Κυριακή 10 Ιουνίου 2018

Στον αστερισμό του ποιητή Γιάννη Ρίτσου


ΣΤΟΝ ΑΣΤΕΡΙΣΜΟ ΤΟΥ ΡΙΤΣΟΥ

     Αντιγράφοντας στην ιστοσελίδα ορισμένα από τα κείμενα του καθηγητή Μιχάλη Γ. Μερακλή για τον ποιητή της Ρωμιοσύνης, ξαναδιάβασα τα κείμενα του κυρού καθηγητή Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη για τον Γιάννη Ρίτσο που είχε δημοσιεύσει στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ», σε διάφορες χρονικές περιόδους και σε επετειακές ή εκδοτικές κυκλοφορίες. Τα κείμενα του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη είναι αρκετά όπως μας αναφέρει και ο ίδιος. Πολλά από τα κείμενα αυτά, συμπεριλαμβάνονται σε αυτόνομες εκδόσεις μελετών του. Βλέπε τα βιβλία του:
ΠΙΣΩ ΜΠΡΟΣ. Προτάσεις και υποθέσεις για τη νεοελληνική ποίηση και πεζογραφία., εκδόσεις στιγμή 1986 (Διονύσιος Σολωμός/Κωνσταντίνος Π. Καβάφης/Γιώργος Σεφέρης/Οδυσσέας Ελύτης/Ανδρέας Εμπειρίκος/Νίκος Εγγονόπουλος/ Γιάννης Ρίτσος/ Τάκης Σινόπουλος/Μίλτος Σαχτούρης/Γιώργος Ιωάννου/Γιώργης Γιατρομανωλάκης).
-Η ΤΙΜΗ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΥ ΚΑΙ Η ΤΙΜΗ ΤΗΣ ΠΕΤΡΑΣ, σ.153-162.
-ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ Γ. ΡΙΤΣΟΥ, σ.163-169
  ΚΕΙΜΕΝΟΦΙΛΙΚΑ, ΠΟΙΗΣΗ (ΚΑΒΑΦΗΣ/ΣΕΦΕΡΗΣ/ΡΙΤΣΟΣ/ΛΑΪΝΑ)-ΠΡΟΖΑ (ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΗΣ/ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ/ ΜΗΤΣΟΤΑΚΗ/ΠΟΛΙΤΗ/ROBERT BEATON/ΤΣΟΚΛΗΣ), εκδόσεις Κέδρος 1997
-Ρίτσος: Αφηγηματική υπόκριση, σ.36-45
ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ, ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΝΙΑ. Αλεξάνδρου-Αναγνωστάκης-Πατρίκιος, εκδόσεις Κέδρος 1976, σ.13, 16, 20, 24,53, 54,55,61,63,75,78,95
ΔΙΑΛΕΞΕΙΣ, (ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΟΛΩΜΟΣ/ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Π. ΚΑΒΑΦΗΣ/ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΕΦΕΡΗΣ/ΜΙΛΤΟΣ ΣΑΧΤΟΥΡΗΣ/ ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ/ΤΙΤΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ/ΓΙΩΡΓΗΣ ΠΑΥΛΟΠΟΥΛΟΣ/ΤΖΕΝΗ ΜΑΣΤΠΡΑΚΗ-ΜΙΧΑΗΛ ΜΗΤΣΑΚΗΣ/ΠΑΥΛΟΣ ΖΑΝΝΑΣ/Ε. Χ. ΓΟΝΑΤΑΣ/ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΕΙΜΩΝΑΣ/ΡΕΑ ΓΑΛΑΝΑΚΗ), Εκδόσεις στιγμή 1992, σ. 92, 95.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ, Μελετήματα, εκδόσεις Στ. Πατάκης 2013 (το βιβλίο είναι αφιερωμένο στη Μνήμη Νανάς Καλλιανέση).
Το βιβλίο περιέχει παλαιότερα δημοσιεύματα του ποιητή στην εφημερίδα «Το Βήμα», στο λογοτεχνικό περιοδικό «Η λέξη», από το βιβλίο του «Κειμενοφιλικά» από τα «Μικρά Ομηρικά», από το λογοτεχνικό περιοδικό «Εντευκτήριο», από τον τόμο «Εισαγωγή στην ποίηση του Ρίτσου» και το κείμενο Τειρεσίας: Η άσπρη γνώση, που δημοσιεύεται για πρώτη φορά. Το σπονδυλωτό αυτό μελέτημα κλείνει το κείμενο «Ελευθερία και αναγκαιότητα» της Χρύσας Προκοπάκη.  
Στο αρχείο μου για τον ποιητή υπάρχουν και τα εξής ακόμα κείμενα-επιφυλλίδες του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη όλα στην εφημερίδα «ΤΟ ΒΗΜΑ»:
Α) 1/8/1981, Η ΤΡΙΒΗ ΜΕ ΤΟ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΟ
Β) 19/12/1993, Σημεία αιχμής
Γ) 9/10/2005, σ.86, Λογαριασμοί
Δ) 2/10/2005, σ. 82, Στον αστερισμό του Ρίτσου
Ε) 10/5/2009, σ. 110, Μέρα Μαγιού
Στ) 17/5/2009, σ.102, Αντιγραφές
     Το κείμενο της 1/8/1981 καθώς και αυτά των 10/5/2009 και 17/5/2009, είναι από τις σελίδες του «Κυριακάτικου Βήματος» ΕΠΙΦΥΛΛΙΔΕΣ. Τα άλλα τρία προέρχονται από την μόνιμη στήλη που διατηρούσε ο καθηγητής στην εφημερίδα με τίτλο «ΑΠΟΛΙΤΙΣΤΑ ΜΟΝΟΤΟΝΙΚΑ» και στο ένθετο «ΝΕΕΣ ΕΠΟΧΕΣ». Ορισμένες από τις επιφυλλίδες του «Βήματος», (η θεματολογία τους συμπληρωμένη και προσαρμοσμένη, έχουν ενσωματωθεί στα δυό του βιβλία: «Πίσω Μπρός» και «Κειμενοφιλικά». Αυτά των νεότερων χρόνων, από όσο γνωρίζω, δεν έχουν συμπεριληφθεί σε εκδοθείσες μελέτες του κυρού καθηγητή και συγγραφέα Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη.
Δανείστηκα σαν γενικό τίτλο, τον τίτλο κειμένου του κυρού καθηγητή της 2/10/2005.
Στον αστερισμό του Ρίτσου
     Μόλις χθες περατώθηκε το τετραήμερο (κάπως πληθωρικό) «Διεθνές Συνέδριο» υπό τον τίτλο «Ο ποιητής και ο πολίτης Γιάννης Ρίτσος»’ πραγματοποιημένο με πρωτοβουλία του Μουσείου Μπενάκη, υπό την αιγίδα του Υπουργείου Πολιτισμού, με την ευθύνη δύο επιτροπών (μιας τιμητικής και μιας οργανωτικής). Από τις τέσσερις επιγραφόμενες ενότητες του συνεδρίου («Ο Ρίτσος και ο αρχαίος κόσμος», «Ο Γιάννης Ρίτσος και η εποχή του», «Η ποιητική του Γιάννη Ρίτσου», «Ο Γιάννης Ρίτσος και ο κόσμος») με τράβηξε, για ευνόητους λόγους, περισσότερο η πρώτη, στην οποία και πήρα μέρος με εικοσάλεπτη εισήγηση τιτλοφορημένη «Ο Φιλοκτήτης του Γιάννη Ρίτσου: πρόσωπα και προσωπεία». Η αστρολογική ωστόσο επιγραφή του σημερινού μονοτονικού δεν οφείλεται μόνο στο τετραήμερο αυτό συνέδριο, όπου δοκίμασα να υποδείξω την αρχαιόθεμη ιδιοφυΐα του ποιητή Γιάννη Ρίτσου, αποτυπωμένη στον σημαντικότερο μάλλον δραματικό μονόλογό του, σύμφωνα και με τη δηλωμένη προτίμηση του αξέχαστου Μίνωα Βολανάκη, ο οποίος (πρώτος αυτός και με παραδειγματικό σκηνικό τρόπο) ανέδειξε τον αρχαιόμυθο Ρίτσο της «Τέταρτης Διάστασης». Γιατί προηγουμένως (όπως θυμούνται ίσως οι τακτικότεροι αναγνώστες της απολίτιστης αυτής στήλης, που κοντεύει να γεράσει, αλλά δεν το βάζει ακόμη κάτω) με είχαν συνεπάρει τα «Μικρά Ομηρικά» του Γιάννη Ρίτσου: κάπου δηλαδή εξήντα μικρής έκτασης αρχαιόθεμα ποιήματα, αφορμισμένα από την Ιλιάδα, την Οδύσσεια και τον Επικό Κύκλο. Σε ένα από αυτά θα επιμείνω σήμερα, επειδή, εκτός των άλλων, διασταυρώνεται (θα έλεγα: κονταροχτυπιέται) με ομόθεμο ποίημα του Γιώργου Σεφέρη.
     Το μικρό αυτό ομηρικό (για την ακρίβεια: οδυσσειακό) του Ρίτσου επιγράφεται «Συγγνώμη» και περιέχεται στη συλλογή «Μαρτυρίες Β΄» (1964-1965), όπου φιλοξενούνται και άλλα οδυσσειακά ποιήματα. Αντιγράφω:
     Τι να σου κάνουν;-άνθρωποι ήταν. Μόλις σώθηκε,
στου καραβιού τ’ αμπάρι, το κρασί και τ’ αλεύρι, υπομόνεψαν κάμποσο,
κάτι ψάρεψαν μετ’ τ’ άγκιστρα-ψιλοπράματα-πού να χορτάσεις; Τέλος
βάλαν τις πλατυμέτωπες γελάδες του ήλιου στο μαχαίρι’ κι ας βέλαζαν
σα βόδια αληθινά τα κρέατα στις σούβλες, κι ας περπάταγαν
τα γδαρμένα τομάρια’ ο Ευρύλοχος και οι άλλοι το γλεντήσανε.
Ο πολυμήχανος γλυκοκοιμόταν στο γρασίδι. Δεν τους πρόλαβε.
Οι προειδοποιήσεις δεν χρησίμεψαν σε τίποτε.
Τα πάρα πέρα, τα μετά τη Θρινακία, τα ξέρουμε. Άλλωστε
κι αυτά και εκείνα, ήταν της μοίρας-αναπόφευκτα, που λένε.
Πήγαινε, μια φορά, χορτάτοι,-ποιος θα τους κατηγορήσει;
     Το ποίημα υπακούει (ακόμη και με χαρακτηριστικές λεπτομέρειες) στα σχετικά συμφραζόμενα της Οδύσσειας, παραφράζοντας σχεδόν τους στίχους 324-373 της δωδεκάτης ραψωδίας’ αντιστρέφοντας όμως, με φιλάνθρωπο σαρκασμό, το ήθος τους. Πρόκειται για άμεση παραπομπή σε οριακό επεισόδιο του έπους, το οποίο προβάλλεται από τον ίδιο τον ποιητή στο προοίμιο, όπου και καταγγέλλεται ως έσχατη ατασθαλία των εταίρων, εξαιτίας της οποίας τους αφαιρέθηκε τελεσίδικα ο νόστος. 
Ο Ρίτσος, ωστόσο, με περιπαικτική τόλμη, αποδραματοποιεί σε όλα τα σημεία της την ανίερη πράξη και τον όλεθρο των συντρόφων του Οδυσσέα, ενώ συγχρόνως τους απαλλάσσει από τη βαριά ενοχή που τους αποδίδει ο ποιητής, ενοχοποιώντας, εξίσου περιπαικτικά, την αναπόφευκτη αρχαία μοίρα.
      Στους αντίποδες του Ρίτσου βρέθηκε πολύ νωρίτερα ο Γιώργος Σεφέρης, όταν, με αντίρροπη φρόνηση, συνέθεσε και δημοσίευσε στη «Στροφή» το ποίημα «Οι σύντροφοι στον Άδη». Όπου προτάσσει στο πρωτότυπο το ενοχοποιητικό για τους συντρόφους δίστιχο του προοιμίου (νήπιοι, οι κατά βους Υπερίονος Ηελίου/ ήσθιον’ αυτάρ ο τοίσιν αφείλετο νόστιμον ήμαρ) και παρατάσσει τρεις τετράστιχες στροφές (με σταυρωτή ρίμα και σε πρωτοπρόσωπο πληθυντικό). Εκεί οι εταίροι (ομηρικοί και σύγχρονοι) αναγνωρίζουν στον Άδη την ασύγγνωστη ελαφρομυαλιά τους. Αντιγράφω:
Αφού μας μέναν παξιμάδια
τι κακοκεφαλιά
να φάμε στην ακρογιαλιά
του Ήλιου τ’ αργά γελάδια που το καθένα κι ένα κάστρο
για να πολεμάς
σαράντα χρόνους και να πας
να γίνεις ήρωας κι άστρο!
      Πεινούσαμε στης γης την πλάτη,
σα φάγαμε καλά
πέσαμε εδώ στα χαμηλά
ανίδεοι και χορτάτοι.
     Η σύγκριση των δύο αυτών (ομόθεμων αλλά, από κάθε άποψη, αντίρροπων) ποιημάτων απαιτεί ξεχωριστή δοκιμή. Εδώ αποκαλύπτεται το σήμα της αναμφισβήτητης, κατά την γνώμη μου, παραπομπής του Ρίτσου στον Σεφέρη. Γιατί ο τελευταίος στίχος του δικού του ποιήματος (Πήγαινε, μια φορά, χορτάτοι,-ποιος θα τους κατηγορήσει;) προϋποθέτει και αντιμάχεται το τελευταίο δίστιχο του σεφερικού ποιήματος (πέσαμε εδώ στα χαμηλά/ ανίδεοι και χορτάτοι). Το χορτάτοι ιδιαίτερα βγάζει μάτι.
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟΙ
     Οι λίγες μέρες που μεσολάβησαν επιτρέπουν να λογαριάσουμε νηφαλιότερα τι άφησε πίσω του το διεθνές τετραήμερο συνέδριο για τον Γιάννη Ρίτσο, που οργανώθηκε από το Μουσείο Μπενάκη, πλαισιωμένο με έκθεση ντοκουμέντων για τον βίο και το έργο του τιμώμενου ποιητή και πολίτη. Αυτονόητος και δίκαιος ο έπαινος όσων συνέβαλαν στην οργάνωσή του, χωρίς τούτο να σημαίνει ότι έλειψαν κάποια οργανωτικά συμπτώματα, που προκαλούσαν την αίσθηση εύπορου πληθωρισμού. Αφήνοντας ωστόσο στην άκρη τέτοιου είδους ενστάσεις, που εύκολα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μίζερες, επισημαίνω εφεξής ορισμένα στοιχεία, που μαρτυρούν την πραγματική υποδοχή του φιλόδοξου αυτού συνεδρίου για τα δεκαπέντε χρόνια από τον θάνατο του ποιητή.
      Μολονότι οι τέσσερεις συνεδριακές ημέρες υπήρξαν, εν μέρει ή ενόλω, εργάσιμες, η προσέλευση του κοινού ήταν ικανοποιητική, και τούτο θα πρέπει να προσγραφεί στα θετικά σήματα υποδοχής του συνεδρίου. Τα οποία ωστόσο γυρίζουν σε αρνητικά, αν συνυπολογιστούν: η εντυπωσιακή έκλειψη ανθρώπων των γραμμάτων και της τέχνης από το καθημερινό ακροατήριο’ αλλά και η προκλητική αδιαφορία των μέσων μαζικής ενημέρωσης (ο ημερήσιος τύπος έμεινε επιδεικτικώς ασυγκίνητος, ενώ η τηλεόραση, κρατική και ιδιωτική, παντελώς απουσίασε, με την εξαίρεση μόνο της κυπριακής). Και προχωρώ στα ουσιώδη.
     Οι εικοσάλεπτες εισηγήσεις (είκοσι έξι, αν μετρώ καλά) υπήρξαν στο σύνολό τους ευπρεπείς’ λίγες αναδείχτηκαν ερεθιστικές’ ακόμη λιγότερες συνεισέφεραν καινούργιες ερμηνευτικές προτάσεις. Φυγόκεντρες φάνηκαν κατά κανόνα οι ενδιάμεσες συζητήσεις. Από τα δυό εξάλλου στρογγυλά τραπέζια, που πλαισίωσαν τις εργασίες του συνεδρίου, σημαντικότερο αποδείχτηκε το πρώτο, με συστηματικό συντονιστή τον Νάσο Βαγενά και συμμετοχές ποιητές την Τζένη Μαστοράκη, τον Χάρη Βλαβιανό και τον Δημήτρη Κοσμόπουλο. Θα επιμείνω στο επίμαχο θέμα ποιητικής του Ρίτσου, που ανακινήθηκε ευθαρσώς στο πρώτο στρογγυλό τραπέζι.
     Στο επίκεντρο λοιπόν αυτού του διαλόγου εντοπίστηκε πρώτη η προφανής πολυγραφία του ποιητή, που εκτιμήθηκε πρωτοφανής, για τα ελληνικά τουλάχιστον δεδομένα. Η εκτίμηση ωστόσο αυτή, που προκαλεί συνήθως αναγνωστική και κριτική αμηχανία, μπορεί να αποδειχθεί σε προσεκτικότερο έλεγχο κάπως υπερβολική’ φτάνει να θυμηθούμε τα ενενήντα έως εκατόν είκοσι δράματα που αναλογούν σε καθένα από τους τρείς μεγάλους τραγικούς της αρχαιότητας’ ή το σύνολο της ποιητικής, πεζογραφικής και μεταφραστικής παραγωγής του Νίκου Καζαντζάκη.
     Όπως και αν έχει το πράγμα, η περίπτωση του πολυγράφου Ρίτσου μας υποχρεώνει να ξανασκεφτούμε τι σημαίνουν εντέλει το πολύ και το λίγο της ποίησης. Αν συμφωνήσουμε μάλιστα ότι η αξία ενός ποιήματος εξαρτάται όχι τόσο από το στενό, υποθετικό ενίοτε, βάθος, όσο από το εμπράγματο εύρος του ποιητικού λόγου, δηλωμένο στη γλώσσα, στην επιλογή των θεμάτων, στις τροπές του ύφους και του ήθους. Επιμένω, επειδή σ’ αυτή την ανοιχτή (σχεδόν απεριόριστη) περιοχή συμβάλλονται και εναλλάσσονται μεταξύ τους τρείς βασικοί συντελεστές της μεγάλης ποίησης: οι πράττοντες, οι πράξεις και τα πράγματα. Ενώ συγχρόνως αίρονται συμβατικές αντιφάσεις ανάμεσα στο μικρό και στο μεγάλο, στο λίγο και στο πολύ, στο σεμνό και στο ευτράπελο, στο πολύτιμο και στο ευτελές.
     Για να μείνω σε κορυφαία παραδείγματα, παραπέμπω καταρχήν στην ομηρική Οδύσσεια, έπος κατεξοχήν πραγματολογικό, με την έννοια που υπαινίχθηκα προηγουμένως. Όπου το εύρος του λόγου αποτελεί προϋπόθεση και στόχο μιας πολύτροπης αφήγησης που κοντεύει τους δεκαπέντε χιλιάδες στίχους. Άλλο κορυφαίο παράδειγμα ο Σαίξπηρ. Για το εμπράγματο εύρος του οποίου ο George Steiner αποφαίνεται στο τρίτο κεφάλαιο από τα πολύτιμα Errata του (κυκλοφορούν ευτυχώς και στη γλώσσα μας από τις εκδόσεις SCRIPTA σε άρτια μετάφραση του Σεραφείμ Βελέντζα): «Ο Σαίξπηρ έφερε όσο κανένα άλλο «γλωσσικό ζώο» το σύνολο της ψυχολογικής και υλικής πραγματικότητας, τα «πράγματα» που είναι ο κόσμος μας, σε ένα Διαδίκτυο λέξεων και σύνταξης. Ειδικές γλώσσες (νομικές, στρατιωτικές, εμπορικές, αυλικές, θεατρικές, ερωτικές, πολιτικές, λαϊκές) συμβάλλουν να σχηματιστεί ένας ιστός που διασυνδέει μυριάδες όψεις και ολόκληρη κοινοπολιτεία συμφραζομένων με τη μεταβαλλόμενη ζωντάνια των ανθρώπινων πεπραγμένων».
      Προτείνω λοιπόν, τηρουμένων βεβαίως των αναλογιών, η προκλητική πράγματι πολυγραφία του Γιάννη Ρίτσου να αποδοθεί, σε ομόλογη βιωματική και εκφραστική επιλογή και ανάγκη: στην πραγματολογική δηλαδή άσκηση ενός διευρυμένου λόγου, ο οποίος δικαιούται σε ορισμένες περιπτώσεις να αποβεί ακόμη και αχαλίνωτος, διεκδικώντας την ελευθερία του στο όριο της απελευθερωτικής αυθαιρεσίας.
ΑΝΤΙΓΡΑΦΕΣ
     Η προηγούμενη αναδρομή στην προδρομική «Πολυκριτική» για την ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, δημοσιευμένη στο πρώτο τεύχος του περιοδικού η Συνέχεια (Μάρτιος του  1973), συμπίπτει όχι μόνο με την επετειακή ευκαιρία των εκατό χρόνων από τη γέννηση του ποιητή, που φαίνεται να προκαλεί τώρα πληθωρικές εκδηλώσεις, αλλά και με μια ομόθεμη προσωπική χειρονομία, μάλλον απρογραμμάτιστη. Εννοείται η προετοιμασία για την επικείμενη έκδοση στη σειρά «Γραφή και ανάγνωση» του πέμπτου βιβλιαρίου αφιερωμένου στο έργο του ποιητή. Η διπλή πάντως αυτή σύμπτωση επιτρέπει να γίνουν προσεκτικότερες συγκρίσεις ανάμεσα στο τότε και στο τώρα, προκειμένου να οριστεί, με κάποια ακρίβεια και δικαιοσύνη, η καμπύλη πρόσληψη της ποιητικής παραγωγής του Γιάννη Ρίτσου σε δύσκολους και εύκολους καιρούς. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, τα τελευταία χρόνια κινούμαστε κατά κανόνα στην τροχιά της ευκολίας για ποιητές και ποιήματα που δυσκόλεψαν την επίσημη κριτική στον καιρό της παραγωγής και της πρώτης δημοσίευσης.
     Από την άποψη αυτή και η σημερινή επιμονή στην «Πολυκριτική» του 1973 έχει, ελπίζω, τον λόγο της, για όσους τουλάχιστον αποφεύγουν τους ανέξοδους επικαιρικούς ενθουσιασμούς. Γιατί τα έξι δοκίμια των συνεργατών και τα δύο αυτοκριτικά σχόλια του ποιητή που συνιστούν τον κορμό της ενέχουν παραδειγματική αξία ως προς την ένταση μεταξύ πολιτικής και ποιητικής ηθικής, ένταση που τα δίσεχτα χρόνια την καθιστούν υποχρεωτική. Αυτή εξάλλου η ένταση και οι περιπέτειές της σφράγισαν τη ζωή και την ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, ορίζοντας το ήθος και το ύφος του. Απόδειξη τα επόμενα αποσπάσματα από το δεύτερο αυτοσχόλιο, με την επιγραφή «Ξαναδιαβάζοντας τις ποιητικές συλλογές Ο τοίχος μέσα στον καθρέφτη και Θεωρείο». Αντιγράφω:
       «Με το πέρασμα του χρόνου διακρίνω όλο και καθαρότερα πως η δουλειά μου, στην εξέλιξή της και στην άσκησή της, τείνει να καταλήξει σε μια κωμικοποίηση, σε έναν εξευτελισμό και εκμετάλλευση του κάθε νυχτερινού και ημερινού εφιάλτη, και γενικότερα του θανάτου. Αν υπάρχει εδώ κάποια λύτρωση, δεν είναι άλλη απ’ αυτό το αλάφρωμα της βαρύτητας και του φόβου (φυσικού, ηθικού, κοινωνικού) με μιάν ελεγχόμενη ειρωνεία των ιστορικών παραισθήσεών μας μέσα στην κοινότητα του αισθήματος μιας, αληθινής ή εικονικής, συμμετοχής και συνενοχής-μέσα στην κοινότητα της ίδιας μοίρας.[…..] Έτσι το αναπότρεπτα τραγικό γίνεται γελοιογραφικό (ή παραδοξολογικό’ δηλαδή αντικειμενικά απόμακρο), ίσως βαθύτερα τραγικό, εμπεριέχοντας όμως και τη λύση της τραγωδίας (έλεος) σε έναν θελημένο, τελικό μορφασμό χαμόγελου».
      Αναρωτιέμαι αν υπάρχει λόγος ανάλογης ειλικρίνειας, ομόλογου βάθους και εκφραστικής τόλμης σε άλλον συγκαιρινό ποιητή. Ο απόηχός του πάντως αναγνωρίζεται και στα έξι μελετήματα της «Πολυκριτικής». Παράδειγμα τα επόμενα σπαράγματα από τη συνδρομή τώρα του Peter Levi. Αντιγράφω:
     «Αν η ποίηση δεν έχει ιστορία, έχει ωστόσο πάντα σημαντική σχέση με την σύγχρονη ιστορία του κόσμου. Κάποια μέρα θα πρέπει να μελετήσουμε από πού προέρχονται οι χαριτωμένες νοσταλγίες στα τελευταία εκατό χρόνια και που καταλήγουν οι αγνότητες της επαρχίας. [….] Τώρα που ξεπεράστηκε ο ρομαντισμός, ξέρουμε πως ο ποιητής είναι ένας λιποτάκτης, ένας δραπέτης, και πολύ σαστισμένος’ φεύγει και ξαναφεύγει σαν τον λαγό, όπως ο Μπρέχτ, είναι ένας μεγάλος ρεαλιστής. Ό,τι γνήσιο υπάρχει στο έργο του Ρίτσου είναι σαν τη βροχή’ η κάθε στάλα της είναι αληθινή.
[….] Το κάθε ποίημα του Ρίτσου έχει ιδιαίτερο ρυθμό και μια διαλεκτική δική του: σε τρομάζει, δεν σε παρηγορεί, αλλά το σύνολο του ποιήματος σου δίνει κουράγιο».
      Ανάλογης, ουσιαστικής και εκφραστικής, στάθμης είναι και το επόμενο παράθεμα από την εξαίρετη δοκιμή του Πάνου Θασίτη, ο οποίος ανήκει στους τρείς αλησμόνητους απόδημους εκείνης της «Πολυκριτικής» (μαζί με τον Levi και τον Κουλουφάκο). Αντιγράφω:
      «Είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως ο Ρίτσος δεν ξέρει να σταματά εκεί όπου κι ένας μέτριος ποιητής θα σταματούσε. Έχει τόση θητεία στην ποίηση, ώστε φαίνεται αβάσιμη μια τέτοια υπόθεση. Άλλωστε η κριτική, χρόνια τώρα, του υποδείχνει μονότονα αυτή την αδυναμία. […] Το φαινόμενο είναι σύμφυτο με τη λειτουργία, τον μηχανισμό της δημιουργικής φύσης. Πιο συγκεκριμένα: αν ο Ρίτσος σταματούσε εκεί που αρχίζουν οι νεκρές ζώνες μέσα στο ποίημα, δεν θα μπορούσε ίσως να συνεχίσει. Έτσι οι ζώνες αυτές μοιάζουν με ανάπαυλες προετοιμασίας για το επόμενο δημιουργικό βήμα. […] Είναι η περίπτωση του ηλεκτρικού πριονιού, που δεν το σταματούμε αν κοπεί ένα ξύλο, αλλά το αφήνουμε να γυρίζει στο κενό, ώσπου να του βάλουμε το άλλο ξύλο. Αποδεχόμαστε αυτά τα κενά, αυτή την ενδιάμεση ενέργεια χωρίς έργο, γιατί είναι αναπόφευκτη, για να τελειώσει το έργο».
Συνεχίζεται την άλλη Κυριακή.
     Αυτές είναι ορισμένες από τις επιφυλλίδες που έγραψε ο ομηριστής καθηγητής Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης για τον ποιητή της Ρωμιοσύνης Γιάννη Ρίτσο. Το ενδιαφέρον του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη για το έργο του ποιητή είναι σταθερό, συνεχές και επαναλαμβανόμενο σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα, όπως μας δηλώνουν οι δημοσιεύσεις του. Είναι μάλλον, αν δεν λαθεύω, ο ποιητής της αριστεράς αλλά και της γενιάς του, που ενδιαφέρει περισσότερο τον κλασικό φιλόλογο, σε σχέση με τον Μανόλη Αναγνωστάκη, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Άρη Αλεξάνδρου και άλλους, (απουσιάζει κραυγαλέα ο ποιητής Κώστας Βάρναλης).
     Μετά την έκδοση της Αικατερίνης Μακρυνικόλα «ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ 1924-1989, που εκδόθηκε από την Σχολή Μωραϊτη 1993, κυκλοφόρησαν και τα εξής μελετήματα και περιοδικά, και τόμοι ποιημάτων του ποιητή από όσο μπορώ να γνωρίζω και έχω μελετήσει:
Α) ΔΙΕΘΝΕΣ ΣΥΝΕΔΡΙΟ. Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΚΑΙ Ο ΠΟΛΙΤΗΣ ΓΙΑΝΝΗΣ ΡΙΤΣΟΣ. ΟΙ ΕΙΣΗΓΗΣΕΙΣ. Επιμέλεια: Αικατερίνη Μακρυνικόλα-Στρατής Μπουρνάζος, εκδόσεις Μουσείο Μπενάκη και εκδόσεις Κέδρος 2008.
Την Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2005 την πρώτη ημέρα της έναρξης του συνεδρίου το απόγευμα με προεδρεύων τον Mario Vitti, ο Δημήτρης Μαρωνίτης εισηγείται το θέμα: Φιλοκτήτης του Γιάννη Ρίτσου: πρόσωπα και προσωπεία. Ακολουθούν ο Γιάννης Δάλλας, η Ειρήνη Ζαμάρου, ο Μιχάλης Πιερής και ο Γιώργης Γιατρομανωλάκης. Στο ίδιος συνέδριο και ο καθηγητής Μιχάλης Γ. Μερακλής την Πέμπτη 29/9/2005 εισηγείται το θέμα: Η μία και η άλλη εμμονή του Γιάννη Ρίτσου. Επίσης την Παρασκευή 30/9/2005 πρόεδρος της θεματικής «Η ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΡΙΤΣΟΥ» είναι ο Δημήτρης Μαρωνίτης. Με εισηγητές τους: Ρούλα Κακλαμανάκη, Σόνια Ιλίνσκαγια, Έλλη Φυλοκύπρου, Αλέξανδρο Αργυρίου.
Β) ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗΝ ΠΟΙΗΣΗ ΤΟΥ ΡΙΤΣΟΥ. ΕΠΙΛΟΓΗ ΚΡΙΤΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ. ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ: ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΟΚΟΡΗΣ, εκδόσεις ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΕΣ ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗΣ 2009
Στον ογκώδη αυτόν τόμο περιλαμβάνονται 53 επιλογές κριτικών κειμένων που αναφέρονται στον ποιητή. Την γενική επιμέλεια είχε ο γεννημένος στον Πειραιά φιλόλογος και συγγραφέας Δημήτρης Κόκορης. Στον τόμο αναδημοσιεύεται το κείμενο του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη (47) «Από τον Φιλοκτήτη του Σοφοκλή στον Φιλοκτήτη του Γιάννη Ρίτσου. Στον ίδιο τόμο αναδημοσιεύεται επίσης απόσπασμα «Η γενιά του ‘30» του Μιχάλη Γ. Μερακλή (28), από το βιβλίο του «Σύγχρονη Ελληνική Λογοτεχνία 1945-1980» εκδόσεις Πατάκη 1987
Γ)  Γλυκειά μου Λούλα (αλληλογραφία), εκδόσεις Λιβάνης 1997
Δ) Ποιήματα τόμος ΙΒ, εκδόσεις Κέδρος 1997
Ε) Ποιήματα τόμος ΙΓ, εκδόσεις Κέδρος 1999
ΣΤ) Ανθολογία Γιάννη Ρίτσου, εκδόσεις Κέδρος 2000
Ζ) Ποιήματα τόμος ΙΔ, (1977-1979), εκδόσεις Κέδρος 2007
Η) Τροχιές σε Διασταύρωση. Γράμματα στην Καίτη Δρόσου και Άρη Αλεξάνδρου, εκδόσεις Άγρα 2008
Θ) ΥΠΕΡΩΟΝ, εκδόσεις Κέδρος 2013
Ι) ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ Σειρές Τρείς, εκδόσεις Κέδρος 2014
Κ) Amy Mims, Ritsos of the Iconostasis, Αθήνα 2002
Λ) Έλλη Φιλοκύπρου, Η αμείλικτη ενεργεσία-Όψεις της σιωπής στην ποίηση του Γιάννη Ρίτσου, εκδόσεις Βιβλιόραμα 2004
Μ) Αγγελική Κώττη, Γ. Ρ. Ένα σχεδίασμα βιογραφίας, β΄ έκδοση αναθεωρημένη, εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα 2009
Ν) Ρούλα Κακλαμανάκη, Γιάννης Ρίτσος η ζωή και το έργο του, εκδόσεις Πατάκη 2009
Ξ) Νένα Κοκκινάκη, Νεοελληνική Λογοτεχνία Γ΄Λυκείου. Ρίτσος-Δημουλά, εκδόσεις Πατάκη 1999
Ο) Σοφία Μπαρδάνη-Σημαντήρη, Δοκιμές στην «Τέταρτη Διάσταση» του Γ. Ρίτσου, εκδόσεις Γρηγόρη 2005
Π) Αγαθή Γεωργιάδου, Ιδανικές φωνές κι αγαπημένες. Ρίτσος-Βρεττάκος-Ελύτης-Εμπειρίκος-Εγγονόπουλος. Εκδόσεις Μεταίχμιο 2006
Ρ) Δημήτρης Κόκορης, Μια φωτιά, η ποίηση σχόλια στο έργο του Γ. Ρ., εκδόσεις Σοκόλη 2003
Σ) Βαγγέλης Κάσσος, Η Τέταρτη Διάσταση του Γ. Ρ., β΄έκδοση, εκδόσεις Καστανιώτη 2000(πρώτη εκδόσεις Σμίλη 1991)
Τ) Άκης Γαβριηλίδης, Η αθεράπευτη νεκροφιλία του ριζοσπαστικού πατριωτισμού. (Ρίτσος-Ελύτης-Θεοδωράκης-Σβορώνος), εκδόσεις Futura 2006
Υ) Γεώργιος Παπαντωνάκης, Εισαγωγή στην παιδική ποίηση του Γ. Ρίτσου, εκδόσεις Οδυσσέας 1996
Φ) Άκι Μικρομάτη, Ο Επιτάφιος του Γιάννη Ρίτσου, Λευκωσία 1996
Χ) Πρακτικά 14ου Συμποσίου Ποίησης 1-3/7/1994, εκδόσεις Αχαϊκές Εκδόσεις 1996 (Α, Εμπειρίκος-Γ. Ρίτσος-Περιοδικά)
Ψ) ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟ ΣΥΜΠΟΣΙΟ, Γιάννης Ρίτσος Πάντα παρών στο κάλεσμα της Εποχής, εκδόσεις Σύγχρονη Εποχή 2011
Ω) Γιάννης Ρίτσος (1909-1990) (Λέσχη Αθανάτων), έκδοση εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ 1/5/2009
Και 
αφιερώματα περιοδικών:
• Ελίτροχος τχ. 4,5/Χειμώνας 1995
• Ομπρέλα τχ. 31/ 12, 1995
• Έρευνα τχ. 81-83/10,12,1997
• Θέματα Λογοτεχνίας τχ. 10/11,1998-2/1999, εκδόσεις Γκοβόστη
• Τετράδια Ευθύνης τόμος 40/2003 (Οδυσσέας Ελύτης-Γιάννης Ρίτσος)
• Η λέξη τχ. 182/ 10,12, 2004
• Αιολικά Γράμματα τχ. 208/ 7,8,2004
• Νέα Σύνορα τχ. 97/1,6,2005
• Νέα Αριάδνη, τχ. 60/10,11,12,2008
• Θέματα Λογοτεχνίας τχ. 42/9,12,2009
• Οδός Πανός τχ. 146/12,2009 (Κωνσταντίνος Π, Καβάφης)
• Θέματα Παιδείας τχ. 37-38/Α-Κ. 2009 (100 χρόνια από τη γέννησή του)
• Οδηγητής τχ. 960/4,2009
• Ουτοπία τχ. 88/1,2,2010
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΑ
• Βραδιές, Γιάννης Ρίτσος (Φαίδρα), Μέγαρο Μουσικής Αθηνών 2002
• Η Ελένη του Γιάννη Ρίτσου. Βασίλης Παπαβασιλείου 2002

Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 10 Ιουνίου 2018
Και εχθές και σήμερα και αύριο πάντα ΠΑΡΟΥΣΑ η ποίηση του Γιάννη Ρίτσου         
          



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου