Η ΑΘΗΝΑ
«Θυμίζεις
Αθήνα γυναίκα που κλαίει γιατί δεν την θέλει κανείς, Αθήνα-Αθήνα πεθαίνω μαζί
σου, πεθαίνεις μαζί μου και εσύ».
Η
φωνή του αειθαλούς τραγουδιστή Γιώργου Νταλάρα στο ραδιόφωνο να τραγουδά το γνωστό
τραγούδι που όλοι κάποτε σιγοτραγουδήσαμε και σιγοτραγουδούμε ακόμα, με
συνοδεύει καθώς αποδελτιώνω τέσσερα αφιερώματα του περιοδικού ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΕΣ της
εφημερίδας Η Καθημερινή για την πρωτεύουσα. Μια πρωτεύουσα Πόλη, που αγαπήθηκε
και μισήθηκε όσο καμία ίσως άλλη πόλη της Ελλάδας. Μια παλαιά πόλη-κράτος, μια
σύγχρονη πόλη-μεγάλο χωριό. Ένα κεφαλοχώρι μιας ιστορικής χώρας που δεν ξέρεις
αν είναι υπερήφανο για την ιστορική του κληρονομιά ή κάνει ότι μπορεί να
απαλλαγεί από αυτήν.
ΑΘΗΝΑ, Ιερουσαλήμ, Κωνσταντινούπολη, τρία
κεφαλοχώρια της ιστορίας και του πολιτισμού. Ένα ιερό τρίγωνο πολιτιστικών και
πολιτισμικών ταυτοτήτων.
Αθήνα, σταυροδρόμι λαών και φυλών, χωνευτήρι μυστηριακών θρησκειών και παγανιστικών τελετουργιών, φιλοσοφικών ρευμάτων και δεισιδαιμονικών χριστιανικών δοξασιών, εθνικών αρχιτεκτονικών μνημείων και μικρών βυζαντινών εκκλησιών της ορθόδοξης πίστης και παράδοσης. Αθήνα, μια πρωτεύουσα της μεσογείου πολλαπλών πολιτιστικών ταυτοτήτων μέσα στο ποτάμι του χρόνου. Μια πρωτεύουσα-Χώρα Μαντάμ Σουσού και Ψωροκώσταινα, επαναστάτρια Λυσιστράτη και μοναχή Φιλοθέη. Μια κοκότα πόλη τυλιγμένη με αρχοντική χλαμύδα, στολισμένη με αρβανίτικα φλουριά. Μια πόλη που δέεται στον ξένιο Δία για τους επιβήτορες εραστές της και ψαλμωδεί στον Άγιο Ελισαίο τα πάθη και τα όνειρά της. Μια πόλη ξεβαμμένη τερακότα που αλλάζει διαρκώς ταυτότητα στο διάβα της ιστορίας. Πότε υπερηφανεύεται για την Ακρόπολη και πότε για τον άη Γιώργη του Λυκαβηττού. Πότε λιάζεται στα στενοσόκακα της Πλάκας και πότε πουλά την ομορφιά της στο άλσος του Άρεως. Ατενίζει τον κόσμο από τον Τρελό και πετά τους χαρταετούς του μέλλοντός της από τα παράθυρα των προσφυγικών της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Μια πρωτεύουσα-πόλη, Πάνω Κάτω η Πατησίων που επανανακαλύπτει συνεχώς την ιστορική της κληρονομιά μέσα από τα μάτια και τα σώματα των ξένων φυλών που την κατάκτησαν την κατοικούν και την ορίζουν. Τίποτα δεν είναι ξένο στην Αθήνα, γιατί όλοι είμαστε ξένοι. Ένα ανοιχτό στρατόπεδο λαβωμένων καρδιών και σωμάτων. Ο Αισχύλος συνομιλεί με τον Γιώργο Σεφέρη, η Σαπφώ με τον Οδυσσέα Ελύτη, και ο Πραξιτέλης με τον Δημήτρη Πικιώνη. Ικέτης ο Οιδίποδας κομψευόμενος και μοιραίος περιδιαβαίνει τους δρόμους της πόλης, τον οδηγούν πρεζόνια, έμποροι ουσιών, συμμορίες ρομά και εκκεντρικοί μπαχαλάκηδες. Πίνουν καφέ καπουτσίνο στο καφενείο Το Νέον, ρουφούν τον ναργιλέ τους στο ζαχαροπλαστείο Ντόλτσε, και πουλούν τα κλοπιμαία των σπιτιών στα υπαίθρια παζάρια στο Μοναστηράκι. Επιμειξίες φυλών, θρησκειών, παρανόμων, άστεγων και τουριστών, φωτογραφίζουν με τα κινητά τους τα σιδερόφραχτα παράθυρα και τις πόρτες των Αθηναϊκών ερειπωμένων αρχοντικών. Επισκέπτονται το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης και θαυμάζουν την γλυπτική τέχνη ενός κόσμου που δεν ξανάζησαν ποτέ. Αγοράζουν μπρελόκ και μικρές γαλανόλευκες σημαιούλες, ρούχα από τα καταστήματα του Zara και τα Moll. Οι Αθηναίες μεγαλοκυράδες ταμπουρωμένες μέσα σε ιερούς ναούς σταυροκοπιούνται, μοιράζοντας πρόσφορα και φυλαχτά στους ανήλικους μελαμψούς μπουκαδόρους της Εστίας τους. Ο Φειδίας δανείζει την σμίλη του στον Γιαννούλη Χαλεπά για να σμιλέψει την Κοιμωμένη του-Πρωτεύουσα. Ο Σοφοκλής παρατηρεί τον αστρικό αθηναϊκό θόλο από την Αυλή των Θαυμάτων του Ιάκωβου Καμπανέλη και ο Αριστοφάνης παίζει τάβλι με τον Γεώργιο Σουρή πίνοντας ρετσίνα και τρώγοντας σουβλάκι με γιαουρτοσκόρδιο. Η δε Θεά Αθηνά σύννους υφαίνει στον αργαλειό της ιστορίας μαζί με την Παναγιά την Αθηνιώτισσα το υφαντό της μοίρας της πόλης. Και ο Σωκράτης συνομιλεί με τον Διονύσιο τον Αεροπαγίτη για τοις Αγνώστοις Θεοίς, ενώ ο Πλάτων γράφει τους νέους βίους των ρακένδυτων της πόλης και της σύγχρονης εποχής μέσα στης φιλοσοφίας τα ερωτικά ειλητάρια. Τα νέα τεφτέρια της πίστης της ομορφιάς και της φτώχειας. Τα δανεικά της Πόλης προς τους κατοίκους της.
Εσακουσόμεθα λέει ο Μάντης Τειρεσίας στον Απόστολο των Εθνών Παύλο που σημαίνει, η Ιστορία της Πόλης των Αθηνών συνεχίζεται ω άνδρες Αθηναίοι, μέσα στις σύγχρονες ανθρώπινες χωματερές και τους ανθρώπινους κάδους ψυχών και σωμάτων.
Αθήνα, σταυροδρόμι λαών και φυλών, χωνευτήρι μυστηριακών θρησκειών και παγανιστικών τελετουργιών, φιλοσοφικών ρευμάτων και δεισιδαιμονικών χριστιανικών δοξασιών, εθνικών αρχιτεκτονικών μνημείων και μικρών βυζαντινών εκκλησιών της ορθόδοξης πίστης και παράδοσης. Αθήνα, μια πρωτεύουσα της μεσογείου πολλαπλών πολιτιστικών ταυτοτήτων μέσα στο ποτάμι του χρόνου. Μια πρωτεύουσα-Χώρα Μαντάμ Σουσού και Ψωροκώσταινα, επαναστάτρια Λυσιστράτη και μοναχή Φιλοθέη. Μια κοκότα πόλη τυλιγμένη με αρχοντική χλαμύδα, στολισμένη με αρβανίτικα φλουριά. Μια πόλη που δέεται στον ξένιο Δία για τους επιβήτορες εραστές της και ψαλμωδεί στον Άγιο Ελισαίο τα πάθη και τα όνειρά της. Μια πόλη ξεβαμμένη τερακότα που αλλάζει διαρκώς ταυτότητα στο διάβα της ιστορίας. Πότε υπερηφανεύεται για την Ακρόπολη και πότε για τον άη Γιώργη του Λυκαβηττού. Πότε λιάζεται στα στενοσόκακα της Πλάκας και πότε πουλά την ομορφιά της στο άλσος του Άρεως. Ατενίζει τον κόσμο από τον Τρελό και πετά τους χαρταετούς του μέλλοντός της από τα παράθυρα των προσφυγικών της λεωφόρου Αλεξάνδρας. Μια πρωτεύουσα-πόλη, Πάνω Κάτω η Πατησίων που επανανακαλύπτει συνεχώς την ιστορική της κληρονομιά μέσα από τα μάτια και τα σώματα των ξένων φυλών που την κατάκτησαν την κατοικούν και την ορίζουν. Τίποτα δεν είναι ξένο στην Αθήνα, γιατί όλοι είμαστε ξένοι. Ένα ανοιχτό στρατόπεδο λαβωμένων καρδιών και σωμάτων. Ο Αισχύλος συνομιλεί με τον Γιώργο Σεφέρη, η Σαπφώ με τον Οδυσσέα Ελύτη, και ο Πραξιτέλης με τον Δημήτρη Πικιώνη. Ικέτης ο Οιδίποδας κομψευόμενος και μοιραίος περιδιαβαίνει τους δρόμους της πόλης, τον οδηγούν πρεζόνια, έμποροι ουσιών, συμμορίες ρομά και εκκεντρικοί μπαχαλάκηδες. Πίνουν καφέ καπουτσίνο στο καφενείο Το Νέον, ρουφούν τον ναργιλέ τους στο ζαχαροπλαστείο Ντόλτσε, και πουλούν τα κλοπιμαία των σπιτιών στα υπαίθρια παζάρια στο Μοναστηράκι. Επιμειξίες φυλών, θρησκειών, παρανόμων, άστεγων και τουριστών, φωτογραφίζουν με τα κινητά τους τα σιδερόφραχτα παράθυρα και τις πόρτες των Αθηναϊκών ερειπωμένων αρχοντικών. Επισκέπτονται το Νέο Μουσείο της Ακρόπολης και θαυμάζουν την γλυπτική τέχνη ενός κόσμου που δεν ξανάζησαν ποτέ. Αγοράζουν μπρελόκ και μικρές γαλανόλευκες σημαιούλες, ρούχα από τα καταστήματα του Zara και τα Moll. Οι Αθηναίες μεγαλοκυράδες ταμπουρωμένες μέσα σε ιερούς ναούς σταυροκοπιούνται, μοιράζοντας πρόσφορα και φυλαχτά στους ανήλικους μελαμψούς μπουκαδόρους της Εστίας τους. Ο Φειδίας δανείζει την σμίλη του στον Γιαννούλη Χαλεπά για να σμιλέψει την Κοιμωμένη του-Πρωτεύουσα. Ο Σοφοκλής παρατηρεί τον αστρικό αθηναϊκό θόλο από την Αυλή των Θαυμάτων του Ιάκωβου Καμπανέλη και ο Αριστοφάνης παίζει τάβλι με τον Γεώργιο Σουρή πίνοντας ρετσίνα και τρώγοντας σουβλάκι με γιαουρτοσκόρδιο. Η δε Θεά Αθηνά σύννους υφαίνει στον αργαλειό της ιστορίας μαζί με την Παναγιά την Αθηνιώτισσα το υφαντό της μοίρας της πόλης. Και ο Σωκράτης συνομιλεί με τον Διονύσιο τον Αεροπαγίτη για τοις Αγνώστοις Θεοίς, ενώ ο Πλάτων γράφει τους νέους βίους των ρακένδυτων της πόλης και της σύγχρονης εποχής μέσα στης φιλοσοφίας τα ερωτικά ειλητάρια. Τα νέα τεφτέρια της πίστης της ομορφιάς και της φτώχειας. Τα δανεικά της Πόλης προς τους κατοίκους της.
Εσακουσόμεθα λέει ο Μάντης Τειρεσίας στον Απόστολο των Εθνών Παύλο που σημαίνει, η Ιστορία της Πόλης των Αθηνών συνεχίζεται ω άνδρες Αθηναίοι, μέσα στις σύγχρονες ανθρώπινες χωματερές και τους ανθρώπινους κάδους ψυχών και σωμάτων.
“Εδώ
είναι Αττική Θεών νταμάρι και εγώ ένα πεδίο βολής φτηνό που ασκούνται βρίζοντας
ξένοι φαντάροι, ακούγεται από την μελωδική φωνή του Μανόλη Μητσιά, καθώς
ετοιμάζομαι να αντιγράψω τα κείμενα..
• Κυριακή
22/8/2004, Η ΑΘΗΝΑ των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων, επιμέλεια αφιερώματος
Κωστής Λιόντης.
-Κωστής Λιόντης, «Από τα προεπαναστατικά ακόμη
χρόνια, αλλά κυρίως μετά την ίδρυση του ελληνικού κράτους (1830)…»
-Αλίκη Σολωμού, Στην Αθήνα του 1896
-Άντζελα Καραπάνου-Παλόγλου, Τα «ολυμπιακά έργα» των
Αγώνων του 1896
-Ιφιγένεια Βογιατζή, Η ολυμπιακή γιορτή της Αθήνας
-Ευθυμία Παπασπύρου-Καραδημητρίου, Θεατρικές
παραστάσεις
-Ευθυμία Παπασπύρου-Καραδημητρίου, Οι Αγώνες στον
αθηναϊκό Τύπο
-Η. Κ., Το Παναθηναϊκό Στάδιο στον Τύπο του 1896
-Νίκος Βατόπουλος, Η Αθήνα του 1896 ήταν ένα
επίτευγμα της Ελλάδας
«Αθήνα
διαμαντόπετρα της γης το δαχτυλίδι»
• Κυριακή
4/4/2004, Η Αθήνα των περιηγητών, επιμέλεια αφιερώματος Ελευθερία Τραϊου
-Ελευθερία Τραϊου, «Όταν, στα τέλη του 16ου
αιώνα, ο Γερμανός ελληνιστής Μαρτίνος Κρούσιος ζητεί από τον Θεοδόσιο
Ζυγομαλά…»
-Στέλιος Λυδάκης, «Έρως Αθηνών των πάλαι
θρυλουμένων»
-Γιώργος Τόλιας, Ο μύθος της πόλης των Αθηνών
-Στέλιος Λυδάκης, Ο τελευταίος Ευρωπαίος που είδε
ακέραιο τον Παρθενώνα
-Ελένη Αγγελομάτη-Τσουγκαράκη, Αναζητώντας το
ελληνικό ιδεώδες
-Αφροδίτη Κούρια, Πατώντας το ιερό έδαφος της Αθήνας
-Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, Η Αθήνα που ονειρεύτηκε ένας
βασιλιάς…
«Εκεί
ψηλά στον Υμηττό υπάρχει κάποιο μυστικό…» μελωδεί η Νανά Μούσχουρη το τραγούδι του
Μελωδού Μάνου Χατζιδάκι.
• Κυριακή
6/5/2004, Η Αθήνα των ζωγράφων, επιμέλεια αφιερώματος Κωστής Λιόντης
-Κωστής Λιόντης, «Η Αθήνα-το σωστό είναι αι Αθήναι, ασχέτως
αν ηχεί καθαρευουσιάνικο-επέζησε ως οικιστική μονάδα μέσα στους αιώνες, αλλά σε
παρακμή….».
-Δώρα Φ. Μαρκάτου, Απόψεις της πόλης προς τα τέλη
του 19ου αιώνα
-Ευθυμία Ε. Μαυρομιχάλη, Η ανακάλυψη της πόλης
-Δημήτρης Παυλόπουλος, Η αποθέωση της Αθήνας
-Γιάννης Μπόλης, Πολύμορφη απεικόνιση
-Στέλιος Λυδάκης, Μια έκθεση για την Αθήνα
«Η
Αθήνα του μνημείου του Λυσικράτη και του αγίου Νικολάου του Ραγκαβά, του Ηρωδείου
θεάτρου και της Παναγιάς της Γοργοεπηκόου»
• Κυριακή
10/2/2002, ΕΡΝΕΣΤΟΣ ΤΣΙΛΕΡ. Αρχιτέκτονας οραματιστής, επιμέλεια αφιερώματος
Πέγκυ Κουνενάκη
-Πέγκυ Κουνενάκη, Ένας πολυδιάστατος δημιουργός
-Μάρως Καρδαμίτση-Αδάμη, Ο Ερνέστος Τσίλερ στην
Ελλάδα
-Αριστέας Παπανικολάου-Κρίστεσεν, Ο μαθητής προς τον
δάσκαλο
-Ελένη Φέσσα-Εμμανουήλ, Μνημειακά θέατρα
-Γεώργιος Στ. Κορρές, Ιλίου Μέλαθρον
-Μάρως Καρδαμίτση-Αδάμη, Αέρειον Θεραπευτήριον
-Μαριλένας Ζ. Κασιμάτη, Το αρχείο Τσίλερ στην Εθνική
Πινακοθήκη
-Κωνσταντίνος Μυλωνάς, Αντισεισμικές μελέτες
-Ελένη Φέσσα-Εμμανουήλ, Ένας Γερμανός αρχιτέκτονας
«Το
Μουσείο Μπενάκη και ο Κεραμεικός»
• Κυριακή
13/10/2002, ΟΔΟΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ. Εκεί όπου στέκουν ακόμη καμινάδες, επιμέλεια
έκδοσης Σπύρος Καραλής
-Νίκος Μπελαβίλας, Ο δρόμος με τις φάμπρικες
-Δημήτρης Ρηγόπουλος, Λόγια που τα πήρε το ποτάμι…
-Γιώργος Μαχαίρας, Το εργοστάσιο Φωταερίου
-Ρουσέτου Λειβαδάρου, Αγγειοπλαστική Εταιρεία
«Κεραμικός»
-Ευαγγελία Μπαφούνη-Νίκος Μέλιος, Η ελαιουργία
«Ελαϊς»
-Μαργαρίτα Δρίτσα-Μαυρομάτη, Μια ιστορική βιομηχανία
(ΧΡΩΠΕΙ)
-Νίκος Βατόπουλος, Το Ωδείον Αθηνών
-Πελαγία Μαρκέτου, Το Δημοτικό Βρεφοκομείο Αθηνών
-Σπύρος Καραλής, Η Πειραιώς συναντά τις Καλές Τέχνες
-Βάσως Τροβά, Των ταπεινών και καταφρονεμένων…
-Λευτέρης Παπαδόπουλος, Από την Πειραιώς άρχισε το
μεγάλο ταξίδι…
Αυτά είναι
τα αφιερώματα των ΕΠΤΑ ΗΜΕΡΩΝ για την Σαχαροσκεπασμένη με σκόνη πρωτεύουσα, από
έναν δελαπατρίδη του μεγάλου λιμανιού.
Πειραιάς, 10 του ξανθού Απρίλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου