ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
Ροζέ
Μιλλιέξ,
εκδόσεις Θεμέλιο 1982, σελίδες 182, διαστάσεις 14Χ
21 δραχμές 220
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
Πρόλογος
ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ 28-10-1940 ΕΩΣ 2-11-1944
ΑΝΑΔΡΟΜΗ ΣΤΟΥΣ ΔΥΟ ΧΕΙΜΩΝΕΣ 1940-1944
ΟΙ ΔΙΑΝΟΟΥΜΕΝΟΙ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ ΣΤΗΝ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ
ΑΝΤΙΣΤΑΣΗΣ
ΕΙΔΑ ΤΟΝ ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΛΑΟ ΝΑ ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ
ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ
ACROPOLE
‘40
ΤΟ ΓΑΛΛΙΚΟ ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ
ΜΙΑ ΟΜΑΔΑ ΓΑΛΛΩΝ ΚΑΘΟΛΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΑΘΗΝΑ
ΕΝ ΟΠΛΟΙΣ ΑΔΕΛΦΟΣΥΝΗ
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Το Ημερολόγιο
και μαρτυρίες του φιλέλληνα γάλλου αντιστασιακού και συζύγου της ελληνίδας
πεζογράφου Τατιάνας Γκρίτση Μιλλιέξ, του Roger Milliex (Μασσαλία Γαλλία
4/71913-Αθήνα 7/7/2006), είναι αφιερωμένο όπως ο ίδιος σημειώνει πριν τον
Πρόλογό του:
Στη μνήμη του «αφεντικού» μας
OCTAVE
MERLIER
αγωνιστή της Γαλλικής Αντίστασης και συναγωνιστή από
μακριά των Ελλήνων πατριωτών και του
ROBERT
DEMANGEL
πρώην Διευθυντή της Γαλλικής Αρχαιολογικής Σχολής
και προσωρινού Διευθυντή του Γαλλικού Ινστιτούτου τα χρόνια της Κατοχής, που
μας παραστάθηκε σιωπηλά και συνένοχα σε κάθε μας χειρονομία εναντίον των
κατακτητών και στη μνήμη των συναγωνιστών
ΜΗΤΣΟΥ ΠΑΡΤΣΑΛΙΔΗ
ΚΟΜΝΗΝΟΥ ΠΥΡΟΜΑΓΛΟΥ
ΓΙΑΝΝΗ ΚΑΙ ΚΑΙΤΗΣ ΖΕΥΓΟΥ
ΔΗΜΗΤΡΗ ΔΕΣΠΟΤΙΔΗ
ΔΗΜΗΤΡΗ ΧΑΤΖΗ
ΛΕΩΝΙΔΑ ΜΑΡΚΑΝΤΩΝΑΤΟΥ
Και σ’ όλους τους άλλους επώνυμους και ανώνυμους
΄Ελληνες πατριώτες που μοιραστήκαμε εκείνα τα χρόνια μαζί οδύνες και ελπίδες
Η
πρόσκληση της Τατιάνας Γκρίτση-Μιλλιέξ να την επισκεφτώ στο σπίτι που διέμενε,
έδωσε την ευκαιρία σ’ έναν νέο έλληνα που διάβαζε βιβλία ιστορίας παράλληλα με
εκείνα της λογοτεχνίας, να γνωρίσω από κοντά έναν φιλέλληνα «ήρωα» των δύσκολων
καιρών της γερμανικής κατοχής στην χώρα μας. Γεννημένος δεκαετίες αργότερα-ένας
φιλίστωρ νεανίας όπως γράφων-από τα φριχτά εκείνα για την πατρίδα μας χρόνια,
πάντα αναζητούσα μεγαλύτερης ηλικίας άτομα, έλληνες και ελληνίδες που θα μου
εξιστορούσαν ιστορίες από εκείνα τα δύστοκα χρόνια του πολέμου και της κατοχής.
Χρόνια θανατερά και της σκλαβιάς για τον ελληνικό λαό. Αυτόν τον λαό που έγραψε
με αυταπάρνηση και αυτοθυσία, με αίμα και βασανιστήρια το Έπος του 1940. Το
ίδιο έπραττα και με Μικρασιάτες γυναίκες που προσπαθούσα να γνωρίσω στην Παλαιά
Κοκκινιά και την Νίκαια,-εκεί στα λεγόμενα προσφυγικά, με τα βαμμένα μπλε
παράθυρα, το βασιλικό στην πόρτα, τις δαντελένιες κουρτίνες στα παράθυρα και το
πισσόχαρτο στην στέγη με τα κεραμίδια- και να τις παρακαλέσω να μου αφηγηθούν
το δικό τους σκοτεινό «παραμύθι» από την Έξοδο, την Μικρασιατική Καταστροφή του
1922. Τον ξεριζωμό τους από τις πατρογονικές τους εστίες. Κρατούσα σημειώσεις,
ρουφούσα σαν σφουγγάρι τα λεγόμενά τους και σαν μικρό παιδί λίγο πριν κοιμηθεί
νανουριζόμουν με τον ήχο της φωνής τους, το δάκρυ που κυλούσε στα ροζιασμένα
μαγουλά τους καθώς αναθυμόνταν, την σπίθα περηφάνιας που έβλεπες να ξεπηδά από
το αντρικό γέρικο βλέμμα καθώς διηγούνταν τις ηρωικές τους πράξεις και
κατορθώματα την περίοδο εκείνη. Κορμιά βασανισμένα, κυρτά από τις κακουχίες και
τις ταλαιπωρίες της ζωής και της ιστορίας αλλά, περήφανα και λεβέντικα, παρά
τους χρόνους που πέρασαν από πάνω τους. Μια ζεμπεκιά στον θάνατο υπήρξε ο βιός
τους. Ακόμα έχω την εικόνα μέσα μου γνωστού πειραιώτη συγγραφέα και ιστορικού
των εικαστικών τεχνών, που όταν αναφέρονταν σε εκείνα τα δραματικά πολεμικά
γεγονότα όχι μόνο δάκρυζε αλλά και τον έπιανε μια φοβία, ένας τρόμος. Θυμάμαι,
επίσης, στενό συγγενικό πρόσωπο, που όταν έβλεπε τον ηθοποιό Πέτρο Φυσσούν (και
άλλων ελλήνων πρωταγωνιστών) να υποδύεται ρόλους γερμανών στρατιωτών, ένιωθε
άβολα, φοβόταν, ξυπνούσαν μνήμες φριχτές των παιδικών της χρόνων, έβριζε τους
«γερμαναράδες» που τους κλοτσούσαν με τις βαριές τους μπότες και τους έδιωχναν,
όταν τα πεινασμένα ελληνόπουλα της κατοχής τους πλησίαζαν και τους ζητούσαν μια
ξεραμένη μπομπότα, κόκκους σταριών που έπεφταν από τσουβάλια που κουβαλούσαν
στο λιμάνι για να απαλύνουν λίγο την πείνα τους. Και αυτοί, οι υπερήφανοι
στρατιώτες του τρίτου ράιχ, αυτοί που άκουγαν Βάγκνερ και παρακολουθούσαν
παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, έβριζαν τα μικρά πεινασμένα παιδιά, «ραους» τους
φώναζαν και τα κτυπούσαν με τον υποκόπανο του όπλου τους. Όσο μίσος έκρυβαν τα
στρατιωτικά μάτια τους τόση αντίσταση ψυχής σπινθήριζαν τα παιδικά βλέμματα.
Άκουγα ιστορίες και αφηγήσεις και αναρωτιόμουν πόσα
μπορεί να αντέξει αυτό το ανθρώπινο σώμα, αυτό το «δεσμωτήριο της ψυχής» που
έγραψε ο θείος Πλάτων, που γνώριζαν απέξω και ανακατωτά οι γερμανοί κατακτητές
της χώρας. Και συνειδητοποιούσα,-τότε-πως αυτά τα γεγονότα μόνο η σιωπή μπορεί
να συγκρατήσει μέσα της και να τα διατηρήσει. Έπρεπε να περάσουν τα χρόνια για
να κατανοήσω και πάλι, ότι αυτές οι μαρτυρίες των ανθρώπων εκείνων, αυτά τα
μαρτυρολόγια πόνου και ζωής, αδικίας και βασάνων, των ελλήνων που αγάπησαν την
πατρίδα τους παραπάνω και από την ίδια τους την ζωή, είναι δυστυχώς που θα το
πω, αδιάφορες για τους σημερινούς νεοέλληνες, τους είναι κάτι το πολύ μακρινό
και ξένο, αν όχι και κουραστικά αδιάφορο. Γιαυτό αποφάσισα να αντιγράψω
ορισμένα από τα κείμενα που έχω διαβάσει και να τα μεταφέρω σε αυτήν την
ιστοσελίδα. Για τους νεκρούς εκείνης της εποχής. Για τους τραυματισμένους και
βασανισμένους, τους σκοτωμένους και τους φυλακισμένους, αυτούς που έφυγαν από
αυτήν την μικρή ζωή με τον φόβο και την πίκρα, την θλίψη και την αγωνία ενός
βίου κατατρεγμένου από την Ιστορία, την ίδια τους την Χώρα, τον Θεό που
πίστευαν. Η λήθη, είναι χειρότερη και από τον θάνατο. Και αυτή είναι η σημερινή
πραγματικότητα μάλλον της χώρας μας. Πέρα από ανέξοδες πολιτικές κορώνες,
στρατιωτικές παρελάσεις, εκκλησιασμούς και δοξολογίες, περισπούδαστα ιστορικά
τσιτάτα πολιτικών και πολιτειακών αρχόντων μπροστά στα μικρόφωνα και τις οθόνες
της τηλεόρασης. Η ελληνική ιστορία είναι πλέον ένα σερφάρισμα στο ίντερνετ και
στα τάμπλετ, που φωτογραφίζονται οι νέοι μπροστά σε αγάλματα που δεν γνωρίζουν
καν ποιο είναι το πρόσωπο που παριστάνουν. Και οι ελάχιστοι ηλικιακά έλληνες
και ελληνίδες, οι εναπομείναντες ηρωικές φυσιογνωμίες εκείνης της εποχής του
θρύλου και της αντίστασης παρακολουθούν ασθμαίνοντας τις εξελίξεις της
σύγχρονης εποχής, και αγωνίζονται να καταλάβουν όχι τα παιδιά, τους εφήβους με
το σταυρουδάκι του ήλιου στο στέρνο τους, που μας λέει ο ποιητής, αλλά, τα
καλωδιωμένα με τα σχισμένα στο γόνατο και στα οπίσθια παντελόνια, με το
σκουλαρίκι στη μύτη, το ξυρισμένο κεφάλι ή με τα πολλά χρώματα βαμμένα μαλλιά
κοριτσιών, που περπατούν συνεχώς σκυφτά και παίζουν με τα κινητά τους, χωρίς να
καταλαβαίνουν ούτε που βρίσκονται ούτε ποιοι είναι δίπλα τους. Αυτούς τους
νέους έλληνες και ελληνίδες, τους νεοέλληνες και την χαβαλεδιάρικη συμπεριφορά
και την κοινωνική και ατομική αγένεια, αυτούς τους φωνακλάδες και όλο άσκοπες
χειρονομίες νεοέλληνες, που λικνίζονται σε άρρυθμους μουσικούς ρυθμούς μέσα στα
μέσα μαζικής μεταφοράς, που σε σπρώχνουν για να περάσουν για να μην κόψουν
εισιτήριο, έτσι από ελληνική ψευτομαγκιά, που γεμίζουν καθημερινά τις
καφετέριες και ας μην εργάζονται, ας έχουν άνεργα άτομα στο σπίτι τους. Αυτούς
τους της εποχής μας ευρολιγούρηδες ή βυζαντινοεπαίτες της παράδοσης, που δεν
τους απασχολεί που βρίσκεται η αλήθεια της ζωής. Μέσα στον κύκλο της Ιστορίας ή
έξω από αυτόν.
«ύβρις
γάρ εξανθούσ’ εκάρπωσε στάχυν
Άτης,
όθεν πάγκλαυτον εξεμά θέρος».
Έχω ξαναγράψει για την συνάντησή μου με την
συγγραφέα Τατιάνα Γκρίτση-Μιλλιέξ και τον βαθύ σεβασμό που τρέφω ακόμα, σ’ αυτό
το δυναμικό και ελεύθερο άτομο. Τα ελάχιστα τηλέφωνα, τα γράμματα και οι
συναντήσεις στην οικία της, δεν έφυγαν από την μνήμη μου. Γνωριμία που έγινε ιστορία
των δικών μου των χρόνων τώρα που άλλαξαν οι καιροί της ζωής μας. Έλληνες και
Ελληνίδες μιας άλλης εποχής που κουβαλούσαν μέσα τους το αγωνιστικό για την
ελευθερία φρόνημα των Ελλήνων, το ήθος της παράδοσης της φυλής μας. Και αυτό το
ήθος-παρά τα προβλήματα και τις αντιξοότητες-μεταλαμπάδευαν σ’ εμάς τους
νεότερους. Μέχρι το αυλάκι της ζωής να σκεπαστεί από την σκόνη του χρόνου.
Σε αυτή λοιπόν την συνάντηση, γνώρισα από κοντά
αυτόν τον ωραίο άντρα, τον σύζυγο της Μιλλιέξ, που τα χρόνια δεν είχαν καλύψει
την λεβεντιά του, το λαμπερό του βλέμμα, την σπιρτάδα της σκέψης του, την
καλοσυνάτη συμπεριφορά του ζευγαριού. Του φιλόξενου και πρόσχαρου στους
νεότερους. Η εικόνα του, δίπλα στην πιστή σύντροφό της ζωής του, θα μένει
χαραγμένη μέσα μου.
Στην μνήμη λοιπόν αυτών των ωραίων ελλήνων αντιγράφω
αποσπάσματα από το βιβλίο του ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΚΑΙ ΜΑΡΤΥΡΙΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ ΚΑΙ ΤΗΣ
ΚΑΤΟΧΗΣ, για εμάς που δεν ζήσαμε αυτά τα ηρωικά και ένδοξου μεγαλείου χρόνια.
Που ακούσαμε μόνο τον σκοτεινό αχό τους από τα χείλη αυτοπτών μαρτύρων. Των
νέων εθνομαρτύρων της Ελλάδας.
Ας μου
επιτραπεί να σημειώσω ότι η πόλη μου, ο Πειραιάς, αναφέρεται στις εξής σελίδες:
27, 36, 37, 40, 46, 51,52, 81, 84, 86,
108, 117, 129, 134, 140, 142, 144, 146 και αλλού. Αρχινώντας από τις αναμνήσεις
του, την Πέμπτη, 28 Ιανουαρίου του 1942.
Δεν θα ασχοληθώ με τα άλλα δημοσιεύματα του Roger Milliex, που πολλά του μου τα
γνώρισε μια παλαιά γνωριμία ο μεταφραστής και συγγραφέας Πέτρος Παπαδόπουλος.
1940
6
Νοεμβρίου
Λέω και γράφω σε όλους πώς δεν είμαι και λίγο
περήφανος πού απόχτησα γιό με ελληνικό αίμα-, άμποτε να μην προδώσει ποτέ τούτη
την κληρονομιά αγνού πατριωτισμού, θάρρους και αντίστασης στη χτηνώδη βία.
Αυτά τα
λόγια έγραψα προχτές στο υστερόγραφο (για να δικαιολογήσω την καθυστέρηση της
αποστολής της) της επιστολής μου στον Πρόεδρο της Κυβέρνησης (για την αντίσταση
του ελληνικού έθνους στη φασιστική επίθεση).
Δευτέρα, 11 Νοεμβρίου
Έναρξη των μαθημάτων στο Ινστιτούτο (Cours intermediaire). Εκφράζω όπως όπως τη
συμπάθειά μου στους σπουδαστές μου και τους λέω ότι γι’ αυτούς που δεν
πολεμάνε, η πνευματική εργασία θα είναι ένα είδος εθνικής υπηρεσίας.
Σάββατο, 16 Νοεμβρίου
Το ράδιο στις 14.30 ανακοίνωσε πώς δεν υπάρχει πιά
ούτε ένας Ιταλός στρατιώτης στο ελληνικό έδαφος εκτός από τους χιλιάδες
αιχμαλώτους. Ο θόρυβος από τις νίκες της Πίνδου εξακολουθεί να διαπερνά τον
κόσμο ολόκληρο, κι αυτή η νίκη στήθος με στήθος μου φαίνεται αληθινά πώς έχει
περισσότερο πνευματική σημασία, αν όχι στρατιωτική, από την καταστροφή του
ιταλικού στόλου στον Τάραντα. Ο ελληνικός τύπος-μ’ όλο πού πέφτει πολύ συχνά
στο διθύραμβο και στο στόμφο, ακόμα και οι λογοτέχνες το κάνουν, πράγμα που
λυπεί την Τ.-ίσως δεν υπερβάλλει και πολύ σαν αναφέρει το πνεύμα των Θερμοπυλών
και της Σαλαμίνας.
Θα βάλω
τους μαθητές μου να μεταφράσουν τους Πέρσες του Αισχύλου. Τα Νεοελληνικά
Γράμματα τούτης της βδομάδας έχουν ένα άρθρο για «το πνεύμα της ελευθερίας και
της δικαιοσύνης στον Προμηθέα Δεσμώτη. (4)
Η Λιλίκα
Αλεξίου-Δασκαλάκη μας διηγείται σκηνές που έγιναν τη Δευτέρα, 28 Οκτωβρίου, στο
Γυμνάσιο όπου διδάσκει. Η προσευχή στο προαύλιο του σχολείου, «που έμοιαζε με
όρκο» και η μεταφορά όλων των σχολικών επίπλων στα υπόγεια. Πάνω στους 15
μαυροπίνακες τα παιδιά είχαν γράψει: «Καλήν αντάμωση μετά την νίκη»- «Ζήτω η
αθάνατη Ελλάδα μας»- Ζήτω το σώμα των εθελοντών της 5ης». – «Καλήν
αντάμωση με την λευτεριά».
……….Είναι τώρα δέκα μέρες που σιωπάνε τα ιταλικά
αεροπλάνα. Κάπου κάπου η σιωπή αυτή βαραίνει σαν απειλή πάνω στο Άστυ.
……….. Θα ‘θελα να μην είμαι τη στιγμή αυτή μερικά
χρόνια κιόλας Αθηναίος, για να νιώσω από μακριά τη συγκίνηση τούτη που δίνει σ’
όλους τους ανθρώπους, σε όλους τους ουμανιστές η ηρωϊκή αντίσταση της Ελλάδας
του 1940. Είμαι περήφανος σα σκέφτομαι πώς οι συστρατιώτες μου στον Λίβανο (5)
θα καταλάβουν τώρα όλα όσα τους έλεγα για τον πατριωτισμό και την λεβεντιά των
Ελλήνων.
Ο
Παλαιολόγος γράφει για τις Ελληνίδες μανάδες που ανασταίνουν τη Σπαρτιάτισσα
μητέρα. Έγραψε δύο περίφημα χρονογραφήματα: ένα γράμμα Έλληνα στον Μουσολίνι
όπου του ζητάει ειρωνικά συγνώμη, ένα σχόλιο πολύ ανθρώπινο, αλλά και πολύ
βίαιο μαζί, πάνω σε δηλώσεις Ιταλών αιχμαλώτων.
Έλεγα
απόψε στον καθολικό ιερέα μας της Καλλιθέας: «Τι ντροπή μια χριστιανική χώρα να
χτυπήσει μιάν άλλη χριστιανική χώρα!» «Χριστιανική μόνο με τ’ όνομα», μου
απάντησε.
4. Κατά σύμπτωση, την Κυριακή 27 Οκτωβρίου, λίγες
ώρες πριν εκραγεί ο πόλεμος, στην Καλλιθέα, μιλούσαμε για τον Αισχύλο με την
Έλλη Αλεξίου-Δασκαλάκη και τη Γαλάτεια Καζαντζάκη.
5. Το καλοκαίρι του 1940, στην Τρίπολη του Λιβάνου,
όπου είχα επιστρατευτεί από τον Απρίλιο στη γαλλική στρατιά της Ανατολής, είχα
κάνει μια ομιλία για τη σύγχρονη Ελλάδα μπροστά στους αξιωματικούς,
υπαξιωματικούς και στρατιώτες της μονάδας μου κι είχα υπογραμμίσει την
προσήλωση του Έλληνα στην πατρίδα του.
1941
24
Ιανουαρίου
Το ραδιόφωνο μίλησε για μια μικρή αναδίπλωση στο
κεντρικό μέτωπο. Θεέ μου, κάνε να μην τρέμουμε ακόμα πιο πολύ γι’ αυτή τη
σταυροφορία της Αλβανίας, πού ίσαμε τώρα, τόσο παλικαρίσια τα ‘βγαλε πέρα.
Είδα στο Cineac συγκλονιστικές
στιγμές της καθολικής αντίστασης των Ελλήνων: τα άρρωστα παιδιά της Βούλας, οι
τυφλοί, ακόμα και οι τρελές με τα βασανισμένα πρόσωπά τους πλέκουν για τους
στρατιώτες του μετώπου.
11 Μαρτίου
Γιόμισαν οι δρόμοι της Αθήνας με Άγγλους στρατιώτες
όλων των όπλων και απ’ όλα τα μέρη της αυτοκρατορίας
13 Μαρτίου
Οι Ναζί σκυλιάσανε με το γράμμα του Βλάχου, Πώς
τόλμησε ένας «δημοσιογραφάκος» να γράψει στον μεγάλο Καγκελάριο, στο είδωλό
τους, στον ημίθεό τους!
20 Μαρτίου
Γράφω σ’ Έλληνες φαντάρους.
26 Μαρτίου
Ο Κώστας Δάρας έρχεται με άδεια από το Αγρίνι… Οι
φαντάροι φέρουν βαρέως τις διαταγές για οικονομία στη χρήση στρατιωτικού υλικού
που τους δίνουν. Λένε: «Άς μας δώσουν όλμους και κανόνια και θα δούν οι
Γερμανοί τι μάθημα θα τους δώσουμε!»
Κυριακή των Βαΐων, 6 Απριλίου
Στις 5.30 το πρωί η Γερμανία κήρυξε τον πόλεμο στην
Ελλάδα και στη Γιουγκοσλαβία. Το ‘μαθα στις 7.30 παίρνοντας το αυτοκίνητο στην
πλατεία της Αγίας Παρασκευής. Το ‘χε μεταδώσει το ραδιόφωνο. Στους
Αμπελόκηπους, μέσα στο τραμ, βρέθηκα ανάμεσα σ’ ένα πλήθος στρατιώτες που
συζητούσαν το νέο ήρεμα, με τέτοια σιγουριά, πού σού ‘δινε φτερά. Κάποιος απ’
αυτούς εξηγούσε: «Η Ελλάδα την πρώτη φορά τους έδωσε ένα μάθημα με τα φώτα της,
έ, λοιπόν αυτή τη φορά θα τους το δώσει με το ξύλο. Δεν πρόκειται να
νικηθούμε». Όλο το τράμ χαιρετάει με τον αντίχειρα και μ’ ένα χαρούμενο ο. Κ.
όλα τα αγγλικά στρατιωτικά αυτοκίνητα.
Μετά την
λειτουργία βρίσκομαι σε μια διαδήλωση που κάνουν οι νέοι μπροστά στην
Ασφαλιστική Εταιρεία «Η νίκη του Βερολίνου». Εξαγριωμένος ένας αστυφύλακας
θέλει να τους διώξει. Ένας γέροντας προσπαθεί να τους ησυχάσει λέγοντας: «Οι
φωνές δε βοηθάνε σε τίποτα, ούτε οι ζημιές. Ένα τουφέκι ο καθένας και στο
μέτωπο». Οι νέοι τον χειροκροτούν.
Ο βιβλιοπώλης Κάουφμαν έβαλε στη βιτρίνα του μια
αφίσα σε τρία αντίτυπα: «Είμαι Έλλην υπήκοος, Ρώσος την καταγωγήν».
Ο
Μαρκαντωνάτος με πάει στο γερμανικό βιβλιοπωλείο της οδού Ιπποκράτους, δίπλα
στην Πανεπιστημιακή Λέσχη που το ‘χουν ξεκοιλιάσει. Μου λέει: «Βέβαια, τέτοιο
θέαμα είναι οδυνηρό για διανοούμενους, αλλά, προσθέτει πολύ σωστά, φταίνε και
τα βιβλία».
Μαζεύω για ενθύμιο την πρώτη ποδοπατημένη σελίδα
ενός γερμανικού βιβλίου αντιαγγλικής προπαγάνδας που βγήκε το 1940 στο
Βερολίνο.
Φωνάζουν
στους δρόμους: «Κάτω ο Μπογιατζής, κάτω ο Χίτλερ! Αέρα!»…………..
20 Απριλίου
Στον Όλυμπο οι μάχες εξακολουθούν. Παρακολουθούμε με
καρδιά μουδιασμένη αυτό το μεγάλο δράμα που παίζεται τόσο τραγικά ανάμεσα στο
πνεύμα της αγονάτιστης λευτεριάς του ελληνοχριστιανικού πολιτισμού και τις
αχαλίνωτες δυνάμεις που εξαπόλυσε η επιστημονική βαρβαρότητα.
Πέμπτη, 24 Απριλίου
Στα Αθηναϊκά Νέα, ο Παλαιολόγος αναφέρει με
συγκίνηση τις νοσοκόμες από την «καλή ελληνική κοινωνία» και μνημονεύει
ιδιαίτερα τις πέντε που σκοτώθηκαν προχτές όταν βομβαρδίστηκαν τα Γιάννενα:
Ελένη Παρασκευοπούλου, Καλλιόπη Γιουλούντα, Ελένη Καλογεροπούλου και «σύ, Λούση
Κυριακού, ωραίο πλάσμα και ανήσυχη ψυχή».
Η Τ. ήξερε
την τελευταία, θαυμάσια κοπέλα, με τεράστια ωραία μάτια, γεμάτα αγωνία,
φοιτήτρια της θεολογικής σχολής, αφού πρώτα αγωνίστηκε στην Τρίτη Διεθνή ίσαμε
το 1937…
Κυριακή, 27 Απριλίου
Σήμερα το πρωϊ, στις 8.10 μπήκανε στην Αθήνα. Μια
Αθήνα έρημη. Στις 12.30 σόκ. Οι πρώτες λέξεις στα γερμανικά. Η Τ. κλείνει το
ραδιόφωνο και τρέχει να κρυφτεί. Λέγεται πώς Έλληνες στρατιώτες πυροβολήσανε
τον αγκυλωτό σταυρό, την ώρα που τον στήνανε πάνω στην Ακρόπολη και τον
ρίξανε………………
Σάββατο, 12 Ιουλίου
Απονομή των βραβείων του Ινστιτούτου. Ένα βραβείο
δίνεται στη μνήμη του σπουδαστή του cours special Ραϊμόν
Αλισάφη που έπεσε στην Αλβανία (είχε τραύμα στην κοιλιά, και επειδή δεν
μεταφερότανε, χαροπάλεψε 3 μέρες)
Πέμπτη, 7 Αυγούστου
Αίγιο. Έχουνε 3 μήνες να φάνε ψωμί. Είχαν νεκρούς
από ηλίαση συνδυασμένη με υποσιτισμό.
Παρασκευή, 8 Αυγούστου
Σιδηροδρομικό ταξίδι Αίγιο-Αθήνα: 180 χιλιόμετρα σε
12 ώρες…
Πάνω στη
στέγη του τραίνου οι μαυραγορίτες αλληλοχαιρετιούνται κυνικά, αλληλοκλέβονται,
δεν σταματά η φασαρία που κάνουν.
Κυριακή,
12 Οκτωβρίου
Ούτε χτες, ούτε σήμερα ψωμί. Χτές το κρέας είχε 600 δρχ.,
οι πατάτες 220. Σε κάθε βήμα συναντάς ανθρώπους που ζαλίζονται και πολλές φορές
πέφτουν κάτω από την πείνα.
Το βράδυ
στο σπίτι των Μερλιέ. Η καθηγήτρια Πανεπιστημίου Δίς Σοφία Αντωνιάδου έλεγε
προχτές πως φοβάται μήπως χαθούν τα 50% αν όχι τα 2/3 του πληθυσμού. Το 1821
δεν απόμειναν παρά 800.000. Πάλι απ’ την αρχή! Μας λέει ακόμα ότι η προγιαγιά
της, στενή φίλη της κυράς-Φροσύνης, ήταν αγράμματη (Φοβόντουσαν τότε τα
γράμματα, ειδικά για τα κορίτσια, μήπως μάθουν να γράφουν ερωτικά ραβασάκια στους
πασάδες!). Ανέφερε δημοσίως το γεγονός, το 1937, στην επίσημη τελετή για τα
100χρονα του Πανεπιστημίου της Αθήνας κι έκανε εντύπωση.
Ο
αφελής κυνισμός των Γερμανών. Ρωτάνε έναν αξιωματικό γραμματέα του Φον Λίστ,
που είναι και μουσικός και δίνει συναυλίες: «Τι θα γίνει με τη Μακεδονία και τη
Θράκη;» Απαντάει: «Δε σας χρειάζονται, αυτά που έχετε σας φτάνουν. Όσο για την
Αττική με τα ωραία τοπία και το θαυμάσιο κλίμα, έλεγα στον Φόν Λίστ ότι θα
‘πρεπε να την κρατήσουμε, να την κάνουμε ένα μεγάλο σανατόριο». Όλα αυτά σ’
έναν τόνο όχι προσβλητικό, απλά σα να μιλούσε για το πιο φυσικό-και για τους
Έλληνες-πράγμα!
Στην Ακρόπολη μια γερμανομαθής κυρία, άλλοτε και γερμανόφιλη, ξεναγεί
έναν Γερμανό, πολύ γνωστό, της είπανε, συγγραφέα. Της ζητάει να του γνωρίσει
μια νεαρή Ελληνίδα που να ‘ναι όμορφη και «γεμάτη», έξυπνη, καλλιεργημένη, πού
να ‘χε αν είναι δυνατόν, μια βίλλα στο Παλιό Φάληρο και που να δεχτεί να γίνει
για 3 μήνες η μαιτρέσσα του…. Η κυρία διαμαρτύρεται ότι δεν κάνει τέτοιο
επάγγελμα. Ο Γερμανός μένει κατάπληκτος. «Δεν υπάρχει καλύτερη μέθοδος για να
γνωρίσει κανείς έναν τόπο. Έτσι έκανα στην Βουλγαρία». Η Κυρία: «Καλά στη
Βουλγαρία είναι φίλοι σας. Εδώ εσείς είσαστε οι εχθροί μας!» Ο Γερμανός απορεί,
δεν καταλαβαίνει…
6 Δεκεμβρίου
Η πείνα θερίζει. Από την Πανεπιστημίου ίσαμε το
Ινστιτούτο, είδα ακόμα δυό παιδάκια 14-15 χρονώ το ένα και 7-8 το άλλο, να
πέφτουν κάτω από την εξάντληση. Δεν υπάρχουν πιά ούτε φέρετρα για τους νεκρούς
(ο ρυθμός είναι 1.000 με 2.000 την ημέρα στην Αθήνα και Πειραιά μονάχα)…………….
25 Δεκεμβρίου, Πλατεία Συντάγματος
Είδα ένα παιδάκι νεκρό, στο δεξί μέρος της πλατείας,
ανήμερα Χριστούγεννα. Πιο τραγική εικόνα της φρίκης δε μπορεί να υπάρχει.
1942
Τρίτη, 3 Μαρτίου
………………
Κυριακή
πρωϊ μπροστά στο σπίτι μας πέρασαν τέσσερις άντρες κουβαλώντας ένα φέρετρο, από
πίσω ελάχιστα άτομα ακολουθούσαν. Έμαθα ότι φτωχοί άνθρωποι από τα Νέα Σφαγεία
που δεν μπορούσαν να πληρώσουν εφτά χιλιάδες δραχμές για τη μεταφορά με
αυτοκίνητο και πήρανε τέσσερεις βαστάζους με πεντακόσιες δραχμές για να πάνε το
φέρετρο στη Νέα Σμύρνη.
Η κυρία
Κολόμβου μας δείχνει μια σειρά από φωτογραφίες πού στέλνει στην Ελβετία: το
κοιμητήρι της Κοκκινιάς, ένας σωρός από πτώματα πεταμένα το ένα πάνω στο άλλο,
ανώνυμα. Ένας άλλος σωρός σ’ ένα καρότσι. Στον Πειραιά, συμβαίνει συχνά να
πετάγονται άθαφτοι νεκροί στο δρόμο για να επωφεληθούν οι ακόμα ζωντανοί από το
δελτίο των τροφίμων τους, δηλαδή του ψωμιού.
………….
Σάββατο, 28 Μαρτίου
Κρατάνε ακόμα οι εντυπώσεις μου από την 25η
Μαρτίου. Πρωί πρωί ακούγοντας από το Λονδίνο τον Ελληνικό Εθνικό Ύμνο, παρά
λίγο να με πάρουν τα δάκρυα.
Την
παραμονή της γιορτής φοιτητές προσπαθήσανε να παρελάσουν με ελληνική σημαία και
τραγουδώντας τον Εθνικό Ύμνο αλλά τους διαλύσανε βίαια οι Ιταλοί.
Πήρα μαζί
μου τη μελέτη του Σπυρίδωνος Παππά Φιλελληνισμός και Ελληνική Ανεξαρτησία για
να τη διαβάσω συμβολικά σήμερα. Άφησα μπροστά στον Κολοκοτρώνη και τον Φαβιέρο
από ένα ματσάκι μενεξέδες. Για να πάω στο Φαβιέρο πήδηξα ένα συρματόπλεγμα και
περπάτησα μέσα στη βρεγμένη χλόη για να φτάσω ίσαμε τη μικρή στήλη. Πράσινο
χορτάρι, κόκκινο το χώμα. Αποπάνω μου ο ουρανός μουντός, ο Παρθενώνας μου
φαίνεται σκεφτικός και κουρασμένος-στρατιωτικές φιγούρες διαγράφονται πάνω στην
Ακρόπολη.
Το βράδυ
ο χαιρετισμός των Ελεύθερων Γάλλων στην Ελλάδα μας συγκινεί μέχρι δακρύων,
ειδικά την Τ. που μου λέει: «Οι δικοί σου καταλαβαίνουν καλύτερα τη δυστυχία
μας από τους δικούς μας».
12 Απριλίου
Νέα Μάκρη. Ένα αγοράκι 11 χρονώ που, κυνηγημένο από
την πείνα, είχε έρθει με τα πόδια από την Αθήνα, έπεσε σα νεκρό στην είσοδο του
χωριού. Την ώρα που ετοιμάζονταν να πάνε να το θάψουν αναστήθηκε…
14 Απριλίου
Νέα Μάκρη. Και οι Ιταλοί στρατιώτες πεινάνε. Τη
νύχτα κλέβουνε βρώμη των αλόγων τους και την αλλάζουν με τρόφιμα.
28 Απριλίου
Τα αριστερά βιβλία που πιάνουν οι χαφιέδες της
Ασφάλειας, τα ξαναπουλάνε οι ίδιοι στη μαύρη αγορά.
Τετάρτη, 20 Μαϊου
Κλείσαμε το Ινστιτούτο: 150 περιπτώσεις
εξανθηματικού τύφου παρουσιάστηκαν στην Αθήνα και τον Πειραιά. Λένε ότι την
επιδημία τη μεταφέρανε Ιταλοί στρατιώτες από το ρωσικό μέτωπο.
1 Ιουνίου
Στο Φάληρο, πληρώσαμε 4.490 δραχμές για τρία ούζα με
λίγα μεζεδάκια, δύο μερίδες ψάρια και μια μερίδα φρούτα.
9 Σεπτεμβρίου
Άνοιξε στη Νέα Σμύρνη μια παιδούπολη για 230 ορφανά
παιδιά, με θετούς μπαμπάδες και μαμάδες. Το πρώτο παιδί που μπήκε σ’ αυτή την
εστία είναι ένα αγοράκι οχτώ χρονώ που το μαζέψανε δίπλα στο πτώμα της μάνας
του, που είχε πεθάνει πριν από τρείς μέρες…
Σάββατο, 27 και Κυριακή, 28 Φεβρουαρίου
Θάνατος και κηδεία του Παλαμά
14 Μαρτίου
Πήρα ένα συγκινητικό γράμμα από τη Ναυσικά Παλαμά.
Της απάντησα, πώς μέσα σ’ αυτή την απόγνωση της χώρας μου και του κόσμου
ολόκληρου που πενθεί, ήταν για μας παρηγοριά εκείνη η τρίχρωμη κορδέλα στο
στεφάνι με γαλλικά χρώματα που καταθέσαμε στον πιο γαλλοθρεμμένο ποιητή της
ρωμιοσύνης. ………….
29 Ιουλίου
Η Τ. μετέφρασε κάτω απ’ τη μύτη των Γερμανών τη
Σιωπή της Θάλασσας του Βερκόρ.
1 Αυγούστου
Νέα Ερυθραία-Συναγερμός. Περιμένουμε εναγώνια νέα.
Στον Πειραιά, λένε, πιαστήκανε οι Ιταλοί με τους Γερμανούς.
…. Λήξη του συναγερμού, ένα γαϊδούρι τη χαιρετάει.
…..Μαθαίνουμε ότι το χειμώνα της πείνας, στον
Πειραιά, εκατοντάδες κοριτσάκια 11-12 χρονώ, ντυμένες σα «μεγάλες» και
μακιγιαρισμένες πηγαίνανε να προσφερθούν σε Ιταλούς ναύτες. Πιο πέρα οι μανάδες περιμένανε να εισπράξουν την
αμοιβή…
Στη
Θεσσαλονίκη οι Γερμανοί πετάξανε μέσα στα βαγόνια ανάπηρους της Αλβανίας
Εβραίους και σπάσανε στο ξύλο Έλληνες που τολμήσανε να διαμαρτυρηθούν.
1944
15 Αυγούστου
Δόξα σοι ο Θεός! Στις 4 το πρωί, μόλις φέγγει, μας
ξυπνάει ένα χωνί του ΕΛΛΑΣ, σκαρφαλωμένο σ’ ένα πευκάκι στο δασάκι του Άι
Νικόλα: «Ζήτω το ηρωϊκό ελεύθερο Παρίσι». Ανατριχιάζουμε. Αμέσως μετά ακούγεται
ριπή πολυβόλου που ρίχνεται προς την κατεύθυνση του χωνιού από το γερμανικό
φυλάκιο που εδρεύει στο Δημοτικό Σχολείο. Σταματάει το χωνί. Προσευχόμαστε
ολόψυχα να μη χτύπησε το παλικάρι. Πρόλαβε και σώθηκε.
11 Οκτωβρίου
Πλήρης σύγχυση. Δίπλα δίπλα δυό αφίσες. Η μια
υπογράφεται από τους Ζεύγο και Τσάτσο και καλεί το λαό της Αθήνας και του
Πειραιά να δείξουνε πειθαρχία προς τον στρατηγό Σπηλιωτόπουλο, στρατιωτικό
κυβερνήτη που υπέδειξε η κυβέρνηση της Εθνικής Ενότητας. Το άλλο κείμενο που
υπογράφει το ΕΑΜ του Κολωνακίου κατηγορεί τον Σπηλιωτόπουλο, πως είχε οπλίσει
τους γερμανόφιλους χίτες… Ο γιός μας μιμούμενος τα γειτονόπουλά του, λέει πως
είναι Επονίτης και μοιράζει εφημερίδες και κολλάει και άλλες-με το σάλιο του
στους τοίχους……….
Σάββατο, 14 Οκτωβρίου
Σήμερα παρακολούθησα το φτάσιμο των Εγγλέζων, αλλά
εδώ και δύο μέρες κιόλας η Αθήνα είναι μεθυσμένη από χαρά, ελεύθερη πιά από την
Πέμπτη το πρωί 12 του μηνός……………
Ψιλοβρέχει τούτη τη στιγμή. Το σπίτι είναι
φωταγωγημένο και θα μπορέσουμε ν’ ακούσουμε το ράδιο. Πραγματικό θαύμα να
‘χουμε πάλι το φως. Οι αντιδράσεις μας, σαν ελεύθερων ανθρώπων, ξετσαλακώνονται
βγαίνοντας από το ντουλάπι των τριάμισι χρόνων κατοχής.
Πρώτη
ταπεινή εκπομπή της Ελεύθερης Αθήνας. Αρπάζω το λόγο του Σικελιανού τη στιγμή
που απαγγέλλει ένα χωρίο από αρχαία τραγωδία, όπου γίνεται λόγος για χοίρους.
Το εφαρμόζει στους Χίτλερ-Μουσσολίνι που τους ονομάζει «υπερχοίρους». Μιλάει
για καινούργιο, πιο ωραίο και πιο δίκαιο, ελληνικό πολιτισμό: «Σήμερα βάζουμε
την υπογραφή μας κάτω από το καινούργιο μας συμβόλαιο με την ιστορία». Η
Ράδιο-Αθήνα χαιρετίζει τους μεγάλλους συμμάχους και δεν ξεχνάει την Γαλλία.
Αργά μέσα
στη νύχτα ακούγονται ακόμα τα συνθήματα «Λα-ο-κρατία» και «Κάπα-Κάπα-Έψιλον».
2 Νοεμβρίου
Εδώ και τρείς βδομάδες οι Αθηναίοι σιτίζονται
αποκλειστικά μ’ ενθουσιασμό και με ελάχιστα τρόφιμα (αν είχαν κρατήσει). Καιρός
είναι τα τρόφιμα να ξεφορτωθούν επιτέλους και να διανεμηθούν και να εξυγιανθεί
το νόμισμα. Φαίνεται ότι ο πληθωρισμός αυτές τις μέρες φτάνει στο αποκορύφωμά
του: η λίρα ανέβηκε ίσαμε τα 24 τρισεκατομμύρια……………
Σημειώσεις:
Δεν θέλησα να μείνω στις καλλιτεχνικές και άλλες
πνευματικές πληροφορίες που μας δίνει στο Ημερολόγιό του ο Ροζέ Μιλλιέξ,
πληροφορίες για έργα που γράφτηκαν και τυπώθηκαν εκείνη την περίοδο ή
μεταφράσεις. Ούτε πάλι, να αναφέρω πληροφορίες για έλληνες ποιητές όπως ο
Κωστής Παλαμάς, ή ο Γιώργος Κατσίμπαλης, ο Κωνσταντίνος Θ. Δημαράς, ο Μενέλαος
Λουντέμης ή ο καθολικός ποιητής Τάκης Παπατζώνης, ή την σχέση την στενή που
αναπτύχθηκε μεταξύ του ζεύγους Μιλλιέξ και του Άγγελου Σικελιανού κλπ, για να
μην μετατεθεί το κέντρο βάρους από τα γεγονότα εκείνης της περιόδου. Ο
εστιασμός προσπάθησα να είναι στα γεγονότα και στους απλούς καθημερινούς,
ανώνυμους έλληνες. Στις πράξεις και τις δραστηριότητές τους. Αυτούς που σήκωσαν
στους ώμους τους το βάρος αυτού του ελληνικού Έπους. Χωρίς φυσικά, να αποκλείω
και επιλεκτικές πληροφορίες που θεώρησα ότι άξιζε να αντιγραφούν. Ορισμένα
«ανάπαυλας» στιγμιότυπα όπως ένα γεύμα, για να αποφορτίσω λίγο την μαύρη
ατμόσφαιρα των θανατερών και των πεινασμένων, των χιλιάδων άταφων νεκρών.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει το γράμμα της Κυριακής, 12 Οκτωβρίου σελίδες 33 και 34
στο βιβλίο, όπου αναφέρονται οι απόψεις των Γερμανών για τα σύνορα της Ελλάδας.
Άραγε! Έχουν ακόμα την ίδια γνώμη οι σημερινοί φίλοι ευρωπαίοι γερμανοί;
Τσαχπίνα η προγιαγιά της πειραιώτισσας καθηγήτριας,
φίλης της κυρά Φροσύνης, για να απαγορεύσουν στις τσούπρες τα γράμματα, το
1821, το γλεντούσαν. Δεν θυμάμαι τι γράφει ο Αραβαντινός στο δίτομο έργο του
για τον Αλή Πασά.
Η καθολική χριστιανική πίστη του Ροζέ Μιλλιέξ καθώς
και ο άμετρος φιλελληνισμός του, η μεγάλη και άδολη αγάπη του για την Ελλάδα
και τους Έλληνες, είναι εμφανής σε όλες τις σελίδες των «απομνημονευμάτων» του
εκείνης της περιόδου. Δημοκράτης και κλασικοαναθρεμμένος ο γάλλος φιλόλογος και
καθηγητής, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο κατά την διάρκεια της θητείας του ως
καθηγητής της γαλλικής γλώσσας στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Αθήνας από το 1937
και διευθυντής Σπουδών από το 1941 μεσούσης της γερμανικής κατοχής. Το 1939
παντρεύτηκε την συγγραφέα Τατιάνα Γκρίτση. Οι συχνές σημειώσεις που κρατά στο
προσωπικό του αυτό Ημερολόγιο, διακρίνονται για την υπερβολική ορισμένες φορές
εκθείαση των γεγονότων. Όμως αυτό είναι εύλογο, αν αναλογιστούμε ότι ό ίδιος
υπήρξε ένας γκολιστής αντιστασιακός γάλλος στρατιώτης, και ότι έκανε ότι
περνούσε από το χέρι του να εμψυχώσει το φρόνημα του βασανιζόμενου ανώνυμου
ελληνικού λαού. Πράγματι ηρωϊκή φυσιογνωμία ο Μιλλιέξ, στάθηκε πάντοτε δίπλα
στον έλληνα και τα προβλήματά του. Πολιτικοποιημένος δημοκράτης και αγωνιστής
λάτρευσε τον ελληνικό και κυπριακό πολιτισμό και τους αφιερώθηκε με πάθος και
αυταπάρνηση. Το Ημερολόγιο αυτό, σε σχέση με άλλες μαρτυρίες της εποχής, έχει
μάλλον μια ιδιαιτερότητα, μιλώ για τα βιβλία που έχω κατά καιρούς διαβάσει,
εννοώ μεταξύ άλλων το Ημερολόγιο του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, Τα φύλλα κατοχής
της Ιωάννας Τσάτσου, το Ημερολόγιο του Γιώργου Σεφέρη, του Γιώργου Θεοτοκά, τα
κείμενα του ποιητή Κώστα Βάρναλη, και άλλα,-όπως και τα ιστορικά-μας δίνει
πληροφορίες και στοιχεία για πρόσωπα του πνεύματος της περιόδου αυτής. Οι
πληροφορίες είναι αρκετές και ενδιαφέρουσες και που σίγουρα συμπληρώνουν τα ιστορικά
«κενά». Αν δεν λαθεύω.
Ο Βερκόρ ήταν γάλλος αγωνιστής που πολέμησε στον
ΕΛΑΣ
Η γραφή
του Ροζέ Μιλλιέξ είναι τόσο καθαρή και νηφάλια που δεν χρειάζεται να κάνουμε
ιδιαίτερη μνεία. Το ύφος του είναι τόσο λαμπερό και σε πλείστα σημεία του
λογοτεχνικό που, σε εκπλήσσει η ευφράδεια αυτού του γάλλου φιλέλληνα και λάτρη
του ελληνικού πολιτισμού και της ελλάδας. Σημειώνει αυτά που θεωρεί ότι είναι
απαραίτητα για τέτοιες δύσκολες στιγμές. Έχει συνείδηση της αποστολής του, και
όταν αναφέρεται σε πολύ οικογενειακά του στιγμιότυπα το κάνει με το αναμενόμενο
γαλλικό τακτ, και για να συνεχίσει αβίαστα μετά από την μικρή και σύντομη αυτή
προσωπική του οικογενειακή παρένθεση της εξιστόρηση των γεγονότων. Σε πλείστα
σημεία των ημερολογιακών αυτών αναφορών του ο λόγος του είναι προφορικός, σαν
να αφηγείται στον γιό του το αντιστασιακό «παραμύθι» του λαού του και της
δεύτερης πατρίδας του που είναι η Ελλάδα. Οι έστω και σε μικρά στιγμιότυπα
αναφορά του Μιλλιέξ σε λογοτέχνες και έλληνες φίλους του είναι χρήσιμες για να
κατανοήσουμε καλύτερα εκείνη την σκοτεινή εποχή. Όσον αφορά τα πολιτικά
γεγονότα και τις αντιμαχόμενες κομματικές και ιδεολογικές θέσεις και
αντιθέσεις, τις μέχρι αδερφικού μίσους εχθρότητες των Ελλήνων, ο Ροζέ Μιλλιέξ,
παρότι αναγνωρίζουμε ότι φωτίζει περισσότερο την μία πλευρά, αυτήν των Εαμιτών,
δεν αγνοεί και την άλλη παράταξη. Παρακολουθεί τις εκδηλώσεις χαράς των ελλήνων
από κοντά, συμμετέχει στις πολιτικές διαδηλώσεις και παρελάσεις, δες σελίδα
56-57 και στις αναφορές που κάνει στην περιβόητη συγκέντρωση στο Σύνταγμα και
τους λόγους που εκφώνησαν, ο Ζεύγος, ο Τσάτσος και άλλοι, μάλιστα για τον Ζεύγο
κάνει και μια προσωπική παρατήρηση γράφει: «Το πρόσωπο του Ζεύγου, φαγωμένου
από τη φυματίωση, με τρομάζει, πρόσωπο «καταδικασμένου».
Δεν
μετέφερα αποσπάσματα κειμένων από τα άλλα κεφάλαια του βιβλίου παρά μόνο από το
Ημερολόγιο-Χρονολόγιο, που καταλαμβάνει τις σελίδες 15 έως 61. Δημοσιεύονται
ακόμα στο ΕΠΙΜΕΤΡΟ ποιήματα και κείμενα του Άγγελου Σικελιανού, της Γαλάτειας
Καζαντζάκη, του Γιώργου Θεοτοκά, του Τάκη Παπατζώνη, του Γιώργου Κοτζιούλα, του
Ηλία Βενέζη.
Στο
«κεφάλαιο» ΟΙ ΕΛΛΗΝΕΣ ΑΓΩΝΙΖΟΝΤΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΤΥΡΑΝΝΙΑΣ, ανάμεσα στα άλλα
ενδιαφέροντα γράφει ο Roger
Milliex:
«Η φυλή προσβάλλεται στις πιο εύθραυστες ελπίδες
της, στα παιδιά της: υπάρχει πιο θλιβερό θέαμα από το οκτάχρονο αγοράκι που
κουβαλά η μάνα του στα χέρια της γιατί τα σκελετωμένα πόδια του δεν τον
σηκώνουν πιά και πιο τραγικό από εκείνο το μωρό που κρέμεται στον κόρφο της
μάνας του και συνεχίζει να βυζαίνει, ενώ πριν από λίγο μόλις ξεψύχησε εκείνη,
στην καρδιά της πρωτεύουσας;
Δεν χωρά
αμφιβολία πως ο κατακτητής ήξερε πολύ καλά τι έκανε οργανώνοντας την πείνα
γιατί απ’ αυτή περίμενε να σκύψει το κεφάλι η ανυπότακτη Αθήνα. Κι απόδειξη γι’
αυτό είναι η κυνική σύσταση που οι Γερμανοί στρατιωτικοί διάβαζαν στους τοίχους
των καταυλισμών τους στην Αθήνα: «Γερμανοί στρατιώτες! Μη δίνετε στους
Έλληνες το ψωμί που σας περισσεύει, γιατί θα ξαναπάρουν δυνάμεις και θα σας
χτυπήσουν». Και συνεχίζει ο Μιλλιέξ:
«Οι γερμανικές αρχές δεν είχαν λογαριάσει την Αντίσταση που θα μπορούσε να
αρπάξει το ψωμί από τους κατακτητές τους ίδιους και τους συνενόχους τους για να
σωθούν όσοι θα μπορούσαν να σωθούν ακόμα, να ξαναπάρουν δυνάμεις και στους
κατοπινούς μήνες πράγματι να χτυπήσουν τον κατακτητή». Σελίδα 133.
Η
πληροφορία αυτή που μας δίνει ο Μιλλιέξ για την συμπεριφορά των κατακτητών,
(και την υπογράμμισα) έρχεται να συμπληρώσει τις παιδικές κουβέντες παιδιών της κατοχής που
έζησαν εκείνη την περίοδο και θυμούνται κατόπιν, ότι οι γερμανοί στρατιώτες,
συμπεριφέρονταν περισσότερο απάνθρωπα απέναντι στα μικρά παιδιά που πεινούσαν
και ζητούσαν ψίχουλα τροφής. Όχι μόνο δεν τους έδιναν, (ψίχουλα μπομποτάλευρου,
ή σπόρους από σκούπες) αλλά, και τους κλωτσούσανε με αγριότητα διώχνοντάς τα.
Αντίθετα από τους Ιταλούς στρατιώτες, τους «κοκορόφτερους» όπως τους
αποκαλούσαν.
Πλησιάζοντας η 28 Οκτωβρίου, για να μην ξεχνάμε, και να τιμάμε. Για τους
ελάχιστους θιασώτες του γερμανικού αυτού καθεστώτος, τι καταστροφές έφεραν στην
χώρα μας και τον λαό μας.
Γιώργος Χ. Μπαλούρδος
Πειραιάς 13 Οκτωβρίου 2018
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου