Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

Ζαν Ζενέ, Πιέρ Πάολο Παζολίνι, Όσκαρ Ουάϊλντ


Ο ΕΡΩΤΑΣ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΗ ΦΥΣΗ
Σημειωματάριο ιδεών
ΖΕΝΕ, ΠΑΖΟΛΙΝΙ, ΟΥΑΪΛΝΤ: Τα τρία αρχέτυπα της ομοφυλόφιλης κουλτούρας και το σύγχρονο πολιτιστικό νόημα της ομοφυλοφιλίας.
Κυριακάτικη 15 Αυγούστου 1993, σ.18.
     Αφού παρέμεινε για πολύ καιρό εξόριστη στην περιοχή του «παθολογικού», η ομοφυλοφιλία μετακινήθηκε σταδιακά στη σφαίρα της «διαφορετικότητας». Όσο όμως η προσέγγιση στην ομοφυλοφιλία γίνεται με όρους ανοχής απέναντι στην διαφορετικότητα, η «πρόοδος» παραμένει τμηματική και τοπική. Η ανοχή παρουσιάζεται ως μια παραχώρηση της παραδοσιακής κουλτούρας και όχι ως υιοθέτηση νέων αξιών. Μια πιο ριζική αλλαγή θα απαιτούσε ίσως μια αληθινή επανάσταση στη σκέψη και στην ηθική ζωή. Θα απαιτούσε μια νέα ερμηνεία των σχέσεων ανάμεσα στο υποκείμενο και στο λόγο, μια βαθύτερη κριτική κατανόηση των μηχανισμών με τους οποίους εσωτερικεύεται στο άτομο ο «κανόνας».
      Ο Φουκό έδειξε ότι στο δυτικό πολιτισμό το ενδιαφέρον για τη σεξουαλικότητα προσανατολίζεται κυρίως από την επιδίωξη να θεμελιωθεί ένας «επιστημονικός» λόγος, ικανός να την αναλύει, να την ελέγχει, να της υπαγορεύει κανόνες.
     Αντίθετα, στην ελληνική αρχαιότητα ή σε κοινωνίες της Ανατολής το ενδιαφέρον για τη σεξουαλικότητα εμπνέεται μάλλον από τη θέληση για την ανάπτυξή της, από την επιθυμία να γίνει πιο έντονη και πολύμορφη, να συνδεθεί πιο ουσιαστικά με την πνευματική ζωή.
      Για τους αρχαίους Έλληνες ο έρωτας ήταν προνομιακό πεδίο της συγκρότησης της υποκειμενικότητας και της «επιμέλειας του εαυτού». Σ’ αυτό το πλαίσιο η ομοφυλοφιλία ήταν μια ελεύθερη και πολιτισμικά καταξιωμένη πρακτική, αν και η ιδιαιτερότητα μιας ερωτικής επιθυμίας που απευθύνεται στο ίδιο φύλο δεν έπαψε ποτέ να γεννάει ερωτηματικά και να τροφοδοτεί τον ηθικό προβληματισμό.
     Μελετώντας την ιστορία της σεξουαλικότητας συναντάμε πολλές μορφές έρωτα, πολλούς και διαφορετικούς τρόπους έκφρασης της επιθυμίας και των αισθημάτων, μεγάλες αλλαγές στον τρόπο αξιολόγησης των ερωτικών σχέσεων και στις κοινωνικές λειτουργίες που τους αποδίδονται. Αυτός ο πλούτος, αυτή η αξία και η πολυσημία του έρωτα υποβαθμίζονται και παραμορφώνονται ανεπανόρθωτα όταν αυτός ερμηνεύεται μονοσήμαντα με βιολογικούς όρους. Ένα τέτοιο πολύ πρόσφατο παράδειγμα φαίνεται να προσφέρει η θεωρία του αμερικανού νευρολόγου Σάιμον Λιβέι για τη βιολογική προέλευση της ομοφυλοφιλίας.
     Χρησιμοποιώντας απλώς ως αφορμή τις θέσεις του Λιβέι, ο ιταλός φιλόσοφος Τζάνι Βάτιμο στο κείμενο που ακολουθεί αναφέρεται στο σύγχρονο πολιτισμικό νόημα της ομοφυλοφιλίας και αναλύει τρία υποδείγματα της ομοφυλόφιλης κουλτούρας που ενσαρκώνουν οι μορφές του Ζενέ, του Παζολίνι και του Ουάϊλντ.
     Ο Βάτιμο είναι 57 χρόνων και διδάσκει φιλοσοφία στο πανεπιστήμιο του Τορίνου.
ΘΑΝΑΣΗΣ ΓΙΑΛΚΕΤΣΗΣ
       Ο έρωτας ενάντια στη φύση
Του Τζάνι Βάτιμο.
      Θα άλλαζε τίποτα αν θα ‘πρεπε να αναγνωρίσουμε ότι οι ομοφυλόφιλοι άντρες έχουν έναν υποθάλαμο του εγκεφάλου μικρότερο από τους ετεροφυλόφιλους, με διαστάσεις που συγγενεύουν με εκείνες του γυναικείου υποθαλάμου; Ούτε οι μικρότερες διαστάσεις, ούτε η αναλογία με τον εγκέφαλο των γυναικών μοιάζουν επαρκής λόγος για να μιλήσουμε για βιολογική κατωτερότητα.
      Ο θόρυβος και οι αρνητικές αντιδράσεις της ομοφυλόφιλης κοινότητας απέναντι σ’ αυτή τη θέση (που παρουσιάζεται άλλωστε με πολλές επιφυλάξεις) του επιστήμονα της Καλιφόρνιας Σάιμον Λιβέι δικαιολογούνται ωστόσο με άλλους λόγους. Πάνω απ’ όλα με την υποψία και εγείρει κάθε απόπειρα να αναχθεί σε τόσο σκληρά νατουραλιστικούς συστατικούς όρους ένα φαινόμενο σαν την ομοφυλοφιλία.
     Η ομοφυλόφιλη κουλτούρα, και όχι μόνο αυτή, προσπάθησε πράγματι πάντα να καταρρίψει την υποτιθέμενη «φυσική» αυστηρότητα των σεξουαλικών ρόλων και προσανατολισμών, σύμφωνα με την οποία θα υπήρχε μια φυσική σεξουαλικότητα και μια, όπως έλεγε πάντα η Εκκλησία, «ενάντια στη φύση». Το να ανακαλύπτουν τώρα ότι και η ομοφυλοφιλία είναι ένα φυσικό γεγονός που προκαλείται από μια ορισμένη διαμόρφωση του εγκεφάλου, θα ήταν μια πολύ παράξενη και παράδοξη μορφή δικαιολόγησης της ομοφυλοφιλίας. Μια πολύ φτωχή παρηγοριά, κάτι σαν να ακούμε τον Λομπρόζο να λέει ότι είναι κανείς εγκληματίας γιατί έχει χαμηλό μέτωπο.
     Στην πραγματικότητα, από όλες τις πολιτιστικές θεωρητικοποιήσεις της ομοφυλοφιλίας εκείνη που αντιστέκεται στις τόσες απομυθοποιήσεις και έχει πιθανόν ένα καθολικό νόημα και για τους ετεροφυλόφιλους είναι ακριβώς η άρνηση της αυστηρής φυσικότητας των σεξουαλικών ρόλων και η απόδοση έμφασης στον ιστορικό και πολιτισμικό, επομένως και ελεύθερο, χαρακτήρα και της σεξουαλικότητας και του έρωτα.
     Σίγουρα δεν είναι καθαρά ιστορικός και πολιτισμικός ο τρόπος με τον οποίο αναπαράγεται ο άνθρωπος. Αλλά το σεξ  και ο έρωτας δεν μπορούν να υποβαθμίζονται σ’ αυτή την αναπαραγωγική λειτουργία και ο ομοφυλοφιλικός έρωτας υπήρξε πάντα το πιο σημαντικό αντι-παράδειγμα και εξαιτίας της φόρτισης συμβολικών αξιών που προκαλούσε πάντα. Αν της αφαιρούσαν και αυτή τη σημασία της μαρτυρίας ενάντια στη φύση, δηλαδή ενάντια στην υποτιθέμενη φυσική αυστηρότητα του έρωτα, το πολιτισμικό νόημα της ομοφυλοφιλίας θα μειωνόταν αισθητά.
     Η ιδεατή βιογραφία ενός ομοφυλόφιλου με μέσο επίπεδο καλλιέργειας, που ζει σήμερα σε μια ανεπτυγμένη χώρα, έχει πολλές αναλογίες μ’ εκείνη ενός επαναστάτη. Σημαδεύεται από μυθολογίες που έχουν εξαντληθεί, αν και δεν έχουν οριστικά διαλυθεί, που συνεχίζουν να ζουν στα άτομα και στη συλλογική κουλτούρα σαν ίχνη, κατάλοιπα, υπολείμματα, συστημάτων αξιών που έχουν υποστεί μια ριζική διαδικασία εκκοσμίκευσης.
     Σήμερα κανείς ομοφυλόφιλος δεν αισθάνεται πλέον ότι ταυτίζεται πλήρως με εκείνους που για μεγάλο διάστημα, διαδοχικά αλλά και ταυτόχρονα και σε πολλαπλούς συνδυασμούς, λειτούργησαν ως τα πολιτισμικά του αρχέτυπα, οι δικές του μεγάλες μορφές αναφοράς: προσωπικότητες όπως ο Ζαν Ζενέ, ο Πιέρ Πάολο Παζολίνι, ή πιο πριν ο Όσκαρ Ουάϊλντ. Αυτά τα τρία ονόματα συνοψίζουν καλά τους κύριους τρόπους ζωής και πολιτισμικής καταξίωσης της ομοφυλοφιλίας, που υπήρξαν στην πρόσφατη κουλτούρα μας.
     Ο Ζενέ εκπροσωπεί την ομοφυλοφιλία της παράβασης, ο Παζολίνι την ομοφυλοφιλία της προφητείας, ο Ουάϊλντ την ομοφυλοφιλία του αισθητισμού. Το κίνημα της ομοφυλόφιλης απελευθέρωσης που ξέσπασε μετά το 1968 και εγκαινίασε μια πρόοδο-ας ελπίσουμε αμετάστροφη-στον κοινωνικό τρόπο θεώρησης της ομοφυλοφιλίας, τροφοδοτήθηκε βασικά από αυτές τις αναφορές, προτιμώντας σίγουρα τα μοντέλα του Ζενέ και του Παζολίνι, χωρίς ωστόσο να ξεχνάει ποτέ στο βάθος το μοντέλο Ουάϊλντ.
      Το όριο ανάμεσα στην ομοφυλοφιλία αλά Ζενέ και εκείνη του Παζολίνι είναι πάρα πολύ λεπτό αλλά σημαντικό. Στην πρώτη περίπτωση, αυτό που δικαιολογεί την ομοφυλοφιλία, που την καθιστά σημαντικά ως αξία, είναι ακριβώς η αδυναμία υπαγωγής της σε κάθε θετική τάξη, το ανυπέρβλητο δυναμικό άρνησης που τη χαρακτηρίζει. Ο ομοφυλόφιλος του Ζενέ δεν θα γίνει ποτέ ένας καλός αστός, ένας οπαδός της τάξης, ένας φιλισταίος. Η σωτηρία του και η ευγένειά του βρίσκονται ακριβώς στο ότι είναι αδελφός της πόρνης, του κλέφτη, όλων των περιθωριακών.
      Και ο Παζολίνι βίωσε και θεωρητικοποίησε την ομοφυλοφιλία μ’ αυτούς τους όρους, σαν έναν τρόπο ύπαρξης που εξομοιώνει τον ομοφυλόφιλο με όλους τους απόκληρους της γης: τους νέγρους, τους εβραίους, τα θύματα της εκμετάλλευσης του Τρίτου Κόσμου. Σ’ αυτόν όμως όλα αυτά χρωματίζονται με μια προφητική ένταση. Το πρόσωπο που αναγνωρίζουμε πίσω από τις ταραγμένες φυσιογνωμίες των διαφορετικών και των διωκόμενων είναι εκείνο του Ιησού ή εκείνο του μαρξιστικού προλεταριάτου, που με τη συνθήκη της ολικής αλλοτρίωσης προεικονίζει έστω και μυστηριακά μια δυνατή μελλοντική απελευθέρωση. Μια απελευθέρωση ωστόσο ολότελα ακαθόριστη. Ο Παζολίνι σίγουρα δεν σκέφτεται ότι αυτή έγκειται σε μια ειρηνική αποδοχή των διαφορετικών στο υπάρχον κοινωνικό πλαίσιο. Ούτε φυσικά στη δημιουργία μιας ολικά ομοφυλόφιλης κοινωνίας. Ούτε και σε μια κοινωνία στην οποία η κατάργηση της καπιταλιστικής αλλοτρίωσης θα έθετε τέρμα και σε εκείνη την ψυχολογική διαστροφή που είναι η ομοφυλοφιλία. (Αυτή η τελευταία υπόθεση φαίνεται να είναι η πλέον «τερατώδης» και όμως δεν είναι τόσο μακρινή από τον «καθολικό» Παζολίνι που αισθάνεται βαθιά τη νοσταλγία του «γιου που δεν θα γίνει ποτέ πατέρας»).
      Όσο και αν είναι ακαθόριστη στα περιεχόμενά της, η προφητική ομοφυλοφιλία του Παζολίνι δείχνει και τη βαθιά συγγένειά της με την ομοφυλοφιλία του αισθητισμού, που μπορούμε να συνδέσουμε παραδειγματικά με το όνομα του Ουάϊλντ, αλλά που έχει εξαιρετικά φιλολογικά παραδείγματα και στην πιο πρόσφατη κουλτούρα.
       Εδώ βρισκόμαστε όμως ήδη στο όριο της πλήρους διάλυσης των ομοφυλόφιλων μυθολογιών. Όπως στο μοντέλο Ουάϊλντ, η ομοφυλοφιλία αποτελεί κατά κάποιον τρόπο μια «εγγύηση» ενάντια στον κίνδυνο να γίνουμε κύμβαλα αλαλάζοντα, αλλά και αυτός ο κίνδυνος θεωρείται ότι πρέπει να αποτραπεί τελικά μόνο για λόγους γούστου ή σε κάθε περίπτωση για λόγους εγκόσμιους.
     Ούτε το μοντέλο Ζενέ ούτε εκείνο του Παζολίνι ούτε ίσως το μοντέλο Ουάϊλντ (που ωστόσο αποκαλύπτεται τελικά το πιο ανθεκτικό) φαίνονται πλέον αληθινά ικανά να επικρατήσουν. Οι καταραμένοι ποιητές περιλαμβάνονται ήδη στις ανθολογίες και η ντανταϊστική αρνητικότητα πουλιέται και αγοράζεται στην αγορά της τέχνης. Η προφητική προσδοκία μιας απελευθέρωσης που θα είναι έργο των διαφορετικών και των αποκλεισμένων απαιτεί υποχρεωτικές διακηρύξεις πίστης στην ορθολογική τάξη της ιστορίας για τις οποίες λίγοι είναι διαθέσιμοι. Και ο αισθητισμός του ελληνικού έρωτα που δεν υποτάσσεται στην αναπόφευκτη πλήξη της οικογενειακής ζωής φαίνεται αληθινά πολύ λίγος.
     Να γιατί αυτό που αντιστέκεται, αν αντιστέκεται, είναι ακριβώς η δόξα να είναι κανείς «ενάντια στη φύση». Είναι μια μαρτυρία που οι ομοφυλόφιλοι καταθέτουν και για τους ετεροφυλόφιλους. Και γι’ αυτούς ισχύει το ότι όλα αυτά που η κουλτούρα, η καλλιτεχνική φαντασία και η κοινωνική επινοητικότητα δημιούργησαν γύρω από τη σεξουαλικότητα και τον ερωτισμό δεν είναι μόνο απλές εκδηλώσεις της μοναδικής αληθινής «φυσικής» σεξουαλικότητας, που θα ήταν η αναπαραγωγική σεξουαλικότητα. Αλλά είναι ακριβώς κάτι βαθιά «διαφορετικό».
Κυριακάτικη 15 Αυγούστου 1993, σ.18.
--
Σημείωση:
Όπως όλα τα πράγματα-ή τα περισσότερα-στην χώρα μας, έτσι και στο δημοσιογραφικό χώρο, μια νέα εκδοτική προσπάθεια αρχινά μετά από μια διαρκή απεργία ή μια διάσπαση των ίδιων δυνάμεων που πιστεύουν ότι θα φέρουν το καινούργιο και το ανανεωτικό. Ενώ, άλλες φορές, το ζήτημα είναι καθαρά οικονομικό ή αρχηγικό. Δηλαδή η σφραγίδα του «προέδρου» ενός σωματείου ή μιας μικρής ομάδας, ή και το ίδιον όφελος. Τα αναφέρω αυτά για να θυμίσω ότι, στα μετά την μεταπολίτευση χρόνια, μετά από μια απεργία στον έντυπο τύπο, κυκλοφόρησε η απογευματινή εφημερίδα δημοκρατικών και αριστερών θέσεων-ή κεντροαριστερών-η έγκριτη «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ». Τότε στεγάζονταν σε δρόμο πίσω από τα παλαιά ανάκτορα, στο Σύνταγμα. Το ίδιο έγινε κατόπιν και με τις εκδόσεις άλλων εφημερίδων μετά από διασπάσεις εκδοτικών σωματείων ή πολιτικών κομμάτων. Ας θυμηθούμε την έκδοση της εφημερίδας «Η ΠΡΩΤΗ», της εφημερίδας «ΠΡΙΝ» της «ΕΠΟΧΗΣ» και άλλων καθημερινών ή εβδομαδιαίων εντύπων. Η έκδοση της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ τάραξε τα εκδοτικά και δημοσιογραφικά νερά της εποχής, η εφημερίδα, ήταν μια νέα, ανανεωτική και ανεξάρτητη δημοσιογραφική φωνή μέσα σε ένα κατά κάποιο τρόπο «εκδοτικό κατεστημένο» του παραδοσιακού τύπου είτε αυτό προέρχονταν από την συντηρητική παράταξη, είτε από την κεντρώα, είτε από την καθαρά κουμμουνιστογενή ή την ανανεωτική. Βλέπε «Ριζοσπάστης», «Αυγή» «Οδηγητής», «Ρήγας Φεραίος», καθώς και άλλες «περιθωριακές» κατά κάποιον τρόπο εκδόσεις και έντυπα της «αιρετικής» αριστεράς. Οι επανεκδόσεις των παραδοσιακών εφημερίδων που είχαν απαγορευτεί από την δικτατορία ή είχαν σταματήσει μόνες τους την έκδοσή τους, άρχισαν να επανακυκλοφορούν. Όπως ήταν η έγκριτη εφημερίδα «Η Καθημερινή», η «Μεσημβρινή» της Ελένης Βλάχου, η «Βραδινή» του Τζώρτζη Αθανασιάδη, το «Έθνος», η «Αθηναϊκή» του Παπαγεωργίου και πολλές άλλες, για να μείνω στις πιο γνωστές. Ήδη κυκλοφορούσαν οι εφημερίδες του συγκροτήματος του κυρού Χρήστου Λαμπράκη «Το Βήμα» και «Τα Νέα», ο «Ελεύθερος Κόσμος» του Σάββα Κωνσταντόπουλου, μια φιλοβασιλική «Η Νέμεση», η «Εστία» των αδερφών Κύρου, η «Χριστιανική» του Νίκου Ψαρουδάκη, η «Απογευματινή», η Σαββατιάτικη «Εξόρμηση», όπως η μνήμη των χρόνων έχει συγκρατήσει. Εφημερίδες που συναντούσαμε στα μανταλάκια των περιπτέρων, αγοράζαμε και διαβάζαμε. Επίσης, κυκλοφορούσαν τα πολιτικά περιοδικά «Επίκαιρα», «Ο Ταχυδρόμος», τα αριστερού περιεχομένου «Ο Σχολιαστής», το «Αντί», «Ο Πολίτης» και άλλα. Υπήρχε ένας εκδοτικός οργασμός ιδίως, από την πλευρά της κεντροαριστεράς ή της αριστεράς σε όλη την ποικιλία των ερμηνειών της. Και αυτό ήταν φυσικό, μια και βγαίναμε από μια επτάχρονη δικτατορική περίοδο. Μέσα σε αυτήν την επαναστατική ατμόσφαιρα οφείλουμε να εντάξουμε και τη έκδοση της απογευματινής εφημερίδας και της κατοπινής κυριακάτικης «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑΣ».
     Η εφημερίδα αυτή, που την αγαπήσαμε από την πρώτη ημέρα σχεδόν της έκδοσής της, ήταν μια μικρή όαση πληροφοριών και άρθρων, κειμένων πάσης φύσης, ελληνικών και ξένων δημοσιευμάτων, πολιτικών αναλύσεων, κοινωνικών θεμάτων, ιστορικών αφηγήσεων, θεμάτων που αφορούσαν την νέα σεξουαλική ζωή των ελλήνων, τα νέα οικογενειακά ήθη που γεννιούνταν στην νέα συντηρητική ελληνική κοινωνία, άρθρα που αναφέρονταν στην οικολογία, στις διατροφικές συνήθειες, σε ιατρικές συμβουλές, σε θέματα επιστήμης και τεχνολογίας. Η Ελευθεροτυπία, έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον για θέματα της ελληνικής παιδείας, της δημόσιας εκπαίδευσης, της γλώσσας, με δημοσιεύοντας πρωτοπόρα για της εποχή της θέματα και άρθρα που προκαλούσαν συζητήσεις και αντιμαχίες μεταξύ των πνευματικών ανθρώπων. Αφιέρωνε πολλές σελίδες της σε καλλιτεχνικά ζητήματα και εκδηλώσεις, σε εγκαίνια εκθέσεων, σε θεατρικά ανεβάσματα ξένων και ελληνικών έργων, παρουσιάσεις βιβλίων,  κριτικές για νέες κυκλοφορίες, συνεντεύξεις με λογοτέχνες, ηθοποιούς, σκηνοθέτες, μουσικούς, μεταφραστές, εκδότες. Ο λογοτεχνικός χώρος, επάξια αντιπροσωπεύονταν από τις πρώτες κιόλας μέρες της έκδοσής της. Η κυκλοφορία της, στο πολιτικό επίπεδο, ήρθε να καλύψει ένα κενό της κεντροαριστεράς. Απαρτίζονταν από ένα δυναμικό δημοσιογραφικό επιτελείο νέων ανθρώπων, άτομα με καινούργιες αντιλήψεις πάνω στα κοινωνικά τότε φλέγοντα θέματα, απελευθερωμένα από παλαιές κοινωνικές προκαταλήψεις, προερχόμενα από τον χώρο της αριστεράς. Δημοσιογράφοι με ανοιχτά μυαλά, κοινωνικό οραματισμό, με σπουδές, άλλοι κουβαλούσαν μαζί τους την εμπειρία τους από την φοίτησή τους σε πανεπιστήμια του εξωτερικού. Πρόσωπα που προέρχονταν από τον αντιδικτατορικό χώρο, με πνευματικά και ιδεολογικά εφόδια, προσωπική καλλιέργεια και δημοσιογραφική κατάρτιση. Και κυρίως, εύστοχη δημοσιογραφική γραφή. Ήταν αυτό που αποκαλούσαμε «κουλτουριάρικη» πένα, χωρίς να είναι όμως ακαταλαβίστικη παρά το εύρος των ενδιαφερόντων της. Τα πολιτικά της άρθρα, όπως αυτά του δημοσιογράφου Γιώργου Βότση, του Γιώργου Μασσαβέτα και άλλων στελεχών της διαβάζονταν στην κυριολεξία απνευστί. Ο δημοσιογραφικός της λόγος είχε ταυτότητα πολιτική, κινούνταν σε ιδεολογικό ορίζοντα των ημερών της, συγκεκριμένες και ξεκάθαρες θέσεις και κρίσεις. Ήταν ανοιχτή σε όλα τα ζητήματα που αφορούσαν την κοινωνία και την πολιτική. Αν διαβάσει κανείς τις επιστολές των αναγνωστών της, θα καταλάβει αμέσως τι εννοώ. Κανενός είδους λογοκρισία. Καμία απαγόρευση σε γνώμες αναγνωστών ακόμα και αντίθετου ιδεολογικού στρατοπέδου Από τα πρώτα της σχεδόν φύλλα, συνεργάστηκαν μαζί της καταξιωμένοι ποιητές, συγγραφείς, ιστορικοί, κοινωνιολόγοι, καλλιτέχνες, εικαστικοί, δοκιμιογράφοι, σχολιαστές, άνθρωποι των γραμμάτων και των τεχνών που βρήκαν στέγη στις σελίδες της και μπορούσαν άνετα και ελεύθερα να εκφέρουν τις απόψεις τους και τις διαμαρτυρίες τους. Έλληνες διανοούμενοι, που κόμιζαν μια άλλη πνοή στα καλλιτεχνικά πράγματα της χώρας, με γνώμες και θέσεις πρωτοπόρες, ρηξικέλευθες. Άτομα που ακούγονταν για πρώτη φορά δημόσια, και έφερναν κάτι καινούργιο στα ελληνικά δημοσιογραφικά και εκδοτικά σαλόνια. Οι πληροφορίες της ήταν πάντα ακριβείς είτε αφορούσαν προβλήματα της πρωτεύουσας είτε την ελληνική περιφέρεια. Κάθε νέα έκδοση βιβλίου-ιδιωτική ή μη-παρουσιάζονταν, κάθε θεατρική παράσταση συζητιόνταν στις σελίδες της, κάθε έκθεση ζωγραφικής κριτικάρονταν. Υπήρχαν σελίδες για τον ελληνικό και ξένο κινηματογράφο, για την μαγεία του χορού, για την αρχιτεκτονική, για την γλυπτική, για την φιλοσοφία, την αρχαία ελλάδα και το βυζάντιο. Η εφημερίδα υπήρξε μια μεγάλη δεξαμενή πληροφοριών και στοιχείων πολιτισμού που καταγράφονταν διαρκώς και αποδελτιώνονταν με επιμέλεια και φροντίδα. Ο δημοσιογράφος και συγγραφέας Δημήτρης Γκιώνης αν θυμάμαι σωστά, ήταν ο διευθυντής του πολιτιστικού της τμήματος, και των διαφόρων ένθετων και αφιερωμάτων που αφορούσαν τον πολιτισμό και τα γράμματα. Αλλά και όλο το δημοσιογραφικό επιτελείο της φρόντιζε για την ενημέρωσή μας. Το περιοδικό «Ε», τα «Ιστορικά» και «Η Βιβλιοθήκη» είναι ενδεικτικά παραδείγματα της αγάπης της εφημερίδας για τον πολιτισμό και τα γράμματα. Οι συνεντεύξεις από πολιτικά πρόσωπα και καλλιτέχνες, λογοτέχνες και μουσικούς ή ανθρώπους του θεάτρου και του κινηματογράφου είναι αναρίθμητες. Με δύο λόγια, υπήρξε μια πολιτική εφημερίδα που διαβάζονταν από πολλές χιλιάδες ελληνικές οικογένειες, είχε θέση μέσα στην οικογενειακή εστία, πολιτικό προοδευτικό προσανατολισμό, χωρίς να είναι «καπελωμένος» ο δημοσιογραφικός της λόγος από καμία τότε ελληνική κομματική παράταξη. Η Ελευθεροτυπία, δεν ευτέλισε τον δημοσιογραφικό της ρόλο προσφέροντας μαζί με την εφημερίδα, ζυμαρικά, ζάχαρη, διάφορα είδη καφέδων, πετσέτες, σεντόνια, μαξιλαροθήκες, μικρές κουβέρτες, αρώματα, αλοιφές χεριών και προσώπου, καλλυντικά, και διάφορα άλλα αντικείμενα που, πρόσφεραν πολλές εφημερίδες της εποχής για να αυξήσουν την κυκλοφορία τους. Η Ελευθεροτυπία πρόσφερε αν θυμάμαι καλά μόνο κουπόνια για την αγορά βιβλίων ή εγκυκλοπαιδειών. Είχε προσφέρει μεταξύ άλλων και τους αρχαίους συγγραφείς της τότε σειράς των εκδόσεων του «Κάκτου». Στον πολιτικό χώρο, αρνητικές κρίσεις και σχόλια προκαλούσαν οι πολλές δημοσιεύσεις της των προκηρύξεων της παλαιάς τρομοκρατικής οργάνωσης, που γέμιζαν ντοσιέ ολόκληρα, παρόλα αυτά, κινούνταν μέσα σε αυτό που σήμερα αποκαλούμε «δημοκρατικό τόξο». Παροιμιώδη είναι ακόμα τα πρωτοσέλιδά της με το ποιοι τότε πολιτικοί είναι μασόνοι και ποιόν βαθμό έχουν. Και διάφορες άλλες λίστες με ονόματα πολιτικών που κατά καιρούς δημοσίευε. Η Ελευθεροτυπία, δεν έπαψε να διαβάζεται και να συζητιέται, και το κυριότερο, να συνεργάζονται μαζί της τα πλέον επαναστατικά μυαλά της ελληνικής πολιτικής δημοσιογραφίας και σχολιαστών.
     Η εφημερίδα αυτή, είναι η πρώτη μάλλον στα νεότερα χρόνια, που ασχολήθηκε ανοιχτά και απροκάλυπτα με τα θέματα της σεξουαλικότητας των ελλήνων και ιδιαίτερα της ομοφυλοφιλίας. Τα άρθρα και τα κείμενά που δημοσίευε, δεν ήταν απλά θετικά πάνω σε αυτό το ζήτημα, ήταν κάτι σπουδαιότερο, ήταν σοβαρά και επιστημονικά τεκμηριωμένα. Δεν εκχυδάιζε το πρόβλημα ο δημοσιογραφικός της λόγος και η κριτική. Οι απόψεις που δημοσιεύονταν στις σελίδες της ήταν υπέρ της ομοφυλοφιλίας σαν εκδήλωση έκφρασης και επιλογή ζωής μιας μερίδας ελλήνων, μέσα στο κλίμα των νέων καιρών, χωρίς να έρχεται σε αντιπαράθεση με την πλειοψηφούσα μερίδα των ελλήνων, των ετεροφυλόφιλων. Κάθε νέα ερωτική φωνή και άποψη μπορούσε να ακουστεί μέσα από τις σελίδες της. Δεν εξέταζε τα θέματα αυτά, δηλαδή τα ερωτικά και τα σεξουαλικά από την πλευρά της κλειδαρότρυπας, του κουτσομπολιού, του δημοσιογραφικού καρακατσουλιού όπως έκαναν άλλες εφημερίδες, με πρωτοσέλιδα και κείμενα τσοντέ και κραυγαλέους τίτλους. Ο δημοσιογραφικός της λόγος ήταν σοβαρός, μετρημένος, τεκμηριωμένος. Δεν έκραζε τους αντιπάλους της. Έπαιρνε θέση και την υποστήριζε με σθένος αλλά και δημοσιογραφικό ήθος. Ο δημοσιογραφικός της λόγος ήταν περισσότερο ερωτηματικός και διερευνητικός των κοινωνικών ζητημάτων ή των παραθέσεων των διαφορετικών απόψεων. Ήταν ο νέος δημοσιογραφικός λόγος της εποχής μας, ο αμφισβητητικός και αρνητικός κάθε κοινωνικού κατεστημένου, συντηρητικών θέσεων και κοινωνικών προκαταλήψεων που, κρατούσαν δέσμια την ελληνική κοινωνία. Ο λόγος και ο ρόλος της εφημερίδας Ελευθεροτυπίας, υπήρξε καθοριστικός και καταλυτικός στην αλλαγή της οπτικής των νεοελλήνων σε πάρα πολλούς τομείς, μετά την μεταπολίτευση.
     Το «σημειωματάριο ιδεών» του παλαιού δημοσιογράφου Θανάση Γιαλκέτση, ήταν μια σελίδα της εφημερίδας αφιερωμένη στα νέα-τότε-φιλοσοφικά και επιστημονικά και κοινωνικά θέματα και προβληματισμούς. Παρουσιάζονταν θέσεις και γνώμες ευρωπαίων διανοουμένων και φιλοσόφων, που τότε κυκλοφορούσαν στον δυτικό χώρο και συζητιούνταν ευρέως. Η σελίδα αυτή της κυριακάτικης έκδοσής της, είχε ιδιαίτερη βαρύτητα. Όπως αυτή που αναδημοσιεύω και μεταφέρει την κρίση του ιταλού φιλοσόφου Τζάνι Βάτιμο για το φαινόμενο της ομοφυλοφιλίας με αφορμή τις θέσεις του αμερικανού νευρολόγου Σάιμον Λιβέι, που τόσες αντιδράσεις προκάλεσε για τις θέσεις του και τα κλινικά του πειράματα, για την δικαιολόγησή της. Ο Βάτιμο, παίρνει ενδεικτικά τρείς κορυφαίες περιπτώσεις των δυτικό ευρωπαϊκών γραμμάτων και του πολιτισμού, τρείς δημιουργούς, τον γάλλο αιρετικό συγγραφέα Jean Genet, τον ιταλό καθολικό και μαρξιστή ποιητή, μυθιστοριογράφο, σκηνοθέτη και σεναριογράφο Pier Paolo Pasolini, και τον εκκεντρικό και δανδή ιρλανδό μυθιστοριογράφο, ποιητή και θεατρικό συγγραφέα Oscar Wilde, και εξετάζει τις τρείς διαφορετικές περιπτώσεις της ομοφυλόφιλης έκφρασης και παράδοσης. Είναι εύστοχο αυτό που επισημαίνει για να στηρίξει τις θέσεις του, όταν γράφει ότι «ο Ζενέ εκπροσωπεί την ομοφυλοφιλία της παράβασης, ο Παζολίνι την ομοφυλοφιλία της προφητείας, ο Ουάϊλντ του αισθητισμού». Γιατί με τον τρόπο αυτόν αναγάγει το ζήτημα σε ένα πολιτισμικό επίπεδο και το βγάζει από το καθαρά βιολογικό. Οι απόψεις του ιταλού φιλοσόφου, δίνουν μια άλλη ερμηνευτική διάσταση στο πανάρχαιο αυτό πρόβλημα και στην προσπάθεια ένταξής του από τους ιθύνοντες, ανάλογα την θρησκευτική πίστη που έχει ο ερευνητής, (οι διάφορες θρησκευτικές δοξασίες στέκονται αρνητικά απέναντι στο φαινόμενο, μια και θεωρούν την ερωτική συνεύρεση επιτρεπτή μόνο για αναπαραγωγικούς σκοπούς). την πολιτική ιδεολογία που ακολουθεί, (ο μαρξισμός τουλάχιστον όπως εφαρμόστηκε στην ανατολική ευρώπη ήταν αρνητικός απέναντί της), και το ευρύτερο πλαίσιο εκπαιδευτικής κουλτούρας που κουβαλά μαζί του, σε ένα ευρύτερο πεδίο έρευνας και κατανόησής του, πέρα από την αρνητική ή την θετική θέση σε προσωπικό επίπεδο μπορεί να έχει ο ερευνητής. Το ζήτημα αυτό σύμφωνα με τον αμερικανό Κίνσευ και την έρευνά του, αφορά το 10% του ανδρικού ενεργού πληθυσμού. Η βιολογία μας  μιλά για 47 φύλα εννοώ για συνδυασμούς χρωματοσωμάτων, ο εθνολόγος Μαλινόφσκι κάνει λόγο για τα είδη εκείνα του ζωικού βασιλείου που συναντάμε το φαινόμενο. Άλλοι εθνολόγοι μιλούν για πρωτόγονες φυλές που συναντάτε το φαινόμενο της ομοφυλοφιλίας ή σε πολεμικές φυλές κυρίως. Όπως και νάχει, το ερωτικό αυτό φαινόμενο είναι τόσο πανάρχαιο όσο και η συνειδητοποίηση της ανθρώπινης σεξουαλικότητας. Η ελληνική παράδοση και γραμματεία στο πολιτιστικό επίπεδο μας έχει κληροδοτήσει πάμπολλα τεκμήρια εκδήλωσης της ομοερωτικής έκφρασης και επιθυμίας.
Οι άγγλοι, λένε κάτι πολύ σωστό Live and let live. Συνεχίζοντας την αρχαία ποιητική παράδοση των ελλήνων όπως εκφράστηκε με τον στίχο της ποιήτριας Σαπφώς, Εγώ δε κην’ όττω τις έραται.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 4 Δεκεμβρίου 2018
ΥΓ. Αγία μου Βαρβάρα σε ευχαριστώ, έκανες το θαύμα σου και πάλι. Ο καλύτερος έλληνας πρωθυπουργός όλων των εποχών, όταν χάσει την εξουσία, δεν θα μείνει άνεργος θα γίνει τυροκόμος. Τώρα μας ανεβάζει την φορολογία, μετά θα μας ανεβάζει τη χοληστερίνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου