Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

Εξεστιν βαρβάροις ασχημονείν


Εξεστιν βαρβάροις ασχημονείν

Εφημερίδα Ελευθεροτυπία, Πέμπτη 31 Δεκεμβρίου 1992
     Να τους πάρουμε στα σοβαρά ή να μιλήσουμε για υποσυνείδητο ψυχοπαθολογικό ΑΝΘΕΛΛΗΝΙΣΜΟ; Εκεί κυμάνθηκαν οι αντιδράσεις για το άρθρο της «ΓΚΑΡΝΤΙΑΝ».

     Για κακή πίστη, επιπόλαιη κριτική, κατευθυνόμενη και πρόστυχη άποψη, κατηγορεί η πλειοψηφία των ανθρώπων του πνεύματος, που μιλούν στην «Ε», τους Ευρωπαίους συγγραφείς και δημοσιογράφους που, απαντώντας σε ερωτήματα της εφημερίδας «Γκάρντιαν», είπαν τα μύρια όσα για τους Έλληνες, προσάπτοντάς τους πάνω απ’ όλα ότι έχουν απαίσιο φαγητό, φορούν φουστίτσες, είναι ομοφυλόφιλοι, άσχημος λαός, πίνουν ρετσίνα και είναι έξαλλοι με τους Τούρκους. Και εκτός απ’ αυτά είναι και… κοντοί.
      Μόνο ο συγγραφέας Πέτρος Αμπατζόγλου θεωρεί τα δημοσιεύματα αυτά ευτράπελα και μας παροτρύνει να μην τα πάρουμε στα σοβαρά, γιατί κινδυνεύουμε να χαρακτηριστούμε και ως λαός που δεν έχει χιούμορ.
      Από την άλλη πλευρά, όμως ο καθηγητής Χρήστος Γιανναράς στέκεται στο «βαθιά ριζωμένο, στο συλλογικό υποσυνείδητο των Ευρωπαίων και Αμερικανών, ψυχοπαθολογικό ανθελληνισμό» αλλά επισημαίνει και τη δική μας αξιοθρήνητη εικόνα.
      Ας δούμε αναλυτικά τις απόψεις τους:
Χρήστος Γιανναράς- καθηγητής Φιλοσοφίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Αυτεπίγνωση
     «Δεν είναι σοβαρό, νομίζω να σχολιάζουμε κάθε τρεις και λίγο τις εκρήξεις θλιβερής επιπολαιότητας ανθρώπων που απλώς υπηρετούν την αδηφάγο ανάγκη της δημοσιογραφίας για εμπορικό εντυπωσιασμό των μαζών. Το βαθιά ριζωμένο στο συλλογικό υποσυνείδητο των Ευρωπαίων και Αμερικανών ψυχοπαθολογικό ανθελληνισμό τον ξέρουμε και τον ψηλαφούμε στην πολιτική πρακτική.
     Χρειάζεται όμως να τον μελετήσουμε ψύχραιμα, να αναζητήσουμε τις ιστορικές και πολιτισμικές του ρίζες, να κατανοήσουμε τα όποια κίνητρα τον συντηρούν. Στα πυροτεχνήματα της δημοσιογραφικής επιπολαιότητας, να απαντήσουμε με τη σοβαρότητα του μελετητή, τη νηφαλιότητα του πραγματιστικών αναλύσεων και δεδομένων.
     Αν κάποιος έχει λόγο ουσιαστικό να αρθρώσει απέναντι στα ανθελληνικά επιπόλαια φληναφήματα, ας τον αναζητήσει η εφημερίδα σας και ας προβάλλει το λόγο του με τη σοβαρότητα που του ταιριάζει.
     Καίριο στοιχείο αυτής της σοβαρότητας είναι και η τίμια και θαρραλέα κριτική αυτεπίγνωση της παρακμής μας. Σίγουρα δίνουμε μια αξιοθρήνητη εικόνα στο εξωτερικό, γιατί είμαστε ένας λαός με χαμένη την αρχοντιά του, δίχως πια συνείδηση για την ευγένεια της καταγωγής μας.
     Το κράτος μας είναι επιθανάτια άρρωστο, με τη διαφθορά του χρηματισμού και της ασυνειδησίας απλωμένη σαν γάγγραινα παντού και με πολιτική ηγεσία εξοργιστικά ανίκανη να αντιμετωπίσει τη ραγδαία κοινωνική διάλυση. Αλλά και αυτά τα συμπτώματα θέλουν σοβαρή μελέτη. Όχι επιπόλαια πυροτεχνήματα εφήμερου δημοσιογραφικού εντυπωσιασμού».
Περικλής Κούκος- συνθέτης (πρώτο βραβείο για το ανώτατο δίπλωμα της Βασιλικής Ακαδημίας Μουσικής του Λονδίνου)
Αιδώς Ευρωπαίοι
     «Αιδώς Ευρωπαίοι όταν μιλάτε για τη χώρα του Ομήρου, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη, για τη χώρα του Αισχύλου, του Ευριπίδη και του Σοφοκλή. Αιδώς όταν μιλάτε για ένα λαό που δημιούργησε το Βυζάντιο, για ένα λαό που καλλιέργησε τις έννοιες του Ωραίου και του Υψηλού. Αιδώς Ευρωπαίοι όταν μιλάτε για την Ελλάδα που η γλώσσα της πλουτίζει το λεξιλόγιό σας, μία χώρα με δύο Νόμπελ λογοτεχνίας, με ένα Δημήτρη Μητρόπουλο και μία Μαρία Κάλλας.
      Χωρίς καμία απολύτως διάθεση εθελοτυφλίας απέναντι στα όποια ελαττώματά της σύγχρονης Ελλάδας, θεωρώ ότι το ύφος και το ήθος των πρόστυχων και κατευθυνόμενων σχολίων καταδεικνύει το χαμηλότατο πνευματικό, πολιτιστικό και κυρίως ηθικό ανάστημα των σχολιαστών, αποδεικνύοντας πως παρ’ όλο που νέμονται αιώνες τον πολιτισμό, που τους χάρισε η Ελλάδα, δεν έπαψαν να είναι βάρβαροι».
Πέτρος Αμπατζόγλου- συγγραφέας
Με χιούμορ
     «Νομίζω ότι τα δημοσιεύματα αυτά έχουν ευτράπελο χαρακτήρα. Μοιάζουν σαν να λένε αστεία και εμείς κακώς τα παίρνουμε στα σοβαρά. Λέει ένας, π.χ., ότι το φαγητό είναι χειρότερο και από τη Βρετανία.
     Καλαμπούρι κάνουνε οι άνθρωποι. Είναι συνεντεύξεις δημοσιογράφων και δεν μπορεί να είναι τόσο αγράμματοι ώστε πιστεύουν ότι οι σύγχρονοι Έλληνες είναι  ένας λαός που φορά κοντά… φουστανάκια! Στην πλειοψηφία τους αυτά που λένε είναι καλαμπούρια. Να μη μας γίνει έμμονη ιδέα ότι όλοι μας κατατρέχουν.
     Μόνο έτσι νομίζω ότι πρέπει να το εκλάβουμε, αλλιώς κινδυνεύουμε να μας λένε ότι είμαστε ένας λαός που «φοράει φουστίτσα», είναι «ομοφυλόφιλοι» και επιπλέον δεν έχουν χιούμορ….»
Ανδρέας Κέδρος- συγγραφέας που ζει στο Παρίσι
Χωρίς κύρος
     «Μπορώ να πω μόνο το εξής: Άνθρωποι, μάλιστα διανοούμενοι, που κρίνουν μια χώρα και ένα λαό με δύο λέξεις και με μια κακή πίστη χαρακτηριστική, δεν έχουν ούτε το κύρος ούτε την αξία να θεωρούνται  άνθρωποι κουλτούρας».
Τατιάνα Γκρίτση- Μιλιέξ- συγγραφέας
Τα…  αγάλματα;
     «Οι ομοφυλόφιλοι βλέπουν ακόμη και τα αγάλματα σαν προσφερόμενα σώματα. Τι να πεις; Ντρέπεσαι γι’ αυτούς, όχι για εμάς».
Τι ξέρουν αυτοί από Έλληνες;
(ΟΙ γυναίκες τους, ίσως)
Της Μαρίας Δέδε
     Αυτό πια ξεπερνάει τα όρια της κριτικής και κινείται στα όρια της κατινιάρικης κακίας που δημιουργεί το κόμπλεξ. Ο λόγος βέβαια για τους «Ευρωπαίους» διευθυντές, αρχισυντάκτες, σκιτσογράφους, σχολιαστές που σκιαγραφούν με ηλιθιότητα τους Έλληνες. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, όσο κι αν κινδυνεύω να οδηγηθώ και ‘γω εκεί (και γιατί όχι άλλωστε;), αυτή τη φορά δεν θα δείξω ανωτερότητα, αφού άλλωστε εμείς οι Έλληνες μπορούμε να είμαστε τόσα πράγματα μαζί; Ώριμοι και ανώριμοι, «αριστοκράτες» και «πλέμπα».
     Μα, τι ξέρουν αυτοί οι Έλληνες; Ένιωσαν ποτέ μέσα στη σκληρή καθημερινότητα, ανάμεσα στις εξαρτήσεις, τ’ αλληλομουτζώματα και τις βρισιές εκείνο το καταλυτικό συναίσθημα που σταματά το χρόνο και ξεπηδά από το στομάχι για να υγράνει τα μάτια; Φτάνει μόνο μια αφορμή, ένα χαμόγελο, μια αγκαλιά, μια λέξη, μια μουσική, ένας στίχος-αχ, πατρίδα μου γλυκιά-ένας έρωτας παράφορος και βίαιος, ένα βλέμμα στη θάλασσα… Φτάνει μόνο μια αφορμή, ένα παιδί που κλοτσά την μπάλα με τα γόνατα ματωμένα, ένα πορτοφόλι που κάποιος βρήκε στο δρόμο και το επέστρεψε, ένα χρυσό μετάλλιο.
     Μα, τι ξέρουν αυτοί οι Έλληνες; Ένιωσαν ποτέ ζωντανοί κι αγέρωχοι στην άκρη του γκρεμού; Ένιωσαν τη θεσπέσια γεύση της φασολάδας και της ρετσίνας; Διάβασαν τον ποιητή για να κλάψουν μαζί του ή έμειναν μόνο στο να θαυμάζουν τον Γκάλη; Ένιωσαν ποτέ άνθρωποι εκτός από γιάπηδες;
     Τι να θυμηθώ, τι να ξεχάσω; Τους αλκοολικούς Βορειοευρωπαίους που καθημερινά σκοτώνονται από το ίδιο τους το χέρι, την αβάσταχτη μοναξιά του Παρισιού που, εκτός από το Σηκουάνα και το Λούβρο, τρώει τα σωθικά και οδηγεί στην τρέλα τους ευαίσθητους μέσα σε διαμερίσματα που ο Πολάνσκι παρουσιάζει στον «΄Ενοικό» του; Το ομιχλώδες Λονδίνο με τους συμπαθείς κατά τα άλλα ομοφυλόφιλούς του, ακόμα και σε… κλιμάκια, που πίνουν τσάι και συμπάθεια; Αποικιοκράτες με παρεμβάσεις αντάξιες των… σπορ που επιδίδονται σε όλο τον κόσμο…
     Τι να καταλάβουν αυτοί που περιμένουν το Σάββατο να ‘ρθει για να αναπνεύσουν, να βγουν έξω, να ξεφαντώσουν, να ξεσκιστούν στο ποτό, στο φαγητό και λίγο μετά τα μεσάνυχτα να σιγήσουν χάνοντας τη μαγεία του σκοτεινού ουρανού, της νύχτας, που κρατάει με τους χορούς της…
     Τι να θυμηθώ, τι να ξεχάσω; Τις τουρίστριες που διαδηλώνουν στη Ρόδο και στην Κρήτη, επειδή την πάτησαν και τα «ομοφυλόφιλα» καμάκια μας δεν τους έδωσαν και πολύ σημασία φοβούμενα το Aids; Τα τσάρτερ που κατέβαιναν στην Κω με τις Ευρωπαίες, έτοιμες, σαν ώριμα φρούτα, να παραδοθούν στην αγκαλιά του Έλληνα εραστή; Και ο Ευρωπαίος σύζυγος, φέσι στο τραπέζι, να βρίσκει κι αυτός γοητευτικό το παλικάρι που θυμίζει Άδωνι και να μην ξέρει τι του γίνεται…
    Άχ, Ελλάδα, σ’ αγαπώ, πώς να το κάνουμε. Αφού έτσι το έφερε ο κόσμος τούτος, να ΄χουμε πατρίδες και σύνορα, εγώ σ’ αγαπώ, και μάλλον είχε δίκιο η Ιωάννα που λίγο πριν φύγει από την εφημερίδα αναφώνησε: ας ρωτούσε η «Γκάρντιαν» τις γυναίκες τους να δούμε τι θα απαντούσαν.
     Κι αυτοί μίλησαν μόνο για φαγητό, φουστίτσες και ομοφυλόφιλους… Τέτοια ζήλια… Ίσως αν μιλούσαν για τάξη, οργάνωση και πράσινο, για μια δημόσια διοίκηση που θα αντιμετωπίζει το άτομο ως πολίτη και να τον σέβεται, κάτι να δεχόμουν, όμως, τώρα, όχι.
--
Οι νέοι Φαλμεράιερ
Του Μ. Μ. Παπαϊωάννου
Εφημερίδα ΠΡΙΝ, Κυριακή 13 Μαϊου 1990

     Εκατόν εξήντα χρόνια πέρασαν απ’ την πρώτη εμφάνιση του ξένου, του δυτικού επιστήμονα, που αρνήθηκε τη συγγένειά μας με τους αρχαίους προγόνους μας. Ολόκληρος 19ος αιώνας διέρρευσε παλεύοντας με τους ανεμόμυλους, που μας έστησε ο Φαλμεράιερ. Μας πάτησε στον κάλο. Τι βρήκε να μας πει, πως δεν είμαστε απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων! Ό,τι άλλο θελήσετε είμαστε, εκτός από Έλληνες. Αν είμαστε κομπλεξικοί, είμαστε από τότε. Αν γίναμε ιστορικοί, γίναμε από τότε’ αν γίναμε λαογράφοι, γίναμε από τότε, αν γίναμε αρχαϊστές, καθαρευουσιάνοι και τελικά δίγλωσσοι, μικτοί και άγλωσσοι, το πάθαμε για ν’ αποδείξουμε πως είμαστε γνήσιοι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων. Και δεν το βγάζεις από το νου κανενός, κι απ’ αυτόν που βιολογικά είναι αποδεδειγμένα «εισαγόμενος» και μόνο συνειδησιακά είναι νεοέλληνας (και όχι Έλληνας εξ Ελλήνων αρχαίων) πως δεν είμαστε μούμιες. Εν τω μεταξύ, αφιερωμένοι στο μέγα αυτό «ψευτοπρόβλημα», μείναμε στα εκκλησιαστικά στην πραγματικότητα σχολεία, επανδρώνουμε τις κρατικές υπηρεσίες με επιστήμονες εφοδιασμένους με ξένο πανεπιστημιακό χαρτί, προσφέρουμε τα υπουργεία σε πολιτικούς που μάθαν την τέχνη στο εξωτερικό και τώρα, για να μην επιτρέπουμε να πηγαίνουν έξω οι φοιτητές να σπουδάζουν και να φεύγει έτσι από τη χώρα μας το  συνάλλαγμα, αποφασίζουμε να έρχονται εδώ οι ξένοι ν’ ανοίγουν πανεπιστήμια και να παίρνουν επιτόπου το συνάλλαγμα, όπως οι αλλοεθνείς μεταλλευτικές εταιρίες «Πεσινέ» κ.λπ.
      Κατά καιρούς βγαίνει κι από ένας προκλητικός, μικρός ή μεγάλος, Φαλμεράιερ, για να μας ερεθίσει και να μας κάνει ν’ αφήσουμε τα σοβαρά ζητήματά μας. Πριν από λίγα χρόνια ήταν ο Γάλλος Γκαροντί’ κατηγόρησε τους αρχαίους μας προγόνους (Μ. Αλέξανδρο κ.λπ.) ως ιμπεριαλιστές. Άλλο δε θέλαμε για να καεί το πελεκούδι’  δε θα αγριεύαμε τόσο και τους γεννήτορές μας να έβριζε. Επιστρατεύτηκαν όλοι οι σοφοί μας για να προστατεύσουν την τιμή των προγόνων μας. Το έχουν αυτό το φιλότιμο πολλοί από τους σοφούς μας. Σα να μην έχουν τίποτ’ άλλο ιερότερο.
     Τώρα ήρθε η σειρά των σοφών της Δυτικής Ευρώπης μας αγνοούν, λες και μας είχαν στην καρδιά και το νου τους από πάντοτε και τώρα στρίβουν τα λόγια τους. Θυμάμαι πως και προπολεμικά μας αγνοούσαν στην Ευρώπη’ τότε παραπονούμασταν γιατί αγνοούσαν τη λογοτεχνία μας, δεν είχαμε πάρει ακόμα κανένα από τα βραβεία Λένιν ή Νόμπελ-φαγώνονταν ο Σπύρος Μελάς μην τύχει και το πάρει ο κομμουνιστής Άγγελος Σικελιανός, και δεν το πήρε… Τώρα δεν τους πειράζει τους σοφούς μας γιατί μας αγνοούν άτομα. Η άγνοια… δέρνει ολόκληρη την ΕΟΚ αυτή παρουσιάζεται ως εκδότρια μιας «Ιστορίας της Ευρώπης», στην οποία δεν συμπεριλαμβανόμαστε ούτε στο  περιθώριο. Αυτό είναι από τα άγραφα! Θα ήταν χωρίς σημασία το πράγμα, αν αγνοούσαν τους σημερινούς, τους ζωντανούς Έλληνες. Αλλά αγνοούν τους προγόνους μας, τους Έλληνες της αρχαιότητας και τους Έλληνες της Βυζαντινής μας αυτοκρατορίας, τις μούμιες! Αυτό ισούται με παραχάραξη της ιστορίας της Ευρώπης. Το κακό είναι πως αυτή η ιστορία προορίζεται για τα σχολεία και θα γραφεί σε πολλές από τις γλώσσες των χωρών, μελών της ΕΟΚ, εκτός από την ελληνική. Θα ήταν νόστιμο να έμπαινε και στα σχολεία της Ελλάδας…
     Λοιπόν, νέα επιστράτευση του πνεύματος’ αυτό δεν θα περάσει! Ξεσηκώθηκαν όλοι οι υψηλόμισθοι υπάλληλοι των ανώτερων ιδρυμάτων-αυτοί έχουν κύρος ιδιαίτερα στο εξωτερικό, γιατί εκεί κάνουν τις ανώτερες σπουδές, εκεί πρωτάρχισαν τη λαμπρή σταδιοδρομία τους- και διαμαρτύρονται για τον αποκλεισμό των προγόνων τους από τας δέλτους της ιστορίας. Καθυστέρησαν να κινητοποιηθούν και το κατεστημένο τους το καταλόγισε. Έχουμε λοιπόν μια επανάσταση των εγκεφάλων μας κατά της ΕΟΚ; Κι εκείνων τν εγκεφάλων που υπηρετούν, που ανήκουν και επαγγελματικά στη Δύση ως μεγαλοθεσίτες και μεγαλόμισθοι, που ζουν μισθοδοτούμενοι στο εξωτερικό; Αλίμονο, αυτοί είναι οι πιο συντηρητικοί. Αν ήταν να εξεγερθούν για το βιβλίο της ΕΟΚ, θα είχαν διαμαρτυρηθεί νωρίτερα για τη διδασκαλία της ιστορίας στην ελληνική κατώτερη, μέση και ανώτερη εκπαίδευση. Εκείνη, της ΕΟΚ, στραβώνει τους Ευρωπαίους. Μα για να παραχαράξει την ιστορία της Ελλάδας, κάνει αυτό πρώτα για τη δική τους εθνική ιστορία’ Έλληνες και Ευρωπαίοι διδάσκοντες, είτε θεληματικά, είτε καταναγκαστικά, δεν διδάσκουν την αληθινή ιστορία των λαών τους. Φθίνοντος του εικοστού αιώνος, η ιστορία εξακολουθεί να γράφεται για τους βασιλιάδες και τους κυρίαρχους.
     Μόλις χτες το είπε στη Βουλή η κυβέρνηση πως θα αποϊδεολογικοποιήσει τα βιβλία της εκπαίδευσης. Θα τα αποϊδεολογικοποιήσει, σκεφτείτε, πιο πολύ απ’ ό,τι είναι αποϊδεολογικοποιημένα! Άιντε τώρα να διαμαρτυρηθείς, γιατί οι σοφοί της ΕΟΚ, κατ’ εντολή της, απέκλεισαν τους αρχαίους και τους Βυζαντινούς από την ιστορία της Ευρώπης. Κάποτε οι δημοτικιστές, στην άψα του κινήματός τους, εύχονταν να γκρεμίζονταν ο Παρθενώνας, το σύμβολο της προγονοπληξίας και της αμάθειας των σημερινών Ελλήνων, ώστε, απαλλαγμένοι από το νεκρό μέρος του παρελθόντος, να πιστέψουν στον εαυτό τους. Αυτό δεν το επιδιώκει η εκπαίδευση’ το θεωρεί θανάσιμο για τους κατέχοντες τον πλούτο, την εξουσία, τα προνόμια. Μετρήστε τις δεκαετίες που πέρασαν για να αναγνωρίσει το κράτος επίσημα την εθνική γλώσσα, τη γλώσσα του λαού. Ναι, τη γλώσσα την έκανε επίσημα και γλώσσα του κράτους, όμως το λαό δεν τον αναγνώρισε ακόμα. Και αυτό είναι το ουσιώδες, κι απέ αυτά, για τα οποία διαμαρτύρονται οι καλαμαράδες, είναι τύφλα στα μάτια του λαού.    
--
Ζει ο Φαλμεράιερ;
Του Ντίνου Σιώτη
Εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 20 Ιουνίου 1999, σ. β11, Στις Νέες Εποχές
     Δεν είναι μόνο ο Τύπος και τα ηλεκτρονικά μέσα ενημέρωσης της Αμερικής που τα τελευταία πέντε χρόνια έχουν αποδοθεί σε έναν ανθελληνικό παροξυσμό. Τώρα σε αυτά προστίθενται συγγραφείς, βιβλία, σοβαρά και έγκυρα έντυπα και ακόμη και ένα άγαλμα. Πρόκειται για μια καλά οργανωμένη επιχείρηση που προσπαθεί να επιβάλει την άποψη ότι ο Μέγας Αλέξανδρος δεν είχε ελληνικές ρίζες, η Νίκη της Σαμοθράκης ήταν μαύρη, η εθνικότητα του βασιλιά Πύρρου ήταν αλβανική και ότι σήμερα οι Έλληνες είναι Τούρκοι-όχι από το κακό τους, αλλά σύμφωνα και την καταγωγή τους. όπως θα διαπιστώσει παρακάτω ο αναγνώστης, δεν πρόκειται ούτε για επιστημονική φαντασία ούτε για εθνικιστική παράνοια.
     Με αφορμή τα εγκαίνια των Ελληνικών Αιθουσών του Μητροπολιτικού Μουσείου της Νέας Υόρκης, που έγιναν στις 19 Απριλίου, παρουσία του πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη, της υπουργού Πολιτισμού Ελισάβετ Παπαζώη και πολλών επισήμων, Ελλήνων και Αμερικανών, το με έδρα την Νέα Υόρκη εβδομαδιαίο περιοδικό “National Review” της 17ης Μαϊου επανέφερε στην επικαιρότητα τις απόψεις του Φαλμεράιερ περί καταγωγής των Ελλήνων. Εκεί ο Μ. Klinghoffer, ένας εκ των αρχισυντακτών του περιοδικού, δημοσιεύει άρθρο με τίτλο «Ελληνική τραγωδία», το οποίο ξεκινά με τη διαπίστωση ότι «Οι Έλληνες βασικά είναι Τούρκοι χωρίς μουστάκι» και ότι «Εκείνο που έχει απομείνει από την αρχαία ελληνική τραγωδία είναι η αυταρέσκεια, αφού οι Έλληνες είναι τόσο ρηχοί όσο ήταν και το θέατρό τους». Στη συνέχεια αναφέρει ότι «κάθε φορά που οι Έλληνες ζητούν από τους Άγγλους να τους επιστρέψουν τα Ελγίνεια Μάρμαρα, εκείνοι τους λένε ότι οι σύγχρονοι Έλληνες δεν έχουν καμία σχέση με τους Έλληνες της εποχής του Πλάτωνα. Από τον 7ο αιώνα μ. Χ. και μετά, οι Έλληνες διευρύνθηκαν από τους ξένους και έκτοτε ή εκδιώχθηκαν από τη χώρα τους ή, το πιθανότερο, απορροφήθηκαν από βάρβαρες ορδές: Ούνοι, Άβαροι, Σλάβοι και Βούλγαροι. Από τον 15 αιώνα και μετά, η Ελλάδα ανήκε στην οθωμανική Τουρκία. Σήμερα οι Έλληνες είναι Τούρκοι». Και κλείνει το άρθρο με τα εξής: «Παρά την αυτοπεποίθησή τους και τη λογική τους, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν σημαδεμένοι με την εξαφάνιση. Όταν άνοιξαν οι Ελληνικές Αίθουσες του Μητροπολιτικού Μουσείου υπό την αιθάλη της Νέας Υόρκης, το γεγονός πέρασε απαρατήρητο. Εκτεθειμένο στον ήλιο, είναι πιο λυπηρό από οποιοδήποτε έργο του Αισχύλου».
     Φυσικά το άρθρο είναι τόσο γελοίο και διαποτίζεται από τόση κακότητα και μίσος κατά των Ελλήνων που κανένας αναγνώστης δεν θα το πάρει στα σοβαρά. Οπωσδήποτε δεν πέρασε απαρατήρητη η μέγιστη αυτή ανανέωση των Ελληνικών Αιθουσών του Μετροπόλιταν-μεταξύ άλλων, φθάνει να διαβάσει κανείς το τι έγραψαν δύο από τα πιο έγκυρα και αξιόπιστα περιοδικά, το “The New Yorker” (“Out of the Attic του Calvin Tomkins, 19 Απριλίου) και το “The New York Review of Books” (“Athens of Fifth Avenue” του  Garry Wills, 10 Ιουνίου). Όσον αφορά το αν είναι Τούρκοι οι Έλληνες επειδή έζησαν υπό τον οθωμανικό ζυγό, τότε άλλο τόσο Τούρκοι είναι όλοι οι κάτοικοι της Κεντρικής Ευρώπης, της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
      Μια άλλη αμαύρωση της καταγωγής των Ελλήνων επιχειρείται από τη συγγραφέα  Jane Pofahl στο βιβλίο της “Ancient Civilization: Greece”-που είναι σχολικό βιβλίο και κυκλοφορεί παντού στην Αμερική-, όπου γράφει ότι «Ο Μέγας Αλέξανδρος, το πιο γνωστό πρόσωπο από την αρχαία Ελλάδα, δεν ήταν καθόλου από την Ελλάδα. Ο Μέγας Αλέξανδρος ήταν από τη Μακεδονία, μια χώρα βορειοανατολικά της Ελλάδας, η οποία σήμερα είναι γνωστή ως Βουλγαρία». Προφανώς η συγγραφέας δεν θα είχε ακούσει τίποτε για τον Φίλιππο, τον πατέρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, και τι σημαίνει το όνομά του.
     Στο ανθελληνικό παροξυσμό παρασύρθηκε και ο βρετανός συγγραφέας Τζούλιαν Μπαρνς (βραβείο Μπούκερ). Μιλώντας την περασμένη εβδομάδα στον ραδιοφωνικό σταθμό WBUR  της Βοστώνης για το βιβλίο του “England, England είπε ότι «Τα Μάρμαρα του Έλγιν τα έχουμε ακριβοπληρώσει (!) και σήμερα η τεχνολογία  έχει κάνει τεράστιες προόδους. Μπορούμε να κατασκευάσουμε τέλεια αντίγραφα των αετωμάτων και του διαζώματος, αλλά οι Έλληνες δεν τα θέλουν». Αφού είναι τόσο τέλεια τα αντίγραφα, γιατί δεν τα κρατούν οι Βρετανοί για να δώσουν στους Έλληνες τα αυθεντικά μάρμαρα;
     Ένα άλλο δείγμα παραχάραξης της ελληνικής ιστορίας είναι ένα άγαλμα που στήθηκε πριν από λίγα χρόνια σε κυβερνητικό κτίριο του Μανχάταν. Πρόκειται για να την ομοσπονδιακή υπηρεσία Enviromental Protection Agency, στον αριθμό 290 της οδού Broadway. Το άγαλμα είναι ομοίωμα της Νίκης της Σαμοθράκης, φέρει τον τίτλο «Η Αφρική Αναδυόμενη», έχει μαύρα χαρακτηριστικά και αναπαρίσταται ως Αφρικανός. Προφανώς η γλύπτρια Μπάρμπαρα Τζέις Ριμπούτ, όπως και ο Μάρτιν Μπερνάλ με τη «Μαύρη Αφροδίτη», θέλει να μας πείσει ότι η Νίκη της Σαμοθράκης ήρθε από την Αφρική, απ΄ όπου την αντέγραψαν οι αρχαίοι Έλληνες.    
       Τέλος, μόλις πριν από μία εβδομάδα, η εφημερίδα “Washington Times” δημοσίευσε άρθρο στο οποίο ο βασιλιάς της Ηπείρου Πύρρος φέρεται ότι ήταν αλβανικής καταγωγής.
     Πού οφείλεται αυτή η απροσχημάτιστη παραπληροφόρηση; Είναι μεθοδευμένη; Πρόκειται για ενορχηστρωμένη  προσπάθεια παραχάραξης της ιστορίας μας ή είναι απλώς συμπτώσεις αδιάβαστων συγγραφέων, δημοσιογράφων και καλλιτεχνών; Σε ό,τι και αν οφείλεται, γεγονός παραμένει ότι σήμερα στην Αμερική ο ανθελληνισμός, μέσω της αντι-ιστορικότητας, της κακοπροαίρετης πληροφόρησης και του αφροκεντρισμού, κάνει θραύση και η ελληνική ιστορία, αρχαία και σύγχρονη, δέχεται μια πολύ σκληρή επίθεση.
Ο κύριος Ντίνος Σιώτης είναι συγγραφέας και εκδότης του περιοδικού “Mondo-Greco”.
Εφημερίδα Το Βήμα Κυριακή 20 Ιουνίου 1999, σ. β11/19.

 Σημειώσεις:
     Μεταφέροντας ένα μέρος από την ιστορική μελέτη του ιστορικού Νίκου Σβορώνου, διάβασα ξανά διάφορα άρθρα για τον ίδιο και το έργο του. Ανασκαλεύοντας ένα φάκελο με παλαιά δημοσιεύματα εφημερίδων-των δεκαετιών 1980-1990 για θέματα που είχαν να κάνουν με την διαχρονικότητα της ελληνικής παράδοσης, τι είναι παράδοση και η σημασία της μέσα στο κοινωνικό σώμα, την αναζήτηση της νεοελληνικής ταυτότητας, τα διάφορα ζητήματα του ελληνισμού, και του προσδιορισμού της ελληνικότητας, για ζητήματα όπως κατά πόσο και από ποια περίοδο ήταν ελληνικό το βυζάντιο, για τον αν θα πρέπει να ονομαζόμαστε Έλληνες ή Ρωμιοί, Γραικοί, για το ζήτημα αν ο αυτοκράτορας Ιουλιανός είχε δίκαιο ιστορικά στην επιθυμία του να αναβιώσει τους αρχαίους Θεούς, για το τι μας λέει και αν στέκουν αυτά που μας διασώθηκαν από τον τελευταίο Έλληνα Γεώργιο Γεμιστό Πλήθωνα, για την συνεισφορά στον εθνικό κορμό των ελλήνων της διασποράς, για το τι είναι έθνος, εθνότητα και τι κράτος και κρατική οντότητα, για το ποιες οι πολιτιστικές διαφορές μεταξύ δυτικών αλλόθρησκων σε σχέση με εμάς, για το αν χάσαμε ή απεμπολήσαμε μια αυτοκρατορία για να κερδίσουμε μια στενή κακοτράχαλη λουρίδα κράτους, αν τα πολιτιστικά πρωτεία τα έχει η κλασικοτραφή Αθήνα, η πρωτεύουσα ή η Κωνσταντινούπολη, και μια σειρά άλλα παρόμοιας φύσεως ζητήματα.  Άρθρα και σχόλια, μελέτες και δημόσιες συζητήσεις, διαξιφισμοί και συνεντεύξεις διανοούμενων, ιστορικών και συγγραφέων ανθρώπων του πνεύματος και των γραμμάτων, που δημοσιεύονταν σε εφημερίδες και περιοδικά, μετά την για πρώτη φορά έκδοση στα ελληνικά του βιβλίου του Ιάκωβου Φιλίππου Φαλλμεράυερ, «ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΚΑΤΑΓΩΓΗΣ ΤΩΝ ΣΗΜΕΡΙΝΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» μετάφραση-παρουσίαση Κωνσταντίνος Π. Ρωμανός, εκδόσεις Νεφέλη 1984 δραχμές 300, δύο χρόνια μετά την μικρή μελέτη του Γιώργου Βελουδή, «Ο JAKOB RHILLIPP FALLMERAYER ΚΑΙ Η ΓΕΝΕΣΗ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΙΣΤΟΡΙΣΜΟΥ» εκδόσεις Ε. Μ. Ν. Ε.-ΜΝΗΜΩΝ 1982 δραχμές 350, στην γνωστή σειρά του περιοδικού Θεωρία και Μελέτες Ιστορίας, και οφείλουμε συμπληρωματικά να μνημονεύσουμε το βιβλίο της Έλλης Σκοπετέα, «ΦΑΛΜΕΡΑΫΕΡ. Τεχνάσματα του αντίπαλου δέους» εκδόσεις Θεμέλιο 1997 δραχμές 2080, και φυσικά το σπονδυλωτό βιβλίο του μεταφραστή Κωνσταντίνου Ρωμανού, «ΥΠΟΘΕΣΗ ΦΑΛΜΕΡΑΪΕΡ» εκδόσεις Κάκτος 2001 τιμή 3,5 ευρώ, στην σειρά των εκδόσεων «Παραβάσεις» νούμερο 4, (για να ολοκληρώσω τον μικρό κύκλο πληροφοριακών στοιχείων που γνωρίζω για τον Φαλμεράιερ, και τα σχετικά κριτικά κείμενα που δημοσιεύτηκαν μετά την έκδοση του βιβλίου του στα ελληνικά). Ανέσυρα στην επιφάνεια της μνήμης μου και άλλες δημόσιες παρεμβάσεις του καθηγητή Νίκου Σβορώνου. Βλέπε παραδείγματος χάριν-όσοι ήσαν τυχεροί και παρακολούθησαν διά ζώσης τότε-το τριήμερο Συμπόσιο που διοργανώθηκε στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών αρχές Μαΐου του 1981 με θέμα «Σύγχρονη Τέχνη και παράδοση» με ομιλητές μεταξύ άλλων τον ιστορικό Νίκο Σβορώνο, τον μουσικοσυνθέτη Ιάννη Ξενάκη, τον κριτικό-ιστορικό θεάτρου και φιλόλογο Κώστα Γεωργουσόπουλο, τον ιστορικό Ι. Μαυρομάτη, τον ποιητή Τίτο Πατρίκιο, τον ποιητή Νίκο Φωκά, τον σκηνοθέτη Θανάση Ραντζή και άλλους εκλεκτούς συνομιλητές, θα θυμούνται έστω και αμυδρά, το ενδιαφέρον που είχε προκαλέσει το Συμπόσιο αυτό και οι εισηγήσεις του. Οι αίθουσες ήταν κατάμεστες και το κοινό προσέτρεχε σε τέτοιου είδους ειδικά και ίσως εξειδικευμένα ζητήματα και προβληματισμούς, που αφορούσαν την χώρα και την ιστορία μας. Βλέπε και σχετικά άρθρα των εφημερίδων όπως της απογευματινής εφημερίδας Τα Νέα 8, 9/5/1981, «Αναζητώντας τη νεοελληνική ταυτότητα» κλπ. Επίσης, στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, είχε διοργανωθεί μια παρόμοια Ημερίδα, ανοιχτή δημόσια συζήτηση με θέμα τον «Ελληνισμό και την Ελληνικότητα», όπου είχαν μιλήσει ο ιστορικός Θάνος Βερέμης, ο συγγραφέας και καθηγητής Ν. Διαμαντούρος, ο ιστορικός Γ. Μαυρογορδάτος,  ο Νίκος Αλιβιζάτος…. Για την Ημερίδα αυτή δες και εφημερίδα Η Καθημερινή της 14 Μαϊου 1981. Την ίδια πάνω κάτω χρονική περίοδο είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα Τα Νέα, η έρευνα του δημοσιογράφου Γιώργου Λιάνη 23/5/1981, με θέμα «Ελληνισμός και Ελληνικότητα» αναζητώντας την ταυτότητά μας, όπου είχαν συμμετάσχει με θέσεις τους ο κοινωνιολόγος Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, ο ποιητής Τίτος Πατρίκιος, ο καθηγητής της Παντείου Γιώργος Βέλτσος, ο κλασικός φιλόλογος και καθηγητής Δημήτρης Μαρωνίτης, ο καθηγητής Αλέξης Δημαράς, ο Μάρκος Δραγούμης και άλλοι σημαίνοντες πνευματικοί παράγοντες του τόπου. Όχι μόνο τις δεκαετίες εκείνες. Να επισημάνουμε ακόμα, τις δημόσιες και ιδιωτικές συζητήσεις και σχόλια που είχε ξεσηκώσει η κυκλοφορία του πειραιώτη ιερέα Ιωάννου Σ. Ρωμανίδου, «ΡΩΜΗΟΣΥΝΗ» εκδόσεις Πουρνάρα-Θεσσαλονίκη. Τα άρθρα που δημοσιεύονταν στο περιοδικό «ΤΟΤΕ», το μικρό βιβλιαράκι από το Περιβόλι της Παναγίας, «Το άγιο όρος και η παιδεία του γένους» και μια σειρά άλλες εκδόσεις που αναφέρονταν στην ιδιοπροσωπεία του νέου και νεότερου ελληνισμού. Τα περιοδικά και οι εκδόσεις «Ευθύνη», το περιοδικό «Εποπτεία», μετέπειτα τα «Ιστορικά» κ.λπ. Μάλιστα, όπως μας δηλώνει και το κιτρινισμένο απόκομμα από το χρόνο της εφημερίδας, δημοσιεύονταν και 7 αφορισμοί των συνομιλητών στην έρευνα του δημοσιογράφου της φημισμένης εκπομπής «Ρεπόρτερ». Μνημονεύω αυτές τις πληροφορίες, για να δηλώσω κάτι φυσικά γνωστό στους μεγαλύτερης ηλικίας έλληνες και ελληνίδες, ότι τις δεκαετίες αυτές στον τόπο μας, πραγματοποιούνταν δεκάδες μικρές και μεγάλες εκδηλώσεις, ημερίδες, συζητήσεις, συμπόσια, συνέδρια, διαλέξεις για θέματα και ζητήματα που είχαν να κάνουν με την ελληνική ταυτότητα, το τι είναι ελληνικότητα, ποια η σύγχρονη φυσιογνωμία του έλληνα, τι και πως διατηρείται ζωντανή η ιστορική μνήμη. Πως παρουσιάζεται  αυτή και τα ιστορικά γεγονότα και συμβάντα στα έργα λογοτεχνών και ποιητών, την ιστορική αυτοσυνειδησία ημών των ελλήνων μέσα στον χρόνο, την σχέση μεταξύ ορθοδοξίας και μαρξισμού, (είχαν κυκλοφορήσει και δύο βιβλία) για την θεολογία της επανάστασης στην νότιο αμερική, για την ιδιοπροσωπεία του νέου ελληνισμού, την παιδεία του γένους, το γλωσσικό ζήτημα και την γλωσσική μας διχοστασία, τα αρχαία ελληνικά και ο ρόλος τους στην δημόσια εκπαίδευση. Εκδόθηκαν βιβλία και δοκίμια, μελέτες για τα θέματα όπως, το δημοτικό τραγούδι, το θέατρο σκιών, την λαϊκή παράδοση και αρχιτεκτονική κ.λπ. Διαβάζαμε πάντα με ενδιαφέρον τα κείμενα του Κίτσου Μακρή που δημοσιεύονταν στις γνωστές επιφυλλίδες του Βήματος, του Κωνσταντίνου Θ. Δημαρά, του Ευάγγελου Παπανούτσου και άλλων.
Οι πολιτιστικές και καλλιτεχνικές ζυμώσεις αυτών των δεκαετιών, της γενιάς μας, του 1980, ήσαν πάμπολλες, πολύμορφες, πολυεστιακές ιδεολογικά και πολιτικά, ενδιαφέρουσες ιστορικά και σίγουρα, προκλητικές, ρηξικέλευθες για την εποχή τους και τους έλληνες και ελληνίδες που έβγαιναν ταλαιπωρημένοι από μια επτάχρονη δικτατορία και αναζητούσαν την εικόνα του κοινωνικού τους προσώπου, το ιστορικό και εθνικό τους στίγμα, την εθνική και εκπαιδευτική τους ταυτότητα, την γλωσσική τους διαμόρφωση, τον ρόλο της πατρίδας τους και του λαού της, την ισότιμη θέση που τους αναλογούσε με την ένταξή τους στην τότε ΕΟΚ, επί πρωθυπουργίας Κωνσταντίνου Καραμανλή. Που ήταν ίσως, ο μεγαλύτερος πολιτικός στόχος και φιλόδοξο όνειρο του Σερραίου πολιτικού. Και η εδραίωση κατόπιν των κοινωνικών ελευθεριών και επιτευγμάτων επί Ανδρέα Παπανδρέου. Γιαυτό και το αναγνωστικό κοινό και οι ιθύνοντες, υποδέχθηκαν με ανάμικτα ίσως συναισθήματα την έκδοση στα ελληνικά του έργου του Ιάκωβου Φιλίππου Φαλλμεράυερ, «περί της καταγωγής των σημερινών ελλήνων», όπως μου δείχνουν οι σχετικές κριτικές που διαφύλαξα της εποχής. Μέσα σε αυτό το κλίμα της τότε εποχής, της αναζήτησης δηλαδή της εθνικής μας ταυτότητας ή του ορθότερου προσδιορισμού της ή επαναπροσδιορισμού της, στις μέρες μας, εν έτει 2019, σαράντα χρόνια μετά, που η χώρα μας πτώχευσε για ακόμα μία φορά μετά την εθνική της ανεξαρτησία το 1821, και υποθηκεύτηκε το ιστορικό και οικονομικό της μέλλον για 99 χρόνια στους ξένους ευρωπαίους, δυτικούς δανειστές. Που το προσφυγικό και μεταναστευτικό πρόβλημα έχει φέρει πολλά προβλήματα και διενέξεις εντός της χώρας, και ακόμα, στο ότι δεν φυλάσσονται αποτελεσματικά τα εξωτερικά μας σύνορα, με αποτέλεσμα να έχουμε μια ειρηνική εισβολή εξαθλιωμένων και μη ανθρώπων εντός των γεωγραφικών μας συνόρων, σαν ένα πρόβλημα που ήρθε για να μείνει όπως διακηρύσσουν οι πολιτικοί μας. Πού μας επεβλήθηκε από τις οικονομικές και γεωγραφικές πολιτικές των μεγάλων και ισχυρών δυτικών δυνάμεων. Που βομβάρδισαν και κατέστρεψαν, ισοπέδωσαν τις χώρες τους. Που η γείτονα χώρα καραδοκεί επεκτατικά, θέλοντας σαν περιφερειακή δύναμη, αύξηση του ζωτικού της χώρου, και συμμετοχή στα οικονομικά οφέλη, σαν υπέρτερη οικονομικά και πληθυσμιακά της ελλάδος, άρα απαραίτητος και στρατηγικά χρήσιμος εταίρος των δυτικοευρωπαίων και άλλων κρατών. Η τραγικότητα της ιστορικής μοίρας είναι ότι όσοι αντιστάθηκαν στον φασισμό και τον ναζισμό του δεύτερου παγκοσμίου πολέμου, το πλήρωσαν στα κατοπινά ιστορικά χρόνια. Σκέφτηκα να αναδημοσιεύσω ορισμένα από τα τότε κείμενα που αφορούσαν την ανθελληνική προπαγάνδα. Μέρος της δυτικής δημοσιογραφικής και καθηγητικής διανόησης, ανθελληνικής στάσης, κατά τακτά χρονικά διαστήματα, και στο πως αντιμετώπισαν την ανθελληνική αυτή προπαγάνδα, την σχολίασαν, την είδαν έλληνες διανοούμενοι, συγγραφείς, καθηγητές και δημοσιογράφοι, τι απάντησαν στα όχι και λίγα ανθελληνικά δημοσιεύματα του αμερικάνικου και ευρωπαϊκού τύπου. Ευελπιστώντας αφού διαβάσω ξανά το βιβλίο του Φαλλμεράυερ, τις τρείς μελέτες για το έργο του και την επίδρασή του στην ελληνική ιστοριογραφία, να αναδημοσιεύσω στα Λογοτεχνικά Πάρεργα, στην μικρή αυτή ιστοσελίδα τις κριτικές της εποχής. Ασφαλώς και οι δικοί μας διανοούμενοι κυρίως οι ορθόδοξοι μίλησαν αρνητικά για τους δυτικούς, τους ονομάζουμε κουτόφραγκους κ΄.α. αλλά νομίζω, ότι οι αρνητικές κριτικές ημών των ελλήνων εστιάζονται μόνο σε θέματα πίστης και εκκλησιαστικού δόγματος. Εκτός αν δεχτούμε και προσμετρήσουμε με μεγαλύτερη βαρύτητα τα μυθιστορήματα του Νίκου Τσιφόρου. Μόνο που ο σατιρολόγος έλληνας μυθιστοριογράφος δεν γράφει μόνο για τους δυτικούς αλλά και για εμάς.
     Να τονίσω, ότι δεν αξιολογώ ούτε κρίνω τα αποσπάσματα αυτά και τις ανταποκρίσεις της εποχής, ούτε τα αναδημοσιεύω από όλων των πολιτικών και κομματικών αποχρώσεων έντυπα που τότε κυκλοφορούσαν. Αναδημοσιεύω από έντυπα του λεγόμενου προοδευτικού τόξου, που είχα διαβάσει και είχα διαφυλάξει. Εξάλλου, οι υπογράφοντες τα κείμενα αυτά, και όσοι απάντησαν στις ερωτήσεις των εφημερίδων είναι γνωστά και καταξιωμένα πρόσωπα τόσο μέσα στην ελληνική κοινωνία όσο και στον χώρο των γραμμάτων και των τεχνών. Είναι ποιητές και εκδότες περιοδικών όπως ο Ντίνος Σιώτης που σταδιοδρόμησε στην μεγάλη ήπειρο. Είναι δοκιμιογράφοι και κριτικοί της ελληνικής λογοτεχνίας όπως ο Μ. Μ. Παπαϊωάννου, που εξετάζει το φαινόμενο κάτω από στενή μαρξιστική οπτική γιαυτό και το κείμενό του έχει και μια  χροιά περιπαικτική και κοινωνικά οξείας θέσης. Είναι καθηγητών πανεπιστημίου όπως ο Χρήστος Γιανναράς, που σε πάμπολλες μελέτες και βιβλία του διαπραγματεύεται το ζήτημα της ελληνικής ταυτότητας, βλέπε και ομώνυμο βιβλίο του. Είναι συνθέτες διεθνούς κύρους και ακτινοβολίας όπως ο Περικλής Κούκος. Είναι συγγραφείς που βλέπουν το ζήτημα από την σκοπιά των ανθρώπων των γραμμάτων, και μάλιστα, συγγραφέων που έζησαν μεγάλο μέρος της ζωής τους σε χώρες της δυτικής ευρώπης, και γνωρίζουν από τα μέσα τις απόψεις των ευρωπαίων για την Ελλάδα. Τέλος, το κείμενο της συγγραφέως Μαρίας Δέδε, δημοσιεύεται να σημειώσουμε, δίπλα ακριβώς από τις απαντήσεις των υπολοίπων σε ξεχωριστό μαύρο πλαίσιο με σκίτσο. Κείμενα και απαντήσεις που δημοσιεύτηκαν στις εφημερίδες Ελευθεροτυπία, το Πρίν, το Βήμα. Σίγουρα σε ενδεχόμενη έρευνα ο αναγνώστης και ερευνητής παρόμοιων προβληματισμών που αφορούν την παράδοση και την ταυτότητα της Ελλάδας, της κοινής μας εστίας, θα ανακαλύψει και άλλα άρθρα αρτιότερα και σχολιασμούς ίσως αξιολογότερους. Ο γράφων και αντιγραφέας απλά παραθέτει αυτά που έτυχε να διαφυλάξει. Με την μικρή επιθυμία να συμβάλει με τον τρόπο αυτό-αν αυτό είναι εφικτό, στην προσπάθεια να βρεθούν και άλλοι καλύτερα κατηρτισμένοι και ενημερωμένοι ερευνητές και σχολιαστές, και ιστοσελίδες, ώστε και εκείνοι με την σειρά τους, να ασχοληθούν με την διατήρηση της εθνικής μνήμης της χώρας μας, του λαού μας, σε περιόδους δύσκολους σαν τους σημερινούς, που εύλογα οι έλληνες τρομάζουν όχι μόνο με την εισδοχή τόσων αλλόφυλων πολιτισμικών ανθρώπινων ιδιαιτεροτήτων και ατόμων, αλλά και με την παντοδύναμη οικονομική κυριαρχία των τραπεζικών ομίλων και άλλων παρομοίων οικονομικών και στρατιωτικών πανίσχυρων συμφερόντων που κυριαρχούν στην πολιτική και κοινωνική ελληνική σκηνή.
     Βρισκόμαστε μέσα στην σκοτεινή δίνη μιας τεράστιας και ίσως ανεξέλεγκτης πολιτισμικής και κοινωνικής αλλαγής, μέσα στην Ιστορία, τόσο στην χώρα μας όσο και όπως μας πληροφορούν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και το διαδίκτυο παγκοσμίως. Ο κουρνιαχτός των ανατροπών και αλλαγών αυτών σε τοπικό και διεθνές επίπεδο είναι ακατανόητος για εμάς τους απλούς πολίτες με τα όποια ιδιαίτερα και ατομικά τους προβλήματα και αδιέξοδα, στον μικρό, τυχαίο και πεπερασμένο χρόνο του βίου τους. Οι νεότερες γενιές-και αυτό είναι φυσικό-δεν διαθέτουν ούτε κοινωνική ούτε ιστορική μνήμη που διέθεταν οι παλαιότερες ελληνικές γενιές, οι οποίες έγραφαν την ιστορία των χρόνων τους ή συμμετείχαν σε αυτήν ή την διαμόρφωναν θετικά ή αρνητικά. Ήσαν δρώντα υποκείμενα των κοινωνικών και πολιτιστικών εξελίξεων και ιστορικών ανατροπών. Στις μέρες μας, ο αχαλίνωτος δουλεμπορικός καταναλωτισμός έχει παρασύρει τους πάντες και τα πάντα προς ένα αβέβαιο μέλλον, σε αχαρτογράφητα νερά χωρίς επιστροφή. Όλοι μας ζούμε πάνω σε μια κινούμενη άμμο προσπαθώντας να διασώσουμε ότι μπορούμε σε ατομικό ή συλλογικό επίπεδο.
      Πίστευα, από παλιά, ότι η λογοτεχνία, η ποίηση, το θέατρο, ο κινηματογράφος, οι εικαστικές τέχνες, με δυό λόγια η Τέχνη, δεν είναι άμοιρη των διαρκών ιστορικών αλλαγών και κοινωνικών ανατροπών και συνθηκών. Το ίδιο και οι καλλιτέχνες, οι συγγραφείς, οι ποιητές, οι διανοούμενοι αποτελούν μέρος του ευρύτερου κοινωνικού, πολιτικού και πολιτισμικού σώματος μιας χώρας, που σημαίνει ότι έχουν φωνή, διαθέτουν άποψη, εκφράζουν κρίση, διαφωνούν ή συμφωνούν, κομματικοποιούνται ή πολιτικοποιούνται ανάλογα με την ατομική τους ιστορία ή οικογενειακή ή κοινωνική τους παράδοση. Τα οικονομικά τους συμφέροντα και επαγγελματικές φιλοδοξίες. Δεν μένουν όμως αμέτοχοι. Μπορεί να συμφωνούμε ή διαφωνούμε με την γνώμη που εκφράζουν, μπορεί να μην έχουμε διαβάσει καν το έργο τους αλλά να τους γνωρίζουμε από τις δημόσιες δηλώσεις και παρεμβάσεις τους, δεν είναι όμως άβουλα όντα έρμαια των καιρών. Έχουν πατρίδα, κάνουν ή δεν κάνουν οικογένεια, εκδίδουν βιβλία ή συνθέτουν μουσικά έργα, σκηνοθετούν, εκδηλώνονται γραπτώς δημόσια, εκφέρουν την γνώμη τους, με δύο λόγια μετέχουν ενεργά στην ιστορία του καιρού τους, στις πολιτικές εξελίξεις, και στον βαθμό που τους αναλογεί την διαμορφώνουν ή την ποδηγετούν τις εξελίξεις αυτές. Ορισμένοι μετέχουν και στο ελληνικό κοινοβούλιο από διάφορες θέσεις. Η παρουσία τους όμως, είτε ως παλαιότερη πολιτιστική μνήμη, είτε ως δρώσα και ενεργή στο παρόν, είτε ως προφητικός οραματισμός για ένα καλύτερο και δικαιότερο αύριο, νομίζω, ότι είναι απαραίτητη και ίσως και αποτελεσματική κοινωνικά. Ή τουλάχιστον, για μια μερίδα πολιτών.
Η Τέχνη και η δημιουργία δεν είναι για να μένει κλειστή σε σκονισμένα δωμάτια μουσείων, σε αραχνιασμένα ράφια βιβλιοθηκών, να περιοριστεί σε πολυτελέστατα μέγαρα συλλεκτών ή σοϊλήδων και εύπορων οικογενειών και ιδρυμάτων. Η Τέχνη οφείλει να πλησιάζει την ζύμη από την οποία προέρχεται. Τον άνθρωπο. Οφείλει να έχει ανθρώπινο πρόσωπο. Να αντανακλά τα προβλήματά του να εκφράζει τα ερωτήματά του, τις αγωνίες του, τις ενστάσεις και αμφιβολίες του. Να καθρεφτίζει την εποχή της και την ιστορία της εποχής της. Ειδάλλως, δεν είναι παρά ένα ακόμα καταναλωτικό προϊόν στην όχι μιας ημέρας μόνο της ζωής μας black fray day.
     Θετικές ή αρνητικές κρίσεις για την χώρα μας και τους έλληνες έχουν εκφράσει κατά καιρούς διάφοροι στοχαστές, συγγραφείς ή καλλιτέχνες που επισκέφτηκαν την Ελλάδα σαν ταξιδευτές ή περιηγητές, ή ασχολήθηκαν με την ιστορία και την παράδοσή της. Γνωρίζουμε τις θετικές κρίσεις του ιρλανδού συγγραφέα Όσκαρ Ουάϊλντ, τις αρνητικές του γάλλου συγγραφέα και σκηνοθέτη Ζαν Κοκτώ, στο «Ελληνικό του Ημερολόγιο» εκδόσεις Καστανιώτη τις απόψεις της αγγλίδας στιλίστριας του μυθιστορήματος Βιρτζίνιας Γουλφ, στο «Ελλάδα και Μάης μαζί», εκδ. Κρύσταλλο.  Τις «Πρώτες εντυπώσεις από την Ελλάδα» του αμερικανού Χένρυ Μίλλερ,  εκδ. Νεφέλη. Το ταξίδι του γάλλου Γκουσταύου Φλωμπέρ στην Ελλάδα, το κείμενο του γάλλου συγγραφέα Σταντάλ, «Η Αναγέννηση της Ελλάδας» εκδ. Αλέα. Του φιλέλληνα και αγωνιστή άγγλου λόρδου Γκόρντον Μπάϊρον. (παρά τα όσα αρνητικά τον στολίζει ο Κυριάκος Σιμόπουλος). Τις απόψεις του ιταλού φιλόσοφου και συγγραφέα Ουμπέρτο Έκο, του γερμανού φιλόσοφου Μάρτιν Χάιντεγκερ, στο εδώ ταξίδι του. Τις θέσεις του αυστριακού θεολόγου Λαυρέντιου Γκερεμέϋ στο βιβλίο που κυκλοφόρησε «Η δύση της Δύσης» η απομυθοποίηση της ευρώπης και ο ελληνισμός, εκδόσεις Παπαζήση. Σημαντική η συνεισφορά του βιβλίου του άγγλου ιστορικού Arnold Toynbee, «Οι Έλληνες και οι Κληρονόμοι τους», εκδόσεις Μ. Καρδαμίτσα, ο δοκιμιακός λόγος του Philip Sherrard, «Δοκίμια για τον νέο ελληνισμό» εκδόσεις σύνορο 1971. Οφείλουμε να μην λησμονούμε τις δεκάδες μελέτες και τα βιβλία της γαλλίδας Ζακλύν ντε Ρομιγύ για τον Θουκυδίδη και την αρχαία ελλάδα. Τις μεταφραστικές εργασίες της ακαδημαϊκού Μαργαρίτας Γιουρσενάρ και το βιβλίο της για τον Κωνσταντίνο Π. Καβάφη. Και τα βιβλία δεκάδων άλλων ξένων δυτικοευρωπαίων συγγραφέων και ποιητών, που κατέγραψαν τις εμπειρίες τους από το εδώ πέρασμά τους, και άφησαν τα ίχνη των εντυπώσεών τους θετικά ή αρνητικά στα ταξιδιωτικά και άλλα βιβλία τους. Είναι οι συγγραφείς που θα μπορούσαμε να τους ονομάσουμε πολιτιστικούς πρεσβευτές της ελλάδος στο εξωτερικό, όπως αντίστοιχα, οι έλληνες που διαπρέπουν στο εξωτερικό, είναι οι πολιτισμικοί μας πρόσφυγες, και η φωνή της ελλάδας στο εξωτερικό. Οι έλληνες της διασποράς. Η παράδοση αυτή,-το να γράφουν και να δημοσιεύουν θετικά ή αρνητικά για την χώρα μας, των ξένων ανταποκριτών, δημοσιογράφων-βλέπε το βιβλίο της ιταλίδας Οριάνας Φαλάτσι για τον Αλέξανδρο Παναγούλη-ή ξένων ιστορικών που έγραψαν για έλληνες πολιτικούς της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας, τον εμφύλιο, είναι σταθερή και διαρκής. Ή επίσης, να θυμίσουμε την μελέτη της αγγλίδας εθνολόγου Ρενέ Χίρσον και το βιβλίο της «Κληρονόμοι της ελληνικής καταστροφής», ως τις εκατοντάδες μελέτες ξένων συγγραφέων και πανεπιστημιακών για έλληνες λογοτέχνες και ποιητές που διδάσκονται στα ξένα πανεπιστήμια, ή τις έδρες νεοελληνικών ή κλασικών σπουδών στο εξωτερικό, η αλυσίδα του ενδιαφέροντος για την χώρα μας, τον λαό μας, τις κοινωνικές του συνήθειες, τα ήθη και έθιμά μας, την ιδιαιτερότητα της φυλής μας, της θρησκευτικής μας πίστης, της νησιώτικης ζωής του αιγαίου πελάγους και του ιονίου, των κατοίκων των ορεινών περιοχών, είναι συνεχής και τα τελευταία χρόνια αυξανόμενη. Ασφαλώς υπάρχουν και οι εξαιρέσεις, των ξένων που μιλούν αρνητικά για την χώρα μας και τον λαό μας.
Ενδιαφέρον θα παρουσίαζε μια έρευνα, πάνω στο πως είδαν και τι κατέγραψαν κατά καιρούς οι έλληνες επισκέπτες των διαφόρων ευρωπαϊκών χωρών και της μεγάλης ηπείρου, της νότιας και βόρειας Αμερικής. Των ελλήνων που κατοίκησαν εκτός ελλάδας και σταδιοδρόμησαν και πως είδαν τους άλλους λαούς, τις συνήθειές τους, τις πολιτικές και κοινωνικές τους συμπεριφορές, και τι κατέγραψαν στις ανταποκρίσεις τους, στα άρθρα τους, στις μελέτες τους, στα βιβλία τους, στις προσωπικές τους αναμνήσεις. Ακόμα και αυτών, που εγκατεστημένοι στο εξωτερικό, δεν θέλησαν να γυρίσουν ξανά πίσω. Όπως πχ. έχουμε την περίπτωση του υπερρεαλιστή ποιητή Νικόλαου Κάλλας. Επίσης, συνήθως, αν εξαιρέσουμε την περίοδο του πολέμου και της κατοχής, οι Έλληνες, αναφέρονται θετικά και επαινετικά έναντι των ευρωπαίων και αμερικανών. Εξαίρεση αποτελεί και πάλι, η περίοδος της στρατιωτικής χούντας και ο ρόλος της αμερικής σε αυτήν. Τα αρνητικά δημοσιεύματα ή σχόλια των ξένων έναντι των ελλήνων είναι περισσότερα σε σχέση με αυτά των ελλήνων.
Ο ανθελληνισμός εκδηλώνεται έστω και υπόγειος, μέχρι και σήμερα αν δεν κάνω λάθος. Και εκδηλώνεται με διάφορες μορφές και προσωπεία και σε πολλούς τομείς.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 1 Δεκεμβρίου 2019.
ΥΓ.
«Σφίξε καλά τη ζώνη,
αλαφροπάτητος να γένεις,
και τριγύρα σου όλ’ η φύση,
στη βούλησή σου ολόφωτη,
θέ να ΄ρτει, ακράτη λεβεντιά
τη σάρκα να σου ντύσει’
και το κορμί στο λογισμό
θ’ αδρώσει, για να ζήσει
σα θα ριχτεί στο πάλεμα,
στο αντρίκειο χαροπάλεμα,
τις τραχιές γνώμες μ’ αλαφρή
καρδιά για να ζυγίσει.
Κι’ ως στήσεις παντοδύναμα
στη γη ιερή τα χέρια,
στη νίκη και στο λύτρωμα,
θα σου χαλκέψω εγώ φτερά
κι από τον ήλιο ασύντριφτα,
για ν’ ανεβείς, κι αγνάντια του
να υψώσεις την αδάμαστη
καρδιά μου μές στ’ αστέρια!»                    

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου