Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

Ο ΜΠΟΡΧΕΣ ΚΙ ΕΓΩ

 

 

         Τ Ρ Ι Α  Κ Ε Ι Μ Ε Ν Α

του ΧΟΡΧΕ  ΛΟΥΪΣ  ΜΠΟΡΧΕΣ

Μετάφραση: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΛΟΚΥΡΗΣ

 

Ο  ΜΠΟΡΧΕΣ  ΚΙ  ΕΓΩ

     Ο,ΤΙ ΓΙΝΕΤΑΙ, γίνεται στον άλλο, στον Μπόρχες. Περιπλανιέμαι στο Μπουένος Άιρες, και σταματώ, μηχανικά ίσως πιά, να κοιτάξω την κάμαρα μιάς εισόδου και την καγκελόπορτα. Νέα του Μπόρχες μου ‘ρχονται με το ταχυδρομείο, και βλέπω τ’ όνομά του σε μιά επιτροπή καθηγητών ή σ’ ένα βιογραφικό λεξικό. Μ’ αρέσουν οι κλεψύδρες, οι χάρτες, η τυπογραφία του δέκατου όγδοου αιώνα, οι ετυμολογίες, η γεύση του καφέ και η πεζογραφία του Στήβενσον. Ο άλλος μοιράζεται μαζί μου αυτές τις προτιμήσεις αλλά, μεταμορφώνοντάς τις με αυταρέσκεια σε θεατρινισμούς. Θα’ τανε υπερβολικό να πω πώς οι σχέσεις μας είναι εχθρικές’ ζω, αφήνω δηλαδή τον εαυτό μου να ζει, για να μπορεί ο Μπόρχες να φτιάχνει τη λογοτεχνία του, και η λογοτεχνία αυτή είναι πού δικαιώνει την ύπαρξή μου. Δε με πειράζει να εξομολογηθώ πώς έχει γράψει μερικές αξιόλογες σελίδες, αλλά αυτές οι σελίδες δεν είναι δυνατό να με σώσουν, ίσως γιατί οι αρετές τους, δεν ανήκουν πιά σε κανέναν, ούτε κάν σ’ εκείνον, αλλά μάλλον στη γλώσσα ή στην παράδοση. Κατά τα άλλα, η μοίρα μου είναι να χαθώ για πάντα, και μόνο λίγες στιγμές μου θα μπορέσουν να επιβιώσουν στον άλλο. Λίγο-λίγο του τα παραχωρώ όλα, μ’ όλο που λαβαίνω υπόψη μου τη διεστραμμένη του συνήθεια να παραποιεί και να υπερβάλει. Ο Σπινόζα αντιλήφθηκε πώς το καθετί πασχίζει να διατηρεί την υπόστασή του’ η πέτρα θέλει να είναι αιωνίως πέτρα, η τίγρη να ‘ναι τίγρη. Εγώ, θα παραμείνω στον Μπόρχες, όχι στον εαυτό μου (αν υποτίθεται πώς είμαι κάποιος), αν και αναγνωρίζω τον εαυτό μου πολύ λιγότερο στα δικά του τα βιβλία απ’ όσο στα βιβλία πολλών άλλων ή στους περίτεχνους αυτοσχεδιασμούς κάποιας κιθάρας. Μερικά χρόνια πρίν προσπάθησα να απελευθερωθώ από αυτόν και πέρασα από τη μυθολογία των προαστίων σε παιγνίδια με το χρόνο και το άπειρο’ αυτά τα παιγνίδια όμως, ανήκουν τώρα πιά στον Μπόρχες, πράγμα που σημαίνει πώς πρέπει να επινοήσω άλλα. Έτσι η ζωή μου είναι μιά φυγή, κι όλα τα χάνω, κι όλα ανήκουνε στη λησμονιά, ή σ’ αυτόν.

    Δεν ξέρω ποιός από τους δυό μας γράφει τούτη τη σελίδα. σ.67-68.

              E V E R N E S S

ΜΟΝΑΧΑ ένα πράγμα δεν υπάρχει: η λησμονιά.

Ο Θεός που περισώζει το μέταλλο, σώζει και τη σκουριά

κι εναποθέτει στην προφητική του μνήμη

τα περασμένα μαζί και τα μελλούμενα φεγγάρια.

 

Τα πάντα έχουν κιόλας γίνει. Οι μυριάδες αντανακλάσεις

πού σκόρπισε ανάμεσα στη χαραυγή και στο σούρουπο

το πρόσωπό σου πάνω στους καθρέφτες

καθώς κι αυτές που ακόμα μέλλεται ν’ αφήσει.

 

Κι όλα αυτά είναι μέρος του πολύμορφου κρύσταλλου

τούτης της μνήμης-του σύμπαντος’

δεν έχουν τέλος οι πολυδαίδαλοι διάδρομοι

 

κι οι πόρτες κλείνουν μόλις τις περάσεις’

μονάχα από την άλλη μεριά του δειλινού

θ’ αντικρίσεις τα Αρχέτυπα και τις Λάμψεις., σ.63

              S P I N O Z A- Σ Π Ι Ν Ο Ζ Α

ΤΟΥ εβραίου δουλεύουν τα διάφανα δάχτυλα

καθώς ο φόβος κι η παγωνιά ανατέλλουν απ’ τα σκοτάδια

στου δειλινού το μισόφωτο να λειάνουν τα κρύσταλλα.

(Τα βράδια πάντα μοιάζουν μ’ άλλα βράδια).

 

Τα χέρια και οι κήποι των υακίνθων

πού από τις παρυφές του γκέτο σκοτεινιάζουν

γι’ αυτόν τον ήσυχο άνθρωπο αρχίζουν και βουλιάζουν

και χάνονται σε οράματα φωτεινών λαβυρίνθων.

 

Δεν τον ταράζει η δόξα, μάταιος καθρέφτης

ονείρων πού αντανακλούν ένα όνειρο άλλο,

ούτε των κοριτσιών το φλογισμένο πάθος.

 

Λυτρωμένος απ’ τα σχήματα και των μύθων τα κάστρα

παλεύει μ’ ένα κρύσταλλο ανίκητο: τον αχανή

Χάρτη Εκείνου που περιέχεται σ’ όλα Του τ’ άστρα., σ.65

--

ΚΑΙ

       Ο  Λ Ο Γ Ο Σ  Τ Ο Υ  Μ Π Ο Ρ Χ Ε Σ

Αγαπητοί μου συνάδελφοι του Πανεπιστημίου Κρήτης

Αγαπητοί μου φοιτητές

Κυρίες και κύριοι

      ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ πού  δεν ξέρω ελληνικά και είμαι αναγκασμένος να σας ευχαριστήσω στα αγγλικά.

     Ως ποιητής δεν μπορώ παρά να χρησιμοποιήσω μεταφορές, και στη σημερινή περίπτωση θα χρησιμοποιήσω δύο. Η πρώτη είναι εκείνη της επιστροφής στην πατρίδα, της επιστροφής του Οδυσσέα. Ο Οδυσσέας έκανε δέκα χρόνια για να γυρίσει στην Ιθάκη. Εγώ θα έλεγα ότι επιστρέφω στην Κρήτη, επιστρέφω στην Ελλάδα, είκοσι πέντε αιώνες έπειτα από τότε που όλα άρχισαν εδώ’ εδώ όπου ανέβλυσαν ο στοχασμός, η διαλεκτική, η ποίηση, η φιλοσοφία, όλα. Και γυρίζω έπειτα από τόσους αιώνες για να σας ευχαριστήσω όλους.

    Αυτή είναι η πρώτη μεταφορά. Αλλά υπάρχει και μία άλλη, ακόμα πιό παράξενη, και δεν μένει παρά να διαλέξετε μιάν από τις δυό. Η δεύτερη μεταφορά είναι η αίσθηση ότι ήμουν πάντα εδώ. Θυμάμαι που ρωτούσα τον πατέρα μου τι σημαίνουν οι λέξεις Μεγάλη Ελλάδα. Κι αυτός μου έλεγε πώς σημαίνουν τη Νότια Ιταλία και τη Σικελία, κι έπειτα μονολογώντας συνέχιζε: «Ίσως Μεγάλη Ελλάδα να είναι ο κόσμος ολόκληρος».

     Τα πρώτα μου διαβάσματα ήταν, θυμάμαι, τα παραμύθια των αδελφών Γκρίμ, οι Χίλιες και μία νύχτες, η Αλίκη του Λιούις Κάρολ και, φυσικά, η ελληνική μυθολογία.

      Από τον πατέρα μου, πού ήταν καθηγητής της ψυχολογίας, διδάχτηκα φιλοσοφία, αρχίζοντας από τον Ζήνωνα τον Ελεάτη, από τον περίφημο αγώνα δρόμου του Αχιλλέα με τη χελώνα. Είχα βαθιά εντυπωσιαστεί από το παράδοξο αυτό, μου φαινόταν σαν εφιάλτης: ότι ο αγώνας συνεχιζόταν, ότι ο Αχιλλέας δεν μπορούσε να φτάσει τη χελώνα, ότι η χελώνα ήταν συνεχώς μπροστά από τον Αχιλλέα και ότι αυτό συνεχιζόταν επ’ άπειρον.

     Από την ελληνική μυθολογία μεγάλη εντύπωση μου έκαναν οι δώδεκα άθλοι του Ηρακλή, η Αργοναυτική εκστρατεία και, βέβαια, ο μύθος του λαβύρινθου.

     Πέρασα τη ζωή μου διαβάζοντας και, αλίμονο, γράφοντας, κι αυτά τα δύο μ’ έκαναν ευτυχισμένο. Ο μύθος του λαβύρινθου με κατείχε πάντοτε. Όμως ο λαβύρινθος δεν μου γεννά μόνο τρόμο αλλά κι ένα είδος ελπίδας. Γιατί αν ο κόσμος είναι ένα χάος, είμαστε χαμένοι. Αν όμως είναι ένας λαβύρινθος, τότε υπάρχει ακόμα ελπίδα’ υπάρχει ένας σκοπός: ένα κρυμμένο ή μυστικό σχέδιο μέσα σ’ αυτό το φαινομενικό χάος.

     Πέρασα τη ζωή μου διαβάζοντας και, αλίμονο, γράφοντας ποίηση’ κι όλη η ποίηση έρχεται, όπως ξέρουμε, τουλάχιστον εμείς στη Δύση, από την Ελλάδα. Η Ελλάδα μας έδωσε επίσης τη φιλοσοφία. Και με φιλοσοφία εννοώ όχι τις λύσεις αλλά τα αινίγματα, τα ερωτήματα: τα αινίγματα και ερωτήματα που απασχολούσαν τους Προσωκρατικούς και τον Πλάτωνα.

     Και τώρα, μπορείτε να διαλέξετε. Μπορείτε να με θεωρήσετε ως έναν Έλληνα εξόριστο στη Νότιο Αμερική, που επιστρέφει στην πατρίδα του, ή να πείτε ότι ήμουν πάντα στην Ελλάδα-εννοώ πνευματικά, όχι σωματικά.

      Λοιπόν, μπορείτε να διαλέξετε. Όμως αυτό που θα ήθελα να καταλάβετε-και ξέρω ότι το καταλαβαίνετε, ή μάλλον ότι το αισθάνεστε (αισθάνεται κανείς καλύτερα παρά καταλαβαίνει)- είναι ότι νιώθω ευτυχισμένος εδώ, πολύ ευτυχισμένος που βρίσκομαι στην Ελλάδα, και θα βρίσκομαι για πάντα εδώ, ακόμα και όταν το σώμα μου θ’ απουσιάζει.

                    Σας ευχαριστώ σ. 57-59

Διευκρινιστικά:

Από την σελίδα 69 διαβάζουμε: «Ο λόγος του Μπόρχες» πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Ο Χάρτης, τεύχος 11, Μάιος 1984. Το κείμενο «Ο Μπόρχες κι εγώ» και το ποίημα “Everness” αναδημοσιεύονται από τα βιβλία Ο Δημιουργός (1980) και το Εγκώμιο της σκιάς (1982) αντιστοίχως (εκδ. Ύψιλον). Το ποίημα “Spinoza” δημοσιεύεται για πρώτη φορά.

       Ο Μπόρχες είναι ο Δαίδαλος της εποχής μας.

                      Νάσος  Βαγενάς

     Τον Φεβρουάριο του 1985 σε τυπογραφική επιμέλεια του καλλιτέχνη –εκδότη Αιμίλιου Καλιακάτσου, τυπώθηκε στο τυπογραφείο των εκδόσεων «ΣΤΙΓΜΗ» ένα αισθητικά όμορφο βιβλίο και ενδιαφέρον αντίστοιχα για όσους ενδιαφέρονται για τις Μπορχεσιανές σπουδές στην χώρα μας, την διαδρομή του έργου του στην πατρίδα μας, τους συμβολισμούς και τα μηνύματα, την φιλοσοφία που συνολικά το πεζό και το ποιητικό έργο, και το δοκιμιακό, εκπέμπει ελκυστικά στις συνειδήσεις όχι μόνο των ελλήνων «φανατικών» αναγνωστών του αργεντινού παραμυθά αλλά και παγκοσμίως. Η έκδοση πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της τελετής αναγόρευσης 12 Μαϊου 1984 στο Ωδείο Ρεθύμνης του οικουμενικώς αναγνωρισμένου-και αρκετές φορές υποψήφιου για το βραβείο Νομπέλ (μάλιστα και την ίδια χρονιά, το 1979, που κέρδισε το Βραβείο ο δικός μας ποιητής Οδυσσέας Ελύτης) αργεντινού ποιητή, πεζογράφου και δοκιμιογράφου Χόρχε Λουϊς Μπόρχες σε επίτιμο διδάκτορα της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης. Μία δημόσια τελετή η οποία δήλωνε με τον πλέον ξεκάθαρο τρόπο, τόσο από την διοικούσα επιτροπή της Προσωρινής Διοικήσεως και Οικονομικής Διαχείρισης της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Κρήτης, όσο και από τους κύριους ομιλητές, την εισήγηση του Προέδρου της επιτροπής του Πανεπιστημίου Γ. Μ. Σηφάκη, και την ομιλία του καθηγητή του Πανεπιστημίου, ποιητή και κριτικού Νάσου Βαγενά, αλλά, και από την πλευρά του τιμώμενου αργεντινού συγγραφέα, και ότι μας εξομολογείται, την άρρηκτη σχέση που είχε στην διάρκεια της συγγραφικής του ζωής, από τα παιδικά του χρόνια, με την Αρχαία Ελλάδα, την Ιστορία και τα Σύμβολά της, (Λαβύρινθος) και πώς η Αρχαία Ελληνική Ιστορική και Μυθολογική παράδοση, αλλά και Φιλοσοφική (Ζήνων ο Ελεάτης) επηρέασε τον τρόπο σκέψης του, την ματιά του, και το ίδιο το έργο του όπως μας παραδόθηκε σε εμάς τους αναγνώστες μέσα στον χρόνο. Όσοι έλληνες αναγνώστες ή αναγνώστριες έχουν διαβάσει το έργο του στα ελληνικά, όσοι έλληνες μεταφραστές ή μεταφράστριες μας έφεραν σε επαφή με τη γραφή του, αυτού του «Ομήρου της εποχής μας» όπως τον απεκάλεσαν, λόγω των προβλημάτων όρασής του, προεξάρχουσα θέση κατέχει ο εκδότης, ποιητής και μεταφραστής Δημήτρης Καλοκύρης και όχι μόνο, βλέπε πχ. τις μεταφράσεις των Κριτικών των Ταινιών από τον Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, από τον Μάκη Μωραϊτη στο βιβλίο του, «Ο Μπόρχες για τον κινηματογράφο» εκδόσεις «Καθρέφτης» Αθήνα 1999, τους μεταφραστές Αχιλλέα Κυριακίδη, βλέπε «Ρόδινο και Γαλάζιο» εκδ. «Ύψιλον» 1982, και τους συγκεντρωτικούς τέσσερεις τόμους (δύο πεζών και δύο δοκιμίων) των εκδόσεων Πατάκη,2014-2016 που έξοχα μετάφρασε και έγραψε τις σημειώσεις ο μεταφραστής-συγγραφέας. Τους Αγγελική Μανουσάκη και Μηνά Γρηγοράτο, και το έργο «Παγκόσμια Ιστορία της Ατιμίας» εκδόσεις «Ερατώ», Αθήνα 1982. Τον ποιητή Τάσο Δενέγρη και το έργο «Εβαρίστο Καριέγκο» εκδόσεις Ύψιλον 1984. Τον ποιητή και κριτικό Σπύρο Τσακνιά που μετέφρασε «Το βιβλίο της άμμου» εκδόσεις «Νεφέλη» 1982 και την μελέτη του Zaime Alazraki, «Χ. Λ. Μπόρχες», εκδόσεις «Νεφέλη» 1984;  Την Κάτια Γουίλσον και τις «Ιστορίες» εκδόσεις «Ερμής» 1981.Τον Βαγγέλη Κατσάνη που μεταφράζει για τις εκδόσεις «Καστανιώτη» το 1986 τον τόμο διηγημάτων «Λαβύρινθοι». Τον Γ. Δ. Χουρμουζιάδη ο οποίος μεταφράζει και γράφει την εισαγωγή για το «Οι Μεταμορφώσεις της Χελώνας», εκδόσεις «Ύψιλον» 1982. Τις εκδόσεις «Γλάρος» που μεταφράζουν το 1987 το δοκίμιο του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, «Εισαγωγή στην αμερικάνικη λογοτεχνία» (δίχως όνομα μεταφραστή) και πολλοί ακόμα άλλοι που ανέφερα και στα προηγούμενα και παλαιότερα σημειώματά μου για τον JORGE LOUIS BORGES, μας μιλούν εκτός από το αναμφισβήτητο γεγονός ότι έχουμε να κάνουμε με έναν σπουδαίο και σημαντικό συγγραφέα του 20ου αιώνα παγκοσμίως αλλά και την άμεση σχέση που είχε ο αργεντινός παραμυθάς-εκτός των άλλων-με την ελληνική μυθολογία και αρχαία ελληνική ιστορία. Ενός άτυπου θεολόγου και Προσωκρατικού επιστήμονα. Έτσι, η παρουσία του εδώ, στην χώρα μας την Ελλάδα, οι περίπατοί του στην πρωτεύουσα και οι συναντήσεις του με έλληνες ποιητές π.χ. Νάσος Βαγενάς, τα κριτικά κείμενα και τα αφιερώματα που έχουν πραγματοποιηθεί για το έργο του, και οι επανεκδόσεις συγκεντρωτικές ή μη των πεζών του, φανερώνουν την αμοιβαιότητα του αναγνωστικού ενδιαφέροντος και αγάπης που τρέφει το ελληνικό κοινό-διανοούμενοι και μη-για τον Νότιο Αμερικανό αυτόν στυλίστα του ποιητικού και πεζού λόγου. Τον ποιητή παραμυθά. Πολλά του αποφθέγματα, ρήσεις και «τσιτάτα» που κατά καιρούς έχει πει είτε για το ίδιο του το έργο, χαριτολογώντας, είτε για άλλους συγγραφείς (περιπαικτικές συνήθως αρνητικές κρίσεις)  έχουν γίνει «βάιραλ» για να χρησιμοποιήσω και εγώ ο αδαής μία λέξη σημερινή. Σκληρές είναι επίσης οι αρνητικές του κρίσεις για κινηματογραφικά έργα που έχει παρακολουθήσει και φημισμένους μύθους σκηνοθέτες όπως ο Τσάρλι Τσάπλιν, και η ταινία του «Τα Φώτα της πόλης». Το Βιβλίο λοιπόν, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «στιγμή» πρίν 38 χρόνια και θέλω να πιστεύω διαβάστηκε από το κοινό, έχει τίτλο ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΚΡΗΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΣΧΟΛΗ. Ο ΜΠΟΡΧΕΣ ΣΤΗΝ ΚΡΗΤΗ. στιγμή, Αθήνα 1985, σελίδες 72 και κόστιζε τότε 220 παλαιές δραχμές. Οι διαστάσεις του είναι 15Χ21. Η έκδοση συνοδεύεται με ασπρόμαυρη φωτογραφία του αργεντινού συγγραφέα στην σελίδα 4 και από την τελετή σ. 54. Ας δούμε τα Περιεχόμενα και ας προσθέσουμε τις σελίδες.

 Περιεχόμενα, 9

Γ. Μ. ΣΗΦΑΚΗΣ, ΕΙΣΗΓΗΣΗ,11-15

ΝΑΣΟΣ ΒΑΓΕΝΑΣ, Ο ΜΠΟΡΧΕΣ ΚΑΙ Ο ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ ΤΗΣ ΕΙΡΩΝΕΙΑΣ,17-50

ΨΗΦΙΣΜΑ,51-52

ΑΝΑΓΟΡΕΥΣΗ, 53

Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΜΠΟΡΧΕΣ, 55-59

ΧΟΡΧΕ ΛΟΥΪΣ ΜΠΟΡΧΕΣ, ΤΡΙΑ ΚΕΙΜΕΝΑ. Μετάφραση Δημήτρης Καλοκύρης, 61-68. Τα ποιήματα δημοσιεύονται και στην πρωτότυπη ισπανική γραφή που γράφτηκαν από τον ποιητή «Solo una cosa no hay. Es el olvido…..” και “LAS traslucidas manos del judio…”.

Και το βιβλίο ολοκληρώνεται με τις σημείωση της σελίδας 69 στο που και πότε δημοσιεύτηκαν για πρώτη φορά τα κείμενα τα οποία αντιγράφω στα Λογοτεχνικά Πάρεργα.

     Να σημειώσουμε ότι το κείμενο του πανεπιστημιακού και θεωρητικού της λογοτεχνίας, ποιητή και μεταφραστή Νάσου Βαγενά, έχει μεταφερθεί και σε δικά του συγκεντρωτικά βιβλία. Ας δούμε τώρα εν τάχει, τι διαπραγματεύεται αυτό των 33 σελίδων δοκίμιο του έλληνα δασκάλου. Αυτή η μικρή πραγματεία που με αφορμή το έργο του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, ο Νάσος Βαγενάς μας μιλά για την σχέση του αργεντινού με τον δικό μας αλεξανδρινό μοντερνιστή ποιητή Κωνσταντίνο Π. Καβάφη, τους παράλληλους ποιητικούς και υφολογικούς δρόμους που συναντάμε, αυτές τις εκλεκτικές συγγένειες που μας μίλησε ο Γκαίτε, και ειδικότερα, το στοιχείο της ειρωνείας που, έχουμε και στους δύο διαφορετικούς στην θεματολογία Ποιητές. Εξερευνώντας την ποιητική μέθοδο του Μπόρχες ο έλληνας θεωρητικός δάσκαλος υποστηρίζει την θέση ότι ο αργεντινός είναι πρωτίστως ένας μεγάλος δάσκαλος της Ποίησης, ότι κάνει ποίηση ακόμα και όταν γράφει σε πεζό, ή ασχολείται με το δοκίμιο, προβαίνει μέσω της πρόζας σε μία άλλη μορφή διακονίας του ποιητικού λόγου, κάτι, που τον κάνει να συγγενεύει με τον δικό μας Κωνσταντίνο Π. Καβάφη και την ποιητική του πεζολογία. Ή την πεζόμορφη λυρική φόρμα της ποίησής του. Αν διευρύνουμε τις απόψεις του Βαγενά, περί του ποιητικού φαινομένου ευρύτερα, θα ανακαλύψουμε ότι υπάρχει μία εσωτερική συνέχεια, ένας δίαυλος επικοινωνίας και ποιητικής τεχνικής και εν μέρει ειρωνικού ύφους μεταξύ των θέσεων του Βαγενά για την σχέση Μπόρχες- Καβάφη, και κατ’ επέκταση την προέκταση της σχέσης αυτής στα έργα, Μπόρχες, Καβάφης, Βαγενάς. Ως ποιητή αν εξετάσουμε τον Βαγενά και ως θεωρητικό της Ποίησης θα βρούμε τις γέφυρες που στήνει στα δικά του γραπτά με τις θέσεις των άλλων δύο. Καταρχάς οφείλουμε να αναφέρουμε κάτι γνωστό στους ερευνητές και αξιοποιήσιμο από τους αναγνώστες. Ότι ο ομιλητής-μελετητής Νάσος Βαγενάς στηρίζεται σε ελληνόγλωσσες και ξενόγλωσσες πηγές, (αγγλικές, γαλλικές, ιταλικές) κάτι που έχουμε και στις άλλες του θεωρητικές μελέτες και εργασίες. Για την σύγκριση μεταξύ του Αλεξανδρινού και Αργεντινού μνημονεύει τον έλληνα κριτικό Ευγένιο Αρανίτση και το δοκίμιό του στο περιοδικό «Το Δέντρο» κλπ. Έπειτα, ότι το Κείμενο είναι μία ομιλία με περιορισμένα χρονικά όρια, γιαυτό ο προφορικός του λόγος είναι πυκνός, καθαρός, ευθύς, αλλά καθόλου δυσνόητος-όπως συνηθίζει να γράφει ο Βαγενάς, ένας λόγος που προσομοιάζει στην «εγκυκλοπαιδική» λακωνικότητα, αν δεν λαθεύω, και ότι απευθύνεται σε ένα κοινό το οποίο ήρθε να τιμήσει τον αργεντινό ποιητή παραμυθά και οφείλει να είναι τουλάχιστον υποψιασμένο πάνω σε παρόμοια θεωρητικά ζητήματα περί της Ποίησης, να γνωρίζει την εξέλιξη και τις απολήξεις του Ρομαντικού κινήματος έως τον επαναστατικό υπερρεαλισμό και τις εκδοχές του, και φυσικά να κατέχει και το έργο του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, και ίσως και των άλλων δημιουργών τους οποίους μνημονεύει ο πανεπιστημιακός. Κάτι που πρέπει να επισημάνουμε ακόμα, είναι ότι παρ’ ότι η ομιλία-κείμενο είναι γραμμένη στα ελληνικά και απευθύνεται σε ελληνικό κοινό, είναι τέτοια η δομή του, η καθαρότητα του ύφους του ποιητή και δοκιμιογράφο, το λεξιλόγιό του, τέτοιας ποιότητας ο λόγος του και ακριβής η τεκμηρίωσή του, (του δε πόιντ που λένε οι άγγλοι) η γλώσσα του στρωτή, ώστε σε ενδεχόμενη μετάφρασή του σε αγγλοσαξονική ή ισπανική γλώσσα να αποτελέσει ένα ακόμα σοβαρό και υπεύθυνο βιβλιοκριτικό διεθνές τεκμήριο έρευνας και ενασχόλησης πάνω στην συγγραφική παρουσία και την ποιητική οπτική και μέθοδο του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες. Το κείμενο δεν είναι απλά μία αναγκαία ομιλία- λόγω της τιμητικής βράβευσης στον αργεντινό παραμυθά- ποιητή, αλλά μία εξερεύνηση στους Λαβυρίνθους της σκέψης του, της ποιητικής του φιλοσοφίας, στα παιχνίδια της γραφής του, στους Λαβυρίνθους που εξερευνά, στις θεολογικές σκέψεις και εκ νέου διαπραγματεύσεις παλαιότερων παγκόσμιων μύθων και δοξασιών, στο τι είναι και ποια η σημασία για τον Χόρχε Λουϊς Μπόρχες ο ρόλος της ποίησης και πώς την εξέλαβε αυτήν σαν αξία και σημασία στην δική του ποιητική και πεζογραφική παρουσία, σαν οικοδόμηση της τάξεως του Κόσμου, μέσω των Λέξεων. Των Λέξεων και Γραμμάτων των γλωσσών οι οποίες είναι «τα τούβλα» όπως έλεγε ένας άλλος έλληνας πεζογράφος, με τα οποία ο άνθρωπος οικοδομεί το Σύμπαν μέσα σε ένα Βιβλίο. Μία προβολή της Ζωής μέσα στο Βιβλίο δημιούργημα. Όπου η φαντασία και η πραγματικότητα μπερδεύονται ή δεν ξεχωρίζονται από τον ανθρώπινο νου. Πώς το είπε κάποτε ο αρχαίος τραγικός ο Ευριπίδης, "Τι είναι Θεός, τι δεν είναι Θεός και τι ανάμεσό τους» Αντικαταστήστε την μεταβλητή λέξη Θεός και το παιχνίδι της γραφής συνεχίζεται με άλλους όρους. Γιατί, για τον Νάσο Βαγενά κυρίως και αποκλειστικά ο πεζογράφος Χόρχε Λουϊς Μπόρχες, αυτός ο «Έλληνας εν εξορία» είναι Ποιητής. Με την αρχαιοελληνική σημασία του όρου, δηλαδή «λαϊκός» φιλόσοφος ο οποίος εκφράζει τα «διανοήματά του» και τις ερωτηματικές σκέψεις του πάνω στην αινιγματική λειτουργία της Φύσης και του Σύμπαντος μέσω της Ποίησης. Ένας σύγχρονος, μοντέρνος- μεταμοντέρνος Προσωκρατικός φιλόσοφος, ένας υλιστής  Ίωνας ερευνητής των αρχέγονων μυστικών και αινιγμάτων των νόμων και των κανόνων του Φυσικού Κόσμου των ρυθμιστικών κανόνων που διέπουν το αχανές Σύμπαν. Αν κατανοώ σωστά τόσο την ομιλία όσο και τον πεζό και ποιητικό λόγο που έχω διαβάσει του JORGE LUIS BORGES. Αργεντινή 24 Αυγούστου 1899- Ελβετία 14 Ιουνίου 1986.

     Και σε αυτό το σημείωμα, ενώ η καπνιά από τα καμμένα δυσκολεύει την αναπνοή, και αραιά και που πετάγονται στάχτες, και στιγμιαίες διακοπές ρεύματος, σε τρομάζουν, διαβάζω εκ νέου τα διηγήματα και τα ποιήματα του Χόρχε Λουϊς Μπόρχες προσπαθώντας να εμβαθύνω στην σκέψη του έχοντας σαν οδηγό το κείμενο του ποιητή Νάσου Βαγενά, ο οποίος είναι από τους πρώτους που μας έφερε σε επαφή με την δημιουργία του Μπόρχες. Μια διαφορετική ερμηνευτική, ένα άλλο πλησίασμα από το αναγνωστικό βλέμμα του συγγραφέα και κριτικού Ευγένιου Αρανίτση που ανέφερα στο προηγούμενο σημείωμα. Μία θέση η οποία μάλλον έρχεται και κουμπώνει με τον μεταφραστικό άθλο στα ελληνικά του ποιητή Δημήτρη Καλοκύρη, και του Αχιλλέα Κυριακίδη, θα συμπληρώναμε.

      Την ενδιαφέρουσα Ομιλία-Κείμενο του Νάσου Βαγενά θα την μεταφέρω αυτόνομα σε ένα επόμενο σημείωμα για τον Μπόρχες, αξίζει τον αντιγραφικό μόχθο, μια και θα δώσει στους νεότερους σημερινούς αναγνώστες τη δυνατότητα να προσεγγίσουν καλύτερα το έργο του Μπόρχες, όπως έδωσε και σε εμάς-την δική μας αναγνωστική γενιά η  ματιά του ποιητή της Γενιάς του 1970. Μια και το Κείμενο δεν αφορά μόνο τον Χ. Λ. Μ. αλλά την λειτουργία και τον ρόλο της Ποίησης γενικότερα, την εξέλιξη και διαμόρφωση του Ποιητικού φαινομένου στους μεταμοντέρνους καψαλισμένους καιρούς μας.

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος

Πειραιάς, 

Παρασκευή 25 Αυγούστου 2023

 

 

           

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου