοτεινό πηγάδι
τον αγαπο
προσεμένω να διψάσει
διπλός ν’
αστράψει ο γήλιος στο σκοτάδι.
ΕΛΕΝΗ ΣΑΜΙΟΥ
Περιοδικό
ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ ΧΡΟΝΙΚΑ τεύχη 35-36/ Νοέμβριος, Δεκέμβριος 1945, σ. 494-495, χρόνος
Β΄, τόμος Γ΄.
ΣΧΕΤΙΚΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΆ κουσκουσέματα
Η Ελένη Ν. Καζαντζάκη, το γένος Σαμίου
(30/4/1903- 18/2/2004), ποιήτρια, πεζογράφος και μεταφράστρια ήταν η δεύτερη
σύζυγος του Νίκου Καζαντζάκη, μετά την Γαλάτεια Αλεξίου, η πεζογράφος διατήρησε
το επίθετο Καζαντζάκη και μετά τον χωρισμό τους. Η Ελένη Σαμίου ή αποκαλούμενη
από τον Καζαντζάκη «Λένοτσκα» ήταν μόλις 21 ετών όταν γνώρισε τον μεσήλικα
σύντροφό της και κατόπιν σύζυγό της Νίκο Καζαντζάκη, η οποία στάθηκε δίπλα του
πιστός και αφοσιωμένος άγγελός του και κληρονόμος των έργων του. Όπως γράφει σε
ένα του δημοσίευμα ο κληρονόμος της και θετός της γιός Κύπριος Πάτροκλος
Σταύρου, της «γενναίας συναθλητίνας», βλέπε ένθετο της Φιλολογικής Βραδυνής Σάββατο
21 Φεβρουαρίου 2004 αφιέρωμα «Ο Νίκος και η Ελένη Καζαντζάκη». (παρενθετικά να
αναφέρουμε ότι την ίδια εβδομάδα που έφυγε πλήρης ημερών (101 χρονών) η Ελένη
Ν. Καζαντζάκη, απεβίωσε και η πειραιώτισσα και μεταφράστρια ηθοποιός Δέσπω
Διαμαντίδου). Η σχέση των
Καζαντζάκη-Σαμίου ήταν ήδη εικοσάχρονη όταν το 1945 νυμφεύτηκαν και έζησαν μαζί
μέχρι τον θάνατο του Καζαντζάκη το 1957. Διατήρησε μετά τον γάμο τους, το
επίθετο του Κρητικού συζύγου της και ανέλαβε τον τεράστιο μόχθο να διαδώσει και
να διαχειριστεί την ποικιλία και τα είδη των βιβλίων του στην Ελλάδα και το
εξωτερικό. Η ας μην λησμονούμε να το επαναλαμβάνουμε, πιστή σύντροφος στον βίο
και στις συγγραφικές του δημιουργίες στάθηκε δίπλα του μέχρι τέλος. Μετά τον
θάνατό του η Ελένη Ν. Καζαντζάκη εγκαταστάθηκε στη Γενεύη της Ελβετίας ενώ
ίδρυσε τον εκδοτικό οίκο της Ελένης Ν. Καζαντζάκη από τον οποίο κυκλοφόρησαν οι
επανεκδόσεις των βιβλίων του Καζαντζάκη όσο και το δικά της έργα, τα οποία
μεταφράστηκαν σε διάφορες γλώσσες. Η δε βιογραφία του Νίκου Καζαντζάκη που
έγραψε η Ελένη Καζαντζάκη βασιζόμενη στην σχέση τους, την ανέκδοτη αλληλογραφία
του Κρητικού συγγραφέα και σε κείμενά του, «Ο Ασυμβίβαστος» κυκλοφόρησε πρώτα
στα γαλλικά το 1968 και κατόπιν σε αρκετές ευρωπαϊκές γλώσσες. Το βιβλίο
χαρακτηρίστηκε από κριτικούς «η βιογραφία του αιώνα».
Έχουμε γράψει και παλαιότερα, (στα διάφορα
Καζαντζακικά σημειώματά μας) ότι η Ελένη Σαμίου, δεν υπήρξε μόνο μία πιστή
σύντροφος και σύζυγος του ποιητή, πεζογράφου, μεταφραστή και φιλόσοφου Νίκου
Καζαντζάκη αλλά, και μία σταθερή ακούραστη γραμματέας του, αντιγραφέας των χιλιάδων
χειρογράφων του. Θεωρώ ότι αν δεν υπήρχε η συνεχόμενη και πιστή παρουσία της
Ελένης Ν. Καζαντζάκη ο Κρητικός ποιητής, δεν θα μπορούσε ίσως να ολοκληρώσει με
άνεση και να φέρει σε πέρας το ογκώδες, ωκεάνιο ποικίλο έργο του. Πρέπει να
λάβουμε υπόψη μας δύο βασικά πράγματα, όσοι ασχολούμαστε και είμαστε πιστοί
αναγνώστες των έργων του. Πρώτον, τις τεχνικές δυσκολίες της εποχής. Την εποχή
των συγγραφικών εργασιών του Νίκου Καζαντζάκη,-για τους συγγραφείς- δεν υπήρχε
ούτε η ευκολία του σημερινού ηλεκτρονικού υπολογιστή ούτε ήταν διαδεδομένη η
χρήση της γραφομηχανής τόσο. Οι ποιητές και οι πεζογράφοι, οι μεταφραστές και
οι κάθε είδους λογοτέχνες έγραφαν με το χέρι τα έργα τους. Χρησιμοποιούσαν το
προσωπικό τους μολύβι, την γόμα, την ξύστρα, επέλεγαν ακόμα και το χαρτί, την
ποιότητά του ή έγραφαν με την πένα και το μελανοδοχείο. Μετά τις σχετικές
διορθώσεις ή αναθεωρήσεις των κειμένων, συμπληρώσεις ή αφαιρέσεις λέξεων,
προτάσεων, παραγράφων ή φράσεων, τα έδιναν στα χειροκίνητα παλαιά τυπογραφεία
για τα περαιτέρω, να χτυπηθούν και να αποκτήσουν την φόρμα του «κασέ». Ακολουθούσαν
οι τυπογραφικές εκτυπώσεις και οι αναγκαίες διορθώσεις- μια και αρκετοί
τυπογράφοι ήσαν εμπειρικοί, μέχρι τέλος να δοθούν οι τυπωμένες σελίδες στους
βιβλιοδέτες και από εκεί να δοθούν τα τυπογραφικά δεκαεξασέλιδα χειρόγραφα για
έκδοση. Η διαδικασία αυτή απαιτούσε χρόνο, προσοχή, υπομονή, ανάλογη εμπειρία
και υποτυπώδεις γνώσεις, φροντίδα και ενδιαφέρον εκ μέρους του ίδιου του
δημιουργού και παράλληλα των διαφόρων τυπογραφείων τα οποία ήσαν και εκδοτικοί
οίκοι ή μεταγενέστερα εκδίδονταν τα βιβλία από εύρωστες αναγνωστικά ημερήσιες
εφημερίδες της εποχής ή περιοδικά. Δίχως φυσικά να αγνοούμε και την λειτουργία
των πρώτων εκδοτικών οίκων οι οποίοι είχαν ανοίξει τα φτερά τους σε μία
αχαρτογράφητη συνήθως ελληνική μικρή αναγνωστική αγορά με τα εκατοντάδες
ιστορικά και πολιτικά αδιέξοδα της ελληνικής ιστορικής και πολιτικής
πραγματικότητας τον περασμένο και προπερασμένο αιώνα. Έπειτα, μην μας διαφεύγει
και ο εθνικός γλωσσικός μας διχασμός και η αμάχη μεταξύ και των ίδιων των
Δημοτικιστών και όχι μόνον μεταξύ Δημοτικιστών και Καθαρευουσιάνων,
αρχαιολατρών. Δεύτερον, ο Νίκος Καζαντζάκης, συνήθιζε και κρατούσε χειρόγραφες
τις σημειώσεις του, έκανε τις σχετικές διορθώσεις και αλλαγές επεξεργασίες, σε
αλλεπάλληλα συγγραφικά στρώματα, σημείωνε τις παρατηρήσεις του και τις
γλωσσικές του αλλαγές και εκφραστικές διαφοροποιήσεις στις λευκές σελίδες που
είχε πάνω στο ξύλινο τραπέζι που εργάζονταν ολημερίς, στα περιθώρια των
γραμμένων σελίδων των χαρτιών που χρησιμοποιούσε. Η Ελένη Σαμίου, ήταν εκείνη
που συμμάζευε τα χαρτιά του με προσοχή, τα ταξινομούσε, τα έβαζε σε μία σειρά,
τα αντέγραφε με επιμέλεια ξανά και ξανά αρκετές φορές, μέχρι τα χειρόγραφα
κείμενα να πάρουν την οριστική μορφή, την τελική που ήθελε ο Νίκος Καζαντζάκης.
Δεν θα ήταν άστοχο αν γράφαμε ότι τα χειρόγραφα κείμενα «ωρίμαζαν» στα χέρια
της. Αυτό το βάρος και την ευθύνη το είχε αναλάβει προσωπικά η δεύτερη σύζυγός
του, σαν ιδιαίτερη γραμματέας του και σύντροφός του, ενώ ταυτόχρονα, είχε και
την ευθύνη των δουλειών και των αναγκών των σπιτιών που ζούσε το ζεύγος στην
Αίγινα και το εξωτερικό, την διαχείριση της αλληλογραφίας τους, την δημιουργία
του κατάλληλου περιβάλλοντος ώστε να αφεθεί απερίσπαστος ο «μέγας νους» να
συγγράψει και να μας εκθέσει τις ιδέες και την φιλοσοφία του. Όπως επίσης
γνωρίζουμε, η συγγραφέας Ελένη Σαμίου, ασχολούνταν σποραδικά και με τις δικές
της μεταφράσεις και κρατούσε τις σημειώσεις της όσον αφορά τον συγγραφέα
σύντροφό της. Η ίδια, εξέδωσε την βιογραφία του, έγραψε την μελέτη της για τον
Μαχάτμα Γκάντι ή μία Αγία Ζωή, έγραψε χρόνια αργότερα το βιβλίο της για την
Κίνα. «Μικρή Πορεία στη μεγάλη Χώρα» τυπώθηκε στην Κύπρο το 1976 δημοσίευε
δικές της εργασίες όπως για τον ελληνορουμάνο πεζογράφο Παναϊ Ιστράτι και έδωσε
μετά τον θάνατο του Καζαντζάκη δεκάδες συνεντεύξεις και ομιλίες, μιλώντας και
αναφερόμενη στον διάσημο και σπουδαίο εργασιομανή έλληνα και παγκοσμίου φήμης
σύζυγό της. Παρ’ ολίγον έλληνα νομπελίστα. Φυσικά η δική της συγγραφική
παραγωγή σε σχέση με αυτήν του Καζαντζάκη είναι μικρότερη και όχι τόσο
πολύπλευρη στα είδη της γραφής. Όπως και
νάχει, το βιβλίο που έγραψε η Ελένη Καζαντζάκη καθώς και τα κατά καιρούς
δημοσιεύματά της, είναι πολύτιμα βοηθήματα στην κατανόηση των καθημερινών
συγγραφικών και της κοινής τους ζωής μικρολεπτομερειών, αναγκών και αγώνων.
Φωτίζουν από τα μέσα την προσωπικότητά του, τις λαμπερές και ομιχλώδεις πλευρές
της ταυτότητας του χαρακτήρα του αλλά και τους πνευματικούς αγώνες και αγωνίες
του, τον ανηφορικό δρόμο που επέλεξε να ακολουθήσει μέχρι τέλους, τα
βιοποριστικά τους προβλήματα και άλλες αντιξοότητες. Την σχέση τους με άλλους
πνευματικούς ανθρώπους της εποχής τους, το κλίμα της. Μαζί συνβημάτισαν στα
θετικά και τα δύσκολα της ζωής και της αναγνώρισης, της διεθνούς καταξίωσης του
Κρητικού συγγραφέα και παράλληλα της δικής της μεγάλης συνεισφοράς. Η Ελένη Σαμίου
έμεινε «κάπως στην σκιά» του μεγάλου δημιουργού, όσο ζούσε. Μάλλον, δεν έχουμε ανάλογα
πολλά παρόμοια παραδείγματα στην ιστορία της ελληνικής γραμματείας, προσωπικής
συζυγικής αυταπάρνησης και θυσιών. Ίσως μόνο την περίπτωση της παλαιότερης ποιήτριας Αιμιλίας Δάφνη. Θυμάμαι της το είχα αναφέρει με εκτίμηση σε
συνάντησή μας στο σπίτι του Κίμωνα Φράιερ και είχε συγκινηθεί.
Την ορθή διαχείριση ασφαλώς των συγγραφικών
κληροδοτημάτων, των έργων και των βιβλίων λογοτεχνών από τους συζύγους τους ή
τις θυγατέρες τους ή άλλα στενά μέλη των οικογενειών τους, έχουμε στα πρόσφατα
χρόνια μας να αναφέρουμε αρκετά παραδείγματα. Όπως τις περιπτώσεις πχ. του
πρώτου έλληνα νομπελίστα ποιητή Γιώργου Σεφέρη από την σύζυγό του Μαρώ Σεφέρη,
του ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσου από την συγγραφέα θυγατέρα του Έρη, των
κληροδοτημάτων του νομπελίστα ποιητή Οδυσσέα Ελύτη από την ποιήτρια σύζυγό του
Ιουλίτα Ηλιοπούλου. Στην αυτή κατηγορία έχουμε και τις περιπτώσεις του ποιητή
και εικαστικού Νίκου Εγγονόπουλου από την σύζυγό του και την οικογένεια της
κόρης του. Του συγγραφικού έργου του Ανδρέα Εμπειρίκου από τον γιό του, του
έργου του εθνικού μας ποιητή Κωστή Παλαμά από τον Παλαμιστή Γιώργο Κατσίμπαλη
στην αρχή και του Ιδρύματος Κωστή Παλαμά μετά τον θάνατο των δύο παιδιών του
ποιητή Ναυσικάς και Λέανδρου κατόπιν. Του Αλεξανδρινού ποιητή Κωνσταντίνου Π.
Καβάφη από την οικογένεια Σεγκόπουλου κλπ. Η περίπτωση όμως της Ελένης Σαμίου,
νομίζω αν δεν λαθεύω, είναι ιδιαίτερη και ξεχωριστή γνωρίζοντας τον τεράστιο
συγγραφικό συνεχή μόχθο και αγώνα του Νίκου Καζαντζάκη και την πολυγραφία του. Για
ορισμένους μεγαλοστομία του. Την συγκέντρωση και ταξινόμηση των χιλιάδων από
όλη την ελληνική επικράτεια λέξεων και φράσεων της ελληνικής γλώσσας δίχως να
παραγνωρίζουμε την ιδιωματική παραδοσιακή Κρητική διάλεκτο και τον τύπο, μονοτονικό
και ιδιότυπη γραφή της Δημοτικής που χρησιμοποιούσε στα γραπτά του ο
Καζαντζάκης. Ίσως να προσθέσαμε και τις συχνές μετακομίσεις και ταξίδια του
ζεύγους και τα αποκόμματα από εφημερίδες που διάβαζε και αποδελτίωνε, και τα
εκατοντάδες βιβλία που διάβαζε αντλώντας υλικό για τα δικά του έργα. Μια και
δεν υπάρχει παρθενογένεση στην τέχνη, παρά μάλλον συμπληρωματικές ανακυκλώσεις
στον χρόνο.
Την παρουσία της ποιήτριας και
μεταφράστριας Ελένης Σαμίου την συναντάμε δύο φορές στο περιοδικό ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ. Στο τεύχος που αντιγράφω παραπάνω και στο διπλό τεύχος 35-36/
Νοέμβριος, Δεκέμβριος 1945, σελίδες 494-495 με τα «ΤΕΣΣΕΡΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ» που επίσης
αντιγράφω. Τα ποιήματα είναι άτιτλα και έχουν την δική τους γυναικεία
ατμόσφαιρα η οποία ξεχωρίζει από την γυναικεία ποίηση της μετακατοχικής εποχής,
όπως θα αντιληφθεί ο αναγνώστης. Ποίηση την οποία διακρίνει ο αγωνιστικός,
αντιστασιακός της χαρακτήρας, η επαναστατική των χρόνων διάθεση, ο γυμνός λυρισμός.
Η «προσκόλληση» σε ποιητικές φόρμες και κλίμα παλαιότερων προκατοχικών εποχών,
του μεσοπολέμου. Φυσικά υπάρχουν και οι γυναικείες ποιητικές φωνές όπως της
Θεσσαλονικιάς Ζωής Καρέλλη η οποία ακολουθεί έναν άλλον δρόμο, όπως και οι
γυναικείες φωνές του ελληνικού Υπερρεαλισμού και του ελληνικού μοντερνισμού που
είχαν αρχίσει να χαράσσουν τα δικά τους χνάρια. Ακόμα όμως η γυναικεία ποιητική φωνή
δεν έχει αυτονομηθεί ούτε από τα αντρικά πρότυπα ούτε από τα άλλα πνευματικά
της ελληνικής παράδοσης «δεσμά» ολοκληρωτικά. Κάνοντας τα πρώτα τους δειλά
βήματα οι ελληνίδες ποιήτριες, ανοίγουν νέους περισσότερο χειραφετημένες του
φύλου τους ορίζοντες, υιοθετούν νέα θεματολογία διατηρώντας τα παλαιά γλωσσικά
και εκφραστικά ίχνη, κρατώντας πολλές από αυτές την παλαιότερη
αισθηματολογία και ερωτική διάθεση. Η Ελένη Σαμίου, τόσο στις μεταφράσεις της όσο και στην
πρωτογενή ποιητική της παραγωγή όπως φαίνεται, ακολουθεί τον ηχητικό τονισμό
και την γλωσσική ορθογραφία και εκφραστική του Νίκου Καζαντζάκη και στις
τέσσερεις ποιητικές της μονάδες αλλά και στις μεταφράσεις της. Ξεχωριστή είναι
η τρίτη της ποιητική μονάδα η οποία κινείται μέσα σε μια θρησκευτική χροιά, με
το σύμβολο της Παναγίας μητέρας να δεσπόζει των εικόνων της σύνθεσης. Από την
μεριά μου, κατά την αντιγραφή, σεβάστηκα την ορθογραφική και γλωσσική τυπολογία
όπως την διαβάζουμε στις σελίδες του λογοτεχνικού περιοδικού, έστω και αν διαπίστωνα
λεκτικές αβλεψίες τουλάχιστον όχι κραυγαλέες. Μια γλώσσα και μία ηχητική της
που σήμερα, δεν υιοθετείται από τη νέα εκπαιδευτικών δεδομένων στρωτή χρήση της
Δημοτικής Γλώσσας, ιδιαίτερα μετά την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1976 μετά την
μεταπολίτευση. Παρενθετικά να σημειώσουμε, κάτι ενδέχεται όχι άσχετο, ότι ο
Αχιλλέας Τζάρτζανος, γνωστός καθηγητής και γλωσσολόγος, το 1929 κυκλοφόρησε την
πρώτη έκδοση της εργασίας του για το Συντακτικό και τη Γραμματική της Δημοτικής
Γλώσσας. Το σπουδαίο έργο του έλληνα γλωσσολόγου επανακυκλοφόρησε στα κατοπινά
χρόνια και έγινε μοντέλο εκπαιδευτικό για την επιτροπή της ομάδας του ΚΕΜΕ του
υπουργείου παιδείας και τους αρμοδίους φορείς. Το βιβλίο «Νεοελληνική Σύνταξις της
Κοινής Δημοτικής", επανατυπώθηκε και κυκλοφόρησε εκ νέου από τις εκδόσεις των Αδερφών
Κυριακίδη στην Θεσσαλονίκη το 1989. Βλέπε και σχετική βιβλιοκριτική από τον Γιώργο
Γ. Αλισανδράτο στο αφιερωματικό τεύχος του περιοδικού «Διαβάζω» για τον «ΔΑΝΤΗ»
τχ. 230/10-1-1990, και την πρώτη παρουσίαση του έργου από τον Θεόδωρο Ξύδη στα "ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΑ
ΧΡΟΝΙΚΑ" και σχετικό αφιέρωμα της «Νέας Εστίας» τχ. 460 του 1946. Τον Αχιλλέα Τζάρτζανο
«τον λαμπρό αυτόν εκπαιδευτικό, γραμματικό γλωσσολόγο» προικισμένο λόγιο που
ασχολήθηκε με την αρχαία ελληνική και λατινική γλώσσα, τον γνωρίζει η γενιά μου-1980-
από τα εκπαιδευτικά της χρόνια στο Σχολείο όταν διδάσκονταν τα βιβλία του για
την αρχαία ελληνική γλώσσα, των μαθητών της
κλασικής κατεύθυνσης. Δεν γνώριζα ούτε έχω συναντήσει την δίτομη αυτή εργασία
του Αχιλλέα Τζάρτζανου (1873-1946), (μεταγενέστερα ένας τόμος, μία επιτομή) γνώριζα όμως τις δύο κριτικές που προανέφερα
και σκόρπια σχετικά δημοσιεύματα. Συλογιζόμενος κάπως παράτολμα, θα σημείωνα, ότι θα άξιζε
να μαθαίναμε αν ο Νίκος Καζαντζάκης είχε πληροφορηθεί ή είχε στην κατοχή του την δίτομη
εργασία για τη Δημοτική χρήση της γλώσσας και είχε υιοθετήσει τις γλωσσικές
αρχές και κανόνες μεθοδολογίας, την συντακτική και γραμματική σχεδιαστική του
αξιόλογου γλωσσολόγου παλαιού καθηγητή, μαθητή του παλαιότερου Γιώργου Ν. Χατζιδάκι
(1848-1946). Σαν προβληματισμό το θέτω, όλα δένουν μεταξύ τους αν έχουμε στη σκέψη
μας μία νοερή γραμμή και συνέχεια. Σίγουρα πάντως ο Καζαντζάκης είχε υπόψη του
την κριτική του Ξύδη και το αφιέρωμα της «Νέας Εστίας», το αν είχε δίπλα του
και το έργο του Τζάρτζανου αυτό είναι κάτι που γνωρίζουν οι ασχολούμενοι με την
καταγραφή τίτλων της Βιβλιοθήκης του Ν. Καζαντζάκη. Μια και τα πάντα είναι
γλώσσα όπως πρεσβεύουν οι γλωσσοκεντριστές και όλα εκπορεύονται από αυτήν, ενδέχεται
να λάβουμε υπόψη μας και αυτήν την παράμετρο.
Τα Τραγούδια των Ερυθροδέρμων της Βορείου
Αμερικής η Ελένη Σαμίου- Καζαντζάκη, τα μεταφράζει από τα αγγλικά, έτσι όπως
μας τα διέσωσαν «Άγγλοι σοφοί», και όπως ορθά επισημαίνει η μεταφράστρια, η
«εργασία αυτή δεν μπορεί να ξαναγίνει», μια και ιστορικά ο αυθεντικός και
γνήσιος ινδιάνικος πολιτισμός και κοινωνικές και εθνολογικές συνήθειες ζωής και
θρησκευτικές δοξασίες των διαφόρων ινδιάνικων φυλών, τα ήθη και τα έθιμα τους,
οι πολεμικές τους συνήθειες άλλαξαν, αλλοιώθηκαν, μετά την πολεμική εισβολή και
κατοχή των βορειοαμερικανικών στρατιωτικών δυνάμεων και την ενσωμάτωση των
σκόρπιων ινδιάνικων φυλών και κοινοτήτων στην νέα αστική αμερικάνικη πολιτική
κοινή πραγματικότητα και ταυτότητα, όπως την προσανατόλισαν οι ευρωπαίοι
μέτοικοι εισβολείς. Την νίκη των Βορείων έναντι των Νοτίων. Οι περιοχές των
Ινδιάνικων πολεμικών φυλών καταλήφθηκαν βίαια από τους λευκούς κατακτητές, ο
λαϊκός τους πατροπαράδοτος πολιτισμός και συνήθειες σιγά-σιγά αλλοιώθηκε, εξαφανίστηκε,
συγχωνεύτηκε ή έγινε φολκλορικό αξιοθέατο των νέων αποικιοκρατών επισκεπτών των
αχανών κοιλάδων και άνυδρων οροσειρών. Ένας γηγενής αμερικάνικος πολιτισμός
καταστράφηκε, αμαυρώθηκε η αυθεντική του φυσιογνωμία.
Δεν γνωρίζω
σχεδόν τίποτα για τον γηγενή, ντόπιο Ινδιάνικο Αμερικάνικο πολιτισμό και τις
ποικίλες παραδόσεις του, τον οποίο κατέστρεψαν, προσπάθησαν να εξαφανίσουν, κατέκτησαν
οι ευρωπαίου ισχυρότεροι στρατιωτικά και οικονομικά άποικοι όταν εποίκησαν τα
αμερικανικά παρθένα και αχαρτογράφητα πλούσια εδάφη, μετά την ανακάλυψη της
αχανούς και πλούσιας αυτής ηπείρου από την λευκή φυλή των ευρωπαίων. Έχω υπόψη
μου μόνο-σε γενικές γραμμές- ότι έχω παρακολουθήσει από αμερικάνικες γουέστερν
ταινίες των πολεμικών συγκρούσεων μεταξύ Ινδιάνων και Καουμπόηδων που πάντα οι Ινδιάνοι
ήσαν οι κακοί και πάντα οι καλοί οι άλλοι. Την ίδια προπαγάνδα διαβάζαμε και
στα παιδικά εικονογραφημένα περιοδικά. Έπρεπε να περάσουν αρκετές δεκαετίες για
να πληροφορηθούμε την ιστορική αλήθεια του αμερικάνικου εμφύλιου σπαραγμού και την
αν δεν κάνω λάθος, «γενοκτονία» που υπέστησαν οι ντόπιοι- γηγενείς κάτοικοι
αμερικανοί από τους ευρωπαίους εποίκους. Να δούμε στις τηλεοπτικές οθόνες στα
νεότερα χρόνια τις δημόσιες διαδηλώσεις Ινδιάνικων φυλών-ντυμένοι με τις
παραδοσιακές στους φορεσιές και τους αντίστοιχους χρωματισμούς των προσώπων
τους ζητώντας αναγνώριση της εθνικής τους αμερικάνικης ταυτότητας από την
ομοσπονδιακή κεντρική κυβέρνηση. Να δούμε έναν από τους μουσικούς ερμηνευτές
του συγκροτήματος «Βίλλατζ πίπολ» ντυμένο με ινδιάνικη φορεσιά. Να ακούσουμε
την διαμαρτυρία του φημισμένου και διάσημου ηθοποιού Μάρλο Μπράντο υπέρ των
δικαιωμάτων των Ινδιάνων. Ο γράφων, ελάχιστες φορές έχει συναντήσει σε παλαιά ή
σύγχρονα λογοτεχνικά περιοδικά ποιητικές «Προσευχές και Ξόρκια των Ερυθροδέρμων
της Βορείου Αμερικής». Πράγμα που τον κάνει να μην μπορεί να έχει γνώμη για την
μεταφραστική αιτία και αποτύπωση της ελληνίδας ποιήτριας Ελένης Σαμίου να
μεταφέρει για το ελληνικό αναγνωστικό κοινό των Φιλολογικών Χρονικών, τα
παραπάνω ολιγόστιχα ποιήματα Ποιος ο σκοπός της απόδοσής τους στα ελληνικά, η
ποιητική συγκίνηση ή η γνωριμία μας με άλλες ποιητικές και εθνολογικές
παραδόσεις. Πάντως πρέπει να υπήρχε κάποια αφορμή πέρα από το ποιητικό
κέντρισμα και αναγνωστικό ενδιαφέρον. Δεν γνωρίζουμε αν δεν κάνω λάθος από
άλλες πηγές, αν προκάλεσαν την προσοχή των αναγνωστών του περιοδικού ή των
άλλων λογοτεχνικών περιοδικών. Πώς διάβασαν τις εργασίες της οι πνευματικοί
λόγιοι της εποχής ή οι πέριξ του Νίκου Καζαντζάκη.
Διαβάζοντας πάντως εκ νέου τα μικρά,
σχεδόν επιγραμματικά αυτά ποιήματα- με την ευκαιρία της αποδελτίωσης της ύλης
των Φιλολογικών Χρονικών- δεν διαπιστώνουμε μόνο τα εθνολογικά και ηθογραφικά
στοιχεία των Ινδιάνικων Φυλών, αλλά και την ακρίβεια και λακωνικότητα του λόγου
των Ινδιάνων ανώνυμων σοφών αντρών και αρχηγών της φυλής. Οι προσευχές είναι
διάσπαρτες με εικόνες του χώρου και των συνηθειών των Ινδιάνων. Το τοπίο είναι
άρρηκτα συνδεδεμένο με τις παραδοσιακές τους και άλλες κοινωνικές συνήθειες
τους, στιγμιότυπα της ζωής τους σε σχέση με τον χώρο, το περιβάλλον. Ο
ποιητικός λόγος αρχίζει και σταματά όπου και ο ορίζοντας του τοπίου που
διαφεντεύουν, είναι εγκατεστημένες οι διάφορες φυλές και ομάδες. Κάθε φυλή
διατηρούσε τις δικές της συνήθειες τα ήθη και τα έθιμα, τις ανιμιστικές της
παραδόσεις και διακρίνονταν από τα χαρακτηριστικά παράξενα ονόματα ζώων που
έδιναν στους αρχηγούς των φυλών. Ο επιγραμματικός τους λόγος ανακαλεί στην
μνήμη αν δεν κάνω λάθος να σημειώσω και πάλι, τις αντίστοιχες-φυσικά στο
ανάλογο φυσικό περιβάλλον- ποιητικές συνθέσεις των ιαπωνικών Χάϊ- Κου. Ακόμα θα
τολμούσα παρακινδυνευμένα να γράψω, φέρνει στη σκέψη τα μικρά, συνοπτικής
φόρμας ποιήματα του αμερικανού ποιητή Έζρα Πάουντ, ασφαλώς διαφορετικής
φιλοσοφίας και θεματικής προβληματικής. Σε αυτό πιστεύω ότι βοηθά και η μεταφραστική
γλώσσα της Ελένης Σαμίου η οποία αν και καθρεφτίζει την γλωσσική έκφραση του
Νίκου Καζαντζάκη, διαθέτει την δική της λειτουργική αυτοτέλεια ακόμα και στις
περιπτώσεις που το ποίημα ολοκληρώνεται σε δύο στροφές ή διαμερισματοποιείται
σε μικρά δίστροφα μέρη ή τρίστροφα χωρισμένα με λατινικούς αριθμούς. Όσον αφορά
τις άλλες Τέσσερεις ποιητικές της συνθέσεις η ανάγνωσή τους φανερώνει την
ποιητική φλέβα της Ελένης Σαμίου και το ποιητικό της αισθητήριο, την αντίληψη
της περί γυναικείας ποιήσεως. Τα ξόρκια και οι προσευχές των Ινδιάνων
μεταφερμένα από την Σαμίου έχεις την αίσθηση ότι διαβάζεις ποιητικά στιγμιότυπα
ανθρώπινων θρησκευτικών ιστοριών. Λόγια και διδαχές Σαμάνων, Μάγων της Φυλής.
Εν τέλει, τίποτα δεν πάει χαμένο στην
διαχρονική διαδρομή της πολιτιστικής και πολιτισμικής ιστορίας και παράδοσης
κάθε λαού και εθνότητας, φυλής εθνικής οντότητας. Ούτε λησμονεί ολοκληρωτικά ο
χρόνος και το όποιο αναγνωστικό κοινό τις πνευματικές παρακαταθήκες των
πολιτισμικών επιτευγμάτων των ανθρώπων όπου γης. Αυτό σκεφτόμουν καθώς «ξέθαβα»
τα ποιήματα και τις παλαιές αυτές μεταφράσεις και μάλιστα μιάς ελληνίδας
δημιουργού η οποία μας είναι γνωστή περισσότερο ως σύζυγος του Καζαντζάκη.
Αξίζει θεωρώ να γραφεί μία εργασία για την καίρια συμβολή των συντρόφων των
κάθε είδους δημιουργών και καλλιτεχνών, γυναικών ή αντρών συζύγων αντίστοιχα
στην πατρίδα μας. Να γραφεί μία μονογραφία για την ποιήτρια και μεταφράστρια
Ελένη Σαμίου, την Ελένη Ν. Καζαντζάκη, και την προσωπική συνεισφορά της στον Νίκο
Καζαντζάκη όσο και στην διατήρηση και διάδοση του έργου του. Αν διαβάσουμε
παράλληλα τον ογκώδη τόμο της Ελένης Ν. Καζαντζάκη «Ο Ασυμβίβαστος» εκδ.
Καζαντζάκη 1977 και το πεζό της Γαλάτειας Καζαντζάκη «Άνθρωποι και
Υπεράνθρωποι» με τα λεγόμενα του Αλέξανδρου Αργυρίου, εκδόσεις Καστανιώτη 2007,
θα διαπιστώσουμε όχι μόνο την διαφορά ύφους και ποιότητας γραφής των δύο γυναικών αλλά και θα παραβλέψουμε όσα εκ
των υστέρων σχολίασαν αρνητικά τόσο η αδερφή της Γαλάτειας η Έλλη Αλεξίου, όσο
και άλλες γυναικείες γραφίδες όπως πχ. η Λιλή Ζωγράφου στη δική της μελέτη ή
και ο ποιητής Νικηφόρος Βρεττάκος στο δικό του ογκώδες βιβλίο για τον Κρητικό
συγγραφέα. Ζητήματα που ενδέχεται να μην αφορούν αποκλειστικά μόνο τους
ερευνητές και τους γραμματολόγους, τους ιστορικούς της ελληνικής λογοτεχνίας
και τα πανεπιστημιακά σπουδαστήρια, αλλά και εμάς τους απλούς, μάλλον επαρκείς
αναγνώστες, σε καιρούς που οι φεμινιστικές σπουδές τυρβάζουν μόνο (;) περί
ερωτικών ιδιαιτεροτήτων και άλλων μάλλον ακραίων ανθρώπινων καταστάσεων,
συγκεκριμένης περιπτωσιολογίας ή κάνω λάθος; Αλλά οι καιροί αλλάζουν και ευτυχώς
η φωνή και το έργο του Νίκου Καζαντζάκη και ο λόγος του είναι ακόμα παρών. «Είναι
ακόμα εδώ» που θα έλεγε ένας σύγχρονος τραγουδιστής. Για να μην ξεφεύγουμε τελείως
και από το κλίμα της εποχής.
ΥΓ. Ενδιαφέρουσα
η πρωτοβουλία της Κυριακάτικης εφημερίδας «Το Βήμα» να προσφέρει το Λεξικό του
ομότιμου καθηγητή γλωσσολογίας κυρίου Γιώργου Μπαμπινιώτη, ας ευχηθούμε να μας προσφέρει
και επαναφέρει στην σύγχρονη επικαιρότητα και Λεξικά άλλων ελλήνων γλωσσολόγων,
πχ. Εμμανουήλ Κριαρά, Χαραλαμπάκη κ.ά.
Γιώργος Χ.
Μπαλούρδος
Πειραιάς
12 Σεπτέμβριος
2024
Επιμένοντας
Καζαντζακικά
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου