Γιώργος Χ. Μπαλούρδος. Ενδεικτικές κρίσεις, σχόλια και βιβλιοπαρουσιάσεις για βιβλία που εξέδωσε, επιμελήθηκε ή συμμετείχε.
ΕΡΓΟΓΡΑΦΙΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ
1., Προσεγγίσεις στον Ερωτικό λόγο. ΑΣΜΑ ΑΣΜΑΤΩΝ-ΤΑΚΗΣ
ΣΙΝΟΠΟΥΛΟΣ. Πρόλογος Μιχάλης Μερακλής, εκδ. Βιβλιογονία, Αθήνα 1990, σ. 60
(δοκίμιο)
Βλέπε
-Βρασίδας
Καραλής, β/κη, περ. Διαβάζω τχ.282/4-3-1992, σ. 65-68. «Απροσδιόριστα Πρωτότυπο
και αξιοπρόσεκτο έργο».
2., Ολίγη
Λιβάς, εκδ. Σελάνα, Πειραιάς 1998, σ.96. (ποίηση). (καλλιτεχνική
επιμέλεια Μαντώ Κατσουλού)
Βλέπε
-Κώστας
Θεοφάνους, β/κη, εφ. Η Φωνή του Πειραιώς, Πέμπτη 13/2/2003, σ.4. «Ας μιλήσουμε
για ποίηση». Αναφορά στις πρόσφατες συλλογές πειραιωτών ποιητών. Γιώργος
Μπαλούρδος.
-Φάνης Μούλιος, εφ. Η Φωνή του
Πειραιώς, Δευτέρα 25/1/1999, στην σελίδα «χωρίς… σχόλια»
«……..Ολίγη λιβάς» του Γιώργου Μπαλούρδου,
που δεν είναι μόνο ένας κριτικός της Λογοτεχνίας αλλά και ένας ποιητής.
«Ολίγη
λιβάς» ή λίγο δάκρυ για τ’ ανθρώπινα. Ποιήματα ανθρωπιάς κι ευαισθησίας.
Αυτογνωσίας, απελπισίας κι αναζήτησης. Από τα πιο όμορφα ποιήματα της συλλογής
«το μορτάκι»: «Κρύωνε πολύ/ κι όλα τα δάση του κόσμου για εκείνον ήταν ξένα/
Και η τριανταφυλλιά πούχε φυτρώσει στον ύπνο του/ είχε και αυτή/ βαρύ χειμώνα./
Ύστερα ήρθε η φωτιά/ήταν καλή,/είπε,/ κι άπλωσε τα χέρια του να ζεσταθεί./ Και
του πέρασαν τις χειροπέδες.»
3., Μυρτιώτισσα.
Επιμέλεια-παρουσίαση-ανθολόγηση: Γιώργος Μπαλούρδος, εκδ. Γαβριηλίδης,
Αθήνα 2002, σ. 96
Βλέπε
-Γιάννης
Ε. Χατζημανωλάκης, β/κη, περ. Φιλολογική Στέγη, περίοδος Β΄, τχ.2/ Χριστούγεννα
2004, σ.103
-Χαρίκλεια Δημακοπούλου, β/κη, εφ.
Εστία 15/3/2003
«-Μυρτιώτισσα. Μια παρουσίαση από τον
Γιώργο Μπαλούρδο (εκδ. Γαβριηλίδης, έκ νέου’, σελ.91). Ο επιμελητής της
εκδόσεως επαναφέρει στη μνήμη μας την τρυφερή ποίηση της Μυρτιώτισσας. Ο πλήρης
αισθήματος πρόλογος εξηγεί γιατί ο επιμελητής ασχολήθηκε με την Μυρτιώτισσα. Εν
τέλει και μετά την παράθεση επιλογής από το έργο της, παραθέτει και σύντομο
βιογραφικό σημείωμα για την Μυρτιώτισσα, κατά κόσμο Θεώνη Δρακοπούλου.».
4., Μαρία
Περικλή Ράλλη, εκδ. Κιβωτός, Πειραιάς 2006, σ. 58 (μελέτη)
Βλέπε
-Μάρυ
Θεοδοσοπούλου, β/κη, εφ. Η ΕΠΟΧΗ, Κυριακή 8/10/2006, σ.35. «Μια χαμηλόφωνη
ποιήτρια»
-(Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης), β/κη,
περ. Φιλολογική Στέγη, περίοδος Β΄, τχ.9/7,8,9, 2006, σ.166.
«Γιώργος
Μπαλούρδος: «Μαρία Περικλή Ράλλη» (μελέτημα). Πειραιάς 2006 (Μετά το «Πειραϊκό
Πανόραμα»- που αποτελεί αξιόλογη προσφορά στην πολιτιστική ιστορία του Πειραιά-
ο Γ. Μ. παρουσιάζει σ’ ένα τομίδιο ‘εκτός εμπορίου’ τη διάλεξή που έδωσε στον
«Πειραϊκό Σύνδεσμο» στις 29.5.2006 για την Πειραιώτισσα ποιήτρια Μαρία Περ.
Ράλλη (1906-1975). Εκτός από τα ενδιαφέροντα και τεκμηριωμένα εργογραφικά
στοιχεία που καταχωρίζει αναλύει παράλληλα-θα έλεγα καλύτερα ανατέμνει-με
καίριο κριτικό λόγο το πεζογραφικό και –κυρίως-το ποιητικό έργο της Μαρίας Περ.
Ράλλη, που υπήρξε μία από τις βεβαιότερες γυναικείες ποιητικές ‘φωνές’ της
περιόδου του μεσοπολέμου και των πρώτων μεταπολεμικών χρόνων.».
-Γιάννης Οικονομίδης, περ. Ζήνων τχ.
200/1,2,3,2007, σ.35
«Ο
Γιώργος Μπαλούρδος παρουσιάζει την Μαρία Περικλή Ράλλη (το γένος
Κωνσταντοπούλου) τολμώντας μια αναδρομή στο παρελθόν και μας συστήνει την
λησμονημένη ποιήτρια-πεζογράφο, μια δυνατή φωνή της εποχής της στο χώρο της.
Αναφέρεται στο έργο της και στη ζωή της,
τον οικογενειακό περίγυρο, ένα λεπτομερές χρονολόγιο συμβάντων.».
5., Πειραϊκό
Πανόραμα. Πνευματικό και Καλλιτεχνικό Χρονολόγιο του Πειραϊκού Χώρου 1784-2005,
Πρόλογος Νάσος Βαγενάς- Μιχάλης Μερακλής, εκδ. Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2006, σ.
350
Βλέπε
-Γιάννης
Ε. Χατζημανωλάκης, β/κη, περ. Φιλολογική Στέγη, περίοδος Β΄, τχ.8/4,5,6,2006,
σ.117-118.
-Περιοδικό Λιμάνι β/σίαση τχ.166/11,
2006, σ.56-59.
«[……
Η εργασία του κ. Μπαλούρδου θα αποδειχθεί κάτι παραπάνω από πολύτιμη για τον
ιστορικό του μέλλοντος. Αλλά ακόμα και για εμάς τους ίδιους, όσοι τουλάχιστον
ενδιαφέρονται να γνωρίσουν την Ιστορία της πόλης τους. Να ξέρουν ποια
κληρονομιά κρατούν στα χέρια τους. Και τι θα προσφέρουν στις νεότερες γενιές.
Χαρακτηριστικά παραδείγματα Ιστορίας; Ας δούμε μερικά….]»
-[Τούλα Μπούτου;;], β/ση, περ. Πειραϊκά
Γράμματα τχ. 48/7.9,2006, σ. 403.
«Βιβλίο-
προϊόν πολλού μόχθου-μεγάλης έρευνας, φιλοπονίας και υπομονής. Που όμως
εξασφαλίζει την ιδιαίτερη αξία του και τη χρηστική του αποστολή για πολλούς
ερευνητές που θα σκύψουν στις σελίδες του.».
-περιοδικό Index τχ.10/3,2007,
«Στο Πειραϊκό πανόραμα καταγράφονται τα
πνευματικά και καλλιτεχνικά στοιχεία του πειραϊκού χώρου των δύο τελευταίων
αιώνων, παρέχει δε μια βάση και ορισμένους από τους δείκτες στους οποίους θα
πρέπει να στηριχθεί όποιος θα ήθελε να μελετήσει το πνευματικό και καλλιτεχνικό
πρόσωπο του Πειραιά, μιάς πόλης με έντονη πολιτισμική δραστηριότητα. Ο
συγγραφέας δεν παραλείπει να αναφερθεί στα πρόσωπα, στα γεγονότα της
πνευματικής και πολιτιστικής ζωής του Πειραιά, στα κτίρια και γενικά στο
ανθρωπογεωγραφικό τοπίο του μεγάλου λιμανιού».
-εφημερίδα Athens Voice, tx. 186/18-24 Οκτωβρίου 2007. …. Μεγάλοι Πειραιώτες
«Με μια ιστορία δύο σχεδόν αιώνων κι ένα
συνονθύλευμα από νησιώτες και γηγενείς κατοίκους, το λιμάνι του Πειραιά αποτέλεσε
έναν κόμβο ζωής με το δικό του πολιτιστικό στίγμα……………. Στο βιβλίο Π.Π. του
Γιώργου Μπαλούρδου θα βρεις σπάνιες πληροφορίες για την πνευματική ιστορία της
πόλης, συγκεντρωμένες σε μια μοναδική στο είδος της έκδοσης».
-εφημερίδα Κοινωνική, Τρίτη 11 Ιουλίου
2006, σ.4. «Πειραϊκό Πανόραμα» Ένα βιβλίο που κάθε
Πειραιώτης πρέπει να αποκτήσει!
«Για
πρώτη φορά σ’ ένα βιβλίο συμπεριλαμβάνονται όλα τα πρόσωπα του πνεύματος που
γέννησε ο Πειραιάς με στοιχεία και λεπτομέρειες που κερδίζουν και τον πιο
απαιτητικό αναγνώστη. Συγγραφέας ο Γιώργος Μπαλούρδος ο οποίος αξίζει ένα
μεγάλο «μπράβο» καθώς η συλλογή των στοιχείων που περιλαμβάνει στο βιβλίο του
ήταν εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα………».
-Κοραλία Ραϊση, εφ. Ο Δημότης, Τρίτη
25/7/2006, σ.4
«Συγχαρητήρια αξίζουν τόσο στον συγγραφέα
κ. Γιώργο Μπαλούρδο, όσον και στις εκδόσεις «Τσαμαντάκη» των γνωστών Πειραϊκών
Βιβλιοπωλείων της οικογένειας Αντώνη Τσαμαντάκη-στον πρώτο μεν για την συγγραφή
του υπό τον τίτλον «Πειραϊκό Πανόραμα» στον δε δεύτερο για το «τόλμημά» του να
το εκδώσει!................ Επισημαίνουμε μια πρωτοτυπία (και πολύ ορθώς καθ’
ημάς) της έκδοσης: Τα «Περιεχόμενα» του βιβλίου, αντί να δημοσιευθούν στο
τέλος, προτάσσονται στην αρχή, ώστε ο αναγνώστης διευκολύνεται κατά πολύ στην
όποια, μετέπειτα αναζήτηση των σημείων που χρειάζονται «δεύτερη ματιά».
Παρά τις όποιες παραλείψεις του, είναι
επαινετέα η πολύχρονη και πολύμοχθη προσπάθεια του συγγράψαντος το «Πειραϊκό
Πανόραμα» (1784-2005) κ. Γιώργου Μπαλούρδου, στον οποίο, ομού μετά των
υπευθύνων των «εκδόσεων Τσαμαντάκη», ευχόμεθα το βιβλίο του να είναι
καλοτάξιδο».
-[Γ.
Χρονάς;], ανακοίνωση, περ. Οδός Πανός τχ. 134/10,12,2006. (Εξαιρετική δουλειά.
Σπάνια).
-Εφημερίδα Η Καθημερινή, β/σίαση,
10/9/2006, σ.7 (Επιμέλεια: Ζ. Π. Χ.)
«Η εκπόνηση έργων υποδομής αποτελεί
πρωταρχική προϋπόθεση για τη μελέτη των
πνευματικών φαινομένων. Δεν μπορεί να περιγράψει κανείς ένα πνευματικό τοπίο,
πολύ περισσότερο να το αξιολογήσει σωστά, αν δεν γνωρίζει πλήρως όλα τα στοιχεία
που το συνθέτουν. Το έργο του Γιώργου Μπαλούρδου είναι ένα πνευματικό και
καλλιτεχνικό χρονολόγιο του πειραϊκού χώρου για την περίοδο 1784-2005, το οποίο
χωρίζεται σε τρείς ενότητες: Χρονολογική καταγραφή των Πειραιωτών πνευματικών
ανθρώπων (γέννηση, θάνατος, ενδεικτική καλλιτεχνική παρουσία). Στοιχεία που
αφορούν το έργο Πειραιωτών λογοτεχνών, μουσικών, ζωγράφων, ηθοποιών,
σκηνοθετών, αρχιτεκτόνων, ιστορικών, χορογράφων, ιεροψαλτών, σκιτσογράφων μαζί
με τα φιλολογικά περιοδικά του Πειραιά και τα ψευδώνυμα των Πειραιωτών
συγγραφέων. Τέλος, αναλυτική αποδελτίωση Πειραιωτών συγγραφέων που
περιλαμβάνονται σε ανθολογίες. Πειραιωτών δημιουργών που το έργο τους έχει
μελοποιηθεί, ενδεικτική παραστασιογραφία Πειραιωτών καλλιτεχνών και κατάλογο
τραγουδιών που αναφέρονται στον Πειραιά και τις περιοχές του.»
-(Γ. Ν.), β/σίαση, περιοδικό Διαβάζω
τχ.467/10,2006, σ.120 (Λαογραφία)
«Γιώργος Μπαλούρδος, Πειραϊκό πανόραμα».
Ένα βιβλίο για την πνευματική και καλλιτεχνική πορεία του Πειραιά από το 1784-
2005, το βιβλίο περιλαμβάνει τη χρονολογική καταγραφή των πνευματικών ανθρώπων
του Πειραιά, μαζί με τα βασικότερα καλλιτεχνικά και πολιτιστικά γεγονότα του
πειραϊκού χώρου. Περιέχει αναλυτικά στοιχεία για τους λογοτέχνες, μουσικούς,
εικαστικούς, σκηνοθέτες, ηθοποιούς, ιστορικούς, χορογράφους, σκιτσογράφους και
λοιπούς καλλιτέχνες. Επίσης καταγράφει τα πνευματικά περιοδικά, όπως και
συγγραφείς που έχουν μελοποιηθεί, έχουν ανθολογηθεί, καθώς και παραστασιογραφία
πειραιωτών καλλιτεχνών. Τέλος, περιέχει κατάλογο τραγουδιών που αναφέρονται
στον Πειραιά. Βιβλίο υποδομής χαρακτηρίζουν την έκδοση οι Μ. Μερακλής και Ν.
Βαγενάς που το προλογίζουν.»
-Αγγελική
Φωτοπούλου, β/κη, εφ. Η Κυριακάτικη Αυγή 15/10/2006, σ.35. «Η Πόλη θα σε
ακολουθεί»
-Γιάννης
Οικονομίδης, β/σίαση, περ. Ζήνων τχ.199/10,11,12,2006, σ.32
-Χαρίκλεια Δημακοπούλου, β/κη, εφ.
Εστία 13/10/2007
«-Γιώργος Μπαλούρδος, Πειραϊκό πανόραμα.
Πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του πειραϊκού χώρου, 1784-2005 (εκδ.
Τσαμαντάκη, σελ.350) με προλογικά σημειώματα των Καθηγητών Πανεπιστημίου κ.κ.
Νάσου Βαγενά και Μιχάλη Μερακλή. Το βιβλίο καταγράφει με αγάπη και μεγάλη
επιμέλεια όλα τα στοιχεία που αναφέρονται στην πνευματική ζωή του Πειραιώς.
Λογοτέχνες
και καλλιτέχνες, λόγιοι, πρόσωπα και πράγματα, ιδρύματα και φορείς συνθέτουν
την εικόνα του πνευματικού Πειραιώς και δείχνουν ότι το πρώτο λιμάνι της χώρας
δεν έχει τίποτε να ζηλέψη από την Αθήνα ή άλλες πόλεις. Το βιβλίο είναι και ένα
είδος λεξικού καθώς καταγράφει έτη γεννήσεως και θανάτου δεκάδων λογίων και
λογοτεχνών που έζησαν ή κατήγοντο ή εγκαταστάθηκαν κάποια στιγμή στον Πειραιά.
Η πειραϊκή κοινωνία και οι πνευματικές αναζητήσεις της καταγράφονται εναργώς
και αναγλύφως προσφέροντας ένα πραγματικό πανόραμα.»
-Τάσος Π. Καραντής, β/κη, εφ. Η ΝΕΑ
ΣΑΛΑΜΙΝΑ, αρ. φύλ. 208/, 12,1, 2006-2007, σ.8. «Πινελιές Σαλαμίνας στο
πνευματικό πορτρέτο του Πειραιά».
«…… Συμπερασματικά, ο Γιώργος Μπαλούρδος
καταφέρνει μέσα από το «Πειραϊκό Πανόραμά» του, να αποτυπώσει πολιτιστικά,
αυτήν την, χωροταξικά «στενή λουρίδα γης» που είναι ο Πειραιάς, την οποία όμως
στολίζει, μεταξύ άλλων, το «μικρό διαμαντάκι» της Σαλαμίνας».
-Στέλιος Τραϊφόρος, εφ. Ο Δημότης,
Πέμπτη 16/11/2006, σ.3.
«Έγινε
η επίσημη παρουσίαση του. Το βιβλίο «Πειραϊκό Πανόραμα» είναι ένας
«Παρθενώνας»! έτσι χαρακτηρίσθηκε στην εξαιρετική εκδήλωση στην Πινακοθήκη
Πειραιά» Η παρουσίαση έγινε την Δευτέρα 13/11/2006, 8 μμ. Για το βιβλίο μίλησαν
ο δημοσιογράφος Δημήτρης Καπράνος, ο συγγραφέας και στιχουργός Γιάννης
Κακουλίδης και ο αρχιτέκτονας και συγγραφέας Νίκος Ντόριζας.».
-Γιάννης
Παπαοικονόμου, Επιστολή, εφ. Η Φωνή των Πειραιωτών, Πέμπτη 20/9/2007.
-Γιώργος
Χ. Μπαλούρδος, Επιστολή-Ανταπάντηση. Εφ. Η Φωνή των Πειραιωτών Πέμπτη
4/10/2007. «ΕΚ ΤΩΝ ΥΣΤΕΡΩΝ» Οφειλόμενη και μη κουλτουριάρικη απάντηση στον κύριο Γιάννη Παπαοικονόμου και όχι μόνο.
6.,
Ανθρωπογεωγραφική Πειραιογνωσία (24 συν 3 κείμενα για τον Βασίλη) Ανθολόγιο.
Επιμέλεια-Ανθολόγηση: Γιώργος Χ. Μπαλούρδος, εκδ. Κιβωτός, Πειραιάς 2008
Βλέπε
-Αντώνης Α. Ζαρίφης, β/κη, περ.
Φιλολογική Στέγη, περίοδος Β΄, τχ.18/10,11,12,2008, σ. 180-181
«Μια συλλογή κειμένων καταξιωμένων
συγγραφέων με αναφορές στον Πειραιά εκτός εμπορίου κυκλοφορήθηκε από τις
εκδόσεις Κιβωτός, αφιέρωμα στη μνήμη του Βασίλη Σολωμού, του αδικοχαμένου γιου
του Δημήτρη και της Βαγγελίτσας Σολωμού, ιδιοκτητών του γνωστού βιβλιοπωλείου.
Την επιμέλεια και την ανθολόγηση των κειμένων έκανε ο Γ. Μπαλούρδος ο οποίος
έγραψε έναν εκτενή πρόλογο- κείμενο γλαφυρό, τεκμηριωμένο που δείχνει ένα βαθύ
γνώστη της ελληνικής λογοτεχνίας και πληθωρικό δοκιμιογράφο….»
-Τούλα Μπούτου: επιμέλεια, β/κη, περ.
Πειραϊκά Γράμματα τχ.57/10,11,12,2008, σ. 395
«Μια πρωτότυπη αξιοπρόσεκτη δουλειά
του φίλου Γ. Μ. που αποπνέει συγκίνηση, αφού είναι αφιερωμένη στο ανθρώπινο
βλαστάρι των 24 χρόνων Βασίλη Σολωμό και την ξαφνική του αναχώρηση. Και
αποτελούν μια ανθοδέσμη κειμένων από Έλληνες συγγραφείς που έγραψαν κάτι για
τον Πειραιά, χωρίς να είναι οι ίδιοι Πειραιώτες. Προσεκτικά διαλεγμένοι, όπως
και τα αποσπάσματα του έργου τους. Όπως: Περικλής Γιαννόπουλος, Μαρία
Ιορδανίδου, Ηλίας Βενέζης, Μανόλης Γιαλουράκης, Αντρέας Καραντώνης, Τίμος
Μαλάνος, Αλέξανδρος Ραγκαβής, Κώστας Χαιρόπουλος, Βασίλης Μοσκόβης, Αλέξανδρος
Παπαδιαμάντης, Γιάννης Ψυχάρης, Παναγιώτης Τέτσης κ. ά.
Μία πρωτότυπη δουλειά που ίσως βρει
μιμητές. Γιατί είναι τόσο ενδιαφέρον να σκύβεις σε κάποια πνευματική πηγή και
να «γεύεσαι» κάτι λίγο, όμως ζωντανό και βαφτισμένο στην κάθε ιδιαιτερότητα
γραφής του «γεννήτορά» του. Κι αυτά όλα τα δείγματα γραφής να γίνουν ένα βιβλίο
μνήμης του. Λέει ο Γ. Μπαλούρδος στον «πρόλογο» «…. Η πόλη του Πειραιά παγίωσε
τις ανομοιογενείς θελήσεις μου, προώθησε τις κοινωνικές μου ιδιορρυθμίες,
μετέθεσε επί τα βελτίω τις επιλογές μου. Ο Πειραιάς σίγουρα κάποτε μας πρόσφερε
χειροπιαστά αποτελέσματα εμπειριών ζωής. Αντιπροσώπευσε όλους τους δυνατούς
εφηβικούς και νεανικούς μετασχηματισμούς μου. Αυξομείωσε τα όρια της
κοινωνικοποίησής μου. Ελάττωσε την θεμιτή νεανική αυταρέσκειά μου…». Έτσι σαν
μια εξομολόγηση για το δέσιμό του με την πόλη του, της οποίας τα βήματα τόσο
προσεκτικά παρακολουθεί.».
7., Βιβλιογραφία
για τον Πειραιά, εκδ. Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2010, σ. 64
Βλέπε
-Γιάννης
Ε. Χατζημανωλάκης, β/κη, περ. Φιλολογική Στέγη, περίοδος Β΄, τχ. 24/4,5,6,
2010, σ.58-59.
-Παύλος Μπαλόγλου: επιμέλεια, περ.
Πειραϊκό Ορόσημο τχ. 32/7,8,9,2010, σ.21
«Το
βιβλίο τούτο του ερευνητή και Πειραιολάτρη Γιώργου Μπαλούρδου έρχεται να
καλύψει ένα κενό.
Την
βιβλιογραφία για τα πολυποίκιλα θέματα που αφορούν στην πόλη και το λιμάνι του
Πειραιά μας. Το θέμα είναι παρθένο. Ως πρώτο εγχείρημα είναι άξιο πολλών
επαίνων η προσπάθεια του Γιώργου Μπαλούρδου που με ιδιαίτερο ζήλο κατέγραψε
ό,τι του ήταν ανθρώπινο εφικτό από την πλουσιότατη βιβλιογραφία για τον
Πειραιά. Η κατηγοριογράφηση της πολυποίκιλης βιβλιογραφία κρίνεται επιτυχημένη
ως πρώτη προσπάθεια.
Η έκδοση καλαίσθητη επιμελημένη από τον
εκδοτικό οίκο και τα βιβλιοπωλεία Τσαμαντάκη εμπλουτίζεται από σπάνιες
συλλεκτικές φωτογραφίες του παλαιού Πειραιά.».
-εφ.
Εν Πειραιεί 27/7/2010, σ.12. «Δύο νέα βιβλία για τον Πειραιά».
-εφ.
Ο Δημότης 9/7/2010, Δύο βιβλία για τον Πειραιά από τις εκδ. Τσαμαντάκη.
«Βούρλα- Τρούμπα» και «Βιβλιογραφία για τον Πειραιά».
-Ρέα
Αγγελομάτη, εφ. Η Φωνή των Πειραιωτών, Πέμπτη 2/12/2010, σ.4. «Βούρλα- Τρούμπα
& Βιβλιογραφία για τον Πειραιά»
-εφ.
Κοινωνική, Τρίτη 13/7/2010, σ.5. «Βιβλιογραφία για τον Πειραιά»
8., Πειραϊκό
Λεύκωμα. Γενική επιμέλεια-επιλογή-συλλογή κειμένων: Γιώργος Χ. Μπαλούρδος. εκδ.
εφημερίδα ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ-Σταύρος Καραμπερόπουλος, Πειραιάς 2010
Βλέπε
-Περιοδικό
Φιλολογική Στέγη τχ. 25/7,8,9, 2010, σ.98. β/σίαση, ‘ΤΟ «ΠΕΙΡΑΪΚΟ ΛΕΥΚΩΜΑ» ΤΗΣ
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗΣ’ στην σελίδα Πειραϊκή Επικαιρότητα.
9.,
Κατερίνα Γώγου, Πάνω κάτω η Πατησίων. Όψεις της μοναξιάς στην Κατερίνα Γώγου
και 20 μελοποιημένα ποιήματά της. Τρίτη έκδοση. εκδ. Οδός Πανός, Αθήνα 2013
(Συλλογικό).
Το
κείμενο Γ. Χ. Μ. «Μια αιρετική γυναικεία ποιητική φωνή της γενιάς του 1970». σ.
60-72
10.,
Γιάννης Η. Παππάς: Επιλογή-Μετάφραση-Σχόλια. ΠΙΕΡ ΠΑΟΛΟ ΠΑΖΟΛΙΝΙ.
ΚΕΙΜΕΝΑ-ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΕΙΣ-ΕΠΙΣΤΟΛΕΣ-Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ, εκδ. 24 γράμματα, Αθήνα 2022.
Συμμετοχή
με: Γ.Χ.Μ., «Εργογραφία και ενδεικτική Βιβλιογραφία του Πιέρ Πάολο Παζολίνι»,
σ. 479-515.
ΜΙΑ
ΧΑΜΗΛΟΦΩΝΗ ΠΟΙΗΤΡΙΑ
Της Μάρυ
Θεοδοσοπούλου
Εφημερίδα
Η ΕΠΟΧΗ Κυριακή 8 Οκτωβρίου 2006, σ.35. EX LIBRIS ν.736
Γιώργος
Μπαλούρδος, «Μαρία Περικλή Ράλλη», Πειραιάς, 2006
Στον γενικότερο θόρυβο, δίκην συζητήσεως
που είχε δημιουργηθεί την άνοιξη και συνεχίστηκε χαλαρά τους καλοκαιρινούς
μήνες γύρω από την Κική Δημουλά και την ποίησή της, γράφτηκε από νεότερο
ποιητή, σε έγκριτη, κατά τον συνήθη χαρακτηρισμό, εφημερίδα, και η πομπώδης
φράση: «Σαν ένα ‘αίφνης’ που αίρει τη μονοκρατορία των ανδρών στη σύγχρονη
ελληνική ποίηση, εισέβαλε το 1971 η Κική Δημουλά στη λογοτεχνία μας…» Ήταν μέσα
Ιουλίου, όταν εκτοξεύτηκε αλόγιστα η ύβρις εναντίον των ελληνίδων ποιητριών,
ζώντων και τεθνεώτων. Πολλοί θα διάβασαν το εν λόγω άρθρο, ίσως πολλοί και να
ενοχλήθηκαν, το δίχως άλλο, όσες ποιήτριες έτυχε να πέσει στα χέρια τους θα
στενοχωρήθηκαν, πάντως, απάντηση δεν υπήρξε, καθώς παρακολουθήσαμε συστηματικά
την επιστολογραφία της συγκεκριμένης εφημερίδας.
Το εκτός εμπορίου βιβλιάριο του Γ. Μπαλούρδου, που αναπαράγει ομιλία του στον
Πειραϊκό Σύνδεσμο, στις 29 Μαϊου 2006, για την ποιήτρια και πεζογράφο Μαρία
Περικλή Ράλλη, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από τη γέννησή της και τριάντα από
το θάνατό της, θα μπορούσε να εκληφθεί ως μια πρώτη απάντηση στον ανιστόρητο
της επίμαχης φράσης. Πριν καταπιαστεί με το κυρίως θέμα του ο Μπαλούρδος,
αναφέρεται γενικότερα στη γυναικεία ποίηση, την χειραφέτηση και την αυθυπαρξία
της. Εν όψει και του καταλόγου των Ελληνίδων ποιητριών, που εδώ και καιρό
καταρτίζει, αποπειράται σύντομη αναδρομή στο γυναικείο δυναμικό. Κατ’ αρχήν,
θυμίζει τις πρώτες σημαντικές, την Ευανθία Καϊρη, την Ελισάβετ Μουτζάν
Μαρτινέγκου, την Αλεξάνδρα Παπαδοπούλου και την Καλλιρρόη Παρρέν, που
καταγράφτηκαν πρωτίστως ως πεζογράφοι, και συνεχίζει με την ερωτικότατη Μαρίκα
Πίπιζα, την μελωδική Δώρα Μοάτσου, την λυρική Κλεαρέτη Δίπλα Μαλάμου, την
λιτόλογη Λιλή Πατρικίου Ιακωβίδη, την επαναστατημένη Γαλάτεια Καζαντζάκη, την
χαμηλόφωνη Χρυσάνθη Ζιτσαία, την κλωντελική Μελισσάνθη, την μεταφυσική Ζωή
Καρέλλη, την νεορομαντική Μαρία Πολυδούρη, την ηδυπαθέστατη Μυρτιώτισσα, την
ελεγειακή Διαλεχτή Ζευγώλη Γλέζου, την μυστικοπαθή Όλγα Βότση, την επική Σοφία
Μαυροειδή Παπαδάκη και την πληθωρική Ρίτα Μπούμη Παπά. Εν μέσω αυτών, από τις
πρώτες, μνημονεύει την Αιμιλία Κούρτελη, που ο Αιμίλιος Παράσχος βάφτισε με το
ψευδώνυμο του συζύγου της, που είχε προηγηθεί στην ποίηση, του Θρασύβουλου Ζωιόπουλου,
για τη λογοτεχνία, Στέφανου Δάφνη. Στη δεύτερη μεταπολεμική γενιά κατατάσσεται
το ζεύγος Δάφνη, στη δεύτερη μεταπολεμική το ζεύγος Δημουλά. Εξήντα πέντε ετών
πέθανε ο Δάφνης, εξήντα τεσσάρων ο Άθως Δημουλάς, η Αιμιλία Δάφνη, πέντε χρόνια
μικρότερη του συζύγου της, είχε προηγηθεί, πεθαίνοντας στα πενήντα τέσσερα.
Δέκα χρόνια νεότερη του Δημουλά η Κική Δημουλά, θα μπορούσε να ισχυριστεί
κανείς πώς άνθισε ποιητικά μετά το θάνατό του.
Ο Μπαλούρδος περιορίζεται σε
γυναικείες ποιητικές φωνές του παρελθόντος. Ωστόσο, μια ολοκληρωμένη απάντηση
στην τάχατες μονοκρατορία των ανδρών στην ελληνική ποίηση θα έπρεπε να
προχωρήσει στην πρώτη και δεύτερη μεταπολεμική γενιά, φθάνοντας μέχρι την έκρηξη
και διόγκωση του γυναικείου ποιητικού λόγου κατά τη δεκαετία του ’70. Όσο για
τις διακρίσεις, από τα νόμπελ μέχρι τα κρατικά βραβεία και τις λοιπές
βραβεύσεις ή ακόμη, την είσοδο στην Ακαδημία και άλλα πνευματικά ιδρύματα, τα
κριτήρια είναι πολλά και ποικίλα. Αναμφιβόλως, η λογοτεχνική αξία συνιστά μια
από τις παραμέτρους, κατά κανόνα όχι πρωταρχικής σημασίας.
Κατά τα άλλα, το βιβλιάριο του Μπαλούρδου
συμβάλλει σε μια καλύτερη γνωριμία με τη Ράλλη, όπως, μάλιστα, συμπληρώνεται με
εκτενή βιβλιογραφία. Λησμονημένη, σήμερα, η Ράλλη, μόλις που αναφέρεται σε
κάποιες ανθολογίες, γραμματολογίες και ιστορίες ελληνικής λογοτεχνίας, ενώ τα
τελευταία δημοσιεύματα για το έργο της, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, ανάγονται
στην εποχή του θανάτου της. Ο Μπαλούρδος δίνει λεπτομερές χρονολόγιο και
χωριστά παραθέτει τον ‘εργογραφικό κύκλο’ της Ράλλη, ξεκινώντας από την πρώτη
εμφάνισή της, το 1932, με την ποιητική συλλογή «Γυναικεία Λόγια», και
καταλήγοντας με την τελευταία συλλογή της, «Ξεναγήσεις», το 1974, η οποία
θεωρείται και ως η εντελέστερη. Στη συνέχεια παρουσιάζει την πεζογράφο, με
πρώτο πεζογραφικό βιβλίο, τη νουβέλα, «Μια γαλάζια γυναίκα», την οποία ακολούθησαν
συλλογές διηγημάτων, μυθιστορήματα και ταξιδιωτικά. Άλλωστε, στην πεζογράφο
Ράλλη απονεμήθηκε και το μοναδικό κρατικό βραβείο, με το οποίο τιμήθηκε η
συγγραφέας. Το 1965, το Α΄ Κρατικό Βραβείο διηγήματος για το βιβλίο της «Από το
ένα στο άλλο». Σε ένα εκτενέστερο κεφάλαιο, ο Μπαλούρδος συστήνει την ποιήτρια
Ράλλη και σε σύγκριση με τις άλλες γυναικείες φωνές του Μεσοπολέμου.
Εκτός του χώρου της λογοτεχνίας, ο
μελετητής καταγράφει τον οικογενειακό περίγυρο της συγγραφέως, της οποίας το
πατρικό όνομα ήταν Κωνσταντοπούλου. Τον δικηγόρο και πολιτευτή Περικλή Ράλλη
τον παντρεύτηκε το 1921, μόλις δεκαπενταετής, αν οι σωζόμενες χρονολογίες
ευσταθούν. Αρκάδες οι Κωνσταντόπουλοι και ο παππούς της συγγραφέως, ο Αντώνης
Κωνσταντόπουλος, υπήρξε χαράκτης και χρυσοχόος. Το ταλέντο του φαίνεται πως το
κληρονόμησε η εγγονή του, Βαρβάρα Κωνσταντοπούλου, αδελφή της συγγραφέως και
κόρη του μεγαλύτερου από τους τρείς γιους του, του Βασίλη.
Στο Ναύπλιο μετακόμισε το χρυσοχοείο
Κωνσταντοπούλου, όπου ο Βασίλης παντρεύτηκε την Ελένη Μαλανδρίνου, αδελφή του
καθηγητή της Παιδιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών Χρίστου Μαλανδρίνου
και απόκτησε μαζί της επτά παιδιά, πέντε κορίτσια και δύο αγόρια. Τέταρτο παιδί
και Τρίτη κόρη η Κατίνα Παξινού, έκτο παιδί και τέταρτη κόρη η Μαρία Ράλλη, ενώ
η Βαρβάρα ήταν το στερνοπαίδι. Προς συμπλήρωση του χρονολογίου, που συντάσσει ο
Μπαλούρδος, η Βαρβάρα πέθανε στο Λονδίνο το 1961, ενώ ο πατέρας τους αποδόμησε
το 1908 και ο θείος τους, ο καθηγητής Μαλανδρίνος, το 1928, σε ηλικία 66 ετών.
Στα τέλη του 19ου αιώνα, ο
ένας αδελφός Κωνσταντόπουλος αγόρασε τον πρώτο αλευρόμυλο του Πειραιά από τον
επιχειρηματία Πατσιάδη. Αργότερα, οι τρείς αδελφοί ένωσαν τις δυνάμεις τους και
εξελίχτηκαν σε αλευροβιομήχανους. Για όση αξία μπορεί να έχει, αναφέρουμε πως η
οικογένεια ανέδειξε άλλη μια συγγραφέα, πρώτη εξαδέλφη της Μαρίας, την Ιωάννα
Χρίστου Μαλανδρίνου, η οποία εξέδωσε στις δεκαετίες του ’30 και του ’40 πρόζες
και θεατρικά. Λυρικές οι πρόζες της επαινέθηκαν ιδιαίτερα από τον Τέλλο Άγρα,
καθώς και από άλλους, λιγότερο γνωστούς, κριτικούς εκείνων των χρόνων, η ίδια
όμως έμεινε στα παραλειπόμενα της ιστορίας.
Η ομιλία του Μπαλούρδου καταλήγει με τα
ποιήματα που έγραψε η Ράλλη συγκλονισμένη από το θάνατο του μοναχογιού της σε
ηλικία είκοσι ενός ετών. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1943, πέθανε ο γιός της και την
ίδια χρονιά εξέδωσε την ποιητική συλλογή «Λόγια σε νεκρό». Ένα μακρύ
μοιρολόγημα, με ποικιλία μετρική και χαλαρή φόρμα, στηριγμένο στο δημοτικό
τραγούδι. Η Ράλλη θα επανέλθει στο ίδιο θέμα, τριάντα χρόνια αργότερα, στην
τελευταία συλλογή της, αυτή τη φορά, με οικονομία και σαφήνεια λόγου. «Χωρίς
κραδασμούς, χωρίς ψυχικές αναταράξεις, αλλά με ένα βλέμμα νηφάλιο, στωικό,
γλυκιάς εγκαρτέρησης» όπως παρατηρεί ο μελετητής.
ΜΑΡΥ
ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ
ΑΠΡΟΣΔΙΟΡΙΣΤΑ
ΠΡΩΤΟΤΥΠΟ ΚΑΙ ΑΞΙΟΠΡΟΣΕΚΤΟ
ΕΡΓΟ
Του Βρασίδα Καραλή,
περιοδικό
Διαβάζω τεύχος 282/4-3-1992, σ. 65-68
ΓΙΩΡΓΟΥ Χ.
ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΥ: Προσεγγίσεις στον ερωτικό λόγο. Άσμα Ασμάτων, Τάκης Σινόπουλος.
Πρόλογος Μιχάλη Μερακλή. Αθήνα, Βιβλιογονία, 1991, σ.60 (Μελέτη)
Το μικρό βιβλίο του Γιώργου Μπαλούρδου δεν
πρέπει να περάσει απαρατήρητο και ασχολίαστο. Το περιεχόμενο, το ύφος και η
μέθοδός του παρουσιάζουν κάτι το απροσδιόριστα πρωτότυπο και αξιοπρόσεκτο, ενώ
παράλληλα θέτει προβλήματα που, ενώ τα συζητάμε από αιώνες, μετατοπίζουμε
διαρκώς τη λύση τους στο πιο απόμακρο μέλλον.
Ο κ. Μπαλούρδος από άποψη ψυχονοοτροπίας,
βρίσκεται μέσα στα όρια μιας φιλορθόδοξης προβληματικής. Διαβάζει δηλαδή τα
κείμενα που αναλύει μέσα από τα μάτια των εκκλησιαστικών πατέρων, ακόμα και
όταν αυτό δεν δηλώνεται. Αποδέχεται, επομένως, ως αξιωματικές αφετηρίες, κατά
πλάτος και κατ’ επιτομήν, τις αρχές προσέγγισης και ερμηνείας, όπως τις
βρίσκουμε στα πατερικά κείμενα. Κάτι τέτοιο είναι αναμφίβολα επίφοβο, εκτός
βέβαια του ότι έχει γίνει κάπως του συρμού τον τελευταίο καιρό.
Μέσα σ’ αυτή την παράδοση, λοιπόν,
εντάσσεται και το δοκίμιο του κ. Μπαλούρδου. Αν και εκφραστικά διαφέρει αρκετά
από αυτήν, αναδύεται μέσα από τον παράδεισο των σημασιών της. Παρατηρώ μόνο μια
σύγχυση αλληγορικής και κυριολεκτικής ερμηνείας που καταλήγει σε μια εξογκωμένη
λεκτική χλιδή. Ο «ερωτικός λόγος» του δικού του κειμένου, προϋποθέτει τη γλώσσα
χρησιμοποιούμενη ως ερωτικό αντικείμενο και παίγνιο: ως υποκατάστατο μιάς
ερωτικής εμπειρίας. Η απλότητα είναι ο πιο ελεύθερος, ο πιο πλήρης τρόπος
ύπαρξης,-και αυτό λείπει σε αρκετό βαθμό από το κείμενο του κ. Μπαλούρδου.
Πρίν απ’ όλα, το βιβλίο του είναι
εντυπωσιακό-αιφνιδιάζει με τις απροσδόκητες συσχετίσεις του, ξεγελάει την
προσδοκία του αναγνώστη να βρει τα πράγματα στο χώρο που τα έχει συνηθίσει,
προκαλεί με τη λογική του ασυνέπεια. Λόγος σπασμωδικός, παραμίλημα υπνοβάτη, ή
της δελφικής Σίβυλλας, κραυγές, ψίθυροι, ψελλίσματα ενός δράματος πού
προϋποτίθεται, σπασμοί μιας ερωτικής έξαρσης. Το θέμα του άλλωστε είναι ο
«ερωτικός λόγος», οτιδήποτε και αν δηλώνει αυτός ο ταλαιπωρημένος όρος.
Κατά δεύτερο λόγο, το βιβλίο του είναι
εντυπωσιακό-βασίζεται σε σχεδόν αντανακλαστικές αντιδράσεις, σε αναπάντεχους
συνειρμούς και σχέσεις συμβολικές, που μόνο μέσα από τη δεκτικότητα του
συγγραφέα πήραν μιαν ευλογοφανή συνέπεια, απέκτησαν μια κάποια νόμιμη
συγγένεια. Και όμως’ τι σχέση, τι συγγένεια, τι σύγκλιση μπορούν να
παρουσιάσουν δυο τόσο ανόμοια κείμενα, δύο ασυνάρμοστες ταξιθετήσεις του
κόσμου;
Πρώτα, το Άσμα Ασμάτων’ ένα έργο καθαρό
και απόλυτο, βασισμένο σε μια θεία φανέρωση πληρότητας μέσα σε μια πλάση
ευκοσμίας. Κι απέναντί του το Άσμα της Ιωάννας και του Κωνσταντίνου του Τάκη
Σινόπουλου’ γεμάτο σκοτάδι και αποσπασματικότητα, προελληνική δεισιδαιμονία και
αντι-χριστιανική δυαρχία, το συντρίμμι μιας ακοινώνητης επαφής, το παραλήρημα
μιας παρά φύσιν διχοτομίας της σάρκας και της ψυχής.
Λειτουργεί, επομένως, ο ερωτικός λόγος
σαν ερωτικό κάλεσμα, όπως λέει ο συγγραφέας; Ή, άραγε, σαν υπόμνηση της
ανεκπλήρωτης επαφής; Έχει άραγε η ευθύτητα του Άσματος οποιαδήποτε συνάφεια με
τις ψυχολογικές απουσίες του Σινόπουλου; Τι κοινό έχουν, εν τέλει, η
μυστικότητα του ζόφου και η μορφοφάνεια του φωτός; Ερωτήσεις που κορυφώνονται
στο θεμελιακό συνολικό ερώτημα; Μιλάν οι ζωντανοί και οι νεκροί την ίδια
γλώσσα; Ή μήπως ο Ορφέας και η Άλκηστις, ο Λάζαρος και ο Χριστός, «σημαίνουν»
κάποιους απόκοσμους φθόγγους, που δεν μας επιτρέπεται να συλλαβίσουμε;
Ο ερωτικός λόγος έχει να κάμει πρώτα με τη
γλώσσα κι ύστερα με την ερωτική κίνηση του αγαθού. Έχει να κάμει με σχήματα
υλικά και με αινίγματα δογματικά. Αν ο Σινόπουλος κατανοεί τη γλώσσα της
Βίβλου, έχει καλώς’ ειδάλλως ο κ. Μπαλούρδος ξέρει να ρίχνει τα δίχτυα του
ύφους του σε πολύ βαθιά νερά, όπου αναμφίβολα σαγηνεύει τους λίγους δήλιους
κολυμβητές που μας απομένουν. Γιατί, σε αυτό το επίπεδο τελικώς, ο μελετητής
συναρθρώνει τη συνάφεια των οραμάτων’ στο δίχτυ του δικού του ύφους, όπου συνυφαίνει
την πολυχρωμία της γλώσσας με τη φοβερή κατοχή των κειμένων. Ο κ. Μπαλούρδος
έχει πρώτα ύφος και μετά ιδέες. Και θα προσθέσω, κάπως παραδοξολογώντας: ξέρει
να συσκοτίζει τα κείμενα, ενώ άλλοι ιδρώνουν να τα διαφωτίσουν. Και επιπλέον
γνωρίζει να τα περιβάλλει με τέτοιες αναφορές, ώστε το αγύμναστο μάτι
ζαλίζεται, αδυνατεί να τα ατενίσει στο χώρο που τα εκσφενδονίζει ο μελετητής. Ο
κ. Μπαλούρδος με δεξιότητα κάνει τη μυστική θεωρία, απομυστικοποιούσα
λογοτεχνία. Και πραγματικά δεν ξέρω, που μπορεί να οδηγήσει αυτό.
Μολοντούτο, όμως, ο αναγνώστης έχει ακόμα
τη γεύση του ανολοκλήρωτου. Ο Σινόπουλος, παρά τους μεμονωμένους καλούς στίχους
του, ή μήπως κι ίσως εξαιτίας αυτών, είναι μια αισθητική παρεκτροπή. Η ποίησή
του είναι γεμάτη αφηρημένο διανοητισμό και εκλογίκευση, βασίζεται σε μιαν
υπερτροφική σημασιοδότηση εις βάρος της μυθοποιίας. Ο Σινόπουλος, όπως άλλωστε
και ο Καρούζος, ο Κακναβάτος, ο Πατρίκιος, πίστεψαν υπερβολικά στο ρητό πως η
ποίηση γίνεται με λέξεις. Η ποίηση όμως, και ειδικά για το ύφος του ελληνικού
λόγου, γίνεται και θα γίνεται πάντα με μύθους. Ο ποιητής είναι μυθοποιός, ή
συμβολοευρέτης, ή στην πιο ευτυχισμένη περίπτωση, παραμυθάς. Πέρα από αυτά,
είναι η ρήτορας, ή δικηγόρος, ή πολιτικός. Ή γράφει με τη βιασύνη ενός γιατρού,
που έχοντας να δει πολλούς αρρώστους, κόβει τις λέξεις, συντομεύει τις φράσεις,
γράφει δυσνόητες συνταγές με φάρμακα που μόνο ένας μπορεί να διαβάσει: αυτός
που έχει συνηθίσει στο θάνατο. Γιατί η γλώσσα πρώτα πεθαίνει από τη σύγχυση και
τη διάσπαση των μορφών και από τη φοβερότερη ενδημική αρρώστια των ποιητών
μας-την ακυριολεξία. Όσο τώρα για τον άλλο θάνατο, ήρθε και αυτός να μας
ανταμείψει για την ηθελημένη διακοπή της επαφής των μορφών. Να μας ανταμείψει
και να μας λυτρώσει.
Η ποίηση του Σινόπουλου βασίζεται στο
θάνατο των λέξεων και στο θάνατο των πραγμάτων’ στη διάσπαση της αρτιμέλειάς
τους από τις καταιγίδες του υποσυνειδήτου, στην άλογή τους μεταστοιχείωση, όπου
τίποτα δεν δηλώνεται, δηλώνεται επομένως το τίποτα, χωρίς η απελευθερωτική
επιφάνεια του λόγου να τα υλοποιεί μέσα στο χρόνο. Είμαι το «πρόσωπο-αίνιγμαα»,
ο «περίπου υπάρχων», το «κακομούτσουνο όνειρο», το «αμφισβητούμενο γεγονός»,
ψελλίζει ο Κωνσταντίνος. Ποια είναι τελικώς η οντολογική του μαρτυρία, δεν
καταλαβαίνουμε. Το μη ον του όντος αγνωσία. Από αυτήν την αγνωσία υποφέρει ο
Σινόπουλος και ο ερωτικός του λόγος. Και αυτή ακριβώς του στερεί την οντολογική
του ολοκλήρωση, την ένωση των αντιθέτων μέσα από την ερωτική έφεση της ψυχής.
Δεν είναι βέβαια άσχετο γεγονός το ότι η λέξη που λείπει απ’ όλο το έργο είναι
η αγάπη. Αν οι Έλληνες έμαθαν κάτι από το χριστιανισμό, αυτό είναι η αγαπητική
προαίρεση της ψυχής. Γιατί μέσω αυτής, μετέπλασαν τον έρωτα από κοσμογονική
δύναμη σε αγάπη εξανθρωπίζουσα. Λίγοι όμως το ένιωσαν αυτό και λιγότεροι το
καθήλωσαν στο σταυρό του λόγου: οι τρείς ιεράρχες, ο Μάξιμος ο Ομολογητής, ο
Συμεών ο νέος Θεολόγος και μετά ο Γρηγόριος Παλαμάς και ξανά ο Σικελιανός και ο
Ελύτης. Και ο Καζαντζάκης μόνο στο πρώιμο Συμπόσιο το ένιωσε, αλλά βιάστηκε
κυνηγημένος να φύγει. Έκτοτε, ο «ερωτικός λόγος» και η «αγάπη» είναι η
υπενθύμιση της απουσίας του.
Για το λόγο αυτό, το βιβλίο του κ.
Μπαλούρδου είναι, εξαιτίας του αντικειμένου, άνισο. Χαρακτηρίζεται από μια
ποιητική σύγχυση και από μια σύγχυση που καταλήγει στην ποίηση. Ο ίδιος δεν
έχει τόσο συλλάβει το θέμα του από το στίχο του Άσματος «ότι κραταιά ως θάνατος
αγάπη», όσο από το συμπλήρωμά του «σκληρός ως άδης ζήλος». Γιατί αυτός ο στίχος
συνδέει τα δυο έργα μέσα από τη σκληρότητα του πόθου προς την απροσωπία του
θανάτου. Όμως, ο μελετητής ήθελε ν’ αφήσει το ερώτημα αναπάντητο. Έτσι η τελική
πρόταση της μελέτης του είναι μια καινούργια ερώτηση: «Ο Ερωτικός Λόγος ανήκει
στο έργο, ή στον ήρωα, στην πράξη ή την απόφαση;» πράγμα που επαναπροσδιορίζει
τις ιδιορρυθμίες μέσα στο κείμενό του. Γιατί υπό το φώς αυτής της ερώτησης ο
δικός του λόγος μεταμορφώνεται στη διαλεκτική ανάβαση μιας έξαρσης από τη
γλώσσα στο Λόγο, στον κοινό δηλαδή παρονομαστή των φαινομένων, στην κοινή ουσία
της ανθρώπινης και θεϊκής πνευματικότητας.
Ερωτογράφος ο ίδιος, κατά την κλασική
έννοια, δεν ξέρω αν συγγενεύει με το
Γιώργο Σαραντάρη, όπως λέει στον ευγενικό πρόλογό του ο Μ. Μερακλής,
επιστρατεύει πάντως αποχρώσεις εννοιών για να προσεγγίσει την αλήθεια των πραγμάτων.
Έτσι, ανθολογώντας διαφορετικές παραδόσεις και σημασίες συνθέτει ένα πολύ
γόνιμο αμάλγαμα ερμηνειών και παρερμηνειών που μας θέτουν επιτακτικότερα μερικά
από τα πιο φλέγοντα αιτήματα της σύγχρονης ψυχής. Ο κ. Μπαλούρδος
απελευθερωμένος από κάθε είδους επιστημονικοφάνεια και διανοητική υποκρισία,
δίνει φωνή σύγχρονη και μορφή επίκαιρη σε δύο ετερότυπες κατανοήσεις του
κόσμου, μεταβαίνοντας από τη διάλυση της ανθρώπινης μορφής στην ιστορία προς
την ακεραιότητά της στη μετα-ιστορική πραγματικότητα. Έχει αντιστρέψει τη σειρά
για να τονίσει την πτώση, ή τη μεταπτώση, και για να ελπίσει συνακόλουθα, την
ανάσταση. Και ο δικός του ερωτικός φθόγγος γίνεται μια δέηση, γεμάτη γόνιμη
αποσπασματικότητα, όμοια με εκείνη που πρέπει να ανέπεμψε ο άνθρωπος όταν
βάδισε για πρώτη φορά όρθιος και κοίταξε κατάματα τον διπλανό του.
ΒΡΑΣΙΔΑΣ ΚΑΡΑΛΗΣ
ΑΣ ΜΙΛΗΣΟΥΜΕ ΓΙΑ ΠΟΙΗΣΗ.
ΑΝΑΦΟΡΑ ΣΤΙΣ ΠΡΟΣΦΑΤΕΣ ΣΥΛΛΟΓΕΣ
ΠΕΙΡΑΙΩΤΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ- ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ
Του Κώστα Θεοφάνους,
Εφημερίδα Η Φωνή του Πειραιώς, Πέμπτη,
13 Φεβρουαρίου 2003, σ. 4
Κυκλοφόρησε την ποιητική συλλογή του με τον τίτλο «Ολίγη Λιβάς» (1998).
Ο ποιητής, σε κάποια σημεία, δίνει το
στίγμα της αισθαντικότητάς του με τους ακόλουθους στίχους: «Σκόρπια φύλλα/ γιομάτα ποιήματα στο
ερμάρι… Η εξορία στον ποιητή ταιριάζει…. Οι μαγικές λέξεις της ποίησης».
Με το δεδομένο τούτο, επιδίνεται σε μια εξονυχιστική ανίχνευση του
εσωτερικού και του εξωτερικού κόσμου του. Είναι μια εναγώνια ανίχνευση, μέσα σε μια ατμόσφαιρα συνθεμένη από
αντιθέσεις, από αντιφάσεις και από δυσεπίλυτα ερωτηματικά. Προσπαθεί να
προσδιορίσει την οντολογική του ταυτότητα και, κατά την προσπάθειά του αυτή,
προβαίνει σε διαπιστώσεις τις οποίες μορφοποιεί
σε στίχους, άλλοτε επιγραμματικούς και άλλοτε αμφίδρομους, άλλοτε
εύχυμους και άλλοτε πικρούς. Το θετικό, πάντως είναι ότι η εκφραστική του είναι
πηγαία, με έκδηλη αυθορμησία και
ανυπόκριτη εξομολογητική τάση.
Εμφανή παρουσίαση στη συλλογή κατέχουν δύο καταλυτικά συναισθήματα: ο
έρωτας και ο θάνατος. Συναισθήματα συνήθη, άλλωστε, στην καλλιτεχνική
δημιουργία. Όμως στην περίπτωση τούτη, το καθένα απ’ αυτά αποκτά μια
μορφολογική ιδιαιτερότητα. Ο έρωτας περιβάλλεται από μια αχνή ενδυμασία
αισθησιασμού, που αγγίζει τα όρια της ηδυπάθειας. Ενώ ο θάνατος διαπερνά
φευγαλέος, χωρίς ωστόσο, να φτάνει στον μηδενισμό: «Η σκόνη του θανάτου…
Συλλογάται το θάνατο… Η ηδονή της μοναξιάς… Οι εξάρσεις των ηδονών… Οι γρίλιες
της σάρκας/ που σημαδεύουν τις αισθήσεις…. Ω λαγνοκέντητες λέξεις/ που
συνέχεται τις αμυδρές σκιές των ηδονών… Τα τρεμάμενα από ηδονή σώματα….
Λιγώθηκα από ηδονή… Πάνω στην άμμο των αισθήσεων… Με το σώμα της ηδονής… Τα
σοκάκια του θανάτου… Οσμή θανάτου… Ο θάνατος ανατέλλει… Αφουγκράσθηκα το
θάνατο. Το ξέχειλο από ηδονή σώμα». Ίσως αυτή η συγγένεια να συνάπτεται,
συμβολικά, με το γνωστό του τρίπτυχο: «Έρως- Έρις- Θάνατος».
Ο ποιητής ωστόσο εμπνέεται
συνάμα από τα όσα διαδραματίζονται στον περιβάλλοντα χώρο μας. Τα οποία
επενδύει με στίχους επιγραμματικούς ενίοτε και με εικονοπλασίες ευρηματικές.
Καθιστώντας έτσι τον ποιητικό λόγο έμφορτον από συμβολισμούς και από αμοιβαίες
αλληλουχίες. Μια διακριτική φιλοσοφική διάθεση, με αισιόδοξη τονικότητα,
ενδυναμώνει τα μηνύματα που εκπέμπει: «Η ευτυχία μέσα από τεθλασμένες/
ανηφορίζει προς το άγνωστο… Η έκφραση είναι ο θεός… Μόνος ειμί, Κύριε, μέσα στα
συντρίμμια/ ενός κόσμου χωρίς τύψεις… Ο θεός είναι κρυμμένος στο φώς… Μου
λείπουν τα χρώματα του ονείρου… Να δακρύσει ένα χελιδόνι… Ένα βόλι είναι ο
άνθρωπος/ από πηλό και μπαρούτι… Πολύ φοβάμαι για τον Άνθρωπο… Η Ψυχή μας
γέμισε αγχόνες… Ιδεολογίες ματωμένες… Η ζωή μας, μια ακροβασία στο κενό».
Κάπου-κάπου, παρατηρούνται εκρήξεις ανατρεπτικές. Μια πνοή επανάστασης
εκλύεται από τους στίχους. Μια πνοή που τροφοδοτεί την ελπίδα για μελλοντικές
κοινωνίες που θα βιώνουν την ελευθερία, τη δικαιοσύνη και την ανθρωπιά: «Όλοι
μαζί να γυρίσουμε τη σελίδα/ για μια νέα πιο ένδοξη/ Ανάσταση… Εμείς της γης οι
κολασμένοι/ θα ‘ρθει η στιγμή να πάρουμε εκδίκηση… Η ελευθερία ξεσχισμένη/ από
νύχια βανδάλων».
Ο Γιώργος Μπαλούρδος πραγματώνει μια ποίηση ανθρωποκεντρική. Μια ποίηση
που δεν ενδίδει σε εντυπωσιασμούς, αλλά εμφορείται από διάθεση στοχαστική και
από πνεύμα ερευνητικό. Που μεταγγίζει την αίσθηση των στοιχείων του πραγματικού
και συνάμα ονειρικού.
ΚΩΣΤΑΣ
ΘΕΟΦΑΝΟΥΣ
Η ΠΟΛΗ ΘΑ
ΣΕ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ
Της Αγγελικής Φωτοπούλου,
Εφημερίδα Η Κυριακάτικη Αυγή 15
Οκτωβρίου 2006, σ. 35
ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΠΑΛΟΥΡΔΟΣ: Πειραϊκό Πανόραμα,
εκδόσεις Τσαμαντάκη, Πειραιάς 2006, σελ. 350
Το Πειραϊκό Πανόραμα καταγράφει την πολιτιστική και καλλιτεχνική
παρουσία στον Πειραιά από το 1787 μέχρι το 2005. Αποτελεί δηλαδή ένα
«Πνευματικό και καλλιτεχνικό χρονολόγιο του Πειραϊκού χώρου», όπως είναι και ο
υπότιτλός του.
Επειδή οι εκδόσεις που αφορούν την
πνευματική και καλλιτεχνική παραγωγή κάποιων τόπων συχνά διαπνέονται από ένα
αυτάρεσκο τοπικιστικό πνεύμα (κοίτα ποιοι είμαστε μεις!) το οποίο πόρρω απέχει
από την εμπεριστατωμένη ερευνητική εργασία, ομολογώ ότι προσέγγισα το βιβλίο με
την περιέργεια βεβαίως της Πειραιώτισσας αλλά και με κάποια καχυποψία. Οι φόβοι
μου όμως γρήγορα διαψεύστηκαν, γιατί ο συγγραφέας, έχοντας συγκεντρώσει ένα
τεράστιο, πολύμορφο και πολυποίκιλο υλικό, το τιθασεύει και το οργανώνει με
τρόπο που και τις σύγχρονες απαιτήσεις περί ερευνητικής διαδικασίας να πληροί
αλλά και η ιδιομορφία, «ιδιοπροσωπεία» όπως την αποκαλεί στον πρόλογο ο Μ. Μερακλής,
του Πειραιά να αφήνει να διαγραφεί. Ο Πειραιάς, πόλη με θάλασσα, λιμάνι (σε
ακμή και παρακμή) εδώ και 2 χιλιετίες, με σύγχρονη ιστορία τουλάχιστον
διακοσίων χρόνων, χωνευτήρι πληθυσμών και… δίπλα στην Αθήνα. Αυτά τα στοιχεία,
έτσι σύντομα αραδιασμένα, νομίζω ότι χαρακτηρίζουν τον βίο και την πολιτεία του
«πρώτου λιμανιού της χώρας» και κατά συνέπεια χαρακτηρίζουν και την πνευματική
και καλλιτεχνική πορεία του.
Καταρχήν, ο Πειραιάς, πόλη με την δική της σίγουρα μυθολογική διάσταση,
δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει «μια συμπαγή, πνευματική παρουσία, η οποία θα την
αντιπροσώπευε στον εκτός Πειραιά πνευματικό χώρο», όπως χαρακτηριστικά λέει ο
συγγραφέας. Δεν κατόρθωσε να δημιουργήσει «Σχολή». Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι
τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της πόλης αυτής δεν επέδρασαν, έστω εν μέρει, σε
ανθρώπους που γεννήθηκαν, έζησαν και δημιούργησαν όλη τους την ζωή στον Πειραιά
ή σε ανθρώπους που απλώς πέρασαν και έζησαν ένα μέρος της ζωής τους στην πόλη.
Το σύνολο των ανθρώπων αυτών, και από τις δύο κατηγορίες, είναι ιδιαίτερα
σημαντικό, όπως φαίνεται και από το βιβλίο.
Η παρουσίαση του τεράστιου και ετερόκλιτου αυτού υλικού οργανώνεται κατά
δύο τρόπους. Ο πρώτος είναι ο αυστηρά χρονολογικός, όπου η ταξινόμηση γίνεται
βάσει τους έτους γεννήσεως των προσώπων (και αφορά τη χρονική περίοδο από το
1784 έως το 2005). Ο δεύτερος τρόπος είναι κατά θεματικές κατηγορίες, δηλαδή
παραθέτονται 17 θεματικές ομάδες (ζωγράφοι, γλύπτες, χαράκτες, ηθοποιοί…).
Ιδιαίτερη μνεία πρέπει να κάνουμε στη γυναικεία λογοτεχνική παρουσία, θέμα
αγαπημένο του συγγραφέα μια και ετοιμάζει κατάλογο για τις ελληνίδες ποιήτριες
αλλά και θέμα το οποίο σπανίως λαμβάνεται υπόψιν σε τέτοιες καταγραφές. Το
πρώτο μεθοδολογικό ερώτημα που ανακύπτει είναι το ποιος μπορεί τελικά να
χαρακτηριστεί Πειραιώτης, σε μια πόλη που, όπως είπαμε, πάντα ήταν πέρασμα ή
και τελική εγκατάσταση διαφόρων πληθυσμών που έρχονταν είτε από τα νησιά, είτε
από την Μ. Ασία (μετά την καταστροφή), είτε από οποιοδήποτε άλλο χώρο της
Ελληνικής επικράτειας (πχ. Μάνη). Μήπως Πειραιώτης θεωρείται αυτός που
γεννήθηκε και πέθανε στον Πειραιά και είναι στο δημοτολόγιο του δήμου; ή/ μήπως
και αυτός που ήρθε απ’ αλλού αλλά έζησε
και δημιούργησε στην πόλη; Ο συγγραφέας επέλεξε, ορθώς κατά την γνώμη μου, να
εντάξει στο βιβλίο του και τις δύο κατηγορίες. Και το αποτέλεσμα ομολογουμένως
είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον, όχι μόνο τόσο για τις μεγάλες μορφές όπως η
Παξινού, ο Τσαρούχης, ο Καββαδίας, αλλά κυρίως για εκείνους τους δημιουργούς
μικρότερης εμβέλειας αλλά όχι ελάσσονες ως προς την δημιουργική αξία, των
οποίων τα έργα εμφανίστηκαν (κυρίως ως προς την λογοτεχνία) μέσα από τα
πολυάριθμα έντυπα του Πειραιά, των οποίων περιοδικών η καταγραφή και εν μέρει
αποδελτίωση είναι ιδιαίτερα σημαντική και για μεταγενέστερους ερευνητές. Το
όλον συμπληρώνεται από έναν ιδιαίτερα καλλιεπή, ποιητικό λόγο και μια άρτια
αισθητική εμφάνιση. Δεν ξέρω αν συνέβη και με μένα αυτό που λέει σ’ ένα κείμενο
που παρατίθεται στο βιβλίο η Κατίνα Παξινού «εμείς οι Πειραιώτες όσο και ν’
αλλάξουμε τόπο και κατοικία… έχουμε πάντα ένα επίπονο τοπικιστικό αίσθημα»,
αλλά ο συγγραφέας του Πειραϊκού Πανοράματος ακόμη κι αν διαπνέεται από την
αγάπη για την γενέθλιο πόλη, δεν αφήνει αυτό το συναίσθημα να συσκοτίσει την
ποιότητα της εργασίας του-ίσα ίσα που την ενδυναμώνει.
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΦΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
Μαρία Περικλή Ράλλη
Της Χαρίκλειας Δημακοπούλου
Εφ. Εστία 2/6/2007
Γιώργος Μπαλούρδος, Μαρία Περικλή Ράλλη (ιδιωτική έκδοση. Πειραιάς 2006,
σελ.58).
Πρόκειται για έκδοση διαλέξεως που
εδόθη τον Μάϊο του παρελθόντος έτους στον Πειραϊκό Σύνδεσμο. Η Μαρία Περικλή
Ράλλη είναι από τις λογοτεχνικές μορφές του Μεσοπολέμου που δεν είναι ευρύτερα
γνωστή. Και όμως είναι η μικρότερη αδελφή της Κατίνας Παξινού, ικανή πεζογράφος
και ποιήτρια και ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία στην αθηναϊκή κοινωνία του
Μεσοπολέμου. Η βιογραφική προσέγγιση παρέχει στον συγγραφέα την ευκαιρία να μας
παρουσιάσει αυτήν την μορφή και το έργο της και να δώση το έναυσμα για
πλουσιώτερη έρευνα για την επανεκτίμηση της προσφοράς της Μαρίας Ράλλη. Σύζυγος
υπουργού και στενού συνεργάτου του Παναγή Τσαλδάρη, η Μαρία Ράλλη το γένος
Κωνσταντοπούλου, είχε δραματική προσωπική ζωή από την Κατοχή και έπειτα, καθώς
έχασε διαδοχικώς τον μοναχογιό της Δωρή, που αυτοκτόνησε το 1943, τον σύζυγό
της Περικλή Ράλλη το 1945, και τέλος τα αδέλφια της Αθηνά Δηλαβέρη, Κατίνα
Παξινού και Λευτέρη Κωνσταντόπουλο, πρίν αποβιώση και η ίδια τον Ιανουάριο του
1975. Το πλούσιο και σημαντικό λογοτεχνικό έργο της Μαρίας Ράλλη καλύπτει τους
τομείς της ποιήσεως, του διηγήματος, της νουβέλλας και των ταξιδιωτικών αφηγήσεων.
Αξίζει ίσως κάποτε να επανεκδοθούν τα βιβλία της και να προστεθή και αυτή στη
χορεία των γυναικείων φωνών της
Νεοελληνικής Λογοτεχνίας»
ΧΑΡΙΚΛΕΙΑ ΔΗΜΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Σαν Υστερόγραφο
Στο καλοκαιρινό αυτό σημείωμα
αποφάσισα να κάνω μία μικρή εξαίρεση. Να μην γράψω ή δημοσιεύσω για έλληνα ή
ξένο ποιητή, συγγραφέα, να αποδελτιώσω τα τεύχη ενός περιοδικού, αλλά να δώσω
ορισμένες βιβλιογραφικές πληροφορίες για τον εργογραφικό μου κύκλο.
Βιβλιοκριτικές ή βιβλιοπαρουσιάσεις, ρεπορτάζ από παρουσιάσεις, για βιβλία που
κυκλοφόρησα, συμμετείχα ή επιμελήθηκα. Συνολικά μέχρι σήμερα 10 τίτλοι. Ίσως
κάποιους στο μέλλον να ενδιαφέρουν αυτές οι πληροφορίες. Σαν μία μικρή
συνεισφορά ενός παλαιού πειραιώτη που έζησε πράγματα και καταστάσεις, αλλαγές
και πειραϊκές πνευματικές εξελίξεις, άτομα και καλλιτεχνικά συμβάντα. Μιάς άλλης
εποχής με πιο ασκίαστο ανθρώπινο πρόσωπο. Μια Πόλη που, τόσο με το φώς της
ημέρας όσο και με το λίχνο των άστρων, ήταν για τα «γραπτά και για το σώμα».
Όταν όλα στροβιλίζονταν στους αστερισμούς της φαντασίας και του ονείρου. Ίσως και
της ψευδαίσθησης. Και η Πόλη ήταν ένας φεγγίτης στο χρόνο. Μια Πόλη πολυλογού
όπως και οι δημότες της. Αυτά συλλογιζόμενος κατηφόρισα τα σκαλιά της προσωπικής
συγγραφικής μου περιπέτειας. Ελπίζω να μην προσμετρηθεί αρνητικά. Ορθά αποφασίζοντας,
μετέφερα και τις θετικές και τις αρνητικές κρίσεις. Δεν αντέγραψα μνημονεύσεις του
ονόματός μου σε βιβλία, (χαιρετισμούς, αφιερώσεις, θετικές επισημάνσεις), παραπομπές
σε κείμενά μου. Σε παρουσιάσεις αφιερωμάτων λογοτεχνικών περιοδικών που
συμμετείχα, όπως είναι πχ. τα εύχυμα κριτικά σημειώματα για τα περιοδικά της
Μάρυ Θεοδοσοπούλου στην εφημερίδα «Εποχή» και άλλων, σε άλλα έντυπα. Ούτε τους δύο
προλόγους του καθηγητή Μιχάλη Μερακλή και τον ένα του καθηγητή Νάσου Βαγενά που
με τίμησαν με την εμπιστοσύνη και την φιλία τους. Τους ευχαριστώ για αυτό όπως και
όσους και όσες έγραψαν και δημοσίευσαν για μένα μέχρι σήμερα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 12 Ιουλίου 2022.
Καθώς οι πρόσκαιρες νεφώσεις απλώνονται
στο Σώμα της Πόλης, των Πολιτών και των κάθε είδους πνευματικών καταθέσεών τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου