Δευτέρα 31 Δεκεμβρίου 2018

Ο ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΜΕ ΤΑ ΜΑΤΙΑ ΟΚΤΩ ΣΧΟΛΙΑΣΤΩΝ ΤΟΥ


ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Αθήνα 14/9/1878-Αθήνα 31/7/1920
ΘΕΛΩ ΝΑ ΕΙΜΑΙ ΕΝΑ ΩΡΑΙΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΕΛΛΗΝΟΣ, ΝΑ ΣΚΟΠΟΣ ΜΙΑΣ ΖΩΗΣ
ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ

Ο ΠΟΛΙΤΙΣΤΙΚΟΣ ΕΘΝΙΚΙΣΜΟΣ ΤΟΥ ΔΡΑΓΟΥΜΗ
Του Βασίλη Ραφαηλίδη, εφ. ΈΘΝΟΣ 17/9/1997

Η Μεγάλη Ιδέα κινδύνευε να εξαφανίσει τη μικρή Ελλάδα το 1897 στη διάρκεια του λεγόμενου «ατυχούς πολέμου» με τους Τούρκους, πού ήταν ένας βλακώδης πόλεμος.
     Είναι αυτός ακριβώς ο ηλίθιος πόλεμος που θα αναδείξει από αντίδραση δυό μεγάλες μορφές μιας ιδιόμορφης παραλλαγής του ελληνικού εθνικισμού. Τον Ίωνα Δραγούμη, διπλωμάτη και το φίλο του Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαϊδη, αξιωματικό του ελληνικού στρατού.
     Αυτοί οι δυό θα κάνουν στα κείμενά τους έναν σαφέστατο διαχωρισμό ανάμεσα στις έννοιες «ελληνικό κράτος» και «ελληνικό έθνος».
     Θα απορρίψουν κατηγορηματικά το ελληνικό κράτος, ως φύσει  και θέσει ανίκανο και θα υποστηρίξουν με θέρμη τη διασπορά του ελληνικού έθνους, που θέλουν να παραμείνει διασπαρμένο, ώστε να προκύψει εν καιρώ μέσα απ’ αυτούς τους ελληνικούς πυρήνες, κάτι που θα μοιάζει με Βυζαντινοοθωμανική Αυτοκρατορία. Που θα είναι πολυεθνική και που θα σέβεται τα δικαιώματα όλων των εθνοτήτων. Όμως σ’ αυτήν λογαριάζουν να κυριαρχήσει κάποτε αυτόματα ο ισχυρότερος ελληνικός πολιτισμός.
     Ο Δραγούμης έχει μια αξιοθαύμαστη ευρωπαϊκή παιδεία. Και είναι λάθος να τον συγχέει κανείς με τους βαρβαρίζοντες της «καθ’ ημάς Ανατολής», παρόλο που τα μεγαλόπνοα σχέδιά του για μια πολιτιστικά μόνο Ελληνική Αυτοκρατορία εκτείνονται σε εδάφη της Ανατολής.
     Ο Δραγούμης είναι κατ’ ουσίαν ο μοντέρνος συνεχιστής των οραμάτων του Ρήγα. Θιασώτης της νιτσεϊκής εξέγερσης κατά του ορθολογισμού, πίστευε πως η ορθοδοξία ίσως βοηθούσε στην προσέγγιση με τους εξίσου ανορθολογικούς μουσουλμάνους.
     Τους Τούρκους τους αντιμετωπίζει σαν βασικούς παράγοντες του κράτους που έχει στο νου του. Και μισεί τους παπάδες όσο λίγοι. Λέει χαρακτηριστικά: «οι δεσποτάδες δεν είναι Έλληνες, είναι χριστιανοί».
     Ωστόσο, τόσο ο Δραγούμης όσο και ο Σουλιώτης είναι αντισλάβοι. Πιστεύουν πως η βασική απειλή τόσο για τους Έλληνες όσο και για τους Τούρκους είναι οι γείτονες Σλάβοι.
     Περισσότερο αντισλάβος από τους δύο είναι ο Σουλιώτης, που δεν διστάζει να συνεργαστεί με τους Τούρκους κατά των ορθόδοξων Σλάβων. Ο Σουλιώτης, άνδρας πανέμορφος και περισσότερο ριζοσπάστης  από το φίλο του το Δραγούμη, ονειρευόταν τη συγχώνευση όλων των βαλκανικών εθνοτήτων στα πλαίσια ενός ανατολίτικου μεν, αλλά όχι τουρκικού, ούτε ελληνικού κράτους.
     Με άλλα λόγια, στη θέση της ετοιμόρροπης Οθωμανικής Αυτοκρατορίας δεν ήθελε να βάλει την αναστημένη Βυζαντινή, αλλά ένα μοντέρνο κράμα Βυζαντινής και Οθωμανικής. Όπως και να ‘ναι και οι δύο δεν έχουν καμιά εμπιστοσύνη στον Οικουμενικό Πατριάρχη.
     Λέει ο Δραγούμης, που θαυμάζει τον Ιππόλυτο Τάιν και λατρεύει την ευρωπαϊκή φινέτσα: «Για να βασταχτεί πατριάρχης (ο Ιωακείμ) μπορεί πολλά ελληνικά συμφέροντα να θυσιάσει χωρίς λύπη».
     Και όταν μιλάει για ελληνικά συμφέροντα ο Δραγούμης πάντα έχει στο νου του τα «συμφέροντα» του ελληνοευρωπαϊκού πολιτισμού, στον οποίο εντάσσει και τον οθωμανικό ή τον τουρκικό, ακόμα και τον αραβικό.
     Ο Δραγούμης αγαπάει πολύ και τους Άραβες. Ήταν ένας βαθιά ρομαντικός άνθρωπος, όπως και ο Σουλιώτης.
ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ, εφημερίδα Έθνος 17/9/1997, στην στήλη «Κάθε Μέρα».
--
Η ΙΔΕΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ ΣΤΟΝ ΠΕΡΙΚΛΗ ΓΙΑΝΝΟΠΟΥΛΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ
Του Βασίλη Ξυδιά, περιοδικό «Άρδην» τχ.2/5,1996, σ. 75-
Ο Περικλής Γιαννόπουλος (1870-1910) και ο ίων Δραγούμης (1878-1920) αναζήτησαν το βαθύτερο πεπρωμένο του ελληνικού έθνους μέσα από την ιδέα της ελληνικής ιδιαιτερότητας («αντιφραγκικής» για τον Π. Γιαννόπουλο και «ανατολικής» για τον Ι. Δραγούμη).
Σε μια περίοδο που η σχέση του ελλαδικού κράτους με τον ελληνισμό ήταν ένα ζήτημα εμφανώς ανοικτό, και οι δύο αυτοί έλληνες στοχαστές έδωσαν ιδιαίτερο βάρος στην ιδέα της κοινότητας και της κοινοτικής διάρθρωσης του ελληνισμού.
Α. Περικλής Γιαννόπουλος (σπόροι ελληνικού πολιτισμού)
Β. Ιών Δραγούμης (ένα κύτταρο,… μια στιγμή του Ελληνισμού)
     Συνέχεια της κοινοτικής ιδέας του Π. Γιαννόπουλου είναι ο κοινοτισμός του Ίωνος Δραγούμη. «Ο Ελληνισμός-γράφει στην Α΄ Προκήρυξη προς τους σκλαβωμένους και τους ελευθερωμένους «΄Ελληνες» που δημοσιεύει το 1908 στον Νουμά-είναι μια οικογένεια από Ελληνικές κοινότητες». «Και έτσι, είτε υπάρχει είτε λείπει η πολιτική ανεξαρτησία στους Έλληνες, οι πολιτείες τους μένουν πάντα κάπως αυτόνομες και αυτοδιοίκητες. Αυτό πάντα γλύτωσε την ελληνική φυλή από την τελειωτική καταστροφή, και πάλι θα τη γλυτώση».
     Ο Δραγούμης όμως προχωρά σε μια άλλη κατεύθυνση. Η πολιτική του πράξη και σκέψη ήταν απόλυτα συνυφασμένες με την εθνική κρατική υπόσταση την καθημερινότητα και τις προοπτικές του ελλαδικού κράτους.  Έτσι, η κοινοτική ιδέα του, περισσότερο «προσγειωμένη» απ’ αυτήν του Π. Γιαννόπουλου, ξεκινά από την διοργάνωση της τοπικής αυτοδιοίκησης και φτάνει ως την ομοσπονδιακή συνένωση του ελληνικού κράτους με τους γείτονές του.
Μέσα στις άμεσες προτεραιότητές που έθετε στον εαυτό του για την αντίληψη πολιτικής δράσης, ένας από τους βασικούς του άξονες ήταν η ανασύσταση των κοινοτήτων. Γράφει στις προσωπικές του σημειώσεις: «Να πολεμήσω για να ξαναφυτρώσουν ελεύθερα οι κοινότητες μέσα στην Ελλάδα και στην Κρήτη, και να συνδεθούν όλες οι κοινότητες του Ελληνισμού : (ομοσπονδία, κοινόν, πολιτεία ελληνική μεγάλη). Γι’ αυτό μπορεί να γίνω, για λίγον καιρό, και πολιτικός στην Ελλάδα».
«Ποιο είδος κοινωνικός οργανισμός έπλασε τη φυλή τέτοια που είναι και τη βάσταξε αιώνες τώρα; Η τοπική αυτοδιοίκηση.»
«Όπου δέκα Έλληνες, εκεί και κοινότητα. Κυβερνούσε τα ιδιαίτερά τους μοναχοί τους, και υποτάζονται κατά τα άλλα στους νόμους του κράτους όπου βρίσκονται. Δηλαδή τι κάνουν οι δέκα Έλληνες που βρέθηκαν μαζί; Πρώτα φέρνουν τις γυναίκες τους ή παίρνουν γυναίκες. Έπειτα χτίζουν το σπίτι τους, μια καλύβα. Ύστερα κάνουν παιδιά και παράδες, και μαζεύουν χρήματα και για το κοινό, και χτίζουν πρώτα ένα εκκλησιδάκι, και τέλος φτειάνουν και το σκολείο για τα παιδιά τους, δηλαδή φέρνουν έναν κουτσοδάσκαλο. Τις μικροδιαφορές πού έχουν μεταξύ τους, μοναχοί τους τις ξεδιαλύνουν. Και ποτέ δεν αμφισβητούν την πολιτική κυριαρχία του κράτους όπου βρέθηκαν».
     Ο Δραγούμης δημοσιεύει κι ένα σχέδιο με τις γενικές γραμμές ενός προγράμματος για την ανασυγκρότηση της κοινοτικής τοπικής αυτοδιοίκησης με παράλληλη αναμόρφωση της κρατικής διοίκησης. «Δεν είναι ζήτημα-γράφει-ναλλάξουν όνομα οι δήμοι και να ονομαστούν κοινότητες ή κοινά… Το ζήτημα είναι ναλλάξουν τα πράγματα. Να μείνουν δηλαδή οι μικρότερες τοπικές περιφέρειες ιδιοκυβερνήτες, και να μην είναι η κοινότητα μονάχα η μικρότερη υποδιαίρεση του διοικητικού οργανισμού του κράτους».
«Πρέπει όμως να υπάρχει και Ελληνικό κράτος,… για να διατηρεί την ενότητα της φυλής». Γιατί «του Ρωμιού δεν του λείπει η αξιοσύνη να κυβερνιέται πολιτικά ο ίδιος, μα πρέπει πρώτα να νιώσει με τι τρόπο έζησαν και ζούν οι Έλληνες στον κόσμο», γιατί «οι Έλληνες ζουν πάντα σε κοινά ιδιοκυβέρνητα».
«Το έθνος μας ολάκερο πάλι με κοινότητες πρέπει να κυβερνηθεί, και μόνο με κοινότητες θα προκόψει».
Αυτά ως προς την πολιτική. Όμως ο Ι. Δραγούμης εκτός από άνθρωπος της πράξης υπήρξε κι ένας στοχαστής. Η κοινότητα είναι μία από τις έννοιες που ενοποιούν τη σκέψη του συνολικά.
«Η φυσιολογική μορφή, γράφει στα προσωπικά του τετράδια, ο φυσιολογικός σχηματισμός της ελληνικής φυλής είναι κοινοτικός. Οι Έλληνες τι είναι: α΄) Άνθρωποι, κύτταρα, β΄) Οικογένεια, σπίτι γ΄) Κοινότης, χωριό, πολιτεία δ΄) Ιδέα, Ελληνισμός. Με βάση τις τέσσερες αυτές διαστάσεις της ελληνικής υπόστασης ο Δραγούμης θα διαμορφώσει μια γενική θεώρηση περί Ελληνισμού (χωρίς-είναι αλήθεια-να την αναπτύξει σε μια συνεκτική θεωρία.) Σ’ αυτή τη θεώρηση η κοινοτική ιδέα κατέχει έναν κεντρικό ρόλο, καθώς διαπερνά όλα τα επίπεδα της ελληνικής υπόστασης-όπως τα ορίζει και τα ιεραρχεί ο Δραγούμης-και θεμελιώνει το όλο θεωρητικό του σχήμα σε μια ηθική ανθρωπολογία που δίνε στη σκέψη του ευρύτητα και φιλοσοφικό έρεισμα.
Είναι απαραίτητο να εισχωρήσουμε λίγο σ’ αυτή τη σκέψη-έστω και μ’ ένα παράδειγμα. Άς πάρουμε λοιπόν τα πράγματα με τη σειρά ξεκινώντας από το α΄ δηλ. από την κοινοτιστική αντίληψη του ανθρώπου ως «κυττάρου». Θα βρούμε τον Δραγούμη να λέει: «… είμαι ένα κύτταρο του μεγάλου τόπου που λέγεται Ελληνισμός. Είμαι και εγώ μια στιγμή του Ελληνισμού».
Θα περίμενε κανείς μια τέτοια σκέψη-που βλέπει το άτομο σαν ένα απλό κύτταρο του  τόπου-να οδηγεί τον άνθρωπο σε μια  στάση παθητική, συντηρητική, σε μια προσκόλληση στην παράδοση, σε μια στέρηση της προσωπικής ελευθερίας από τον κύκλο των δεσμών που βαραίνουν πάνω στον καθέναν. Αλλά προλαβαίνοντας αυτούς τους συλλογισμούς μας ο Δραγούμης γράφει: «Δεν υπάρχει ελεύθερη βούληση; Στον κύκλο περιορισμένοι, πού μας όρισαν οι αποθαμένοι μας, και αναγνωρίζοντας τους δεσμούς μας όλους και ξεχάνοντάς τους έπειτα, γινόμαστε ελεύθεροι να κουνηθούμε και να κάνουμε πράξεις, αδιάφορο αν κάθε μας κίνηση και κάθε πράξη μας θα μοιάζη με των προγόνων μας. Η θύμηση των περασμένων μας κάνει διαφορετικούς από τους προγόνους μας».
Για τον Δραγούμη ο άνθρωπος μπορεί να απελευθερωθεί από το ψυχολογικό βάρος των δεσμών που τον συνέχουν, αποκαθιστώντας με τους δεσμούς αυτούς μια σχέση ελεύθερη ηθικής αποδοχής (η ψυχολογία και η ηθική είναι τα δύο όρια πέρα από τα οποία δεν προχωρά η σκέψη του). Η ελεύθερη αυτή ηθική αποδοχή αφήνει τους φυσικούς δεσμούς να περιπέσουν στη λήθη, έχοντας όμως επιτελέσει το έργο τους, αφού δίνουν τη θέση τους σ’ ένα αίσθημα κοινωνικής πειθαρχίας και αλληλεγγύης: «Αν με την ανάλυση καταλάβαμε πώς είμαστε σκλάβοι των πεθαμένων και μας ορίζουν αυτοί, είναι βάρος τρομερό, όταν το νιώθουμε αδιάκοπα. Θα ξεφορτωθούμε το βάρος αυτό, άμα το παραδεχτούμε και το ξεχάσωμε πάλι και να ανακατωθούμε θαρρετά με τους συγκαιρινούς μας ανθρώπους, νοιώθοντας μέσα μας μια πειθαρχία κοινωνική και μιάν αλληλεγγύη».
Έτσι οι δεσμοί δεν βαραίνουν πάνω στο άτομο. Αντίθετα, ο Ι. Δραγούμης βλέπει το έθνος ως ζωτικό χώρο για την υπόσταση ανάπτυξη της προσωπικής ενέργειας του ανθρώπου-κυττάρου: «Για να ζήσω περισσότερο, πρέπει να συνδεθώ με το έθνος μου. Συνδέομαι με το έθνος μου όταν προσπαθώ να το δυναμώσω». Σ’ αυτή τη σχέση έθνους-ατόμου, ο ενεργητικός πόλος είναι ο άνθρωπος, το «εγώ». «Μεταξύ εμένα και το έθνος μου-λέει είναι κάτι που μας βαστά συχνά, σφιχτά δεμένους: είναι σα να λαχταρώ να του μεταδώσω, να του μεταγγίσω κάτι μαγικό, κάτι που είναι στην ψυχή μου και δεν το έχουν οι πολλοί».
Παρ’ όλο πού ο Ι. Δραγούμης αρνείται την έννοια του προσώπου («Το εγώ μου δεν είναι πρόσωπο» λέει, ταυτίζοντας προφανώς το πρόσωπο με το άτομο), η αντίληψη του ανταποκρίνεται σ’ έναν περσοναλισμό ηθικο-ψυχολογικό (όχι οντολογικό), που θυμίζει πολύ τους σύγχρονους αμερικανούς κοινοτιστές: «Γιατί ο άνθρωπος δεν είναι πλάσμα ξεμοναχιασμένο ξεκρέμαστο, ουρανοκατέβατο και άτομο, παρά μόνο κύτταρο της ζωντανής μάζας της ανθρωποσύνης, δεμένο με αναρίθμητα νήματα κατά κάθε διεύθυνση, και προς τα περασμένα και προς τα επερχόμενα, πιεζόμενο από δω, σκουντιούμενο από κει και ορίζοντας αλλού. Και αυτό το κάθε κύτταρο της ανθρωποσύνης έχει μέσα του μια πνοή, όμοια και ωστόσο ξεχωριστή από τα άλλα». «Είναι όμως και άνθρωποι που το άτομο τους το θεωρούν ανεξάρτητο από τ’ άλλα άτομα είτε ζωντανά είτε πεθαμένα, ξεκρέμαστο, σαν κανένα μαργαριτάρι, που έπεσε μετέωρο από τον ουρανό. Και πιστεύουν πώς δεν έχουν χρέος κανένα για τίποτε και σε κανένα».
«Το άτομο δεν υπάρχει, είναι μονάχα αίσθημα των αδύνατων και των κουρασμένων. Είναι το στένεμα της ψυχής τους.»
Ο κοινοτισμός λοιπόν του Ι. Δραγούμη ανοίγεται σε δύο κατευθύνσεις: την πολιτική (όπου το βάρος του πέφτει στην αποκατάσταση της κοινοτικής αυτοδιοίκησης) και την φιλοσοφική (όπου ο στοχασμός του στρέφεται με οξύτητα εναντίον της ατομοκρατίας, αλλά για χάρη μιάς άλλης, αυθεντικής οργανικής ατομικότητας). Και τους δύο αυτούς δρόμους ο Ι. Δραγούμης τους διάβηκε ως τη μέση, αλλά τα σημάδια που μας άφησε δεν παύουν να αποτελούν πολύτιμους δρομοδείχτες.
     Από τη σύντομη αυτή περιδιάβαση στα γραφτά του Π. Γιαννόπουλου και του Ι. Δραγούμη, ένα πράγμα νομίζω πως γίνεται ολοφάνερο. Πώς η νεοελληνική σκέψη κρύβει μέσα της άγνωστες και ξεχασμένες φλέβες. Το μετάλλευμά τους ίσως να μην είναι πάντα καθαρό κι ανόθευτο. Αλλά πάντως είναι ένα κομμάτι της κληρονομιάς μας που καταχωνιάστηκε στη  λήθη, συσκοτισμένο και συνθλιμμένο ανάμεσα στο δεξιό νεοκαντιανισμό και τον αριστερό πλεχανωφορμαρξισμό της νεώτερης ελλαδικής διανόησης. Ακόμα κι ως άσκηση αυτογνωσίας και μόνο, οφείλουμε να ξαναβρούμε τις φλέβες αυτές, με σεβασμό και χωρίς τις προκαταλήψεις των κατεστημένων αναγνώσεων.
Βασίλης Ξυδιάς, περιοδικό «Άρδην» τεύχος 2/5,1996, σ. 76-77
*μετέφερα μόνο το μέρος του κειμένου του κυρίου Βασίλη Ξυδιά που αναφέρεται στον Ίωνα Δραγούμη και χωρίς τις σημειώσεις και τις παραπομπές που υπάρχουν στο άρθρο.
--
ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Ένας Έλληνας για όλες τις εποχές
Πρόλογος-Παρουσίαση: Άρης Μωραϊτης,  περιοδικό ΤΟΤΕ, τχ. 16/9, 1984, σ.75-92
Το όραμα της ελληνοτουρκικής ενότητας και η θεωρία της «ενδιάμεσης ζώνης»-Διανοούμενος που εκφράζει τα οράματα μιας εποχής ή ο θεωρητικός του ακραίου εθνικισμού;-Κατά πόσο ήταν ένας εν δυνάμει σοσιαλιστής;

     Χιλιάδες διαβάτες περνούν καθημερινά από την οδό Βασιλίσσης Σοφίας-ο καθένας με τις έγνοιες και τις στεναχώριες του- κι ελάχιστοι προσέχουν μια μαρμάρινη πλάκα που έχει τοποθετηθεί, εκεί κοντά στο Χίλτον, στο Νο 77α. Κι ακόμα πιο λίγοι ενδιαφέρονται να την διαβάσουν.
     Κι όμως στο σημείο αυτό, πριν 64 χρόνια (στις 13 Αυγούστου 1920), συντελέστηκε μια τραγωδία, που χάραξε την πολιτική ιστορία του τόπου: η στυγνή δολοφονία του διπλωμάτη, του πατριώτη και πνευματικού ανθρώπου Ίωνα Δραγούμη, από παρακρατικά στοιχεία του βενιζελικού κόμματος. Ήταν μια πράξη μοναδικής αγριότητας, χαρακτηριστική των πολιτικών ηθών της εποχής. Οι δολοφόνοι σκοτώνοντας «εν ψυχρώ» τον Ίωνα Δραγούμη, υποτίθεται ότι εκδικούνταν για την απόπειρα κατά του Βενιζέλου, πού μόλις την προηγούμενη μέρα είχε συντελεστεί στο Παρίσι από αντιπάλους του…
     Στον Ίωνα Δραγούμη αναφερθήκαμε στο προηγούμενο τεύχος, στο άρθρο του Α. Χαμουδόπουλου για την πολιτική δράση των Ελλήνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, στις αρχές του αιώνα. Η αναφορά εκείνη ήταν μικρή, κι οπωσδήποτε ανεπαρκής για να δώσει μια εικόνα για το δημόσιο εκείνο άνδρα. Εδώ θα σημειώναμε τα εξής:
     Ο Ίων Δραγούμης είναι μια πνευματική προσωπικότητα ανεξάντλητη. Όσο πιο πολύ  ερευνάς το έργο του, τόσο περισσότερες πλευρές του ανακαλύπτεις.
     Κι ακόμα είναι αποδεκτός από ένα ευρύτατο πολιτικό φάσμα. Από κομμουνιστές, μέχρι υπερεθνικιστές.
     Οι κομμουνιστές (όπως μπορούμε να δούμε στα κείμενα του Κορδάτου) τον αποδέχονται για το δημοτικισμό του, για την κατανόηση και πολλές φορές για τη συμπάθεια που εξέφρασε για το νεαρό-τότε-καθεστώς των μπολσεβίκων, για την εξορία του στην Κορσική από τους Αγγλογάλλους…
     Οι εθνικιστές τον αποδέχονται γιατί στο πρόσωπό του βλέπουν ένα φλογερό κήρυκα του ελληνικού εθνικισμού. Βλέπουν ότι οι αγώνες του απέβλεπαν στην πολιτική και πολιτιστική επικράτηση του ελληνισμού,  στην ευρύτερη περιοχή μας. Και θεωρούν ότι οι κοινωνικές του ιδέες δεν αποτελούσαν αυτοσκοπό, αλλά το μέσο που θα έδινε στο έθνος την ενότητα και θα το οδηγούσε στα μεγάλα πεπρωμένα.
     Οι σοσιαλιστές βλέπουν στο πρόσωπο του Ίωνα Δραγούμη έναν άνθρωπο που δε δεχόταν ούτε τον καπιταλισμό, ούτε τον μπολσεβικισμό, αλλά ζητούσε έναν τρίτο δρόμο, στηριγμένο στο συνεταιριστικό κίνημα.
     Οι βασιλόφρονες-τέλος-θα παρατηρήσουν ότι εκτελέστηκε ως αντιβενιζελικός και ότι εξορίστηκε στην Κορσική, μαζί με άλλους φιλοβασιλικούς πολιτικούς άνδρες.
     Αλλά θα σκεφτεί ο αναγνώστης: δεν είναι η πρώτη φορά που οι πιο διαφορετικές πολιτικές δυνάμεις προσπαθούν να «ιδιοποιηθούν» μια προσωπικότητα, παρουσιάζοντας, ως προς αυτήν, τα στοιχεία που τους συμφέρουν…
     Η διαφορά είναι ότι στο έργο του Ίωνα Δραγούμη υπάρχει πραγματική βάση για να θεωρήσει, η κάθε μία παράταξη απ’ αυτές που αναφέραμε, ότι ήταν «δικός της»!
     Βρισκόταν λοιπόν, αυτός σε κατάσταση ιδεολογικής σύγχυσης;
     Όχι! Η σύγχυση βρίσκεται σ’ όσους προσπαθούν να κατατάξουν τον Ίωνα Δραγούμη σε μια πολιτική παράταξη. Και μια ερμηνεία της ιδεολογικής στάσης του είναι η εξής:
     Ο Δραγούμης, όντας ένθερμος εθνικιστής, θεωρούσε ότι ο κίνδυνος για τον ελληνισμό δεν προερχόταν βασικά από τους Σλάβους  ή τους Τούρκους. Αλλά κυρίως από τον εισβάλλοντα δυτικό πολιτισμό, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην ευρύτερη περιοχή. Ο «εισβολέας» αυτός απειλούσε-πάντα κατά τον Ίωνα Δραγούμη-με θάνατο τον παραδοσιακό ντόπιο πολιτισμό, επεδίωκε δηλαδή τον αφελληνισμό των Ελλήνων.
     Ενθουσιώδεις οπαδοί του δυτικού πολιτισμού στην Ελλάδα (ή αλλιώς οπαδοί του εξευρωπαϊσμού ή του εκσυγχρονισμού)ήταν-τότε-οι Φιλελεύθεροι.
      Άνω σ’ αυτήν την βάση, ο Ίωνας Δραγούμης εντάχθηκε στο αντιβενιζελικό στρατόπεδο…
     Σαν συμμάχους του ελληνισμού, σ’ αυτόν τον «αντιδυτικό» αγώνα, ο Δραγούμης, διέκρινε τους Τούρκους! Γιατί αντιμετώπιζαν κι αυτοί το ίδιο πρόβλημα, της εισβολής του δυτικού πολιτισμού και της απώλειας της ταυτότητάς τους. Γιατί ο πολιτισμός των δύο εθνών είχε πολλά κοινά σημεία, πράγμα φυσικό, αφού οι δύο λαοί ζήσαν στον ίδιο χώρο μαζί, επί αιώνες. Γιατί-τέλος-τους δύο λαούς τους ένωνε επίσης η κοινή σλαβική απειλή.
     Ο Δραγούμης οραματιζόταν μια ελληνοτουρκική συνομοσπονδία και-σε απώτερο μέλλον-ακόμα και μια κοινή ελληνοτουρκική φυλή…
     Θεωρούσε ότι σε μια τέτοια ένωση, ο ελληνισμός, λόγω της πολιτιστικής του ανωτερότητας, θα έβαζε τη σφραγίδα του. Και ότι θα είχαμε τελικά, στη θέση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ένα μεγάλο κράτος με ελληνικό χαρακτήρα.
    Η ιδέα αυτή-όσο κι αν εντυπωσιάζει-δεν ήταν καινούργια. Στο 13ο τεύχος του «Τότε»  και στο άρθρο «Ρωμιοί στην Τουρκοκρατία: δούλοι ή συνέταιροι στην εξουσία;», αναφέρεται ότι παρεμφερείς ήταν οι στόχοι των Φαναριωτών.
     Μια τέτοια λύση-πίστευε ο Ίωνας Δραγούμης-εξασφάλιζε το ελληνικό έθνος και από τους κινδύνους ακρωτηριασμού, με τους οποίους απειλούνται ορισμένα τμήματά του (ελληνισμός Σμύρνης, Πόλης, Πόντου κλπ.) από την ελληνοτουρκική ρήξη.
     Έτσι ερμηνεύεται το γεγονός ότι ο Ίων Δραγούμης ήταν εναντίον των Βαλκανικών πολέμων 1912-13 και εναντίον της Μικρασιατικής Εκστρατείας 1919-22. Και η τελευταία τοποθέτηση εξηγεί το γιατί επιλέχθηκε αυτός για να εκτελεστεί, σε αντίποινα για την απόπειρα κατά του Βενιζέλου.
     Και σήμερα; Τι θα μπορούσαμε να πούμε για την τύχη που είχαν οι ιδέες του Ίωνα Δραγούμη;
     Το αίτημα του να μην εισβάλλει ο δυτικός πολιτισμός στην Ελλάδα, ήταν βέβαια ουτοπιστικό. Αλλά πόσα άλλα, για τα οποία πριν 70 περίπου χρόνια-μαζί με λίγους-αγωνιζόταν, όπως η διατήρηση της πολιτιστικής μας κληρονομιάς, η κατοχύρωση της δημοτικής γλώσσας κλπ., είναι σήμερα είτε κατακτημένες θέσεις, είτε κοινά αιτήματα….
     Και το ελληνοτουρκικό του όραμα;
     Σήμερα δεν μπορεί να βρει έδαφος εφαρμογής, με τον τρόπο που το έβλεπε ο Ίων Δραγούμης. Άλλωστε διανύουμε μια νέα περίοδο ελληνοτουρκικής κρίσης.
     Αλλά η απαίτηση για στενή συνεργασία, ακόμα και συνομοσπονδία Ελλάδας-Τουρκίας, ίσως γίνει επίκαιρη σε άλλες εποχές…
    Στις σελίδες που ακολουθούν θα δώσουμε ένα σύντομο βιογραφικό σημείωμα του Ι. Δραγούμη. Κα στη συνέχεια θα παραθέσουμε αναφορές για την εθνική και πολιτική του παρουσία, από 3 πηγές:
•Από το βιβλίο του Δημήτρη Κιτσίκη «Συγκριτική Ιστορία Ελλάδος και Τουρκίας στον 20 αιώνα» (Εστία, 1978).
•Από το βιβλίο του Κλέωνα Παράσχου «Ίων Δραγούμης-Κείμενα λογοτεχνικά» (1963), και
•Από το βιβλίο του Γιάννη Κορδάτου «Μορφές Ελληνισμού» (εκδόσεις Μπάυρον).
     Πιστεύουμε ότι η παράλληλη αυτή αναφορά στην ιστορική παρουσία και το έργο του Ίωνα Δραγούμη θα ρίξει κάποιο φως, όχι μονάχα στην άγνωστη προσωπικότητά του, αλλά και στην κρίσιμη περίοδο όπου αυτός έδρασε….
Δημήτρης Κιτσίκης: Η θεωρία της ανατολικής φυλής.
«Ο Ίων Δραγούμης, γιός του πρωθυπουργού (σ.σ. Στέφανου Δραγούμη), ήταν και παραμένει σήμερα ο μεγαλύτερος στοχαστής του ελληνικού εθνικισμού. Όταν υπηρετούσε ως διπλωμάτης, αγωνίσθηκε εναντίον των Βουλγάρων στη Μακεδονία, από το 1902 έως το 1907. Το 1907, απεστάλη στην Ελληνική Πρεσβεία της Κωνσταντινουπόλεως. Το 1908 ξανασυναντήθηκε εκεί με τον καλύτερό φίλο του, τον αξιωματικό Αθανάσιο Σουλιώτη-Νικολαϊδη, που είχε λάβει μέρος στον Μακεδονικό Αγώνα, και τον εβοήθησε να στερεώση την ιδεολογία του ελληνοτουρκισμού που υποστήριζε την ίδρυση ενός ελληνοτουρκικού κράτους.
     Η ιδεολογία του Σουλιώτη δεν είταν ούτε ο εξελιγμένος βυζαντινο-οθωμανικός οικουμενισμός του Ρήγα και των Νεότουρκων, ούτε ο εθνικισμός της Μεγάλης Ιδέας. Πρόκειται για μια ιδεολογία που συνδυάζει και τα δύο και θεμελιώνεται στην πολιτιστική ταυτότητα της Ανατολικής Μεσογείου και των εθνών που απαρτίζουν  την περιοχή αυτή. Ο Σουλιώτης δεν πιστεύει σ’ ‘ένα βυζαντινό ή οθωμανικό «έθνος», αλλά σε πολλά χωριστά έθνη, όπως το ελληνικό έθνος ή το τουρκικό έθνος, τα οποία πρέπει εν τούτοις να συνεννοηθούν στους κόλπους μιας συνομοσπονδίας, για να διαφυλαχθή η βασική πολιτιστική ταυτότητα του κόσμου του Αιγαίου. Αργότερα, μετά την υλοποίηση της συνομοσπονδίας, θα ήταν δυνατή η μετάβαση σ’ ένα δεύτερο στάδιο, υπερεθνικό, με τη δημιουργία μιάς «ανατολικής φυλής»….»
Κλέων Παράσχος: «Σαράντα δύο χρόνια μονάχα βάσταξε η γήινη ζωή του Δραγούμη, η πραγματική της όμως διάρκεια στάθηκε πολύ μεγαλύτερη, αν τις ημέρες μας και τις ώρες μας τις μετρήσουμε με την ένταση και όχι με την απλή χρονική έκτασή τους. Ο Δραγούμης έζησε έντονα κάθε τι στο οποίον δόθηκε στο κάθε τι με όλη τη ζέση της ψυχής του, έτσι, το μάκρος της ζωής του ξεφεύγει από τα κοινά μέτρα. Η δράση η πολιτική και η εθνική-αυτά τα δύο είναι ένα στο Δραγούμη-μοιράστηκαν τις μέρες του, και ο έρωτας και οι χίλιες χαρές της ζωής και το γράψιμο».
Γιάννης Κορδάτος: «Ο Δραγούμης, αν και δεν ήταν λαϊκός τύπος και κρατούσε πάντα το ύφος του αριστοκράτη, δεν ήταν αντιπαθητικός. Τραβούσε το συνομιλητή του, γιατί στο βάθος ήταν ένας ιδεαλιστής που πίστευε σ’ αυτά που σκεφτόταν και έλεγε. Προσπαθούσε όσο μπορούσε να μην πειράξη, να μην πικράνη. Και πάντα φρόντιζε να μην του ξεφύγη κανένας πειραχτικός λόγος. Οι ιδέες του αλλουνού του ήταν σεβαστές. Ο Ραμάς κοίταζε να κάνη πνεύμα και να γελοιοποιήση τις σοσιαλιστικές ιδέες, ο Δραγούμης τις συζητούσε με ηρεμία. Βέβαια, σαν άνθρωπος, και θύμωνε και εξάπτονταν, μά δεν ήταν κακός και επιθετικός.
Και όμως ο εξαίρετος αυτός άνθρωπος, ο ευγενικός στοχαστής, ο τίμιος πολιτικός και ο φανατικός ιδεαλιστής, δεν μπόρεσε να προσφέρη τις υπηρεσίες του στον τόπο αυτόν που τόσο τον αγάπησε. Αυτός, που μέσα στον αντιβενιζελισμό ήταν μια εξαιρετική φυσιογνωμία, έπεφτε αιματοκυλισμένος (31 Ιουλίου-13 Αυγούστου 1920) στην οδό Κηφισιάς από το εκτελεστικό απόσπασμα…
    Ο πολιτικός και κομματικός φανατισμός, όταν μαθεύτηκε η απόπειρα κατά του Βενιζέλου που έγινε στη Γαλλία, διάλεξε έναν από τους καλλίτερους και τιμιώτερους αντιπάλους του Βενιζελισμού για να τον θυσιάση στο βωμό του μίσους και της αντεκδίκησης». σ.92.
Άρης Μωραϊτης, περιοδικό ΤΟΤΕ τχ 16/9, 1984, σ. 75-92
--
Φως στον άγνωστο Ίωνα Δραγούμη
Του Αλέξη Μαλλιάρη, εφημερίδα Η Καθημερινή Κυριακή 6/8/2000, σ.34
Η βιοθεωρία του
Καθοριστική επίδραση στη διαμόρφωση της βιοθεωρίας του Ίωνος Δραγούμη άσκησε η σκέψη του Νίτσε και του θεωρητικού του γαλλικού πατριωτισμού Μπαρές, στοχαστών που κυριολεκτικά αποθεώνουν το Εγώ και τη δύναμη,. Με τον τελευταίο μάλιστα ο Δραγούμης συνδέθηκε φιλικά και αλληλογραφούσε μαζί του. Σε όλα του τα συγγράμματα καθώς και στις επιστολές του, είναι εμφανής η  μανιώδης εμμονή του Δραγούμη στην έννοια της δύναμης, του δυνατού προσώπου. Ο ανηλεής αυτοέλεγχος που κυριαρχεί στο ημερολόγιό  του και σε όλα του τα κείμενα, αλλά και εν γένει ολόκληρη η πορεία του, ακόμα και η προσωπική του ζωή-γοητευόταν μόνο από γυναίκες με εξαιρετικά δυνατή προσωπικότητα-παραπέμπουν ακριβώς σ’ αυτήν του την αγωνία και τη λατρεία της ισχύος, που όμως η διαρκής βάσανός του από αυτό, αποδεικνύει ακριβώς την τιτάνεια προσπάθεια που κατέβαλε να πείσει τον εαυτό του να φαίνεται και να δρα ως δυνατός.».
Αλέξης Μαλλιάρης, εφημερίδα Η Καθημερινή 6/8/2000, σ.34  
--
Η ΚΡΥΦΗ ΓΟΗΤΕΙΑ ΤΗΣ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑΣ
 Του Μιχάλη Καλιακάτσου, περιοδικό Ο Πολίτης τχ. 158/9, 2007, σ.5-,
«Με το θεώρημα των εθνικοτήτων δεν θα πάρουμε την Μακεδονία, διότι, αν κι ευρίσκονται ελληνικά στοιχεία σκορπισμένα εις όλην την χώραν, μόνον τα νότια αυτής μέρη κατοικούνται πυκνά από Έλληνες. Με τα θεωρήματα των απαράγραπτων ιστορικών δικαίων όσον και αν φωνάζωμεν μεταξύ μας και εις την οικουμένην δεν θα πάρωμεν την Μακεδονίαν, διότι απαράγραπτα δικαιώματα δεν υπάρχουν εις την γην και πολλών ειδών παραγραφές ισχύουν εις το διεθνές δίκαιον… Είς την Μακεδονία ιθα εμφανιστεί την δωδεκάτην ώραν ο Μακιαβέλης. Αν αυτός είναι Βούλγαρος, η Μακεδονία θα γίνει Βουλγαρική, αν είναι Έλλην θα γίνει ελληνική, αν είναι Ρώσος, φίλος της αυτονομίας θα γίνη αυτόνομον κράτος σλαυικόν… Είναι ακόμα καιρός να γίνη Έλλην ο Μακιαβέλλης» (από αδημοσίευτο άρθρο του Ίωνος Δραγούμη που χρονολογείται περί το 1903).»
     Το παράθεμα ανήκει στον Ίωνα Δραγούμη, μια από τις πιο εμβληματικές φιγούρες του ελληνικού εθνικισμού των αρχών του 20ου αιώνα, γνωστού κυρίως για το ρόλο του στην πιο σκοτεινή και βίαιη ίσως φάση της σύγχρονης ιστορίας του «μακεδονικού ζητήματος», αποτυπωμένη στη διεθνή κι ελληνική ιστοριογραφία με τον όρο «μακεδονικός αγώνας» (1904-1908). Ο όρος αυτός συνοψίζει την ένοπλη αντιπαράθεση ατάκτων ομάδων των αρτισύστατων βαλκανικών κρατών (Ελλάδα, Σερβίας, Βουλγαρίας, δευτερευόντως της Ρουμανίας) στις οθωμανικές διοικητικές περιφέρειες (βιλαέτια Θεσσαλονίκης, Μοναστηρίου (Bitola) και Κοσσόβου) που συγκροτούσαν τη γεωγραφική χώρα, γνωστής ως Μακεδονία, στη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, και που αντιστοιχούν, grosso modo, στα εδάφη της σημερινής Ελληνικής Μακεδονίας, της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και του νοτιοδυτικού τμήματος της Βουλγαρίας, γνωστής ως Μακεδονία του Πιρίν…..»
Μιχάλης Καλιακάτσος, περ. Ο Πολίτης τχ. 158/9, 2007, σ.5
--
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
Γεωργίου Παπανδρέου, ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, εκδόσεις της εφημερίδος ΤΑ ΝΕΑ 2018. Εισαγωγή Γιώργος Π. Μαλούχος.  Σελίδες 26-38
ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ
«Όσοι γνωρίζουν τον Ίδαν, τον επανευρίσκουν ολόκληρον εις τας νέας του σελίδας. Επειδή ο Ίδας ανήκει στους σπανίους ανθρώπους, των οποίων η σκέψις είναι ολοκληρωτική έκφρασις της ζωής και η ζωή συνέχεια της  σκέψεως. Το «Μαρτύρων και Ηρώων αίμα», η «Σαμοθράκη», το «Όσοι Ζωντανοί» είναι εμπνευσμένα από την ίδια συγκίνησιν και πάλλονται με τους ίδιους παλμούς, όπως και ο «Ελληνικός Πολιτισμός»….. «Αυτά είχα να γράψω, γενικώτερα, δια το βιβλίον του Ίδα. Όχι αντιρρήσεις. Απλώς μερικάς σκέψεις μου, εξ αφορμής του «Ελληνικού Πολιτισμού».
     Ο Ίδας, ηξεύρω, με όσα έγραψα, είναι «σχεδόν» σύμφωνος. Εις την μοναξιάν του Βερολίνου, όπου το έφερε η τύχη να συναντηθώμεν, ευρήκαμεν συχνά ευκαιρίαν, περιπατούντες μέσα εις τας πυκνάς δενδροστοιχίας του Τιργκάρτεν, να ομιλήσωμεν φιλικά δι’ όλα τα σχετικά θέματα-και να συμφωνήσωμεν. Και αν εις το βιβλίον του υπάρχουν κάπου μονομέρειαι και υπερβολαί- είναι συχνά συνειδηταί. Ο Ίδας είναι φύσις πολεμική. Έζησε την νέαν Ελληνικήν  ζωήν. Και διότι οι Κρατικοί ηπείλουν να θυσιάσουν ο Έθνος με την στενήν ιδιοτελή των αντίληψιν και διότι οι Λογιώτατοι ηπείλουν την γνησίαν δημοτικήν ζωήν, την μόνην αληθινήν παράδοσιν του Έθνους-ωρθώθη η πολεμική ιδιοσυγκρασία του και διαμαρτύρεται. Όχι Κρατική, αλλά Εθνική πολιτική. Όχι Λογιώτατη, αλλά Δημοτική παράδοσις.
     Αν αυτό είναι μονομέρεια και υπερβολή-είναι το κοινόν ελάττωμα όλων των πολεμιστών…».
ΓΕΩΡΓΙΟΥ ΠΑΠΑΝΔΡΕΟΥ, ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΘΕΜΑΤΑ, εκδόσεις ΤΑ ΝΕΑ 2018, σ.26-38
--
  
ΊΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ
Κώστας Ουράνης, «Δικοί μας και Ξένοι» τόμος ΙΙ, εκδόσεις Βιβλιοπωλείον της Εστίας χ.χ. σ.199-201
     Στο «Νουμά» του 1905 είχε δημοσιευθεί, με το ψευδώνυμο «Τοξότης», ένα άρθρο που τιτλοφορούνταν «Στην Πόλη». Είταν οι εντυπώσεις ενός νέου διπλωμάτη από ένα ταξίδι στην Πόλη, όπου πήγαινε ως γραμματεύς Πρεσβείας. Μέσα από τις εντυπώσεις αυτές, τις γραμμένες μ’ ένα πρωτότυπο ύφος, διαφαινόταν ένας άνθρωπος, ο οποίος είχε για όνειρα κάτι για το οποίο οι Έλληνες είχαν παύσει να μιλούν και σαν μόνο του σκοπό κάτι για το οποίο οι ίδιοι οι Έλληνες τότε αδιαφορούσαν. Κι αυτό το κάτι είταν η Φυλή, κι αυτά τα όνειρα είταν η ανάσταση της Φυλής. Ο νέος αυτός διπλωμάτης, που έγραφε με σοβαρό, πονεμένο τρόπο για όσα μόνο μειδιάματα ειρωνείας έφερναν στους «φρόνιμους ανθρώπους», είταν ο νεκρός που θρηνούμε, ο Ίων Δραγούμης.
      Μέσα στο άρθρο αυτό υπάρχει σε γενικές γραμμές όλη του η πολυετής κατόπιν εργασία σαν πολεμιστή και σαν συγγραφέα. Ο Ίων Δραγούμης και σαν πολεμιστής και σαν συγγραφέας δεν γνώρισε άλλο, δεν είχε άλλη αγάπη από τη Φυλή. Η ζωή του όλη, το έργο του όλο, δε στάθηκε παρά μια ευγενική, μια μοναδική προσπάθεια να σηκώσει ψηλά τη Φυλή του. Σαν γραμματεύς Πρεσβείας στην Κωνσταντινούπολη και ιδρυτής του Μακεδονικού κινήματος, αφοσιώθηκε ολοκληρωτικά στο έργο αυτό, με μιάν αφοσίωση τόσο περισσότερο αξιοθαύμαστη, όσο είταν ο μόνος την εποχή εκείνη που, όχι μόνο δεν είχε την παθητική μοιρολατρεία των Ελλήνων, αλλά και έκανε κάθε τι το δυνατό για να την αποτινάξει. Πρίν από τον Δραγούμη, τόσο οι κυβερνήτες, όσο και ο λαός, ή δε μιλούσαν καθόλου για τα όνειρα της Φυλής ή, όταν το έκαναν, διατύπωσαν μια τυπική ευχή και προσπερνούσαν. Σε κανενός το νου δεν περνούσε σοβαρά η ιδέα, ότι η Ελλάδα μπορούσε να διεκδικήσει τα εθνικά της δικαιώματα. Μόνον από το νου του Δραγούμη είχε περάσει και η μόνωσή του, αντί να τον αποθαρρύνει, του έδινε θάρρος. «Αφού εγώ», έγραφε, «δεν θέλω να πεθάνει το έθνος, το έθνος δεν μπορεί να πεθάνει.». Το πίστευε αυτό με όλη του την ψυχή. Όταν η σκέψη αυτή έγινε μέσα του πεποίθηση, έγινε ο κήρυκας της ανάγκης της εργασίας για την ανάταση της Φυλής. Και όχι μόνο ο κήρυκας, αλλά ο πρωτεργάτης. Αυτός έγινε ο ιδρυτής και αυτός στάθηκε ίσαμε το τέλος η ψυχή του αγώνα αυτού, ο οποίος, αφού τον υποδέχθηκαν με ειρωνικά σκώμματα, κατόρθωσε να κάνει κάτι καλύτερο από το να επισημοποιήσει με το αίμα «Μαρτύρων και Ηρώων» τα ελληνικά δίκαια: κατόρθωσε να ξυπνήσει την ελληνική ψυχή και να την κάνει να πιστεύσει στην πιθανότητα όσων χθές ακόμη είταν αδύνατα. Τον Μακεδονικό αγώνα ο Δραγούμης δεν τον ενέπνευσε και δεν τον υποστήριξε μόνο-τον έζησε. Το βιβλίο του που έχει τον τίτλο «Μαρτύρων και Ηρώων Αίμα» είναι σελίδες που έζησε ο συγγραφέας κ’ είναι σελίδες που διαπνέονται από τον αγνότερο πατριωτισμό και από μια ήρεμη ανδρεία. Η στρατιωτική επανάσταση του 1909 στο Γουδί είταν καρπός του σπόρου που είχε ρίξει αυτός… Το ξύπνημα αυτό ο Δραγούμης δεν το είδε σαν ένα τέλος, αλλά σαν μιάν αρχή. Στην περίφημή του προκήρυξη, τη δημοσιευμένη στο «Νουμά» τον Οκτώβριο του 1909 με τον τίτλο «Στρατός και άλλα», ο Δραγούμης, αποβλέποντας πάντα στη Φυλή, έδινε ένα πρόγραμμα εργασίας γενικότερης και βαθύτερης και σπουδαιότερης από μιάν απλή στρατιωτική επανάσταση. Δεκανέας στον πόλεμο του 1912, είχε την τύχη να γράψει αυτός το πρωτόκολλο της παράδοσης της Θεσσαλονίκης, της πρωτεύουσας της Μακεδονίας, που για την ελευθερία της εργάσθηκε όπως κανείς.
      Ο πόλεμος του 1912-1913, με όλα του τα μεγαλειώδη αποτελέσματα, δεν έκανε τον Ίωνα Δραγούμη ν’ αφήσει τον αγώνα. Τον έκανε μόνο ηρεμώτερον και ιδανικότερο. Γιατί στη σκέψη του Δραγούμη ό,τι ενδιέφερε πάνω απ’ όλα είταν το ξύπνημα, η καλυτέρευση της Φυλής. Στο βιβλίο «Σαμοθράκη», που έβγαλε το 1910, ο Δραγούμης παρουσιάζεται με πρόγραμμα αναμόρφωσης του Έθνους. Ήθελε να δει να γεννιέται ένας πολιτισμός καθαρά ελληνικός, χωρίς κανένα ξένο στοιχείο μέσα του. Αυτό είταν το όνειρό του και οι σελίδες του «Ελληνικού πολιτισμού» του αυτό προσπαθούν να εμπνεύσουν στους νέους, που ζητούσε να ξυπνήσει την κοιμισμένη τους ενέργεια. Γι’ αυτό και τα δυό του πρώτα βιβλία είναι αφιερωμένα στους νέους.
     Είναι δύσκολο να δοθεί ο τέλειος χαρακτηρισμός μιάς διάνοιας τόσο ευγενικής, σαν τον Ίωνα Δραγούμη. Ο Ταγκόπουλος, που είχε γι’ αυτόν μιάν απεριόριστη εκτίμηση, έγραψε στο μικρό βιβλίο πού επιγράφεται «Ίδας», ότι είταν ένας πατριώτης πού «τον πατριωτισμό του τον ενεργεί, δεν τον τελαλάει. Ένας θετικιστής πατριώτης, πού ό,τι ονειρεύεται και ό,τι ζητάει ξέρει πως μπορεί και να γίνει». Ναι, είταν αυτό και είταν και κάτι πολύ περισσότερο. Μπορεί να πει κανείς ότι είταν ένα από τα ευγενικότερα τέκνα της Φυλής του, ωραίος αντιπροσωπευτικός της τύπος, το υπόδειγμα της ηθικής και της διανοητικότητας, στο οποίο μπορεί να τείνει κανείς. Είταν ένας άνθρωπος που δε συνθηκολογούσε ποτέ με την αντίθετη προς ό,τι αυτός πίστευε αλήθεια, πραγματικότητα ‘  ένας άνθρωπος που κινιόταν μέσα σε φωτεινό κύκλο Σκέψης, μια φυσιογνωμία που επιβαλλότανε με τη ζωή του και με το έργο του, πού είχαν και τα δυό αφιερωθεί στα ευγενικότερα ιδανικά. Είταν ένας άνθρωπος που θυσίαζε το πάν, και πλούτο και όνομα και ζωή, για την εξυπηρέτηση των ιδανικών του, που τα ήθελε και ιδανικά της Φυλής. Είταν στην υπηρεσία αυτή που αφιέρωσε και το μεγάλο του συγγραφικό τάλαντο και την υπέροχη διανόησή του και την ευγενική του ζωή.
     Πέθανε ο ωραίος, ο τίμιος, ο ευγενικός Έλληνας, που άξιζε να ζει, γιατί-εδώ δεν κάνω πολιτική-ο Ίων Δραγούμης χρειαζόταν στην ελληνική διανόηση, που την τιμούσε με το πνεύμα του το ανοιχτό στους πλατείς ορίζοντες και με την ψυχή του τη λευκή, που δονιζόταν από κάθε τι το ευγενικό.
Κώστας Ουράνης, Δικοί μας και Ξένοι ΙΙ Αχιλλέας Παράσχος- Καβάφης-Πορτραίτα και Σκίτσα, εκδ. Βιβλιοπωλείο της Εστίας χ.χ. 199-201
--
ΣΤΕΦΑΝΟΣ ΜΠΕΚΑΤΩΡΟΣ
΄Ιων Δραγούμης: Μια φανταστική έκδοση των «Απάντων» του
Για κάποιες δημιουργικές απαντήσεις στο σημερινό μας αδιέξοδο
Εφημερίδα Η ΑΥΓΗ Πέμπτη 30 Αυγούστου 2001
     Ίσως φανεί περίεργο στους πολυπληθείς «διανοουμένους» μας, που τα τελευταία έξι χρόνια βρίσκονται στο γραφείο μου συνεχώς τρείς ογκώδεις φανταστικοί τόμοι «Απάντων» του Ίωνα Δραγούμη που μάλλον θα μπορούσε ο φανταστικός εκδότης και ο επιμελητής των, αυξάνοντάς τους, να τους κάμει ελαφρότερους, για να απλωθεί το εκδοτικό πρόγραμμα στον χρόνο και να ελαφρύνει η δαπάνη (τέτοιες εκδόσεις δεν γίνονται για το κέρδος).
     Μου φαίνεται ολοένα και πιο βαρύνουσα η επικαιρότητα του Ίωνα Δραγούμη (1878-1920) για τον ελληνισμό, η εθνική προσφορά και το εθνικό παράδειγμα ενός Έλληνα με «προσωπική μυθολογία», όπως αναγνώρισε ο Ελύτης. Αυτό, φυσικά, με την προϋπόθεση ότι έχουμε αντιληφθεί το εύρος και το βάθος της πνευματικής και πολιτικής αυτής φυσιογνωμίας των αρχών του 20ου αιώνα, και την πολύτιμη υπηρεσία που μπορεί να προσφέρει η μελέτη ολόκληρου του έργου του που μας άφησε, τώρα, στις αρχές του 21ου. Το 2000 μάλιστα έκλεισαν 80 χρόνια από τον τραγικό φόνο του μέσα στη δίνη του εθνικού διχασμού, ενώ είναι και το έτος που άνοιξε το αρχείο του (το κατατεθειμένο στην πολύτιμη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη) και άρχισε ήδη η μελέτη του. Από το 1986, κυκλοφορούν τα Φύλλα Ημερολογίου, με την υποδειγματική φροντίδα πρωτίστως του Θεόδωρου Σωτηρόπουλου (έχουν δοθεί οι 4 τόμοι και υπολείπονται ακόμη ο Β΄ και ο Γ΄). Νομίζω ότι ήδη αρχίζει να διαγράφεται η εθνική μεγαλοσύνη του Δραγούμη, σε όλες τις διαστάσεις και το βάθος του πνευματικού και πολιτικού προσώπου του, καθαρή και απαραμόρφωτη. Τα εκδοθέντα ημερολόγιά του αλλά και όσα αποσπάσματά τους εδημοσιεύθηκαν προ του 1986 από τον Κλέωνα Παράσχο κ. ά,. η «ανάγνωσή» τους από τον μείζονα αυτόν κριτικό των γραμμάτων μας, που έχει εκδώσει πολυσέλιδη και πολύπτυχη μελέτη για τον Ίωνα Δραγούμη, καθώς και οι καίριες παρατηρήσεις του αδερφού του, Φίλιππου Στ. Δραγούμη (στους προλόγους του), της Φωτεινής Τζωρτζάκη, του Γιώργου Ιωάννου, του Γιάννη Κορδάτου, του Ν. Γιαννιού, του Κωστή Μοσκώφ, του Θεόδωρου Σωτηρόπουλου και του Γιώργου Καραμπελιά, έχουν συμβάλει προς αυτήν την κατεύθυνση.
    Ωστόσο, μόνον όταν εκδοθούν με εγκυρότητα τα «Άπαντά» του, στα πλαίσια βεβαίως κριτικής εκδόσεως (διότι σώζονται τα χειρόγραφα πολλών βιβλίων του), θα γίνει κατορθωτή η ολοκληρωμένη και ακριβοδίκαιη τοποθέτηση του Δραγούμη, δηλ. του έργου και της δράσεώς του (διότι τον λόγο του συμπληρώνει αναγκαίως η πράξη), στο κέντρο των πνευματικών και πολιτικών μας πραγμάτων (που είναι αλληλένδετα). Τότε θα παύσει επιτέλους η παραμόρφωση, παραχάραξη-εξ αριστερών και εξ ακροδεξιών-και η πολιτική ξύλευση της εθνικής του ιδεολογίας (που διήλθε από δοκιμασίες και διέτρεξε περιόδους δίχως να προλάβει και να κατασταλάξει και να κορυφωθεί) και θα δοθεί ακέραιος ο πατριωτισμός του(διότι δεν υπήρξε εθνικιστής, ακόμα και όταν προσδιορίζει ο ίδιος τον εαυτό του ως «νασιοναλιστή», ο όρος που σήμερα δεν του ταιριάζει) αλλά και το λελογισμένο πέρασμά του, λίγα χρόνια πριν φύγει, στον δημοκρατικό σοσιαλισμό. Είναι γνωστό ότι τον προσεταιρίσθησαν κατά καιρούς (όπως και τον πνευματικό αδελφό του Π. Γιαννόπουλο) ποικίλα ακροδεξιά σκύβαλα, που τα τελευταία χρόνια εξέδωσαν μάλιστα και τα δήθεν άπαντά τους με προλόγους γραμμένους κάποτε από φασιστοειδή ή κα χουντικά περιτρίμματα ΄ εκδόσεις ακαλαίσθητες και πλήρως αφερέγγυες, έτσι που τα έργα να γίνονται ακόμη περισσότερο ανέκδοτα, τη στιγμή που οι παλαιές εκδόσεις και επανεκδόσεις του Φίλιππου Δραγούμη δεν ανευρίσκονται πλέον στο εμπόριο και είναι ελάχιστες οι επανεκδόσεις από έγκυρους εκδότες που κυκλοφορούν. Στην κατάσταση αυτή συνέβαλε-με λίγες μόνον εξαιρέσεις-και η συχνά αγράμματη, σκοταδιστική και κοντόθωρη Αριστερά μας, ιδίως στη μεταπολίτευση, οπόταν και θεώρησε πολύ χρήσιμο πολιτικό εργαλείο την πλήρη αποσύνδεση των εθνικών μας ζητημάτων από το κοινωνικό ζήτημα, χάριν ενός άχρηστου διεθνισμού και ενός άκριτου εκδυτικισμού-εκσυγχρονισμού. Ο πεζογράφος Γιώργος Ιωάννου, φωτισμένος αριστερός ο ίδιος, αλλά και πατριώτης (αριστερός διανοούμενος από τις εξαιρέσεις), σε κείμενό του, καταδικάζει και τις δύο παρατάξεις για την παραχάραξη της μορφής και του έργου του Δραγούμη: η Αριστερά, κατά τον Ιωάννου, μας τον παραδίδει άκρως εθνικιστή, μέγα κομματάρχη της Δεξιάς και του βασιλιά (είναι αλήθεια ότι για τον Κωνσταντίνο με την ξενόδουλη καμαρίλα του είχε κάνει ο Ίων λάθος εκτιμήσεις), μεγαλοαστό, αστικοτσιφλικά, αντιλαϊκό. Η φασιστοειδής Δεξιά τον θέλει δικό της, αμαθής και τυφλωμένη και αυτή όσο και οι αριστεροί που της προσέφεραν τον Δραγούμη εξαφανίζοντάς τον από τη γνήσια πατριωτική και κοινωνική συνείδηση του έθνους και ιδίως της νεότερης γενεάς, για την οποία θα μπορούσε να είχε γίνει πρότυπο Έλληνα και ανθρώπου (νομίζω ότι δεν υπάρχει πια κείμενό του στα «προοδευτικά» σχολεία μας).
     Αν κατείχαμε όλα αυτά τα προαπαιτούμενα, θα βλέπαμε πόσο σημερινός είναι ο Ίων. Είδε την παρακμή της Δύσεως στα τέλη του 19ου αιώνα (όπως και ο διδάσκαλός του Νίτσε),που σήμερα πλέον έχει φθάσει στη σήψη (και μιλώ πάντα για τις πνευματικές και ηθικές αξίες και τον πολιτικό της κυνισμό), χωρίς όμως τη διαλυτική εμπάθεια και την απόλυτη άρνηση του Π. Γιαννόπουλου. Υπήρξε Έλληνας και Ευρωπαίος, με τη βαθύτερη έννοια, και το δείχνει αυτό η καλλιέργειά του, αντλημένη από τα καλύτερα πνεύματά της αρχαιότητάς μας και της Δύσεως, αλλά και από την πνευματική (προσοβιετική) Ρωσία. Τον εφλόγισαν πνευματικά τα εθνικά μας προβλήματα της εποχής εκείνης. Δεν ήσαν, άλλωστε, λιγότερα ή κατά πολύ διαφορετικά από τα σημερινά: Το Μακεδονικό και τα άλλα των Βαλκανίων, το Ανατολικό Ζήτημα, με όλες τις παραφυάδες του, που ακόμη βαραίνουν την εθνική μας υπόσταση (Κύπρος, Αιγαίο). Τα τελευταία χρόνια, ολοένα και περισσότερο, δυστυχώς, με πόσες ομοιότητες και αναλογίες επιστρέφει η ιστορία εδώ γύρω μας, η δική μας ιστορία εξαρτημένη τραγικά από την ιστορία της περιοχής, και ιδίως από Βαλκάνια! Μαζί της επιστρέφει και ο Δραγούμης. Όμως τη σκέψη και την ύπαρξή του τυράννησαν και τα προβλήματα της διοικήσεως του κράτους, η διαφθορά και απαξίωση της πολιτικής και των πολιτικών της εποχής του (που μας ταλανίζει και σήμερα), η οργάνωση της οικονομίας, η εκπαίδευση, το γλωσσικό ζήτημα (υπήρξε κορυφαίος δημοτικιστής, όχι όμως ακραίος) και πάνω απ’ όλα το ζήτημα του πνευματικού μας πολιτισμού και της ιδιοπροσωπείας μας. Ακόμη και ζητήματα της Ελλαδικής Εκκλησίας αλλά και του Οικουμενικού Πατριαρχείου, που το σεβόταν ιδιαίτερα λόγω της μεγάλης πολιτικής του σημασίας για τον ελληνισμό (αντίθετα από σημερινούς ιεράρχες που διαστρέφουν, εθνικοποιώντας και εκκοσμικεύοντας, το μήνυμα του Χριστού). Οι προτάσεις και ο προβληματισμός που κατέθεσε, δεν ήσαν πράγματα αβασάνιστα, και αν δεν είχαν στην εποχή του την απήχηση  που τους άξιζε, από τους πολιτικούς και τον λαό (κυριαρχούσε τότε το μέγα ανάστημα του Βενιζέλου, του  οποίου δυστυχώς υπήρξε πολιτικός αντίπαλος),  είναι ακόμη τόσο πολύ επίκαιρες, ώστε να μας ενδιαφέρουν ζωηρά και σήμερα, διότι μπορούν να ανοίξουν έναν δημιουργικό δρόμο μέσα στο ζοφερό μας αδιέξοδο.
Στέφανος Μπεκατώρος, εφημερίδα Η ΑΥΓΗ Πέμπτη 30 Αυγούστου 2001.
--
Νεκρική Ωδή
Στον Ίωνα Δραγούμη
Λευκή ας βαλθή όπου έπεσες εικόνα
(Πώς έπεσες, γραφή να μη το λέη…)
λευκή με της Πατρίδας την εικόνα
μόνο εκείνη ταιριάζει να σε κλαίη,
βουβή μαρμαρωμένη να σε κλαίη.
       Κωστής Παλαμάς
Για την καλύτερη κατανόηση του έργου και της πολιτικής σκέψης του Ίωνος Δραγούμη, οφείλουμε μεταξύ άλλων να μελετήσουμε και τα εξής βιβλία-εκτός από τα άλλα που κυκλοφορούν:
• Κωνσταντίνου Α. Βακαλόπουλου, ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ-ΠΑΥΛΟΣ ΓΥΠΑΡΗΣ. ΚΟΡΥΦΑΙΕΣ ΜΟΡΦΕΣ ΤΟΥ ΜΑΚΕΔΟΝΙΚΟΥ ΑΓΩΝΑ (1902-1908), εκδόσεις Μανώλης Μπαρμπουνάκης 1987
• Πηνελόπη Σ. Δέλτα, ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, εκδόσεις Ερμής 2008. Επιμέλεια- Πρόλογος: Αλέξανδρος Π. Ζάννας. Αρχείο Π. Σ. Δέλτα τόμος Θ΄
• Κωνσταντίνος Α. Βακαλόπουλος, ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ Μαρτύρων και ηρώων αίμα, εκδόσεις Εκδοτικός Οίκος Κυριακίδη- Θεσσαλονίκη 1991.  Πρόλογος-Εισαγωγή Κ. Α. Βακαλόπουλος
• Ιωάννη Ηρ. Μάλλωση, Ο ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ ΕΞΟΡΙΣΤΟΣ (ΚΟΡΣΙΚΗ-ΣΚΟΠΕΛΟΣ), εκδόσεις Πελασγός 1992 Β΄ έκδοσις. Α΄ έκδοσις Αθήνα 1920.
• Ιωάννης Κ. Χολέβας, Ο ΜΑΚΕΔΟΛΟΛΑΤΡΗΣ ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ. ΩΣ ΦΙΛΟΣΟΦΟΣ, ΔΗΜΟΣΙΟΛΟΓΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΛΟΓΟΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΟΛΟΓΟΣ. Εκδόσεις Πελασγός 1993. Πρόλογος: Ι. Κ. Χολέβας
• Φρέντυ Γερμανός, Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ. Η πορεία του Ίωνα Δραγούμη προς το θάνατο-ανάμεσα από δύο έρωτες…, Εκδόσεις Κάκτος 1985
• Φρέντυ Γερμανός Η Εκτέλεση. Ιστορικό μυθιστόρημα. Εκδόσεις Καστανιώτη 1999/ Ειδική  Έκδοση για την εφημερίδα Πρώτο Θέμα Δεκέμβριος 2018.
• Φρέντυ Γερμανός, Τα ερωτικά της Κορσικής… ΤΟ ΚΡΥΦΟ ΑΡΓΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΜΕΣΑ ΑΠΟ 24 ΕΡΩΤΙΚΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ, εκδόσεις Κάκτος 1994
• Αθανασίου Λ. Κορμαλή, Η ΕΚΤΕΛΕΣΗ ΤΟΥ ΙΩΝΟΣ ΔΡΑΓΟΥΜΗ ΣΤΟΝ ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΕΠΟΧΗΣ, εκδόσεις Πελασγός 1994
• Γιάννης Α. Μάζης, ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ Ο ΑΣΥΜΒΙΒΑΣΤΟΣ, εκδόσεις Μεταίχμιο 2016, πρόλογος: Δημήτρης Π. Σωτηρόπουλος. Μετάφραση: Ανδρέας Παππάς.
ΕΡΓΑ
•ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ (ΙΔΑΣ), ΕΚΛΟΓΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ, ΕΙΣΑΓΩΓΗ, ΣΧΟΛΙΑ ΦΩΤΕΙΝΗΣ Θ. ΤΖΩΡΤΖΑΚΗ. Αθήνα 1953. ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΝΩΤΑΤΗ ΤΑΞΗ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ. Νεοελληνική Βιβλιοθήκη Σειρά Β, αρ. 2. Ιδρυτής και διευθυντής: Μανόλης Τριανταφυλλίδης.
• ΙΩΝ ΔΡΑΓΟΥΜΗΣ, ΚΕΙΜΕΝΑ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΚΑ. Εκλογή, Πρόλογος, Εισαγωγικά Σημειώματα, Σχόλια: Κλέωνος Β. Παράσχου. Εκδόσεις Σύλλογος προς Διάδοση Ωφελίμων Βιβλίων. Περίοδος Δευτέρα, αρ. 13. Αθήνα 1963
•ΔΕΚΑ ΑΡΘΡΑ ΣΤΟΝ ΝΟΥΜΑ, Πρόλογοι και Σχόλια: Ανδρέα  Π. Δενδρινού, εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις-Αθήνα (1977;)
• ΕΛΛΗΝΙΚΟΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ, Πρόλογος Τάκης Μπαλτάκος, εκδόσεις Νέα Θέσις 1980
• Ο ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ ΜΟΥ ΚΑΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ 1903-1909 Α΄ έκδοσις 1927. Β΄ έκδοσις 1976 (Ελεύθερη Σκέψις). Γ΄ έκδοσις Αθήνα Ιούνιος 1984 Ελεύθερη Σκέψις. Πρόλογος Φίλιππος Δραγούμης
• ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ, εκδόσεις Ελεύθερη Σκέψις 1985. ΣΑΜΟΘΡΑΚΗ-ΤΟ ΝΗΣΙ, Β΄ έκδοση 1926, Πρόλογος Φίλιππος Στ. Δραγούμης.
• ΟΣΟΙ ΖΩΝΤΑΝΟΙ, εκδόσεις ΠΕΛΛΑ-Θεοφ. Παπαδόπουλος χ.χ.
• ΤΟ ΣΤΑΜΑΤΗΜΑ, εκδόσεις ΠΕΛΛΑ-Θεοφ. Παπαδόπουλος χ.χ. Πρόλογος Φίλιππος Δραγούμης
• ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΚΑΙ ΗΡΩΩΝ ΑΙΜΑ, εκδόσεις ΠΕΛΛΑ-Θεοφ. Παπαδόπουλος χ.χ.
• Μαρτύρων και ηρώων αίμα, Ειδική Έκδοση για την εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ-Αθήνα 2015. Επιμέλεια: Ελένη Κεχαγιόγλου. Επίμετρο: Γιώργος Τσακνιάς. Ιστορία στη Λογοτεχνία.
--
•ΑΡΧΕΙΟ ΙΩΝΑ ΔΡΑΓΟΥΜΗ
ΦΥΛΛΑ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ
Α΄ (1895-1902), εκδόσεις Ερμής 1988. Επιμέλεια-Εισαγωγικό Σημείωμα: Θεόδωρος Ν. Σωτηρόπουλος
Δ΄ (1908-1912), εκδόσεις Ερμής 1985. Επιμέλεια-Εισαγωγικό Σημείωμα: Θάνος Βερέμης-Γιάννης. Κολιόπουλος. Προλεγόμενα: Άλκης Αγγέλου
Ε΄ (1913-1917), εκδόσεις Ερμής 1986. Επιμέλεια-Εισαγωγικό Σημείωμα: Θεόδωρος Ν. Σωτηρόπουλος
ΣΤ΄ (1918-1920), εκδόσεις Ερμής 1987. Επιμέλεια-Εισαγωγικό Σημείωμα: θεόδωρος Ν. Σωτηρόπουλος
• Φίλιππου Στ. Δραγούμη, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑ 1916, εκδόσεις Δωδώνη 1984. Εισαγωγή-Επιμέλεια-Σχόλια: Γιώργος Ι. Ιωάννου
• Φίλιππου Στεφ. Δραγούμη, ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΒΑΛΚΑΝΙΚΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ 1912-1913, εκδόσεις Δωδώνη 1988. Εισαγωγή- Επιμέλεια Ι. Κ. Μαζαράκης Αινιάν
•Φίλιππου Στεφ. Δραγούμη, ΗΕΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΔΙΧΑΣΜΟΣ 1916-1919, εκδόσεις Δωδώνη 1995. Επιμέλεια: Μάρκος Φ. Δραγούμης. Εισαγωγή-Σχόλια Χριστίνα Βάρδα.
Σημείωση:
Με το πέρας αυτής της χρονιάς συμπληρώνονται 140 χρόνια από την γέννηση του Ίωνος Δραγούμη και 98 από τον θάνατό του. Μιάς από τις πιο εμβληματικές και αμφιλεγόμενες μορφές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας και λογοτεχνίας. Ο Ίων Δραγούμης, που δολοφονήθηκε μέσα στην δίνη του εθνικού διχασμού από Βενιζελικά στελέχη είναι τηρουμένων των ιστορικών αναλογιών ότι η δολοφονία της μεγάλης τραγωδού Ελένης Παπαδάκη από αριστερούς την περίοδο της Κατοχής. Το οξυμένα πολιτικά πάθη, και οι πολιτικές και κομματικές αντιπαλότητες μας στέρησαν δύο σπουδαία πρόσωπα της ελληνικής τέχνης και ιστορίας. Οι ακραίες πολιτικές φωνές έκοψαν το νήμα της ζωής δύο πνευματικών ελλήνων δημιουργών πριν ακόμα ολοκληρώσουν την καλλιτεχνική και συγγραφική τους πορεία. Ο Ίωνας Δραγούμης υπήρξε και ίσως να είναι ακόμα ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο στην ελληνική ιστορία του 20 αιώνα, που, όμως μετά την δολοφονία του, όχι μόνο εκτιμήθηκε το συγγραφικό του έργο αλλά πρόσωπα όπως ο Νίκος Καζαντζάκης, ο Οδυσσέας Ελύτης και άλλοι πνευματικοί δημιουργοί μίλησαν θετικά για τον ίδιο και την συγγραφική του διαδρομή. Η ένταξή του στο κίνημα του δημοτικισμού του έδωσε άλλη αίγλη και ανέδειξε το έργο του. Αντίθετα με την περίπτωση του Περικλή Γιαννόπουλου-που όπως φαίνεται-υπήρξε «περισσότερο» άδολος στις θέσεις του, που όμως, μας κληροδότησε ωραίες ιδέες και σημαντικές ελληνικές αισθητικές θέσεις, αλλά μέσα σε ένα πλαίσιο γλωσσικών κωδίκων κακοτράχαλο και κακόηχο. Αντίθετα από τον Περικλή Γιαννόπουλο, που χρησιμοποίησε κατά κάποιον τρόπο μια γλώσσα εξεζητημένα κακόηχη-γεμάτη λεκτικά «κατσάβραχα» που, μείωσαν την δυναμική των θέσεών του, παρότι αντιγράφηκαν φανερά ή κρυφά από μεταγενέστερους έλληνες ποιητές και λογοτέχνες. Ο Ίων Δραγούμης χειρίστηκε την δημοτική γλώσσα με μαεστρία, αποφεύγοντας τις γλωσσικές ακρότητες του Αλέξανδρου Πάλλη, ή τις γλωσσικές μονομέρειες του Γιάννη Ψυχάρη για να μας μιλήσει για έναν ελληνικό εθνικισμό που δεν ήταν επίπλαστος ή κούφιος αλλά, αυθεντικός, πηγαίος, ελληνικός και κυρίως, ιστορικά δικαιωμένος αν τον ερμηνεύσουμε στην εποχή του και στις συνθήκες, πολιτικές και ιστορικές, διπλωματικές και ιδεολογικές που αυτός εκφράστηκε. Η Ελλάδα, την περίοδο αυτή αγωνίζονταν να διευρύνει τα γεωγραφικά της όρια, αυτά που η πανάρχαια ιστορία της, της επέβαλαν και της υπενθύμιζαν. Ο πατριωτισμός του Ίωνα Δραγούμη, δεν ήταν ένας στείρος ιδεολογικός επεκτατισμός της ελληνικότητας στα βαλκάνια, ούτως ή άλλως, οι Φαναριώτες είχαν διευρύνει τα πολιτιστικά και πνευματικά όρια της Ελλάδας αιώνες νωρίτερα, μέσα στην Οθωμανική πανσπερμία λαών και φυλών στα Βαλκάνια. Το κοινωνικό όραμα του Ρήγα Βελεστινλή ήταν ακόμα νωπό μέσα στις συνειδήσεις των ανθρώπων που κατοικούσαν σε αυτή τη νότια περιοχή της ευρώπης. Το κοινωνικό όραμα του Ρήγα δεν αφορούσε μόνο τους Έλληνες αλλά όλους τους λαούς των Βαλκανίων. Ο Δραγούμης τόνωσε το εθνικό φρόνημα των Ελλήνων και αυτό δεν μπορούμε εκ των υστέρων να του το αμφισβητήσουμε εν ονόματι ενός αίολου ιδεολογικού διεθνισμού. Δεν είναι ειδικός αλλά, πιστεύω ότι, και στα υπόλοιπα έθνη της Βαλκανικής χερσονήσου, θα υπήρχαν ανάλογες περιπτώσεις ισχυρών εθνικών προσωπικοτήτων που θα υπερασπίζονταν με σθένος, με πείσμα με φανατισμό αν θέλετε τα δικά τους κρατικά και εθνικά συμφέροντα. Οι θέσεις του Ίωνα Δραγούμη ήταν και αναγκαίες και επωφελείς για το ελληνικό έθνος και την κρατική ελληνική οντότητα, που αγωνίστηκε ο εθνάρχης Ελευθέριος Βενιζέλος να επεκτείνει και να κατοχυρώσει ιστορικά και γεωγραφικά υπέρ των Ελληνικών συμφερόντων. Δεν μπορούμε να «πετροβολούμε» τις απόψεις ενός ευαίσθητου πνευματικού δημιουργού, και να αποδεχόμαστε τις πολιτικές θέσεις ενός δημοκράτη πολιτικού της εποχής. Είναι μάλλον, αντιφατικό. Οι θέσεις του Ίωνα Δραγούμη, αν δεν έβρισκαν καλό αγωγό  μέσα στις συνειδήσεις των ελλήνων και των ελληνίδων, μέσα στα στρώματα του λαού και των διανοουμένων, δεν θα μπορούσαν να σταθούν πέρα από έναν μικρό κύκλο διανοουμένων, όπως έχουμε άλλες περιπτώσεις αναλόγου εθνικής βαρύτητας. Σίγουρα, οι ιστορικές και πολιτικές συνθήκες έχουν αλλάξει άρδην, άλλες πολιτικές κυρίαρχες δυνάμεις ξεπήδησαν μετά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και λίγο νωρίτερα, που κυριαρχούν διεθνώς πολιτικά, στρατιωτικά και οικονομικά. Άλλαξαν τα σύγχρονα πολιτικά δεδομένα των μοντέρνων καιρών μας και άλλα της εποχής των αρχών του προηγούμενου αιώνα στην χώρα μας. Τα έργα του Ίωνα Δραγούμη κόμισαν την εθνική ή αν θέλετε την εθνικιστική φωνή των ελλήνων, αλλά αυτό ήταν και αναγκαίο και επιβεβλημένο στην εποχή του. Μια χώρα, δεν αναπτύσσεται γεωγραφικά με ευχολόγια και πολιτικά γαρύφαλλα προς τις άλλες χώρες. Μια χώρα, χρειάζεται τον Τυρταίο της, τον Πίνδαρό της, τον Ρήγα της, τον πνευματικό της ηγέτη ή τον πολιτικό που θα την οδηγήσει στην νίκη. Μπορεί και από κακούς δικούς του υπολογισμούς και στην καταστροφή. Το ζήτημα είναι αν σήμερα οι απόψεις και οι θέσεις που εκφράζει μέσα στα έργα του ο Ίων Δραγούμης μπορούν να σταθούν σε ένα τόσο εχθρικό και οκονομίστικων καθαρά συμφερόντων περιβάλλον. Και αν στέκονται πως μπορούν να υλοποιηθούν αν όχι, δεν τις αναμειγνύουμε στην σύγχρονη των ημερών μας πολιτική και διπλωματική σκακιέρα. Δηλαδή αν δεν κάνω λάθος, η ιστορία του κάθε βαλκάνιου έθνους πρυτανεύει στην διεθνή διπλωματία ή η οικονομία. Η οικονομία που έχει άλλους κανόνες επέκτασης και επιβολής μέσα στις κοινωνιές, και δεν είναι σε παραλληλία ούτε με τον εθνικισμό του προηγούμενου αιώνα-έθνος-κράτος- αλλά ούτε και με τον διεθνισμό της ρώσικης επανάστασης. Και στέκει μακριά από τον οικουμενισμό της ορθόδοξης παράδοσης τόσο στην χώρα μας όσο και στον χώρο της ανατολικής ευρώπης. Ο χριστιανισμός έχει άλλες προσλαμβάνουσες από τις αρχές του Άνταμ Σμίθ και του Γκαλμπρέιθ. Οι παραδοσιακές ρίζες των ανθρώπων-και των βαλκανίων-δεν κόβονται τόσο εύκολα. Οι άνθρωποι έχουν μνήμες, τόσο κοινωνικές όσο και προσωπικές-οικογενειακές. Είναι «δέσμιοι» μιας παράδοσης που τους στάθηκε χρήσιμη εδώ και αιώνες μέσα στις ζωές τους και τις κοινωνικές τους δραστηριότητες. Σίγουρα η Ιστορία δεν αρκεί για να θωρακίσει από μόνη της την σύγχρονη πολιτική μας διεθνή πραγματικότητα, χρειάζεται και η ισχυρή οικονομία. Εδώ μπλέκει το ζήτημα. Κατά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να αλλάξουμε τις καταναλωτικές μας συνήθειες και τον άκρατο υλισμό-τον χυδαίο όπως λέει ο Γκαλμπρέιθ, της ζωής μας, για να υποστηρίξουμε τα ιστορικά μας δίκαια. Και αν οι ιστορικές σύγχρονες αντοχές μας, μπορούν να τροφοδοτηθούν ακόμα με τις απόψεις και τις θέσεις του Ίωνα Δραγούμη και όλων αυτών των πνευματικών δημιουργών της περιβόητης Γενιάς του 1930, αλλά και πολλών αριστερών και κομμουνιστών δημιουργών που μας μιλούν μέσα στο έργο τους για την Ελλάδα και τον Ελληνισμό. Την διαχρονικότητα της ελληνικής ιστορίας και δικαίων. Το ισχυρό παράδειγμα του έργου του ποιητή Γιάννη Ρίτσου, του Τάσου Λειβαδίτη και άλλων δημιουργών, που ανήκαν στην εποχή τους στο αντίπαλο πολιτικό στρατόπεδο από αυτό που ανήκε ο Ίωνας Δραγούμης, νομίζω μας λέει πολλά και διδαχτικά. Καθώς και ο ιστορικός λόγος του Νίκου Σβορώνου και γιατί όχι και του Τάσου Βουρνά.
     Ο Ίωνας Δραγούμης αυτός ο άδολος πατριδολάτρης δεν ανήκει ούτε στην συντηρητική και σουπερ συντηρητική παράταξη ούτε στην αντίπαλη ιδεολογικά αριστερή και κομμουνιστική, ανήκει σε όλο το σώμα της ελλάδας και της σύγχρονης ιστορίας της.
Το θέμα είναι μέσα στην ελληνική αγνωσία των καιρών μας, μέσα στην τάση να μην μελετάμε τα κείμενα της ελληνικής μας παράδοσης-από όποιον ιδεολογικό χώρο και αν προέρχονται αυτά- αφήνουμε το πεδίο της παρερμηνείας ή της οικειοποίησης σε όποιο πολιτικό χώρο θέλει να χρησιμοποιήσει τις θέσεις του για σύγχρονους προπαγανδιστικούς σκοπούς επέκτασης της κομματικής του κυριαρχίας.
Η εκδίκηση της Ιστορίας, δεν είναι μια αφηρημένη και συννεφιασμένη έννοια για εμάς τους σύγχρονους νεοέλληνες. Αν λησμονήσουμε την Ιστορία μας με όλα της τα ιστορικά, πολιτικά και πνευματικά παρακλάδια, τότε και αυτή θα μας λησμονήσει. Θέλω να πω ότι, η καλύτερη επιλογή που έχουμε να κάνουμε σήμερα, εν έτει 2018 και αρχίζοντας η νέα χρονιά του 2019, είναι να διαβάσουμε και να ξαναδιαβάσουμε τα έργα του Ίωνα Δραγούμη απαλλαγμένα τόσο από τις οικειοποιήσεις των πολιτικών όσο και των μοντέρνων ιστορικών. Αν έχουν κάτι να μας ψιθυρίσουν στις συνειδήσεις μας ακόμα και σήμερα, θα μας το ψιθυρίσουν αν όχι, θα παραμείνουν στα σκονισμένα ράφια των βιβλιοθηκών και των πανεπιστημιακών σπουδαστηρίων. Ή στην καλύτερη περίπτωση-ανάμεσα στις άλλες- μια ευκαιρία για έναν νέο διδακτορικό για επαγγελματική αποκατάσταση με ένα υποφερτό μισθό. Όμως έστω και έτσι, για αυτόν τον λόγο, τα έργα αυτά θα μας φανούν χρήσιμα.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
31 Δεκεμβρίου 2018
Καλή Χρονιά σε όλους τους αναγνώστες και αναγνώστριες εντός και  εκτός ελλάδος αυτής της ιστοσελίδας.
Διατήρησα την ορθογραφία των κειμένων. Και προσπάθησα οι ελάχιστες αυτές γνώμες που μετέφερα για τον Ίωνα Δραγούμη, να μην επικαλύπτουν η μία την άλλη.                     
         
           

Σάββατο 29 Δεκεμβρίου 2018

Οδυσσέας Ελύτης Εν λευκώ και Γιώργος Σεφέρης Δοκιμές τρίτος τόμος-παραλειπόμενα 1932-1971


              Παράλληλες Θέσεις
     
Τρείς πανεπιστημιακοί δάσκαλοι κρίνουν τον δοκιμιακό λόγο του Οδυσσέα Ελύτη και του Γιώργου Σεφέρη

     Η έγκριτη ημερήσια πολιτική εφημερίδα ΤΟ ΒΗΜΑ του εκδοτικού παραδοσιακού συγκροτήματος του κυρού Χρήστου Λαμπράκη, με την ευκαιρία της έκδοσης των Δοκιμίων των δύο βραβευμένων με το Νόμπελ ελλήνων ποιητών, του Γιώργου Σεφέρη και του Οδυσσέα Ελύτη, προβαίνει σε μια παράλληλη κριτική συνεξέταση των δύο εκδόσεων μιλώντας μας για «Πολυκριτική». Βλέπε ΤΟ ΒΗΜΑ Κυριακή 7/3/1993. Η συνεξέταση αυτή, από τρείς διακεκριμένους και καταξιωμένους πανεπιστημιακούς που ανήκουν σε διαφορετική γενιά ο καθένας και με σημαντικές συγγραφικές παρακαταθήκες στο ενεργητικό τους, διεθνή δημοσιεύματα, μελέτες, εκδόσεις και επιμέλειες βιβλίων, από διαφορετικές επίσης πανεπιστημιακές σχολές προερχόμενοι της ελλάδος και του εξωτερικού, δίνει την δυνατότητα στο αναγνωστικό κοινό της εφημερίδας αλλά και στο ευρύτερο, όχι μόνο να διαβάσει τις τρείς αυτές «παραλλαγές πάνω σε δύο θέματα» (για να παραλλάξω και να τροποποιήσω έναν συνήθη μουσικό όρο) και να δει την ιδιαίτερη οπτική του καθενός, να σταθεί στο τι αναζητούν μέσα στα κείμενα αυτά, τι προσέχουν, σε τι στέκονται, ποιες αναγωγές κάνουν, τι γλώσσα χρησιμοποιούν, ποιο ίσως μοντέλο κριτικής εξέτασης ακολουθούν, αν διευρύνουν ή τροποποιούν παλαιότερες θέσεις τους για τους δύο ποιητές, ποιες είναι με δύο λόγια οι ατομικές ιδιαίτερες κρίσεις τους. Επίσης, με την συμπαρουσίαση αυτή, ο αναγνώστης συμπληρώνει δημιουργικά και εποικοδομητικά το πάζλ των κρίσεων του για τον πεζό και δοκιμιακό λόγο των δύο ποιητών. Να υπενθυμίσουμε ότι οι δύο από τους πανεπιστημιακούς βρίσκονται ακόμα εν ζωή και παράγουν δημιουργικό έργο, ο δε Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης έφυγε πριν μερικά χρόνια από κοντά μας. Και ακόμα ότι ο κυρός Δημήτρης Ν. Μαρωνίτης-ο αντιστασιακός και πολιτικοποιημένος αυτός δάσκαλος- παρ’ ότι προέρχονταν από την Κλασική Φιλολογία, μας άφησε κριτικές και δοκίμια, μελέτες και παρουσιάσεις βιβλίων για πολύ νεότερους αλλά και παλαιότερους έλληνες λογοτέχνες, ποιητικά και πεζογραφικά έργα. Θα λέγαμε «σταθμούς» στην κατανόηση της ελληνικής λογοτεχνικής γραμματείας. Οι μελέτες του είναι γνωστές και έχουν εκδοθεί από τον εκδοτικό οίκο «Κέδρος» και όχι μόνο. Οι δημοσιεύσεις του και οι επιφυλλίδες του στο ΒΗΜΑ διαβάζονταν απνευστί. Ο δεύτερος και νεότερος ηλικιακά πανεπιστημιακός, ο Roderick Beaton, επίσης μας έχει δώσει μελέτες και δοκίμιά του για έλληνες λογοτέχνες και χαίρει εκτίμησης από το αναγνωστικό κοινό και τους λογοτεχνικούς κύκλους. Το 1996 από τον εκδοτικό οίκο «Νεφέλη» εκδόθηκε στα ελληνικά το βιβλίο του “AN INTRODUCTION TO MODERN GREEK LITERATURE”- «ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΗ ΝΕΟΤΕΡΗ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ» Ποίηση και Πεζογραφία, 1821-1992 σε μετάφραση των Ευαγγελία Ζούργου και Μαριάννα Σπανάκη. Η γενική αυτή θεώρηση της ελληνικής ποίησης και πεζογραφίας, που απευθύνονταν στο αγγλόφωνο κοινό, ήταν αφιερωμένη Εις μνήμην Σταύρου Ι. Παπασταύρου (1914-1979) Philip Sherrard (1922-1995) Γιώργου Σαββίδη (1929-1995).  Και, το 2003 από τις εκδόσεις «Ωκεανίδα» σε μετάφραση Μίκας Προβατά κυκλοφόρησε η ογκώδης Βιογραφία για τον Γιώργο Σεφέρη-Περιμένοντας τον Άγγελο, του Ρ. Μπήτον. Δοκίμιά του για τον ποιητή συναντά ο αναγνώστης και σε συλλογικές εργασίες όπως αυτή των εκδόσεων «Ερμής» 2000, για τα 100 χρόνια από την γέννηση του ποιητή, “University Studio Press” στον τόμο «Ο Σεφέρης ως αναγνώστης της Ευρωπαϊκής λογοτεχνίας» κλπ. Τέλος, ο ποιητής, κριτικός, επιμελητής εκδόσεων και πανεπιστημιακός Νάσος Βαγενάς, μας έχει δώσει μια εξαιρετική μελέτη-ορόσημο για τον Γιώργο Σεφέρη, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Κέδρος» το 1979 λίγα χρόνια μετά την εκδημία του ποιητή. Η κατατοπιστική και ερευνητική αυτή εργασία έχει τον εύστοχο και ποιητικό τίτλο: «Ο Ποιητής και ο Χορευτής» Μια εξέταση για την ποιητική και την ποίηση του Γιώργου Σεφέρη. Στα μεταγενέστερα χρόνια, συναντάμε μελετήματά του σε διάφορους συλλογικούς τόμους για τον ποιητή καθώς και δημοσιεύματά του. Έχουμε δηλαδή, μια διαρκή συνομιλία του ποιητή της γενιάς του 1970 και κριτικού με το Σεφερικό έργο.
Στο μικρό αυτό εισαγωγικό σημείωμα πριν την αντιγραφή των κριτικών, ανέφερα μόνο μελέτες και βιβλία που γνωρίζω, δεν κατέγραψα όλα τα δημοσιεύματα των τριών πανεπιστημιακών για το Σεφερικό έργο ή του Ελύτη, που ασφαλώς υπάρχουν και έχουν αποδελτιωθεί από τους βιβλιογράφους των δύο ποιητών και των πανεπιστημιακών δασκάλων.      
Γράφει η εφημερίδα:
Η ΛΕΞΗ «Πολυκριτική» ακούγεται κάπως φιλόδοξη. Γιατί όχι σκέτα νέτα Κριτική; Τι σημαίνει επιτέλους εκείνο το πρώτο συνθετικό της, όταν μάλιστα αποδεικνύεται στην πράξη (στο σημερινό λ.χ. ιδρυτικό παράδειγμα) το πολύ μάλλον λίγο;
Ας πούμε λοιπόν ταπεινότερα ότι η πολυκριτική αυτή θέλει να περάσει μόλις από τον ενικό στον πληθυντικό αριθμό: περισσότεροι του ενός όσοι κρίνουν ΄ περισσότερα του ενός τα βιβλία που κρίνονται ΄ ώστε να ευνοούνται στα δύο αυτά κρίσιμα επίπεδα ο διάλογος και η σύγκριση.
Το πολυκριτικό πάντως πρόγραμμα των «Νέων Εποχών» αποτελεί ούτως ή άλλως εξαίρεση: θα φιλοξενείται στο ένθετο τεύχος το πολύ μία φορά το δίμηνο ΄ θα επιμένει σε βιβλία (από τις περιοχές των Γραμμάτων, των Τεχνών και των Επιστημών του Ανθρώπου) με γενικότερη, ή και αμφιλεγόμενη, σημασία-προσδόκιμη ή απροσδόκητη. Προσδόκιμη στο βαθμό που οι συγγραφείς τους έχουν ήδη εξασφαλισμένο το δημόσιο κύρος ΄ απροσδόκητη, όταν πρόκειται για λιγότερο γνωστό, ή και άγνωστα, στο ευρύτερο αναγνωστικό κοινό ονόματα και κείμενα, που αξίζουν όμως την πολυκριτική προβολή.
Το εγκαίνιον της «Πολυκριτικής» γίνεται με δύο, παρ’ ολίγον δίδυμα βιβλία, που παρουσιάζουν μεταξύ τους έκτυπες ομοιότητες αλλά και ουσιώδεις διαφορές. Η σύστασή τους πραγματοποιείται με τρία συγκριτικά κείμενα του Νάσου Βαγενά, του Roderick Beaton και του Δ. Ν. Μαρωνίτη.
     Αυτή είναι η εισαγωγική σημείωση με την οποία η εφημερίδα μας εισαγάγει στο εύστοχο και έξυπνο αυτό «παιχνίδι» των κριτικών σημειωμάτων για την έκδοση του «ΕΝ ΛΕΥΚΩ». Ακολουθούν τα κείμενα του Νάσου Βαγενά με τίτλο «Η κεντρικότητα των επιμέρους» του Roderick Beaton με τίτλο «Λυρική και στοχαστική πεζογραφία» και του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη με τίτλο Δοκιμιακός λόγος «Εξ αποστάσεως και εξ επαφής».
Η ΚΕΝΤΡΙΚΟΤΗΤΑ ΤΩΝ ΕΠΙΜΕΡΟΥΣ
Του Νάσου Βαγενά
Η ΤΑΥΤΟΧΡΟΝΗ έκδοση του Εν λευκώ και του τρίτου τόμου των Δοκιμών θα μπορούσε να γίνει αφορμή για τη σύγκριση του συνολικού δοκιμιακού-κριτικού έργου του Ελύτη και του Σεφέρη, το κύριο σώμα του οποίου συντίθεται σε δύο τόμους για τον καθένα (το Εν λευκώ είναι, θα λέγαμε, ο δεύτερος τόμος των «δοκιμών» του Ελύτη ΄ ο πρώτος είναι τα Ανοιχτά χαρτιά). Ο τρίτος τόμος των σεφερικών Δοκιμών, όπως δηλώνει και ο υπότιτλός του («Παραλειπόμενα»), αποτελείται κυρίως από κείμενα δευτερεύοντα, τα οποία ο Σεφέρης δεν έκρινε σκόπιμο να περιλάβει στη δίτομη συλλογή των κριτικών του κειμένων.
     Μολονότι η ποιητική, και ως εκ τούτου και η κριτική, σκέψη των δύο ποιητών ξεκινά από μια κοινή-μοντερνιστική-αφετηρία κατεύθυνση προς τον ίδιο στόχο (από την επιθυμία υπέρβασης της ορθολογιστικής αίσθησης των πραγμάτων προς την αναζήτηση ενός λυτρωτικού θαύματος), ο τρόπος με τον οποίο φτάνει  ο καθένας στον σκοπό του διαφοροποιεί τις επιμέρους θέσεις τους. Η μόνιμη θητεία του Ελύτη σ’ ένα υπερρεαλιστικό ιδεώδες απαλλαγμένο από στοιχεία αταίριαστα με το δικό του όραμα της ποιητικής καθαρότητας, τον κάνει να δυσφορεί προς ό,τι θα μπορούσε  να εμποδίσει την άμεση πρόσβαση στο θαύμα, οδηγώντας τον σε μια κανονιστικής φύσεως (αρχαιο) ελληνοκεντρική (για την ακρίβεια, ιωνοκεντρική) στάση, εχθρική προς το δυτικό πνεύμα, την οποία ο νηφαλιότερος Σεφέρης δεν συμμερίζεται. Η ασυμφωνία των δύο δοκιμιογράφων οφείλεται, πιστεύω, στη διαφορά της ποιητικής τους ιδιοσυγκρασίας. Η δραματικότερη φύση του κάνει τον Σεφέρη να ενδιαφέρεται και για την πορεία προς τη λύτρωση όσο και για την λύτρωση, ενώ ο λυρικός κατά βάσιν Ελύτης επικεντρώνει την προσοχή του κυρίως στην τελική εμπειρία της. Η θεματική των δοκιμίων του είναι, έτσι, λιγότερο ευρεία από εκείνη του Σεφέρη, χωρίς ωστόσο να κερδίζει σε βάθος. Απεναντίας, θα έλεγε κανείς ότι το περιεχόμενο της προβληματικής του Σεφέρη είναι συνθετότερο, γιατί εδράζεται σε μια τραγικότερη αίσθηση του κόσμου. Αισθάνεται κανείς ότι στη συνύφανση των αντιθέσεων της καθημερινής πραγματικότητας, την οποία επιθυμούν να υπερβούν με τη λυτρωτική έλλαμψη («αγγελικό και μαύρο, φως») οι δύο ποιητές δεν βλέπουν την ίδια ποσότητα του μαύρου.
     Η διαφορά της ποιητικής ιδιοσυγκρασίας τους διαμορφώνει και την υφή του δοκιμιακού τους λόγου. Η κριτική γλώσσα του Ελύτη είναι συνήθως εξηρμένη, γεμάτη αντιπεζολογικούς τρόπους, κινείται συχνά στα όρια του ποιητικού λόγου. Είναι αυτή η ποιητικότητα που δίνει στα δοκίμιά του μιαν ιμπρεσιονιστική φυσιογνωμία. Χρησιμοποιώ αυτόν τον χαρακτηρισμό χωρίς καμία υποτιμητική διάθεση, γιατί πιστεύω ότι ο ιμπρεσιονισμός στις καλύτερες περιπτώσεις του, που είναι κυρίως οι περιπτώσεις ορισμένων ποιητών-κριτικών του είδους και του μεγέθους του Ελύτη, μπορεί να δώσει έξοχες κριτικές προσεγγίσεις. Κι αυτό, γιατί «οι περιπέτειες της ατομικής ψυχής ανάμεσα στα λογοτεχνικά έργα», τις οποίες απεικονίζει, ελέγχονται από μια βάση σταθερή, ποιητικά πολύ ρεαλιστικότερη απ’ ό,τι εκείνη των ποιητών κριτικών. Ο Ελύτης «αυτοβιογραφείται» ακόμα και στα πλέον αντικειμενικά δοκίμιά του (βλ., λ.χ., το θαυμάσιο «Ρωμανός ο Μελωδός»), τα οποία είναι πολύτιμα και για τούτο ΄ γιατί μας βοηθούν να κατανοήσουμε καλύτερα και τον δικό του ποιητικό λόγο, περισσότερο απ’ όσο οι Δοκιμές μας  βοηθούν να καταλάβουμε καλύτερα την ποίηση του Σεφέρη.
     Ο κριτικός λόγος του Σεφέρη είναι αναλυτικός. Ο Σεφέρης δεν αισθάνεται την ανάγκη να χρησιμοποιήσει ποιητικές μεταφορές και εικόνες , παρά μόνο όταν είναι αδύνατον να επιτύχει με τα μέσα της αναλυτικής γλώσσας την ακρίβεια που επιδιώκει. Η αγάπη του για το συγκεκριμένο, από την οποία πηγάζει το ένα μέρος της κριτικής του οξύτητας, μας έχει εμποδίσει να δούμε πόσο θεωρητική είναι η κριτική του σκέψη. Γιατί το έτερο μέρος της οξύτητά του δεν προέρχεται μόνο από τη γερή γνώση της ιστορίας της λογοτεχνίας, αλλά και από τη μεγάλη αφαιρετική του ικανότητα, που του επιτρέπει να βλέπει το περιεχόμενο της λογοτεχνικότητας και τα ατομικά έργα μέσα από μιαν ευρεία προοπτική των συνόλων. Ακόμη: η συνομιλία του με τον Έλιοτ και τον Ρίτσαρντς, μας εμποδίζει να δούμε πόσο ζωντανή είναι και σήμερα η θεωρητική του σκέψη ΄ η οποία δεν περιορίζεται σε μιαν απόλυτη συμφωνία με τις θέσεις της αγγλοσαξωνικής Νέας Κριτικής, όπως πιστεύεται γενικά, αλλά περιέχει πυρήνες, ενίοτε και αναπτύξεις, που ξεπερνούν την εποχή του (οι απόψεις του για τη σχετική και συνεχώς μετακινούμενη βάση της ανθρώπινης αλήθειας συνοψίζουν-και υπερβαίνουν-την Αποδόμηση ΄ οι ιδέες του για τον ρόλο του αναγνώστη στη διαμόρφωση του νοήματος του λογοτεχνικού έργου συνθέτουν μια θεωρία συγγενική με τις πρόσφατες θεωρίες της πρόσληψης). Είναι η ιστορική του αίσθηση και η σοφή συλλειτουργία του κριτικού με τον θεωρητικό, που καθορίζουν το μέγεθος του δοκιμιογράφου Σεφέρη.
*Ο κ. Νάσος Βαγενάς είναι καθηγητής της Θεωρίας και Κριτικής της Λογοτεχνίας στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Αθηνών.
--
ΛΥΡΙΚΉ ΚΑΙ ΣΤΟΧΑΣΤΙΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ
Του Roderick Beaton
     ΟΙ ΠΟΙΗΤΕΣ, λένε σήμερα, στρέφονται ολοένα προς την πεζογραφία. Στους δυο τόμους που μόλις κυκλοφόρησαν από τον «Ίκαρο» συγκεντρώνεται ένα πεζογραφικό υλικό που σε έκταση ήδη υπερβαίνει την παραγωγή των αντιστοίχων συγγραφέων στο είδος για το οποίο τιμήθηκαν με το βραβείο Νομπέλ, δηλαδή στην ποίηση. Ας είναι ΄ η πρόζα μακρηγορεί, ως εκ της φύσεώς της. Αλλά έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε με ποιόν τρόπο οι νομπελίστες μας ποιητές αντιμετωπίζουν αυτό το «άλλο» είδος του λόγου, και ποια είναι τα αποτελέσματα.
     Ο Σεφέρης ποτέ δεν υπήρξε ξένος προς την πεζογραφία. Ήδη από τα νεανικά του χρόνια καταπιάνεται με τη συγγραφή μυθιστορημάτων, πριν ακόμα εμφανισθεί το ποίημα Μυθιστόρημα. Ο Σεφέρης των τρίτομων Δοκιμών και του πολύτομου Μέρες είναι αριστοτέχνης της στοχαστικής πεζογραφίας, όπως και του ημερολογίου.
     Στα «Παραλειπόμενα» των Δοκιμών ο «δύσκολος» ποιητής εξηγείται σε πεζό λόγο. Και πολλές φορές φωτίζει σκοτεινές νύξεις και αναφορές της ποίησής του, καθώς και την κοσμοθεωρία που τη διέπει.
     Ιδιαίτερο ενδιαφέρον ανάμεσα στα «Παραλειπόμενα» αυτά, έχουν τα τρία κείμενα που δημοσιεύτηκαν παλαιότερα στα γαλλικά (και αναδημοσιεύονται εδώ στο πρωτότυπο και σε ελληνική μετάφραση). Απευθυνόμενος σε ξένους αναγνώστες και γράφοντας σε ξένη γλώσσα, ο Σεφέρης προσπαθεί να εξηγήσει την αντίληψή του για την ιστορική διάρκεια του ελληνισμού. Το 1941 εξόριστος στη Νότια Αφρική, ύστερα το 1944 σε διάλεξή του στο Κάιρο, και ακόμη μία φορά στη Στοκχόλμη, κατά την τελετή του Νομπέλ, προχωρεί σε μια διευκρίνιση, στην οποία, απ’ όσο ξέρω, δεν προέβη ποτέ απευθυνόμενος κατευθείαν σε ελληνόφωνο ακροατήριο. Οι χρονολογίες είναι εντυπωσιακές: τις δύο πρώτες φορές απευθύνεται στους συμμάχους κατά τον πόλεμο εναντίον του Χίτλερ και του φασισμού ΄ την τρίτη φορά σε ακροατήριο που αντιπροσώπευε το σύνολο της ανθρωπότητας. Και τονίζει: «Δε θα πω πως είμαστε από το ίδιο αίμα (με τους αρχαίους), γιατί αποστρέφομαι τις φυλετικές θεωρίες-αλλά κατοικούμε πάντα την ίδια χώρα και κοιτάμε τα ίδια βουνά που τελειώνουν στη θάλασσα (σ.370 πρβλ. και 57,93, 167 η έμφαση δική μου). Η διάρκεια αυτή, που βέβαια για τον Σεφέρη ήταν γεγονός και όχι θεωρία, είναι η διάρκεια της γλώσσας, του τοπίου, μιας αντίληψης του κόσμου ΄ όχι αναγκαστικά και του αίματος.
     Ο Ελύτης ως πεζογράφος χαρακτηρίζεται πιο δύσκολα. Μερικά μόνο από τα κείμενα που δημοσιεύονται ή αναδημοσιεύονται στο Εν λευκώ, θα μπορούσαν να καταταχθούν στη «στοχαστική πεζογραφία». Κάποτε το ύφος του πλησιάζει το αναλυτικό, όπως όταν γράφει για τον Ρωμανό τον Μελωδό ή για τους αγαπημένους του ζωγράφους. Πού και πού είναι και πληροφοριακό, όπως όταν μιλά για τον Εμπειρίκο. Όμως περισσότερο, και μάλιστα σε κείμενα που χρονολογούνται σχετικά πρόσφατα (παρ’ όλο που αρκετά κείμενα του τόμου είναι αχρονολόγητα), στρέφεται προς τον ιδιωτικό χώρο μιας κρυφής αυτοβιογραφίας. Πολλές φορές η πεζογραφία αυτή διέπεται από μια εσωτερική και λυρική σκέψη που, αντί να φωτίζει την ποίησή του, τη συνεχίζει.
      Η ποίηση του Ελύτη δεν είναι «δύσκολη» όπως η ποίηση του Σεφέρη. Τα πεζά του όμως είναι. Αυτό που από την αρχή κάνει εντύπωση στην ποίηση του Ελύτη είναι η εκφραστική ευχέρειά του ΄ μόνο στο πεζό φαίνεται να αγωνιά να δαμάσει ένα ατίθασο υλικό. Λίγα πεζά κείμενα του Ελύτη έχουν την διαύγεια της σκέψης και του λόγου που χαρακτηρίζουν το πεζογραφικό έργο του Σεφέρη. Αλλά παντού, διάσπαρτος στα πεζά του, μας ξαφνιάζει και μας γοητεύει ο καθαρός λυρισμός μεμονωμένων φράσεων, άσχετα από οποιοδήποτε επιχείρημα:
«Κάθε μεγάλη μουσική, στο βάθος, είναι μια καταφρόνεση του θανάτου» (σ. 256). «Ο εξοικειωμένος με τ’ άπιαστα δεν απορεί» (300). «… να πηδούν από τον ένα στον άλλον αιώνα και να περνούν βελονιές πάνω στο δέρμα του χρόνου» (344). «Θα ‘ναι αραιός ο αέρας εδώ» (364).  Δεν ξέρω πάντα τι θέλει να πει ΄ διαβάζω ποίηση.
     Ο Σεφέρης ακόμα και ως ποιητής μαθήτευσε στους μεγάλους της ελληνικής πεζογραφίας (βλ. σ.184 κεξ) ενώ ο Ελύτης, όταν γράφει σε πεζό, φαίνεται πάντα να δυσπιστεί στις δυνατότητες της διάνοιας στην οποία, έστω και άθελά του, επικαλείται γράφοντας στο είδος αυτό. Ο Σεφέρης, όπως εξομολογήθηκε σ’ ένα από τα πρώτα δοκίμιά του, έχει «μια συμπάθεια για τη διδαχή». Άρα, κάτι έχει να πει. Αντίθετα, για τον Ελύτη, τον αντίμαχο του «άρα» (σ.163 κεξ) η λειτουργία του λόγου είναι να δημιουργεί, και ο ποιητής αυτός δεν σκοτίζεται τόσο να εξηγηθεί, ούτε στην ποίηση ούτε στην πεζογραφία του. Για τον Ελύτη, οι λέξεις έχουν «τη δύναμη να γεννούν απαρχής τα πράγματα που κατονομάζουν» (σ.177).
*Ο καθηγητής Roderick Beaton κατέχει την έδρα Βυζαντινών και Νεοελληνικών Σπουδών «Κοραής» του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.
--
Δοκιμιακός λόγος
Εξ αποστάσεως και εξ επαφής
Του Δημήτρη Ν. Μαρωνίτη
     ΟΙ ΠΑΡΑΛΕΙΠΟΜΕΝΕΣ «Δοκιμές» (1932-1971) του Σεφέρη και τα «Εν Λευκώ» του Ελύτη δένονται μεταξύ τους τουλάχιστον με τρία νήματα: κυκλοφόρησαν σχεδόν συγχρόνως ΄ ανήκουν σε μείζονες ποιητές, της λεγόμενης γενιάς του ’30, τιμημένους με το βραβείο Νομπέλ ΄ αποτελούν συμπλήρωμα προηγουμένης δοκιμιακής παραγωγής. Τα δύο εξάλλου βιβλία και άλλως πώς διασταυρώνονται ΄ εμφανέστερα σ’ εκείνα τα σημεία τους που οι συγγραφείς τους αναφέρονται ο ένας στον άλλο, ή σε κοινά ονόματα και έργα της δικής μας και ξένης λογοτεχνίας.
     Πλάι σ’ αυτές τις εξωτερικές ομοιότητες υπάρχουν και κάποιες πρόδηλες εξωτερικές ανομοιότητες. Ως προς τον όγκο λ.χ., βαραίνει τη φορά αυτή περισσότερο η δοκιμιακή προσφορά του Ελύτη. Ως προς το χρονικό άνυσμα, οι παραλειπόμενες «Δοκιμές» του Σεφέρη διατρέχουν μεγαλύτερη απόσταση από τα «Εν Λευκώ» του Ελύτη. Τέλος ως προς το θεματολόγιο, στον τόμο του Σεφέρη περιέχονται και κείμενα, μικρότερης ή μεγαλύτερης έκτασης, που τα προκάλεσε η πολεμική και πολιτική επικαιρότητα, περιοχή στην οποία σπανίως, και συνήθως έμμεσα, αναφέρεται ο δοκιμιογράφος Ελύτης. Από εκεί και πέρα αρχίζουν, για να το πω έτσι, γενετικού τύπου διαφορές: οι δύο τόμοι δοκιμίων αποκλίνουν μεταξύ τους όσο περίπου και τα ποιήματα των δύο ποιητών. Στα μελετήματα του Ελύτη περισσεύει η λυρική διάθεση, ή και διάχυση, που κανοναρχεί και τον πεζό του λόγο, ώστε να μοιάζει συχνά λόγος ποιητικός. Αντίθετα στα κείμενα του Σεφέρη ο πεζός τρόπος κρατεί τον δικό του ελεγχόμενο και διακριτικό βηματισμό. Τούτο σημαίνει ότι οι δύο δοκιμιογράφοι υπακούουν σε διαφορετικές εντολές και ως προς την οικονομία του λόγου: στον Ελύτη η οικονομία είναι χαλαρότερη, δίνοντας, κάπου και κάποτε, την αίσθηση ότι σκοπίμως γίνεται ανοικονόμητη. Στον Σεφέρη προτείνεται ο μετρημένος και λιτός λόγος, ο οποίος σε ορισμένες περιπτώσεις φαίνεται να παίρνει ακόμη και τον δρόμο της υποχρεωτικής στέρησης.
     Προχωρώντας προσθέτω ότι τα δοκίμια του Ελύτη, αναλόγως και προς το θέμα τους, διαβάζονται, περισσότερο ή λιγότερο, ως προέκταση της ποίησής του, ως υπόμνημα Ποιητικής. Γενικότερα η περί ποιήσεως ιδεολογία (η οποία στα καλύτερα ποιήματα του Ελύτη λανθάνει, καθώς εσωτερικεύεται) εδώ κατά κανόνα εξέχει ή και αναλύεται. Γι’ αυτό ίσως δίνουν πολλά από τα «Εν Λευκώ» κείμενα την αίσθηση ότι στηρίζουν και εκφωνούν το ίδιο ποιητικό μανιφέστο ΄ υπερασπίζονται και ευαγγελίζονται την αμετακίνητη πίστη του ποιητή στις άρρηκτες σχέσεις φύσης και ποίησης, όπου η ιστορία δεν βρίσκει θέση να κατοικήσει, εκτός κι αν υποστεί την ποιητική της μεταμόρφωση.
     Ενώ ο δοκιμιακός λόγος του Σεφέρη στοχάζεται, αμέσως η εμμέσως, συνεχώς την ιστορία. Κατά το παράδειγμα του Καβάφη, με τον οποίο ο ποιητής του «Μυθιστορήματος» κάπως αργά συμφιλιώθηκε, ελέγχει τα δρώμενα και το λόγο της ιστορίας, γυρεύοντας το κρυφό της νόημα. Για να το πω αλλιώς: οι παραλειπόμενες «Δοκιμές» (εκεί μάλιστα που επιμένουν στην επικαιρότητα: πολεμική, πολιτική, γραμματολογική) δείχνουν καθαρά ότι ο συγγραφέας τους γνωρίζει πως ο λόγος της ποίησης (με την ευρύτερη σημασία λέξης) ταξιδεύει, θέλοντας μη θέλοντας, στο ταραγμένο πέλαγος της ιστορίας πάνω στη δική του σχεδία ΄ αναζητώντας σαν τον Οδυσσέα, την Ιθάκη, με την πρόγνωση όμως πως και εκεί τον περιμένει μια άλλη εσωτερική ταραχή. Γενικότερα: ο δοκιμιογράφος, όπως και ο ποιητής, Σεφέρης συγχρόνως δοκιμάζεται από την ιστορία και την δοκιμάζει γι’ αυτό και ο τρόπος του είναι δραματικός και στοχαστικός, ελάχιστα ή καθόλου αποκαλυπτικός. Επ’ αυτού θα επιμείνω.
      Και οι δύο ποιητές-δοκιμιογράφοι διδάσκουν, καθένας με τον τρόπο του. Και για να αποφύγω τις χοντρές παρεξηγήσεις, θυμίζω ότι: «διδάσκω» σημαίνει από όλα δείχνω από ποιόν, τι και πώς διδάχτηκα ο ίδιος-αλλιώς η διδασκαλία καταντά απωθητική επίδειξη. Σε τούτο το σημείο ο Σεφέρης και Ελύτης συμφωνούν ΄ από εκεί και πέρα όμως αλλάζουν διδακτικό δρόμο.
     Στον Ελύτη η διδαχή είναι κυρίως διδαχή της ποίησης, και θεωρείται προσωπική άσκηση και κατάκτηση-ιδιωτική οδό την ονομάζει ο ίδιος. Στον Σεφέρη ο διδακτικός τρόπος ξεπερνά την ποίηση και παραπέμπει σε μια πράξη συλλογική και δημόσια. Διαφορά που έχει να κάνει, όπως ήδη το υπαινίχθηκα, με τη διαφορετική στάση και κρατούν οι δύο ποιητές-δοκιμιογράφοι απέναντι στην ιστορία. Θα γίνω πιο συγκεκριμένος.
     Στον Ελύτη η διδακτική οδός ορίζεται ως αποκάλυψη και ανακάλυψη της ποίησης, της τέχνης γενικότερα. Πρόκειται επομένως για μέθοδο ποιητικής αγωγής, η οποία υπόσχεται την τελική σωτηρία ΄ την κάθαρση της καθημερινής ζωής από μίζερες ή υπερφίαλες φροντίδες, που σακατεύουν τις αισθήσεις και μαραίνουν τον νου. Γι’ αυτό και απορρίπτει ο Ελύτης εκείνη τη μερίδα των ποιητών και της ποίησης που μπλέκονται στο βιοτικό τους αδιέξοδο, ψυχολογικό ή και υπαρξιακό. Η δική του διδαχή παραγγέλλει ακριβώς έξοδο από έναν τέτοιον κλοιό προς την όαση της ποίησης, προς την πόα της ουτοπίας, όπου αναγνωρίζονται αμοιβαίως φύση και τέχνη, αισθήματα του ανθρώπου και νοήματα του κόσμου, ο έρωτας της σάρκας και του πνεύματος, ο θάνατος και η ανάσταση. Σ’ αυτόν τον κοσμολογικό γλόμπο (ο κόσμος ο μικρός, ο μέγας) ηχεί και αντηχεί και η δοκιμιογραφική φωνή του Ελύτη, φτάνοντας στα αυτιά του ακροατή-αναγνώστη κάπου από μακριά, εξ αποστάσεως, όπως συμβαίνει εξάλλου με κάθε είδους αποκαλυπτικό λόγο.
     Στο Σεφέρη το πράγμα αλλάζει, ίσως και να αντιστρέφεται. Και εδώ ο διδακτικός τόνος παραλλάσσει (χαμηλώνει ή υψώνεται αναλόγως προς το θέμα, τον καιρό και την έκταση του κειμένου), η φωνή όμως της διδαχής ακούγεται δίχως αντήχηση, κοντινή και άμεση ΄ ο ακροατής-αναγνώστης δεν την προσλαμβάνει ως εντολή σωτηρίας, αλλά ως συνομιλία επαφής. Γενικότερα:  ο διδακτικός λόγος του Σεφέρη εκβάλλει στον γύρω χώρο και χρόνο, μετρημένος πάντα και συγκεκριμένος ΄ ομιλία, ομιλητής και συνομιλητής δεν χωρίζουν, συνέχονται με εμπράγματη συμπάθεια μεταξύ τους. Τούτο φαίνεται καθαρότερα στα μικρά και επίκαιρα κείμενα του τόμου (θα το έλεγα δίχως φόβο: πατριωτικά), συνταγμένα στα χρόνια της εξορίας και του πολέμου, εκεί κάτω στο Κάϊρο και στην Αλεξάνδρεια.
     Μ’ όλα ταύτα, οι δύο τόμοι δοκιμίων, με τις ομοιότητες κα τις διαφορές τους, συμπληρώνουν καλά ο ένας τον άλλο, και συμφέρει να διαβαστούν μαζί. Ύστερα διαλέγει καθένας εκείνον που του ταιριάζει καλύτερα, για άλλου είδους ανάγνωση.
*Ο κ. Δ. Ν. Μαρωνίτης είναι καθηγητής της Κλασσικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
--
Σημειώσεις:
     Αυτές είναι οι κριτικές από τρείς πανεπιστημιακούς δασκάλους της εποχής, πριν 25 χρόνια, για τους δύο τόμους με το δοκιμιακό λόγο που εκδόθηκαν την ίδια χρονική περίοδο-1992-από τον εκδοτικό οίκο «Ίκαρος» των δύο ποιητικών Νομπέλ και όχι μόνο. Το τότε πείραμα της συμπαρουσίασης της πολιτικής εφημερίδας ΤΟ ΒΗΜΑ 7 Μαρτίου 1993, από τρείς διαφορετικούς δοκιμιογράφους και συγγραφείς, που ο έγκυρος λόγος τους, η γνωστική τους επάρκεια, οι ρηξικέλευθες απόψεις τους, η επιστημονική τους μεθοδολογία, οι θέσεις και οι κρίσεις τους για τον ποιητικό λόγο και την ποιητικότητα αποτελούσαν εφαλτήρια ερευνών και ανάγνωσης κειμένων και βιβλίων για τους φιλαναγνώστες της περιόδου εκείνης στην χώρα μας. Όταν ακόμα, η ποίηση και ο ποιητικός λόγος είχε άλλη βαρύτητα στις συνειδήσεις των ανθρώπων ή τουλάχιστον, έτσι πιστεύανε όσοι ασχολούνταν μαζί του και φυσικά, το διάβασμα της ποίησης ήταν στην ημερήσια διάταξη της ζωής μας. Κάθε κριτική προσέγγιση όπως εύκολα αναγνωρίζουμε, έχει την δική της ταυτότητα και εκφράζει το ιδιαίτερο ύφος του γράφοντα. Διακρίνουμε σημεία σύγκλισης αλλά και απόκλισης των θέσεων των τριών πανεπιστημιακών, που έχουν αισίως θητεύσει τόσο στον ποιητικό και δοκιμιακό λόγο του Οδυσσέα Ελύτη όσο και εκείνο του Γιώργου Σεφέρη. Στην μικρή εισαγωγή, αναφέρω ορισμένες πληροφορίες, για εργασίες και δημοσιεύματα των παραπάνω κριτικών για το έργο των δύο ποιητών. Το παράδειγμα αυτό του ΒΗΜΑΤΟΣ αν δεν λαθεύω, γίνονταν για πρώτη φορά σε εφημερίδα, στα μετέπειτα χρόνια ή εκείνη πάνω κάτω την περίοδο, νομίζω επαναλήφθηκε σε λογοτεχνικά περιοδικά, όχι κατά ανάγκη από πανεπιστημιακούς δασκάλους, αλλά από άλλους ομότεχνους ποιητές ή κριτικούς λογοτεχνίας. Αμυδρά θυμίζει-κάτω από άλλες συγγραφικές και αναγνωστικές προδιαγραφές, το παλαιό πείραμα, το «Μυθιστόρημα των τεσσάρων». Να υπενθυμίσουμε ότι οι πληροφορίες για την ιδιότητα και την επαγγελματική σταδιοδρομία των οσάνω καθηγητών δεν υφίστανται σήμερα 2018. Και ακόμα, την τόλμη και την ευθυκρισία των τριών πανεπιστημιακών, να εκθέσουν τις σκέψεις και τις κρίσεις τους δίπλα σε ομότεχνούς τους, χωρίς να φοβηθούν να αναμετρηθούν τα κείμενά τους με άλλα κριτικά κείμενα.
«Μια ανθρωπότητα που δεν βρίσκει τον τρόπο να ξαναφτιάξει τον κόσμο γύρο της, βρίσκει τον τρόπο να γεράσει και πολύ γρήγορα μάλιστα», αυτά έγραφε προφητικά ο μύστης ποιητής Οδυσσέας Ελύτης, στην «Μέθοδο του Αρα», και συμπεριλαμβάνεται στον τόμο «ΕΝ ΛΕΥΚΩ», συσσωματωμένο μαζί με άλλα κείμενά του, και φυσικά το «Ρωμανό το Μελωδό». Συλλογισμοί του ποιητή που δεν αφορούν μόνο το σύμπαν της τέχνης της ποιήσεως και της αισθητικής, της ποιητικής του αλλά, την ίδια την ζωή μας θέλω να πιστεύω ακόμα και σήμερα. Δοκίμια δύο ελλήνων ποιητών που διαμόρφωσαν την σύγχρονή μας ελληνικότητα.
Στην τροχιά της ζωής μας, ο λόγος τους είναι ο τροχονόμος του ήθους μας.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πρώτη γραφή σήμερα 29 Δεκεμβρίου 2018
Πειραιάς 29/12/2018, δύο ημέρες πριν φύγει ο παλαιός χρόνος.
«Διάκονος ήταν και, καθώς φαίνεται, διάκονος έμεινε ως το τέλος της ζωής του ο Ρωμανός με τόσες πτυχές στην ιδιωτική του ζωή, όσες και στο φτωχό του ράσο. Είναι αυτό ένα μεγαλείο πού, ανεξάρτητα εντελώς από κάθε ηθική, χριστιανική ή άλλη, μας βοηθεί να βλέπουμε τους δημιουργούς μέσα στη μόνωσή τους και να τους παρακολουθούμε στον αγώνα τους για μια αφιλόκερδη αποτίμηση της ζωής και των αξιών που περικλείνει».