Καβαφικά
πεζά
«Η
μέθοδος ωστόσο της ποίησης δεν είναι να αντιδικεί καλά και σώνει με την
ιστορία, αλλά να ελέγχει την αφαιρετική όρεξη του ιστορικού (και προπαντός: του
ψευδοϊστορικού), επαναφέροντας στο προσκήνιο τη μοριακή προσωπική εμπειρία και
επιμένοντας στις συγκρίσεις πού προκύπτουν από την παραβολή της προς την
ιστορική ή ψευδοϊστορική της αντιγραφή»
Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης
Θεωρώ,
ότι το απόσπασμα αυτό του κυρού καθηγητή Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη ταιριάζει στην
παράθεση των Καβαφικών πεζών κειμένων που αντιγράφω και μας επεξηγεί με τρόπο
καθαρό την σχέση της Ποίησης με την Ιστορία. Εξ άλλου, την άμεση αυτή σχέση
διερευνά και στην ποίηση των τριών ποιητών με την μελέτη του, και την πολιτική
επέκταση του ποιητικού τους λόγου. Η σχέση αυτή,-του ποιητικού λόγου με την
ιστορία-είναι πέραν του δέοντος εμφανής στο έργο του αλεξανδρινού Κωνσταντίνου
Π. Καβάφη. Είναι βέβαιο, ότι ένας ποιητής δεν γίνεται και δεν είναι ο ρόλος του
να αντικαταστήσει τον ιστορικό και το έργο του, μπορεί όμως, αν διαθέτει
ιστορική στόφα και αληθινό διαρκές ενδιαφέρον για την ιστορία, να απεικονίσει ή
να μεταφέρει μέσα στην ποίησή του ιστορικά γεγονότα και καταστάσεις, πρόσωπα ή
διλλήματα που άλλαξαν την πορεία μιας χώρας ή περιόδους της, ή στάθηκαν
κομβικοί σταθμοί μέσα στην ιστορική εξέλιξη. Και δεν μιλώ για την ιστορία ως
ποιητικό φόντο του ποιητικού κάδρου, μόνο σαν περιπτωσιολογική θεματική
επεξεργασία, αλλά σαν μια ποιητική ερμηνεία της ιστορίας που «σπάει» κατά
κάποιον τρόπο την γραμμική και ίσως ψυχρή αφήγηση του ιστορικού και του λόγου
του. Την αναγκαία μορφή του λόγου και του ύφους της ιστορικής ερμηνευτικής
εξιστόρησης που είναι υποχρεωμένος να έχει ένας ιστορικός εξαιτίας της
ιδιότητάς του. Ο ποιητικός λόγος χωρίς να αυθαιρετεί, ή αν δεν αυθαιρετεί
κραυγαλέα-δηλαδή προπαγανδιστικά-έρχεται και εμπλουτίζει την μακροιστορία με
μια λυρική θα γράφαμε διάθεση, καθώς ο φακός της ερμηνείας του στέκεται και
στην μικροιστορία είτε των ίδιων των ποιητών είτε άλλων ατόμων που σχετίστηκαν
με τον βίο του ποιητή. Η σύζευξη αυτή, διαχρονικά (αρχινώντας από τον παππού
μας τον Όμηρο, τα δημοτικά μας τραγούδια, τα μεσαιωνικά έπη και τον έντεχνο
λόγο) και εξακολουθητικά, μας έδωσε εξαιρετικές ποιητικές συνθέσεις και έργα
και στάθηκε αρωγός στο πολυπληθές ανώνυμο κοινό (που δεν σκοτίζεται να διαβάσει
ένα ιστορικό βιβλίο ή σύγγραμμα) στην ευρύτερη αποδοχή και κατανόηση στιγμών
της ελληνικής ιστορίας και των περιπετειών της, που δεν θα γινόντουσαν ίσως
γνωστές από τις αμιγώς ιστορικές σελίδες ενός βιβλίου. Εξαίρεση αποτελεί στις
μέρες μας ο κινηματογραφικός ή τηλεοπτικός φακός. Γιατί μάλλον η Ιστορία είναι
κινούμενες μεταβαλλόμενες τυχαίας πολλές φορές εικόνες της συγκεκριμένης
πραγματικότητας. Η γραφή, η μεταγενέστερη, δεν είναι παρά ένας στατικός εκ των
υστέρων ερμηνευτικός προσανατολισμός της. Μια επιβεβλημένη επιθυμία κατανόησης
των δεδομένων την στιγμή που συνέβησαν και πως θα επαναληφθούν ή δεν θα
επαναληφθούν στο μέλλον.
Η ελληνική ιστορία στο διάβα της, πολλά γεγονότα
της, δραματικά και καταλυτικά που σημάδεψαν την πορεία της, ορισμένα κυρίαρχα
πρόσωπά της που ξεχώρισαν, την διαμόρφωσαν και κατ’ επέκταση άλλαξαν την μορφή
της ελλάδας, επώνυμοι και ανώνυμοι αγωνιστές, όλα αυτά και άλλα, έχουν σταθεί
πολύτιμο υλικό για ποιητές και συγγραφείς, έχουν εικονογραφηθεί με εξαιρετικό
τρόπο από έλληνες ποιητές τόσο των παλαιότερων ποιητικών γενεών όσο και των
νεότερων. Να τονίσουμε κάτι γνωστό στους παροικούντες στην λογοτεχνική
Ιερουσαλήμ, ότι ο πεζογραφικός λόγος περισσότερο από τον ποιητικό, έχει δείξει
ενδιαφέρον και προτίμηση στο θέμα αυτό. Την σύζευξη δηλαδή της
ιστορίας-παλαιότερης και πρόσφατης-με την μυθοπλασία. Η λογοτεχνία στάθηκε
περισσότερο δεκτική στο ζήτημα αυτό. Παρόμοιο παράδειγμα συναντάμε στον
θεατρικό λόγο και σε θεατρικούς συγγραφείς που οικοδόμησαν τις υποθέσεις τους
βασισμένοι σε ιστορικά γεγονότα. Περιορίζομαι μόνο στην σχέση του ποιητή με την
ιστορία λόγω θέματος, και δεν αναφέρομαι στους δεκάδες απομνημονευματογράφους,
σε αυτούς που μας άφησαν ημερολόγια, τους αφηγητές ιστορικών γεγονότων και
ενεργειών κλπ. Είδη γραφής που ενέχουν το στοιχείο του αφηγηματικού ρεπορτάζ.
Αναγνωρίζουμε ότι το «Άξιον Εστί» του νομπελίστα μας ποιητή Οδυσσέα
Ελύτη δεν μπορεί να αντικαταστήσει τον λόγο και την ερμηνεία ενός καθεαυτού
ιστορικού, όμως το διαβάζουμε με ικανοποίηση, το τραγουδάμε, το
σιγοψιθυρίζουμε, θυμόμαστε εικόνες του, μεταφέρουμε στον χρόνο ποιητικές του
λέξεις, το μελετάμε, το αποδεχόμαστε ως μια ποιητική φωνή που αληθεύει των
ιστορικών ελληνικών εμπειριών. Και ίσως, δύναται ο ποιητικός επικός λόγος του
ποιητή να συμβάλλει στην αύξηση του ενδιαφέροντος του αναγνωστικού και όχι μόνο
κοινού της ποίησης, για την πρόσφατη ή παλαιότερη ιστορία του τόπου του και τις
στιγμές που το κοινό βίωσε σε προγενέστερες ιστορικές εποχές. Ανώνυμων και
επώνυμων Ελλήνων αυτήκοων μαρτύρων των πολεμικών συμβάντων και περιπετειών. Αν
αυτό μπορούμε να το ισχυριστούμε για τους λεγόμενους «πολιτικούς» ποιητές,
μπορούμε διευρύνοντας την κατηγορία, να μιλήσουμε για την ιστορική πλευρά της
ποίησης του γενάρχη του ποιητικού λόγου τον Διονύσιο Σολωμό, πολλούς ποιητές
καθαρευουσιάνους, τον Κωστή Παλαμά, τον Άγγελο Σικελιανό, τον Κωνσταντίνο Π.
Καβάφη, τον Τάσο Λειβαδίτη, την Ρίτα Μπούμη-Παππά, τον Κώστα Βάρναλη, τον
Γιώργο Σαραντάρη, τον πειραιώτη Γεώργιο Στρατήγη και αρκετούς άλλους και άλλες
συγγραφείς. Αυτό το όχι υπόγειο ρεύμα της πρόσφατης ιστορίας με βεβαιότητα το
βρίσκουμε σ’ όλη του σχεδόν την ποιητική διαδρομή του ποιητή της Ρωμιοσύνης
Γιάννη Ρίτσου. Ο Γιάννης Ρίτσος, είναι ένας κατ εξοχήν πολιτικός αλλά
ταυτόχρονα και ιστορικός ποιητής της σύγχρονης γραμματείας μας. Αυτό δεν
μειώνει την σφαιρικότητα και πολυπρισματικότητα του ποιητικού του λόγου, το
διαρκές ενδιαφέρον του και για άλλες πλευρές του ανθρώπινου βίου και της ζωής
εν γένει, είναι όμως ένας γνήσιος ιστορικός-πολιτικός ποιητής. Οι αναφορές του
είναι τόσες πολλές που δεν μπορούν να μετρηθούν όχι τόσο λόγω του ποιητικού του
όγκου αλλά γιατί θα γυμνωθεί η ποιητική του επιθυμία και φιλοδοξία άκαιρα και
σχολαστικά χωρίς θετικά αποτελέσματα για την αποδοχή του έργου του. Εφόσον
επαναλαμβάνω αποδεχτούμε ότι συμπλέουν ο ιστορικός με τον πολιτικό λόγο. Ότι
είναι δυσδιάκριτα τα διαφορετικά ίσως ίχνη τους. Ιστορικές μνήμες και ιστορική ατμόσφαιρα,
συναντάμε και στο ποιητικό έργο του επίσης νομπελίστα μας Γιώργου Σεφέρη. Ο
ποιητής εξιστορεί με ποιητικό τρόπο πρόσφατα της γενιάς του ιστορικά γεγονότα
και εθνικές καταστροφές. Τραγικές μνήμες και καταστροφικά περιστατικά της
ελληνικής ιστορίας του προηγούμενου αιώνα. Πολιτικές ενέργειες και αποφάσεις
που στάθηκαν μοιραίες για την χώρα και τους έλληνες. Η εμβέλεια του ποιητικού
του λόγου αγγίζει τραυματικές χρονικές στιγμές της χώρας μας που ακόμα και
σήμερα δεν έχουν επουλωθεί. Το άδικα χυμένο αίμα υπόγεια αρδεύει τις
συνειδήσεις και τις καρδιές πολλών σύγχρονων ελλήνων. Το κέρδος για εμάς τους
αναγνώστες είναι ότι ο ποιητής και διπλωμάτης Γιώργος Σεφέρης ευτυχώς, μας
κληροδότησε τους τόμους των Ημερολογίων του, τις πολιτικές του σημειώσεις και
καταγραφές, τα Πολιτικά του Ημερολόγια κλπ. Με την κληρονομιά αυτή η παράλληλη
ποιητική και ημερολογιακή εξιστόρηση των ιστορικών γεγονότων της πατρίδας μας,
γίνεται συμπληρωματικά, εποικοδομητικά, επιβοηθητικά, ερμηνευτικά χρηστικά και
ίσως αρμονικότερα αποτυπώνονται στην συνείδηση του αναγνώστη τόσο της ποίησης
όσο και της ιστορίας. Ένας ιστορικός, σαν επιστήμονας, επιβάλλεται να ερευνήσει
το καταγεγραμμένο ιστορικό γεγονός σύμφωνα με την μεταγενέστερη εξέλιξή του,
ένας ποιητής ορμώμενος από άλλες παραμέτρους μπορεί να ασχοληθεί με το γεγονός
αυτό, αναβιώνοντάς το και δίνοντάς του μια άλλη διάσταση χωρίς να χάνεται η
αλήθεια του. Ίσως, ο ποιητικός λόγος στις μεγάλες μάζες μπορεί να μεταφέρει ανετότερα
τα ιστορικά συμβάντα και χωρίς αποτρεπτικούς πολιτικούς ή κομματικούς
χρωματισμούς που ενδεχομένως προβάλλονται από τον ιστορικό πάνω στο εξεταζόμενο
πρόβλημα. Πάντως, όσες φορές το ποιητικό ταλέντο ενός ποιητή συνάντησε το
ποιητικό τάλαντο ενός ιστορικού το αποτέλεσμα ήταν εξαιρετικό, και τα
παραδείγματα μέσα στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας είναι πάρα πολλά.
Και
στον ποιητικό λόγο του Κωνσταντίνου Π. Καβάφη συναντάμε διαχρονικές στιγμές και
γεγονότα της ελληνικής ιστορίας και των προσώπων της. Κυρίως στη δική του ποίηση
στρεφόμαστε όταν εξετάζουμε ιστορικά γεγονότα της αρχαιότητας, της ελληνιστικής
εποχής της βυζαντινής περιόδου. Εξετάζουμε τον προσωπικό του ποιητικό φακό, την
ιδιαίτερη ερμηνευτική και σχολιασμό του, αφουγκραζόμαστε τους ψίθυρους των
ερμηνευτικών του προβολών στο σήμερα. Επιδιώκουμε να αποκρυπτογραφήσουμε τις
σκουρόχρωμες πτυχές της ιστορικής του ματιάς, να αισθανθούμε την ιστορική του
αναπνοή να μας αναζωογονεί, να νιώσουμε την ποιητική του ανάσα η οποία
ξαναζωντανεύει στα μάτια μας πρόσωπα, γεγονότα, περιπέτειες, αψιμαχίες,
διλλήματα του παρελθόντος. Η ιστορική κυρίως πλευρά του αλεξανδρινού ποιητή, ο
ιδιαίτερος φωτισμός της ελληνικής ιστορίας, η επανανάγνωση της και η σύνδεσή
της με πρόσωπα και καταστάσεις των ιστορικών ημερών του, και η σύνδεσή της με
πολιτικές, κοινωνικές και προσωπικές συνθήκες, καθιστά το ποιητικό του έργο σημείο
αναφοράς για ποιητές και ιστορικούς. Σημείο προσέγγισης των δύο πλευρών. Δεν
έχουμε μόνο τον ηδονιστή ποιητή, τον ποιητή της ομοφυλόφιλης ερωτικής
επιθυμίας, των προσωπικών του καθαρά ομοφυλόφιλων επιλογών και προτιμήσεων, μια
ερωτική προσωπική του διαδρομή που στα δυσμάς του βίου του αναπολεί με πίκρα, νοσταλγία
και κάπως ντεκαντάνς διάθεση μέσα από τα μονοπάτια της εναργούς μνήμης του.
Υπάρχει η φιλοσοφική πλευρά της ποίησής του, η ενασχόλησή του με ζητήματα αισθητικής,
υπάρχει το θέμα της ποιητικής του γλώσσας, η διαφοροποίησή τους από τους
ποιητές της γενιάς του, εντός και εκτός ελληνικής επικράτειας, υπάρχει ο
μοντερνιστής διεθνώς αναγνωρισμένος Καβάφης. Στεκόμαστε με προσοχή στην
οντολογική πλευρά του ποιητικού του λόγου, αποκρυπτογραφούμε την χριστιανική,
την εθνική με δυό λόγια της θρησκευτική του πλευρά, και φυσικά, κυριαρχεί, ο
ιστορικός και αρχαιολογικός Καβάφης. Ο αλεξανδρινός ποιητής διατηρεί έναν
ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας με την ιστορία και τα πρόσωπά της. Συνομιλεί μαζί
τους ανταλλάσσει γνώμες και επανερμηνεύει τις πράξεις τους. Το ποίημά του Τα
Άλογα του Αχιλλέα πχ. μπορεί να ειδωθεί και σαν ιστορικό ποίημα και σαν
ερωτικό. Μπορούμε να γράψουμε με αρκετή επιφύλαξη, ότι ενώ στο ερωτικό πεδίο
της ποίησης του η ατμόσφαιρα είναι μια «κλαίουσα μνήμη» των ύστερων γηρατειών,
ασφαλώς, με εξαιρετικές ηδονικές στιγμές και ερωτικές εικόνες, θεσπέσιες
εικόνες άρτιας ομοφυλόφιλης αισθητικής ζωής ιδιαίτερων συναντήσεων μεταξύ
ατόμων του ιδίου φύλου, ανάδειξη της σωματικής ομορφιάς σε πρότυπο αναφοράς,
χείλη, μάτια, σωματικά μέλη αγαλματικής τελειότητας, απεικονίσεις που
λατρεύουμε, υποκλινόμαστε στην τεχνική του μαεστρία, στο ύφος γραφής του, στην
γλώσσα του, που παρότι ξενίζει, κουβαλά πολλαπλά και πλούσια αποθέματα
ερωτισμού μέσα της, η Ιστορία, σαν κινητήριος μοχλός εξελίξεων ατόμων και
προσώπων, κυριαρχεί στο πλήθος των ποιημάτων του. Την ατμόσφαιρά της την
διαισθανόμαστε συνεχώς, την υποψιαζόμαστε στις πιο απρόβλεπτες στιγμές της
ποιητικής του. Η ποιητική του φωνή γίνεται οντολογικότερη όταν επεξεργάζεται
θέματα ιστορικής φύσεως, αποκτά τα εχέγγυα και την αποδοχή που έχει ο καθαρός
ιστορικός λόγος. Και αν αληθεύουν οι σκέψεις αυτές, ο ιστορικός ποιητικός λόγος
του Καβάφη, είναι συμπληρωματικός του αρχαίου ή της σύγχρονης εποχής ιστορικού
από όπου αντλεί τα μοτίβα της ποίησής του. Η ιστορική ματιά του αλεξανδρινού
εστιάζεται στην αρχαία, την ελληνιστική, την βυζαντινή περίοδο αλλά φτάνει και
μέχρι την Μικρασιατική Καταστροφή. Απουσιάζει μόνο η επαναστατική και
απελευθερωτική περίοδος του 1821.
“C’ est tout mon baggage en prose”
[Απόπειρα
εξομολόγησης]
Μ’ επέρασεν από τον νούν απόψε να γράψω διά τον
έρωτά μου. Και όμως δεν θα το κάμω. Τι δύναμι που έχει η πρόληψις. Εγώ
ελευθερώθηκα από αυτήν’ αλλά σκέπτομαι τους σκλαβωμένους υπό τα μάτια των
οποίων μπορεί να πέση αυτό το χαρτί. Και σταματώ. Τι μικροψυχία. Άς σημειώσω
όμως ένα γράμμα-Τ-ως σύμβολον αυτής της στιγμής.
9.11.1902
Δεν ξεύρω αν η διαστροφή δίδει δύναμιν. Κάποτε το
νομίζω. Αλλά είναι βέβαιον ότι είναι η πηγή μεγαλείου.
13.12.1902
--
[Γνώμη
για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη]
Προθύμως απαντώ εις την αίτησίν σας να εκφράσω την
γνώμη μου περί του διηγηματογράφου μας Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη.
Είς όσα έργα του εδιάβασα μ’ έκαμεν εντύπωσιν
η περιγραφική του δύναμις. Με φαίνεται ότι είναι λαμπρά ασκημένος στης
περιγραφής την τριπλήν ικανότητα-τα ποια πρέπει να λεχθούν, τα ποια πρέπει να
παραλειφθούν, και εις τα ποια πρέπει να σταματηθεί η προσοχή.
Στα
«Ροδιν’ Ακρογιάλια», το έργο του που εφάνηκε στο περιοδικό σας, είναι έκτακτα
επιτυχημένος όλος εκείνος ο γύρος στην παραλία («Νέα Ζωή», έτος 4ον
σελ. 668-673).
Το καφενείον του γέρου Γατζίνου πρώτα, κ’ έπειτα τα
σπίτια των νοικοκυραίων που ξυπνούν ένα ένα μες στο χάραγμα είναι παρουσιασμένα
με τέχνην ασφαλή. Και τι καλά περιγραμμένες στην «Φόνισσα» («Παναθήναια», Τομ.
5ος Οκτ. 1902-Μαρτ. 1903) είναι η οι νύχτες που περνά άγρυπνη η
Φραγκογιαννού κοντά στο εγγόνι της μές στο σπίτι της Δελχαρώς’ κ’ επίσης η
πρωινή της μετάβασις στον ελαιώνα, με την είσοδο στην εκκλησία του Άι Γιάννη
του Κρυφού, και την μοιραίαν επίσκεψι στον μπακτσέ του Γιάννη του Περιβολά’ και
οι σκηνές στο πλυσταριό του κυρ Ροσμαή.
--
[ΕΛΛΗΝΕΣ
ΚΑΙ ΟΧΙ ΡΩΜΑΙΟΙ]
Μήτε
αξιοσύστατη, μήτε αναγκαία.(1) Θα έπρεπε ν’ αποδίδεται εις τα Κράτη-εφ’ όσον ο
ιστορικός έχει την δυνατότητα να το κάμη-η ονομασία που παρέχει, εντελέστερα,
μιάν ιδέα της συνθέσεώς των και της γλώσσας των. Μετά τον 8ο αιώνα
και ίσως ήδη μετά τον 7ο – ο όρος «Ρωμαίος» αποβαίνει απατηλός. Η
αυτοκρατορία δεν ήταν «Ρωμαϊκή» εθνικώς’ δεν ήταν Ρωμαϊκή γλωσσικώς’ δεν
ωνομάζετο «Ρωμαϊκή» από τα σύγχρονα Ευρωπαϊκά έθνη.
Οι
Έλληνες, είναι αληθές, αυτεκαλούντο «Ρωμαίοι» για ν’ αποφεύγουν το όνομα του
«Έλληνος» που εσήμαινε ειδωλολάτρης. Αργότερα, από του 13ου αιώνος
μέχρι και του 15ου, όταν η συνάφεια μεταξύ «Ελληνισμού» και
παγανισμού εξησθένησε, το παλαιό όνομα επανεμφανίζεται σε μερικούς χρονογράφους
και ακόμη ο Βυζαντινός Μονάρχης αποκαλείται ενίοτε «Βασιλεύς των Ελλήνων», όπως
ο σημερινός Έλλην βασιλεύς.
Εξ
άλλου, η πρόσληψις από τους Έλληνας του ονόματος «Ρωμαίοι», εκ λόγων
θρησκευτικών, δεν είναι αιτία επαρκής για να χαρακτηρισθούν επτά αιώνες
νοτιο-ανατολικής ευρωπαϊκής ιστορίας με μιάν ονομασία που προκαλεί σύγχυσι, σε
όσους δεν γνωρίζουν διόλου ή γνωρίζουν πολύ ολίγο την μακράν αυτή περίοδο. Όσοι
την κατέχουν θα θεωρήσουν την ονομασία ως μη επιστημονική. Ο ιστορικός θα
έπρεπε να πασχίζη να χρησιμοποιή όρους επακριβείς και σαφείς. Ο όρος «Ρωμαίος»
μας δίνει την ιδέα ενός λατινόφωνου λαού που κατοικεί την Ιταλία, ή κατάγεται από
αυτήν (και πολιτικώς, μιάς επικρατήσεως ή εξουσίας ενός τέτοιου λαού επί ξένων
εθνών, όπως κατά τους τελευταίους χρόνους της Δημοκρατίας και τους πρώτους
αιώνας της Αυτοκρατορίας). Ο όρος «Έλλην» μας δίνει την ιδέα λαού ελληνόφωνου
που κατοικεί το Νότιο τμήμα της Βαλκανικής Χερσονήσου, τάς νήσους της
Ανατολικής Μεσογείου και την Δυτική Μικρασία ή κατάγεται από τους τόπους
αυτούς. (Το όνομα «Ρωμαίος» μπορεί επίσης να επεκταθή είς εκλατινισμένο, και το
όνομα «Έλλην» εις εξελληνισμένο πληθυσμό). Το ανατολικό τμήμα του Κράτους, που
υπήρξε η Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, δεν περιελάμβανε, μετά τον 7ο ή 8ο
αιώνα, σχεδόν κανένα Λατίνο’ συνέκειτο σχεδόν εξ ολοκλήρου από Έλληνας. Αν
επιθυμούμε να γράφωμε ιστορία προσεκτικά-σημειώνοντας τις αλλαγές που επιφέρει
ο χρόνος και καθιστώντας τες σαφείς στην ορολογία μας-θα ωφείλαμε να αποκαλούμε
το τμήμα αυτό Ελληνική Αυτοκρατορία’ ή άλλως Βυζαντινή, που περιέχει την ίδια
σημασία, και η οποία είναι εν χρήσει μεταξύ των σημερινών Ελλήνων. Αυτούς θα
έπρεπε ν’ αναγνωρίζωμε ως επαρκή αυθεντία σε ό,τι αφορά το παρελθόν τους εξ
αιτίας της διακριτικής εκείνης ικανότητος την οποίαν οι φυλές αντλούν από την
εξοικείωσί τους με την γραμμή πλεύσεως του εθνικού των βίου.
(1) Είναι
η ονομασία Ρωμαίος ή Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία.
Neither advisable, nor necessary. States should be
given-when the historian has the option-the appellation which best conveys an
idea of their composition and their language. After the 8th
century-and perhaps even the 7th- “Roman” becomes a misleading term.
The empire was not “Roman” ethnically; it was not “Roman” by language; It was
not called “Roman” by contemporary European nations.
The Greeks, it is true, called themselves
“Romaioi” in order to avoid the name of “Hellene” which denoted the idolater.
Later, from the 13th century and on into the 15th, when
the connection between “Hellenism” and paganism grew less present, the old name
reappears in some chronographers, and even Byzantine Monarch is occasionally
called by them-like the actual Greek king-“Basileus Hellenon”.
Besides, the assumption, from religious
motives, of the name of “Romaioi” by the Greeks is not a sufficient reason to
label seven centuries of South Eastern European history with a designation
which is confusing to those who are unacquainted or but little acquainted with
that long period, and which will be found unscientific by those who are
conversant with it. The historian should endeavour to use accurate and clear
terms. “Roman” conveys to us the idea of a Latin-speaking people, dwelling in
or originating from Italy (and, politically, the predominance or rule of such a
people, as in the last ages of the Republic and the first centuries of the
Empire, over foreign nations). “Greek-speaking people dwelling in or
originating from the Southern part of the Balkan Peninsula, the islands of the
Eastern Mediterranean, and Western Asia
Minor. (The name Roman can also be
extended to a latinised, and the name Greek to a hellenised population). The
eastern section of what had been the Roman Empire contained, after the 7th
or 8th century, almost none of the former element; it consisted
almost entirely of the latter. If we wish to write history carefully-noticing
the changes effected by time, and making them evident in our terms-we should
call that section the Greek Empire; or them the Byzantine, which connotes the
same meaning, and which is a designation in use among the Greeks of to day, who
should be accounted fair authorities on their past by reason of that
discriminating capacity which races derive from familiarity with the trend of
their national life,
C. P. C.(Konstantinos Cavafys)
--
[ΑΥΤΕΓΚΩΜΙΟ]
Δεν
συμμερίζομαι την γνώμη εκείνων που διατείνονται ότι το έργο του Καβάφη, με το
να είναι ένα έργο ιδιότυπο και να μην ανήκει σε καμμιά από τις γνωστές σχολές,
θα μείνη για πάντα ούτως ειπείν μια ειδικότης της ποιήσεως, η οποία δεν θα εύρη
μιμητάς.
Μιμητάς,
αληθώς επιπολαίους ως επί το πλείστον, ανακαλύπτω ήδη και όχι μόνο μεταξύ των
Ελλήνων ποιητών. Σπάνια αλλά χτυπητά δείγματα της επιρροής του Καβάφη
διεπιστώθηκαν λίγο-πολύ παντού. Φυσική συνέπεια κάθε έργου αξίας και προόδου.
Ο Καβάφης
κατά την γνώμη μου, είναι ποιητής υπερμοντέρνος, ποιητής των μελλουσών γενεών.
Εκτός από την ιστορική, ψυχολογική και φιλοσοφική αξία του, η λιτότης του ύφους
του, που εγγίζει ενίοτε τον λακωνισμό, ο ζυγισμένος ενθουσιασμός του που ελκύει
προς την διανοητική συγκίνησι η ορθή φράσις του, αποτέλεσμα μιας αριστοκρατικής
φυσικότητος, η ελαφρά ειρωνεία του, αντιπροσωπεύουν στοιχεία που θα εκτιμήσουν
ακόμη περισσότερο οι γενεές του μέλλοντος, παρακινημένος από την πρόοδο των
ανακαλύψεων και την λεπτότητα του νοητικού μηχανισμού των.
Οι
σπάνιοι ποιηταί σαν τον Καβάφη θα καταλάβουν τότε πρωτεύουσα θέσι σ’ έναν κόσμο
που θα σκέπτεται πολύ περισσότερο παρά σήμερα. Με αυτά τα δεδομένα, υποστηρίζω
ότι το έργο του δεν θα μείνη απλώς κλεισμένο μέσα στις βιβλιοθήκες σαν ένα
ιστορικό τεκμήριο της ελληνικής λογοτεχνικής εξελίξεως.
Je ne suis pas de l’ avis de ceux qui
pretendent que l’ oeuvre de Cavafy, etant une oeuvre a part, et n’ appurtenant
a aucune des ecoles connues, restera a jamais
une specialite, pour ainsi dire, de poesie, qui ne trouvera pas d’ imitateurs.
De ces imitateurs, superficiels il est
vrai pour la ploupart, j’ en decoyvre déjà, et cela non seulement parmi les
poetes grecs. De rares, mais frappants, signes de l’ influence de Cavafy ont
ete constates un toute oeuvre de valeur et de progress.
Cavafy selon mon avis est un poete
ultra-moderne, un poete des generations futures. En complement de sa valeur
historique, psychologique et philosophique, la sobriete de son style
impeccable, qui touché parfois au laconisme, son enthousiasme pondere qui
entraine a l’ emotion cerebrale, sa phrase correcte, resultat d’ un naturel
aristocratique, sa legere ironie, sont des elements que gouteront encore plus
les generations de l’ avenir poussees par le progress des decouvertes et par la
subtilite de leur mecanisme cerebral.
Les rares poetes comme Cavafy tiendront alors une place preponderante dans
un monde qui pensera beaucoup plus qu’ aujourd’ hui. Sur ces donnees, je maintiens
que son oeuvre ne restera pas simlement enfermee dans les bibliotheques comme
document historique du developpement Litteraire grec.
ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ
ΣΕ
ΤΡΙΑ ΑΠΟ ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΕΥΧΗ των Παναθηναίων εγράφησαν πολλά για το μη
αναγνωστικόν του Έλληνος και την ολίγη ενθάρυνσι που βρίσκουν το βιβλίο και το
περιοδικό.
Η γνώμες
όλες ήσαν σύμφωνες που δεν δίδεται στη φιλολογία η υποστήριξις που έπρεπε προς
όφελος υλικό των γραφόντων, και όφελος ηθικό του λαού.
Μια
τέτοια κατάστασις είναι αναντιρρήτως δυσάρεστη και βλαβερή. Η έλλειψη προσηκούσης
υλικής υποστηρίξεως εμποδίζει συχνά την ανάπτυξι πολλών ταλάντων, αν όχι της
πρώτης γραμμής (διότι η μεγάλη διάνοια, πιστεύω, είτε ενθαρρυνομένη είτε όχι,
θα παράξει πάντα το έργον της) όμως ταλάντων αξίας, κ’ εν αυτοίς και ως εκ της
συντελεστικής επιρροής των επί της μορφώσεως της όλης φιλολογίας.
Αλλά
κοντά στα πολλά δυσάρεστα και βλαβερά που έχει η κατάστασις, τα οποία
καθημερινώς γίνονται τόσον αισθητά, ας σημειώσω-για νάχουμε και μια παρηγοριά
στον καϋμό μας-κ’ ένα καλό της. Αυτό το καλό
είναι η πνευματική ανεξαρτησία την οποία χαρίζει.
Όταν
ξέρει ο γράφων που έτσι κ’ έτσι δεν θ’ αγορασθούν από την έκδοσί του παρά
ολίγιστοι τόμοι (και που θα διαβαστεί το βιβλίο του κυρίως υπό την ιδιότητα
δανεικού σώματος) διάφορα δεσμά πέφτουν αμέσως από επάνω του και αποκτά
μια ελευθερία μεγάλη στην δημιουργική
του εργασία.
Ο
συγγραφέας που έχει υπ’ όψιν βεβαιότητα, ή και πιθανότητα, να πουλήσει ολόκληρη
την έκδοσί του, και ίσως κατόπι κι άλλες εκδόσεις, επηρεάζεται ενίοτε απ’ αυτήν
την μέλλουσα πούλησι. Όσο κι δεν είναι ειλικρινής και με πεποιθήσεις θα
τύχουν-σχεδόν χωρίς να το θέλει, σχεδόν χωρίς να το νοιώθει-στιγμές που,
γνωρίζοντας πως σκέπτεται και τι αρέσει και τι αγοράζει το κοινόν, θα κάμει
κάτι μικρές θυσίες-θα πει τούτο κομμάτι αλλέως, και θα παραλείψει εκείνο. Και
δεν υπάρχει πράγμα πιο ολέθριο για την Τέχνη (μόνο που το βάζει ο νούς μου, και
φρίττω) παρά να λέγεται τούτο κομμάτι αλλέως και να παραλείπεται εκείνο.
Σ’ αυτήν
την ανεξαρτησία αποδίδω πολύ μέρος της προόδου, κατά την ποιότητα, της
συγχρόνου ελληνικής φιλολογίας.
Ας πω
ακόμη ότι αν και βέβαια είναι οδυνηρή η αδιαφορία την οποίαν η ελληνική
κοινωνία δείχνει για την φιλολογία μας, και ότι δεν μας τιμά η σύγκρισις με
άλλα έθνη εις τα οποία η ανάγνωσις θεωρείται ως σχεδόν καθήκον, εν τούτοις να
μην ξεχνούμε ότι κι αλλού δεν βρίσκει πάντα πολυάριθμον κοινόν-τουλάχιστον στην
πρώτη της εμφάνισι-η ύψιστη μορφή του στίχου, ή η τεχνικωτάτη ρύθμιση του πεζού
λόγου.
Σημειώσεις:
Α.
Το απόσπασμα του κυρού καθηγητή και δοκιμιογράφου Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη που
προηγείται των Καβαφικών κειμένων το αντλώ από το γνωστό μελέτημά του «ΠΟΙΗΤΙΚΗ
ΚΑΙ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΗΘΙΚΗ»-ΠΡΩΤΗ ΜΕΤΑΠΟΛΕΜΙΚΗ ΓΕΝΙΑ.
Αλεξάνδρου-Αναγνωστάκης-Πατρίκιος, εκδόσεις Κέδρος 1976, σ. 42.
Β.
Το κείμενο [ΕΛΛΗΝΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΡΩΜΑΙΟΙ] ένα σημείωμα που έγραψε απευθείας στα
αγγλικά ο ποιητής και την μετάφρασή του μας έδωσε ο Μιχάλης Περίδης, το
ερανίστηκα από το βιβλίο ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΟΣ Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, «ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΠΕΖΑ ΚΕΙΜΕΝΑ»,
Εισαγωγή και Μετάφραση Μιχάλη Περίδη, εκδόσεις Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου
Φέξη-Αθήνα 1963, σ.77- Γράφει σχετικά ο επιμελητής και μεταφραστής της έκδοσης
σελίδες 29-:
«Το χειρόγραφο αυτού στου σημειώματος του Καβάφη,
γραμμένου επίσης στην αγγλική ολογράφως, αποτελείται από δύο συγκολλημένα φύλλα
(25,5Χ21 εκατ.). Μόνο οι δύο όψεις του καλύπτονται από την γραφή, η πρώτη εξ
ολοκλήρου και η άλλη κατά το ήμισυ. Το χειρόγραφο υπογράφεται με τα λατινικά
αρχικά του ονόματος του ποιητή C.
P.
C.
Συχνά ο
Καβάφης εσχολίαζε, επέκρινε ή ανασκεύαζε ισχυρισμούς και αποτιμήσεις συγγραφέων,
των οποίων τα έργα εδιάβαζε. Συνέτασσε τότε σημειώματα που παρενέβαλλε στις
σελίδες των βιβλίων στις οποίες αυτά αναφέροντο. Τα σημειώματα είναι γραμμένα
σχεδόν πάντοτε στην αγγλική’ σπανίως στην ελληνική.
Το
δημοσιευόμενο σημείωμα, που τιτλοφορώ «Έλληνες και όχι Ρωμαίοι», επικρίνει και
ανασκευάζει κατά πάσαν πιθανότητα, την σχετική με τον τίτλο ορολογία του έργου:
“A
History
of
the
Later
Roman
Empire
from
Arcadius
to
Irene”
του Άγγλου ιστορικού J.
Bury,
που εξεδόθη το 1891. (1) Ο συγγραφεύς αυτός ονομάζει Ρωμαίους τους κατοίκους
του νοτιανατολικού τμήματος της Βαλκανικής Χερσονήσου και Ρωμαϊκή την Ανατολική
Αυτοκρατορία της περιόδου μεταξύ των αρχών του 5ου και τέλους του 8ου
μ. Χ. Ο Καβάφης διαφωνεί. Με γλαφυρότητα, εμβρίθεια και πυκνό ύφος αποδεικνύει
ότι από του 8ου αι. και ίσως από του 7ου, η Ανατολική
Αυτοκρατορία δεν ήταν ρωμαϊκή εθνικώς ή γλωσσικώς και δεν ωνομάζετο ρωμαϊκή από
τα σύγχρονά της ευρωπαϊκά έθνη. Ήταν ελληνική και ελληνόφωνοι οι κάτοικοί της.
Το
σημείωμα αρχίζει με την φράσι: «Μήτε αξιοσύστατη, μήτε αναγκαία». Εννοιολογικώς
η φράσις συμπληρώνεται ως εξής: «είναι η ονομασία Ρωμαίος ή Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία» (2).
Ενώ οι
Γάλλοι ιστορικοί Ραμπώ, Σλουμπερζέ, Γκασκέ, Ντίλ, ο πρώτος από του 1870 και οι
άλλοι από του 1884 και 1888, για να μην αναδράμω στον Γάλλο επίσης Ντυκάνζ του
17ου αι. αποκαλούν την Ανατολική Αυτοκρατορία βυζαντινή ή και
ελληνική, οι Άγγλοι, από προσήλωσι στην εσφαλμένη παράδοσι της βιβλιογραφίας
τους, χρησιμοποιούσαν μέχρι πρό μερικών δεκαετηρίδων, την ονομασία ρωμαϊκή με
τον προσδιορισμό μεταγενέστερη ή ανατολική αυτοκρατορία.
Το
σημείωμα θα εγράφη γύρω στα 1900, όπως μαρτυρεί η μορφή της υπογραφής, την
οποία ο Καβάφης δεν μεταχειρίσθηκε στα πεζά του παρά από του 1898.».
1.Ο ίδιος ιστορικός εδημοσίευσε, στα 1912, τη συνέχεια του βιβλίου του, υπό τον τίτλο “A History of the eastern Roman Empire from the fall
of Irene to the accession of Basil 1” (802-867).
2,Το σημείωμα θα είχε τοποθετηθή μέσα στο βιβλίο του
Bury
απ’ όπου θα έπεσε.
Γ.
Το Απόπειρα Εξομολόγησης σ.303 και το Γνώμη για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη
σ.105 καθώς και το Αυτοεγκώμιο σ.83 είναι ερανισμένα από το βιβλίο του ΑΝΕΚΔΟΤΑ
ΠΕΖΑ σε εισαγωγή και μετάφραση Μιχάλη Περίδη.
Δ.
Το 1963, τριάντα χρόνια από τον θάνατο του ποιητή, (Konstantinos Cavafis Αλεξάνδρεια 29
Απριλίου 1863-Αλεξάνδρεια Αιγύπτου 29 Απριλίου 1933), (που αποδέχονταν μόνο τα
154 δημοσιευμένα ποιήματά του) ο εκδοτικός οίκος του Γεωργίου Φέξη, «ΝΕΑ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΦΕΞΗ» εξέδωσε δύο νέους τίτλους με ανέκδοτα πεζά του αλεξανδρινού
ποιητή.
Το
πρώτο βιβλίο είναι το: ΚΑΒΑΦΗ, «ΠΕΖΑ» παρουσίαση-σχόλια
Γιώργος Α. Παπουτσάκης, Copyright
για τα Καβαφικά κείμενα: by
ALEXANDRE
D.
SINGOPOULO,
διαστάσεις 18Χ25, σελίδες 310. Στον
κολοφώνα αναγράφονται τα εξής: ΤΟ ΤΥΠΩΜΑ ΤΩΝ ΑΝΕΚΔΟΤΩΝ ¨ΠΕΖΩΝ» ΚΕΙΜΕΝΩΝ ΤΟΥ
ΚΑΒΑΦΗ, ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΜΕΝΩΝ ΚΑΙ ΣΧΟΛΙΑΣΜΕΝΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ Γ. Α. ΠΑΠΟΥΤΣΑΚΗ, ΕΤΕΛΕΙΩΣΕ ΓΙΑ
ΛΟΓΑΡΙΑΣΜΟ ΤΩΝ ΕΚΔΟΣΕΩΝ ΦΕΞΗ, ΤΕΛΗ ΝΟΕΜΒΡΙΟΥ 1963, ΣΤΟ ΤΥΠΟΓΡΑΦΕΙΟ ¨ΠΙΓΚΟΥΪΝΟΣ¨
(ΓΕΩΡΓ. ΜΠΙΖΟΥΜΗ) ΟΔΟΣ ΛΕΚΚΑ ΑΡΙΘ.21.-ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΠΕΜΕΛΗΘΗ Ο ΑΡΗΣ ΔΙΚΤΑΙΟΣ ΣΕ CACHET ΤΟΥ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΛΕΩΝΙΔΑ ΧΡΗΣΤΑΚΗ. ΤΑ CLICHES ΕΓΙΝΑΝ
ΣΤΟ ΤΣΙΓΚΟΓΡΑΦΕΙΟ Κ. ΤΣΟΤΑΚΗ ΛΕΚΚΑ 22.
Η πρώτη
αυτή κυκλοφορία των ανέκδοτων πεζών του Καβάφη χωρίζεται σε τέσσερις μεγάλες
κατηγορίες που συμπεριλαμβάνουν τα ανάλογα περιεχόμενα.
Πρόλογος
Α΄. ΚΕΙΜΕΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ ΑΠΌ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΜΕ ΤΗΝ
ΥΠΟΓΡΑΦΗ ΤΟΥ
Το Κοράλλιον υπό μυθολογικήν έποψιν
Οι άνθρωποι φίλοι των ζώων
“Give back the
Elgin Marbles”
Τα Ελγίνεια Μάρμαρα
Νεώτερα περί των Ελγινείων Μαρμάρων
Ολίγαι λέξεις περί στιχουργίας
Ο Σακεσπήρος περί της ζωής
Ο καθηγητής Βλάκη περί της Νεοελληνικής
Οι Βυζαντινοί ποιηταί
Λάμια
Η ποίησις του κ. Στρατήγη
Το Κυπριακόν ζήτημα
Ελληνικά ίχνη εν τω Σακεσπήρω
Έλληνες λόγιοι εν Ρωμαϊκαίς οικίαις
Μια σελίς της Τρωικής ιστορίας
Μάρκου Αυγέρη: «Το τραγούδι της τάβλας»
[Γνώμη για τον Αλέξανδρο Παπαδιαμάντη]
«Εκλογαί από τα Τραγούδια του Ελληνικού λαού», υπό
Ν. Γ. Πολίτου
«Καρπαθιακά δημοτικά άσματα», υπό Μ. Γ. Μιχαηλίδου
Γρηγορίου Χ. Παπαμιχαήλ «Εκκλησία και θέατρον»
[Γνώμη για το θεατρικό έργο του Γρ. Ξενόπουλου]
[Γνώμη για το μυθιστόρημα «Ατσάλινες Κλωστές» του
Απόστολου Λεοντή]
[Γνώμη για τον Άχμετ Ράσσιμ]
[Γνώμη για το βιβλίο «Ο Ελληνισμός και η Νεωτέρα
Αίγυπτος» του Αθαν. Γ. Πολίτου]
[Απάντηση σε μιάν έρευνα για τη φιλολογική παραγωγή
των Αιγυπτιακών Ελλήνων]
[Απάντηση σε μιάν έρευνα για το “populisme”
Β΄. ΚΕΙΜΕΝΑ ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΙΗΤΗ ΑΝΥΠΟΓΡΑΦΑ
Το Μουσείον μας
Χρίστος και όχι Χρήστος
Γ΄. ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΔΗΜΟΣΙΕΥΤΑ
Mask
Romaic Folk-lore
of enchanted animals
Persian manners
Misplaced
Tenderness
Το βουνό
Μια νύξ εις το Καλιντέρι
Ανεξαρτησία
H Hubert Pernot,
“Grammaire du Grec Moderne”
Δ΄.
ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ
ΠΑΝΩ ΣΕ ΜΕΤΑΦΡΑΣΕΙΣ ΠΟΙΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ
[Πάνω σε μετάφραση του ποιήματος «Τα Παράθυρα»]
[Πάνω σε μετάφραση του ποιήματος «Πρόσθεσις»]
Έκθεσις επί της Μεταφράσεως του ποιήματος «Απουσία»
[Πάνω σε μετάφραση του ίδιου ποιήματος]
[Πάνω σε μετάφραση του ποιήματος «Στο σπίτι της
ψυχής»]
Ε΄. ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΩΠΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ.
[Ημερολόγιο από την αρρώστια και τις τελευταίες
ημέρες του Μικέ Θ. Ράλλη]
[Ημερολόγιο του πρώτου ταξιδιού στην Ελλάδα]
[Απόπειρα εξομολόγησης]
[Για τον τρόπο της καλλιτεχνικής δημιουργίας]
Το
δεύτερο βιβλίο είναι το Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗΣ, ΑΝΕΚΔΟΤΑ ΚΕΙΜΕΝΑ,
εισαγωγή και μετάφραση Μιχάλη Περίδη, έχει διαστάσεις 21Χ15 και έχει 115
σελίδες. Τα Περιεχόμενά του είναι τα εξής:
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
ΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΒΑΦΗ ΚΑΙ ΜΕΤΑΦΡΑΣΙΣ ΤΩΝ
Α. Ποιητική
Β. Ένας μεγάλος Άγιος
Γ. Έλληνες και όχι Ρωμαίοι
Δ. Αυτεγκώμιο
Ε. Η Σατραπεία
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Φωτοτυπίες του χειρογράφου της Ποιητικής
Ε.
Στην σελίδα 31 στην «Εισαγωγή» σημειώνει ο Μιχάλης Περίδης για το [ΑΥΤΟΕΓΚΩΜΙΟ]
που έγραψε ο ίδιος ο ποιητής Κωνσταντίνος Π. Καβάφης για το έργο του:
«Είμαστε
γύρω στα 1930. Το έργο του Καβάφη είχε διαδοθεί πλατειά-μεταξύ των φίλων της
ποιήσεως-όχι μόνο σ’ όλη την Ελλάδα, αλλά και στο εξωτερικό όπου είχαν αρχίσει
να πληθαίνουν οι μεταφράσεις ποιημάτων του. Η δόξα του είχε ανατείλει.
Συγχρόνως όμως ο φθόνος ή μια διαφορετική νοητικότης ή η αντίδρασις εκείνων που
απεχθάνονται ν’ ακούουν να γίνεται λόγος πολύς για έναν άνθρωπο, έβαλλαν
εναντίον του με ψιθύρους και κατακρίσεις.
……………………………
Στην
σελίδα αυτή ο Καβάφης γίνεται κριτικός του έργου του ή, καλύτερα, εγκωμιαστής
του. Πρέπει όμως να ομολογηθή ότι το εγκώμιο αντικειμενικώς είναι βάσιμο. Και
την εποχή που έγινε και έκτοτε, πολλούς τέτοιους επαίνους και συχνά θερμότερους
επροκάλεσε η ποίησίς του. Εκείνο που μπορεί να ενοχλή είναι ότι το εγκώμιο
διατυπώθηκε από τον ίδιο τον ποιητή για το έργο του. Αλλά ο Καβάφης είχε την
φυσική και, με την άσκησι, επίκτητη ικανότητα να σταθή μπροστά στο έργο του σαν
να ήταν ένας άλλος, ένας ξένος, για να το κρίνη, με την προδιάθεσι βέβαια να το
εξυμνήση, έχοντας όμως την επίγνωσι της αξίας του και ξέροντας πώς να το
επαινέση σοβαρά και πειστικά.
Ο Καβάφης
μας δίνει ένα σύντομο αλλά περιεκτικό ορισμό της ποιήσεώς του, ο οποίος δεν
είναι απλώς περιγραφικός και στατικός. Προβλέπει με θαυμαστή διορατικότητα την
απήχησι της δημιουργίας του μέσα στο μέλλον. Την προβλέπει σωστά, χωρίς καμμιάν
υπερβολή……..
ΣΤ. Στον Πρόλογό του στην Παρουσίαση των
Καβαφικών Πεζών ο Γιώργος Α. Παπουτσάκης αναφέρει μεταξύ άλλων, σελίδα ιβ΄:
«Έχω την εντύπωση, ότι η δημοσίευση των κειμένων του
τόμου τούτου θ’ αποτελέσει μια συμβολή στη διαφώτιση πολλών σημείων της
προσωπικότητας του Αλεξανδρινού ποιητή. Ανάμεσα σ’ αυτά μπορεί να
παρακολουθήσει κανείς την παλαιότερη εξέλιξη της σκέψης του, τ’ αλληλοδιαδοχικά θέματα που κατά καιρούς
τον απασχόλησαν, τη στάση που κράτησε πάνω σε διάφορα ζητήματα, ιδίως ιστορικά,
εθνικά, γλωσσικά, λογοτεχνικά, αισθητικά. Φυσικά παρουσιάζω πρώτα, χρονολογικά
καταταγμένα, όσα πεζά του κατόρθωσα να βρω δημοσιευμένα, σ’ εφημερίδες ή
περιοδικά, με την υπογραφή του ή ανυπόγραφα (Μέρος Α΄ και Β΄)- αντλημένα τόσο
από το Καβαφικό αρχείο, όσο κι από έρευνες σε βιβλιοθήκες. Ακολουθούν διάφορα
κείμενα από ανέκδοτα χειρόγραφα που βρήκα επίσης στο αρχείο του, που πιθανώτατα
ο ποιητής προώριζε για δημοσίευση, μα πού γι’ άγνωστο λόγο δεν δημοσίευσε
(Μέρος Γ΄). Από το ίδιο αρχείο επίσης παρέθεσα διάφορες παρατηρήσεις του πάνω σε
αγγλικές μεταφράσεις ποιημάτων του καμωμένες από τν αδελφό του Τζων (Μέρος Δ΄).
Είναι κι αυτές πολυτιμώτατες, γιατί δείχνουν τον τρόπο με τον οποίο εσχολίαζε
λεπτομέρειες στίχων του και πως εννοούσε ο ίδιος την ποιητική μετάφραση. Το Ε΄
Μέρος περιλαμβάνει και προσωπικές σημειώσεις του. Πάνω στην εξαιρετική σημασία
αυτών ων κειμένων θεωρώ περιττό να σταματήσω. Σ’ αυτά βλέπομε τον αυθεντικώτερο
Καβάφη, τον πιο οικείο…»…..
Ζ.
Το Καβαφικό κείμενο ΑΝΕΞΑΡΤΗΣΙΑ, το ερανίστηκα από την έκδοση «ΤΑ ΠΕΖΑ
(1882;-1931) εκδόσεις Ίκαρος 2003, σελίδες 273-, σε φιλολογική επιμέλεια Μιχάλη
Πιερή.
Η.
Το 2003 σε ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ ΕΠΙΜΕΛΕΙΑ του Κύπριου καθηγητή και ποιητή Μιχάλη Πιερή
εκδίδονται σε μια φροντισμένη έκδοση από την ΙΚΑΡΟΣ ΕΚΔΟΣΤΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ «ΤΑ ΠΕΖΑ»
(1882;-1931), με εικόνα του εξωφύλλου του Γιάννη Κεφαλληνού, σελίδες 400,
διαστάσεις 13Χ 20. Εκτός από την φιλολογική
επιμέλεια της έκδοσης που είχε ο Μιχάλης Πιερής, την τυπογραφική επιμέλεια είχε
ο Μανόλης Σαββίδης και την σύνταξη των ευρετηρίων έκαναν η Δώρα Μυλωνά-Πιερή
και η Χριστίνα Κοριζή., τις δε διορθώσεις η Ελευθερία Κοψιδά.
Ο τόμος χωρίζεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες Ι.
ΔΗΜΟΣΙΕΥΜΕΝΑ με τις υποενότητες α. Άρθρα και μελετήματα (1886-1918)
περιλαμβάνει 21 κείμενα, β. Κριτικά σημειώματα (1908-1931) με 7 κείμενα. Ακολουθεί
η ενότητα ΙΙ. ΚΡΥΜΜΕΝΑ με δύο πάλι υποενότητες. α΄. Δημιουργικά (1885;-1900) με
επτά κείμενα, και, β΄. Άρθρα, μελετήματα, κριτικά σημειώματα (1882;-1930) με 29
κείμενα. Συνολικά έχουμε μια έκδοση με 64 μικρά ή μεγάλα πεζά κείμενα του
αλεξανδρινού ποιητή. Εκτός από το εισαγωγικό σημείωμα του επιμελητή της έκδοσης
που προηγείται, έχουμε το ΕΠΙΜΕΤΡΟ που περιλαμβάνει Μεταφράσεις ξενόγλωσσων
κειμένων. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΥΠΟΜΝΗΜΑ-ΣΥΝΤΟΜΟΓΡΑΦΙΕΣ, ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ, ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ
ΠΡΟΣΩΠΩΝ, ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ ΤΙΤΛΩΝ. Η παρούσα σύγχρονη και νεότερη συγκεντρωτική έκδοση
των Καβαφικών Πεζών δεν εμπεριέχει και άλλα κείμενα που δεν τα συναντάμε στις
άλλες δύο εκδόσεις του 1963, αλλά, είναι χωρισμένη με βάση τους κανόνες και τις
μεθόδους των ειδολογικών κριτηρίων όπως δηλώνου οι ενότητες. Η κατάταξη γίνεται
με οργάνωση και κατηγοριοποίηση του δημοσιευμένου υλικού και ειδολογικά και
χρονικά. Ταξινομείται το διάσπαρτο Καβαφικό υλικό με σύγχρονο τρόπο ώστε να
αποκτήσει μεγαλύτερη επιστημονική εγκυρότητα και χρηστικότητα. Ο εμπλουτισμός
της ύλης επίσης των δύο προηγούμενων εκδόσεων βοηθά τον αναγνώστη να έχει μια
πληρέστερη εικόνα των ενδιαφερόντων του αλεξανδρινού ποιητή, τα αναγνωστικά
τους ενδιαφέροντα, τις προτιμήσεις του σε βιβλία και ιστορικά μελέτες, τις
μεταφραστικές του ικανότητες, την ενασχόλησή του με δυό λόγια με θέματα που
είναι μεν όμορα με τον ποιητικό λόγο, έχουν όμως ξεχωριστή ταυτότητα και
ενδιαφέρον. Κριτικές βιβλίων, παρουσιάσεις, σχολιασμούς του, απόψεις του,
κρίσεις του, δημοσιογραφικές αναφορές του, αρθρογραφία, μικρές μελέτες για έργα
ξένων ποιητών, δεν Τζον Κιτς, σκέψεις του για πολιτικά αμιγώς θέματα, όπως τα Ελγίνεια
Μάρμαρα, το Κυπριακό ζήτημα, θέσεις για
την στιχουργική και την δομή μιας ποιητικής σύνθεσης, για την ορθή ορθογραφία
ονομάτων, για την συλλογή λέξεων, τον βλέπουμε να μας εκφράζει την κρίση του
για άλλους έλληνες ποιητές, ακόμα και για τον Ναό του Χρήματος κλπ. Η νέα αυτή
έκδοση δεν περιλαμβάνει μόνο τις ημερολογιακές αναμνήσεις του ποιητή από τα
ελάχιστα ταξίδια που πραγματοποίησε ο Καβάφης στο εξωτερικό. Ο υπομνηματισμός
και ο σχολιασμός των κειμένων από τον επιμελητή μας βοηθά επίσης στην καλύτερη
κατανόηση της Καβαφικής σκέψης και των ενδιαφερόντων του.
Σημειώνει ενδεικτικά ο επιμελητής:
«….Η γενική κατάταξη των κειμένων σε δύο μέρη βοηθά
να αντιληφθούμε καλύτερα ορισμένα στοιχεία που χαρακτηρίζουν την πνευματική
διαμόρφωση και την καλλιτεχνική ανέλιξη του Αλεξανδρινού. Γνωρίζουμε για
παράδειγμα ότι σε ένα πρώιμο στάδιο της ζωής του ο Καβάφης είχε προσανατολισθεί
προς την κατεύθυνση μιας δημοσιογραφικής ή και πολιτικής καριέρας. Επομένως η
δημοσίευση κειμένων ευρύτερου εγκυκλοπαιδικού χαρακτήρα (όπως «Το Κοράλλιον υπό
μυθολογικήν έποψιν» ή το «Λάμια») είτε πολιτικού ενδιαφέροντος (όπως «Τα Ελγίνεια
Μάρμαρα» ή «Το Κυπριακόν ζήτημα») δείχνει ότι ο Καβάφης προσπαθούσε να καθιερωθεί
ως νέος λόγιος δημοσιογράφος με ευρύτερα ενδιαφέροντα γύρω από λογοτεχνικά, πολιτισμικά,
και εθνικά θέματα.»
Θ.
Εκτός από αυτές τις κύριες εκδόσεις των Καβαφικών Πεζών, κατά άτακτα χρονικά διαστήματα
αρκετοί μελετητές έχουν παρουσιάσει ή έχουν συμπεριλάβει μέσα σε τόμους τους Πεζά
του ποιητή που δεν συμπεριλαμβάνονταν στις δύο πρώτες εκδόσεις του 1963 από τις
εκδόσεις του Γεωργίου Φέξη. Βλέπε παραδείγματος χάριν τους τόμους των κριτικών κειμένων
του κυρού καθηγητή Γεωργίου Σαββίδη που διαχειρίζονταν και το Αρχείο του Κωνσταντίνου
Π. Καβάφη.
Κωνσταντίνος Καβάφης, ένας ποιητής της ελληνικής περιφέρειας που δεν
πρόλαβε όσο ζούσε να δει να εκδίδονται τα Άπαντά του, και αναγνώριζε ως έγκυρη
δουλειά του μόνο τα 154 δημοσιευμένα του ποιήματα, είναι ο πλέον προβεβλημένος
και δικαίως έλληνας ποιητής της ελληνικής γραμματείς. Περισσότερο ίσως και από
τους δύο νομπελίστες μας ποιητές. Ο αριθμός των μεταφράσεων των ποιημάτων του
είναι αρκετά μεγάλος και συνεχής. Οι μελέτες που έχουν γραφεί από έλληνες και
ξένους για το ποιητικό του σύμπαν αριθμούν αρκετές εκατοντάδες και δεν έχουν
τέλος. Ο ποιητής που κατόρθωσε να βάλει μέσα στις βιβλιοθήκες των σπιτιών,
αστών και προλετάριων, μικροαστών και πολιτικά χρωματισμένων ατόμων, ελλήνων
και ξένων τα ομοφυλόφιλα ποιήματά του, την δική του αισθητική θεώρηση περί
ηδονής, κέρδισε επάξια τον χρόνο και τις αναγνωστικές καρδιές χιλιάδων
αναγνωστών και αναγνωστριών. Τίποτα δεν πάει χαμένο στο ποιητικό έργο αυτού του
αλεξανδρινού έλληνα συγγραφέα. Γλώσσα, ιστορία, έρωτας, φιλοσοφία, οντολογία,
φιλολογία, ύφος, αρχαιόθεμα μέλη της ποίησής του και βυζαντινά, όλα γίνονται
αποδεκτά από τους αναγνώστες του έργου του και υιοθετούνται σαν μοντέλα της δικής
τους συγγραφικής τέχνης. Ο Καβαφικός λόγος έχει απαγγελθεί από μαθητές σχολείων
μέχρι πατριάρχες, και από αμερικανούς καλλιτέχνες έως πολιτικούς ευρωπαίους
ηγέτες. Πολλοί στίχοι του, χρησιμοποιούνται ως αποφθεγματικές ρήσεις. Και
ορισμένα του ποιήματα ως μοντέλο ποιητικής ερμηνείας της ιστορίας.
Ποιητής ή «λανθάνων» Ιστορικός ο Κωνσταντίνος Π. Καβάφης
εξακολουθεί να μας συγκινεί με τα διδάγματά του και τα διαχρονικά του ανθρωπιστικά
μηνύματα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Δεύτερη γραφή σήμερα, 30 Ιουνίου 2018
Πειραιάς, 30/6/2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου