Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2019

Η ηθοποιός Κατερίνα Ανδρεάδη


ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ ΜΕ ΤΟΥΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΥΣ ΤΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ ΜΑΣ
          Κατερίνα
Του ΓΙΑΝΝΗ ΣΙΔΕΡΗ
Περιοδικό Ο ΑΙΩΝΑΣ ΜΑΣ. μηνιαίο λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό περιοδικό. Αριθμός φύλλου Τέταρτο. Αθήνα Ιούνιος 1947. Σελίδες 124-125. Περίοδος πρώτη. Δραχμές 3000. Εκδόσεις «ΑΡΜΟΝΙΑ». Διαστάσεις 24Χ33. Μάρνης 26 Αθήνα.
Διεύθυνση Σύνταξης: ΚΩΣΤΑΣ ΔΑΡΡΙΓΟΣ
Καλλιτεχνική Διεύθυνση: ΣΠΥΡΟΣ ΒΑΡΛΑΣ
Αρχιτεκτονική ύλη: ΣΟΛΩΝ ΚΥΔΩΝΙΑΤΗΣ

     Λουλούδια πολλά, τραπεζάκια, βιβλία πολλά, βαρύτιμα χαλιά, ένα λιγερό αμπαζούρ. Εκείνη στο σπίτι Της. Μόνα τους γράφονται τα κεφαλαία
-Η κυπαρισσένια κορμοστασιά θα διπλωθεί στην πολυθρόνα σα σε θρόνο.

-Καλά πού λείψατε, Κυρία, ένα χρόνο από την Αθήνα. Δεν έχετε καμιά ενοχή για την περίοδο την πιο κακή, τη χειρότερη από κάθε άλλη ως τώρα για το θέατρό μας. Τουλάχιστον προσφέρατε πνευματική ευτυχία σε άλλους Έλληνες, εις Αλεξάνδρεια, στο Κάϊρο, στο Πόρτ Σάϊτ-, στο Σουέζ, εις την Ισμαηλία. Πήγατε καλά, καθώς μαθαίναμε…
-Πολύ καλά στην Κύπρο πιο καλά με την καλλιτεχνική της ωριμότητα, με την Ελληνικότατη ψυχή της.
-Πάντα η Κύπρος το αγάπησε το Θέατρο και η παρουσία η δική σας εκεί πραγματικά ήταν μια γερή απόδειξη για τον πολιτισμό της μητέρας-Ελλάδας’ θα έδωσε καινούργιο καμάρι εις τους Κυπριώτες για το έθνος μας. Ξέρω τη σοβαρότατη και την τιμιότατη φιλοπατρία σας και ξέρω τι επίδραση μπορεί να έχουν, όταν ζούνε μέσα σ’ ένα ξεχωριστό άνθρωπο τα αισθήματ’ αυτά. Χαίρω να είν’ έτσι, στην εποχή μας, η πρώτη γυναίκα της Θυμέλης μας- Θα μας ήταν εξαιρετικά ευχάριστο νη μην είχε καμιά σκιά η περιοδεία σας.
     Είχε τη συμπεριφορά του Αντώνη Γιαννίδη’ στη Βιέννη, σε ανάλογη περίπτωση, ένας ηθοποιός δε μπόρεσε να ζήσει πιά στο αυστριακό Θέατρο.
-Με το Λογοθετίδη λοιπόν το καλοκαίρι…
-Και με πάρα πολλή ευχαρίστηση μάλιστα’ ως τώρα είχα παίξει με όλους τους πρωταγωνιστές μας εκτός από το Λογοθετίδη και τον Αργυρόπουλο. Συμπληρώνω φέτος, με τον καλλίτερο τρόπο, τις επαφές μου. Ο συνεργάτης μου είναι ένας αξιολογότατος καλλιτέχνης, ακτινοβόλο μεγάλο, θαυμαστό τάλαντο, εργάτης ακάματος και κοσμαγάπητος. Εύχομαι να μην είναι για το καλοκαίρι μονάχα η συνεργασία μας. Πρώτο μας έργο η μοναδική κωμωδία του εξυπνότατου άγγλου μυθιστοριογράφου Μάκ Ντόλες * Έχει πεθάνει πιά. Πρωτοπαίχτηκε στα 1943.
-Τ’ αγαπάτε τ’ αγγλικά έργα’ μας γνωρίσατε με πολλά και πάντα η επιτυχία δικαίωσε την εκλογή σας.
-Το κάθε τι καλό το αγαπώ.
-Κι εν γνώσει πώς η ταμειακή επιτυχία δε θα ήτανε μεγάλη
-Συνήθως η εμπορική επιτυχία έρχεται ως ακόλουθος της καλλιτεχνικής.
-Είναι πολύ αισιόδοξο, πού σκεπτόσαστε τόσο πνευματικά. Θυμάμαι την άτυχη, αλλά πολύτιμη «Μικρή μας πόλη».
-Ας ήταν οι εκλεχτοί πού τους αρέσουν τα τέτοια έργα περισσότεροι στον τόπο μας!... Δε θα δίσταζα για τίποτε ποτέ.
-Το «Με τα δόντια» του Ουάιλντερ θα το έχετε στο πρόγραμμά σας; Είναι και ο ρόλος πρόσφορος.
-Θέλει πολλά έξοδα, είναι περίφημο, μπορεί όμως να βολευτεί μ’ έξυπνα σκηνοθετικά ευρήματα.
-Θα το ανεβάζατε σείς;
-Αν και ήταν η σπουδή μου στην Ευρώπη διπλή, σκηνοθετική μαζί και ηθοποιική, με κουράζει να κάνω και τη σκηνοθεσία. Χρειάζομαι συχνά ένα βοηθό.
-Και δε θα σας λείψουν στο άμεσο μέλλον’ θα έχετε μάλιστα και δυσκολία στην προτίμηση’ δημιουργηθήκανε, τον τελευταίον καιρό, εξατομικευθήκανε ξεκάθαρα, σκηνοθέτες γνωστοί και από πρίν που καλλιεργούν, ο καθένας σύμφωνα με τη διάθεσή του και την έντασή του, κάτι καινούργιο, φρέσκο, ευκίνητο, σοφό και ανοιχτόκαρδο…
-Ο ένας, ο Κατσέλης, ήτανε συμμαθητής μου και ζήτησα να δουλέψουμε άλλοτε μαζί. Τον άλλο, τον Καραντινό, έπαιζα και δεν μπόρεσα να τον παρακολουθήσω. Κανενός την αξία δεν έχω υπ’ όψη μου ν’ αρνηθώ.
-Πάρα πολύ ωραία’ θα ήτανε φοβερό να πιστεύουμε πώς δεν μπορεί να έχει το ρωμαίϊκο πολλούς ανθρώπους άξιους και πολύ χειρότερο, αν φανταζόμαστε πώς θα ήτανε ποτέ δυνατό να περιορισθεί η θεία χάρη σ’ έναν. Πρέπει να πιστέψουμε στις δυνατότητες των Ελλήνων όλων, σκηνοθετών και συγγραφέων. Πολλές φορές εγοητεύθηκα εξ αιτίας της κριτικής σας ικανότητας και της αγάπης σας προς τα ντόπια έργα, προς το «Απόψε θα γελάσουμε» π.χ. του Κατηφόρη, πού ήτανε τόσο πολύ σημαντικό. Αλλά δε νομίζετε πώς θα έπρεπε να μαζέψετε τριγύρω σας, και να τους εμπνεύσετε, συγγραφείς…
-Εκείνοι πρέπει να έρθουν προς εμένα. Ο Χρονόπουλος, ο Παλαιολόγος, η Πετροβάτου, ο Μ. Νικολαϊδης, ο Ψαθάς βρήκανε κοντά μου πρόθυμη διάθεση κι αγάπη. Παραπονιούνται ίσως μερικοί, που δεν μπορώ να διαβάσω τα χειρόγραφά τους αμέσως. Όλες οι δουλειές-οι τόσες-του θιάσου είναι απάνω μου. Δεν μπορώ βέβαια να παίξω έργο μόνο και μόνο για να «ενθαρρύνω» τον άπλερο συγγραφέα.
-Οι ονειροπόλοι του νέου δε θα θέλανε καμμιά επιείκεια. Διηγείται ο Ξενόπουλος πως η Κυβέλη του φώναξε από μακριά να της διασκευάσει τη «Φωτεινή Σάντρα». Του άνοιξε με τούτο ένα δρόμο. Παρακαλώ, συγχωρέστε με, που μπροστά σ’ ένα δοξασμένο παρόν, σε σας, τολμώ να θυμάμαι το επίσης δοξασμένο παρελθόν, αλλά θα ήθελα να υποδηλώσω πως το Θέατρο έχει αυτή την ιδιοτυπία: Δεν επαρκεί εντελώς μόνος του ο συγγραφέας όταν μισήσει τη ρουτίνα’ ένα χαμόγελο του σκηνοθέτη λοιπόν, του θιασάρχη, μια οδηγία δοσμένη με στοργή έχει το αποτέλεσμά της. Η ψυχή του ανθρώπου είναι πλασμένη να θαυματουργεί με την αγάπη. Ένα χαμόγελο! Εδώ, στην Ελλάδα ζούμε πολύ ξεχωρισμένοι. Έτσι θεατρική Τέχνη δε γίνεται.
-Οι συνθήκες της ζωής μας.
-Πολλά ως τόσο περιμένουμε από σας, την αληθινά και αναμφισβήτητα σημαντικότερη πρωταγωνίστρια.  Μας δόσατε τόσους ρόλους, τόσα δράματα. Ξέρουμε σίγουρα τις μεγάλες σας ικανότητες. Είστε πια ώριμη για τα πιο ψηλά πεδία της Τέχνης, έτσι μάλιστα, καθώς αγαπάτε τα μεγάλα δημιουργήματα…
-… Και τα μικρά.
-Ναι, από τις πρώτες σας επιτυχίες ήταν και η «Άμαξα». Οι μεγάλοι ρόλοι όμως φαίνεται πως είναι η περιοχή σας: Νόρα, Έντα Γκάμπλερ, Νίνα στο «Παράξενο Ιντερμέτζιο». Και η αρχική σας επιτυχία στην Πόρσια στέκει αξέχαστη’ εσκόρπισε τον ενθουσιασμό τότε. Σας ταιριάζει ο Σαίξπηρ. Η «Στρίγκλα…» σας πόσο αξιοθαύμαστη! Πιο πολύ όμως η Βεατρίκη στο «Πολύ κακό…» δύσκολος ο ρόλος-εις την Αγγλία, ξέρετε, δεν παίζεται παρά όταν βρεθεί το κατάλληλο πρόσωπο. Είχατε φανερώσει άνετα και με σαφήνεια όλη την ευφορία του πνεύματος, πού, παρ’ όλους τους διαξιφισμούς του, διατηρεί την παρθενικότητά του’ δείξατε τον αυτοσεβασμό της Βεατρίκης, την ανθρωπίνη της αξιοπρέπεια. Η φύση και η σπουδή σας είχαν εργαστεί να σας προετοιμάσουν. Γι’ αυτό έχουμε το δικαίωμα να περιμένουμε πάρα πολλά’ με τους ελληνικότερους συναδέλφους σας, πρέπει- μπορείτε- να κάνετε το άλμα σας προς τη μεγάλη Τέχνη πλατύτερα’ συγγραφείς και σκηνοθέτες το περιμένουν. Θα ήτανε φοβερό ν’ απελπιστεί κανείς!-Να πώ και κάτι άλλο;
-Μην αργείτε!
-Μιλούν ακόμη μερικοί θεατρίνοι και για τη σκληράδα σας…
-…Αν είναι «σκληράδα» να μη δέχομαι να διαβάζουν εφημερίδα στις δοκιμές, να μην κοιτούν το ρολόϊ, να μην τελειώνουμε πρίν από τη 1,30 το μεσημέρι.
-Βεβαιότατα. Η Τέχνη θέλει δουλειά και μόνο δουλειά. – Στο Παρίσι παίχθηκε το «Πένθος…» του Ονήλ ολόκληρο, σε μια βραδιά, κομμένο φυσικά.
-Εγώ έπαιξα τα δύο μέρη, αλλά ολόκληρα. Σαν τύχει να το ξαναπαίξω, θα ήθελα ν’ ανέβαζα και το τρίτο, θα έπαιρνα το ρόλο της Λαβίνιας.
-Τόσος κόπος, αφού έχετε παίξει τη Χριστίνα! Γιατί δεν τον παίξατε από την αρχή;
-Ήθελα να παίξω Άννα Κρίστι ο Σπηλιωτόπουλος είχε τη μετάφραση έτοιμη. Ήταν η Μερκούρη στο θίασο, πίστευα στην αξία της και νόμισα πώς έπρεπε να την βοηθήσω, έστω και με προσωπική μου θυσία.
-Τούτο δεν είναι «σκληράδα», εννοείται…
-…Στην περιοδεία έδωσα πρώτο ρόλο, για τους ίδιους λόγους, και στη Χατζηαργύρη στην «Επικίνδυνη στροφή».
-Καλής καρδιάς αποτέλεσμα, νομίζω, είναι , καθώς λέγεται, πώς επροφητέψατε την πρόοδο της Λαμπέτη. Σωστά;
-Ναι ήταν έκτακτη στη μικρή αδελφή της «Μάγδας» στις δοκιμές.
-…Πού είχε παίξει τόσο καλά η Λουϊζα Ποδηματά.
-…Ακριβώς, είναι ως τώρα ο καλύτερος ρόλος της Λουϊζας…
-Παράξενο! Ήξερα πώς οι πρωταγωνίστριες πνίγουν τις με αξία θεατρίνες, που παίρνουν στη δούλεψή τους…
-Η «σκληράδα» μου…
-Είχατε αναγγείλει τον εορτασμό της δεκαετηρίδας του θιάσου σας. Πώς δεν έγινε;
-Δε βρήκα το κατάλληλο έργο. Θα ήθελα κάτι σημαντικό σαν το «Παράξενο Ιντερμέτζο». Ψάξτε σείς οι άνθρωποι του θεάτρου. Θα είναι η εορτή μου. Δε θα επιθυμούσα να εμφανιστώ σε κάτι μικρό και δεξιοτεχνικό ούτε σ’ επανάληψη. Θέλω κάτι καινούργιο και για μένα και για το Θέατρο.
-Θα είχατε αντίρρηση αν τύχαινε το έργο να είναι ελληνικό;
-Εννοείται δε θα είχα καμιάν αντίρρηση. Πώς θα μπορούσε; Θα αισθανόμουν μεγαλύτερη χαρά!
-Ιδού το χαμόγελο που σας έλεγα πρίν!
Μια έξυπνη γλύκα Πόρσιας έχει απλωθεί στο δωμάτιο. Έτσι, Πόρσια επιθυμώ να βλέπω την Κατερίνα, τη δυνατόψυχη καλλιτέχνιδα πού βαστάει δέκα χρόνια ψηλά τη σημαία της Τέχνης της. Μακάρι να πλατύνει τη δραστηριότητά της προς όλες τις κατευθύνσεις και τις ανάγκες του Θεάτρου μας. Χρειαζόμαστε γερές ψυχές, ευγενικά φιλόδοξες. Δεν είναι η Θυμέλη κοσμική πρόληψη, είν’ επιβεβαίωση ενός πολιτισμού όταν υπάρχει και δυνατότητα για την πρόοδο του έθνους προς το ανώτερο. Από αυτή την άποψη αγαπώ και το Θέατρο και την Κατερίνα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΣΙΔΕΡΗΣ         
(*) Την ημέρα της συνομιλίας μας δεν είχε αποφασιστεί το σωστό ν’ αρχίσει μ’ ελληνικό έργο.
Ενδεικτικά σχόλια:
Απαλλασσόμενος αργά και σταθερά από ένα αρχείο πολυέξοδο βάρος που είχε αρχίσει να με βαραίνει σωματικά και οικονομικά, τώρα που οι οικονομικές και εργασιακές συνθήκες του βίου μου άλλαξαν, και λίγο πριν κλείσει τον χρονικό της κύκλο η μικρή αυτή ιστοσελίδα, που, αν, λέω αν, στάθηκε κάπου χρήσιμη ήταν στις εργογραφικές και βιβλιογραφικές της καταγραφές, χρήσιμες παλαιές και συγκεντρωμένες πληροφορίες, ενδεικτικές ασφαλώς- για έλληνες και ξένους λογοτέχνες, περνάω και τα τελευταία κείμενα που είχα αντιγράψει σε φακέλους παλαιότερα, και πίστευα ότι θα είχαν κάποιο ενδιαφέρον στους όποιους εντός και εκτός ελλάδος αναγνώστες της. Σαν μια ιστοσελίδα, πέρα από εμπορικές και διαφημιστικές σκοπιμότητες ή άλλου είδους κέρδος, με μόνη επιθυμία την διατήρηση στην επιφάνεια του χρόνου την μνήμη ανθρώπων, γεγονότων, ιστορικών συμβάντων, λογοτεχνικών βιβλίων, λογοτεχνικών περιοδικών, λογοτεχνικών ανθολογιών και ιστοριών της ελληνικής λογοτεχνίας. Άρθρων και δημοσιευμάτων γνωστών λογοτεχνών και δοκιμιογράφων, που, αγάπησα και «ζήλεψα» για την καλλιέπεια και ουσιαστικότητα της γραφής τους. Μικρές οφειλές σε πρόσωπα και έντυπα που γνώρισα και συνεργάστηκα, λογοτέχνες που ίσως διάβασαν κάποτε τα σκόρπια δημοσιεύματά μου και κριτικές μου. Πίστευα και εξακολουθώ να πιστεύω, ότι ο λογοτέχνης, ο «διανοούμενος», ο «πνευματικός άνθρωπος», ο καλλιτέχνης είναι ένα πρόσωπο της διπλανής πόρτας. Είναι σάρκα από την σάρκα του κοινωνικού σώματος. Δεν αποτελούν μια ξεχωριστή κάστα που βλέπει από ψηλά τους άλλους, αντιμετωπίζει τα σύγχρονα κοινωνικά και οικονομικά και πολιτικά προβλήματα του τόπου τους ή παγκοσμίως αφ’ υψηλού. Με τις ελάχιστες και ανεπαρκείς γνώσεις που έχω πάνω στον ηλεκτρονικό υπολογιστή, αντιλήφθηκα, ότι το αναγνωστικό ενδιαφέρον στρέφεται μόνο! Σε ορισμένα πρόσωπα της ελληνικής ή ξένης λογοτεχνίας. Και αυτό είναι φυσικό, δύο είναι τα λογοτεχνικά μας νόμπελ. Ή πάλι, δεν ήθελα να δημιουργήσω μια ιστοσελίδα καθαρά λογοτεχνική γεροντοκορίστικου περιεχομένου. Πολιτισμός είναι κάθε δράση που αφορά τον άνθρωπο, κάθε δημιουργία που προάγει την φαντασία των ανθρώπων, την δημιουργικότητά τους, και ενδεχομένως βοηθούν τους άλλους να αντέξουν τα όποια προσωπικά τους ή οικογενειακά τους προβλήματα. Πολιτισμός είναι να πληρώνεις τον εργαζόμενό σου, να μην τον εξαπατάς. Πολιτισμός είναι να μπορείς να βρεις δουλειά και να μην βρίσκεσαι στην ανεργία. Πολιτισμός είναι ο εργαζόμενος να σέβεται τον χώρο που εργάζεται και να δημιουργεί ανεκτές εργασιακές σχέσεις. Πολιτισμός είναι να μπορείς σαν εργαζόμενος, σαν άνεργος, σαν συνταξιούχος, να μπορείς να έχεις ένα όσο το δυνατόν υποφερτό σύστημα ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Να προστατεύεται ο έλληνας ή ξένος φορολογούμενος που κατοικεί σε αυτή την πατρίδα από τις όποιες υπέρτερές του αυθαιρεσίες. Πολιτισμός είναι ο σεβασμός στα άτομα με σωματικές ιδιαιτερότητες. Πολιτισμός είναι ο σεβασμός απέναντι στην ιστορία και παράδοση του τόπου σου. Απέναντι στα θρησκευτικά πιστεύω των διπλανών σου ακόμα και αν εσύ δεν νιώθεις την ανάγκη της πίστης αυτής. Πολιτισμός δεν είναι τα μονομερή μόνο δικαιώματα της όποιας μειοψηφίας, ημεδαπής ή αλλοδαπής εις βάρος των υπολοίπων. Πολιτισμός δεν είναι το να συγκεντρωνόμαστε σε υπερπολυτελή μέγαρα και αίθουσες διδασκαλίας για να παρακολουθήσουμε μία θεατρική παράσταση, μια κινηματογραφική ταινία, να παρακολουθήσουμε μια έκθεση ζωγραφικής ενός εικαστικού που δεν καταλαβαίνουμε το τι θέλει να πει ο ζωγράφος. Όταν όπως ακούστηκε στις ειδήσεις βάριαλ έγινε, μια μπανάνα στον τοίχο και δόθηκαν εκατομμύρια για να την αποκτήσουν, τότε αυτό, μπορείς να μην το αποκαλείς Πολιτισμό. Τότε κατανοείς ότι τα πάντα είναι ένας πολτός καταναλωτικής αποχαύνωσης και ευτέλειας. Και ότι η Τέχνη, σε όποια μορφή και εκδηλώσεις της δεν είναι παρά ένας κοινωνικός βάλτος που, όπως τραγουδούσε ο Παπακωνσταντίνου, «όλα από χέρι καμμένα…». Όταν αμέσως μετά την δολοφονία της άτυχης γυναίκας από τα δύο καλόπαιδα που την πάτησαν με το αυτοκίνητό τους, που πήγαν να την ληστέψουν, μπροστά στους δικούς της, η εκφωνούσα τις ειδήσεις λέει: «ας αλλάξουμε θέμα και ας δούμε τι εσώρουχα φόρεσε στο γκαλά η τάδε ή ποιες είναι οι ερωτικές επιδώσεις του δείνα και τα διαζύγιά του» τότε δεν είναι άστοχο να πεις ότι η Τέχνη είναι μάλλον άχρηστη πλέον στους ανθρώπους και εκπροσωπεί τις οικονομικές και άλλες ανάγκες αργόσχολων στο παζάρι των εμπορικών σκοπιμοτήτων τους. Και ο άνθρωπος εντός και εκτός των χρονικών τειχών, δεν είναι παρά ένα ακόμα μάλλον άχρηστο προϊόν μέσα στα εκατοντάδες άλλα άχρηστα και περιττά που διαφημίζουν στις ειδήσεις των τηλεοράσεων και ακούς συνέχεια από σταθμούς ραδιοφώνου, και τα πλασάρουν ως τέχνη. Όταν ποιητές και ποιήτριες (τα βιβλία τους) δεν πωλούνται ούτε καν πέντε ευρώ, τότε τι ρόλο μπορείς να δώσεις στον ποιητικό λόγο στους καταναλωτές των ημερών μας; Η ιστοσελίδα αυτή, φιλοδόξησε να κρατήσει στην επιφάνεια του χρόνου και της μνήμης παλαιότερες φωνές ελλήνων και ελληνίδων δημιουργών. Που ο λόγος και τα κείμενά τους, πίστευε ότι είχαν κάποια ποιητικότητα. Κόμιζαν έναν άλλο τρόπο ζωής. Μια φιλοσοφία και στάση ζωής, που παρά τα όποια λάθη των ανθρώπων, δημιουργούσαν ένα πλαίσιο ανθρωπισμού, ένα κλίμα αισιόδοξης όχι γκλάμουρους φιλανθρωπίας αλλά ουσιαστικής στάσης ζωής και επιλογών Μια κοινωνούσα αλήθεια. Μια ποιότητα ζωής όχι επίπλαστης, εικονικής. Όμως η ανακύκλωση της συλλογικής μας παθογένειας, και των ιστορικών λαθών μας σαν κοινωνία και σαν άτομα ξεχωριστά, ποτέ μέσα στην ιστορική και πολιτική διαδρομή του τόπου μας δεν έφερε αισιόδοξα αποτελέσματα για το μέλλον. Όταν ο θήτης εξισώνεται με το θύμα, τότε δεν έχει λόγο ούτε ο λόγος της αρχαίας τραγωδίας ούτε ο ποιητικός λόγος. Το πετραχήλι που τον σκεπάζει από τους νέους σύγχρονους «σαμάνους» της φυλής, δεν μεταμορφώνει τον λύκο σε αρνάκι. Γιατί ακόμα και αν τον μεταμορφώσει, το στομάχι του θα είναι γεμάτο υπολείμματα φαγητού από το θύμα-αρνί.
Η Ποίηση έχει να κάνει με αναγνώστες που γνωρίζουν, ή διδάχθηκαν ή θέλησαν να μάθουν τι πάει να πει Κάθαρση. Τι πάει να πει παράδοση του τόπου σου. Αξιακές σταθερές της φυλής σου. Ποιες οι ιστορικές αξιολογικές ήθους αρχές της πατρίδας σου, και ημών των ιδίων. Ποια τα όρια των οικονομικών σου δυνατοτήτων, ώστε, να μην αναζητάς την μίμηση ζωής ανθρώπων που δεν θα φτάσεις ποτέ μα ποτέ την ζωή τους. Να μην σε παραμυθιάζουν τα στρας και τα φωτάκια της διαφήμισης και του εύκολου πλουτισμού. Με ποιους πρέπει να πας και ποιους πρέπει να αφήσεις. Ο ποιητικός λόγος είναι ανυπεράσπιστος μπροστά στο Κακό και τον Κίνδυνο. Και αυτό, το γνώριζαν οι παλαιότεροι. Οι μυστικοί της τέχνης της προφορικής εξομολόγησης από στόμα σε στόμα, από άτομο σε άτομο. Δικολαβίστικες απαντήσεις δεν αντέχει, η Τέχνη. Όμως ο Κόσμος μας απομαγεύτηκε τελειωτικά. Ζούμε όλοι μας έναν νέο μεσαίωνα, μόνο που σήμερα η τεχνολογία μπορεί να σε κάνει μέτοχο των αδιεξόδων σου και σου δίνει την ευκαιρία να τα πουλήσεις στην αγορά του κόσμου που λάμπει μέσα στους ουρανοξύστες και τα υπερπολυτελή παλάτια. Στις μέρες μας, ποιο εύκολα συναντάς «ευαίσθητα» κινητά τηλέφωνα και τάμπλετ, παρά νέους ή μεγαλύτερους σκυμμένους πάνω σε αυτά. Ο Κόσμος γύρω μας άλλαξε. Αφήνει πίσω του κάθε στερεότυπο πνευματικών ιδανικών που προέρχεται από αυτό που οι παλαιότεροι αποκαλούσαν πατρίδα, έθνος, φυλή, λαό, ιδεολογία, επανάσταση, οικογένεια, ιδιαιτερότητα, Τέχνη και Πολιτισμό για τους πολλούς και όχι για τους λίγους. Τους περιφερόμενους μέσα σε ηλεκτροφωτισμένα μουσεία, σε τεράστιες αίθουσες συνεδρίων και παρκαρίσματος βιβλίων και αρχείων, με ένα ποτήρι ουίσκι στο χέρι, πολυτελώς ενδεδυμένοι που αποφαίνονται για το πώς θα αξιοποιήσουν τις μετοχές της Τέχνης και του Πολιτισμού. Παλαιότερα τραγουδούσε ο Νιόνιος, «Η Ελλάδα που αντιστέκεται η Ελλάδα που επιμένει και όποιος δεν καταλαβαίνει…». Αλλά για να καταλάβεις, χρειάζεται ισχυρή οικονομία και όχι επιδόματα χριστουγεννιάτικης φιλανθρωπίας. Οι άνθρωποι, δεν είναι νούμερα μετοχών στο ιστόγραμμα των παντώς είδους χρηματιστηρίων. Και ούτε ασφαλώς, μπορούν να αρκεστούν στην ψευδαίσθηση των μεταφυσικών παλαιότερων αιώνων ελπιδοφόρων αξιών. Η Ζωή είναι Σήμερα. Ο σημερινός κύκλος ζωής, κλείνει βιαίως την πόρτα στην Ιστορία. Για να αντέξεις το χάος μέσα σου και γύρω σου, χρειάζεσαι τι;
     Η συνέντευξη αυτή του ιστορικού του θεάτρου μας Γιάννη Σιδέρη με την κυρία Κατερίνα, μια από τις σπουδαιότερες ηθοποιούς του θεάτρου μας , την Κατερίνα Ανδρεάδη (1903-1/5/1993) ήρθε στην σκέψη μου, ξαναδιαβάζοντας τον έργο του ελισαβετιανού δραματουργού Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, Ο Έμπορος στην Βενετία, που τόσα κοινά έχει με το κλίμα της εποχή μας και τους ανθρώπους της. Η παλαιά ηθοποιός, είχε παίξει το 1927 στο έργο αυτό. Οι ερωτήσεις του Γιάννη Σιδέρη, δείχνουν έναν άνθρωπο παθιασμένο για το θέατρο και αρκετά κατηρτισμένο. Από τα λόγια του, φαίνεται ότι έχει παρακολουθήσει παλαιότερες παραστάσεις και γνωρίζει την θεατρική πορεία της κυρίας Κατερίνας. Γνωρίζει επίσης, και τα θεατρικά ντεσού, και τι λέγονταν και φημολογούνταν στα παρασκήνια, πίσω από τις κουϊντες. Οι ερωτήσεις του, περικλείουν και ένα είδος απάντησης ή μια έμμεση προτροπή του άλλου, σε μια απάντηση που εκείνος περίμενε να ακούσει. Ίσως κάνω λάθος! Αλλά κα η κυρία Κατερίνα, δεν φείδεται θεατρικής επαγγελματικής αλήθειας για την φημολογούμενη «σκληράδα της». Το τι έκαναν στα διαλείμματα οι ηθοποιοί, μου θύμισε αυτό πού λέγεται για την πειραιώτισσα τραγωδό την Κατίνα Παξινού, ότι στις πρόβες και τα διαλείμματα έπλεκε. Ή πάλι, ότι ο Νίκος Τζόγιας περιποιόταν μικρές γλάστρες με φυτά που αγαπούσε υπερβολικά. Αλλά, και θέσεις σύγχρονων ηθοποιών και θεατρίνων ότι, ο επαγγελματικός συνδικαλισμός κατέστρεψε την μαγεία και την δουλειά του θεάτρου. Με τα δευτερόλεπτα οι παραστάσεις. Και άλλα πολλά πριν τον ήχο του τρίτου κώδωνος. Ενδιαφέρον παρουσιάζουν και οι απόψεις της ηθοποιού για την άμεση συναδελφική συμπαράσταση που πρόσφερε σε νεότερες συναδέλφους της όπως υπήρξαν η Μελίνα Μερκούρη, η Ελένη Χατζηαργύρη, ο ειλικρινής θαυμασμός της για την υποκριτική τέχνη της Λουϊζας Ποδηματά. Που δείχνουν, μιας άλλης σχολής και κουλτούρας ηθοποιό και καλλιτέχνη. Στέκουν και οι απόψεις της για τους νεότερους έλληνες θεατρικούς συγγραφείς και στο πως οφείλουν να πλησιάζουν τους παλαιότερους της σκηνής. Και φυσικά, όταν Εκείνη λέει ότι είναι κουραστικό να σκηνοθετείς και να είσαι ταυτόχρονα και ερμηνευτής, δεν έχει άδικο. Αν σκεφτείς τι μάλλον άστοχους μοντέρνους πειραματισμούς έχουν δει οι θεατρόφιλοι των τελευταίων δεκαετιών στην χώρα μας. όσον αφορά τις οικονομικές δυσκολίες στο ανέβασμα ενός έργου έχει δίκιο. Και να φανταστεί κανείς ότι τον προηγούμενο αιώνα έπαιζαν δύο και τρία έργα την εβδομάδα. Ενώ τώρα, επαφίενται σε διασκευές και μονολόγους μυθιστορημάτων. Κειμένων πεζών που γράφτηκαν για να διαβάζονται και όχι να παρασταίνονται σε μεγάλες αίθουσες. Αλλά αυτό, είναι μια άλλη θεατρική ιστορία. Όταν οι ηθοποιοί λένε τα πάντα στις συνεντεύξεις τους εκτός από το καίριο που είναι το κείμενο, τότε ο ήχος του κουδουνιού χτυπά μόνο για τα ταμεία.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 9 Δεκεμβρίου 2019
ΥΓ.
Το τελευταίο διάστημα ακούγεται από ραδιοφωνικούς σταθμούς, το τραγούδι αυτό. Που την μουσική και τους στίχους σύνθεσε ο ηθοποιός κύριος Νίκος Καλογερόπουλος. Μου άρεσε. Εξαιρετική δουλειά. Ωραίο τραγούδι, δυνατοί στίχοι. Αντιπροσωπευτικοί και των δύο ελλήνων ηρώων του 1821. Δηλώνουν το ήθος και την λεβεντιά μιας άλλης ελληνικής εποχής και γενιάς ελλήνων και όχι ραγιάδων. Και καλή η ερμηνεία του έλληνα ροκά Βασίλη Παπακωνσταντίνου. Τους μεταφέρω, έστω και αν δεν ταιριάζουν με την συνέντευξη.       
 
ΜΟΥΣΙΚΗ & ΣΤΙΧΟΙ..ΝΙΚΟΣ ΚΑΛΟΓΕΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΑΠΟ ΤΟ SOUNDTRACK ΤΗΣ ΤΑΙΝΙΑΣ ΟΙ ΙΠΠΕΙΣ ΤΗΣ ΠΥΛΟΥ ΤΙΤΛΟΣ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ.

ΕΤΣΙ ΜΟΥ ΕΙΠΑΝ ΝΑ ΣΑΣ ΤΑ ΠΩ (ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ.)
ΕΡΜΗΝΕΙΑ. ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΣΤΑΝΤΙΝΟΥ.
Άκου ρε γιε της Καλογραιάς, ο φίλος σου είμαι ο Πανουργιάς
και το δεξί σου χέρι κι εκείνος που καλύτερααπ' ολουνούς σε ξέρει.
Λένε πως παίζεις με χανουμάκια, με τουρκοπούλες και Καλογραιές
 και σ' αραδιάζουνε βρισιές.
Πως μπαινοβγαίνεις στους μαχαλάδες, με ντερβησάδες στήνεις χορό και με ρωτάν και τι να πω;
Λένε πως έχεις αλισβερίσι, μ' Αλή Πασάδες κάνεις χωριό
και σε ρωτάω τι να τους πω.
Πες τους ρε φίλε Πανουργιά, (ορέ) έχω στον πούτσο μου βιολιά,
έχω και τουμπερλέκια κι όπως γουστάρω τα βαρώ και σπάω τα ζεμπερέκια.
Όταν γυρίσω θα τους γαμήσω και αν αργήσω δώσ' τους κι αυτό,
είναι τ' αρχίδια μου τα δυο.
 Όπως στα λέω να τους τα γράψεις, όπως στα λέω να τους τα πεις, Καραϊσκάκης σεβνταλής,
Καραϊσκάκης μπεσαλής.
Καραϊσκάκης γεια χαρά, γεια σου ρε γέρο του Μοριά και γεια που σ' αγαπάνε.
Γεια τους που δε λυγίζουνε και που δεν προσκυνάνε.
Λένε για μένα τα καρακόλια, άκου τι λένε να μη γαμεί,
μίλα κι εσύ ρε Θοδωρή.
 Όπως τα λέμε να τους τα γράψεις, όπως τα λέμε να τους τα πεις,
Καραϊσκάκης, Θοδωρής.
 Όπως τα λέμε να τους τα γράψεις, όπως τα λέμε να τους τα πεις,
Κολοκοτρώνης και Γιωργής, Καραϊσκάκης, Θοδωρής.
Γεια σου Ανδρούτσο, γεια χαρά, γεια σας παιδιά μου αητόπουλα,
που `χετε αητό πατέρα κι όποιος δε με κατάλαβε, τότε ας μας κάνει αέρα.
 Όπως τα λέμε να τους τα γράψεις, όπως τα λέμε να τους τα πεις,
Ανδρούτσος, Γιώργης, Θοδωρής.
 Έτσι μου είπαν να σας τα γράψω, έτσι μου είπαν λόγω τιμής,
Ανδρούτσος, Γιώργης, Θοδωρής.
Έτσι μου είπαν να σας τα γράψω, έτσι μου είπαν λόγω τιμής,
μαζί τους είμαστε κι εμείς μαζί σας είμαστε κι εμείς            



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου