Δευτέρα 6 Μαΐου 2013

ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΡΑΜΠΕΛΑΙ-ΓΑΡΓΑΝΤΟΥΑΣ


ΦΡΑΝΣΟΥΑ ΡΑΜΠΕΛΑΙ,
«Γαργαντούας», εκδόσεις  «Πατάκη», 1988.

                  Γαργαντούας ένας Βενεδικτίνος… μη μοναχός!

          Στη Μεσαιωνική κοινωνία τα άτομα διακρίνονταν σε τέσσερις πληθυσμιακές κατηγορίες : των ευγενών, των ιπποτών, των εκπροσώπων της εκκλησίας και της υπαίθρου. Και φυσικά, κάθε τάξη είχε τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της. Τα οικόσημά της, τις ενδυματολογικές της προτιμήσεις, τον ατομικό της στολισμό, τα εμβλήματά της και τα ιδιαίτερα επαγγέλματά της, τον κοινωνικό της χώρο καθώς και την οργάνωση αυτού του χώρου όπου ανατρέφονταν, δημιουργούσε, διασκέδαζε, και έκλεινε τον εφήμερο κύκλο της. Το αρχαίο εκείνο ρητό «mens sana in corpore sano», η εκκλησιαστική παράδοση, καθώς και η κλασική-ανθρωπιστική παιδεία αποτελούσαν το σημαντικό εκείνο διάδημα τουλάχιστον για τις τρεις πρώτες τάξεις. Όλος αυτός ο «σκοτεινός κόσμος» του Μεσαίωνα ο πλήρης αλχημιστικών πρακτικών και αποκρυφιστικών δοξασιών χάραξε πάνω στο χαρτί, την πέτρα και τη μνήμη των μεταγενεστέρων, οτιδήποτε πιο υψηλόφρον και αισθητικά ωραίο είχε να δώσει.
     Μέσα από τον μονοδιάστατο στα γενικά του όρια αυτόν γοτθικό κόσμο και τους πυριφλεγείς νόμους που τον κυβερνούσαν πρόβαλλε το λυκαυγές της Αναγέννησης, και μαζί του εμφανίστηκε μια «διονυσιακή κουστωδία» αξιοσημείωτων ατόμων που οικοδόμησαν με πάθος ψυχής και πνεύματος το μεγαλείο της επιστημονικής γνώσης, ισορροπώντας επικίνδυνα ανάμεσα στο παλαιό που με δυσκολία υποχωρούσε και το καινούργιο της εκάστοτε παράδοσης, οτιδήποτε εμείς σήμερα ονομάζουμε Δυτικό πολιτισμό. Ανάμεσα στα πνεύματα που η «βρυσομάνα» αυτή εποχή της καθαρής νοησιαρχίας κυοφόρησε, είναι και ο Φρανσουά Ραμπελαί.
      Το λογοτεχνικό έργο του Ραμπελαί μαζί με εκείνο του Θερβάντες και περισσότερο του Ουίλλιαμ Σαίξπηρ, αποτελεί το θεμέλιο της Δυτικής μεταμεσαιωνικής λογοτεχνίας. Ειδικότερα, το έργο του Ραμπελαί, παρ’ ότι ο ίδιος ανήκει στην τάξη των ατόμων που ο ιστορικός της Μεσαιωνικής ιστορίας  George Duby ονομάζει «οι ειδικοί της προσευχής» αποτέλεσε μάλλον την ταφόπετρα στον Δαντικό δεισιδαιμονικό και δυαρχικό κόσμο.- Κατά τον Άγιο Θωμά τον Ακινάτη η μία εξουσία στον ουρανό ήταν ο Θεός και η άλλη στην γη ο Αριστοτέλης.-
     Με εξαίρεση ίσως τον Βοκκάκιο ο ελευθεριάζων αυτός ουμανιστής δημιουργός είναι ο πιο πηγαίος εκφραστής του νέου τρόπου ζωής, πνεύματος, έκφρασης, και σκέψης που κόμισε η Αναγέννηση. Θα συμπληρώναμε ότι το έργο αυτό μέσα στη σύνολη καλλιτεχνική παράδοση της εποχής του μοιάζει σαν το παράταιρο βιβλίο του «Εκκλησιαστή» ανάμεσα στα άλλα κείμενα της Βίβλου, ή ακόμα το βιβλίο της «Αποκαλύψεως» μέσα στο corpus των κειμένων της Καινής Διαθήκης.
      Τον αποκάλεσαν «Όμηρο σατιριστή» και δεν είχαν άδικο. Ο Γαλάτης συγγραφέας δεν συνθέτει απλά μια καινούργια μυθιστορία, αλλά επεξεργάζεται με το δικό του ύφος τον προϋπάρχοντα λαϊκό μύθο του θρυλικού γίγαντα Γαργαντούα, τον αναπλάθει, και τοιχογραφεί με γκροτέσκικη σατιρική ματιά και διάθεση τις πολιτιστικές και πολιτικές δομές της εποχής του. Ο κόσμος του δεν είναι μια χώρα δακρύων όπως θα ήθελε ο Καλβίνος «σύντροφός του», αλλά ένα τερατώδες ανθρώπινο τσίρκο. Όπου οι διάφορες χειρονομίες και καταστάσεις των ανθρώπων με αχαλίνωτη λεκτική υπερβολή φωτογραφίζονται μπρος στα μάτια του αναγνώστη κάτω από τον φωτισμό ενός Επικούρειου υλοζωισμού.  Ο Φρανσουά Ραμπελαί σκηνοθέτησε την εποχή του με το «νεονατουραλιστικό» τρόπο που οΦεντερίκο Φελλίνι κατέγραψε μια άλλη εποχή στην ταινία του «Σατυρικόν». Ο «πολυμήχανος» δεν χαρίζει την ψυχή του στον Εωσφόρο όπως συνέβη με τον Άγγλο συγγραφέα Κρίστοφερ Μάρλοου με αντάλλαγμα τη δύναμη και την απόλαυση. Αλλά με σκωπτικό ύφος και σπαρταριστές εικόνες περιγράφει τις περιπέτειες του Γαργαντούα και του Πανταγκρυέλ, που δεν είναι παρά ένα «συνονθύλευμα» από αρχαίες ρήσεις που διασώθηκαν στην εποχή του, διάφορα σατιρικά συμβάντα, εύστοχες και ευφυείς υποδείξεις, παραδοξολογίες, κοινωνική σάτιρα, δεκάδες αστεϊσμούς, χλευασμούς των σοφολογιότατων δασκάλων, και, μια έντονη δηκτική κριτική  στις μέχρι τότε αξίες της εποχής του.
     Πάρα πολλούς ενόχλησε το ελευθεριάζον ύφος του και η επαναλαμβανόμενη ελευθεροστομία του, ακόμα και ο δικός μας Εμμανουήλ Ροΐδης αν και του αναγνωρίζει την κριτική που άσκησε στην Εκκλησιαστική ιδιαίτερα και την Πολιτική Εξουσία, αποκαλεί τον Γαργαντούα «κλασικόν αριστούργημα βωμολοχίας» Αριστούργημα μεν βωμολοχία δε. Μάλλον όμως ο Ροΐδης και οι άλλοι μελετητές του Γάλλου ιερέα δεν κατανόησαν τι κρύβεται πίσω από την τοπιο-ανθρωπογεωγραφία  του σατιριστή συγγραφέα. (και παραγνωρίζουν ότι ανήκε και στον κλήρο). Παραβλέπουν ίσως ή δεν δίνουν και μεγάλη σημασία ή άλλοι δεν γνωρίζουν ότι τα «facetiae verba”, δηλαδή οι ευτράπελοι λόγοι τα διάφορα χοντροκομμένα πειράγματα, οι υπερβολικοί αστεϊσμοί, προυπήρχαν του Ραμπελαί.. Αποτελούσαν μια διάλεκτο που την μεταχειρίζονταν σχεδόν όλη η τέταρτη τάξη και όχι μόνο. Όπως στις μέρες μας έχουμε την αργκό και τον περιπαικτικό της γλωσσικό κόσμο, ή για να θυμηθούμε και την Βυζαντινή παράδοση και τον Φαίδωνα Κουκουλέ που τα διέσωσε τα «ου φωνητά». Ας μη μας διαφεύγει επίσης, το πόσο σατιρικός βωμολόχος υπήρξε και ο αρχαίος κωμικός Αριστοφάνης που περιγράφει την Αθηναϊκή κοινωνία της εποχής του. Και σίγουρα, ο συγγραφέας και γενικότερα ο εκάστοτε δημιουργός δεν είναι ένα «Homunculus»-(προσχηματισμένο) άτομο που ανατέλλει ξαφνικά από το πουθενά και δημιουργεί. Αλλά ένα άτομο που αναδεικνύεται μέσα από τις διάφορες ιστορικές συνιστώσες, πολιτικές διαδικασίες, οικονομικές διεργασίες, κοινωνικές συγκυρίες, πολιτισμικές ανακατατάξεις, και μέσα από τον προσωπικό του αγώνα, την ιδιαίτερή του παιδεία, το προσωπικό του ένστικτο, τα διάφορα ενδιαφέροντα που έχει, την κοσμοαντίληψή του, χρησιμοποιώντας τον φακό της όποιας τέχνης του ακτινοσκοπεί πρώτα τον δικό του ατομικό κόσμο και έπειτα των ανθρώπων της εποχής του, πλάθοντας ή αποτυπώνοντας τους διάφορους χαρακτήρες και τα αμέτρητα γεγονότα που σπονδυλώνουν την ίδια την ζωή και τα καθέκαστά της. Γι’ αυτό κάπως ξαφνιάζει το πληθωρικό και ακατέργαστο ορισμένες φορές νατουραλιστικό ύφος του, και η παιχνιδίζουσα λεξιλαγνεία του. Ο Ραμπελαί δεν είναι θα λέγαμε «ντυμένος στο γλωσσικό καντίνι», δεν θέλει να είναι αρεστός με την ευρύτερη σημασία του όρου, αλλά αληθινός και σαρκαστικός. Έτσι το προσωπικό του ύφος μοιάζει να είναι δίχως συναίσθημα, φαίνεται σαν να μην έχει καμία πνευματικότητα, χρησιμοποιεί μια ματιά χωρίς μεταφυσικό σκίρτημα, δίχως μυστικές αποχρώσεις, καμία πνευματική ανάταση. Μόνο η τηλεσκοπική παρατήρηση του συγγραφέα πάνω στην γεμάτη ακατανόητα ένστικτα και πάθη ύλη.
Όμως μήπως το να μένουμε μόνο στη «φωτεινή;»-πνευματική πλευρά των πραγμάτων, αρνούμενοι να δούμε και να αναγνωρίσουμε τις πραγματικές συνθήκες που γεννούν και την άλλη πλευρά, δεν είναι και αυτό μια ανεύθυνη στάση ζωής; Μια μη ολοκληρωμένη ερμηνεία και αντίληψη για το τραγικό μεγαλείο της ίδιας της ζωής;
     Άξιες να μνημονευθούν είναι επίσης και οι παιδαγωγικές του αντιλήψεις όπως τις διακρίνουμε στα διάφορα κεφάλαια του έργου και αποτελούν για την εποχή του «μνημείο παιδαγωγικού λόγου» και από τα πρώτα παιδαγωγικά μανιφέστα. Οι ιδέες του για το παιδί προετοιμάζουν την έλευση του λόγου του Ζαν Ζακ Ρουσσώ και βρίσκουν μάλλον την εκπλήρωσή τους; Στις παιδαγωγικές αντιλήψεις του Χάινριχ  Γιόχαν Πεσταλότσι  και εκείνες του Κερσενστάινερ.
      Οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο Φίλιππος Δρακονταειδής εργάστηκε με ζήλο και αγάπη για να μεταφέρει σε εμάς το κείμενο του Ραμπελαί, και προσπάθησε να κρατήσει τον λόγο της μετάφρασης σε μια ισορροπία, έτσι ώστε ούτε αυτή να καταφύγει σ’ έναν «ελιτίστικο» λεκτικό εκλεκτισμό, ούτε πάλι να φορτώσει το κείμενο με λαϊκίζουσες εκφράσεις. Οι διευκρινιστικές τέλος σημειώσεις του, βοηθούν όσο το επιτρέπει η παιδεία και τα ενδιαφέροντα του κάθε αναγνώστη να κατανοήσει ευκολότερα το κείμενο.
     Ας ευχηθούμε ο εκδοτικό οίκος «Πατάκη» να εκδώσει και τα άλλα βιβλία του Βενεδικτίνου αλλά … μη μοναχού και συγγραφέα.

    Γιώργος Χ. Μπαλούρδος,
πρώτη δημοσίευση, εφημερίδα «Εξόρμηση» 1η Οκτωβρίου 1989.                             
       

    


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου