Παρασκευή 17 Αυγούστου 2018

ΕΣΠΕΡΙΝΑ


ΕΣΠΕΡΙΝΑ
Γιώργος Θ. Καρατζάς
ΕΣΠΕΡΙΝΑ, Πειραιάς 1940, σελίδες 14
Τυπώθηκε στο τυπογραφείο Ηλία Ν. Σουρή σε 300 αντίτυπα
(16, 5Χ 23)
     Η ισχνή και μοναδική ποιητική συλλογή-σχεδόν ένα δεκαεξασέλιδο- του Πειραιώτη ποιητή Γιώργου Θ. Καρατζά, (Πειραιάς 1912-Μαρούσι 7/1/1948) ήρθε στα χέρια μου μέσω φωτοτυπιών από το πρωτότυπο βιβλίο που είχε στην κατοχή του ο κυρός Γιάννης Ε. Χατζημανωλάκης. Αναφέρθηκα σε αυτό σε προηγούμενο σημείωμα, παραθέτοντας και αντιγράφοντας στην ιστοσελίδα μου τα κριτικά κείμενα και τις πληροφορίες που συγκέντρωσα για τον ολιγογράφο πειραιώτη δημιουργό. Με την συγκέντρωση και δημοσίευση των ελάχιστων στοιχείων που έχουμε για τον ποιητή, ο ενδιαφερόμενος αναγνώστης για τα ποιητικά πράγματα της πόλης τον προηγούμενο αιώνα, να έχει μια μικρή μαγιά πληροφοριών για τον ποιητή. Εδώ δίνω τα στοιχεία της συλλογής και την αντιγράφω, καθώς και ορισμένα ακόμα στοιχεία.
     Ο Γιώργος Θ. Καρατζάς, υπήρξε ένας ελάσσων λυρικός ποιητής του μεσοπολέμου. Οι ειδικοί τον κατατάσσουν στους νεορομαντικούς ή τους πρώιμους νεοσυμβολιστές. Υπήρξε προσωπικός φίλος του ποιητή και κριτικού Τέλλου Άγρα και αρκετά αγαπητός στους πειραιώτες ποιητές και λογοτέχνες της εποχής του και μεταγενέστερα. Το 1919 αναγνωρίζουμε το όνομά του στο γνωστό περιοδικό «Ο Νουμάς» τχ. 621/2-3-1919, σε Μανιφέστο Διαμαρτυρίας μαζί με άλλους ποιητές, λογοτέχνες και καλλιτέχνες της πρωτεύουσας που φέρει ημερομηνία 25/2/1919. Αυτό είναι λιγάκι παρακινδυνευμένο(;) αν αναλογιστούμε ότι σαν ημερομηνία γέννησης του Καρατζά φέρεται το 1912. Δεν κατόρθωσα να βρω πληροφορίες για τον ίδιο την χρονιά αυτή από άλλες πηγές. Εκτός, αν αναφέρεται το όνομά του εκ παραδρομής ή είναι άλλο πρόσωπο με αυτό το όνομα.
Τα ποιητικά του ίχνη τα συναντάμε πολύ νωρίς σε γνωστά λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του, με πρώτο το πειραϊκό περιοδικό «Ρυθμός» (1932) όπου πρωτοδημοσιεύονται ποιήματά του. Βλέπε «ΡΥΘΜΟΣ» τχ. 1/9,1932, σ.3-, τα ποιήματα «Φυγή» γραμμένο στο Παρίσι 1931 και «Της αδελφής μου». Το πειραιώτικο αυτό περιοδικό «ΟΡΓΑΝΟ ΤΩΝ ΝΕΩΝ» ανοίγει τις σελίδες του με τα δύο ποιήματα του Γιώργου Καρατζά και αυτό κάτι σημαίνει, αν σκεφτούμε ότι ο ποιητής που θεωρείται ως το αντιπροσωπευτικότερο όνομα του Πειραιά, είναι ο Λάμπρος Πορφύρας, ενώ δεν αγνοούνται και τα ονόματα του δημοσιογράφου Νίκου Χαντζάρα, του Παύλου Νιρβάνα και άλλων πειραιωτών δημιουργών του μεσοπολέμου. Πέντε χρόνια αργότερα τον βλέπουμε να δημοσιεύει σε τεύχη του περιοδικού «Νέα Εστία» τχ. 247/1-4-1937, σ.523 «Θα λυώνει ο ήλιος», τχ.251/1-6-1937, σ. 817, «Αμάραντα λουλούδια» και τχ. 255/1-8-1937, σ.1147 «Αβίαστη βροχή». Επίσης, το ποίημά του «Μάνα» δημοσιεύεται στο γνωστό αριστερό περιοδικό «Επιθεώρηση Τέχνης» τχ. 10/10,1955, σ.288. Ενδεικτικά αναφέρω ότι ποιήματά του συναντάμε στο περιοδικό «Πλάτων» τχ.;/ 11,12,1955, σ.2 («ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ»), το ίδιο και στο τεύχος 15/7,8,9,1958, σ.12, στον τόμο 15/1958 της «Φιλολογικής Πρωτοχρονιάς» σ.257 το ποίημα «Φθινοπωρινά μηνύματα», στο «Λεύκωμα Πειραιώς 1960» του Γεωργίου Δρόσου, «Χωρισμός», «Αμάραντα λουλούδια» σ. 67, στα «Πειραϊκά Γράμματα» του 1940 στο τεύχος αφιερωμένο στην Πειραϊκή Λογοτεχνία κ. ά. (Τα «Πειραϊκά Γράμματα» υπάρχουν στην Γεννάδειο Βιβλιοθήκη). Σποραδικά συναντάμε το όνομά του στα διάφορα «Λευκώματα» του Πειραιά, πχ. βλέπε το Λεύκωμα Πανίτσα σ.149 κλπ. Και, πολλές αναδημοσιεύσεις ποιημάτων του στον τοπικό τύπο.
Εννέα ποιητικές ανθολογίες, από τον Ηρακλή Ν. Αποστολίδη έως των Θανάση Α. Καστανιώτη-Θανάση Θ. Νιάρχο περιλαμβάνουν ποιήματά του.:
1. Ηρακλής Ν. Αποστολίδης, Ανθολογία (1708-1959) 8η έκδοση εκδ. Εστία 1963, σ.292, 842. «Φθινοπωρινά μηνύματα». (το ποίημα ερανίζεται από την «Νέα Εστία» του 1937)
2. Ρένος Η. Αποστολίδης, Ανθολογία της Νεοελληνικής Γραμματείας-Η Ποίηση. Λόγια και Δημοτική Ποίηση από τον Μεσαίωνα ως τις μέρες μας, Α΄/1933, 10η έκδοση, τόμος Α΄, έκδοση Τα Νέα Ελληνικά 1970-1971, σ.525. «Φθινοπωρινά μηνύματα». (επαναλαμβάνει το ποίημα του Η. Ν. Α.)
3. Μανόλης Αναγνωστάκης, Η Χαμηλή Φωνή-Τα λυρικά μιάς περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς (μια προσωπική ανθολογία του Μ. Α.), εκδόσεις Νεφέλη 1990, σ.213-216. «Στερνό», «Φθινοπωρινά μηνύματα», «Ένα κορίτσι παίζει πιάνο».
4. Γιάννης Κορίδης, Ποιητική Ανθολογία (1930-1965), εκδόσεις Ιωλκός 1965, σ.154. «Χωρισμός», «Ένα κορίτσι παίζει πιάνο»
5. Ευάγγελος Η. Πεντέας, Μεγάλη Σχολική Ανθολογία, 200 νέα ποιήματα. Α΄ έκδοση (1958), Β΄ έκδοση, εκδόσεις Χ. Ι. Καγιάφα 1966, σ.407. «Πρωτομαγιά».
6. Μιχάλης Περάνθης, Μεγάλη Ελληνική Ανθολογία της Ποιήσεως. (Από την Άλωση ως σήμερα), 7η έκδοση, τόμος Γ΄, Αθήνα χ.χ., σ.435. «Ένα κορίτσι παίζει πιάνο». Ο Μιχάλης Περάνθης γράφει ότι πέθανε στο Μαρούσι.
7. Μιχάλης Περάνθης, Μεγάλη Ελληνική Ποιητική Ανθολογία, τόμος 2ος (1900-1954), εκδόσεις Εκδοτικός οίκος Πέτρου Δημητράκου 1954, σ.670-672. «Φθινοπωρινά μηνύματα», «Χωρισμός», «Ένα κορίτσι παίζει πιάνο», «Φυγή».
8. Κώστας Στεργιόπουλος: επιμέλεια, Η Ελληνική Ποίηση. Ανθολογία-Γραμματολογία. Η Ανανεωμένη παράδοση, τόμος Γ΄, εκδόσεις Σοκόλη 1990, σ.569. «Φθινοπωρινά μηνύματα»
9. Θανάσης Α. Καστανιώτης-Θανάσης  Θ. Νιάρχος, Τα ωραιότερα ποιήματα για τη μάνα, εκδόσεις Καστανιώτη 1997, σ.130, 227. «Μάνα»
 Γιαυτό δεν μας προξενεί έκπληξη ότι ο ποιητής Μανόλης Αναγνωστάκης, στην προσωπική του ανθολογία «Η Χαμηλή Φωνή» Τα λυρικά μιάς περασμένης εποχής στους παλιούς ρυθμούς (μια προσωπική ανθολογία του Μ. Α.) εκδόσεις Νεφέλη 1990, σ.213- τον ανθολογεί με τρία ποιήματα: «Στερνό», «Φθινοπωρινά μηνύματα», «Ένα κορίτσι παίζει πιάνο».  Οφείλουμε να μην παραβλέψουμε την ανθολόγηση αυτή των ποιημάτων του πειραιώτη ποιητή από τον Μανόλη Αναγνωστάκη, αν σκεφτούμε ότι στους 32 ποιητές που ανθολογούνται υπάρχουν και οι εξής ακόμα ποιητές που προέρχονται από τον Πειραιά. Ο Λάμπρος Πορφύρας (3 ποιήματα), ο Γιώργος Σταυρόπουλος (1 ποίημα), ο Νίκος Καββαδίας (4 ποιήματα) και ο Καίσαρ Εμμανουήλ (3 ποιήματα). Σε αυτούς μπορούμε να συναριθμήσουμε και εκείνους που συνδέθηκαν με την πόλη μας όπως ο Μήτσος Παπανικολάου (3 ποιήματα) και ο Ρώμος Φιλύρας (10 ποιήματα). Από τους ως άνω ο Πορφύρας έχει φύγει από την ζωή το 1932, ο Φιλύρας το 1942 έξι χρόνια πριν τον Καρατζά, ο Παπανικολάου τρία χρόνια μετά την έκδοση των «Εσπερινών», το 1943 και οι υπόλοιποι αρκετές δεκαετίες αργότερα. Σταυρόπουλος 1969, Καίσαρ Εμμανουήλ 1970 και Καββαδίας 1975. Συμπληρωματικά σημειώνουμε ότι, ο σημαντικός ποιητής και φίλος του Τέλλου Άγρα, του υδραίου Μήτσου Παπανικολάου και του Ναπολέοντα Λαπαθιώτη, ο πειραιώτης Νίκος Ι. Χαντζάρας φεύγει από την ζωή στις 2 Ιουνίου 1949. Η δε συλλογή του «Ειδύλλια» εκδόθηκε από τα «Μουσικά Χρονικά» το 1931. Περιέργως πως, ο «ψηλός» της ποίησης δεν το συμπεριλαμβάνει στην «Χαμηλή Φωνή» του. Ο ποιητής, ανθολόγος και καθηγητής πανεπιστημίου Κώστας Στεργιόπουλος, στην γνωστή Ανθολογία Γραμματολογία-«Η Ελληνική ποίηση», Η Ανανεωμένη παράδοση, των εκδόσεων Σοκόλη 1990, τόμος Γ΄, σ.569 ανθολογεί τον Καρατζά με το ποίημα «Φθινοπωρινά μηνύματα». Μια ποιητική μονάδα του Γιώργου Καρατζά που θεωρείται από τις δυνατότερές του και πλέον αντιπροσωπευτικές του. Ορισμένα ανθολογούμενα ποιήματα δεν περιέχονται στην συλλογή του «Εσπερινά». Οι δύο αυτές ανθολογήσεις που προέρχονται εκτός του Πειραϊκού χώρου δίπλα σε αναγνωρίσιμους ποιητές της εποχής του, καθώς και οι αναφορές στο έργο του από εγνωσμένους κριτικούς της λογοτεχνίας όπως είναι ο Αλέξης Ζήρας και ο ιστορικός της λογοτεχνίας και κριτικός Αλέξανδρος Αργυρίου, μας δηλώνουν την σημασία που έδωσαν άλλοι ομότεχνοί του και γραμματολόγοι στην ποιητική του παρουσία. Τα ίχνη του δεν έσβησαν παρά την μία και μόνη συλλογή που εξέδωσε.
Ο ανθολόγος Μιχάλης Περάνθης στον πρόλογο της ανθολογίας του εκδόσεις Π. Δημητράκου 1954 αναφέρει τα εξής:
 «Ο Γιώργος Καρατζάς γεννήθηκε στον Πειραιά το 1912 και πέθανε στο Μαρούσι στις 7 Ιανουαρίου 1948. Σπούδασε νομικά στο αθηναϊκό Πανεπιστήμιο και το 1940 τύπωσε το μοναδικό του βιβλίο, μια λιγοσέλιδη πλακέτα με τον τίτλον «Εσπερινά».
     Δεν γράφτηκε ποτέ τίποτε για το βιβλίο του κι ο ίδιος πέρασε αθόρυβα και σιωπηλά. Έζησε μια νεότητα σπαταλημένη σε πίκρες και όνειρα, άρρωστος τον περισσότερο καιρό, αντλώντας μες από το άλγος της μοναξιάς κα την ευαισθησία της εσωτερικότητάς του τις αφορμές των στίχων του. Δεν είναι πολλά τα ποιήματά του. Διαποτίζονται όμως από μιάν ευσυγκίνητη οδύνη από τη μυστική εγκαρτέρηση μπροστά στις ηθελημένες απαγορεύσεις της ζωής, και συντηρούν την ευγένεια, τη σεμνότητα, την τρυφεράδα και τον φθινοπωρινό λυρισμό της νεώτερης ποιητικής παράδοσης, εκείνης που ξεκινάει από το παράδειγμα και την εποχή του Τέλλου Άγρα.
     Ένα μεστό νεκρολόγιο άρθρο αφιέρωσε στον Γ. Καρατζά ο Α. Ανδρεόπουλος, στη «Νέα Εστία» του 1948.».
      Σε παλαιότερες συνομιλίες μου τόσο με τον ποιητή και κριτικό Στέλιο Γεράνη, όσο και με τον Γιάννη Χατζημανωλάκη αλλά και άλλους πειραιώτες συγγραφείς, όπως ο ποιητής Αντώνης Ζαρίφης και ο Χρήστος Αδαμόπουλος μου ανέφεραν το όνομά του, σαν έναν από τους αξιόλογους εκπροσώπους της πειραϊκής ποιητικής γενιάς του μεσοπολέμου. Αυτό με ερέθισε και με έκανε να αναζητήσω την ποιητική του συλλογή και να την διαβάσω. Γνώριζα φυσικά τα κατά καιρούς δημοσιεύματα που είχαν γραφεί για αυτόν καθώς και σκόρπιες πληροφορίες και αναφορές που συναντούσα σε εφημερίδες του Πειραιά ή περιοδικά. Ο Γιώργος Θ. Καρατζάς μνημονεύονταν εκτός και εντός κυρίως του Πειραϊκού χώρου. Ο ταλαιπωρημένος στην ζωή του και αδικημένος από την Μοίρα αυτός λυρικός ποιητής, είχε κατορθώσει με την μία και μοναδική του συλλογή «ΕΣΠΕΡΙΝΑ» 1940 να διαβεί τα κράσπεδα της λογοτεχνικής αθανασίας και το όνομά του να παραμένει ζωντανό στις μνήμες των σύγχρονων γενεών των πειραιωτών δημιουργών.
Τα στοιχεία που αναγράφονται στην συλλογή είναι ελάχιστα και συγκεκριμένα. Τα «ΕΣΠΕΡΙΝΑ» περιλαμβάνουν τα εξής ποιήματα:
Προηγούνται δύο ποιήματα
ΦΥΓΗ (αφιερωμένο στη μητέρα μου)
ΣΤΗΝ ΑΔΕΡΦΗ ΜΟΥ
Ακολουθεί ο τίτλος
ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ ΣΤΗΝ ΑΜΜΟ
ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΑΙΖΕΙ ΠΙΑΝΟ
ΠΡΩΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
ΧΩΡΙΣΜΟΣ
ΑΜΑΡΑΝΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ
ΣΤΕΡΝΟ
Σύνολο δέκα ποιήματα.
ΦΥΓΗ
         Στη μητέρα μου
Τ’ αγνώστου εγίναμε εραστές και κάποιο βράδι εφύγαμε,
μ’ όσα μπορούσεν όνειρα η φαντασία να κλείσει’
χωρίς από τα μάτια μας κάν δάκρυ να κυλίσει,
την ευτυχία γυρεύοντας σε τόπο ξένο επήγαμε.

Τη θαλπωρή του πατρικού σπιτιού μας τη νομίσαμε,
σά μιάν ιδέα ταπεινή αμόρφωτων παιδιών
και τη γαλήνη της ψυχής ελάττωμα κοινόν,
πού για να τ’ αποχτήσουμε καθόλου δεν φροντίσαμε.

Το γαλανόν ορίζοντα του τόπου μας αλλάξαμε,
με, σά μοναστηριού, ψηλούς τοίχους μαύρων σπιτιών.
Τώρα πιά μακρινή ηχώ τα γέλια των παιδιών
και τίποτα δεν ωφελεί, μετανοιωμένοι, αν κλάψουμε…

Κάτι, πού χρόνια εχτίζαμε, για μια στιγμή εγκρεμίσαμε,
κι’ εφύγαμε, χωρίς κι’ εμείς να ξέρουμε γιατί.
Τον ήλιο, που μας φώτιζε σαν είμασταν μικροί,
μ’ ένα λαμπιόνι ηλεχτρικό τον αντικαταστήσαμε.
--
ΣΤΗΝ ΑΔΕΡΦΗ ΜΟΥ
Βρήκα το μαξιλάρι μου νωπό απ’ τα δάκρυά σου,
Σύννεφα της απόγνωσης πού έχυσαν, αδερφή.
Ό,τι έμεινε απ’ τα παληά, παιδιάτικα όνειρά σου,
ήρθες, κρυφά, σε νοτερή να πεις μια προσευχή.

Το δείλι ήρθες στην κάμαρα να κλάψεις μοναχή,
και ναύρεις ανακούφιση, μικρή αποτυχημένη.
Κάποιαν αγάπη παιδική να κείτεται, αδερφή,
πάνω στο μαξιλάρι μου βρήκα, χτές, πεθαμένη.
--
ΕΝΑ ΚΟΡΙΤΣΙ ΠΑΙΖΕΙ ΠΙΑΝΟ
Αγωνία στα δάχτυλα κρυφή’
δέρνεται η ψυχή μέσα στη νότα,
στην πικρή πού την κρατάει στροφή
πέρα απ’ τα λουλούδια και τα φώτα.

Τα μαλλιά, πού μάταια θ’ αγαπήσω,
μ’ αντηλιές τα ράντισες ξανθές,
τ’ άταχτα μαλλιά, ριγμένα πίσω,
δαχτυλίδια πλέκουν και στροφές.

Μιάν εξομολόγηση, που αργεί,
στών ματιών σου χάθηκε την πάχνη’
στο ταξίδι τους την πήραν πελαργοί,
μά η καρδιά την άνοιξη θα ψάχνει.

Τέτοια μελετώ, ως με τυραννά,
η γλυκειά μορφή σου κι’ αρμονία’
κι’ είναι το τραγούδι σου τα δειλινά
όλο πίκρια και μελαγχολία.
--
ΠΡΩΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
Σήμερα, τον ύπνο δεν ορίζει,
ούτε και το χέρι που αταχτεί.
Όσο προσπαθεί, τόσο να τρίζει
βάλθηκε τ’ αχάριστο χαρτί.

Του μεσημεριού ώρα κλεφτή.
Δίπλα στο κρεββάτι, στο τραπέζι,
την παιδεύει ο φόβος και η γραφή
-και στα βήματα η καρδιά της παίζει.

Πόσην έγνοια πρώτη και χαρά
στάθηκε στην άκρη στο κοντύλι!
-κι’ είναι η λέξη, πού δε μαρτυρά,
όλος ο καημός πούχουν τα χείλη.

Κάθε σκέψη, η αγάπη της-πολλή-
σ’ ένα ροδοπέταλο έχει κλείσει
-στ’ αδοκίμαστο, ως προχτές, φιλί.
Τέτοια χάρη πώς να μαρτυρήσει;
--
ΧΩΡΙΣΜΟΣ
Παιδεύεται να φύγει το μαντήλι,
πού το σκληρό το χέρι τυραννεί.
-Για μιάν επιστροφή η καρδιά πονεί
και το φιλί, νωπό, τρέμει στα χείλη.

Τη θέρμη του το χέρι σπαταλά,
καθώς σπαράζει μέσα στη γαλήνη.
-Πόσο το δάκρυ θάταν καλωσύνη,
τα μάτια σά δε βάφτιζε θολά.

Σημάδι μόνο, χωρισμοί βουβοί,
στο δειλινό να γράφουν μάταιο τόξο.
-Τη σκέψη «ποτέ πειά» νάταν να διώξω,
και τα νερά απ’ τα μάτια σου, ακριβή.
--
ΑΜΑΡΑΝΤΑ ΛΟΥΛΟΥΔΙΑ
Αμάραντα λουλούδια, αγάπης ώρες,
φυλάω εντός μου σε λαμπρά δοχεία.
-Κάποια μεσημεριάτικη ευτυχία
κι’ ώρες ωραίες των δειλινών πυρφόρες.

Αμάραντα λουλούδια. Άρωμα όχι.
Μάταιη προσπάθεια κάνω να μαντέψω.
-Πώς τόλμησα μια αγάπη να πιστέψω
στο πρώϊμο τ’ Αυγούστου πρωτοβρόχι;

Αμάραντα λουλούδια, μόνη λύση
κι’ αντάλλαγμα στον έρωτα που αφίνεις.
-Όμως, το Μάρτη, πώς να τα συγκρίνεις
με τ’ άσπρο, πρώτο ρόδο, πού θα ανθίσει;
--
ΑΦΙΕΡΩΜΑ
Μπρός στην κλεισμένη της αγάπης θύρα,
κάτι ακριβό, το χάδι σου, κρατώ.
-Κι’ απόψε, έχω στο στόμα το κλειστό
την πίκρα ενός φιλιού και την αρμύρα.
--
ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ
Θα λυώνει ο ήλιος τα μολύβια των νερών
και θα ξανθαίνει το γαλάζιο της θαλάσσης
και στη λαμπρή ευτυχία των ουρανών
πίκρα, την περσινή χαρά, θα δοκιμάσεις.

Στ’ αυτί τα ίδια τα λόγια θα γυρνάν,
στους λαβυρίνθους των εβένινων βοστρύχων,
-πλήθος ωραίων πεζών λόγων και στίχων-
πού τη φευγάτη αγάπη θα ζητάν.

Φέτος, πόθος το τέλος τέτοιων ημερών,
παίρνουν την ευτυχία οι αύρες στα πελάγη.
Πώς ναύρεις ομμορφιά στο γιαλό μ’ άδειο πλάγι;
Των τρυφερών καινούργιο κάλεσμα στιγμών…

Το φιλί μου καημός στών χειλιών τα βελούδια.
Καπνός οι επιθυμίες θα παν στον ουρανό,
πού θα σου στείλει, στ’ ανοιξιάτικο πρωϊνό,
τα δάκρυά μου απάνω στα λουλούδια.
--
ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΑ ΜΗΝΥΜΑΤΑ
Η ηρεμία τ’ απόβροχου έχει μείνει
στη στάλα ενός κλαδιού’ κι η ανατριχίλα
συλλογισμούς για το χειμώνα δίνει.
Φεύγουν με το νοτιά τα ξερά φύλλα.

Μέρες του Οχτώβρη, εδώ, στην εξοχή,
τραγούδια στα νερά, χρώμα στα δάση
και μόνη ανησυχία, με τη βροχή,
η ιδέα του χωρισμού μην ωριμάσει.

κι’ έτσι τ’ αχνάρια της επιστροφής
στις ριγηλές μήπως χαθούν εσπέρες…
Έρχονται, τώρα, οι ώρες της σιωπής
και τ’ άσπρα, μικρά σύννεφα φοβέρες.

Μά η θαλπωρή, φθινόπωρο, ας κρατήσει
κ’ η πρώτη, βιαστική, κρουστή σταγόνα
τόσο, πού η καρδιά να συνηθίσει
για τα κρύα βράδια του χειμώνα.
--
ΣΤΕΡΝΟ
Τώρα, τι η καρδιά να περιμένει
και το βλέμμα στέλνει να ρωτά
στις γωνιές και του δρόμου τ’ ανοιχτά
κι’ όλο νάρχεται και να πηγαίνει;

Να ψάχνει, να ρωτά και μια να σφάλλει.
(Κάποια, πώς θάσαι σύ, στα θαλασσιά.
Με τη δικιά σου την κορμοστασιά,
από μακρυά, να σε μπερδεύει μ’ άλλη.)

Ακόμα μια, προσμονής, μέρα χαμένη.
Πουλί κυνηγημένο απ’ τα παιδιά.
Να πέφτει, δίχως έλεος, στη καρδιά,
ο ίσκιος που στο δρόμο κατεβαίνει.

Του τελευταίου σύννεφου τ’ ασήμι
τώπιε, σε μαύρο κύπελλο, η βραδιά.
Στην κάμαρα η ατμόσφαιρα βαρειά
κι’ όλα τα γύρω φιλημάτων μνήμη.

Σημείωση:
     Αυτά είναι τα ποιήματα που περιλαμβάνει η μικρή συλλογή «ΕΣΠΕΡΙΝΑ» του κακότυχου στη ζωή ποιητή Γιώργου Θ. Καρατζά. Δεν θέλησα να διορθώσω τα ορθογραφικά λάθη της συλλογής, ακόμα και αυτά που διαισθανόμουν ότι είναι τυπογραφικά, γιατί θέλω να δώσω το στίγμα της γραφής και της ζωής του ποιητή στην εποχή του. Και η ζωή όπως και η τέχνη δεν είναι αλάνθαστη ούτε χωρίς αντιξοότητες. Τα ορθογραφικά λάθη μας δείχνουν κατά την γνώμη μου πάντα, το πώς αντιλαμβάνονταν οι άνθρωποι και οι ίδιοι οι δημιουργοί, οι τυπογράφοι και οι εκδότες, οι διευθυντές των περιοδικών το ζήτημα της τέχνης. Το τι θέλουν να μας πουν τα ποιήματα αυτά για μένα έχει σημασία, το τι εκφράζει η κυκλοφορία μιας μικρής συλλογής, τι μας δηλώνουν οι ελάχιστοι αυτοί στίχοι. Ο ποιητικός λόγος, ο πεζογραφικός, ο δοκιμιακός κλπ., των συγγραφέων αυτής της εποχής έχει να μας πει τίποτα σήμερα; Μπορεί να συγκινήσει έναν νέο ποιητή στις μέρες μας ο λόγος του Γιώργου Θ. Καρατζά; Ή περνά απαρατήρητος; Αναγνωρίζουμε την ορθογραφία των λέξεων μιας άλλης εποχής και πως αυτή εξελίσσεται μέσα στον χρόνο μέσα στην ποίηση του πειραιώτη ποιητή; Σε μια τυπωμένη έκδοση και κυκλοφορία σίγουρα θα είχαν άλλη επιμέλεια τα ποιήματα αυτά. Θα υπήρχε εκδοτικό ενδιαφέρον για μια νέα επανέκδοσή τους; ή απλώς είναι μια άκαιρη ενασχόληση κάποιου πειραιώτη για πρόσωπα και έργα του προηγούμενου αιώνα;
Μάλλον παλαιομοδίτικη η ποίηση του Γιώργου Θ. Καρατζά, προέρχεται από το κλίμα ενός άλλου κόσμου και μιας διαφορετικής αντίληψης των προβλημάτων της ζωής. Το ότι έφυγε από την ζωή νεότατος λειτούργησε θετικά ή αρνητικά στην μετέπειτα ποιητική του δημιουργία; Ποια ήταν ποιητικά του πρότυπά θα μπορούσαμε να αναρωτηθούμε; Στο ποίημά του «Χωρισμός» υπάρχει η φράση του «ποτέ πειά» που παραπέμπει στο γνωστό ποίημα του αμερικανού ποιητή Έντγκαρ Άλλα Πόε, το «Κοράκι». Προέρχεται από διαβάσματά του ή είναι τυχαία; Η μικρή διαμονή του στο Παρίσι την πόλη του φωτός του έδωσε την δυνατότητα να διαβάσει ή να γνωρίσει γάλλους ποιητές της εποχής του ή όχι; Γιατί αυτό δεν φαίνεται μέσα στα ελάχιστα ποιήματά του. Σε αντίθεση με άλλους ποιητές του μεσοπολέμου βλέπε Ορέστης Λάσκος, Κώστας Ουράνης και τους λεγόμενους κοσμοπολίτες έλληνες ποιητές. Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα της παρακμής του μεσοπολέμου, έτσι όπως τόσο χαρακτηριστικά και σημαντικά μας την σχολίασε σε άρθρα του ο πρόσφατα σχετικά εκλιπών Κώστας Βεργόπουλος, δες τα κείμενά του: Καρυωτάκης, Άγρας, Καβάφης, Σεφέρης, «Το «ΠΝΕΥΜΑ ΤΗΣ ΠΑΡΑΚΜΗΣ» στην Ιδεολογία του Μεσοπολέμου, εφημερίδα «ΤΑ ΝΕΑ» 30 και 31 Ιανουαρίου 1979, επηρέασε καθόλου τον ποιητή, ή στάθηκε μόνο στα προσωπικά του αδιέξοδα, που δεν ήταν και λίγα, και τελικά τον οδήγησαν στην πρόωρη απώλειά του; Ποια ήταν τα ποιητικά του κριτήρια αν είχε, η μοναδική του φυσιογνωμία που αναγνωρίζουμε στα ποιήματά του, είναι το χαμένο και ανεκπλήρωτο ερωτικό του συναίσθημα; Πάντως η γλώσσα του, δεν έχει στοιχεία καθαρεύουσας και αυτό λέει νομίζω κάτι. Ένας ποιητικός λόγος νεορομαντικός που εκφράζει τις τραυματικές εμπειρίες της ζωής του Γιώργου Θ. Καρατζά είναι η συλλογή αυτή. Και ίσως, τα κείμενα που παρέθεσα στο προηγούμενο σημείωμα για το έργο του που δημοσιεύτηκαν σε λογοτεχνικά περιοδικά της εποχής του, αλλά και αυτά που γράφτηκαν μεταγενέστερα, από πειραιώτες και μη συγγραφείς, να μας υπενθυμίζουν μάλλον την τραγική περίπτωση ενός ατόμου παρά την συνεισφορά του στα ποιητικά πράγματα. Ο χαρακτήρας του ποιητικού του λόγου είναι τόσο άρρηκτα συνδεδεμένος με τον βίο του, που, το ελάχιστο των ποιημάτων του, δεν μας αφήνει περιθώρια για να προβούμε σε άλλους λογοτεχνικούς και ποιητικούς συσχετισμούς για την ποίηση αυτή. Είναι τόσο προσωπικά αποκαλυπτική για τον ίδιο, που εκεί αρχίζει και τελειώνει μάλλον το θέμα.
     Ο Γιώργος Θ. Καρατζάς υπήρξε ένα μικρό στοίχημα για μένα σαν πειραιώτη. Ελπίζω να το κέρδισα επαναφέροντας στην επιφάνεια του χρόνου την συλλογή του «ΕΣΠΕΡΙΝΑ» και τα κείμενα που δημοσιεύτηκαν.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς, 16 Αυγούστου 2018
Δυστυχώς οι νεκροί της πρόσφατης τραγωδίας συνεχώς πληθαίνουν.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου